Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2024

ΚΑΛΟ ΦΘΙΝΌΠΩΡΟ!

ΚΑΛΌ ΜΉΝΑ!
Καλό φθινόπωρο φίλες και φίλοι!
Κάπως δρόσισε σήμερα,  στη βόρεια Ελλάδα βέβαια και είπα να σας ευχηθώ. 

Ελπίζω να είστε όλες κι όλοι καλά και να περάσατε ένα ήσυχο καλοκαίρι. 

Εμείς ήμασταν στο ορεινό  χωριό μας, στη δροσιά μας, που λένε και τα κορίτσια μας!

Δεν στερηθήκαμε τα μπάνια και τις βουτιές όμως, αφού η κοντινότερη ακτή είναι 20 λεπτά με το αυτοκίνητο κι ο παππούς δεν βαριέται να οδηγεί. 

Τί κάναμε απο κατασκευές,  ίσως θέλετε να μάθετε!
Κάτι κάναμε, αλλά δεν είχαμε καιρό να σας τα δείξουμε. 
Τώρα που γυρίσαμε στη βάση μας, θα γυρίσουμε και στις συνήθειες μας.

Για καλό ξεκίνημα,  ας σας δείξω  τις δύο εικόνες που είχα αρχίσει τον χειμώνα και κατάφερα να τις τελειώσω το καλοκαίρι!

Η εικόνα της Παναγίας μας.

Την ευλογία της να έχουμε!



 Η εικόνα του Αγίου Νικολάου. 

Και οι δύο έγιναν για αγαπημένα πρόσωπα!

Συνήθως το καλοκαίρι με την ζέστη δεν προσφέρεται για αγιογραφία,  στο χωριό μας όμως είχε αρκετή δροσιά τις πρωινές ώρες και μπόρεσα να τις συνεχίσω και να τις τελειώσω και είμαι πολύ ευχαριστημένη!

Και τώρα η έκπληξη!

Τα κορίτσια μας μεγάλωσαν και προσπαθούν να μάθουν σιγά σιγά αγιογραφία!



Με την βοήθεια μου, έκαναν την εικόνα της Παναγίας σε παιδική ηλικία. 


Η Ευγενούλα 


Η Ιωάννα.

Εδώ βάζει την υπογραφή της. 
Ανυπομονούσε να την τελειώσει για να την χαρίσει στη γιαγιά Ευγενία!



Καθισμένες μπροστά στο παράθυρο,  έβγαζαν σε διαφάνεια το σχέδιο της εικόνας. 
Η κάθε μία το δικό της.


Φυσικά ήθελε να περάσει μόνη της και το λούστρο. 


Δεν ξέρω πότε θα αρχίσουμε την δεύτερη εικόνα,  αφού οι ημέρες τους είναι γεματες από  τα μαθήματα και τις  άλλες δραστηριότητες.


Δεν βιαζόμαστε,  είναι παιδιά και στον ελεύθερο χρόνο,  το παιχνίδι είναι πιο σημαντικό!


ΚΑΛΟ ΦΘΙΝΌΠΩΡΟ, λοιπόν, με υγεία!


ΝΑ ΕΙΣΤΕ ΟΛΟΙ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ!!




Πέμπτη 22 Αυγούστου 2024

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΡΑΔΙΟΦΏΝΟΥ!

Ιστορίες ραδιοφώνου! 

 Εμείς οι κάπως μεγαλύτεροι, μεγαλώσαμε με το ραδιόφωνο. 
Ήταν κοντά μας σε χαρές και σε λύπες, με νέα χαρούμενα και δυσάρεστα.



 


Τις ήρεμες φωνες των εκφωνιτών, τις γνωρίζαμε και τις αγαπούσαμε σαν να ήταν φωνές συγγενών. Καμία σχέση με των σημερινών δημοσιογράφων, που σε τρομοκρατούν με τον τρόπο που παρουσιάζουν τις ειδήσεις. Ακόμα και τα πιο σπουδαια γεγονότα, τα ανακοίνωναν με σοβαρότητα κι όχι με πανικό. 

