Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΑΛΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΑΛΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2021

Η Καθήμενη Αναστασία: Μια άσκηση που κράτησε 65 χρόνια Ειρήνη Κριχέλι


 



Χειμώνας 2020/2021. Η κάποτε θορυβώδης και χαρούμενη Τιφλίδα δε μοιάζει με αυτό που ήταν. Η πόλη έχει παραλύσει: τα μέσα μεταφοράς έχουν σταματήσει, πολλά καταστήματα είναι κλειστά. Έξω οι περαστικοί με μάσκες τηρούν με επιμέλεια τις αποστάσεις.

 

Και στην άκρη της πόλης, στο παλαιό νεκροταφείο, το ποτάμι των ανθρώπων προς έναν σεμνό τάφο δε σταματάει. Καταφτάνουν με τα πόδια, με ταξί, με προσωπικά οχήματα.

 

 

Βλέπω μια κουρασμένη γυναίκα να έρχεται με δύο μικρά παιδιά και να προσεύχεται με ζέση, όση ώρα τα παιδιά της παίζουν εκεί κοντά. Πιο πέρα, ένα ζευγάρι ερωτευμένων, φαίνεται ότι είχαν έρθει για πρώτη φορά. Κοιτάζουν ο ένας τον άλλον, ντρέπονται, και γονατίζοντας, ζητάνε κάτι. Μετά από λίγο, τρείς νεαρές κοπέλες, που φαίνεται να τις απασχολούν οι συναισθηματικές υποθέσεις, και ελπίζουν ότι θα πάρουν βοήθεια. Σχεδόν όλοι αφήνουν στο μαύρο μάρμαρο της επιτάφιας πλάκας κόκκινα μήλα. Στην πλάκα υπάρχει η επιγραφή:

 

«Αναστασία Νικίσεβα. 1886-1970».

 

Όλο και πιο πολλοί άνθρωποι στη Γεωργία πληροφορούνται για την «Καθήμενη Αναστασία», όπως την αποκαλούν, και επισκέπτονται τον τάφο της.

 

Η αρχή της ιστορίας αυτής θυμίζει το παιδικό παραμύθι με την κακή μητριά. Στις αρχές του περασμένου αιώνα στην Τιφλίδα ζούσε μια Ρωσίδα κοπέλα. Ο πατέρας της, μηχανικός, είχε έρθει, τον 19ο αιώνα, στη Γεωργία από την Αγία Πετρούπολη για εργασία. Στην Τιφλίδα κατασκεύαζαν τότε το σιδηρόδρομικό δίκτυο. Σε όσους εργάζονταν στις συγκεκριμένες κατασκευές, εκείνη την εποχή, έδιναν οικόπεδα στην περιοχή Ναχάλοβκα της Τιφλίδας .Ο πατέρας της είχε κτίσει σπίτι, κοντά στην εκκλησία Γενεθλίου της Θεοτόκου και έμεινε στη Γεωργία. Έχοντας χηρέψει νωρίς, αυτός, παρά τις εκκλήσεις της ετοιμοθάνατης γυναίκας του να μην παντρευτεί για να μην έχει μητριά η κόρη τους, παντρεύτηκε ξανά. Η κόρη του, η Αναστασία, ήταν πιστή, έψελνε στην εκκλησιαστική χορωδία και ήταν πολύ όμορφη. Μια φορά, σε βραδιά, στο Παλάτι του Βοροντσόβ, η κοπέλα γνώρισε έναν νεαρό αξιωματικό. Ο αξιωματικός ερωτεύτηκε την Αναστασία και της έκανε πρόταση γάμου. Η μητριά ζήλεψε την Αναστασία και αποφάσισε να την διαβάλει. Όταν ο νεαρός αξιωματικός επισκέφτηκε το σπίτι τους, του είπε ότι η κοπέλα είχε τρελαθεί, ότι την είχαν μεταφέρει σε νοσοκομείο και ότι δεν υπάρχει ελπίδα να αναρρώσει.

 

Ο αξιωματικός δεν άντεξε το λυπηρό νέο και αυτοπυροβολήθηκε επί τόπου. Η Αναστασία, όταν είδε τι είχε συμβεί, κάθισε σε ένα χαμηλό σκαμπουδάκι στη μέση της αυλής και από τότε δε σηκώθηκε ποτέ ξανά όρθια στα πόδια. Καθόταν, κάτω από οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, κάτω από τον ανοιχτό ουρανό, καθόταν και προσευχόταν να συγχωρέσει ο Κύριος στον μνηστήρα της αυτή την τρομερή αμαρτία, να τον συγχωρέσει και να τον ελεήσει.

 

Καθόταν, με οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, κάτω από τον ανοιχτό ουρανό, και προσευχόταν να συγχωρέσει ο Κύριος στον μνηστήρα της αυτή την τρομερή αμαρτία

 

Η μητριά και εδώ δεν εννοούσε να ησυχάσει: το χειμώνα, έχυνε στην κοπέλα παγωμένο νερό, προσπαθώντας να κάνει ώστε να σηκωθεί η Αναστασία, αλλά η κοπέλα επίμονα συνέχιζε να κάθεται στη μέση της αυλής, προσευχόμενη μέρα και νύχτα. Καθόταν έτσι, και στον καλοκαιρινό καύσωνα και στην παγωνιά του χειμώνα, σκεπασμένη μόνο με ένα σάλι που το είχε πλέξει η ίδια. 

 


Η Αναστασία καθόταν έτσι για 65 χρόνια. Είχε, εν τω μεταξύ, πεθάνει η κακιά μητριά της, για την ψυχή της οποίας, χωρίς αμφιβολία, προσευχόταν η Αναστασία. Είχε τελειώσει η επανάσταση, ο εμφύλιος πόλεμος, σαν το μαύρο σύννεφο είχαν περάσει τα χρόνια των σταλινικών διωγμών, και είχε έρθει ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος, αλλά η Αναστασία συνέχιζε να κάθεται στη θέση της και να προσεύχεται. Σαν να μην την επηρέαζε ο χρόνος. Με τον καιρό, τα πόδια της κάτω από τα γόνατα κόλλησαν, αλλά το εκπληκτικό ήταν ότι παρόλο που καθόταν τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, δεν είχε πληγές κατάκλισης, ούτε κάλλους είχε. Πολλοί άνθρωποι που αντιμετώπιζαν διάφορα προβλήματα πήγαιναν στην Αναστασία με την παράκληση να προσευχηθεί. Πολλοί της έφερναν φαγητό, κόκκινα μήλα, όμως δε δεχόταν δώρα από όλους. Η αστυνομία έδιωχνε τους επισκέπτες της, αλλά αυτοί ούτως ή άλλως μαζεύονταν στην αυλή, παρά τις απειλές των Αρχών. Στη διάρκεια του πολέμου, την επισκέπτονταν γυναίκες που ήθελαν να μάθουν νέα για τους αγαπημένους τους στο μέτωπο, αν ζουν. Η Αναστασία προσευχόταν και σε όποιον έδινε χώμα, αυτό σήμαινε ότι ο άνθρωπος είχε σκοτωθεί. Προφήτευε, και οι προφητείες της πάντα εκπληρώνονταν.

 

Η ασκήτρια είχε υπέροχα μάτια, για τα οποία ο Αρχιμανδρίτης Ραφαήλ (Καρέλιν) έγραφε:

 

«Το βλέμμα της, λες και διαπερνούσε τον άνθρωπο διαμπερώς, και ο άνθρωπος ένιωθε ταυτόχρονα, άθελά του, κάποια έκπληξη, που έμοιαζε με τρόμο, κατανοώντας ότι αυτό το βλέμμα έβλεπε τα πάντα στην ψυχή του: τη ζωή του, το παρελθόν του και το μέλλον του»

 

Το βλέμμα της διαπερνούσε τον άνθρωπο διαμπερώς, έβλεπε τα πάντα στην ψυχή του: τη ζωή του, το παρελθόν του και το μέλλον του

 

Προς το τέλος της ζωής της, η ασκήτρια έντεινε ακόμα πιο πολύ την άσκησή της. Κάθισε πάνω σε σπασμένα θραύσματα από κενά μπουκάλια. Τα σπασμένα γυαλιά έμπαιναν στο σώμα της, αλλά παρόλα αυτά και παρά τον κίνδυνο να παρουσιάσει, όπως αναμενόταν, λοίμωξη, κάτι τέτοιο σε συνέβη.

