ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΑΝΕΩΤΙΚΟ ΡΕΥΜΑ (Ε.Α.Ρ.)
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ
 
 
 
 
Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΑΝΑΝΕΩΤΙΚΟΥ ΡΕΥΜΑΤΟΣ (Ε.Α.Ρ.) ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ
(ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2007)
 
Εισηγητής: Βλάσης Γ. Ρασσιάς

ΟΡΙΣΜΟΙ 

1. Πώς ορίζουμε τον ’νθρωπο. 

Ορίζουμε τον ’νθρωπο, όπως και οι πρόγονοί μας (επί του προκειμένου Επίκτητος και Σπεύσιππος), ως το μοναδικό από τα θνητά όντα που έχει την ικανότητα να κάνει έλλογη χρήση των παραστάσεών του και να διαχειρίζεται την Λογική και την Γνώση. 

Η συγκεκριμένη ικανότητα κάνει τον άνθρωπο μία αυτοτελή πνευματική αξία, η οποία κάθε φορά που αναγνωρίζεται και τιμάται δημιουργεί κουλτούρες αξιοπρέπειας και ελευθεροπρέπειας, κοντολογίς Ανθρωπισμό.  

2. Πώς ορίζουμε τον ιδεατό για εμάς ’νθρωπο.  

Ορίζουμε ως ιδεατό για εμάς ’νθρωπο, το απτό, και αποδεδειγμένα εφικτό, άριστο επίπεδο του ανθρωπίνου είδους, στο οποίο τα μέλη του που βρίσκονται εκεί, είναι ικανά να διάγουν τον βίο τους ως «πεπολιτισμένα» όντα, δηλαδή έλλογα, πνευματικά καλλιεργημένα και πολιτικά. 

Η ανθρώπινη φύση έχει 2 πλευρές: μία στατική και μία δυναμική. Η πρώτη είναι κοινή σε όλα τα ανθρώπινα όντα και αφορά τις βιολογικές προδιαγραφές και δυνατότητές τους. Η δεύτερη διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και αφορά την δυνατότητα παραγωγής έργου, διαμορφώσεως κουλτουρών και εν τέλει δημιουργίας Πολιτισμού. Σε αυτήν την δυναμική πλευρά της ανθρωπίνης φύσεως, κρίνουμε την ευγενή άμιλλα όχι απλώς επιθυμητή, αλλά και κατεξοχήν ευκταία, στον ίδιο βαθμό που κρίνουμε καταδικαστέο τον κάθε λογής ισοπεδωτισμό, όσο και τον κάθε λογής πολιτισμικό επεκτατισμό. 

Όλες οι ανθρώπινες κουλτούρες είναι σεβαστές και κανείς δεν νομιμοποιείται να τις ιεραρχεί σε ανώτερες ή κατώτερες, όπως και δεν νομιμοποιείται με χρήση άμεσης ή έμμεσης βίας να «κονταίνει» εκείνες που «του φαίνονται» εξέχουσες, ή να καταστρέφει ή να κατασπαράσσει εκείνες που «του φαίνονται» υποδεέστερες. Το μόνο που δικαιούται κάποιος να πράξει, είναι να επιλέξει εκείνη την κουλτούρα η οποία, κατά την δική του και μόνον κρίση, τού ταιριάζει και τού φαίνεται καλύτερη, δηλαδή να επιλέξει αυτήν που του αξίζει.  

Με βάση τα παραπάνω, εμείς επιλέγουμε συνειδητά για τον δικό μας δημόσιο και προσωπικό βίο, τον Ελληνισμό ή ορθότερα το «Ελληνικόν», το οποίο βεβαίως δεν είμαστε διατεθειμένοι να «κοντύνουμε» για να γίνουμε αρεστοί σε τρίτους, στον ίδιο βαθμό που δεν έχουμε και πρόθεση να τους το επιβάλουμε.  

3. Πώς ορίζουμε το Ελληνικόν. 

Ορίζουμε το Ελληνικόν, ως ολοκληρωμένο σύστημα αξιών, ολοκληρωμένο τρόπο σκέψεως, αλλά και τρόπο θεάσεως και αντιλήψεως του Κόσμου («κοσμοθέαση» - «κοσμοαντίληψη»), που δόθηκε από τους προγόνους μας στην ανθρωπότητα, ως ενιαίο και αιώνιο πνευματικό κληροδότημα.  

