Κυριακή 8 Μαρτίου 2015

ΣΤΟ ΓΕΡΑΚΙ ΛΑΚΩΝΙΑΣ

Λένε πως μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες λέξεις. Αντί λοιπόν να σας βομβαρδίσω με χίλιες λέξεις  μοιράζομαι μαζί σας κάποιες από τις φωτογραφίες που έβγαλα το Σαββατοκύριακο για να θυμάμαι την υπέροχη εμπειρία της επίσκεψής που  κάναμε  μαζί με τη Νοέλ Μπάξερ στο Γεράκι Λακωνίας τούτο το  Σαββατοκύριακο.
 Δεν ήταν η πρώτη φορά που πήγαινα στο Γεράκι, είχα ξαναβρεθεί εκεί το περασμένο καλοκαίρι, καλεσμένη της Λέσχης Ανάγνωσης της  Βιβλιοθήκης. Είχα γνωριστεί τότε με  τη Μαίρη, την Ευαγγελία, τη Μαργαρίτα, την Κική, την Ευγενία, την Ανθή, την Κωσταντίνα,  τη Ντίνα, το Μιχάλη, τη Μαρία, τον Τάκη, που είναι και υπέροχος ψάλτης, τη Λιλιάνα, την Ελένη, την υπέροχη υφάντρα Χρυσούλα... Όλη την ομάδα της Λέσχης και της Βιβλιοθήκης. Υπέροχοι άνθρωποι με ενδιαφέροντα πολλά και ποικίλα. αλλά προπαντός με αγάπη για τα βιβλία και τους συγγραφείς. Με είχαν φιλοξενήσει τότε με ζεστασιά και αγάπη. Την ίδια αγάπη βρήκαμε και φέτος. Κοντά στις παλιές φίλες και φίλους, γνωρίσαμε  και θαυμάσαμε τη δουλειά που γίνεται στα παιδι χάρη σε ένα πρόγραμμα επιδοτούμενο από το Ίδρυμα Νιάρχου και με τη φροντίδα και επιμέλεια της κ. Γεωργίας Κακούρου και της νέας αρχιτέκτονος Ανθης ( συγνώμη Ανθή δε συγκράτησα το επώνυμό  σου) Με μουσική και παιχνίδι, τα παιδιά έμαθαν για την όπερα "Κάρμεν", τραγούδησαν  και τέλος σχεδίασαν το σκηνικό της πρώτης πράξης. Θαύμασαμε την παρατηρητικότητα και το ταλέντο των παιδιών όταν αποτύπωναν στο χαρτί εικόνες του χωριού του ,την Κάρμεν, τον Δον Χοσέ, τους στρατιώτες και τις εργάτριες. Γνωρίσαμε και μια εκπληκτική κυρία που έχοντας ζήσει μια πλούσια σε εμπειρίες ζωή στην Ελλάδα και την Αμερική, ξαναγύρισε στα πάτρια εδάφη και ζωγραφίζει με κέφι  ακατάπαυστα  αλλά και σμιλεύει σε μάρμαρο και χαλκό εκφράζοντας έτσι τον πλούσιο ψυχικό της κόσμο. Κάναμε και μια βόλτα, παρά το χαλάζι και την ομίχλη που μας βρήκε στο δρόμο,  στο υπέροχο χωριό Κοσμάς της Κυνουρίας χωμένο στα έλατα. Και στο τέλος, όπως γίνεται πάντα, χαρήκαμε σαν παιδιά το ουράνιο τόξο που βγήκε να μας θυμίσει πως μετά την καταιγίδα έρχεται και πάλι η ζωή.   Περάσαμε  δύο μέρες αξέχαστες, γεμάτες ζεστασιά και φιλία.

Για την εμπειρία της και την εξαίρετη παρουσίαση που έκανε η Νοέλ του βιβλίου της "Ακολουθώντας τη Γραμμή της Θάλασσας" θα σας μιλήσει η ίδια. Αυτό που θέλω να πω είναι πως φεύγοντας νιώσαμε  πως αφήναμε πίσω κάτι δικό μας και για να μετριάσουμε τη λύπη που μας έσφιγγε το λαιμό δώσαμε την υπόσχεση να ξανάρθουμε, πολλές φορές..
Πρωί Σαββάτου από το παράθυρό μου.
 Μύρισε άνοιξη..
 Η Ανθή ετοιμάζει τη βάση του σκηνικού της Κάρμεν
 Η Γεωργία Κουράκου επί το έργον
 Το χωριό Κοσμάς με λίγη ομίχλη και βροχή

Κάποια από τα έργα της κ. Αλεξάνδρας
 Νοέλ,Μαργαρίτα, Κική στο βάθος  Μαίρη  τρωγοπίνοντας στον Κοσμά
 Το ουράνιο τόξο
 Μια άποψη της βιβλιοθήκης ενώ περιμένουμε την παρουσίαση της Νοέλ
 Μαίρη και Νοέλ. Αρχίζουμε
 Μετά την παρουσίαση φαγοπότι
 Ομοίως
Το σπίτι της κ. Αλεξάνδρας και κάποια από τα έργα της.

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2015

ΚΡΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΖΩΗΣ ΣΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ CITY FREE PRESS

Μια ωραία έκπληξη μου επιφύλαξε η φίλη Μαρία Πιριπίτση δημοσιεύοντας κριτική για το βιβλίο μου στη στήλη της "Βιβλιομουρμούρα" στην ηλεκτρονική εφήμερίδα  city  freeress  Για όσους ενδιαφέρονται ιδού το σχετικό λίνκ.
http://city.sigmalive.com/article/8766/vivliomoyrmoyra-12-ysterografo-zois-eleni-tsamadoy

Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015

Mια αξέχαστη βραδυά

 Μια άποψη από το ακροατήριο, μπροστά αριστερά Βίκυ Κωστή και Μονίς Χαλέγουα
Η Βίκυ Κωστή, άκρη δεξιά, προλογίζει την εκδήλωση
 Στο πάνελ, από αριστερά Ειρήνη Χατζηκωσταντή, Νοέλ Μπάξερ, Ε.Τ.,Φραντζέσκα Κολυβά και Αννίτα Ελιέζερ
 Ταμούζ Νισσίμ και Γιώργος Νάζος

 Η Ταμούζ Νισσίμ  μαγεύει με τη φωνή της
και εγώ.. συγκινούμαι


Την Τετάρτη που μας πέρασε, 18 Φεβρουαρίου, το Πνευματικό Κέντρο της Ισραηλιτικής Κοινότητας Αθήνας με τίμησε οργανώνοντας μια βραδιά για την παρουσίαση του βιβλίοy μου ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΖΩΗΣ. Ο πρόεδρος του Κέντρου κ. Μονίς Χαλέγουα και ο διευθυντής του κ. Σάκης Νεγρίν,  του είχε και την ευθύνη των οπτικοακουστικών και προπαντός η αγαπημένη φίλη Βίκυ Κωστή που εργάστηκε με ενθουσιασμό και εκπληκτικό συντονισμό ήταν αυτοί που συντέλεσαν στην επιτυχία της βραδιάς και τους ευχαριστώ για άλλη μια φορά.
Παρουσία και του προέδρου της Ισραηλτικής κοινότητας κ. Μ.Μάτσα, σε ένα πυκνό ακροατήριο που αψήφησε το κρύο και  το χιόνι, οι φίλες και εξαίρετες ομότεχνες Νοέλ Μπάξερ και Φραντζέσκα Κολυβά παρουσίασαν το βιβλίο ενώ η γνωστή ψυχολόγος κ. Αννίτα Ελιέζερ έκανε μια σε βάθος ανάλυση των χαρακτήρων των  δύο βασικών ηρώων της Ραχήλ και του Γιάννη. Η καταξιωμένη ηθοποιός Ειρήνη  Χατζηκωσταντή ζωντάνεψε με μοναδικό τρόπο τα αποσπάσματα και η μαγική  φωνή της Ταμούζ Νισσίμ με τη συνοδεία της κιθάρας του Γιώργου Νάζου  μας  ταξίδεψε μέσα από τα τραγούδια της στο χώρο και το χρόνο.
 Ήταν μια βραδιά που θα μου μείνει αξέχαστη. Είχα τη χαρά να βρεθώ ξανά με παλιούς φίλους και να γνωρίσω καινούργιους. Με συγκίνησε η αγάπη ανθρώπων που γνώριζα για πρώτη φορά και που έρχονταν αυθόρμητα να μου πουν πόσο είχαν αγαπήσει το βιβλίο μου. Η ανταπόκριση και η ζεστασιά του κόσμου, η συγκίνηση που έβλεπα στα πρόσωπα είναι κάτι που με έκανε για άλλη μια φορά να συνειδητοποιήσω πόσο μεγάλη σημασία έχει η αγάπη στη ζωή μας. Η αγάπη που όλα τα ενώνει όλα τα αγκαλιάζει σβήνοντας διαφορές και φέρνοντάς μας κοντά.. . Είμαι ευγνώμων για την αγάπη που μου ένιωσα να μου δίνεται. Σας ευχαριστώ όλους..
 Παραθέτω την ομιλία της κ. Ελιέζερ για τους φίλους που δεν είχαν τη χαρά να την ακούσουν.

