
Η ορεινή Αρκαδία προσδιορίζει τοπικά την μυθοπλασία στο δεύτερο βιβλίο του Νίκου Διακογιάννη. Η ορεινή Αρκαδία με τους νερόλακκους μέσα στους οποίους οι ήρωες βαφτίζουν τα όνειρά τους. Και είναι αυτοί ακριβώς οι νερόλακκοι που δίνουν μια ατμόσφαιρα μαγική σε ένα θέμα σκληρό που αγγίζει τις σχέσεις μεταξύ των μελών κάποιας οικογένειας, τη θέση της γυναίκας, τη δύναμη του έρωτα. Δίνουν το περιθώριο στον αναγνώστη μέσα από ένα ανοιχτό κείμενο, να δώσει τις δικές του ερμηνείας, να σκεφτεί, να ονειρευτεί, να ταξιδέψει σύμφωνα με τα προσωπικά του βιώματα.
Η ιστορία τοποθετείται σε μια κρίσιμη περίοδο της ελληνικής ιστορίας αφού ξεκινά με την καταστροφή της Σμύρνης και φτάνει ως τον εμφύλιο. Και για το λόγο αυτό το βιβλίο φωτίζει, χωρίς να είναι ιστορικό, μέσα από την καθημερινότητα των ηρώων, τα προβλήματα και την καθημερινότητα εκείνων των χρόνων.
Κεντρική ηρωίδα η Αργυρώ η οποία έχει και το ρόλο του αφηγητή και γύρω της άλλοι ήρωες δυνατοί, αντιπροσωπεύουν μια ευρεία γκάμα στάσεων και αντιλήψεων εκείνης της εποχής.
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη εκ των οποίων το πρώτο και τελευταίο είναι γραμμένα σε πρώτο πρόσωπο, ενώ το δεύτερο σε τρίτο, αφήνοντας στον αναγνώστη να εννοήσει ότι η αφήγηση της ηρωίδας συμπληρώνεται και από προσωπική έρευνα του συγγραφέα. Ενδεχομένως η μυθοπλασία να στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, αλλά αυτό δεν είναι το ζητούμενο. Η τέχνη με την οποία ξεδιπλώνει ο Νίκος Διακογιάννης, γεγονότα και απόψεις ώσπου τελικά όλα να συγκλίνουν προσφέροντας την κάθαρση, είναι που εντυπωσιάζει.
Το εξώφυλλο καταπληκτικό και η έκδοση από τον Αρμό αξιοπρεπέσταση.
Η γλώσσα, μαγευτική, ρέει αβίαστα δίνοντας την αίσθηση ταξιδιού πάνω σε ένα μαγικό χαλί.
Δεν είμαι κριτικός, δεν δέχομαι καν τον τίτλο του συγγραφέα κι ας έχω γράψει αρκετά βιβλία. Σαν αναγνώστης μιλώ και μπορώ να πω με κάθε υπευθυνότητα ότι το βιβλίο αυτό αφήνει μια γεύση ικανοποίησης και ανοίγει τις πόρτες του ονείρου.
Ο Νίκος Διακογιάννης είναι δάσκαλος και μένει μόνιμα στη Νίσυρο. Αξίζει τον κόπο να επισκεφτείτε το ιστολόγιό του, http://tera-amou.pblogs.gr/ είναι ένα από τα πιο ενημερωμένα και αξιόλογα ιστολόγια που έχουν σχέση με τη λογοτεχνία. Εκεί θα βρείτε κριτικές, αποσπάσματα και βίντεο που αφορούν στο βιβλίο.
Εγώ το μόνο που έχω να κάνω ακόμα είναι να συστήσω το βιβλίο χωρίς καμία απολύτως επιφύλαξη, να προβλέψω λαμπρή συνέχεια στο έργο του συγγραφέα και να παραθέσω ένα μικρό απόσπασμα, έτσι για να πάρετε μια γεύση από τη γραφή.
Θυμάμαι πολύ καλά τον τρόπο που η Υακίνθη κράταγε το νυφικό, μην τυχόν και ακουμπήσει στα λασπόνερα ή σε τίποτα κλαδιά. Και σαν σπαθί πέρασαν στη μνήμη τα λόγια που πικραμένη κάποτε μονολογούσε: «ούτε εικόνα δεν προλάβαμε να πάρουμε μες στο χαλασμό, ούτε μια φωτογραφία να μας θυμίζει τη Σμύρνη, τη γλυκιά μας Σμύρνη». Και θαρρείς πως τα χέρια που τώρα απλώνονταν στο νυφικό, δεν έκαναν τίποτα λιγότερα απ’ το να ζητούν ξανά κάτι να περισώσουν, μια τρυφερή θωπεία να χαρίσουν στο δέρμα της Ιστορίας. Γιατί, αν θες να ξέρεις, τόποι είμαστε οι άνθρωποι, άγονοι, γόνιμοι, χέρσοι, δεν έχει σημασία. Στεριές αναζητούμε, το χέρι του άλλου να μας χτυπήσει στην πλάτη, όταν τα χάνουμε στα γυρίσματα που ’χει η ζωή. Όμως πολλοί τόποι δεν δίνουν μήτε ένα κλαδί, σαν μπαστούνι στην προσφυγοπούλα μας ψυχή. Γιαυτό οι πρόσφυγες έτρεξαν να κλείσουν σε φούχτες, σε μαντήλια λίγο από το ευλογημένο χώμα της πατρίδας τους. Μυρίζοντας χώμα έπιαναν ξανά ουρανό. Σφουγγίζοντας ιδρώτα, ο κόσμος δεν θα ’μενε πια στεγνός από όνειρα…