Τα Χερουβίμ και τα Σεραβίμ ήταν μικρά αγγελάκια που πετούσαν δεξιά-αριστερά στο πλάι των μεγάλων αγγέλων. Τα Χερουβίμ χερούβιζαν (δεξί πέταγμα) και τα Σεραβίμ σερούβιζαν (πέταγμα αριστερό). Στην ανάγκη υπήρχαν και τα Πτερουβίμ, για πέταγμα κατευθείαν στη μέση.
Τρίτη 31 Μαρτίου 2009
Από μαθητικό γραπτό (και καλά)
Δευτέρα 30 Μαρτίου 2009
Πέμπτη 26 Μαρτίου 2009
παίω δι' οργής τον τροχηλάτην
Η εφηβεία μου είναι ευτυχώς πολύ μακριά πια. Από όποια απόσταση και να τη δω, μία και μόνο λέξη μου έρχεται στο μυαλό, κι αυτή όχι ελληνική: disaster, και μάλιστα με ελληνική προφορά· ντιζάστερ, όπως το λατινικό aster και των ινδαλμάτων μας η Stratocaster. Η ανακούφιση για το τέλος της εφηβείας με συνοδεύει ακόμα και τώρα, δεκαετίες μετά.
Η εφηβεία έληξε με την είσοδο στο πανεπιστήμιο, ας πούμε. Η αδεξιότητα, η ανασφάλεια, ο πανικός, η πλήρης σύγχυση (για όλα) τερματίστηκαν τελετουργικά τη μέρα που μπήκα στη σχολή δέκατος από το τέλος. Στην πραγματικότητα, οι συνέπειες της εφηβείας θα συνεχίζονταν μέχρι τα τριάντα. Αλλά την ανεξαρτησία τη γιορτάζεις, ρε αδερφέ, επετειακά και σαν μια στιγμή. Έτσι είναι. Einigkeit und Recht und Freiheit, που αντηχούσε στην εφηβεία μου.
Τα προεόρτια της λήξης της εφηβείας ξεκίνησαν στο φροντιστήριο, αυτό το καθαρτήριο για την ενηλικίωση από το οποίο τόσα και τόσα ελληνόπουλα περνάν και βγαίνουν αποκαθαρμένα και βαμμένα σαν ατσάλι ή (απλώς) καμένα. Εκεί ερωτεύτηκα μιαν Έλενα, που μοσχομύριζε σαπούνι κι ησυχία -- μέχρι και ο φροντιστηριάρχης-εκθεσάς με δούλευε που καθόμουν δίπλα της χαζός και σοβαρός σαν γάτος. Εκεί έμαθα ιστορία. Εκεί παραλίγο να τα φτιάξω με την πρώτη από τις τρελές τρελιάρες γυναίκες της ζωής μου, την ανεπανάληπτη Λ. Κ. Education sentimentale και βάλε.
Η μεγάλη χαρά όμως ήτανε το "γνωστό", το διδαγμένο, κείμενο, το οποίο έπρεπε να ξέρουμε μέσα-έξω. Ήμουν τυχερός: ήταν ο Οιδίπους Τύραννος. Το κείμενο το έφαγα και το κατάπια σαν μπέργκερ καλό: με μεγάλες δαγκωματιές και σε μπουκιές αμάσητες. Ήμουν πανευτυχής που ήξερα ότι θα ξαναγυρίζαμε σε κάθε στίχο, κάθε στιχομυθία, κάθε μονωδία, κάθε οτιδήποτε ξανά και ξανά. Ο Οιδίπους Τύραννος κατέληξε να ζυμώνεται και να χωνεύεται στο στομάχι μου, επώδυνα, αργά, λίγο πιο πολύ μετά από κάθε ανάγνωση, μετά από κάθε πέρασμα. Το κείμενο -- όπου η πλοκή πλάθει τους χαρακτήρες και το ήθος των χαρακτήρων σπρώχνει την πλοκή -- με οδήγησε στον Σαίκσπηρ και στο περί Ποιητικής. Ό,τι πρέπει να ξέρω για την εξουσία το έμαθα από τη στιχομυθία με τον δύστροπο σχεδόν πορνόγερο ξεκούτη Τειρεσία. Η Ιοκάστη μου άφησε ένα δέος για την στρατηγική δεινότητα και την τακτική ευελιξία των μεγαλύτερων γυναικών, των οποίων το ερωτικό κέλυφος τόσο δύσκολα θραύεται (ενώ είναι τόσο κωμικά εύκολο να βγάλεις το νήπιο μέσα από έναν άντρα), και το οποίο ευελπιστώ να έχω κατανοήσει πλήρως αφού η ανθρωπότητα θα έχει εντοπίσει το μποζόνιο του Χιγκς και προτού ο προστάτης μου γίνει σαν ακτινίδιο.
Τα πάντα μού φαίνονταν ανατριχιαστικά ισορροπημένα στον Οιδίποδα. Η πελώρια παγίδα των θεών, ο πλεκτός ιστός, η πλεκτάνη τους (κάτι που ακόμα μάς γοητεύει τελικά, από το Μάτριξ και τον Γκέιμαν μέχρι το πώς μιλάμε για τους Κέννεντυ και τους Ωνάσηδες). Η εμμονή για την αλήθεια και οι συνέπειές της. Η αφορμή των πάντων: ούτε μοιραία ζευγαρώματα, ούτε επικές μάχες, ούτε καταραμένα δαχτυλίδια, ούτε αρχέγονες κατάρες. Τον μηχανισμό τον βάζει σε κίνηση ένας καβγάς για την οδική προτεραιότητα. Αυτό που λέμε road rage. Ενός στρεσαρισμένου νεαρού που του θίξανε τη μάνα (τη Μερόπη) και παίρνει τους δρόμους. Οι θεοί άφαντοι αλλά παρόντες.
Η ώρα του Οιδίποδα ήταν η ώρα που έβγαζα το κεφάλι έξω από τη φωτιά της μπίχλας, από την κόπωση και το άγχος που περνούσαμε στο καθαρτήριο. Αντί να κυνηγάμε χαμένα κατηγορούμενα στον παγκοσμίως άγνωστο Μενέξενο του Πλάτωνα (που λένε ότι μπορεί και να 'ναι και παρωδία), αντί να απομνημονεύουμε τη θλιβερή πρόζα της μπλε ιστορίας (για όσους ανακάλυψαν την ξύλινη γλώσσα των ιστορικών βιβλίων με τα πλήθη που συνωστίζονταν στην προκυμαία της Σμύρνης -- ποιο Lycée βγάλατε;), αντί για τα κατάκουλα κείμενα των λατινικών (γραμμένα από τα 'παιδιά μπιφτέκια', όπως τους έλεγε ο φροντιστηριάρχης), διαβάζαμε τέχνη, ρε παιδί μου. Και χωρίς ενοχές: μέρος της προετοιμασίας ήταν κι αυτό, στο μενού του καθαρτηρίου.
