Όπως θυμάται ο Απόστολος Αναγνώστου
Δευτέρα 28η Οκτωβρίου του 1940. Η πρώτη μέρα από την επίσημη έναρξη μιας σειράς συγκλονιστικών γεγονότων για την πατρίδα μας και το χωριό μας.
Νέος τότε εγώ βρισκόμουνα στο χωριό τότε, αφού για οικονομικούς λόγους είχα σταματήσει το Γυμνάσιο. Με τη μάνα μου ετοιμαζόμασταν να πάμε στις ελιές σε ένα χωράφι κοντά στο χωριό, γύρω στις 10 θα ήταν, όταν ακούστηκε ο ντελάλης Ευστράτιος Τακτικός (Μακεδόνος) να διαλαλεί: «Όλοι οι άνδρες να συγκεντρωθούν στο γραφείο της Κοινότητας με τα απολυτήρια του στρατού στα χέρια, για να πάρουν οδηγίες».
Παρένθεση. Τους προηγούμενους μήνες όλους τους έφεδρους για στράτευση, τους καλούσαν κατά καιρούς στην αστυνομία και με κάποια επιλογή που οι στρατιωτικού επέλεξαν, έγραφαν στα απολυτήρια των εφέδρων διάφορα γράμματα: Ρ, Σ, Π…και τότε μάλιστα κυκλοφόρησε κι το δίστιχο: « Με το Σ και με το Ρ / έκανε ο Μεταξάς στρατό».
Το γραφείο της κοινότητας στεγαζόταν τότε στο καφενείο και κουρείο των αδελφών Λαμπρινού. Σταμάτη και Μιχάλη, όπου εγκαταστάθηκε και η υπηρεσία της κοινότητας επειδή το άλλο γραφείο ήτανε υπό κατάρρευση.
Όλος, ο κόσμος όχι μόνο οι στρατεύσιμοι γέμισαν τους δρόμους του χωριού. Σε λίγο καταφτάνει ο αστυνόμος από τα Βασιλικά και ανακοινώνει ότι καλούνται να καταταγούν στο στρατό, με βάση τα γράμματα που είχαν στο απολυτήριο, και να αναχωρήσουν στο Μέτωπο, για τον πόλεμο που μας κήρυξε η Ιταλία.
Όλοι τότε οι καλούμενοι που όπως φάνηκε όταν άρχισαν να συγκεντρώνονται ανήκαν στις κλάσεις 1927 έως 1939, δηλαδή οι ηλικίες από 21 έως 33 ετών.
ΣΤΟ ΚΑΦΕΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟ ΤΩΝ Α/ΦΩΝ Β ΣΤΑΥΡΑΚΕΛΛΗ |
Η χαρά και η συγκίνηση ανακατωμένες εκείνη τη μέρα. Όλες σχεδόν οι οικογένειες είχαν και κάποιαν που έφευγε για το Μέτωπο. Μερικές δε οικογένειες είχαν και δυο και τρία άτομα, όπως η οικογένεια Δούκα Αλβανού τρία άτομα, η οικογένεια Σταυρακέλλη δύο άτομα…
Τότε όλες οι γυναίκες, τα παιδιά και οι μεγαλύτεροι, μάνες, αδερφάδες, σύζυγοι, αρραβωνιαστικιές, κοπέλες, παιδιά συνόδευαν τους στρατευμένους με λουλούδια, με αγκαλιές και με δάκρυα στα μάτια αλλά και με χαρά σαν να έφευγαν για πανηγύρι, μέχρι το πάνω μέρος του χωριού από όπου και θα πέρναγε το λεωφορείο για να τους πάρει. Πρέπει να ήσαν οι στρατευμένοι γύρω στους 50. Μια μέρα που μέσα στην τραγικότητα του πολέμου έμεινε ανεξίτηλη και ξεχωριστή στο χωριό μας.