"Θα προσπαθήσω να αναλύσω τους χαρακτήρες των δύο πρωταγωνιστών σαν μια απλή αναγνώστρια.
Ποια είναι η Ραχήλ?
Είναι το κοριτσάκι που μεγάλωσε σε ένα παράδεισο χρωμάτων και αρωμάτων μέσα στη θαλπωρή μιας εκτεταμένης Εβραϊκής οικογένειας. Γαλουχήθηκε με τις μεγαλοαστικές αξίες της τάξης της, με τις Εβραϊκές παραδόσεις, τα ήθη τα έθιμα και τους κανόνες που διέπουν μια Εβραϊκή οικογένεια.
Στα 18 της φοιτά σε ένα "Finishing school" στην Ελβετία που αρμόζει στην τάξη της και εκεί γεύεται την αληθινή ζωή, τον έρωτα, τα πάθη, τις απογοητεύσεις και την προδοσία του. Όμως με τη βοήθεια της μητέρας της θα κλείσουν οι πληγές του πρώτου έρωτα και θα ξαναπάρει τη ζωή στα χέρια της.
Η Ραχήλ έχει δυνατή προσωπικότητα, είναι αποφασιστική, κάνει σημαντικές επιλογές, είναι γεμάτη ανθρωπιά και αγωνιστικότητα παλεύοντας λιγότερο για τον εαυτό της και περισσότερο για το κοινωνικό σύνολο: Στη Ελβετία σώζει από τα νύχια της Γερμανίδας γκουβερνάντας τον αδύναμο ανεψιό της. Το ξέσπασμα του πολέμου την φέρνει πρόσωπο με πρόσωπο με την ανθρώπινη δυστυχία και τον ανθρώπινο πόνο. Έτσι χωρίς δεύτερη σκέψη αποφασίζει να γίνει νοσοκόμα στο νοσοκομεία Χιρς στη Θεσσαλονίκη και στο Γενικό νοσοκομείο των Ιωαννίνων όπου επιδεικνύει απαράμιλλο ζήλο και ευαισθησία στον συνάνθρωπο.
Συλλαμβάνεται και στέλνεται στο Άουσβιτς. Η αγάπη της για τη ζωή την βοηθά να επιβιώσει, παράλληλα όμως βοηθά με κάθε τρόπο και τις ομόθρησκές της να γλυτώσουν από τα εγκλήματα του Μένγκελε.   
Γυρνώντας στη ρημαγμένη Ελλάδα γνωρίζει τον Ελληνοαμερικανό Τέο Μπούρμπουλη και διεκδικεί με πάθος πάλι τον έρωτα. Ο έρωτας την ανασταίνει, την κάνει να νιώσει ξανά ζωντανή.
Το 1950 αρνείται την κληρονομιά της - όπως λέει η συγγραφέας - για να κερδίσει τη ζωή δίπλα στον άντρα που λατρεύει, αλλαξοπιστεί για να τον παντρευτεί. Γίνεται Χριστιανή για να γεφυρώσει το χάσμα που χώριζε τις θρησκείες τους. Ο       πόλεμος της Κορέας της παίρνει τον Τέο μακριά, αλλά ο Θεός της δίνει ένα ανέλπιστο δώρο, τον Γιάννη, Γιοχάναν, τον καρπό του έρωτά τους. Τη δύσκολη ώρα της γέννας κάνει διαθήκη με το Θεό να κάνει το παιδί Εβραίο, αντίδωρο στο δώρο που της έστειλε. Αυτή η επιλογή στη συνέχεια αποδεικνύεται μοιραία. Θυσιάζει την αγάπη της για τον Τέο για την πίστη της και για την κληρονομιά της. Ο Τέο θεωρεί την πράξη της προδοσία, νιώθει ότι αν αποδεχθεί ότι το παιδί του είναι Εβραίο προδίδει το δικό του Θεό τον Χριστό, που τον κράτησε ζωντανό στον αιματηρό πόλεμο της Κορέας. Την εγκαταλείπει παίρνοντας μαζί του το παιδί. Θυσιάζουν και οι δύο τον έρωτά τους στο βωμό της πίστης και των παραδόσεων, στον ίδιο όμως βωμό θυσιάζουν και την ψυχή του παιδιού, που θα μεγαλώσει χωρίς μητέρα.
Ποιος αληθινός Θεός θα ευλογούσε τέτοια θυσία?
Η Ραχήλ μένει μόνη σαν την καλαμιά στον κάμπο. Χάνει τον άνδρα που αγάπησε  και ό,τι πολυτιμότερο έχει στη ζωή, το σπλάχνο της.
Με τον Τέο βρίσκει δικαίωση γιατί πριν πεθάνει την αποχαιρετά με λόγια γλυκά, βάλσαμο για την ψυχή της.
Η ψυχή της δεν θα αναπαυθεί αν δεν την συγχωρήσει το παιδί της. Δεν κατάφερε να τον πλησιάσει όσο ζούσε και να κερδηθεί το χαμένο έδαφος.
Σε αυτό το σημείο η συγγραφέας ως από "μηχανής Θεός" της βρίσκει το μονοπάτι μέσω του χειρογράφου όπου κλείνει τις "ανοικτές υποθέσεις" με τον Γιοχάναν. Μιλάει η καρδιά της με τη γλώσσα των συναισθημάτων, γλώσσα ειλικρινής, αυθεντική, σαγηνευτική.
Ποιος είναι ο Γιάννης?
Είναι ένα παιδί με κομμένα φτερά, που μεγάλωσε χωρίς την μητρική αγάπη και φροντίδα παλεύοντας να είναι αρεστός στον πατέρα του, που δυστυχώς εξουσιαζόταν από τη μητριά του. Με τις υψηλές επιδόσεις στο σχολείο του εξασφαλίζει την είσοδο σε σπουδαίο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο και κερδίζει την εκτίμηση του πατέρα του,  αλλά όχι και της μητριάς του, που δυστυχώς είναι σταθερά απέναντί του.
Μοιάζει να μην έχει ρίζες, ούτε ταυτότητα. Ούτε Έλληνας, ούτε Εβραίος.
Από τη μια μεριά, αρνείται και απωθεί κάθε τι Εβραϊκό που του θυμίζει τη Ραχήλ που τον εγκατέλειψε λέγοντας: "Δεν είμαι σίγουρος αν η μάνα μου είναι Εβραία. Δεν χωρεί αμφιβολία πως είμαι βαφτισμένος Χριστιανός" και κλείνει και τα αυτιά του στα λόγια του φίλου του Δαυίδ για τον Εβραϊσμό και το Ισραήλ.
Από την άλλη, δεν νιώθει Έλληνας γιατί ο πατέρας - πέραν όλων των άλλων - προσπαθώντας να ξεχάσει την Ελληνίδα που τον πρόδωσε  του κληροδοτεί θολές μνήμες και αρνητικές προσδοκίες για την Ελλάδα: "Τι θα σου δώσει μια φτωχή χώρα, χωρίς μέσα επιβίωσης".
Ο Γιάννης είναι συναισθηματικά ανάπηρος και δεν μπορεί να λειτουργήσει αρμονικά στην προσωπική του ζωή. Το ανικανοποίητο, το φοβισμένο, το ανεκπλήρωτο παιδί μέσα του, επιβάλλει την ατεκνία, αλλά και τη φτωχή επικοινωνία με το άλλο φύλο. Δεν μπορεί να δώσει αγάπη, αποδοχή, παραδοχή γιατί τα στερήθηκε και τα τρία.
Χάνει μέσα από τα χέρια του τον πρώτο του έρωτα, την όμορφη Ρόζα με τις ριζοσπαστικές ιδέες, την αγωνίστρια που φτάνει στα άκρα γιατί ο ίδιος με κομμένα τα φτερά δεν κάνει άλματα.
Η ζήλεια του θολώνει τα νερά, αρνείται την πατρότητα και το μεγάλο του έρωτα για να μη σπάσει το δίχτυ ασφαλείας του. Εδώ μοιάζει κάπως με τον πατέρα του που τράπηκε σε φυγή θυσιάζοντας την ψυχή του Γιάννη. Έτσι και αυτός το βάζει στα πόδια στα δύσκολα, αρνούμενος την πατρότητα στο έμβρυο και θυσιάζοντας τη ζωή του.
Με θιγμένο εγωισμό πατέρας και γιός δεν διερεύνησαν την "προδοσία" της γυναίκας τους και τα καταστροφικά αποτελέσματα της φυγής τους.
Ο Γιάννης έχει φτωχή επικοινωνία με τη γυναίκα του τη Μαρίνα. Η ατεκνία που της επιβάλλει, τα κλειδωμένα μυστικά της ψυχής του, η οργή, ο φόβος, οι ανασφάλειες, οι ενοχές του κάνουν το γάμο του να φυτοζωεί.
Το χειρόγραφο όμως είναι το φάρμακο στην ψυχή του. Διαβάζοντάς το ο Γιάννης πληροφορείται, καταλαβαίνει, συμπονά, παραδειγματίζεται από τη μάνα του, αποκτά ενσυναίσθηση. Καθώς επουλώνονται οι πληγές του ανδρώνεται, ωριμάζει. Νοιώθει ότι αγαπήθηκε βαθειά, συγχωρεί και προχωρεί μπροστά. Η επικοινωνία με τη γυναίκα του γίνεται πιο εποικοδομητική, πιο ειλικρινής, πιο ζεστή, πιο βαθειά. Ναι, η αγάπη τον λυτρώνει.