Τετάρτη 25 Μαρτίου 2009
Γούστα μουσικά
Ο θείος Τάκης ήταν διευθυντής ορχήστρας. Λαϊκής ορχήστρας. Τη δεκαετία του 60 περιόδευε κιόλας: Κωνσταντινούπολη-Λεμεσός-Βυρητός-Τελ Αβίβ-Κάιρο. "Παγκόσμιες περιοδείες" τις έλεγαν και ευθύνονται εν μέρει για τη λόλα των Ισραηλινών για Νταλάρα και Γλυκερία.
Ο θείος πάντα ισχυρίζεται ότι τη Μοσχολιού την είχε σαν κόρη του.
Ο θείος (εντάξει, θείος της μητέρας μου είναι) ήτανε δεξιοτέχνης του ακορντεόν, ενός οργάνου που γνώρισε τρελές δόξες αλλά αφανίστηκε από τα φορητά κασετόφωνα και τα συνθεσάιζερ. Ο θείος έφτασε μέχρι και στα χάμοντ. Συνθεσάιζερ δεν τον άφησε η γυναίκα του να αγοράσει, αφού θα ξαναγύριζε στη νύχτα, όπου "όλες είναι πουτάνες, τις ξέρω καλά" κτλ. Αποτέλεσμα, ο θείος τις δεκαετίες του 80 και του 90 βρέθηκε σε δεύτερα μαγαζιά -- από τη νύχτα δεν ξέφυγε, δηλαδή. Φίλους είχε πολλούς αλλά "τι να με κάνουνε χωρίς συνθεσάιζερ".
Μια φορά πριν κάτι χρόνια πήγα να τον βρω σε ένα μαγαζάκι που είχε (ας πούμε ότι ήταν ψιλικά, αν και...). Με ρώτησε τι μουσική ακούει η νεολαία και του απάντησα "πολλά και διάφορα, όπως στην εποχή σου". Μετά ξιφούλκησε κατά των τσιφτετελοπόπ, γιατί είναι πέμπτης κατηγορίας αιγυπτιακή μουσική, δεν είναι τούρκικη, κι οι Τούρκοι από τους Αιγύπτιους την έμαθαν. Αυτό μας το επιβεβαίωσε ο Φατίχ Ακίν στο ντοκυμαντέρ του 'Γέφυρες πάνω από τον Βόσπορο' -- ή κάπως έτσι (άμα θέτε τεκμηρίωση, στον κρητικό γίγαντα Κουκουζέλη ή στον χάλκινο κρητικό γίγαντα Τάλω). Μετά μου έλεγε πάλι για τον καημό του με το συνθεσάιζερ.
"Θείε, τι μουσική σου αρέσει εσένα;"
Αφού μου επιβεβαίωσε ότι ο θεός είναι ένας και λέγεται Μπετόβεν ("Δε θα υπάρξει ποτέ κανείς σαν τον Μπετόβεν. Κανείς. Μ' ακούς. Κι ο Μότσαρτ καλός είναι."), μου είπε ότι από σύγχρονους καλοί είναι ο Έλλινγκτον κι ο Μπέρνσταϊν. Μπα! λέω, σωστός ο θείος, δεν είναι Γαβαλάς-Μωράκης-Παπαϊωάννου-Κουγιουμτζής. Από τους μοντέρνους, λέει, αξεπέραστος ο Μάιλς Ντέιβις.
"Τον ξέρεις [Sraosha];"
"Ναι, θείε, πέθανε πρόσφατα."
Ταράχτηκε.
"Κι από Έλληνες;"
"Χιώτης. Ούτε Χατζιδάκις, ούτε Θεοδωράκης. Χιώτης. Κι ο Ξαρχάκος μ' αρέσει. Αλλά ο Χιώτης αξεπέραστος. Κάτι εισαγωγές..."
Τρίτη 24 Μαρτίου 2009
Δευτέρα 23 Μαρτίου 2009
Ο Sraosha για τη μαλακία των διανοούμενων
(ξεκίνησε ως σχόλιο-απάντηση στη Μαντάμ εδώ.)
Η αναλυτική κατηγορία 'οργανικός διανοούμενος' δεν υπάρχει μόνο μέσα στο μυαλό του έγκλειστου Γκράμσι, αποτελεί απεναντίας ένα ιδανικό εργαλείο προσέγγισης του πώς σκέφτονται και λειτουργούν οι διανοούμενοι και οι λεγόμενοι άνθρωποι του πνεύματος.
Δεν υπαινίσσομαι ότι όλοι μας πρέπει να είμαστε μαχητικοί, γενναίοι και αγέρωχοι. Ούτε μπορούμε, ούτε χρειάζεται. Δε λέω ότι θα πάμε να γίνουμε ιερομόναχοι της επανάστασης, φορώντας ένα σακί, τρώγοντας Κάββουρα και Σάββα και πίνοντας άμστελ και χασίσια. Αντιλαμβάνομαι ότι όσο πιο ελκυστική γίνεται η ζωή, τόσο λιγότερο θες να τη θυσιάσεις. Όσο ευχερέστερη γίνεται η ασφάλεια, η ησυχία, η ζεστασιά, τόσο δυσκολότερο είναι να κατεβεί κανείς στον δρόμο.
Το αστείο όμως είναι όμως ότι ειδικά οι διανοούμενοι / λεγόμενοι άνθρωποι του πνεύματος έχουν τα λιγότερα να χάσουν από όλους τους υπόλοιπους: κανείς δε θα απολύσει τον συγγραφέα Χ επειδή επικρίνει την εξουσία (μια εξαίρεση ήταν ο Περικλής Κοροβέσης, που τράβηξε κάμποσα όταν του καταλόγισαν ότι ήταν ο αρχηγός της 17Ν), δε γίνεται να παυθεί ο καθηγητής Ψ για την όποια πολιτική του δράση (βεβαίως, ίσως χάσει το τραίνο της προαγωγής γιατί σεκλέτισε τις νεολαίες, τις γερουσίες και τους Εφόρους), δεν περιμένουν στη γωνία τον καλλιτέχνη Ω για να του κάψουν τη BMW με ποτάσα, ακουαφόρτε ή βιτριόλι. Κι όμως, δεν είναι αυτοί που βγαίνουν μπροστά -- είναι ο κάθε υπάλληλος, εργάτης, ντελιβεράς κτλ.