 

Η Αναστασία εκδήμησε εις Κύριον, το 1970. Την κήδεψαν σε ειδικό φέρετρο, στο νεκροταφείο της πόλης Κουκίϊσκοε.

 

Για την Καθήμενη Αναστασία μου είχε μίλησει μια φίλη μου. Στο διαδίκτυο είχε γνωριστεί με μια γυναίκα, η οποία, όταν έμαθε ότι η φίλη μου ζει στην Τιφλίδα, της έστειλε χρήματα και της ζήτησε να αγοράσει και να πάει στον τάφο της Αναστασίας λουλούδια. Εκείνο το διάστημα, η φίλη μου είχε αρχίσει να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στη δουλειά, και με τον άντρα της πήγαν στο νεκροταφείο να ψάξουν τον τάφο της Καθήμενης Αναστασίας και να της ζητήσουν βοήθεια. Την βρήκαν γρήγορα, επειδή στο νεκροταφείου υπάρχει πινακίδα. Ζήτησαν από την ασκήτρια να τους βοηθήσει και άφησαν λουλούδια. Η Αναστασία βοήθησε τη φίλη μου, την προστάτεψε από το κακό και από τις διαβολές: τα προβλήματα στη δουλειά γρήγορα αντιμετωπίστηκαν και λύθηκαν. Η φίλη μου μού έδωσε βιβλίο για την Αναστασία.

 

Εκείνο το διάστημα δεν ήταν εύκολο για μας. Με περίμενε ένα ακριβό χειρουργείο, το οποίο δεν καλύπτονταν από την ασφάλιση. Έμεινε η ελπίδα ότι θα με βοηθήσει ο Δήμος και το Υπουργείο. Πήγα στον τάφο και ζήτησα την Αναστασία να βοηθήσει. Η μέρα ήταν ηλιόλουστη, με καθαρό ουρανό. Προσευχόμουν για πολλή ώρα στον τάφο, την παρακαλούσα να έχει αίσια έκβαση η επέμβαση, προσευχόμουν για οικονομική βοήθεια. Ένιωθα μια εκπληκτική αίσθηση της ζωντανής παρουσίας της Αγίας, λες και ήταν εκεί, δίπλα, και ότι προσεύχεται στον Κύριο για μένα. Ήταν θαύμα. Τη δεύτερη μέρα μετά την επίσκεψή μου στον τάφο, μου ήρθε μήνυμα από το Δήμο ότι μου είχε καταθέσει ένα μεγάλο ποσό, και στη συνέχεια και το Υπουργείο είχε βάλει το ίδιο ποσό. Η επέμβαση πήγε καλά, και πήγα ξανά στον τάφο, αλλά τώρα για να την ευχαριστήσω.

 

 

Η ασκήτρια μας βοήθησε και άλλη μια φορά. Έπρεπε να μας επιστρέψουν κάποια χρήματα. Είχαμε αγοράσει ένα στρώμα για να προλάβουμε τις πληγές κατάκλισης της μαμάς μου, που είναι κατάκοιτη. Το στρώμα αποδείχτηκε ότι είχε βλάβη. Ζητούσαμε από τον κύριο που μας πούλησε το στρώμα να μας επιστρέψει τα χρήματα, αλλά αυτός αρνούταν. Ο γιος μου και εγώ καθίσαμε να προσευχηθούμε και δεν προλάβαμε να πούμε το «Αμήν», όταν χτύπησε το τηλέφωνο: συμφώνησαν να επιστρέψουν τα χρήματά μας.

 

Η Αναστασία με βοήθησε και σε μια άλλη υπόθεση. Εξαιτίας της αρρώστιας της μαμάς, για δύο χρόνια δεν μπορούσα να πάω στους τάφους των δικών μας ανθρώπων. Πέρασε το καλοκαίρι, πέρασε το φθινόπωρο, αλλά εγώ δεν μπορούσα να βρω χρόνο για την επίσκεψη. Πήγα με τους φίλους μου στον τάφο της Αναστασίας και αποδείχτηκε ότι οι τάφοι μας είναι πέντε λεπτά με τα πόδια από τον τάφο της ασκήτριας! Και εμείς, που πηγαίναμε τόσα χρόνια εκεί, δεν ξέραμε τι υπέροχος άνθρωπος ήταν ενταφιασμένος δίπλα!

 

Η μορφή άσκησης που είχε υιοθετήσει η Καθήμενη Αναστασία ήταν ο στυλιτισμός, για να μη πω κάτι πιο απαιτητικό. Έμοιαζε με την άσκηση των γνωστών Ρώσων Αγίων, της Αγίας Ματρώνας της Μόσχας και της Αγίας Ξένιας της Αγίας Πετρούπολης. Η Αναστασία, όπως εκείνες, είχε σηκώσει μια βαριά σωματική άσκηση. Όπως εκείνες, απέκτησε υψηλά χαρίσματα του Πνεύματος. Όπως εκείνες, βοηθούσε τους δεινοπαθούντες, που την επισκέπτονταν νύχτα-μέρα. Όπως και εκείνες, καθόλου δεν ασχολούνταν με τον εαυτό της, αρνήθηκε εκούσια όλα τα επίγεια αγαθά.  

 

Πιστεύω ότι θα έρθει σύντομα η μέρα που θα δοξαστεί, θα αγιοκαταχθεί η Καθήμενη Αναστασία. Ότι θα έρθει η μέρα της παλλαϊκής προσκύνησης αυτής της εκπληκτικής ασκήτριας του Θεού!

 

Ειρήνη Κριχέλι

Μετάφραση για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα

 

Pravoslavie.ru

 

10/18/2021

Σάββατο 22 Ιουνίου 2019

Η Γερόντισσα Ταρσώ και ο αγιορείτης ιερομόναχος



site analysis


Ένας αγιορείτης ιερομόναχος, που επισκέφθηκε πολλές φορές την Γερόντισσα Ταρσώ διηγείται.
«…μ’ έβλεπε για πρώτη φορά, χωρίς να γνωρίζει τίποτε δι’ εμέ.
Ποιος και από πού και τι είμαι… μείναμε οι δυο μας να κατηφορίζουμε προς το κελί της.
Καθίσαμε έξω. Ήταν χειμώνας, Φεβρουάριος μήνας και έκανε κρύο πολύ.
Με έβαλε στο μέρος που έλουζε ο ήλιος, ενώ αυτή κάθισε στη σκιά και κοίταζε κάτω…
Μου γεννήθηκε μεγάλη εσωτερική επιθυμία να μάθω την ζωή της.
Στην σκέψη μου αυτή, σήκωσε τα μάτια της, με κοίταξε τόσο ερευνητικά που αναγκάστηκα να στρέψω αλλού το βλέμμα μου.
Χωρίς να ξέρω πως και να μπορώ να το εκφράσω με λόγια, αισθανόμουν διαφορετικά, πολύ ελεύθερα, σε χώρο χωρίς όρια, πολύ ευρύ και ο νους μου άρχισε σαν σε ταινία να παρακολουθεί την ζωή αυτής της γυναίκας και να βλέπει, πως διά βίου αγωνίζεται τον χειμώνα στα κρύα, στις βροχές και στους ανέμους, το θέρος στην ζέστη, την άγρυπνο στάση, την κακοπάθεια του σώματος, την έλλειψη αγαθών, την απουσία ναού, λατρείας, υμνολογίας και κυρίως της συμπαραστάσεως και κοινωνίας των συνασκουμένων.
Σε όλα αυτά συνέκρινα την δική μου ζωή και έλεγα μέσα μου, «αλλοίμονο, τι κάνει αυτή για την αγάπη του Θεού και τι κάνω εγώ…»
Γερόντισσα Ταρσώ η δια Χριστόν σαλή

Δευτέρα 30 Απριλίου 2018

Η θαυμαστή άσκηση της Αμμάς Ισιδώρας



site analysis

. 

