Στο παραμυθένια χορταστικό 'Τα βιβλία του Πρόσπερο', στο τέλος της ταινίας ο Πρόσπερο κλείνει ένα-ένα τα βιβλία του και τα αποχαιρετάει ρίχνοντάς τα στο αλμυρό νερό. Έτσι απαρνείται τις μαγγανείες και τις γητειές του και ετοιμάζεται να επιστρέψει στον κανονικό κόσμο, χωρίς Άριελ και Κάλιμπαν.
Όσο θέτεις περιορισμούς στον εαυτό σου, τόσο πιο καλά δημιουργείς. Δε μιλάω για στέρηση ή για ακρωτηριασμό, μιλάω για περιορισμούς. Ακολουθεί μακροσκελές τσιτάτο από μια συνέντευξη του Τσόμσκυ (την οποία είχα βρει ονλάιν πολύ παλιά):
[…] Human nature has been seen as something ‘regressive’, but that must be the result of profound confusion. […] There is nothing ‘regressive’ about the fact that a human embryo is so constrained that it does not grow wings, or that its visual system cannot function in the manner of an insect, or that it lacks the homing instinct of pigeons. The same factors that constrain the organism's development also enable it to attain a rich, complex, and highly articulated structure, similar in fundamental ways to conspecifics, with rich and remarkable capacities. An organism that lacked such determinative intrinsic structure – which of course radically limits the paths of development – would be some kind of amoeboid creature, to be pitied (even if it could survive somehow). The scope and limits of development are logically related. Take language, one of the few distinctive human capacities about which much is known. We have very strong reasons to believe that all possible human languages are very similar; a Martian scientist observing humans might conclude that there is just a single language, with minor variants. The reason is that the particular aspect of human nature that underlies the growth of language allows very restricted options. Is this limiting? Of course. Is it liberating? Also of course. It is these very restrictions that make it possible for a rich and intricate system of expression of thought to develop in similar ways on the basis of very rudimentary, scattered, and varied experience.Προσπαθώ λοιπόν να περιορίσω τα θέματα με τα οποία ασχολούμαι (που είναι και η πιο εύκολη μορφή άσκησης), με το να αποτραβιέμαι από εκείνα για τα οποία δεν έχω να πω τίποτε χρήσιμο ή έστω και ελάχιστα ουσιώδες. Ξεκίνησα με το κυπριακό, απόψε συνεχίζω με την Oρθοδοξία.
Από τα πολλά βιβλία που μπορεί να διαβάσει κανείς για την Ορθοδοξία, τρία είναι πολύ σημαντικά (δύο εκ των οποίων γραμμένα από Βρετανούς). Πρώτα απ' όλα, δεν είναι τυχαίο ότι τα δύο από τα βιβλία είναι γραμμένα από Βρετανούς: καθ' όλη τη δεκαετία του '90 κατέβαιναν ορδές αγγλικανών στην Ελλάδα, άλλοι για να βρούνε τους Πατέρες (όπως οι προπάπποι τους για να βρούνε τον Περικλή, τον Σωκράτη ή κάποιον κίναιδο της κλασσικής αρχαιότητας), άλλοι για να γλιτώσουν από τις απαίσιες κι αντικανονικές γυναίκες ιερείς της Εκκλησίας της Αγγλίας. Ένας πρώην αγγλικανός παπάς μού είπε τότε το εξής αμίμητα καζουιστικό: "άμα χειροτονήσει γυναίκες η Ρώμη ή έσεις, να χειροτονήσουμε κι εμείς: όμως εσείς έχετε την αποστολική διαδοχή, εμείς είμαστε τα μπάσταρδα του μοιχού μονάρχη".
Τα δύο βιβλία είναι σαν ταξιδιωτικά: το 'Στη σκιά του Βυζαντίου' (από τον Άθω μέχρι την Αίγυπτο) και το 'Why angels fall' (από τη Σερβία μέχρι την Κύπρο μέσω Ρωσίας και Ρουμανίας και Σταμπούλ).