Επιπλέον, δε χρειάζεται ο Χ, ο Ψ και ο Ω να είναι (γκουχμ) αριστεροί. Δε χρειάζεται καν να κατέβουνε στον δρόμο: αρκεί να πούνε μια κουβέντα, να γράψουν δυο λέξεις, να κάνουν ένα χάπενινγκ: έτσι και το ανασφαλές και αδηφάγο εγώ τους θα ταΐζαν και και τη σπάθη του Δικαίου θα κραδαίναν προς εκταμίευση δόξας κι υστεροφημίας.
Απεναντίας, βλέπουμε μια κάστα ανθρώπων με τη δυνατότητα να δημοσιεύουν αλλά με προβληματική κατάρτιση και ελλειμματική καλλιέργεια (όχι απαραιτήτως, ωστόσο), να ξιφουλκεί με σθένος και ορμή υπέρ της συγχρονης εκδοχής της καταστολής του σώματος, κατά της ελευθερίας, υπέρ της ιδιώτευσης, κατά της στοιχειώδους αλληλεγγύης, υπέρ του δικαιώματος στο κέρδος αλλά κατά του δικαιώματος στη ζωή και στην αξιοπρέπεια. Διακατέχονται όχι πια από ψυχαναγκαστική επιθυμία για αρχάρια νεαρά κορμάκια και παρτούζες, αλλά από μια τρελή λαγνεία για την εξουσία, τον κυνισμό, τον σχετικισμό που παριστάνει τον ορθολογισμό. Είτε αυτοί οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν ότι σήμερα 'οι άλλοι' αύριο εγώ, είτε πιστεύουν ότι η προστασία που τους παρέχει η παρδαλή οιονεί τήβεννος του διανοούμενου / πνευματικού ανθρώπου είναι απροσμάχητη. Θα έπρεπε να τσεκάρουν τα πτυχία και την καλλιέργεια του ιρακινού μπακαλόγατου, της Μολδαβής παραδουλεύτρας τους, του Αιγύπτιου μπογιατζή και της Λετονής που πηδάνε επί χρήμασι: κάποιοι από αυτούς -- όχι όλοι, κάποιοι -- ξέρουνε έως και πέντε γράμματα παραπάνω από αυτούς. Θα έπρεπε να θυμούνται ότι δεν καταρρέουν μόνον οι οικονομίες των άλλων, δεν αποσυναρμολογούνται μόνον οι κοινωνίες των άλλων.
Τέλος, έχω ξαναπεί για τους διανοούμενους της Τουρκίας. Αξιοθαύμαστοι άνθρωποι, σε μια χώρα όπου κάστανα δε χαρίζονται: θυμηθείτε απλώς και μόνο το τέλος του Χικμέτ και τη φυγάδευση και αφάνεια του Παμούκ (χωρίς να πούμε τίποτε για τους εκατοντάδες εκτοπισμένους, φυλακισμένους, δολοφονημένους -- γιατί έθιξαν είτε τον κεμαλισμό, είτε το Ισλάμ, είτε τον τουρκισμό: εμάς τουλάχιστον οι δαίμονές μας είναι ένας λιγότερος και λιγότερο δραστήριοι). Κι αν νομίζετε ότι συγκρίνω ανόμοια μεγέθη, κι αν νομίζετε ότι η Δημοκρατία μας ενθαρρύνει τη σιωπή και το consensus, θυμηθείτε τη θανατερή σιωπή της Επταετίας. Αναλογιστείτε τη ντεκαφεϊνέ εκδοχή της που μάς έρχεται. Θεωρήστε ότι κινδυνολογώ και άντε να πάτε σε καμμιά ταβέρνα με άλλους καλλιεργημένους ανθρώπους να συζητήσετε τα δεινά των Αμερικάνων, τη μονοκόμματη αφέλεια των Ρώσων, τον ασφυκτικό κομφορμισμό των Κινέζων, τη γενικευμένη χαζομάρα των Ισπανών, την τοτεμική διαφθορά των Ιταλών. Ως εδώ, όλα καλά.
Κυριακή 22 Μαρτίου 2009
Ξυδάκης για τους νετσαγεφικούς
αφιερωμένο σε πολλούς και διάφορους
Παραθέτω τρία αποσπάσματα από το τελευταίο κείμενο του Ξυδάκη -- πάρα πολύ καίριο και κατευθείαν για ανθολογία. Οι υπογραμμίσεις όλες δικές μου.
Μπορώ να αντιληφθώ τις αναγωγές, τους συμβολισμούς, πώς η βιτρίνα της οδού Σκουφά και το Audi συμπυκνώνουν την πλουτοκρατία και την αδικία· αδροί συμβολισμοί, αλλά αναλόγως αδρούς συμβολισμούς χρησιμοποιεί και η κοινωνία του θεάματος για να σαγηνεύσει και να εκμαυλίσει· μερικές ώρες τηλεθέασης σε μεσημεριανάδικα και εσπερινά παράθυρα αρκούν. Αυτή η αναλογία επί του συμβολικού και της ρητορικής, μας δείχνει ωστόσο το Σύστημα και τους Εχθρούς του επίσης ανάλογους· αντιστρόφως ανάλογους, ίσως, αλλά δομικά ανάλογους. Κατοπτρικούς, θα έλεγα. Το κυρίαρχο θέαμα κατασκευάζει χαύνους υπηκόους με τον φενακισμό, με το μόλις διακρινόμενο ψέμα, με την αντιστροφή του κόσμου, με την καλλιέργεια του φθόνου· δρα κυρίως συμβολικά, αποικίζει το φαντασιακό. Ο εχθρός του κυρίαρχου τού επιτίθεται αντιστρέφοντας και εντείνοντας τη ροή της βίας· παράγοντας βία επίσης συμβολική: η τσακισμένη βιτρίνα δεν αλλάζει τις σχέσεις εξουσίας, δεν μεταβάλλει τη διανομή του πλούτου, σπείρει όμως την ανασφάλεια, διαχέει αόριστο φόβο, θαμπώνει τα περιγράμματα. Ποιος είναι το Σύστημα; Ο καταστηματάρχης; Ο καφετζής; Συμβολίζουν την εξουσία ή το κεφάλαιο, όπως τα συμβολίζουν φερ΄ ειπείν οι τράπεζες ή τα κρατικά κτίρια; Οχι. Συμβολίζουν ενδεχομένως την κατανάλωση. Μα και ο κάθε σφυροκόπος σε κάποιο καφενείο καταθέτει τον οβολό του, καταναλωτής είναι και αυτός, σε εγχρήματη οικονομία κινείται.