Τώρα είναι πιο δυνατός.

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

Aθανάσιος Αργυρός ή περί ελληνικότητας



Αφορμή για τη σημερινή ανάρτηση μου έδωσε το "lapsus linguae", το ατόπημα  δηλαδή του κ. Κραουνάκη σχετικά με την γλώσσα που μιλούσαν στη Βόρειο Ελλάδα πριν από την απελευθέρωση τους από τον τουρκικό ζυγό.. Δε είχα  σκοπό να σχολιάσω τα λεχθέντα,  Μία μόνο παρατήρηση  είχα να κάνω, ότι δηλαδή  θεωρώ πολύ φτωχή δικαιολογία να λέει κάποιος "εγώ, δεν είμαι ιστορικός, γλωσσολόγος κλπ. κλπ.",  αλλά να θέλει να έχει και να έχει, πολύ συχνά, άποψη επί παντός επιστητού, όπως για την απεργία πείνας του Ν. Ρωμανού, τις τράπεζες και την Μέρκελ κ.α.
Μετά όμως από μια συζήτηση με παλιό φίλο Μακεδόνα, άλλαξα γνώμη. Ο φίλος μου θύμισε  πως κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας στη Μακεδονία και στην ΄Ηπειρο λειτουργούσαν ξακουστά ελληνικά σχολεία, πολύ περισσότερα και απείρως πιο σημαντικά από κάποια που είχε ιδρύσει στα τέλη του 19ου αιώνα η Βουλγαρία για να προσεταιριστεί τους πληθυσμούς. Τα ελληνικά σχολεία   είχαν ιδρυθεί με ιδιωτική πρωτοβουλία. ΄Ηδη από το δέκατο  όγδοο αιώνα, χάρη στην οικονομική άνοδο των ελληνορθοδόξων κοινοτήτων που βρίσκονταν εκτός της τουρκικής επικράτειας, είχε παρατηρηθεί  μια στροφή και άνθηση της παιδείας.   Οι Έλληνες, και ιδιαίτερα οι Μακεδόνες  και οι Ηπειρώτες, απόδημοι στις βορειοβαλκανικές και κεντροευρωπαϊκές χώρες, κατάφεραν σύντομα  να αναδειχθούν σε σημαντικούς παράγοντες της τοπικής οικονομικής και πολιτιστικής ζωής των χωρών που τους φιλοξενούσαν.  Μη ξεχνώντας όμως και τις πατρίδες που άφησαν πίσω  προσπάθησαν να συνδράμουν με κάθε τρόπο στην ανάπτυξή τους, ιδιαίτερα στον χώρο της παιδείας, παρέχοντας οικονομική στήριξη σε σχολεία, πλουτίζοντας τις βιβλιοθήκες τους με  εκπαιδευτικά  και επιστημονικά βιβλία, από τα οποία μάλιστα πολλά τυπώνονταν σε εξειδικευμένα σε ελληνικές εκδόσεις τυπογραφεία της Πέστης και της Βιέννης, αλλά  και παρέχοντας υποτροφίες σε παιδιά συμπατριωτών τους, για την ολοκλήρωση των σπουδών τους σε ευρωπαϊκές χώρες  Από τα ελληνικά σχολεία που λειτουργούσαν κατά τους τελευταίους αιώνες της τουρκοκρατίας στη Μακεδονία αναφέρω μόνο τα πιο γνωστά: της Θεσσαλονίκης (από τα τέλη του 17ου αιώνα), της Καστοριάς (από το 1705, ), της Σιάτιστας (από το 1710), των Σερρών  (από το 1735), της Κοζάνης (που στα μέσα του 18ου αιώνος απέκτησε, χάρη στους «πραγματευτάδες» της, την εμπορική της σχολή), του  Μπλάτσι (1761), της Κλεισούρας (1775), της Νάουσας και της Έδεσσας (1773), του Μοναστηρίου,  και άλλα πολλά μικρότερα που δε με παίρνει ο χώρος να απαριθμήσω.  Τέλος  το 1748  άρχισε να λειτουργεί στο Άγιον Όρος, το πολύ σημαντικό εκπαιδευτικό ίδρυμα του τουρκοκρατούμενου Ελληνισμού, η γνωστή «Αθωνιάς Ακαδημία».
Το επίπεδο της παρεχόμενης παιδείας ήταν ιδιαίτερα υψηλό όπως μαρτυρούν πηγές της εποχής.
Οι περισσότεροι, λόγιοι και εκπαιδευτικοί που εργάσθηκαν στα σχολεία αυτά είχαν σπουδάσει σε ελληνικά και ξένα εκπαιδευτήρια της Δυτικής και της Κεντρικής Ευρώπης. Φωτισμένοι δάσκαλοι, πραγματικά δάσκαλοι του γένους, δίδαξαν την ελληνική γλώσσα και παιδεία. Δάσκαλοι του Γένους, όπως ο Δ. Μαρούλης στις Σέρρες, αλλά και αφανείς, όπως η κυρία Ηλέκτρα η  δασκαλίτσα στα "Μυστικά του Βάλτου", και ο Γεώργιος Καραμανλής ο πατέρας του Κων. Καραμανλή, κράτησαν τη φλόγα άσβεστη μέσα σε συνθήκες ιδιαίτερα επικίνδυνες, κάποιοι μάλιστα πλήρωσαν και με τη ζωή τους,  Διωγμοί, δολοφονίες, καταστροφές περιουσιών ήταν τα όπλα της βουλγαρικής προπαγάνδας.
Αυτά δεν τα άκουσε ποτέ ο κ. Κραουνάκης ή ο φίλος του όταν έλεγε πως πριν την απελευθέρωση στη Βόρεια Ελλάδα μιλούσαν βουλγαρικά και πως δεν καταλάβαιναν ελληνικά;  Με τι μαθητές άραγε λειτουργούσαν αυτά τα ελληνικά σχολεία;
 