 (1 Μαΐου)
Στη γυναικεία μονή της Ταβέννης, που μόναζαν την εποχή εκείνη περισσότερες από τετρακόσιες καλόγρηες, έλαμψε με την αρετή της και η παρθένος Ισιδώρα. Αυτή η μακαρία, για την αγάπη του Χριστού υποκρινόταν την σαλή, εξευτελίζοντας κάθε μέρα τον εαυτό της. Φορούσε κουρέλια κι έκανε τις πιο ταπεινωτικές δουλειές του Μοναστηριού, εξυπηρετώντας σαν αγορασμένη δούλη, όλες τις αδελφές, χωρίς εξαίρεσι. Εκείνες πάλι, σαν να γύρευαν μ’ αυτό να την ανταμείψουν, την περιφρόνησαν τόσο, που κι από την τράπεζα κι από την Εκκλησία ακόμη την έδιωχναν. Έτσι η Ισιδώρα έτρωγε τ’ αποφάγια που περίσσευαν στα πιάτα, ζαρωμένη στο τζάκι του μαγειριού κι άκουγε την ακολουθία της χειμώνα-καλοκαίρι στα σκαλοπάτια της Εκκλησίας. Ήταν αδύνατο να περάση ημέρα χωρίς να τη βρίσουν, να την κτυπήσουν, ή το λιγώτερο να την περιπαίξουν οι άλλες καλόγρηες. Κι αυτή τα δεχόταν όλα αυτά, σαν δροσάτη ανθοδέσμη με την οποία έπλεκε το αμάραντο στεφάνι της δόξης της. Ποτέ δεν αντιλόγησε, δε φιλονίκησε, δεν έδειξε σημάδι ανυπομονησίας.Και να πως ο Θεός έκανε φανερή σ’ όλους την αρετή της:Στο απέναντι βουνό ασκήτευε ένας Άγιος Ερημίτης, ο Αββάς Πιτηρούν. Περνούσε με μεγάλη στέρησι και παίδευε πολύ το σώμα του. Θα ήταν αυτό ίσως αφορμή που του ήλθε κάποτε λογισμός: Άραγε είναι άλλος σ’ αυτό τον τόπο που να σε φτάνη στην αρετή;Την νύχτα είδε στον ύπνο του Άγγελο Κυρίου.- Σήκω και πήγαινε στο γυναικείο Μοναστήρι, τον πρόσταξε. Εκεί θα βρης μια παρθένο με διάδημα στο κεφάλι. Αυτή είναι ασύγκριτα ανώτερη σου.Ο Αββάς Πιτηρούν δεν έχασε καιρό. Μόλις ξημέρωσε, πήρε το ραβδάκι του και τράβηξε για το γυναικείο Μοναστήρι. Οι καλόγρηες του έκαναν μεγάλη υποδοχή, γιατί είχε φήμη Αγίου σ’ όλον εκείνο τον τόπο. Ο Αββάς πήγε στην Εκκλησία και ζήτησε από την Προεστώσα να του παρουσιάση όλες τις αδελφέςς, να τις γνωρίση προσωπικά. Του έγινε αμέσως η επιθυμία. Μία-μία περνούσαν μπροστά απ’ τον Αββά όλες οι καλόγρηες, έβαζαν μετάνοια και στέκονταν στα στασίδια τους. Εκείνος παρατηρούσε προσεκτικά, μα δεν έμεινε ευχαριστημένος. Δεν είδε ανάμεσα τους εκείνη, που του είπε ο Άγγελος, και λυπήθηκε.Σαν πέρασε κι η τελευταία, ρώτησε ο Αββάς, αν υπήρχε άλλη.- Όχι, του αποκρίθηκαν, εδώ είμαστε όλες.- Αδύνατον, είπε ζωηρά ο Αββάς. Πρέπει να υπάρχη ακόμα μία. Εκείνη, χάριν της οποίας έκανα όλη αυτή την οδοιπορία.- ’Εχομε ακόμη μία καλόγρηα στο Μοναστήρι, αναγκάστηκε να φανερώση η προεστώσα μπροστά στην επιμονή του Γέροντος, αλλά είναι σαλή, γι’ αυτό δεν την λογαριάζομε με την Αδελφότητα.Ας έλθη κι αυτή, είπε ο Αββάς.Με πολλή βία ωδήγησαν την ταπεινή Ισιδώρα μπροστά στον Όσιο, ξυπόλυτη, κουρελιασμένη, κατάμαυρη από τους καπνούς του μαγειριού. Μόλις την αντίκρυσε εκείνος, έμεινε σαν μαρμαρωμένος από την έκπληξι. Το παλιομάντηλο που σκέπαζε την κεφαλή της και που οι αδελφές της το αηδίαζαν, έλαμψε στα μάτια του σαν ολόχρυση κορώνα. Ύστερα έπεσε στα γόνατα και της είπε, με φωνή που έτρεμε από συγκίνησι:- Ευλόγησε με, Οσία.Αλλά η ταπεινή Ισιδώρα έσκυψε και του φίλησε τα πόδια.- Εσύ ευλόγησε με, Άγιε Πάτερ.Παραξενεμένες οι καλόγρηες απ’ όσα έβλεπαν μπροστά τους, είπαν στον Αββά.- Μην εξευτελίζης έτσι τον εαυτό σου. Αυτή είναι σαλή.Εκείνος όμως τις κατακεραύνωσε με το αυστηρό του βλέμμα:- Σεις όλες είσθε σαλές και ανόητες. Αυτή εδώ είναι πολύ ανώτερη κι από σας κι από μένα. Της αξίζει να λέγεται Αμμάς. Είθε να μας αξιώση ο Θεός να βρεθούμε στο πλευρό της στη Δευτέρα Παρουσία.Κατόπιν διηγήθηκε τί του είχε αποκαλύψει ο Θεός για την μακαρία Ισιδώρα.Σαν τ’ άκουσαν οι καλόγρηες, έπεσαν στα γόνατα κι εζήτησαν συγχώρησι από την Αδελφή τους κι εξωμολογήθηκαν στον Όσιο τα μαρτύρια που ως τη στιγμή εκείνη της είχαν κάνει.Άλλη την κοροϊδευε από το πρωϊ ως το βράδυ, άλλη την περιέλουζε με ακάθαρτα νερά, άλλη της έτριβε τη μύτη με σινάπι. Δεν βρέθηκε ούτε μία, που να μην την είχε με κάποιο τρόπο βασανίσει.Ο Όσιος έκανε προσευχή γι’ αυτές να συγχωρήση ο Θεός τις απερισκεψίες τους.’Υστερα γύρεψε την Οσία Ισιδώρα να την παρακαλέση να δώση κι αυτή τη συγχώρησι στις Αδελφές της, μα δεν την βρήκαν πουθενά. Πρόλαβε κι έφυγε κρυφά από το Μοναστήρι, για ν’ αποφύγη τον ανθρώπινο έπαινο, και κανείς δεν έμαθε ποτέ πού τελείωσε τη ζωή της.
Από το Γεροντικό