Μέσα στα σπίτια κανείς. Κάποια στιγμή έρχεται το λεωφορείο, από τον Πολιχνίτο, που όμως ήτανε γεμάτο. Μόλις άνοιξε την πόρτα ο οδηγός Δ. Αποστολέλλης (Τσομπάνης), για να πει ότι έρχεται άλλο λεωφορείο, πρόλαβε τότε και τρύπωσε μέσα, θυμάμαι, μόνο ο Χαράλαμπος. Προκοπίου και η πόρτα έκλεισε. Αργότερα έρχεται το άλλο λεωφορείο και παίρνει τους υπόλοιπους. Σύννεφο τα μαντήλια μέσα κι έξω από τα παράθυρα του λεωφορείου ανέμοζαν στον αέρα για τους αλληλοχαιρετισμούς.
Η μέρα συνεχίστηκε με διάφορες οδηγίες που ερχότανε απ’ το τηλέφωνο και τις οποίες διαλαλούσε ο ντελάλης στο χωριό. Τα παράθυρα σκεπάστηκαν με μπλε κόλες, η κυκλοφορία απαγορεύτηκε και άλλα. Το καφενείο του Βασίλη Σταυρακέλλη όπου υπήρχε ραδιόφωνο, όλη τη μέρα, απ’ το πρωί ως το βράδυ, ήτανε γεμάτο, με καθιστούς και όρθιους, άκουγαν τα νέα. Εκεί μέσα ακούστηκε στο χωριό μας και το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν:
ΚΑΦΕΠΑΝΤΟΠΩΛΕΙΟ ΣΤΑΥΡΑΚΕΛΛΗΔΩΝ |
«Εδώ Ραδιοφωνικός Σταθμός Αθηνών. Μεταδίδομεν το πρώτον ανακοινωθέν του Ελληνικού Γενικού Στρατηγείου. Αι Ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλουν από της 5ης και 30, πρωινής της σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους».
Εκεί λοιπόν στο καφενείο που μια και μόνο λάμπα το φώτιζε, ακούστηκε μια φωνή: «Ένας φαντάρος…». Βγήκαν έξω, δε μπορώ να θυμηθώ ποιος ήτανε, για να τον ρωτήσουν τι έγινε με τους στρατευμένους. Μάθαμε ότι τους συγκέντρωσαν στους Λάμπου Μύλους και από κει θα κανονιζόταν να φύγουν για το Μέτωπο. Εδώ πρέπει να σημειώσω ότι αργότερα κλήθηκαν και κλάσεις 1923 – 1926.
Η κλάση 1940, αργότερα ονομάστηκε «Τάγμα Δωδεκανήσου» επειδή προοριζόταν για την απελευθέρωση της Δωδεκανήσου.
Από το ραδιόφωνο του Σταυρακέλλη μαθαίναμε την εξέλιξη του πολέμου.
14 Νοεμβρίου 1940.
Χτύπησαν για πρώτη φορά πανηγυρικά οι καμπάνες της Εκκλησίας.
Ήτανε η μέρα που τα Ιταλικά στρατεύματα εκδιώχτηκαν από τα στρατό μας έξω από τα Ελληνικά σύνορα. Από κει και πέρα οι καμπάνες χτυπούσαν κάθε φορά που ο στρατός μας απελευθέρωνε μια μετά την άλλη της Ελληνικές, πόλεις της Β. Ηπείρου, Κορυτσά, Αργυρόκαστρο, Άγιοι Σαράντα…
Στο ηρώο του χωριού μας ανάμεσα στα ονόματα αυτών που κατά καιρούς χάρισαν τη ζωή τους στην πατρίδα μας βρίσκονται και τα εξής δύο:
Ø Στρατιώτης Τακτικός Ευστράτιος του Στυλιανού 1940
Ø Στρατιώτης Μοριανέλλης Γεώργιος του Αντωνίου 1940
Οπόταν θυμάμαι αυτή τη μέρα, ακόμα και τώρα ακόμη συγκινούμαι ΣΕΛΙΔΑ 1Η : .
Μια μοναδική μέρα για το χωριό μας. Χαρά, λύπη, προσδοκίες για καλό τέλος, επιστροφή των παιδιών…
Γι’ αυτό και σημειώνω αυτές τις γραμμές τούτη τη φετινή επέτειο ης εθνικής μας επετείου.