-Κ.Καρυωτάκης-
Από τα βράχι’ ανάμεσα πετιέται ’να κεφάλι
και βλέμματα ολόγυρα σκορπάει φοβισμένα.
Εγώ, κρυμμένος κάπου κει στο έρημ’ ακρογιάλι,
Ένα κορμί παρθενικό, γυμνό αργοπροβάλλει
κι απλώνεται ηδονικά σε κύματ’ αφρισμένα·
ο ήλιος εσκυθρώπασε μπροστά στα τόσα κάλλη,
Ανατριχιάζ’ η θάλασσα στο θείο άγγισμά τους,
τα κυματάκια απαλά με χάρη τ’ αγκαλιάζουν
Θεότρελος, ο δύστυχος, βουτιέμαι μες στο κύμα,
τα μάτια της τα θεϊκά με φόβο με κοιτάζουν
και χάνεται στη θάλασσα… Ήταν νεράιδα… Κρίμα!
και χάνεται στη θάλασσα… Ήταν νεράιδα… Κρίμα!