Η φιλακόλουθη κοσμοκαλόγρια



site analysis
71872

Στα Γιάννενα ζει ακόμη μία αγωνίστρια της πνευματικής ζωής: ή Ερικαίτη. Δεν αφήνει ακολουθία, μνήμη αγίου, αγρυπνία. Με ένα ταγάρι στον ώμο, με αγιασμό και βιβλία ή διά Χριστόν σαλή των Ιωαννίνων καθημερινώς θα παρακολούθηση τον όρθρο και τον εσπερινό. Έχασε τον όρθρο και τον εσπερινό; Έχασε την ήμερα. Και μάλιστα ζητάει μετ’ επιμονής την ακολουθία του όρθρου ή του εσπερινού να την τελεί ό ιερεύς.
Όταν γίνεται αγρυπνία παρούσα και ή Έρικαίτη. Τελειώνει ή αγρυπνία, αλλά ή φιλακόλουθη ψυχή της δεν αναπαύεται. Μετά την ολονυκτία θα πάει το πρωί σ’ ένα άλλον ιερό Ναό. Θα καθίσει στα προπύλαια, κάτω στα σκαλοπάτια και θα περιμένει να άνοιξη ό Ιερός Ναός για να παρακολούθηση και εκεί τον Όρθρο και την Θεία Λειτουργία.
Όταν ζούσε ό αείμνηστος πατήρ Παΐσιος και ασκήτευε στην Ιερά Μονή Στομίου Κονίτσης πήγαινε και εκείνη να λειτουργηθεί. Κάποτε την ακολούθησε μία αρκούδα έως την Πύλη της Μονής. Το ανέφερε στον π. Παΐσιο νομίζοντας ότι επρόκειτο για σκύλον. Εκείνος όμως κατάλαβε ότι δεν ήταν σκύλος, αλλά αρκούδα. Τόση αρετή έχει ή ψυχή ώστε και τα άγρια ζώα την πλησιάζουν.
Τον π. Παΐσιο τον φιλοξένησε στην οικία της επί τρεις μήνες όταν έκανε εγχείρηση στον πνεύμονα και τον περιποιήθηκε ιδιαιτέρως. Ό π. Παΐσιος εσέβετο πολύ την μητέρα της Ερικαίτης.
Ήταν ελεήμων. Οι δικοί της δεν της επέτρεπαν να δίνει ελεημοσύνη, αλεύρι κ.λπ. 
Ό π. Παΐσιος —κατόπιν συνεννοήσεως— απασχολούσε την μητέρα της Έρικαίτης και ή Έρικαίτη έδινε το αλεύρι στους πτωχούς, οι όποιοι ήρχοντο με τα ζώα τους.
Είχαν οι δικοί της ένα βαρέλι με κρασί. Περνούσε ένας πτωχός και ή Έρικαίτη έτρεξε να πάρει με ένα δοχείον και για να τον προλάβει να μη αναχώρηση ό πτωχός, από την βιασύνη της, άφησε ανοικτή την κάνουλα του βαρελιού. Το κρασί χύθηκε. Τότε οι δικοί της, της κήρυξαν τον πόλεμο.
Από την αγανάκτηση των δικών της αναγκάσθηκε να φύγει. Ήργάσθη εθελοντικά στην παιδόπολη της Κονίτσης, αν και κατήγετο από αρχοντική οικογένεια. Είχε μία «κάπα» μακριά και έβαζε κάτω από την κάπα φαγητά και τρόφιμα και τα έδιδε ελεημοσύνη.
Τα λεωφορεία της γραμμής την γνώριζαν και την έπαιρναν. Ποτέ δεν χρησιμοποιεί μέσον συγκοινωνίας. Κινείται με «Οτοστόπ». Ποτέ δεν φοράει κάλτσες. Θα την δεις να κινείται με ένα ζευγάρι μπότες. Φοράει τα ίδια ρούχα. Ακόμα δεν παίρνει και την συγκοινωνία. «Γιατί να το δώσω το εισιτήριο; Κάποιο παιδάκι θα πεινά», λέει.
Στην Θεία Λειτουργία τον περισσότερο χρόνο είναι γονατιστή.
Αγαπάει ιδιαιτέρως τον άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ. Είναι κι αυτός σαν κι έμενα: καμπούρης, λέει. Πράγματι, έχει τόσο πολύ καμπουριάσει, πού μετά πολλής βίας ανασηκώνει το κεφάλι της να πάρει τη Θεία Μετάληψη.
Συχνά προφέρει αυτή την φράση για τον π. Παΐσιο: «Αυτός μας βλέπει, αλλά εμείς δεν μπορούμε να τον ιδούμε. Διότι είμεθα τυλιγμένοι μέσα στην ομίχλη των παθών μας».
Στον πόλεμο τους πήραν όμηρους. Την πήραν κι’ εκείνη όμηρο. Μαζί της έφερνε αγιασμό, αντίδωρο κ.λπ.
Οι κάτοικοι της Κονίτσης έλεγαν. Έχομεν τρεις τρελούς: Τον Παΐσιο, την Έρικαίτην και ένα Τούρκο τρελό». Αλλά οι δύο πρώτοι ήσαν σαλοί = τρελοί διά Χριστόν.
Ή Έρικαίτη είναι ό άνθρωπος της παρηγοριάς και της προσευχής. Ό άνθρωπος ό ταπεινός, ό όποιος προσεύχεται για όλον τον κόσμο. Άνθρωπος από εκείνους τούς ανθρώπους, «ων ουκ εστίν άξιος ό κόσμος». Από εκείνους τούς ανθρώπους, οι όποιοι είναι το «άλας της γης», το αλάτι της κοινωνίας.
Είχε πει ότι κατά την εποχή του Αντίχριστου οι άνθρωποι του Θεού θα ζουν σαν «πεταλουδίτσες».
Όταν δούλευε στην παιδόπολη του Ζηρού την ρώτησαν πώς ξυπνούσε το πρωί για να πάει στα παιδιά χωρίς ξυπνητήρι και απαντούσε:
«Άφηνα το παράθυρο ανοικτό και κρύωνα για να ξυπνήσω και να πάω στα παιδάκια».
Σέ όλα τα προσκυνητάρια ανάβει τα καντηλάκια. Όταν έβλεπε ότι τα σπίρτα δεν άναβαν, σταματούσε τα αυτοκίνητα να ζητήσει σπίρτα.
Ταύτα πάντα μου ανέφεραν με σεβασμό πολύν για το ταπεινό πρόσωπον της το ζεύγος Λαγού Γεώργιος και Αλεξάνδρα, καθηγητής και καθηγήτρια του Πανεπιστημίου των Ιωαννίνων.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΠΛΟΙ ΚΑΙ ΑΠΛΑΣΤΟΙ ΚΑΙ ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ. ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΙΩΑΝΝΙΚΙΟΣ ΚΟΤΣΩΝΗΣ. 2000

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2016

Οσία Δόμνα η δια Χριστόν Σαλή του Τόμσκ(+16/29 Οκτωβρίου 1872)