 Με αφορμή τα παραπάνω θυμήθηκα ένα αδελφικό φίλο του παππού μου, τον Μακεδόνα  Αθανάσιο Αργυρό, τον "μπαρμπα Θανάση" όπως τον έλεγαν η μητέρα μου και τα αδέλφια της. Ο Αργυρός υπήρξε μια πολύπλευρη προσωπικότητα, δικηγόρος, πολιτευτής, δημοσιογράφος αλλά και δάσκαλος. Γεννημένος στη Νιγρίτα Σερρών, στα 1859  την εποχή που ήταν ακόμη τουρκική επικράτεια, υπήρξε ένα από τα παιδιά που ευτύχησαν να έχουν ελληνική παιδεία μέσα στην τουρκοκρατούμενη Μακεδονία. Υπήρξε μαθητής  του Διδασκαλείου του  "Μεγάλου του Γένους Δασκάλου"Δ.  Μαρούλη. Στη συνέχεια σπούδασε στην Αθήνα και στη Γερμανία. Υπήρξε πρωτεργάτης του Μακεδονικού αγώνα και ενθουσιώδης εθναπόστολος. Εζησε στην Αμερική οκτώ χρόνια και εργάστηκε ως δημοσιογράφος ακατάπαυστα και με θέρμη για τα ελληνικά θέματα. Όταν ξέσπασε ο Ελληνοτουρκικός και λίγο αργότερα ο Ελληνοβουλγαρικός πόλεμος, κατάφερε να συγκεντρώσει με εράνους το ποσό του ενός εκατομμυρίου δολαρίων και να βοηθήσει στη συγκέντρωση 50.000 αλκίμων Ελλήνων εθελοντών,  μεταξύ των οποίων υπήρξε  και ο μικρός αδελφός του παππού μου Λεωνίδας .  Μετά τη λήξη του πολέμου ο Αθανάσιος Αργυρός επέστρεψε στην Ελλάδα και  στις πρώτες ελεύθερες εκλογές εκλέχθηκε βουλευτής Σερρών. Το 1922 στην κυβέρνηση του Δ. Γούναρη, έγινε υπουργός Γεωργίας  και πρωτοστάτησε «για μια Αθήνα πράσινη».Το 1926- 1928  στην Οικουμενική Κυβέρνηση του Αλ. Ζαίμη ανέλαβε Υπουργός Παιδείας.  Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή και την εκτέλεση του Δημ. Γούναρη, η πλειοψηφία των βουλευτών του Λαϊκού κόμματος τον υπέδειξε ως υποψήφιο για την διαδοχή στην αρχηγία του Λαϊκού κόμματος, πρόταση όμως που δεν αποδέχτηκε για λόγους μετριοφροσύνης αλλά και γιατί δεν είχε την ανάλογη οικονομική επιφάνεια. Αντίθετα πρωτοστάτησε  να εκλεγεί ο Παναγής Τσαλδάρης.
Πέθανε το 1941  φτωχός,  όπως ήταν πάντα,  στο Βόλο,
Σε αυτόν το φωτισμένο άνθρωπο, χρωστάνε η μητέρα μου και τα αδέλφια την ελληνικότητά τους. ΄Ηρθαν στην Ελλάδα από την Αμερική το 1920, αμερκανάκια που δε γνώριζαν ελληνικά ούτε ελληνική ιστορία και κάτω από τη σοφή καθοδήγηση του "μπαρμπα Θανάση" και της προσφυγοπούλας δασκάλας από τη Σμύρνη,  διδος Αργυρώς,   έγιναν σωστοί ΄Ελληνες αριστούχοι του Αρσακείου και του Βαρβακείου σε σημείο μάλλιστα που η θεία μου Ειρήνη να είναι  η πρώτη "Ιφιγένεια" που παίχτηκε από το Αρσάκειο στο πρωτότυπο κείμενο,

Ο "μπαρμπα Θανάσης" ήταν βαθύτατα ΄Ελληνας, και μιλούσε θαυμάσια ελληνικά απ΄ό,τι άκουγα τη γιαγιά μου να λέει.  Υπήρξε και αυτός ένας κρίκος στη μακριά αλυσίδα των Ελλήνων που διακήρυσσαν την ελληνικότητά τους όπου και αν βρίσκονταν.Ας θυμηθούμε πως ο καρδινάλιος  Βησσαρίων στη Δύση  προσδιόριζε  τον εαυτό του " κατ αξίαν μεν καρδινάλιος, το δε γένος ΄Ελλην". Οι μεγάλοι εθνικοί ευεργέτες, Αβέρωφ, Στουρνάρης, Αρσάκης, οι αδελφοί Ζάππα, ο Βαρβάκης, ο καταγόμενος  από το Μελένικο, σήμερα βουλγαρικό Μελνικ, δικαστής του Κολοκοτρώνη  Πολυζωίδης, ο επίσης από το Μελένικο, αναμορφωτής του θεάτρου, ιδρυτής της "Νέας Σκηνής" και δάσκαλος της ελληνικής γλώσσας της "Σίσσυ" Κωνσταντίνος Χρηστομάνος, ο Στέφανος και ο Ίων Δραγούμης, ο Εμμανουήλ Παππάς,  αλλά και ο πράγματι βουλγαρόφωνος  ο "Καπετάν Κώττας" που πέθανε φωνάζοντας  στα βουλγάρικα   Ντα ζίβι Γκ(ά)ρτσια! (Ζήτω η Ελλάς), ήταν ΄Ελληνες και το διακήρυσσαν με κάθε τρόπο.

Είναι ασέβεια στη μνήμη όσων αγωνίστηκαν για αυτή την ιδέα και πολλοί μάλιστα έχασαν τη ζωή τους να τους βάζουμε ταμπέλες και να αναμασάμε ύποπτα σχόλια για να αποδείξουμε τι;  Αιδώς Αργείοι.

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

28η Οκτωβρίου






Πολλές φορές σκέφτομαι πως ένα από τα κακά που μας άφησε η χούντα είναι που μας έκανε να  αισθανόμαστε αμήχανα, για να  χρησιμοποιήσω ένα ήπιο ορισμό, απέναντι σε ο,τιδήποτε είναι πατριωτικό. Οι εθνικές επέτειοι, οι ήρωες, αυτοί που μάθαμε να θεωρούμε ήρωες, οι εθνικοί χοροί και τα δημοτικά τραγούδια έχουν, κακώς, ταυτιστεί, με τις "εθνικοπατριωτικές" κορώνες  των συνταγματαρχών και τα κακής αισθητικής πανηγύρια και χορούς στα διάφορα στάδια και  στρατόπεδα.  Παράλληλα  τα τελευταία χρόνια παρατηρείται και το φαινόμενο  να ξαναγραφεί η ιστορία υποτάσσοντας τη σε  μια στρεβλή αντίληψη του τι είναι και τι δεν είναι  politicaly correct. 

Αρνούμαι να ακολουθήσω τις νέες τάσεις. Ανήκω στη γενιά που έζησε, έστω σε πολλή μικρή ηλικία, αλλά πάντως έζησα και με σημάδεψαν τα μεγάλα γεγονότα της πρόσφατης Ιστορίας της πατρίδας μας. Πόλεμος, Κατοχή, Εμφύλιος, Χούντα, όλα τα έζησα. ΄Ολα έχουν αφήσει το αποτύπωμά τους στη μνήμη μου, είτε την άμεση, είτε την έμμεση μέσα από διηγήσεις του οικογενειακού μου περιβάλλοντος. Και όπως συμβαίνει σε πολλούς έτσι και σε μένα, αυτές οι αναμνήσεις και τραύματα ψυχικά, γιατί όχι, μετουσιώθηκαν, έγιναν ιστορίες και κάποια στιγμή αποτυπώθηκαν στο χαρτί, έγιναν χειρόγραφα, βιβλία. 