 Δεν ξεχνάω την υπερβολική λήψη μέτρων, από τους θείους μου, όταν προσπαθούσαν να πιάσουν Deutsche Welle,για να μάθουν τα νέα από το εξωτερικό την εποχή της Χούντας. Δεν ακουγόταν ούτε η αναπνοή εμάς των παιδιών. Το παλιό ραδιόφωνο, που μας το είχαν σφραγίσει, είχαν βρει τρόπο να το ανοίγουν με χίλιες προφυλάξεις κι ανάμεσα σε τρομερά παράσιτα, άκουγαν τα νέα. Εμείς τα παιδιά καταλαβαίναμε απο τις εκφράσεις τους, αν έπρεπε να χαρούμε ή να συνεχίσουμε να είμαστε σιωπηλοί κι αόρατοι. 

 Μεγαλώνοντας, ήρθαν καλύτερες ημέρες, το ραδιόφωνο έγινε και για μένα ο πιο καλός μου φίλος. Και τί δεν άκουγα. Τα παραμύθια της θείας Λένας κι ας είχα μεγαλώσει, το θέατρο της Δευτέρας, αστυνομικές ιστορίες αργά το βράδυ, που ενώ φοβόμουν, δεν το έκλεινα. 
 Κάτω από τα σκεπάσματα, άκουγα με μεγάλη προσοχή κι αν με έπαιρνε ο ύπνος, το αποτέλεσμα ήταν τα σημάδια στο μάγουλο μου. 

Τον Σεπτέμβριο ακούγαμε τα τραγούδια του φεστιβάλ που γινόταν στην ΔΕΘ. Κλειώ Δενάρδου, Φίλιππος Νικολάου, Τόλης Βοσκόπουλος, Ρένα Κουμιώτη,  μερικοί από τους καλλιτέχνες που άφησαν εποχή με τα ανεπανάληπτα τραγούδια τους.

Οι φωνές τους και τα όμορφα λόγια των τραγουδιών,  γέμιζαν το δωμάτιο και την ψυχή μας.
Έγραψαν ιστορία πολλά από αυτά. 
Είχαν νόημα τα λόγια τους , ενώ τα σημερινά μόνο ακατάληπτες επαναλαμβανόμενες λέξεις ή φράσεις,  που τις περισσότερες φορές είναι βρισιές, κυρίως στα ξενόγλωσσα.

 Δεν χρειαζόταν να έχουμε εικόνα γιαυτά που ακούγαμε, η φαντασία μας συμπλήρωνε ό,τι δεν βλέπαμε. Οι φωνές των εκφωνιτών, οικίες και αγαπημένες. Ηταν οι φίλοι μας κι ας μη τους ξέραμε. Κι όταν χαρίζαμε ή μας χάριζαν τραγούδια, η χαρά μας ήταν απερίγραπτη! 






Και μετά ήρθαν τα πάρτι και τα πικ απ με τα 45αρια δισκάκια, το βερμούτ και τα στραγάλια! Οι αυλές και οι ταράτσες γέμιζαν νεολαία που χόρευε μέχρι το πρωί. 

Οι φωνές του Tom Jones,  του Adamo, του Al Bano και της Romina Power, ήταν οι αγαπημένες μου!

Ωραία χρόνια, που δυστυχώς τα παιδιά μας δεν γνώρισαν ούτε πρόκειται να γνωρίσει καμιά γενιά απο δω και πέρα! 

 Και τώρα, κάθε πρωί ανοίγω το ραδιόφωνο στην κουζίνα και με συντροφεύει μέχρι το μεσημέρι στο φαγητό.
 Όταν κάθομαι στη μηχανή μου, για να παίξω με τα κουρελάκια μου, ξέρετε εσείς,  άλλο ραδιόφωνο μου κρατάει συντροφιά μέχρι αργά το βράδυ.


το παλιό ραδιόφωνο,  σε περίοπτη θέση στο σπίτι του χωριού. 

Ευτυχώς που ακόμα βάζουν τα δικά μας τραγούδια κάποιοι σταθμοί και αισθάνομαι σαν να γυρίζω πίσω στο παρελθόν. 