site analysis


Αποτέλεσμα εικόνας για Блаженная Домна Томская
 Η Δόμνα Κάρποβνα γεννήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα από ευγενείς γονείς σε κάποιο χωριό της ρωσικής πόλης Πολτάβα στην ουκρανική επαρχία Περεγιασλάβ.
 Εκεί φαίνεται ότι η Δόμνα ορφάνεψε από μικρή και την ανέθρεψαν συγγενικά της πρόσωπα,επίσης πλούσιοι.Την σπούδασαν και σαν έφτασε σε ικανή ηλικία θέλησαν να την παντρέψουν.Εκείνη δεν ήθελε και έτσι το έσκασε και τριγυρνούσε στους δρόμους της Πολτάβας,όπου την συνέλαβαν με την κατηγορία της επαιτείας και την έστειλαν στην Σιβηρία.
 Εκεί δεν είχε μόνιμο τόπο διαμονής και άρχισε να προσποιείται την σαλή.Τις περισσότερες νύχτες,είτε ήταν χειμώνας,είτε καλοκαίρι,τις περνούσε στο ύπαιθρο προσευχόμενη.Ντυνόνταν πολύ παράξενα.Αντί για ρούχα είχε περιζώσει το σώμα της με διαφόρων μεγεθών τζόγους,που ήταν δεμένοι μεταξύ τους με σπάγκους.
Μέσα οι μπόγοι περιείχαν σχοινιά,παπούτσια ,σπασμένα γυαλιά,πέτρες,ενώ από πάνω είχαν σακούλια με ψωμί,τσάι,κεριά,ζάχαρη,λιβάνι,γάλα,μπίρα,λαχανικά ακόμα και τουρσιά.Αυτά όλα ήταν το ντύσιμό της,το οποίο συνεχώς μετακινούσε γύρω από το σώμα της ενώ προσευχόνταν.Ήταν ένα είδος κομποσχοίνι.
Αποτέλεσμα εικόνας για Блаженная Домна Томская
 Δεν ακολούθησε το πρότυπο των υπόλοιπων δια Χριστόν σαλών,που ήταν μόνιμα ανυπόδητοι.Η όσια φορούσε παπούτσια ή παντόφλες,αλλά πάντοτε διαλυμένες.Επίσης φορούσε σάλι ενώ πολλές φορές δύο ή τρία καπέλα ταυτοχρόνως.Είχε επίσης και ένα παλτό,το οποίο λόγω των μπόγων δεν μπορούσε να φορέσει κανονικά,ενώ τις βαρυχειμωνιές κατέληγε σε κάποιο δυστυχισμένο.
Κάποτε ο μητροπολίτης της περιοχής,Πορφύριος,που την είδε να κάθεται στο φοβερό κρύο της Σιβηρίας,της έδωσε το δικό του παλτό,το οποίο η Δόμνα,αφού τον ευχαρίστησε,το πήρε και σε δύο ώρες βρισκόνταν στους ώμους κάποιου φτωχού.Όταν το έμαθε ο ιεράρχης είπε:«Η αγαπητή μας μικρή σαλή διδάσκει εμάς τους γνωστικούς...»Οι μπόγοι της που ήταν ιδιαίτερα βαρείς και αποτελούσαν από μόνοι τους ένα είδος άσκησης,δεν μπορούσαν να την προφυλάξουν,διότι ανάμεσά τους υπήρχε αρκετό κενό αρκετό να διαπερνά το κρύο και η βροχή.
Αποτέλεσμα εικόνας για Блаженная Домна Томская
 Συχνά κοιμόνταν στις αυλές κάποιων σπιτιών και μόλις ξυπνούσε το πρωί δε μιλούσε σε κανένα,αλλά τακτοποιούσε τους μπόγους της για μία ολάκερη ώρα.Ήταν η ώρα της εωθινής προσευχής.Μετά χαρετούσε τους ιδιοκτήτες των αυλών που πέρασε το βράδυ με τα εξής:«Καλημέρα.Χρόνια πολλά,χρόνια πολλά».Ακολούθως έκανε το σταυρό της,τους φιλούσε και άρχιζε τις σαλότητές,μέχρι να αρχίσει η Θεία Λειτουργία στον κοντινό ναό.Πολλές φορές,αν υπήρχε πολύς κόσμος στον ναό,συνέχιζε και εκεί τις τρέλες της.


 Αγαπούσε πολύ τα ζώα και ιδιαίτερα τα μαντρόσκυλα.Συχνά τα βράδια πλησίαζε τους χώρους που τα είχαν δεμένα και τα έλυνε.Τα ζώα την αγαπούσαν και πολλές φορές μπορούσε κάποιος να τη δει τις νύχτες να ακολουθείται από ολάκερες αγέλες σκύλων.Καθόντουσαν γύρω της και γρύλιζαν ευχάριστα.

Ανάμεσα στα γρυλητά ακουγόνταν και η γλυκειά φωνή της Δόμνας να σιγομουρμουρίζει:
«Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς.Πάσαι αι ουράνιαι δυνάμεις,τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ,πρεσβεύσατε υπέρ ημών».Πάντοτε προσευχόνταν εαν ήξερε ότι δεν την βλέπει κανείς.Μόλις αντιλαμβάνονταν ότι κάποιος την έβλεπε,άρχιζε τις σαλότητές της.
Αποτέλεσμα εικόνας για в Иоанно-Предтеченском монастыре Томской
Το μοναστήρι του Τόμσκ το 1917

 Λίγο πριν κοιμηθεί απόκτησε το χάρισμα της προορατικότητας.Οι κάτοικοι της πόλης της τήν ευλαβούνταν πολύ και όταν κοιμήθηκε ειρηνικά στις 16/29 Οκτωβρίου 1872 παρευρέθηκαν μαζικά στην κηδεία της που έγινε στο γυναικείο μοναστήρι του Τόμσκ,όπου και θάφτηκε.

Από το βιβλίο του Ικαρου Πετρίδη Εμπαίζοντες''Ημείς μωροί δια Χριστόν''
Μεταφορά στο διαδύκτιο proskynitis.blogspot

Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

Η Αγία μητέρα του Κιέβου Αλυπία και η μοιχαλίδα γυναίκα!



site analysis


Ή διά Χριστόν μωρία
Εξωτερικά χαρακτηριστικά της διά Χριστόν σαλότητας στη μακαρία Γερόντισσα Άλυπία αποτελούσαν το απαράμιλλο κόκκινο καπελάκι στο κεφάλι, πού φορούσε χειμώνα-καλοκαίρι και το οδυνηρά κυρτωμένο σώμα από τα βαριά «εξογκώματα». Μπροστά της απαγορεύονταν κάθε ελευθεριότητα ή οικειότητα, επιπόλαιη συμπεριφορά ή άσεμνη ενδυμασία. Οποιαδήποτε σκιά, έστω, αδιαντροπιάς ήταν απαράδεκτη ενώπιον της.

Κάποιες φορές ήταν δυνατόν να λέει αρχικά ακατανόητα πράγματα, το νόημα των οποίων εξηγούνταν, οπωσδήποτε, αργότερα. Το προορατικό χάρισμα της εκδηλωνόταν, κυρίως, σε ένα συγκεκριμένο άτομο, και με τέτοιο τρόπο ώστε να μην φέρει κανένα άνθρωπο σε δύσκολη θέση.
Προβαίνοντας σε αποκαλύψεις προς κάποιον, ή Γερόντισσα κατέγραφε τις αμαρτίες του συνομιλητή της μέσα της. Δεν τις ανάφερε πότε και σε κανένα ούτε καν ως υπαινιγμό. Για παράδειγμα, την επισκέφθηκε μία γυναίκα, που υπέφερε από το πάθος της πορνείας. Εκείνη την υποδέχτηκε με τα λόγια: «Ω, τί καθαρή που είναι ή φούστα σου, ή δική μου είναι βρώμικη». Ή γυναίκα φορούσε καθαρά ρούχα, αλλά τα λόγια της αφορούσαν την καθαρότητα της ψυχής.