Ο παππούς μου, ο πατέρας της μητέρας μου, Αμερικανός υπήκοος, αλλά βαθύτατα ΄Ελληνας, αποκλεισμένος στον πόλεμο και στην Κατοχή στο κτήμα του στην Πελοπόννησο, με τα δύο μεγαλύτερα παιδιά του μακριά στην Αμερική, το ένα μάλιστα να υπηρετεί στον Αμερικανικό στρατό, χωρίς ειδήσεις τους, χωρίς ραδιόφωνο και με εφημερίδες που έφταναν μέρες μετά την κυκλοφορία τους, κρατούσε ημερολόγιο  και σε μια γλώσσα ιδιότυπα δική του,έγραφε:
Στις 28 Οκτωβρίου 1940
"..Από τις 9 1/2 π.μ εμάθομεν ότι η Ιταλία απειλούσε  κήρυξιν πολέμου εναντίον μας.."
 στις 29 Οκτωβρίου 1940
"Μη ούσης συγκοινωνίας έμεινα εις το κτήμα. Από χθες κάλεσεν η κυβέρνησις 10 ηλικίας. οι Γαργαλιάνοι εν μεγάλη συγκινήσει, ο κόσμος εν μεγάλη απογνώση, οι νέοι εν ενθουσιασμώ. Ο Αλέξης ήλθεν αργά το βράδυ δίχως νέας εφημερίδας" 
Στις 30 Οκτωβρίου 1940
"Ειδήσεις μας έφερεν ο Αλέξης εκ Μαράθου ότι από χθες το εσπέρας τηλεγραφήματα ότι οι ΄Ελληνες προχωρούν υποδεχόμενοι εκ των Αλβανών ως αδελφοί και συνέλαβον 40 χιλ. Ιταλούς αιχμαλώτους"
1 Νοεμβρίου 1940
"Τα Ελληνικά  στρατεύματα προχωρούν εις την Αλβανίαν, κατέφθασαν  τρόφιμα εις τον Πειραίά 4 ατμόπλοια πλήρη τροφίμων. Σύλληψις Ιταλών αιχμαλώτων εις το μέτωπον, το ηθικόν του λαού τελείως ακμαίον, αισιόδοξον".

Το  ημερολόγιο του παππού μου με βοήθησε να δω, να ξαναθυμηθώ, πως ζούσαμε πως νιώθαμε τότε τις μέρες που ο φόβος είχε μετουσιωθεί σε θάρρος και ελπίδα. 

Το ημερολόγιο του παππού μου και της μητέρας μου διηγήσεις  είχα για οδηγό όταν έγραφα στο " Χορό των Μυτστικών" 

"Πρωί πρωί, την ξύπνησαν οι καμπάνες όλων των εκκλησιών που χτυπούσαν καλώντας τον κόσμο να βγει από τα σπίτια του. Σε λίγο ακολούθησαν και οι σειρήνες. Βγήκε σαν όλους στο δρόμο, να μάθει τι γίνεται. Το θέαμα που αντίκρισε την τρόμαξε. Έμοιαζε σαν όλος ο πληθυσμός της πόλης να ήταν σε κίνηση, όλοι έτρεχαν προς όλες τις κατευθύνσεις, γυναίκες, οι πιο πολλές με σαλβάρια και φερετζέδες, έτρεχαν προς την αγορά, άλλες φώναζαν στα παιδιά τους να μείνουν μέσα. Από κάποια παράθυρα  ακούγονταν ραδιόφωνα να παίζουν πολεμικά εμβατήρια που μπερδεύονταν με τις καμπάνες των εκκλησιών και τις σειρήνες που δεν είχαν σταματήσει να ξεσκίζουν τον αέρα με τον τρομακτικό ήχο τους. Φωνές στα ελληνικά, φωνές στα τούρκικα, στο ίδιο μοτίβο " Πόλεμος! Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο".

Και στο "Της ζωής και της αγάπης" 

"Από τα ξημερώματα σήμερα έχουμε πόλεμο με την Ιταλία. Από σήμερα, όλα στη ζωή μου άλλαξαν ριζικά. Η Ιστορία καθόρισε τη μοίρα μας και τα γεγονότα μας παρασύρουν στη δίνη τους. Η Ελλάδα δονείται από πατριωτισμό! ¨Ολοι με μιά ψυχή θα πολεμήσουμε τον εχθρό, τον ανόσιο, το μιαρό, που μόλυνε την ημέρα της Παναγίας με την άνανδρη πράξη του. Τώρα μπορούμε να φωνάξουμε αυτό που ξέραμε και δε λέγαμε φανερά. Η Ιταλία του Μουσολίνι ήταν αυτή που τορπίλισε ανήμερα της Παναγίας στην Τήνο και βύθισε το "Ελλη" σκορπίζοντας πένθος και δυστυχία. Γι αυτό και τώρτα δε θα τους αφήσουμε τους άνανδρους να πατήσουν τα χώματά μας."

Και στο "Υστερόγραφο Ζωής"

Ξαφνικά άρχισαν να χτυπάνε όλες οι καμπάνες των εκκλησιών.  Ντίν, νταν, ντιν, όχι χαρούμενα, όπως στις γιορτές, μα με έναν ήχο αλλιώτικο, βαρύ,.σοβαρό. Μόνο της Καθολικής εκκλησίας η καμπάνα έμενε βουβή. Η γιαγιά Αλέγρα έτρεξε και άνοιξε το ραδιόφωνο, ο ήχος από εμβατήρια γέμισε το δωμάτιο. « ΄Αρχισε η Όπερα..» είπε η γιαγιά. Τα εμβατήρια στο ραδιόφωνο  σταμάτησαν και ο εκφωνητής με την υποβλητική φωνή του διάβασε το διάγγελμα του Βασιλέως και του Πρωθυπουργού. « Νυν υπέρ πάντων αγών» Κοιταχτήκαμε με τη γιαγιά « Λοιπόν είναι πόλεμος..» είπαμε ταυτόχρονα, χωρίς να το ξέρουμε είχαμε πει τα ίδια λόγια που τα χαράματα είχε πει ο αγουροξυπνημένος πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς, στον Ιταλό πρέσβη που ήρθε να του επιδώσει το τελεσίγραφο. «Λοιπόν είναι πόλεμος». Η αναμονή τελείωσε, τα γεγονότα μας κατέλαβαν. Η ζωή μας έπαινε σε καινούργια τροχιά.
 Ξεχυθήκαμε όλοι  στους δρόμους, όλοι θέλαμε να μάθουμε κάτι παραπάνω απ΄ό,τι μετέδιδε το ραδιόφωνο. Ο ένας ρωτούσε τον άλλο «τι μάθατε..». ΟΙ πιο πολλοί έτρεχαν στο σταθμό, όπου επιταγμένα τρένα φορτωμένα στρατιώτες και αξιωματικούς αναχωρούσαν για το μέτωπο. Μανάδες, γυναίκες και παιδιά τους ξεπροβόδιζαν, ήξεραν πως ίσως δεν θα τους ξανάβλεπαν, κάποιοι δε θα γύριζαν..και όμως όσο και αν φαίνεται απίστευτο οι φαντάροι έμοιαζαν σα να μη πήγαιναν σε πόλεμο, σα να μην είχαν κάποιοι το σημάδι του θανάτου ή του πόνου, σφραγίδα στα μέτωπά τους  Θα έχεις ίσως ακούσει το τραγούδι που έλεγε η αξέχαστη Βέμπο, το παίζουν στα ραδιόφωνα σε κάθε επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, «Με το χαμόγελο στα χείλη παν οι φαντάροι μας μπροστά. » ΄Ετσι τους έβλεπα και εγώ  τους στρατιώτες, παιδιά του λαού, ως χθες χωριατόπαιδα από τα χτήματα, εργάτες, ναύτες, φοιτητές, μορφωμένοι, όλοι με τον ίδιο ενθουσιασμό, με την ίδια αισιοδοξία, έδιναν θάρρος στις γυναίκες και εκείνες κρατούσαν οι περισσότερες τα δάκρυα και τον πόνο, για να μη λυπήσουν τους αγαπημένους τους.  ΄Εβλεπα τα γυναίκες και πιο πολύ λυπόμουνα τις μεγάλες, τις μανάδες, αυτές  δίνουν πάντα, από τότε που ο άνθρωπος εφεύρε τον πόλεμο,  το βαρύτερο τίμημα στο Μολώχ, τα παιδιά τους. ΟΙ νεώτερες θα βρουν κάποια στιγμή παρηγοριά, εκείνες όμως θα μείνουν κούτσουρα ξερά, να περιμένουν το τέλος με άδεια την αγκαλιά. Ο χωρισμός μάνας και παιδιού παρηγοριά δεν έχει, που λέει και το τραγούδι.."