Η αγαπημένη φίλη Μαρία Νικολάου, σκέφτηκε να γράψουμε την προσωπική μας ιστορία για το ραδιόφωνο.
Αυτή εδώ λοιπόν,  είναι η  δική μου  συμμετοχή, στις ιστορίες ραδιοφώνου

Αξίζει να διαβάσετε και τις άλλες συμμετοχές!
Θα θυμηθήτε τα νιάτα σας!

Βάλτε μουσική και εμπνευσείτε. 
Γιατί η ζωή μας είναι ένα ραδιόφωνο. 

Παίζει τις στιγμές μας την μια πίσω από την άλλη, όσο εμείς φτιάχνουμε άλλες. 



Μαρία μου, σ ευχαριστώ πολύ που μου έδωσες την ευκαιρία να θυμηθώ παλιές καλές εποχές και να γράψω κάτι κι εγώ για το αγαπημένο μου ραδιόφωνο. 


Τρίτη 30 Ιουλίου 2024

ΤΣΆΝΤΑ ΓΙΑ ΨΩΝΙΑ! πρόσκληση 175

Τσάντα για ψώνια κι όχι μόνο!


Η Betto,  από το μπλογκ Betto Tissues, πρότεινε να εμπνευστούμε από την Ιαπωνία και να δημιουργήσουμε κάτι. 
Το θέμα ελεύθερο, αρκεί να αναφέρεται στην Ιαπωνία. 





Αφού το σκέφτηκα,  είπα να δηλώσω κι εγώ συμμετοχή. 
Τί να φτιάξω όμως;

Για άλλη μια φορά ζήτησα από τα κουρελάκια μου, να τρέξουν για βοήθεια. 

Μια πάνινη τσάντα από γνωστό κατάστημα καλλυντικών, βολική σε μέγεθος για ψώνια,  είχε και από τις δύο μεριές το λογότυπο της εταιρείας. 



Αμ έπος αμ έργον!

Πήρα κουρελάκια που ήταν για πέταμα και με την Γιαπωνέζικη τεχνική Boro και Sashiko,  τα έραψα επάνω στο λογότυπο. 

Δείτε περισσότερες πληροφορίες στο διαδίκτυο γιαυτές τις τεχνικές. 



Δεν χρειάζεται να έχεις πολλές γνώσεις κεντήματος για να το φτιάξεις. 
Γίνονται αριστουργήματα μ αυτόν τον τρόπο, αξιοποιώντας και τα πιο μικρά κομματάκια. 

Μερικές δαντέλες,  λίγα κουμπιά κι έτοιμη η μία πλευρά της τσάντας.
Αφήνουμε τη φαντασία μας να φτιάξει ό,τι θέλει. 
Σίγουρα θα εκπλαγούμε. 


Από την άλλη πλευρά,  απλά έραψα μια μεγάλη τσέπη με φερμουάρ,  για να σκεπαστεί το λογότυπο. 


Άλλες δύο τσέπες στα πλάγια,  μια με φερμουάρ για τη θήκη των γυαλιών μου και μια άνευ για τις σακούλες του σούπερ μάρκετ. 




Η φόδρα από μέσα της δίνει μια πιο προσεγμένη όψη. 
Φυσικά έραψα και στη φόδρα μια μεγάλη τσέπη. 
Αυτή για τα κλειδιά μου, που πάντα τα ψάχνω. 

Ένα μεγάλο φερμουάρ,  κλείνει κι ασφαλίζει το περιεχόμενο της.




Το μέγεθος της τσάντας είναι πολύ βολικό για να βάζω μέσα μια λεπτή ζακετούλα ή μια εσάρπα.
Μη βλέπετε τη ζέστη στις πόλεις, στο χωριό, ψηλά στο βουνό,  το βραδάκι έχει δροσιά και είναι απαραίτητα αξεσουάρ αυτά τα δύο μη σας πω και φούτερ με κουκούλα. 


Εδώ μπορείτε να δείτε κι άλλες τσάντες που έφτιαξα με τον ίδιο τρόπο. 

Πηγαίνετε μια βόλτα απο το μπλογκ της Betto  για να δείτε και τις άλλες συμμετοχές. 

ΝΑ ΕΊΣΤΕ ΌΛΟΙ ΚΑΛΆ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ!!!