 Άλλη φορά ή Αγία Μητέρα μπορούσε να πει ότι και ή ίδια υποφέρει από παρόμοιο πάθος, αν και στην πραγματικότητα αυτό δε συνέβαινε. Ή, να, πώς θα αποκάλυπτε ή Αγία Μητέρα κάποιον που την επισκέφθηκε και ό όποιος δεν έκανε πρωινή προσευχή: 
«Είμαι τόσο κουτή έλεγε, σαν να μιλούσε για τον εαυτό της, που έπαψα να διαβάζω τις πρωινές προσευχές». Και μετά θα προσέθετε: «Έλα εδώ, να, αυτό διάβασε, και αυτό διάβασε, και αυτό, αλλά και αυτό μη το αφήσεις».
Ορίστε ένα ακόμα χαρακτηριστικό παράδειγμα, που διηγήθηκε μία γυναίκα:
- Κάποτε ήμουν μάρτυρας ενός πολύ ενδιαφέροντος και διδακτικού γεγονότος. Μία γνωστή μου, που συχνά έκανε απιστίες στον άντρα της, μου ζήτησε να την οδηγήσω στην Άγια Μητέρα Αλυπία. Πολλές φορές προσπάθησα να πείσω τη γνωστή μου ότι είναι αναγκαίο να αφήσει την αμαρτία και να μετανοήσει εξομολογούμενη στην εκκλησία. Εκείνη, όμως, δεν μπορούσε να επιβληθεί στον εαυτό της. Εκείνη, όμως, ήταν μικρότερη από τον σύζυγο της και πολύ όμορφη. Όποτε στις συμβουλές μου απαντούσε: «Πώς μπορώ να πω κάτι τέτοιο στον ιερέα;».
Και έτσι, λοιπόν, την οδήγησα στη Γερόντισσα Αλυπία. Εκείνη κάθισε κοντά της και είπε: «Ω,τί όμορφη! Και τί ωραίο φόρεμα! Άρχισε να μας φιλεύει και να μας καλομιλά. Βρήκε ότι ή γνωστή μου έχει πολύ λεπτούς τρόπους, μαλάκωσε την καρδιά της και μετά συνέχισε, σαν να μοιραζόταν ένα μυστικό της. Ω κι εγώ στα νιάτα μου πώς ήμουν! Τέτοια ήμουν κι εγώ στα νιάτα μου! Τριγυρνούσα! Είχα πολλούς εραστές, και εσύ είσαι το ίδιο όμορφη...». 
Έτσι, πολύ γρήγορα, ή Αγία Μητέρα έκανε τη γνωστή μου να ανοιχτεί σε αποκαλύψεις, χωρίς να υποπτεύεται τη διά Χριστόν σαλότητα της μακάριας. Και εγώ ξαφνιάστηκα. Πώς μπορεί να λέει κάτι τέτοιο; Αφού ποτέ δεν τα έκανε αυτά! Μήπως αλήθεια έγιναν αυτά;Ή γυναίκα που βοηθούσε στο κελί την Αγία Μητέρα, βλέποντας τη σύγχυση μου, κούνησε το κεφάλι και, καλώντας με κοντά της, μου είπε: 
«Μην το πιστεύετε. Ή Γερόντισσα επίτηδες αναφέρεται στον εαυτό της για να πετύχει τη μετάνοια της άλλης». Ώρα πολύ ή γνωστή μου σκεφτόταν, σκεφτόταν, και μετά με δάκρυα είπε: «Ναι, Αγία Μητέρα, και εγώ στα νιάτα μου έκανα τέτοια, γυρνούσα, είχα εραστή...», και άρχισε να της διηγείται τα πάντα: πόσους εραστές είχε, πώς ήταν άπιστη στον άνδρα της, για τη μοιχεία της, πώς ακόμα, βασανίζεται από τα πάθη της... Ακούγοντας όλα αυτά τη συμβουλεύεσαι να πάει να εξομολογηθεί και να μετανοήσει, και τελικά πρόσθεσε: «Εσύ θα γίνεις μοναχή».
Τελικά ή γυναίκα αυτή εγκατέλειψε διά παντός τις ακολασίες, άρχισε να πηγαίνει τακτικά στην εκκλησία και, τελικά, κατέφυγε σε μοναστήρι. Έτσι, λοιπόν, ή Αγία Μητέρα είχε την ευλογία να έχει το χάρισμα και τη δύναμη να εκτιμά απόλυτα τον άνθρωπο και να τον οδηγεί στην απόλυτη μετάνοια.

Από το βιβλίο:Αλυπία,η Αγία μητέρα του Κιέβου η δια Χριστόν σαλή''

Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

Η Οσία Θεοκτίστη του Βορονέζ η δια Χριστόν σαλή



site analysis


 Η Αγία Θεοκτίστη αναφέρεται επιγραμματικά στους Ρωσικούς συναξαριστές χωρίς άλλο υπόμνημα.Καταγόνταν από την ρωσική πόλη Βορονέζ ά έζησε και ασκήτεψε σε αυτήν και έφερε το επίθετο Μιχαήλοβνα.
  Έζησε τον 20ο αιώνα και αναφέρεται ως νεομάρτυρας,κάτι από το οποίο μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ίσως να έπεσε θύμα του κομμουνιστικού αθεϊστικού καθεστώτος.
  Σίγουρα η αγία ευαέστησε τον Κύριο,με την δύσκολη άσκηση της δια Χριστόν σαλότητας και κατάφερε να εισπράξει το αντίτιμο της άσκησης αυτής στις ουράνιες σκηνές όπου και κατετάγη από τον ίδιο τον Κύριό μας.
   Η Αγία Ρωσική Εκκλησία τιμά και εορτάζει την μνήμη της στις 22 Φεβρουαρίου/4 Μαρτίου ημέρα κατά την οποία παρέδωσε την ψυχή της το έτος 1936

Από το βιβλίο του Ίκαρου Πετρίδη:Εμπάιζοντες''ημείς μωροί δια Χριστόν...''
ΠΗΓΗ.ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ ΑΓ.ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΗΣ-ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΟ ΣΜΟΛΕΝΣΚΙ



site analysis

Αυτόν τον πρώτο Μακαρισμό της επί του Όρους ομιλίας του Κυρίου μας “Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών” μπορούμε να τον αποδώσουμε πλήρως στην ευλογημένη δούλη του Θεού Ξένη, την δια Χριστόν σαλή. Ανήκε σ’ αυτούς που είναι “πτωχοί τω πνεύματι” και τα σαράντα πέντε χρόνια της ασκητικής της ζωής δεν ήταν τίποτε άλλο παρά μια απόκτηση του Αγίου Πνεύματος και μία καθίδρυση της Βασιλείας των ουρανών στην καρδιά της.


“Εις το όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος”. Εδώ αναπαύεται το σώμα της δούλης του Θεού, Ξένης Γκριγκόριεβνα, συζύγου του αυτοκρατορικού πρωτοψάλτου, συνταγματάρχου Ανδρέα Φεοντόροβιτς Πετρώφ. Χήρα σε ηλικία 26 ετών, μία προσκυνήτρια για 45 χρόνια, έζησε 71 χρόνια. Ήταν γνωστή με το όνομα Ανδρέα Φεοντόροβιτς”.


Αυτά γράφονται στο λακωνικό επιτύμβιο πάνω στον τάφο της μακαρίας Ξένης, γραμμένα από ένα άγνωστο πρόσωπο. Καμμιά λαϊκή διήγηση, καμμιά ανάμνηση ανθρώπων, ούτε γραπτές πηγές δεν μας προμηθεύουν πληροφορίες σχετικά με τους γονείς της, την ανατροφή της, την παιδεία της ή άλλη κοινωνική δραστηριότητα. Όμως μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Ξένη Γκριγκόριεβνα δεν ήταν από χαμηλή οικογένεια. Ο σύζυγός της Ανδρέας Φεοντόροβιτς είχε τον βαθμό του συνταγματάρχου και ήταν πρωτοψάλτης στην βασιλική αυλή. Η θέση αυτή ήταν μια πολύ υψηλή κοινωνική θέση και έδινε δόξα και υλική απολαβή.


πηγή-www.miriamturism.ro
Ήταν νέοι. Είχαν αγάπη μεταξύ τους. Υπηρέτησαν και οι δύο στην βασιλική αυλή, έκαναν το γάμο τους, καλούσαν φιλοξενουμένους στο σπίτι τους και αυτοί οι ίδιοι πήγαιναν ως φιλοξενούμενοι σε άλλα σπίτια. Αυτά οι άνθρωποι τα ονομάζουν “καλή τύχη” και φαινόταν ότι τίποτε στο ανδρόγυνο αυτό, τον Ανδρέα και την Ξένη, δεν θα έδινε τέλος σ’ αυτή τους τη χαρά. Αλλά ξαφνικά ένα φοβερό χτύπημα, σαν κεραυνός εν αιθρία, ο αναπάντεχος θάνατος του αγαπημένου συζύγου, κεραυνοβόλησε την Ξένη Γκριγκόριεβνα. Τόσο πολύ καταβλήθηκε αυτή από θλίψη για τον θάνατο του συζύγου της, ώστε στους πολλούς φαινόταν ότι έχασε τα λογικά της. Έτσι νόμισαν οι συγγενείς της, οι φίλοι της και οι γνωστοί της.