Αυτές λοιπόν ήταν οι αναμνήσεις δικές μου και  δανεισμένες που βρήκαν το δρόμο τους στα βιβλία μου. Οφείλω όμως  να προσθέσω πως αφορμή για αυτή την ανάρτηση μου έδωσε μια  ωραία βραδιά μνήμης του '40 που διοργάνωσαν την περασμένη Παρασκευή το βράδυ οι αδελφοί Καραβιώτη με μουσική και τραγούδια εκείνης της εποχής  Θυμηθήκαμε, συγκινηθήκαμε, ξαναζήσαμε ωραίες στιγμές. Δεν είναι κακό να είσαι πατριώτης. 

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

ΑΣΩΤΟΙ ΕΡΩΤΕΣ


Το τρίτο κατά σειρά βιβλίο του γιατρού και συγγραφέα Χρήστου Ναούμ, τα άλλα δύο " Αχ αυτές οι βασίλισσες" και " Γιαρντίμ", όλα από τις εκδόσεις Καστανιώτη,  υποδεχθήκαμε στις 6 του μηνός  οι φίλοι του στο Public που σοφά προβλέποντας  μια άνευ προηγουμένου κοσμοσυρροή, άνοιξε και το χώρο του καφέ για να χωρέσουμε .. παρ όλα αυτά υπήρξαν και κάποιοι που έμειναν ορθοί...
Για το βιβλίο μίλησαν πολλοί, καθένας από τη δική του οπτική προσέγγισε και με διαφορετικό τρόπο το βιβλίο και το συγγραφέα.  Μου είχε ζητηθεί να μιλήσω και εγώ,  είχα όμως την ίδια ημέρα ανειλημμένη υποχρέωση να μιλήσω  για το βιβλίο της Ιουστίνης Φραγκούλη,( προηγούμενη ανάρτηση). ΄Ηθελα όμως να πω και δύο λόγια για τις εντυπώσεις που μου  έκανε αυτό το ωραίο βιβλίο, έτσι τρέχοντας και με την ψυχή στο στόμα, από το Παγκράτι κατηφόρισα στο Σύνταγμα και ...πρόλαβα να πω αυτά μόνο..

"Μέσα στις 342 σελίδες του καινούργιου του μυθιστορήματος « Άσωτοι έρωτες» ο Χρήστος Ναούμ στήνει  μια πανοραμική τοιχογραφία της σύγχρονης Αθηναϊκής κοινωνίας  Μιας κοινωνίας διεφθαρμένης, μιας κοινωνίας της αρπαχτής και των ρηχών και επίπεδων σχέσεων .
Γύρω τριγύρω σε ένα γαϊτανάκι τρελό χορεύουν  χαρακτήρες ανθρώπινοι,  με πάθη ελαττώματα και κρυμμένα προτερήματα:
 Ο διεφθαρμένος πολιτικός, ο  μπλαζέ και ανώριμος νέος, η καλών προθέσεων, αλλά συμβιβασμένη ψυχολόγος, ο κακοποιός που κρύβει στο βάθος της  τραυματισμένης ψυχής του κάποια ψήγματα ανθρωπιάς, η πόρνη τραβεστί που μπορεί να ονειρεύεται ακόμη, η αδίστακτη δημοσιογράφος, η κυνική και υπολογίστρια γραμματέας και ο καιροσκόπος συνεργάτης του πολιτικού και τέλος  ο αστυνόμος που θα ήθελε να είναι κάτι άλλο από αυτό που είναι και από εκείνο που αφήνει να φαίνεται. Κανείς  δεν είναι απόλυτα αγνός, ούτε καν οι κατά τεκμήριο θεοσεβούμενες  καλόγριες, ούτε η αφελής χορεύτρια, αλλά και κανείς απόλυτα κακός. Όλοι είναι ή θα μπορούσαν να είναι άνθρωποι καθημερινοί, της διπλανής πόρτας. Και εκεί στο βάθος της εικόνας και των τραυματικών ανθρωπίνων  σχέσεων βασιλεύει ο αρχαιότερος των Θεών ο ΈρωταςΈρωτας σε όλες τους μορφές και εκφράσεις, έρωτας που εκτός από καταστροφή μπορεί να είναι καταφυγή και ελπίδα αρκεί να μπορείς να αφήσεις την πόρτα ανοιχτή και να τον δεχτείς . Και εδώ αγαπητέ Χρήστο, θα μου επιτρέψεις μια απορία, γιατί «Άσωτοι έρωτες»; Είναι ποτέ ο έρωτας άσωτος, είναι σπατάλη να ερωτεύεται κανείς;
 Με  δεξιοτεχνία λοιπόν και διεισδυτικότητα αλλά και με καυστικό χιούμορ και σαρκασμό στήνει τον μύθο ο συγγραφέας και  ενώ κάλλιστα  θα μπορούσε ο αναγνώστης να νιώσει  ότι πνίγεται και ότι δεν υπάρχει ελπίδα,  την ίδια στιγμή με μαεστρία, σε μια στροφή, με μια φράση, μια εικόνα  γίνεται η ανατροπή και ο αναγνώστης  χαλαρώνει  και χαμογελά.  Εγώ πάντως όχι μόνον χαμογέλασα, αλλά και γέλασα πολλές φορές. Πικρόγλυκα αλλά γέλασα. Πραγματικά το απήλαυσα .. 

Τελειώνοντας θα ήθελα να ευχηθώ καλοτάξιδο, αν και δεν έχω καμία αμφιβολία πως όλοι θα απολαύσουν  όπως εγώ το πικρόγλυκο ανατρεπτικό χιούμορ του συγγραφέα και να μου επιτρέψετε να κάνω μια πρόβλεψη και ευχή, Χρήστο  βλέπω το βιβλίο ταινία με σκηνοθέτη τον Αλμοδόβαρ  Είμαι σχεδόν σίγουρη για αυτό. Καλή επιτυχία λοιπόν και γρήγορα και στις αίθουσες των κινηματογράφων."

Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

ΞΥΠΟΛΥΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ



Χθες βράδυ στο βιβλιοπωλείο "ΤΟ ΘΕΜΑ'' μαζευτήκαμε φίλοι ,φίλες, αλλά και συμμαθήτριες της Ιουστίνης Φραγκούλη-Αργύρη στην παρουσίαση του καινούργιου βιβλίου της    " Ξυπόλυτες στην άμμο".΄Ηταν μια ξεχωριστή βραδιά, γεμάτη αγάπη και συγκίνηση  Μιλήσαμε τέσσερις φίλες αλλά και μια συμμαθήτρια της συγγραφέως  ενώ αποσπάσματα διάβασε με πολύ συγκίνηση ο ηθοποιός και συμμαθητής της Ιουστίνης Δημήτρης Βερύκιος.
 Για όσους δεν τα κατάφεραν να έρθουν ακολουθεί το κείμενο της δικής μου ομιλίας.