Κυριακή 30 Ιουνίου 2024

ΜΑΝΙΤΑΡΟΠΑΛΑΤΙ !!!! φιλική πρόσκληση 174

 Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας νάνος που τον έλεγαν Ιούλιο και μια νανούλα που την έλεγαν Ρωμαία.

Όπως γίνεται σε όλα τα παραμύθια που σέβονται τον εαυτό τους, ερωτεύτηκαν, αλλά οι γονείς τους ήταν ορκισμένοι εχθροί.

Για ποιο λόγο, θα δούμε παρακάτω. 




Ο πλούσιος νάνος πατέρας της Ρωμαίας,  δεν δέχθηκε να δώσει την κόρη του στον φτωχό πλην τίμιο νάνο Ιούλιο. 


Για να τον ξεφορτωθεί μάλιστα, σκέφτηκε να του αναθέσει μια δύσκολη αποστολή. 


Να πάει στο παλάτι της μάγισσας και να κλέψει τα δαχτυλίδια και τα σκουλαρίκια της, που τα είχε κρεμασμένα σε ένα πανύψηλο δέντρο. 



χειροποίητο δένδρο από πηλό ψημένο, 
σκουλαρίκια της γράφουσας, 
ερπετά, ευγενική χορηγία της Ευγενούλας και της Ιωάννας. 


Το δέντρο αυτό το φυλούσαν τεράστια ερπετά. 


Ο Ιούλιος δεν δίστασε,  για χάρη της αγαπημένης του Ρωμαίας,  πήρε θάρρος και πήγε να αντιμετωπίσει τα θηρία. 

Ήταν τόσο μικρός που δεν τον έβλεπαν καν. 

Με διάφορες πονηριές, τί νάνος θα ήταν άλλωστε, τα έβαλε και μάλωναν μεταξύ τους κι εξόντωσαν το ένα το άλλο. 





Από τα παράθυρα του μανιταροπαλατιού, ο νάνοβασιλιάς, παρακολουθούσε την ερπετομαχία και θαύμαζε την εξυπνάδα του νάνου. 





Έτρεχε από παράθυρο σε παράθυρο κι από πύργο σε πύργο,  μη χάσει καμία μάχη. 
Δεν είχε εφευρεθεί ακόμα η δορυφορική τηλεόραση,  οπότε μόνος του έπρεπε βγάλει συμπέρασμα. 





Στο τέλος πείστηκε ότι ήταν άξιος γαμπρός, ο Ιούλιος, για την κόρη του,  θυμήθηκε κι ότι είχε διαβάσει μια ιστορία για ένα άλλο ερωτευμένο ζευγάρι που ήπιε δηλητήριο λέει, είπε να μην το διακινδυνεύσει.

Εξάλλου ούτε που ήξερε για ποιο λόγο υπήρχε έχθρα ανάμεσα στις δύο οικογένειες .

Οι προ προ προ προπάπποι τους είχαν μαλώσει λέει,   για τα μανιτάρια και ποιος τα μαγείρευε καλύτερα.

 Άκου τώρα για ποιο λόγο, πού να πήγαιναν και στο masterchef!

Αστεία πράγματα δλδ.


Τα νέα μαθεύτηκαν σε όλο το χωριό,  από στόμα σε στόμα,  δεν είχαν κινητά βλέπετε και τέτοια γεγονότα ήταν η διασκέδαση όλων. 






Έστησαν λοιπόν, γλέντι τρικούβερτο στην πλατεία του χωριού και ζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. 

Εννοείται ότι ήμουν καλεσμένη στο γλέντι και χόρεψα κι εγώ.


Αν βρείτε και ποια είμαι,  κερδίζετε μια μανιταρόσουπα. 


από το πανηγύρι του χωριού μας, του Αγίου Πνεύματος. 
Δεν είναι μανιταρόσουπα όμως, αλλά φασολάδα και μάλιστα πεντανόστιμη.





Όπως καταλαβαίνετε,  το παραμύθι αυτό γράφτηκε για να σας παρουσιάσω το μανιταροπαλάτι που έφτιαξα με πηλό, επάνω σε μπουκάλια αναψυκτικών.

Αρέσει σε μένα και τις εγγονές μου να φτιάχνουμε κσι  παραμύθια εκτός από κατασκευές. 