Οπως περίπου έγραψε ο συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος στο τελευταίο τεύχος της Νέας Εστίας, το βίαιο ξέσπασμα των διαδηλώσεων του Δεκεμβρίου μια δημοκρατική κοινωνία οφείλει και μπορεί να το ανεχθεί και να το αναχωνέψει, να το στοχαστεί και να προχωρήσει. Σε τελευταία ανάλυση, εκείνες τις μέρες, και τις μέρες που προηγήθηκαν, ζούσαμε μια παρατεταμένη απονομιμοποίηση του κράτους, με τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα και τον φόνο του 15χρονου. Αλλά η βία μεμονωμένων ολιγάριθμων ομάδων που στήνουν τη δική τους βεντέτα με το Σύστημα, τροφοδοτώντας το θέαμα της βίας, είναι άλλη ιστορία. Διότι εντέλει παράγουν εικόνες προορισμένες να καταναλωθούν, εικόνες προορισμένες να παράγουν αντισυσπείρωση και αντίδραση, εικόνες που δεν προσφέρουν ούτε δέος ούτε κάθαρση ούτε στοχασμό.
Ο μηδενιστής απαντά στον ζόφο με ζόφο, απλώνει τον ζόφο παντού, τον βαθαίνει, τον εντείνει· δεν κάνει διακρίσεις και διαφορισμούς, όλα είναι Σύστημα, για όλα είναι Εχθρός. Μόνο ο επαναστάτης κατέχει την αλήθεια, μόνο αυτός βλέπει τον Καλό Θεό, όλα τα υπόλοιπα είναι έργα του Μοχθηρού Θεού, έργα κακότητας, άξια μόνο για καταστροφή. Ο πυρήνας αυτού του εγωτιστικού μηδενισμού είναι θρησκευτικός, παλαιοδιαθηκικός· είναι παρόμοιος με ό,τι κινεί τον απεγνωσμένο Σαμψών εναντίον των αμαρτωλών, είναι παρόμοιος με τον καταστροφικό μεσσιανισμό του Ιησού του Ναυή που εξαφανίζει την αμαρτωλή Ιεριχώ. Ο,τι δεν είναι σαν εμάς, ό,τι δεν χωράει στο όραμα, καταστρέφεται. Με κάθε τίμημα.
Και πάλι την προσοχή σας, παρακαλώ
Ξεκίνησα να πάω σε μια συζήτηση για την οικονομική κρίση. Όλα κλειδαμπαρωμένα. Παίρνω αυτόν τηλέφωνο, "αναβλήθηκε η συζήτηση, είμαστε στα 'Καλά Καθούμενα' τώρα" λέει. "Α, έτσι τελειώνει η πολιτική εδώ, με καφέδες" έσπευσα να σκεφτώ. Όμως στα Καλά Καθούμενα είδα το άνθος της ελληνικής κυπριακής μπλογκοκοινωνίας μεσα σε πολύ κόσμο να πηγαίνει προς τα κάπου. Κατευθύνθηκαν στα σκαλάκια της Φανερωμένης. Μαζί τους δικηγόροι, πιτσιρίκια, νοικοκυρές, ανάρχες, δάσκαλοι, καλλιτέχνες, μαθητές, δημοσιογράφοι -- μέχρι και καθηγητές πανεπιστημίου. Έγινε μια πρωτότυπη πολιτική συζήτηση πρωτοφανούς ωριμότητας για το πώς θα αντιδράσουμε στα πρόσφατα αίσχη. Πάρθηκαν κάποιες αποφάσεις και ορίστηκε μια συντονιστική επιτροπή. Και μετά έγινε το απίστευτο.
Θα ανανεώσω μόλις δω ποστάκια κι άλλων. Αντιγράφω γραπτά μηνύματα που έστελνα κατά τη διάρκεια της πορείας:
19:36. Πορεία τώρα: Λήδρας-Μακαρίου.
19:50. Αυθόρμητη πορεία! Κατεβαίνουμε τη Μακαρίου. Δικηγόροι, καθηγητές, δάσκαλοι. Χαμός.
19:53. Σφυρίχτρες, συνθήματα: χαμός!
20:00. Καθιστική Μακαρίου και Διγενή Ακρίτα
20:05. Ήρθαν τα κανάλια.
Έπεται συνέχεια. Δείτε κι εδώ. Φωτογραφίες και ρεπορτάζ εδώ.
Ποστάκι του Γ. Στρατή εδώ.
Σάββατο 21 Μαρτίου 2009
Watchmen
Η Ταινία μού άρεσε. Δεν έχουνε δίκιο όσοι λένε ότι το κατέστρεψε το κόμικ, εκτός κι αν νομίζουμε ότι το κόμικ είναι η Αγία Γραφή κι ότι περιέχει τόσο πολύ βαθύτερα μηνύματα πια. Εικαστικά και από άποψη οπτικής ατμόσφαιρας είναι ανώτερη (πάρα πολύ ανώτερη) του κόμικ, αφού δεν έχουμε τον ενοχλητικό κολορίστα που παραγέμισε αδέξια τα σχέδια του Gibbons. Η αλλαγή στο τέλος ήταν ευφυής και επιβεβλημένη. Ο Rorschach, αντίθετα με ό,τι περίμενα, αποδίδεται σωστά. Γενικά, αν σκεφτεί κανείς ότι ο Snyder μάλλον είναι χαζός, έκανε εξαιρετική δουλειά. Όντως είναι η "καλύτερη μεταφορά" κόμικ του Moore.
Ναι αλλά: η μουσική επένδυση ήτανε φρικαλέα: Requiem; Hallelujah (του Κοέν);;; Requiem;;;;;;; Τόσα λεφτά για την τσιμπητή ρώγα (εξαίρετη!) και το σανσίλκ (θεσπέσιο!) της Silver Spectre και τόσο λίγη προσοχή στη μουσική επένδυση; Κάποιες άλλες μικροαλλαγές που έκανε ο Snyder ήταν -- για μένα, τουλάχιστον -- λάθος: η αύξηση της βίας, η αύξηση της ωμής απεικόνισης της βίας και το μισογυνικό εύρημα ότι τελικά ο Κωμικός αγαπήθηκε από την παρολίγο βιασμένη μητέρα της Silver Spectre, ενώ είναι και πατέρας της. Γενικά δε με πειράζουν ως αλλαγές καθεαυτές, αλλά στο ότι αλλοιώνουν σεναριακά το κόμικ και, ενδεχομένως, το πάνε αλλού. Ο Οζυμανδίας είναι λίγο ίμο, αλλά με χαριτωμένο τρόπο: ανήκει περισσότερο στο 'τρομερό 2008' παρά στο 'αποκαλυπτικό 1986'.
Γενικά, η ταινία είναι πολύ καλή, κάπως απλουστευμένη (τελικά το κινηματογραφικό μέσο περνάει το δικό του, ό,τι κι αν λένε, ό,τι κι αν κάνουν) αλλά και έτσι ακόμη ανώτερη πέντε σκάλες από το Μάτριξ (εκεί βέβαια όλα και όλοι είναι πιο καλοντυμένα). Επίσης, επειδή ξέρω ότι εκτιμάτε το Ωραίον: Silhouette ήταν η Apollonia Vanova. Ζλοβάκα. Κρίμα που δεν είχε περισσότερα φλας μπακ.