                                                      ΞΥΠΟΛΗΤΕΣ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ

 Νάνσυ, ΄Εμυ, Αθηνά, Καίτη, Μαρία  πέντε γυναίκες, πέντε ζωές, πέντε διαφορετικές προσωπικότητες, πέντε διαφορετικοί προσανατολισμοί ζωής, πέντε αγάπες και πέντε χωρισμοί.. Πέντε ώριμες γυναίκες που υπήρξαν κάποτε πέντε έφηβες που βιάζονταν να φορέσουν ψηλά τακούνια και να αδράξουν τη ζωή και γευτούν τις χαρές τις, τον έρωτα και την επιτυχία. Πέντε φίλες, συμμαθήτριες, που ορκίστηκαν στο κατώφλι της ζωής που τις περίμενε  να μη χαθούν και να  βρεθούν ξανά μαζί  στη στροφή των σαράντα τους χρόνων και να κάνουν αποτίμηση της ζωής τους.
Τα χρόνια πέρασαν, οι φίλες σκόρπισαν, η  μία ζει στη Γαλλία, δύο  στην Αθήνα, στο νησί τους τη Λευκάδα οι άλλες δύο,  κι όμως  ένα αόρατο νήμα τις ενώνει όλες, αλλά και ένας ποταμός αίματος τις χωρίζει.  Αυτό που τις ενώνει είναι ο τελευταίος κρίκος στο χορό τους, η έκτη φίλη η πολυαγαπημένη Τζούλια και αυτό που τις χωρίζει, αυτό που ως ένα βαθμό επηρέασε και τη δική τους ζωή, είναι  αυτό που σημάδεψε για πάντα τη ζωή της Τζούλιας και την πήρε μακριά τους πέρα στην άλλη άκρη του  Ωκεανού. Το τραγικό συμβάν της αυτοκτονίας του πατέρα της την ημέρα ακριβώς που η μοναχοκόρη του και οι φίλες της γιορτάζουν την αποφοίτηση του από το σχολείο και ορκίζονταν να μείνουν για πάντα φίλες και να ξαναβρεθούν είκοσι χρόνια μετά. Η Τζούλια έγινε  επιτυχημένη ζωγράφος και το έργο της έχει  διεθνή αναγνώριση, έχει όμως εξορίσει κάθε άλλο χρώμα από την παλέτα της εκτός από το κόκκινο του αίματος, του αίματος του αυτόχειρα πατέρα της. Επιζητεί τη λύτρωση μέσα από το ξαναβάφτισμα στη φιλία και εν μέρει το κατορθώνει, όχι απόλυτα όμως. Το κόκκινο εξακολουθεί και μετά τη συνάντηση με τις φιλες  να κυριαρχεί στη ζωή και το έργο της.
Το καινούργιο βιβλίο της Ιουστίνης Φραγκούλη Αργύρη είναι η συνέχεια του πολύ ωραίου και αγαπημένου, «Ψηλά τακούνια για πάντα» Σε εκείνο το βιβλίο η συγγραφέας μας παρουσίασε τα κορίτσια στην άνθηση της νιότης τους, τα όνειρα και τις ελπίδες τους αλλά και  τη  βίαιη  ενηλικίωση  τους που ήρθε με την αυτοκτονία του πατέρα της πιο αγαπημένης φίλης τους. Γνωρίσαμε τις φίλες μέσα από την ταραγμένη ιστορία της Τζούλιας που παλεύει είκοσι χρόνια μετά με τα φαντάσματα του αιματοβαμμένου παρελθόντος της,
Στο καινούργια βιβλίο «Ξυπόλυτες στην ΄Αμμο», Η Ιουστίνη Φραγκούλη προχωρεί την ιστορία των κοριτσιών πιο πέρα. Στο προηγούμενο βιβλίο μας έδωσε μια εικόνα, μια πρόγευση, για το πώς εξελίχθηκε στο πέρασμα των χρόνων η ζωή της Τζούλιας και των πέντε κοριτσιών. Η συγγραφέας με δεξιοτεχνία και  διεισδυτικότητα ακολουθεί την ιστορία της Τζούλιας και συμμαθητριών της στο πέρασμα των χρόνων. Ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία όχι μόνο να μάθει τις επί μέρους ιστορίες των κοριτσιών, αλλά και να παρακολουθήσει τις αλλαγές που έφερε ο χρόνος και η ζωή. Αλλαγές  όπως, ο θάνατος και την απώλεια που έρχονται σαν φυσική εξέλιξη των πραγμάτων, αλλαγές στην εμφάνιση, όπως οι ρυτίδες, τα πεσμένα μετατάρσια,  αλλαγές ύστερα από αρρώστιες και εγχειρήσεις αλλά και όπως είναι φυσικό, αλλαγές στο τοπίο και το περιβάλλον. Τίποτε, φεύ, δε μένει το ίδιο στο πέρασμα του χρόνου
Στο βιβλίο της η Ιουστίνη Φραγκούλη πέρα από αυτές τις εμφανείς φυσικές αλλαγές ασχολείται κυρίως με τις  αλλαγές στα όνειρα και συνακόλουθα  στην προσωπικότητα της κάθε μιας από τις συμμαθήτριες. Η συγγραφέας, σαν έμπειρη ψυχολόγος, ανατέμνει με λεπτότητα και ακρίβεια χειρούργου, ψυχές, πραγματοποιώντας   μια σε βάθος ανάλυση της γυναικείας ψυχής. Αναζητεί τα αίτια και τις περιστάσεις που συνετέλεσαν στην αλλαγή της προσωπικότητας των κοριτσιών. Για κάποιες η αλλαγή συντελέστηκε μέσα από την επίδραση εξωτερικών παραγόντων, ένας αποτυχημένος γάμος, μια διάψευση φιλοδοξιών, ένας αδιέξοδος έρωτας., το τέλμα μιας συμβιβασμένης επίπεδης ζωής… ΄Ολες ζητούν μια διέξοδο, όλες, ή σχεδόν όλες, έχουν αποδεχθεί ως κάποιο βαθμό τη ματαίωση των εφηβικών ονείρων τους. Η   βοηθός ακτινολόγου Καίτη  χωρίζοντας από τον άπιστο και αδιάφορο σύζυγο της βρίσκει διέξοδο ακολουθώντας  το παλιό όνειρό της να κάνει καριέρα   στο θέατρο. Η αστροφυσικός Αθηνά  μετά μια απώλεια και μια περαστική περιπέτεια, μια προσωρινή αναλαμπή μιας παλιάς σβησμένης φλόγας,  αφοσιώνεται στην έρευνα. Η παχουλή  και προσγειωμένη  νηπιαγωγό ’Εμυ που ζει ένα συμβατικό γάμο, διοχετεύει την  ενεργητικότητα της στον αγώνα κατά τον περιττών κιλών και δεν αφήνει τις σειρήνες αλλοτινών ερώτων να την παρασύρουν.  Η φιλόλογος  Μαρία, επιτυχημένη στην Πανεπιστημιακή καριέρα της, αλλά δεμένη στο άρμα ενός τελματωμένου γάμου,  υποτάσσεται τελικά στη λογική του συμβιβασμού θυσιάζοντας τον έρωτα για χάρη της οικογένειας. Αντίθετα η Νάνσυ, η επαναστάτρια, η πιο δυναμική απ΄όλες αυτή που έχει κάνει πραγματικότητα το όνειρο της φιλενάδας της Τζούλιας, αλλά και όλων των κοριτσιών, διαπρέποντας ως δικηγόρος, πιστεύει πως εξορκίζει τη φθορά του χρόνου αναζητώντας εφήμερες σχέσεις που όπως  ισχυρίζεται, όχι μόνον δεν βλάπτουν το γάμο της, αλλά απεναντίας του δίνουν κάθε φορά νέα διάσταση. 
Πιο πολύ όμως απ΄όλες η αλλαγή συντελείται στη Τζούλια, Την παρακολουθούμε την επαύριον της συνάντησης με τις φίλες της. Ζούμε την αγωνία και την απόγνωσή της. Η συνάντηση με τις φίλες της δεν της έφερε τη λύτρωση που περίμενε. Το αντίθετο θα έλεγε κανείς. Η πληγή μέσα της ξαναμάτωσε. Οι  πικρές αναμνήσεις την κατέκλυσαν.  Αποκομμένη χρόνια από τις ρίζες της δεν είναι εύκολο να ξαναδέσει το  νήμα, να ξετυλίξει το   κουβάρι της Αριάδνης που θα τη βγάλει από το λαβύρινθου  του πόνου, της οργής και των ενοχών που κουβαλάει μέσα της χρόνια τώρα και  δεν την αφήνει να  στιγμή να ησυχάσει. 