Είχε αρκετή δουλειά,  οπότε άξιζε να πάρει μέρος στην φιλική πρόσκληση 174 της φίλης μας της Μίας.


Επισκεφθείτε το μπλογκ της Μαρίας,  για να δείτε και τις άλλες συμμετοχές. 


Παίρνει μέρος όμως και σε μια άλλη  πρόσκληση,  

Craftlandia challenge 19

Ακολουθήστε τον σύνδεσμο για να δείτε και τις άλλες συμμετοχές. 





ΝΑ ΕΊΣΤΕ ΌΛΟΙ ΚΑΛΆ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ!



Τετάρτη 1 Μαΐου 2024

ΚΑΛΟ ΜΗΝΑ !!!!





Καλημέρα και καλό μήνα!!!!


Μια εύκολη κατασκευή,  αν έχετε κουρελάκια και κρεμάστρα συρμάτινη. 



Χρειάζεται κι ένας χειροδύναμος για να στρογγυλοποιήσει το τρίγωνο,  κατά το : τετραγωνίσει τον κύκλο!

Αρκετές σακούλες και χαρτοταινία για να γεμίσει λίγο το στεφάνι μας!

Οι σακούλες να είναι του μανάβη, όχι αυτές που διαλύονται σε λίγο καιρό. 

Γίνεται και με εφημερίδες, αν δεν έχετε σακούλες. 

Λίγο μεταξοβάμβακα από πάνω ή ένα μακό μπλουζάκι.






 

Ένα μονόχρωμο ύφασμα και λίγες κορδέλες περιτυλίγματος,  που σίγουρα τις κρατάμε, για να τα καλύψουμε όλα. 

Μετά αφήστε τη φαντασία σας ελεύθερη. 

Φτιάξτε λουλουδάκια με όποιο τρόπο θέλετε ή αξιοποιήστε από παλιές κατασκευές και γεμίστε το στεφάνι σας.

Λίγα κουμπιά θα συμπληρώσουν την δημιουργία σας.

Εγώ το γέμισα κατά το ήμισυ,  έτσι για τσαχπινιά. 


Αυτή η κατασκευή ήταν το τελευταίο μάθημα πριν τις διακοπές του Πάσχα,  στον Ιερό Ναό των Τριών Ιεραρχών στη Θεσσαλονίκη. 

Φτιάξτε κι εσείς τα δικά σας,  δεν είναι δύσκολο. 


ΝΑ ΕΊΣΤΕ ΌΛΟΙ ΚΑΛΆ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ!

ΚΑΛΗ ΑΝΆΣΤΑΣΗ!!!!

Πέμπτη 18 Απριλίου 2024

Η ΑΠΑΓΩΓΉ!!!

Το κείμενο αποτελεί τη συμμετοχή μου στο δρώμενο που διοργανώνει ο Giannis Pit στον διαδικτυακό του χώρο Ηδύποτο

Η κεντρική ιδέα ήταν η εξης:
"Το παλιό οικογενειακό σπίτι στο ορεινό χωριό, έχει την αγάπη σας, αλλά περιμένει και τη φροντίδα σας.
Η κατάσταση του είναι κακή και εσείς σχεδιάζετε να το ανακαινίσετε.
Βρίσκεστε ήδη εκεί, αλλά ένα αναπάντεχο πρόβλημα καθιστά άμεσα αναγκαία την επίλυση του.
Ο μοναδικός/μοναδική, από τη γειτονική κωμόπολη,  που θα ανέβει στο σπιτικό,  προκαλεί πραγματικό σοκ με την άφιξη του/της.
Ίσως να μην περιμένατε ποτέ να βρεθεί απέναντι σας.
Η ξαφνική χιονοθυελλα έχει τα δικά της σχέδια και θα σας αναγκάσει να μείνετε εκεί, στον ίδιο κλειστό χώρο, μέχρι μα απεγκλωβιστείτε.
Η νύχτα και το παρελθόν έρχεται ξανά. 
Τί  μπορεί άραγε να κουβαλάει αυτό το πρόσωπο;
Είχατε ποτέ σχέση μαζί του; Ή μήπως προκύπτει μια έμμεση σχέση μαζί του;
Τί μπορεί να φέρει; Τί μπορεί να αλλάξει; Μπορείτε να το αφήσετε στην άκρη;








 

Η ΑΠΑΓΩΓΉ!!!