Αυτονόητο είναι ότι απορρίπτουμε την έκπτωση αυτής της Ελληνικότητας σε απλή υπηκοότητα ενός κράτους, το οποίο θέλει να λέγεται «Ελληνικό», ή σε πρώτο συστατικό διαφόρων ιδεολογημάτων και ιδεοληψιών. 

Ως ένα ολοκληρωμένο σύστημα αξιών, ένας ολοκληρωμένος τρόπος σκέψεως, αλλά και τρόπος θεάσεως και αντιλήψεως του Κόσμου («κοσμοθέαση» - «κοσμοαντίληψη»), το Ελληνικόν υπηρετείται από, αλλά και ισόποσα υπηρετεί, κάθε άνθρωπο που συνειδητά επιλέγει να κινηθεί στα πλαίσια της Λογικότητας, του Ανθρωπισμού και του Πολιτισμού. 

Ενσαρκώνοντας διαχρονικά, εξαιτίας των πιο πάνω πλαισίων, τα ανώτατα επίπεδα της πολιτισμικής και πολιτικής εκφράσεως του Ανθρώπου, το Ελληνικόν αποτελεί, για τον δυτικό τουλάχιστον άνθρωπο, τον μοναδικό ασφαλή πνευματικό οδηγό για την λογική διαχείριση του δημοσίου και προσωπικού καθημερινού βίου. 

Ως ένα ολοκληρωμένο σύστημα αξιών, ένας ολοκληρωμένος τρόπος σκέψεως, αλλά και τρόπος θεάσεως και αντιλήψεως του Κόσμου («κοσμοθέαση» - «κοσμοαντίληψη»), το Ελληνικόν δεν χρειάζεται «συμπλήρωση» από άλλα αξιακά συστήματα, νοοτροπίες και θρησκείες, τουλάχιστον για εκείνους που συνειδητά επιλέγουν να κινηθούν στα πλαίσια της Λογικότητας, του Ανθρωπισμού και του Πολιτισμού.  

Το Ελληνικόν είναι το πολιτισμικό προϊόν ενός συγκεκριμένου έθνους, του έθνους των Ελλήνων, κατά την εποχή που εκείνοι ήσαν ελεύθεροι και είχαν το δικαίωμα τού αυτοκαθορισμού και της αυτοθεσμίσεως.  

Όπως έχει καταδείξει έως σήμερα η Ιστορία, κάθε φορά που η ανθρωπότητα χρειάσθηκε να κάνει ένα βήμα προόδου (Αναγέννηση, Διαφωτισμός, κ.ά.), στράφηκε υποχρεωτικά σε εκείνο το πνευματικό κληροδότημα των Ελλήνων. Σε εκείνο ακριβώς το κληροδότημα στρεφόμαστε και εμείς, οι φυσικοί και πνευματικοί απόγονοί τους, τώρα που επιτέλους οι καιροί απαιτούν να κάνουμε βήματα προόδου. 

4. Πώς ορίζουμε την Παιδεία.  

Προσυπογράφουμε τον ορισμό των προγόνων μας γι' αυτό το σπάνιο δημιούργημά τους, το οποίο λόγω της μοναδικότητάς του αφήνεται αμετάφραστο (ως «Paideia») από τους σοβαρούς σύγχρονους ελληνιστές μελετητές, συγγραφείς και στοχαστές. 

Ορίζουμε δηλαδή την Παιδεία ως την δύναμη καλλιεργείας που καθιστά τους ανθρώπους ικανούς να δίδουν σε άλλους το δικαίωμα του λόγου και, επίσης, να καταλαβαίνουν τα όσα οι άλλοι λέγουν, δηλαδή «ΛΟΓΟΝ ΔΙΔΟΝΑΙ ΚΑΙ ΛΑΜΒΑΝΕΙΝ» (Ξενοφών, «Οικονομικός», 11,22), ώστε να κατανοήσουν και να κατακτήσουν την Αρετή, ως ολοκληρωμένοι και τέλειοι πολίτες, γνωρίζοντες την τέχνη τού να άρχουν και να άρχονται κατά τις επιταγές του Δικαίου (Πλάτων, «Νόμοι» Α 643 e). 