Πραγματικά η συμπεριφορά της Ξένης μετά το θάνατο του συζύγου της ήταν πολύ περίεργη. Κατά πρώτον άρχισε να βεβαιώνη όλους όσους την περιτριγύριζαν ότι ο σύζυγός της δεν πέθανε, αλλά ότι πέθανε αυτή. Φόρεσε τα ρούχα του νεκρού συζύγου της και άρχισε να ονομάζη τον εαυτό της Ανδρέα Φεοντόροβιτς.

 Οι συγγενείς της την θεώρησαν περισσότερο για παράφρονα , όταν αυτή άρχισε να μοιράζη την περιουσία της στους φτωχούς και όταν έδωσε το σπίτι της στην Παρασκεύα Ατόνοβα. Οι ενδιαφερόμενοι για την περιουσία της συγγενείς της στράφηκαν στις αρχές και ζήτησαν από αυτές να λάβουν μέτρα εναντίον μιας τέτοιας διάθεσης της κληρονομιάς της από αυτήν. Μετά από αυτήν την αναφορά των συγγενών οι αρχές την κάλεσαν και αφού συζήτησαν μαζί της, συμπέραναν ότι ήταν πολύ καλά στα λογικά της και είχε επομένως κάθε δικαίωμα να κάνη ό,τι ήθελε την περιουσία της.

Τί συνέβηκε πράγματι με την Ξένη Γκριγκόριεβνα; Ασφαλώς συνέβηκε μέσα της μια πλήρης πνευματική αντιστροφή, πού, κατά τα ίδια της τα λόγια, η Ξένη Γκριγκόριεβνα Πέτροβα είχε πεθάνει!…Βάζοντας τα ρούχα του συζύγου της και παίρνοντας το όνομά του ήταν , κατά τη γνώμη της, σαν να παρατεινόταν η δική του ζωή στο πρόσωπό της για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες του με τη δική της αφιερωμένη στο Θεό ζωή. Τώρα αυτή παρουσίαζε τον εαυτό της στον κόσμο με την πιο δύσκολη υπηρεσία του Θεού ως “κατά Χριστόν τρελλή”.




Ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης λέγει: “Υπάρχει μια αληθινή, πραγματική ζωή και μια φαινομενική, ψεύτικη ζωή. Το να ζης για να τρως, να πίνης, να ντύνεσαι, για να απολαμβάνης και να γίνεσαι πλούσιος, το να ζης γενικά για εγκόσμιες χαρές και φροντίδες, αυτό είναι μια φαντασία. Το να ζης όμως για να ευχαριστής τον Θεό και τους άλλους, για να προσεύχεσαι και να εργάζεσαι με κάθε τρόπο για την σωτηρία των ψυχών τους, αυτή είναι πραγματική ζωή. Ο πρώτος τρόπος ζωής είναι ακατάπαυστος πνευματικός θάνατος. Ο δεύτερος είναι ακατάπαυστη ζωή του πνεύματος.”(Άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης, Περί της εγκοσμίου ζωής) .


Από αυτό βλέπουμε ότι το “χτύπημα” που “χτύπησε” την δούλη του Θεού Ξένη ήταν μια ώθηση από την μη πραγματική ζωή στην ζωή του Πνεύματος.

Η μακαρία Ξένη, που ήταν πλούσια πρώτα έζησε τώρα μια φτωχική, πολύ φτωχική ζωή. Δεν είχε πραγματικά που να κλίνη την κεφαλή της. Για σκέπη της είχε τον μελαγχολικό βροχερό ουρανό της αγίας Πετρούπολης, ενώ για κρεβάτι της είχε το υγρό γυμνό έδαφος. Περνούσε τις νύχτες της προσευχόμενη γονατισμένη στο γυμνό έδαφος των χωραφιών. Αυτό το μαρτυρούσαν η αστυνομία και οι κάτοικοι, που την ανακάλυψαν, γιατί είχαν την περιέργεια να μάθουν που εξαφανιζόταν τις νύχτες. Κάποτε κάποιος αστυνομικός την παρακολούθησε και την είδε να κλίνη τα γόνατά της σ’ ένα ανοιχτό χωράφι και να προσεύχεται. Άρχισε να προσεύχεται από το βράδυ και δεν σηκώθηκε μέχρι το πρωΐ. Κατά τη διάρκεια των προσευχών της έκανε μετάνοιες σε όλες τις διευθύνσεις προσευχόμενη για όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς.
Κατά την ημέρα συνήθως γύριζε γύρω στους δρόμους της αγίας Πετρούπολης. Τα κουρελιασμένα ρούχα της δύσκολα την σκέπαζαν- μια κόκκινη φούστα και μια πράσινη ζακέτα. Στα πόδια της είχε χαλασμένα παπούτσια και γύρω από το κεφάλι της είχε δεμένο ένα παλιό μαντήλι. Ακόμα και κατά τον βαρύ χειμώνα δεν φορούσε ζεστά ρούχα και παπούτσια, αν και η καλωσύνη του λαού της πρόσφερε πολλά απ’ αυτά. Σε όλες τις περιόδους του έτους την έβλεπαν ντυμένη στα ίδια κουρέλια. Το κρύο στην αγία Πετρούπολη ήταν δυνατό και διαπερνούσε τα κόκκαλα. Αλλά η Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που χύνεται με αφθονία στους αγίους του Θεού, τους έκανε να νικούν τους νόμους της φύσεως. Αυτή η Χάρη του Αγίου Πνεύματος έδινε ζεστασιά και δύναμη στη μακαρία Ξένη.Όλοι αγαπούσαν αυτήν την ήσυχη, την ήρεμη, την ταπεινή και την ευγενική δούλη του Θεού Ξένη. Πολλοί την λυπούνταν και της έδιναν ελεημοσύνη, αλλά αυτή δεν την έπαιρνε. Εάν δεχόταν κανένα μικρό κέρμα, αμέσως το έδινε σε κάποιον φτωχό ζητιάνο.
Όταν κτιζόταν μια Εκκλησία στο νεκροταφείο Σμόλενσκ, τη νύχτα η μακαρία Ξένη έσερνε λίθους με τα αδύνατα χέρια της ως την κορυφή των τοίχων του οικοδομήματος. Με αυτό που έκανε έγραφε το όνομά της για πάντα στο βιβλίο των μνημοσύνων με την δέηση “υπέρ των μακαρίων και αειμνήστων κτητόρων του αγίου οίκου τούτου”. Οι κτίστες παραξενεύονταν βλέποντας τους λίθους στην κορυφή. “Από που βρίσκονται αυτοί οι σωροί των λίθων κάθε πρωΐ;” έλεγαν. Αλλά κατάλαβαν έπειτα ότι βοηθός τους ήταν η μακαρία Ξένη.



Αυτά που γράψαμε μέχρι τώρα γι’ αυτούς τους κόπους και τους αγώνες της μακαρίας Ξένης τα γνωρίζουμε από το συναξάριο του λαού. Πόσα όμως άλλα άγνωστα για μας θα υπάρχουν γι’ αυτή τη θαυμαστή οσία, που είναι όμως γνωστά μόνο στο Θεό;


Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε: “Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι” (Μάρκ.8,34). Με ταπείνωση, με υπομονή και χαρά η μακαρία Ξένη σήκωσε με προθυμία και αυταπάρνηση τον σταυρό της πνευματικής πενίας και αντί να σκέπτεται το δικό της συμφέρον έκλεισε στην καρδιά της όλους τους “γείτονές” της με τις δυστυχίες τους, τις ανάγκες τους, τις φροντίδες και τις λύπες τους. “Γείτονές” της, εικονικώς ομιλούντες, ήταν όλοι οι κάτοικοι της αγίας Πετρούπολης.