Πάντως διασκέδασα με το πόσο καθήκι παριστάνεται ο Νίξον. Οι Αμερικάνοι δεν μπορούνε να αποφασίσουν εάν ο Νίξον ή ο W είναι ο χειρότερος πρόεδρος που είχανε ποτέ. Χαρακτηριστικά, πάντως, κατάφεραν να μας τους φορέσουν από δύο φορές και τους δύο μέσα σε μια τριακονταπενταετία. Συν οχτώ χρόνια Άντικραϊστ (ο Ρόναλντ). Τι να πεις: το είπε ο Τσώρτσιλ: The Americans will always do the right thing . . . After they've exhausted all the alternatives.
Παρασκευή 20 Μαρτίου 2009
Την προσοχή σας παρακαλώ
Τρίτη 17 Μαρτίου 2009
Παρασκευή 13 Μαρτίου 2009
En attendant Fascistot
οι άνθρωποι αυτοί θα ήσαν μια κάποια κτλ., λέει.
Η Ελλάδα μοιάζει όλο και πιο πολύ με δευτεροκλασάτο νουάρ κόμικ. Ξέρετε τώρα.
Εάν δεν αναπτυχθούν σύντομα συλλογικά αντανακλαστικά εγρήγορσης κι αλληλεγγύης, και εξακολουθούμε να περιμένουμε από τους λίγους άλλους (τους αντεξουσιαστές, τα πιτσιρίκια κτλ.) να εκφράσουν την οργή μας, τη συμπαράστασή μας και ό,τι άλλο, μπορεί να καταλήξουμε σαν την Τουρκία στα τέλη της δεκαετίας του '70, όταν "μια χούφτα φασίστες και κομμουνιστές" (εν προκειμένω "μια χούφτα φασίστες και κουκουλοφόροι") αλληλοσκοτωνόντουσαν και αλληλοανατινάζονταν εν μέσω πετρελαϊκής κρίσης. Τους λύτρωσε το 1980 ο Κενάν Εβρέν, ο ήρωας της Κύπρου. Παραμένουν λυτρωμένοι, 29 χρόνια μετά.
Όχι μόνο η κυβέρνηση αλλά κανείς μας δεν είναι έτοιμος για αυτά που μας έρχονται τεπέτακλα. Η πλειοψηφία του 'πνευματικού κόσμου' του τόπου είναι ανυποψίαστη και απροετοίμαστη: περίπου σωροί από μπάζα και κοπριά που κάνουν περίεργους θορύβους, σαν αναστεναγμούς, σαν κλανιές, σα βογγητά, καθώς αποσυντίθενται και χωνεύουν.
Fear overcomes me, που είπε κι ένας άλλος κακομοίρης.
Τετάρτη 11 Μαρτίου 2009
Anniversaire
Καταλαβαίνω ότι ο λόγος που δε μου άρεσε ο old boy τότε ήταν διότι, περισσότερο κι από τη helion και τον thas, εξέφραζε πιστά το νέο κειμενικό είδος που ακόμα διαμορφώνεται: το ελληνόφωνο 'καθαρό' μπλογκ. 'Καθαρό' με την έννοια των 'καθαρών' μαθηματικών: ο old boy δεν κάνει λογοτεχνία, δεν κρατάει ημερολόγιο, δεν κάνει ρεπορτάζ, δε χρονικογραφεί, δεν κάνει ακριβώς σχολιασμό της επικαιρότητας. Βεβαίως, δεν άποτελούν ασκήσεις ύφους κενές περιεχομένου τα ποστάκια του: στον βαθμό που λοξά και -- αναπόφευκτα -- επιλεκτικά, σχολιάζει τι γίνεται στον κόσμο, θα τον χαρακτήριζα τον Πιτσιρίκο του σκεπτόμενου ανθρώπου. Όταν πάλι καταπιάνεται με το σινεμά, νιώθουμε ξαφνικά ότι βρισκόμαστε στη συμβολή του Ebert ή του Alexander Walker με έναν βιωματικό μπλογκά που κρατάει ημερολόγιο ονλάιν: ένα ημερολόγιο όπου, φυσικά, ο τέταρτος τοίχος λείπει.
Ακριβώς το καινούργιο αυτό genre μού πήρε καιρό να το συνηθίσω. Στην πρωτοτυπία του και στο ξάφνιασμα που προκαλούσε, και προκαλεί ακόμα, συγκρίνεται μόνο με τον παλιότερο οπτικοακουστικό λακωνισμό του Κουκουζέλη, με την αγκούγκλιστη hardcore ψευδοκαθαρεύουσα του Le Nonce, με τη φάση 'τερίνα και Μενούχιν' του Αθήναιου καθώς και μ' εκείνη του thas που θα μπορούσαμε να περιγράψουμε ως 'dj και λουλουδάκια κειμενικά'. Όπως αυτοί και άλλοι, ο old boy ήτανε το καινούργιο που έφερναν τα μπλογκ: στην περίπτωσή του όχι στο στήσιμο, ούτε στην ανάμειξη των μέσων αλλά στο ύφος και -- κυρίως -- στον τόνο.
Είναι πάντως αξιοσημείωτο πώς ένας τόσο αξιοφθόνητα δημοφιλής μπλογκάς γίνεται αντικείμενο παρεξηγήσεων τόσο εύκολα. Ίσως βέβαια να είναι απλώς θέματα στατιστικής: άμα σε διαβάζει τόσος κόσμος, όλο και κάποιος δε θα καταλάβει κάτι, όλο και κάποιος κακόπιστος θα κάνει κάποιο εμπρηστικό σχόλιο, όλο και κάποιος πικραμένος θα αμολήσει το ad hominem του. Προσωπικά νομίζω ότι έχει να κάνει και με το ότι ο old boy γράφει δύσκολα, τελικά. Μάλιστα, είναι αδύνατο να παρακολουθήσω κείμενό του άμα είμαι μισοξύπνιος (ή μισοκοιμισμένος): Πότε κυριολεκτεί. Πότε ειρωνεύεται. Πότε μετα-ειρωνικά αποστασιοποιείται κι από την ειρωνική ερμηνεία όσων λέει. Πότε όμως; Τρέχα γύρευε: ζόρικα πράγματα. Ευτυχώς αυτός ο ενίοτε ερμητισμός συμπληρώνεται από τρομακτική υπομονή και μεθοδική καρτερία στην απάντηση των σχολίων: εγώ θα είχα γίνει αλκοολικός έχοντας υποστεί πολύ λιγότερο βρισίδι.