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΘΕΣΗ: ΠΩΣ ΕΠΙΘΥΜΟΥΜΕ ΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. 

Α) Το νέο άτομο εκλαμβάνεται ως συνεχώς αναπτυσσόμενο - μετεξελισσόμενο ον, με αυθυπαρξία και αυτονομία και όχι ως μία μικρογραφία ενηλίκου. Τείνει να είναι ικανό να αυτοπροσδιορίζεται από την στιγμή κιόλας της γεννήσεώς του. Μετεξελίσσεται ομαλά και σταδιακά, από την εν δυνάμει στην αντίστοιχη «εν ενεργεία κατάστασή» του, με φυσικό στόχο την ολοκλήρωση - τελείωσή του. Ο ρόλος της Παιδείας είναι «η διευκόλυνσή του», μέσα από διαδικασίες - λειτουργίες, στο να λάβει τελικά την απόλυτή του μορφή. 

Οι γονείς πρώτα απ? όλα οφείλουν να το φροντίζουν με επιμέλεια, να είναι γνώστες των σταδίων της εξελίξεώς του, να ικανοποιούν τις βασικές του ανάγκες, να το κατευθύνουν όταν και όπου χρειάζεται. 
Έτσι το παιδί γνωρίζει σιγά - σιγά τον κόσμο γύρω του, κατακτά την βασική εμπιστοσύνη, την αυτονομία και αποκτά πρωτοβουλία και φιλοπονία.  

Β) Ο σκοπός της σύγχρονης Παιδείας πρέπει να είναι η παραγωγή ενεργών, συγκροτημένων, υπευθύνων, λογικών, μορφωμένων και ηθικών πολιτών. 

Ορίζοντας προηγουμένως, σε αντίθεση προς τα νυν ισχύοντα, ότι ο προορισμός της Παιδείας είναι όχι η κατήχηση και η διαμόρφωση πιστών Χριστιανών Ορθοδόξων, αλλά η πνευματική τελειοποίηση των πολιτών στο μέτρο των δυνατοτήτων ενός εκάστου, καθώς και η ανάπτυξη εθνικής, αλλά και ανθρωπιστικής συνειδήσεως, θεωρούμε ότι ο επιμέρους προορισμός της πρωτοβάθμιας Εκπαιδεύσεως πρέπει να είναι όχι ο υπερκορεσμός τού παιδικού μυαλού με ανούσιες έως άχρηστες πληροφορίες, αλλά η ισόρροπη σωματική, ψυχική και πνευματική ανάπτυξή του, μέσα από: 

1. την μεθοδική και με μέτρο παροχή στα παιδιά επιλεγμένης γνώσης, 

2. την ανάπτυξη της λογικότητας, καθώς και της διευρυμένης και κριτικής σκέψης, 

3. την ισχυροποίηση της αυτοπεποιθήσεώς τους, 

4. την γνωριμία τους με κλασικές αξίες (λ.χ. Αρετή, Μέτρον, Ευθύτητα, Παρρησία, Ανθρωπισμό, Αγάπη προς την Ελευθερία, κ.ά.), και με αξίες άγνωστες στον τωρινό κόσμο (λ.χ. Οργανικότητα, κ.ά.),  

5. την καλλιέργεια του σεβασμού για την Φύση, αλλά και για τους γονείς και τους ηλικιωμένους, 

6. την πρώτη επαφή και εξοικείωση με την αρχαία Ελληνική γλώσσα. Ως γνωστόν η εκμάθηση των αρχαίων Ελληνικών βελτιώνει την ψυχοπαιδευτική ανάπτυξη του παιδιού σε καίριους τομείς, όπως είναι οι αντιληπτικές και οπτικές ικανότητές του, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το «Ανοικτό Ψυχοθεραπευτικό Κέντρο» και το «Ινστιτούτο Διαγνωστικής Ψυχολογίας» (18ο Πανελλήνιο Ψυχιατρικό Συνέδριο στην νήσο Κω), 

7. την μουσική Παιδεία, η οποία καθίσταται βασικό μάθημα. Οι Έλληνες στην αρχαιότητα γνώριζαν πως η μουσική και η εκμάθηση μουσικών οργάνων ημερεύει τα παιδιά και τα εξοικειώνει προς τον ρυθμό και την αρμονία, 

