Εκεί στα σταροχώραφα γέμισε μαυροπούλια
Πού χάθηκε ο Αυγερινός; Πού τον γυρεύει η Πούλια;
Κι από τη στράτα φάνηκε μονάχο μαυροπούλι.
Κοιτάει της Ίμβρος τα βουνά, κοιτάει και το Σχοινούδι
Και κλαίει της Ίμβρος τα χωριά και το αρχοντολόϊ
Κι αρχίζει το μινύρισμα, το μαύρο μοιρολόι.
Δε βρίσκει αμπέλια, ούτ’ ελιές, βρίσκει τη μαύρη πέτρα
Τον πόνο του στη θάλασσα στα κύματα της μέτρα.
Κι απάνωθε του στάθηκε τ’ ολόγιομο φεγγάρι
κι όλα τα σπίτια φώτιζε, σα νάταν χρόνοι άλλοι.
Γιώργου Φραντζολά «Σχοινούδι»
Μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης και συνεπεία αυτής, δυο καθαρά ελληνικά νησιά, η Ίμβρος και η Τένεδος, παραχωρήθηκαν στα 1923 στην Τουρκία. Ρητές προβλέψεις της Συνθήκης κατοχύρωναν για τα δυο νησιά ειδικό καθεστώς αυτοδιοίκησης, προστατεύοντας τα δικαιώματα των Ελλήνων κατοίκων τους – που ουδέποτε τηρήθηκαν από τις τουρκικές αρχές. Ας σημειωθεί εδώ πως μέχρι τη Λωζάννη, η Ίμβρος κατοικείτο αποκλειστικά από Έλληνες κατοίκους, ο αριθμός των οποίων υπερέβαινε τις δέκα χιλιάδες.
Στα μετέπειτα χρόνια, η Τουρκία δεν έδειξε κανένα σεβασμό γι’ αυτά τα οποία υπέγραψε στη Λωζάννη, προβαίνοντας σε ποικίλα ανθελληνικά μέτρα σε βάρος των κατοίκων των δυο νησιών. Παρόλα αυτά, μέχρι τα 1964, η Ίμβρος διατηρούσε ακέραιο τον ελληνικό χαρακτήρα της, οι δε Έλληνες κάτοικοι της υπερέβαιναν τις έξη χιλιάδες και αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού του νησιού. Παρά την πληθυσμιακή διαρροή που είχε παρατηρηθεί τις προηγούμενες δεκαετίες, όταν αρκετοί κάτοικοι μετανάστευσαν σε χώρες της Αφρικής και αλλού, αναζητώντας καλύτερη ζωή, εντούτοις το ελληνικό νησί διατήρησε το χαρακτήρα του, κυρίως διότι οι κάτοικοι του ασχολούνταν με τη γεωργοκτηνοτροφία και ήταν σταθερά προσκολλημένοι στα χώματα του νησιού, καταφέρνοντας να διατηρούν μια αυτάρκη οικιακή οικονομία.
Η διατήρηση του ελληνικού χαρακτήρα της παιπαλόεσσας νήσου, την καθιστούσε κάρφο στα μάτια των σκληροπυρηνικών εθνικιστών που διηύθυναν τότε το τουρκικό κράτος. Αναμενόμενο ήταν να επιδιώκουν με κάθε τρόπο την αλλοίωση του ελληνικού χαρακτήρα του νησιού και τον εκτουρκισμό του. Προφανώς επειδή δε μπορούσαν να προβούν στη βίαιη και αναφανδόν έξωση και εκρίζωση του ελληνικού στοιχείου, οι ιθύνοντες του βαθέως κράτους της Τουρκίας ήταν υποχρεωμένοι να κινηθούν μεθοδευμένα, προσεκτικά και με μακροπρόθεσμο πρόγραμμα. Κάπως έτσι άλλωστε κινείται πάντοτε η τουρκική εξωτερική πολιτική…
Στα 1964, σε μια αναζωπύρωση του Κυπριακού, κι ενώ στην Κωνσταντινούπολη προετοιμάζονταν οι απελάσεις των Ελλήνων υπηκόων, που θα οδηγούσαν σύντομα στη συρρίκνωση της εκεί ελληνικής μειονότητας, οι τουρκικές αρχές προέβησαν στην κατάρτιση προγράμματος αφελληνισμού της Ίμβρου και για να πετύχει καλύτερα το πρόγραμμα τους, λειτούργησαν με την προσφιλή τους μέθοδο των μυστικών διαταγμάτων, αρχής γενομένης από τη με αρ. 35/27-5-1964 απόφαση της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας της Τουρκίας.