Λοιπόν, ευχαριστώ που γράφεις. Σου εύχομαι και δεύτερη τετραετία, ή όσο αντέχεις και γουστάρεις.
Wu wei και ο Κώστας Κου ο Β'
Δευτέρα 9 Μαρτίου 2009
Sraosha: Αναλυτικά
Chapeau και πάλι στον Τάλω. Από εδώ:
Νομίζω ότι πρέπει να αρχίσουμε από την διάκριση μεταξύ κοινωνικής βίας (π.χ. LA Riots, τρελαμένοι πιτσιρικάδες με καδρόνια τον Δεκέμβρη) και πολιτικής βίας (π.χ. η βομβιστική επίθεση στην Μαδρίτη, η χειροβομβίδα στο στέκι, η επίθεση του Επαναστατικού Αγκώνα) - χωρίς να αναφέρουμε καν την κρατική (άρα εξονόματός μας) βία. Διότι όταν η ανάρτηση πανό και η συμβολική δίλεπτη κατάληψη κρατικού τηλεοπτικού σταθμού (πράξεις που ανάλογές τους συναντώνται σε όλες τις δημοκρατίες και μόνον σε αυτές) εξισώνονται με δολοφονική επίθεση με χειροβομβίδα ή καν με ξυλοδαρμό ακαδημαϊκών, ο Καρατζαφέρης έχει κερδίσει και ο διάλογος δεν είναι εφικτός.
Αντιστρέφω την κατηγορία λοιπόν: η δικιά σου άποψη (όχι μέσω εσού φυσικά, αλλά όντας κυρίαρχη στα ΜΜΕ) [ΣτS: ότι, δηλαδή, όλες οι μορφές βίας είναι το ίδιο] είναι που οπλίζει το παρακράτος με την άνεση (και την ασυλία) να βάζει στο στόχαστρο (κυριολεκτικά) έναν πολιτικό χώρο, όχι με πανό, αλλά με χειροβομβίδες. Διότι αν ήταν ακροδεξιά πανό και ειρηνικές καταλήψεις, θα διαδήλωνα υπέρ του δικαιώματος των ακροδεξιών να διαμαρτύρονται.
Σάββατο 7 Μαρτίου 2009
I'm Abendrot
(Ο σωστός τίτλος είναι βεβαίως Im Abendrot. Όμως όταν ήμουνα στο Γυμνάσιο νόμιζα ότι ο τίτλος είναι στα αγγλικά -- εξού και το λάθος. Φανταζόμουν ότι Abendrot ήταν το κέλτικο όνομα κάποιας προραφαηλίτικης υπηρέτριας με κορμί σα λευκό ψωμί και λαμπερά μάτια. Τη φανταζόμουνα να τραγουδάει αυτό και ακόμα πιο όμορφα τραγούδια.)
Παρασκευή 6 Μαρτίου 2009
Sraosha dicit "Sic et Non"
Ένας φίλος από το Λύκειο ήταν το μοναχοπαίδι δύο πανεπιστημιακών δασκάλων. Ήταν πολύ ενδιαφέρων τύπος και πολλαπλάσια πιο διαβασμένος απ' όσο ήμουν τότε ή απ' όσο θα γίνω ποτέ. Επίσης ήταν πολύ ψύχραιμος και ήπιος άνθρωπος: είχε ένα τσιτάτο ασφαλείας για κάθε μου έκρηξη, είχε ένα ξυραφάκι οκκαμικό έτοιμο για κάθε μου ξουρία, είχε τη σωστή αφαίρεση απέναντι σε κάθε μου καλπάζουσα γενίκευση. Όπως καταλαβαίνετε, ήτανε μεγάλη χαρά να συζητάω μαζί του, αν και ήταν και ολιγόλογος: μου έδινε σχεδόν πάντα την ευκαιρία να βλέπω το θέμα που συζητούσαμε κι από μια άλλη πλευρά, όπως λέγαμε τότε.
Οι γονείς μου, που ήταν αφοσιωμένοι στο να μεγαλώσουν έναν σωστό άνθρωπο (ρε τους καημένους κι αυτούς), δε νιάζονταν τόσο πολύ στην εφηβεία μου να με προφυλάξουν από τον μπαμπούλα εκείνης της εποχής: την άσπρη. Είχαν όμως εμμονή να μου διδάξουν οπωσδήποτε να μην αποπαίρνω κανέναν και συνέχεια τσαμπούναγαν ότι πρέπει να τους ακούω όλους. Αυτή ήταν μια πράγματι χρήσιμη συμβουλή προς έναν βλαστό δύο σογιών πεισματάρηδων: το πατρικό της προγιαγιάς μου ήταν Ξεροκέφαλου, ο βίος της ανάλογος.
Έτσι λοιπόν, θαύμαζα πάρα πολύ τον φίλο. Είκαζα ότι η ψυχραιμία, η νηφαλιότητα και η ήρεμη κριτική ικανότητά του οφειλόντουσαν στους γονείς του και στη διαπαιδαγώγηση που του έδιναν. Μια μέρα του το είπα. Κι εκείνος έσπευσε να με γειώσει και πάλι: "Οι γονείς μου είναι διανοούμενοι, άρα, όπως όλοι οι διανοούμενοι, εκτός πραγματικότητας.
Ταράχτηκα και προβληματίστηκα. Για να το λέει ο φίλος, κάτι ξέρει. Μέσα στην απλοϊκή εφηβική μου αντίληψη και στη σχετική περιορισμένη κατανόηση του κόσμου προσπάθησα να βρω ένα αντίδοτο: "αν είναι να καταντήσω διανοούμενος", έλεγα, "τουλάχιστον να μη βρεθώ εκτός πραγματικότητας". Είπα λοιπόν ότι το αντίδοτο στον διανοουμενίστικο σολιψισμό δε θα μπορούσε να είναι άλλο από αυτό που διαφήμιζαν και πούσαραν οι δικοί μου γονείς: να τους ακούω όλους. Και έτσι κατέληξα να τους παίρνω όλους στα σοβαρά. Σίγουρα σε αυτό θα συντέλεσε και κάποια ζαβή γενετική προδιάθεση. Αλλά δε βαριέσαι: σημασία έχει ότι τους ακούω όλους.