8. την άθληση, ως βασική δραστηριότητα. Ο στόχος είναι η βελτίωση της φυσικής καταστάσεως των παιδιών, με την εκγύμνασή τους σε μία ποικιλία αθλημάτων. Τα σημερινά παιδιά με την κακή σωματική τους κατάσταση, είναι δυσκίνητα και εκδηλώνουν διστακτικότητα, δειλία και αναποφασιστικότητα, και 

9. την ενασχόλησή τους με ευχάριστες δραστηριότητες, εικαστικά, θεατρική αγωγή και χορό.  

Το πρωτοβάθμιο σχολείο πρέπει να είναι ικανό να γοητεύει τα μικρά παιδιά και να τα κάνει να αγαπήσουν την μάθηση και το ερευνητικό πνεύμα. Γι' αυτό πρέπει να είναι ένα σχολείο παιχνιδιού και χαράς και όχι άγχους και πειθαναγκασμού. Δεν πρέπει επίσης να πιέζει τα παιδιά με φορτωμένα ωρολόγια προγράμματα, ούτε να λειτουργεί ως «parking» παιδιών για «γονείς που τρέχουν με τις δουλειές τους». 

Όλως ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ποιότητα των δασκάλων, που θα αναλάβουν τον ρόλο να πραγματώσουν ένα τέτοιο σχολικό περιβάλλον. Αυτονόητη είναι συνεπώς η άριστη διαμόρφωσή τους (όπως άλλωστε και των εκπαιδευτικών τών επομένων εκπαιδευτικών βαθμίδων, για τις οποίες θα μιλήσουμε παρακάτω), με συνεχείς επιμορφώσεις, όπως και η χορήγηση στο σύνολο των Ελλήνων εκπαιδευτικών αποδοχών ικανών να τους εξασφαλίσουν πολύ καλό βιοτικό επίπεδο και άρα επαρκή ελεύθερο χρόνο για αυτοβελτίωση. 

Οι δαπάνες για την Παιδεία (σε κάθε βαθμίδα της) θεωρούνται από εμάς όχι κρατικά έξοδα του συρμού, αλλά αποφασιστική επένδυση της πατρίδας μας σε αυριανό έμψυχο υλικό. Η συγκεκριμένη θεώρηση κάνει ωστόσο απολύτως αναγκαίο και τον συνεχή έλεγχο της ποιότητας των διδασκόντων: οι εκπαιδευτικοί μας πρέπει να αμείβονται καλά, αλλ' από την άλλη οφείλουν επίσης να γνωρίζουν άριστα το αντικείμενο τους και να αγαπούν το λειτούργημα που κάνουν. 

Αυτονόητη είναι επίσης για εμάς, τόσο για την συγκεκριμένη όσο και για τις επόμενες βαθμίδες της Εκπαιδεύσεως, η προηγούμενη διασφάλιση της πλήρους απουσίας οπισθοδρομικών, δεισιδαιμονικών, ενοχικών και ανιστορικών επιρροών επάνω στους ευαίσθητους μικρούς μαθητές, η οποία διασφάλιση με την σειρά της προϋποθέτει: 

α) την αναγκαία εκκοσμίκευση του κράτους και βεβαίως τον αναγκαίο διαχωρισμό Πολιτείας και Εκκλησίας, και 

β) την συνακόλουθη αφαίρεση από την όλη εκπαιδευτική διαδικασία τού νυν ισχύοντος απροκάλυπτα κατηχητικού χαρακτήρα της. 