Το δεύτερο μάλλον δε θα μεταφραστεί ποτέ στα ελληνικά: γραμμένο από μια χολερική κυριούλα, η οποία όμως δυστυχώς έχει τσεκάρει και τεκμηριώσει πολύ καλά όσα γράφει και φροντίζει συνήθως να δίνει και τις δυο απόψεις σε θέματα διαμάχης, θεωρεί την Ορθοδοξία την καρδιά της χριστιανοσύνης (που όμως έχει χάσει το μυαλό της). Αντιλαμβάνεστε την ισόρροπη γνώμη της για τη δυτική χριστιανοσύνη: το άκαρδο μυαλό κτλ.
Τα χαρακτηριστικά του 'Why angels fall' είναι δύο: η αναδίφηση διάφορων ανατριχιαστικών γεγονότων από την ιστορία της Ορθοδοξίας, πάντα τεκμηριωμένη, και ότι, όπως το 'στη σκιά του Βυζαντίου', το βιβλίο είναι ουσιαστικά μια αλυσίδα από συναντήσεις και συνεντεύξεις με δεσποτάδες, μοναχούς, πιστούς και άπιστους. Και στα δύο βιβλία οι άνθρωποι στις τρεις πρώτες κατηγορίες (από τον καλόγερο στον Άγιο Σάββα στην Ιουδαία του πρώτου βιβλίου μέχρι την Ουαλλή προσήλυτη της Πάτμου του δεύτερου) είναι είτε σατανάδες καλλιγωμένοι, είτε ούφο περιστρεφόμενα (και ενίοτε βαθιά ανεύθυνα), είτε κατευθείαν για το μουρλοκομείο. Κανονικά όμως. Αναρωτιόμουν αν πρόκειται για αντιπροσωπευτικά δείγματα. Αναρωτιέμαι ακόμα. Σχεδόν.
Το τρίτο βιβλίο είναι το 'Ορθοδοξία και Δύση στη σύγχρονη Ελλάδα'. Ανακουφιστικό και παραμυθητικό μετά τα προηγούμενα δύο. Η Ορθοδοξία είναι όλα και τα πάντα. Μια πρώτη νόθευση ξεκίνησε τον 13ο αιώνα και συνεχίζεται. Αλλά αυτά είναι ψιλοθεολογικά. Όσα μεμπτά μπορείτε όμως να δείτε εσείς στην Ορθοδοξία είναι αποτέλεσμα των Βαυαρών και των μετέπειτα σκοτεινών οργανώσεων Ζωή, Σωτήρ και σία. Έξω από τις οργανώσεις και μέσα στην ενορία όλα είναι συναλληλία, συναμφότερον, αλληλοπεριχώρηση, κοινότητα, σύναξη, βίωμα, αλήθεια, ποιότητα, μέθεξη, κατάνυξη και μοναστικές κιβωτοί. Εν έτει 2009 βεβαίως ξέρουμε ότι όσες μοναστικές κιβωτοί δεν είναι τίγκα στους φανατίλες, είναι επίχρυσες και πολύχρυσες και χρυσοπακτωμένες, τύπος και σκιά των οποίων είναι εκείνη η ταπεινή Κιβωτός της Διάθηκης που περιέφεραν οι ισραηλίτες στην έρημο και βρήκε ο Ιντιάνα Τζόουνς. Αλλά κι αυτό εξηγείται: φταίει η Δύση. Που πρώτα διέφθειρε την Ορθοδοξία και μετά τα μυαλά ανθρώπων σαν κι εμένα. Ενδέχεται πάλι, όλα αυτά να λέγονται γιατί δεν καλλιεργούνται οι ιστορικές σπουδές και δεν ασχολούμαστε με την ελληνική ιστορία στην Ελλάδα. Ενδέχεται να φταίει που δεν έχουμε ιδέα για τα ορθόδοξα σύνδρομα βορείως της Γευγελής και του Σαντάνσκι. Που είμαστε στο κέντρο της Οικουμένης, ρε αδερφέ.
Άντε, τελειώσαμε και μ' αυτό. Έκλεισε κι αυτό το βιβλίο. Στο τέλος θα καταλήξω να σας λέω την ιστορία της ζωής μου με δόσεις...