Αυτά τα θυμήθηκα διαβάζοντας ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο της Λαμπρινής Χ. Θωμά στον Σκάι. Κατά τη Θωμά, η βία όσων καίνε τρένα είναι σύμπτωμα της αυξανόμενης γκετοποίησης και του παραγκωνισμού μεγάλων ομάδων (κυρίως νέων) μέσα στο λεκανοπέδιο. Πρόκειται για ένα σενάριο που έχει ξαναγυριστεί στη Γαλλία της δεκαετίας του 80, στα banlieues που γνωρίσαμε στο La Haine και αργότερα διά ζώσης, στις μεγάλες ταραχές του 2005. Πριν από τη γνωστή κατάληξη, συνοδεύτηκε από την άνοδο του νεοφασισμού. Με άλλα λόγια, η Θωμά προβλέπει περαιτέρω φαινόμενα κοινωνικής διάλυσης αντίστοιχης με αυτή που προέκυψε στα παρισινά banlieues και αλλού. Άρα, ναι μεν jusqu' ici, tout va bien, αλλά βρισκόμαστε σε ελεύθερη πτώση προς τις πλάκες του πεζοδρομίου.
Η ανάλυση της Θωμά μου φαίνεται εύλογη. Διάβασα το κείμενο το μεσημέρι και το σκεφτόμουνα. Συνειδητοποίησα ότι υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που συμμερίζονται την εκτίμηση πως οδεύουμε προς φαινόμενα κοινωνικής διάλυσης. Αμέσως, προσπάθησα να θυμηθώ τι άλλο έχω ακούσει όσον αφορά τις ερμηνείες για αυτό το ορατό ενδεχόμενο. Πάντα από φόβο μήπως εγώ και (ακόμα χειρότερα) η Θωμά βρισκόμαστε εκτός πραγματικής πραγματικότητας. Άρχισα λοιπόν να εξετάζω εναλλακτικές ερμηνείες της παρούσας κατάστασης.
Κάποιοι λοιπόν, ας πούμε οι τον Λάκην σεβάζοντες αποδίδουν τις (υπαρκτές και μερικές φαντασιακές) ενδείξεις ότι βαδίζουμε προς κοινωνική διάλυση στους τρισκατάρατους πολιτικούς. Η έμφαση πάντα στους βουλευτές κι όχι στην κυβέρνηση ή στους τοπικούς άρχοντες. Αυτοί λοιπόν, οι πολιτικοί, τρώνε, τρώνε και διορίζουν ημέτερους στους οποίους δεν περιλαμβάνομαι εγώ κι ο γιος κι η κόρη μου κτλ. Ας παραμερίσουμε αυτή την ερμηνευτική γραμμή: υφίσταται στην Ελλάδα από τον Κωλέττη και ούτε έχει ερμηνεύσει τα πολιτικά πράγματα, ούτε τα έχει αλλάξει για να θυμηθούμε (εγώ την έχω μισοξεχασμένη) την "δεν-ξέρω-ποια Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη" του Μαρξ.
Κάποιοι πάλι -- κι αυτοί είναι πολλοί -- αισθάνονται ότι το πρόβλημα ξεκίνησε ακριβώς τη στιγμή που δεχτήκαμε μετανάστες. Η αντίληψη ότι για όλα φταίνε οι μετανάστες είναι πιο διαδεδομένη απ' όσο θέλουμε να πιστεύουμε. Κατ' αυτούς το πρόβλημα δεν είναι οι μετανάστες που έχουν αφεθεί στη μοίρα τους, το πρόβλημα δεν είναι ότι υπάρχει και ντόπιος φτωχός κόσμος ο οποίος πληθύνεται. Το πρόβλημα είναι οι ξένοι. Το πρόβλημα είναι οι μαύροι που μυρίζουν (θε μου ποιος λαός το λέει αυτό! ευτυχώς έμπαινα σε λεωφορεία τον καιρό που μοσχοβολούσαν μόνον ντόπιες ιδρωτίλες). Το πρόβλημα είναι οι αλβανοί που κλέβουν, σκοτώνουν, βιάζουν και οι 'αλλοδαπούτες', όπως τις λέει ο λαός μας χαριτωμένα, που μας κλέβουνε τους άντρες (όσους μας αφήνουν οι γκει, νέο φρούτο κι αυτό, ε κορίτσια;). Και τα λοιπά και τα λοιπά, και πάλι γνωστά πράματα. Γι' αυτούς τα πλιάτσικα, η βία, οι ταραχές -- όλα -- εξηγούνται απλά: γεμίσαμε ξένους και δεν ακούς πια ελληνικά. Άσε που δώσαμε δικαιώματα στους γιεχωβάδες κτλ. κτλ.
Από τη μια λοιπόν διαβάζεις τη Θωμά που προσπαθεί να αναλύσει το γιατί οι μασκοφόροι καίνε τα βαγόνια. Μπορεί η ανάλυση να είναι ορθή, μπορεί όχι -- δεν είναι εκεί το θέμα. Το θέμα είναι ότι προϋποθέτει μια αντίληψη της κοινωνίας όπως την καταλαβαίνουμε οι περισσότεροι γραμματιζούμενοι που γράφουμε και διαβάζουμε καθ' έξιν και κατ' επάγγελμα: μιας κοινωνίας συναλληλίας, αλληλεγγύης και πολυμορφίας
Απέναντι όμως σε όλους εμάς τους λίγους, τους διανοούμενους, που κάναμε (ναι εμείς φταίμε, συλλογικά) την Ελλάδα κέντρο διερχομένων, υπάρχουν οι άλλοι: αυτοί που περιέγραψα πιο πάνω μέσα από τις απόψεις τους. Αναρωτιόμουνα σήμερα όλη μέρα στο γραφείο, στον δρόμο, στο γυμναστήριο: μήπως όσοι γράφουμε και διαβάζουμε καθ' έξιν και κατ' επάγγελμα είμαστε εκτός πραγματικής πραγματικότητας; μήπως η μόνη μορφή εφικτής κοινωνικής ειρήνης στην Ελλάδα είναι όχι αυτή της συναλληλίας, της αλληλεγγύης και της πολυμορφίας παρά του πολιτικά στρατιωτικού-κατασταλτικού και ηθικά πουριτανικού-αγροτοποιμενικού μοντέλου που ανέθρεψε γενιές και γενιές από το 1912 μέχρι και το 1989; Σίγουρα πάντως πολλοί νοσταλγούν αυτό το μοντέλο. Περισσότεροι απ' όσους θέλουμε να πιστεύουμε.
Τρίτη 3 Μαρτίου 2009
Χορευτικά: ένα τουρμποπροωθούμενο ποστάκι αφιερωμένο στους αλύτρωτους αδερφούς Γούφα VI και Thas :-p
Το πρώτο βίντεο δε θα το ποστάρω, αφού αυτή η ανάγωγη, που τολμάει να μας φοράει τα γυαλιά, (κι ο αρχισυνωμότας θας) το ανακάλυψαν ήδη από το Μάη
Θα σας δώσω λοιπόν το κάτωθι:
Υπάρχει και σε μια ερασιτεχνική εκδοχή, εικονογραφημένο με την τρελιάρα κορεάτισσα καρτουνογκόμενα που δέρνει (κυρίως τον δύστυχο Garu): την Pucca.