Ο επιμέρους προορισμός της δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως πρέπει να είναι όχι η νυν έκτιση ποινής απωλείας 6 τουλάχιστον ετών, από άτομα που βρίσκονται στο απώγειο της ενεργητικότητάς τους, ούτε η αυταπάτη ότι δήθεν με υπερκορεσμό ατάκτων και ασύνδετων πληροφοριών θα καταστούν αυτά, τρόπον τινά, προ-«επιστήμονες», αλλά: 

1. η μεθοδική παροχή σφαιρικής και ουσιαστικής γνώσεως, ικανής είτε να αποτελέσει την βάση για περαιτέρω γνωστική ανάπτυξη στην επόμενη βαθμίδα της Εκπαιδεύσεως, είτε να αποτελέσει επαρκές εφόδιο του παραπέρα βίου για όσους δεν προχωρήσουν στην Ανωτέρα και Ανωτάτη Εκπαίδευση, 

2. η εδραίωση της λογικότητας και η συνεχής άσκηση και άρα ενδυνάμωση της διευρυμένης και κριτικής σκέψεως, 

3. η ολοκλήρωση της προσωπικότητας των μαθητών και η, μέσω μιας αποενοχοποιημένης πληροφορήσεως, συμφιλίωσή τους με τους κραδασμούς της αναδυομένης σεξουαλικότητάς τους, 

4. η εις βάθος γνωριμία τους με τις κλασικές αξίες και την Φιλοσοφία, ασχέτως της εξειδικεύσεως που θα ακολουθήσουν στην επόμενη βαθμίδα της Εκπαιδεύσεως, και 

5. η ουσιαστική πληροφόρησή τους για τα κύρια στοιχεία των λεγομένων «Θετικών» Επιστημών και η γνωριμία με τις πλέον πρόσφατες ανακαλύψεις της Φυσικής, της Χημείας, της Βιολογίας, της Γεωλογίας, των Μαθηματικών και της Αστρονομίας.  

Το δευτεροβάθμιο σχολείο οφείλει να είναι ικανό να κρατάει τους εφήβους στην φιλομάθεια και το ερευνητικό πνεύμα. Να είναι ένα σχολείο παροχής πνευματικής ουσίας και επιθυμητής γνώσεως και όχι χώρος πειθαναγκασμού και πλήξεως και εγκλωβισμού σε εξεταστικό φαύλο κύκλο. Οφείλει να παρέχει πυκνή και ουσιαστική γνώση, για να καταστεί περιττή ή εντελώς άχρηστη η ύπαρξη τής όποιας μορφής παρα-παιδείας και να αφήνει επίσης απαραίτητο ελεύθερο χρόνο για εξωσχολική ανάπτυξη.  

Το δικό μας δευτεροβάθμιο σχολείο θα πολεμήσει σκληρά την παγιωμένη, εδώ και πολλές δεκαετίες, σχεδόν βυζαντινή (σχολαστική) εκπαιδευτική νοοτροπία της απομνημονεύσεως, της παπαγαλίας και της ρηχότητας, μία νοοτροπία προορισμένη να παράγει υπάκουους και μαζικοποιημένους ανθρώπους, άκριτους προσκυνητές και χειροκροτητές. Το δικό μας δευτεροβάθμιο σχολείο απαιτεί έρευνα, συνδυαστική (μαθηματική ? φιλοσοφική - επαγωγική) και κριτική σκέψη και κυρίως την βιωματική εμπειρία. Η πρόσβαση των μαθητών στην πληροφορία απαιτείται να είναι απολύτως ελεύθερη, μέσω βιβλιοθηκών και υπηρεσιών Διαδικτύου, καθώς και μέσω «εργαστηρίων», όπου το πείραμα θα βιώνεται σε πραγματικές συνθήκες.  

Στην δευτεροβάθμια Εκπαίδευση θα διδάσκονται με τρόπο άρτιο και αποτελεσματικό 2 τουλάχιστον ξένες γλώσσες, καθώς και Ιστορία (κυρίως του Ελληνικού Έθνους και συμπληρωματικά μόνον των Ρωμαίων, των Βυζαντινών, των λοιπών Ευρωπαίων και των άλλων Εθνών της γης) και Αρχαία Ελληνικά. Στις 2 πρώτες χρονιές της δευτεροβάθμιας Εκπαιδεύσεως οι μαθητές θα γίνονται άριστοι γνώστες του μηχανισμού της Αρχαίας Ελληνικής (συντακτικό, γραμματικοί κανόνες, κ.ά.) ως συνέχεια της διδασκαλίας στην πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Στις υπόλοιπες 4 χρονιές θα ασκούνται εμπράκτως επάνω σε ενδιαφέροντα και θελκτικά για τον σύγχρονο νέο άνθρωπο φιλοσοφικά κείμενα της Αρχαίας Γραμματείας, με παράλληλο εμπλουτισμό του λεξιλογίου τους και εξοικείωσή τους με τις σύνθετες και αφηρημένες έννοιες.  