Комаров Николай. Ксения Петербургская
Η μακαρία Ξένη, όταν περπατούσε στον δρόμο, από όλες τις μεριές, από όλα τα αμάξια που περνούσαν άκουγε να φωνάζουν: “Ανδρέα Φεοντόροβιτς, σταμάτα. Θέλω να σε πάρω στο αμάξι μου έστω και για λίγα βήματα”. Και όταν έμπαινε σε κάποιο αυτοκίνητο, το εισόδημα του αυτοκινήτου αυτού την ημέρα εκείνη ήταν πολύ μεγάλο. Η μακαρία Ξένη προτιμούσε να κάθεται σε αυτοκίνητα ανθρώπων που είχαν ανάγκη βοηθείας. Εάν μιλούσε με κανέναν που ήταν στενοχωρημένος, αμέσως αυτός καταπραϋνόταν και του ερχόταν μια θαυματουργική βοήθεια. Όταν θώπευε ένα άρρωστο παιδάκι, αμέσως αυτό γινόταν καλά. Οι έμποροι την παρακαλούσαν να πάρη κάτι ως δώρο ή τουλάχιστον να μπη στο κατάστημά τους. Ήξεραν ότι εκείνη τη μέρα οι δουλειές τους θα πήγαιναν πολύ καλά και τα κέρδη τους θα ήταν πολλά.


Η μακαρία Ξένη έλαβε από τον Θεό και το προορατικό χάρισμα. Κάποτε, το έτος 1764, ταράχτηκε πολύ και ξέσπαγε κάθε μέρα σε δάκρυα. Οι άνθρωποι την ρωτούσαν την αιτία που κλαίει και αυτή απαντούσε: “Αίμα, αίμα, αυλάκι από αίμα!”. Τότε όλοι ήταν ανήσυχοι για το τί άραγε θα συνέβαινε. Αλλά τρεις εβδομάδες αργότερα οι πολίτες της αγίας Πετρούπολης έμαθαν τί εσήμαιναν τα λόγια της. Από την ρωσική ιστορία γνωρίζουμε ότι η προσπάθεια του αξιωματικού Μίροβιτς να ελευθερώση τον αιχμάλωτο βασιλέα Ιβάν Αντώνοβιτς, που ήταν φυλακισμένος στο φρούριο Schlusselburg, απέτυχε και ο Ιβάν Αντώνοβιτς φονεύθηκε.

 
Ο ΤΑΦΟΣ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΞΕΝΙΑΣ

Στις 24 Δεκεμβρίου 1761, την παραμονή της Γεννήσεως του Χριστού, η μακαρία Ξένη περιερχόταν τους δρόμους της πρωτεύουσας και έλεγε στον καθένα να κάνη τηγανίτες. Την επομένη μέρα ακούστηκε το φοβερό νέο: η αυτοκράτειρα Ελισάβετ Πέτροβα πέθανε ξαφνικά. Οι τηγανίτες θα ήταν για την αγρυπνία, που η προικισμένη με το προορατικό χάρισμα οσία Ξένη προφήτευσε. Τέτοιες περιπτώσεις που εκδηλωνόταν το προορατικό χάρισμά της και περιπτώσεις βοηθειών που πρόσφερε στον λαό με το χάρισμά της αυτό, έχουμε πολλές.


Ο αγώνας των δια Χριστόν σαλών ήταν δύσκολος. Οι άγιοι μοναστικοί πατέρες και ασκητές έφυγαν από τους πειρασμούς αυτού του κόσμου στην έρημο και στα δάση και έλαβαν την αμοιβή των κόπων τους στους ουρανούς και το φωτοστέφανο της αγιότητάς τους στη γή. Όμως οι μακάριοι δια Χριστόν σαλοί δεν άφησαν τον κόσμο και με την εμφάνιση της σαλότητας έκρυβαν τους πνευματικούς αγώνες, μη θέλοντες να παρουσιάσουν τους εαυτούς τους ως δίκαιους ανθρώπους, αλλά ως τρελλούς.

Η δούλη του Θεού Ξένη είδε καθαρά την δυσκολία αυτού του αγώνα των κατά Χριστόν σαλών και για να προετοιμάση πνευματικώς την ψυχή της, εξαφανίστηκε από την αγία Πετρούπολη για οκτώ χρόνια. Πρέπει να υποθέσουμε ότι αυτό ήταν το πρώτο στάδιο της επί σαράντα πέντε χρόνια αφιερώσεώς της. Ο πρώην Αρχιεπίσκοπος Ανδρέας είχε αξιόπιστη πληροφορία ότι η μακαρία Ξένη για την πνευματική της τελείωση εδαπάνησε αυτά τα χρόνια μεταξύ των Στάρετς προετοιμάζοντας τον εαυτό της για τον δύσκολο αγώνα των δια Χριστόν σαλών και ήταν κάτω από την πνευματική τους καθοδήγηση.


Πού ήταν οι Στάρετς; Ίσως ήταν στο Hermitage ή σ’ ένα από τα μοναστήρια που αυτόν τον καιρό είχαν Στάρετς, μαθητές του Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ. Ύστερα από οχτώ χρόνια πάλι ξαναγύρισε στην πατρίδα της, την αγία Πετρούπολη, και δεν την ξανάφησε στα άλλα τριάντα επτά χρόνια της ζωής της σ’ αυτόν τον κόσμο.
Ήρθε τέλος η στιγμή που έληξαν οι αγώνες της. Η μακαρία Ξένη εγκατέλειψε τον πρόσκαιρο κόσμο και εισήλθε στον αιώνιο. Υποθέτουν ότι αναπαύθηκε μεταξύ των ετών 1806 και 1814. Δεν υπάρχει ακριβής πληροφορία σχετικά με αυτόν τον χρόνο και είναι αδύνατο να καθορίσουμε ακριβώς την χρονολογία του θανάτου της. Γνωρίζοντας την αγάπη και τον σεβασμό με τον οποίο την περιέβαλε ο κόσμος μπορούμε να υποθέσουμε με βεβαιότητα ότι η κηδεία της είχε μεγάλη επισημότητα και ότι πολύς κόσμος θα συγκεντρώθηκε, για να της δώση τον τελευταίο χαιρετισμό.

Αμέσως μετά την κηδεία της οι θαυμαστές άρχισαν να παίρνουν χούφτες χώμα από τον τάφο της. Ο αριθμός των προσκυνητών αύξανε κάθε μέρα. Ο σωρός του χώματος στον τάφο της συνέχεια ελαττωνόταν. Τελικά τοποθετήθηκε στον τάφο της μια πέτρινη πλάκα, αλλά και αυτήν την έσπαζαν κομμάτια και την αφαιρούσαν. Τελικά τοποθετήθηκε πάνω στον τάφο της μια πλάκα από γρανίτη με την επιγραφή που είπαμε στην αρχή και έπειτα χτίστηκε στον τάφο της ένα εκκλησάκι με τις προσφορές των πιστών. Πολλοί πιστοί άρχισαν να γράφουν στους τοίχους του ναϋδρίου διάφορα αιτήματα, ώστε αναγκάστηκαν να τον χρωματίσουν. Οι ιερείς έκαναν παννυχίδες στο ναό από νωρίς το βράδυ μέχρι αργά το πρωΐ.

Τα χέρια των αθεϊστών δεν σεβάστηκαν τον τόπο της αναπαύσεως της αγίας. Γι’ αυτό τα παράθυρα ήταν κλειστά με σανίδες και η είσοδος ήταν κλειστή, αλλά ο δρόμος προς το νεκροταφείο Σμόλενσκ ήταν πάντοτε ανοιχτός. Νέοι και γέροι πήγαιναν στο παρεκκλήσιο, ψιθύριζαν τα αιτήματά τους για βοήθεια και έσκυβαν στο έδαφος κοντά στον τάφο.



Και η μακαρία Ξένια τους βοηθούσε όλους.

(Αναδημοσίευση από το περιοδικό “Ορθόδοξη Ζωή”, Μάρτιος 1981)
www.gonia.gr
proskynitis.blogspot.com