Δευτέρα 2 Μαρτίου 2009
Σ' έναν κόσμο από μεγάλα όχι / λέω ένα ναι μικρό
Λοιπόν, ένας σχολιαστής του προηγούμενου ποστ πρόσφατα έγραψε ένα κείμενο για τον Χρήστο Βακαλόπουλο και τον ευχαριστώ πάρα πολύ.
Τα δοκίμια και τα κριτικά κείμενά του Χ.Β. δε μ' ενδιέφεραν ιδιαίτερα, αν και το Από το Χάος στο χαρτί ήτανε τουλάχιστον ενδιάφερον. Τις ταινίες του δεν τις έχω δει.
Ωστόσο, ο Βακαλόπουλος ήταν ο αγαπημένος νεοέλληνας συγγραφέας της νεότητάς μου. Οι Πτυχιούχοι (στην παλιά έκδοση της Ερατώς) με συντρόφευαν όπου και να πήγαινα, ενώ οι Αθηναϊκές Ιστορίες και η Γραμμή του Ορίζοντος είναι ακόμα μέσα στα αγαπημένα μου. Ειδικά η Γραμμή του Ορίζοντος είναι ένα εκπληκτικό βιβλίο. Πιάνει όλες αυτές τις ιδέες και τους μύθους από στην καρικατούρα των οποίων είμαστε πασαλειμμένοι πια ('έχουμε μια ιδιοσυστασία', 'αντιστεκόμαστε ως άλλο μικρό γαλατικό χωριό', 'όλα ήταν καλά μέχρι που μας πήδηξαν οι Φράγκοι το 1204' -- ή λίγο πιο πριν, θεολογικώς, κατά το Ορθοδοξία και Δύση στη Νεώτερη Ελλάδα του Γιανναρά, 'ζούμε στην ωραιότερη χώρα του κόσμου', 'σαμάνες, ζαπατίστες, αβορίγινες, δερβισάδες, φενταγίν -- αδέρφια μας' κτλ κτλ κτλ κτλ). Τις πιάνει λοιπόν και τις σβουρίζει στον αέρα, τις χώνει σ' ένα καπέλο-δισκοπότηρο λίγο θεατρικό και λίγο μπαρόβιο και από μέσα βγάζει ιδέες σαν κι αυτές μετουσιωμένες σε δυνατά και οικουμενικά κείμενα, με έναν σφριγηλό κοσμοπολιτισμό και μια μπαγάσικη λοξή αλλά μεταφυσική ματιά που δεν ξέρεις από πού σου την έφεξαν.
Στη Γραμμή του Ορίζοντος συναντιούνται η ελπιδοφόρα (νεο-)Ορθοδοξία του '80, η ανεμπόδιστη παγκοσμιοποίηση του σινεμά και ο ακίνδυνος ευρωαριστερισμός-παπανδρεϊσμός της εποχής: μαζί συντίθενται σε έναν θρίαμβο, σ' ένα κείμενο σχεδόν βονεγκατικής επιστημονικής φαντασίας που διαδραματίζεται σε μια εξαϋλωμένη Πάτμο.
Είχα την ευκαιρία να τον γνωρίσω σε ένα πάρτυ, ο φίλος μου ο Π. μου είπε "έλα ρε μαλάκα, να του μιλήσεις". Ντράπηκα. Πάντα ντρέπομαι να απασχολώ με το άτομό μου τους άλλους, ιδίως άμα τους εκτιμώ, πολύ περισσότερο άμα τους θαυμάζω. Δεν πήγα. Λίγους μήνες μετά μου λέει ο Π. "Ρε μαλάκα, πέθανε ο Βακαλόπουλος".
Κυριακή 1 Μαρτίου 2009
Ο απολογισμός ενός χολερικού (του Sraosha)
Κλείνοντας τέσσερα χρόνια στην (ελληνική) μπλογκοκοινωνία, θυμάμαι μια κουβέντα που είχα με έναν φίλο, όταν του έλεγα πόσο με ταράζουν και με αναστατώνουν κάποια πράγματα που (μου) γράφουν κάποιοι: "Το πρόβλημά σου είναι ότι δε σου φαίνεται ότι είσαι ο τύπος που τα παίρνει όλα κατάκαρδα", είπε.
Έτσι αυτή τη φορά δε θα σταθώ επετειακά, όπως άλλοτε, στο τι έμαθα και τι κέρδισα μπλογκάροντας. Μετά από τέσσερα χρόνια (και περισσότερα αν μετρήσει κανείς άλλα αλλού), μπορώ πια να πω συγκεκριμένα τι με εξοργίζει στις μπλογκοσυζητήσεις: η a priori υπεροπτική νοοτροπία με την οποία πολλοί προσέρχονται σε αυτό το μεϊντάνι που λέγεται μπλογκ. Είναι ένα θέμα που προσπάθησα πολλές φορές να προσεγγίσω κριτικά και να αναλύσω ψυχρά, στην προσπάθειά μου να το κατανοήσω. Τζίφος.
Με παραλύει το να καταλαβαίνω ότι ο άλλος έρχεται να συζητήσει μαζί σου θεωρώντας a priori ότι είναι ευφυέστερος ή ηθικότερος ή πιο διαβασμένος ή πιο κουλ από σένα. Με απονεκρώνει σχεδόν όταν ο άλλος χρησιμοποιεί το πείραγμα ("πεπαιδευμένην ύβριν" κατά τον Αριστοτέλη), την ειρωνεία, τον ψόγο όχι για να προτείνει μια άλλη οπτική -- ή έστω για την πλάκα -- παρά ακριβώς για να σε πειθαναγκάσει ότι, ναι, είσαι ανόητος, αγράμματος, αφελής, μειωμένων ηθικών αντιστάσεων και στρεβλών ηθικών κριτηρίων, μπουνταλάς, ή ξέρω-γω-τι. Κάτι παθαίνω. Κακώς μεν, αλλά έτσι είναι.
Θυμάμαι την επίπλαστη ασθενική ευγένεια μερικών, κρούστα αυτής της υπεροψίας και περιφρόνησης. Θυμάμαι την εριστικότητα και την αφυψηλούτητα άλλων, που τις πυροδοτούσε ποιος ξέρει ποια ασθένεια και τις έτρεφε η ιδεολογική βεβαιότητα. Βράζω. Δε θέλω ούτε επίσκεψη να τους χαρίσω.
Σε όσους νομίζουν ότι μέσα στα μπλόγκια θα αναδειχθούν και θα λάμψουν γιατί αυτά κατοικούνται από ανόητους, αγράμματους και φανατικούς, προτείνω να αρχίσουνε να τα διαβάζουν κιόλας.