Η είσοδος στις Ανώτερες και Ανώτατες Σχολές (τριτοβάθμια Εκπαίδευση) θα πραγματοποιείται σε προεπιλεγμένες από τον υποψήφιο Σχολές. Σε περίπτωση εξετάσεων, η εξεταστέα ύλη θα προέρχεται πάντοτε από την ήδη και μάλιστα με άρτιο τρόπο διδαχθείσα, ώστε να καθίσταται περιττή η όποια προπαρασκευαστική παρα-παιδεία (η παρα-παιδεία είναι το προϊόν μίας ενιαίας πολιτικής, η οποία στηρίχτηκε από όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων 30 - 40 ετών, με σκοπό να περιορίσουν δήθεν την ανεργία στους εκπαιδευτικούς και για να τους επιτρέψουν ένα «συμπληρωματικό» εισόδημα, την στιγμή που αυτές οι ίδιες κυβερνήσεις αδιαφόρησαν προκλητικά για το βιοτικό επίπεδό τους).  

Η χώρα μας, η οποία παρήγαγε όλον σχεδόν τον Πολιτισμό τού τότε γνωστού κόσμου και σήμερα, παρ' όλο που δεν δείχνει πια σε θέση να παράξει τίποτε, εμφανίζει ωστόσο  

α) μεγάλη ποσότητα συσσωρευμένου ιδιωτικού πλούτου (αν και αποτελούν μόλις το 0,18% του παγκοσμίου πληθυσμού και παράγουν το 0,37 του παγκοσμίου ΑΕΠ, τα ελληνικά νοικοκυριά διαθέτουν το 0,5% του παγκόσμιου πλούτου σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του Πανεπιστημίου του ΟΗΕ, Δεκέμβριος 2006), και 

β) προκλητική σπατάλη δημοσίου πλούτου για κοινωνικά ανούσιες δραστηριότητες (λ.χ. αλλεπάλληλες φιέστες τέρψεως των μαζών, υποστήριξη αλλοδαπών θεοκρατικών κέντρων, κ.ά.), 

θεωρούμε εθνικό όνειδος, όσον αφορά την Ανωτέρα και Ανωτάτη Εκπαίδευση: 

1. το να είναι η Ελλάδα η πρώτη μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ που εξάγει φοιτητές σε ξένα πανεπιστήμια (51.038 κατά την τελευταία καταμέτρηση, Νοέμβριος 2006), πολλά εκ των οποίων μάλιστα ευρίσκονται σε πολιτισμικά υποβαθμισμένες χώρες, 

2. το να χρησιμοποιείται κατά κόρον ο θεσμός της λεγόμενης «Τεχνικής Εκπαιδεύσεως», όχι για δημιουργία ικανών στελεχών μίας κοινωνίας που μπορεί να αφομοιώσει εργασιακά τις συγκεκριμένες ειδικότητες, αλλά μόνο και μόνο για οικονομική ψευτο-ανάπτυξη συγκεκριμένων προβληματικών περιοχών, μέσω ωμής κερδοσκοπίας εις βάρος των ματαίως σπουδαζόντων στις σχετικές Σχολές.  

Εθνικό όνειδος θεωρούμε επίσης την ογκώδη αναξιοκρατία και ημετεροκρατία, οι οποίες μαστίζουν τα Ελληνικά Πανεπιστήμια, εξαιτίας της παρεμβάσεως γνωστών εξω-εκπαιδευτικών κέντρων στην ανάδειξη του καθηγητικού δυναμικού, αλλά και στην στήριξη μετριοτήτων, καθώς και ατύπων συντεχνιών. Η παρέμβαση αυτή άλλωστε αποτελεί τον κύριο λόγο της κραυγαλέας απαξιώσεως τής ημεδαπής Ανωτάτης Εκπαιδεύσεως, η οποία απαξίωση με την σειρά της παρέχει το βολικό άλλοθι για την προαναφερθείσα εξαγωγή φοιτητών μας σε ξένα Πανεπιστήμια. Υπενθυμίζουμε ότι χιλιάδες Έλληνες επιστήμονες διαπρέπουν σε Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα της αλλοδαπής.  

