Καθώς τη Δευτέρα θα είναι η πρώτη ουσιαστικά ημέρα (τυπικά η δεύτερη η πρώτη, στις 5 Γενάρη, αναλώθηκε στην υποβολή και ανάπτυξη κάποιων ενστάσεων, και ακολούθως το διαστήριο διέκοψε) της
«πολύκροτης δίκης», κατά την έκφραση του αξιότιμου κυρίου Τάσου Τέλλογλου στο μνημειώδες άρθρο του Το παρασκήνιο μιας δίκης με
άρωμα ΕΣΥ της έγκριτης εφημερίδας των εφοπλιστών και επιχειρηματιών «Καθημερινή», ο ιστολόγος, εκ των κατηγορουμένων, αδυνατεί να συγκεντρωθεί και να σχολιάσει κάποιο, έστω, από τα τόσα σοβαρά που συμβαίνουν γύρω μας και το ρίχνει στα ελαφρά (ή ελαφρότροπα). Για τα λιμερίκια έχω γράψει την ιστογραφή Ανοησίες
. Όπως γράφω εκεί, με τον όρο λιμερίκι έχουμε αποδώσει στα ελληνικά τον αγγλικό όρο limerick, που σημαίνει πεντάστιχα ποιήματα, με ομοιοκαταληξία ΑΑΒΒΑ και περιεχόμενο ελαφρό έως ανόητο, γουστόζικο πάντως, πολλές φορές περιπαικτικά, σκωπτικά, σατιρικά ή αθυρόστομα. Λέγονται έτσι επειδή πρωτοεμφανίστηκαν στην πόλη Limerick της Ιρλανδίας. Εδώ έχω 5 λιμερίκια αφιερωμένα στον The odoro(u)s Pangalos:
Σάββατο, Ιανουαρίου 15, 2011
Πέντε λιμερίκια προς «The odoro(u)s Pangalos»
Πέμπτη, Ιανουαρίου 13, 2011
The odoro(u)s Pangalos
Δύσοσμος είναι, δεν θ' ασχοληθώ ιδιαίτερα με την αφεντιά (διάβαζε ασχήμια) του. Ναι, για τον Πάγκαλο (εκ του παν + κάλος, σχηματισμός κατά το πανηλίθιος) ο λόγος, ο οποίος έγρουξε πάλι, κατά το συνήθειό του. Το γρούξιμο αυτό ακούστηκε σε κάποια αίθουσα του πανεπιστημίου της Οξπόρδης (όπου πολλοί χάχες το απόλαυσαν η όλη εκδήλωση ενδεικτική της κατάντιας των πνευματικών ιδρυμάτων στον εμπορευματοποιημένο καπιταλιστικό κόσμο μας) πέρυσι τον Μάιο, αλλά έφτασε στ' αφτιά μας πρόσφατα χάρη σε δημοσίευμα ελληνικής εφημερίδας. Κι έτσι μάθαμε ότι ο ανόητος αυτός πάγκαλος (=παν+κάλος) νόμισε ότι θα μπορούσε να βρομίσει τους ήρωες αγωνιστές του 1821! Τα ξέρετε
«Ένα μάτσο αγράμματοι και απλοϊκοί χωριάτες που μετά βίας μιλούσαν ελληνικά εξεγέρθηκαν κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στη θέση της εγκαθίδρυσαν ένα σύστημα πελατειακών σχέσεων, το οποίο παραμένει άθικτο μέχρι σήμερα» απεφάνθη ο υπερφυσικός βοθρα(σ)κός