 Η Τζούλια θεωρεί τον εαυτό της υπεύθυνο για την αυτοχειρία του πατέρα της, απορροφημένη ολοκληρωτικά στα δικά της όνειρα της εφηβείας, τις παρέες και τις χαρές της ζωής, δεν αντιλήφθηκε το δράμα που παιζόταν στην ψυχή του πατέρα της. Την υπαρξιακή αγωνία που τον κατείχε και που όμως έκρυβε με επιτυχία από τους άλλους την ίδια και τη μητέρα της. Τη μητέρα της που η Τζούλια θεωρεί άκαρδη, επιπόλαιη και όλα αυτά χρόνια δεν έχει, δε θέλει να έχει σχέση μαζί της γιατί τη θεωρεί υπεύθυνη για την απομάκρυνσή της από την πατρίδα της και τις ρίζες της. Η μητέρα της πιστεύει πως το έκανε  για να την προστατέψει από τα σχόλια του κόσμου, αλλά και από το αναπόφευκτο καθημερινό ξαναμάτωμα της πληγής που θα είχε η συνέχιση της ζωής στο ίδιο περιβάλλον που βιώσε  το δράμα του πατέρα της νεκρού από το χέρι του στη μπανιέρα του σπιτιού τους, Η Τζούλια όμως, άλλα πιστεύει, της προσάπτει ότι το έκανε για να την ξεφορτωθεί η ίδια. Απουσίες, σιωπές, σκέψεις πικρές που δηλητηριάζουν τη ζωή της..
Και όμως να που η συνάντηση με τις φίλες έχει ένα απρόσμενο αποτέλεσμα, ενώ αυτή καθεαυτή η συνάντηση δε λυτρώνει, εντούτοις βοηθά τη Τζούλια να συνειδητοποιήσει  ότι μόνη της, χωρίς δεκανίκια, τη σχέση με τις φίλες της ή την απόλυτη αγάπη του άντρα της που τη στήριξε και τη στηρίζει χρόνια τώρα, πρέπει να κάνει το μεγάλο βήμα, τη βουτιά στο βάθη της ψυχής της για να ζητήσει την αλήθεια και τη λύτρωση.  Σταδιακά και με πολλά πισωγυρίσματα. κάνει τα βήματα που θα τη συμφιλιώσουν με το παρελθόν της.  Παίρνει τη μεγάλη απόφαση, να ζητήσει βοήθεια από ειδικό.
 Οι συνεδρίες που  με δισταγμούς και αναβλητικότητα υποβάλλεται με τη βοήθεια ενός Έλληνας ψυχολόγου, είναι  που τη βοηθούν να βρει την άκρη του νήματος της Αριάδνης για να βγει από το λαβύρινθο. Το γεγονός ότι ο ψυχολόγος είναι Έλληνας και η Τζούλια μπορεί να ανοίγει την ψυχή της στη γλώσσα της, τη γλώσσα που κοντεύει να ξεχάσει ζώντας χρόνια στον Καναδά και μη μιλώντας τη με τον Γαλλοκαναδό άντρα της, είναι το κλειδί, ο καταλύτης στη σχέση ψυχολόγου ασθενούς. Σιγά σιγά οι πέπλοι που καλύπτουν την ψυχή της πέφτουν  αφήνοντας τη ελεύθερη από τα δεσμά του κόκκινου, από την κυριαρχία του  κόκκινου χρώματος στη ζωή της, το χρώμα του αίματος του πατέρα της ...
Το καινούργιο βιβλίο της Ιουστίνης Φραγκούλη είναι ένα βιβλίο που διαβάζεται με αδιάπτωτο ενδιαφέρον, δεν είναι ένα χαζοχαρούμενο βιβλίο  λουσμένο σε ρόδινο φως.  Είναι ένα βιβλίο για αυτούς που αγαπούν τη λογοτεχνία που θέτει ερωτήματα και δίνει απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα. Η Ιουστίνη Φραγκούλη μας έχει δώσει ως σήμερα βιβλία που αγγίζουν μεγάλα προβλήματα και ερωτήματα της ζωής. Στο « Για την αγάπη των άλλων» καταπιάστηκε με το θέμα της θυσίας του εγώ για τη σωτηρία  αυτών που αγαπούμε. Στο «Έρωτας στην Ομίχλη» την απασχόλησε το μεγάλο πρόβλημα της διπολικής διαταραχής, Στα Ψηλά Τακούνια η εφηβεία, τα όνειρα και η πραγματικότητα . Τώρα με το καινούργιο της βιβλίο η Ιουστίνη Φραγκούλη Αργύρη μιλά για την ωριμότητα. Την ωριμότητα  που δεν έρχεται δυστυχώς σε όλους και μόνο με το πέρασμα του χρόνου, αλλά  σε εκείνους  μόνον που αποδέχονται τις αλλαγές  του χρόνου, της φθοράς και της  απώλειας. Η διαδικασία της ωρίμανσης δεν είναι εύκολη, απαιτεί αυτογνωσία και αποδοχή. Ο  τίτλος του βιβλίου ακριβώς αυτό υπονοεί. Οι γυναίκες, οι πέντε από τις έξη φίλες,  έχουν αφήσει κατά μέρος τα ψηλά τακούνια, άλλοτε σύμβολα της θηλυκότητας τους. Οι πέντε, όχι η Νάνσυ που εξακολουθεί να πιστεύει στα ψηλά τακούνια και να θεωρεί πως παρατείνει έτσι τη νιότη, αποδέχονται πως δε μπορούν πια να βαδίζουν ανώδυνα πάνω σε αυτά, στα όνειρα που ματαιώθηκαν, και αποδέχονται τις αλλαγές όπως αποδέχονται σαν αναπόφευκτο κακό τα πονεμένα μετατάρσια. Βαδίζουν πια στη ζωή προσγειωμένες, ελεύθερες, ξυπόλυτες,  απαλλαγμένες από τα βαρίδια που ως τώρα κουβαλούσαν. ΄Εχουν ωριμάσει ξέρουν που βαδίζουν, έχουν βάλει τα όρια και έχουν κάνει τις επιλογές τους, τι και αν είναι συμβιβασμοί για κάποιες, εφόσον το γνωρίζουν και το αποδέχονται είναι  ελεύθερες, γιατί η γνώση είναι αυτή που ελευθερώνει. .Βυθίζονται στην άμμο, όπως βυθίζονται στη ζωή και τις πίκρες και τις όποιες χαρές της  και  η Τζούλια μαζί τους, κοντά στον άντρα της ζωής της το Στέφαν, μέσα από την αυτογνωσία και την αποδοχή  θα δει ξανά όλα τα χρώματα της ζωής όχι μόνο το κόκκινο που τη σημάδεψε.
Το καινούργια βιβλίο της Ιουστίνης Φραγκούλη Αργύρη είναι ένας ύμνος στη γυναίκα και το συνιστώ σε όλους, όχι μόνο τις γυναίκες αναγνώστριες, αλλά και τους άντρες, γιατί και αυτοί θα έχουν κάτι να μάθουν για το πώς σκέφτονται οι γυναίκες τους κάτι να διδαχτούν για τις κακοτοπιές που πρέπει να αποφεύγουν, γιατί κακά τα ψέματα δε χρειάζεται μόνο οι γυναίκες να ωριμάζουν αλλά και οι άντρες που τις πιο πολλές φορές είναι μεγάλα παιδιά που νομίζουν πως όλα τους επιτρέπονται και όλα είναι δεδομένα.

Ιουστίνη Φραγκούλη Αργυρη, φιλη μου, σου εύχομαι πάντα να γράφεις έτσι ωραία βιβλία και να μας βοηθάς να βρούμε και εμείς το νόημα της αλλαγής και να το αποδεχτούμε. Σε ευχαριστώ και σου εύχομαι πάντα με ούριο άνεμο να ταξιδεύουν τα βιβλία σου.