Με την εξοικονόμηση και λογική διαχείριση των κολοσσιαίων ποσών που τώρα κατασπαταλούνται 

α) για εξαγωγή φοιτητών (51.038 X  14.000 κατά μέσον όρο = 700 περίπου εκατομμύρια ευρώ), και 

β) ανούσιες επιδείξεις τέρψεως (λαϊκές φιέστες, κ.λπ.) και αμφιλεγόμενης επιρροής (πακτωλός χρημάτων προς ξένα Πατριαρχεία, κ.λπ.) από πλευράς της Πολιτείας, 

είναι απολύτως δυνατή η πραγμάτωση ενός αρίστου επιπέδου ελληνικών Ανωτέρων και κυρίως Ανωτάτων Σχολών, εφαμίλλου ή ακόμα και πολύ ανωτέρου εκείνου των χωρών υποδοχής τών έως τώρα εξαγομένων φοιτητών, σε σημείο μάλιστα που η Ελλάδα να αρχίσει να εισάγει αντί να εξάγει φοιτητές.  

Αυτονόητο θεωρούμε βεβαίως ότι για την πραγμάτωση αυτή απαιτείται επίσης: 

1. η εκ θεμελίων αλλαγή των δομών του δημοσίου ελληνικού Πανεπιστημίου,  

2. η σαφής εξασφάλιση της πλήρους αυτοτελείας των Πανεπιστημίων,  

3. ο αυστηρός επανέλεγχος της επαρκείας όλων των πανεπιστημιακών διδασκάλων,  

4. η αλλαγή φυσιογνωμίας, ή ακόμη και κατάργηση κάποιων Σχολών, 

5. η γενναιόδωρη χρηματοδότηση υπερσύγχρονης επιστημονικής ερεύνης. 

Με την πραγμάτωση της εξαίρετης ποιότητας του πανεπιστημιακού επιπέδου της χώρας μας (για την οποία πρέπει να αφιερωθεί στην όλη Παιδεία τουλάχιστον το 5% του κρατικού προϋπολογισμού), θα καταστεί περιττό ή ανούσιο και το νυν ψευδο-«δίλημμα» περί του εάν μπορούν να λειτουργήσουν στην χώρα μας ιδιωτικά ημεδαπά ή αλλοδαπά Πανεπιστήμια. Και αυτό επειδή η σύγκριση θα είναι σαρωτική υπέρ μίας μορφής Ανωτάτης Παιδείας που θα παρέχεται από την Πολιτεία και άρα θα είναι δωρεάν. 

Εδώ παρεμπιπτόντως καταγγέλλουμε και το άλλο ψευτο-«δίλημμα» των ημερών, περί κερδοσκοπικών ή μη κερδοσκοπικών ιδιωτικών Πανεπιστημίων, το οποίο στην δευτέρα περίπτωση αφήνει ελεύθερο χώρο δράσεως σε γνωστά βαθύπλουτα κέντρα, κυρίως θεοκρατικά, της ημεδαπής και της αλλοδαπής.  

Ο Βλάσης Γ. Ρασσιάς εκπροσωπεί το Ε.Α.Ρ. σε εκδήλωση υπέρ των κατοίκων της θέσης Γεροτσακούλι Νέας Μάκρης, τον Ιούλιο του 2007 (72 οικογένειες απειλούντο με έξωση από τα σπίτια τους, που τα διεκδικούσε η Εκκλησία ως δικά της!). Ο Βλάσης Γ. Ρασσιάς αποχώρησε ωστόσο από το Ε.Α.Ρ. πριν λήξει το 2007, καταγγέλλοντας την παντελή έλλειψη Πολιτικής Αρετής, τον ρωμέϊκο ατομικισμό και την βυζαντινή ζηλοφθονία και μηχανορραφία που κυριαρχούσε σε ένα κίνημα που παρίστανε το "Ελληνικό".
  


ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΕ:  

ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ  

ΣΥΓΓΡΑΦΕΣ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΨΥΧΕΣ  

ΕΚΔΟΣΕΙΣ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ"  

ΚΕΙΜΕΝΑ, ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ, ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ  

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ "ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ" (1980 - 1993)

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