-Θα πάω μαμά, την Άνοιξη. 

Ποιος ο λόγος να τρέχω μέσα στο χειμώνα;

Ακόμα δεν ήρθα, άσε με να πάρω μιαν ανάσα. 

-Πήρες ανάσα και μια και δυο.

Τώρα πρέπει να πας.

Το υποσχέθηκα στον πατέρα σου,  όταν πεθάνει,  να πάμε στο χωριό να δούμε το σπίτι μας.

-Εντάξει είπα, άσε με πρωί πρωί με την τσίμπλα στο μάτι, να πιω τον καφέ μου και θα δούμε. 

Δεν θα πάει πουθενά το σπίτι,  είναι εκεί και μας περιμένει. 

Κι αυτό κι όλες οι καλές γειτόνισσες,  που θα βρουν θέμα συζήτησης για όλο τον χειμώνα. 

Άσε να πάω την άνοιξη ή ακόμα καλύτερα το καλοκαίρι που θα είναι απασχολημένες με τη θάλασσα και ίσως περάσω απαρατήρητη. 

-Εσύ, να περάσεις απαρατήρητη;

Μπα σε καλό σου, μη με κάνεις να γελάω,  χήρα γυναίκα.

-Γιατί τί έχω; 

Δύο κεφάλια;

-Οοοοχι, καλύτερα να είχες, είσαι η Αντιγόνη με το όνομα!

Η Αντιγόνη που το έσκασε και μαζί σκάσαμε κι εμείς και πήραμε των οματιών μας.

Είπε με στόμφο η κυρά Μερόπη και τα χέρια στη μέση, σαν άλλη Τασσώ Καββαδία.

-Πού πας, φεύγεις;

-Ναι, πάω να ετοιμαστώ για το χωριό. 

Καλύτερα να οδηγήσω μέσα στην χιονοθυελλα,  που λένε ότι έρχεται, παρά να μαλώσουμε ακόμα δεν ήρθα. 

-Ποια χιονοθύλλα καλέ;

Λίγο χιόνι θα πέσει και οι δημοσιογράφοι το έκαναν βουνό. 

Εξ άλλου,  εσύ είσαι μαθημένη από χιόνια. 

Τόσα χρόνια στον Καναδά,  τί να φοβηθείς;

Συνέχισε η Τασσώ,  η κυρά Μερόπη ήθελα να πω.

-Τους δρόμους μήπως ή τους οδηγούς που ξεκινούν   χωρίς αλυσίδες;

Αντιγύρισε η Αντιγόνη. 

Έφυγα, μήπως προλάβω να γυρίσω πριν σκοτεινιάσει !

-Καλά,  μη βιαστείς,  με την ησυχία σου!

Μόλις βγήκε από το δωμάτιο η Αντιγόνη,  η κυρά Μερόπη έτρεξε στο τηλέφωνο. 

-Έλα, Ερμιόνη εσύ;

Έρχεται,  την έπεισα. 

Ελπίζω αυτή τη φορά το ανακάτεμα μου να βγει σε καλό και ίσως να βοηθήσω να διορθωθούν καπως τα πράγματα. 

Έχω μετανιώσει για όλα. 

Ελπιζω να μην είναι πολυ αργά. 

Πρόσεχε,  μη μας καταλάβει. 

Ίσα που πρόλαβε να κλείσει το τηλέφωνο κι άκουσε την Αντιγόνη να κατεβαίνει τις σκάλες,  κάνοντας τον σταυρό της και μονολογώντας.

-Ήλπιζα ότι μετά από τόσα χρόνια,  θα είχε αλλάξει η κυρά Μερόπη,  αλλά είναι ίδια. 

Αυτό που έχει βάλει στο μυαλό της πρέπει να γίνει. 

Άσε που θέλει να βγάλει το άχτι της για το χουνέρι που έπαθε τότε. 

Αυθόρμητα γέλασε, καθώς θυμήθηκε τα περασμένα. 

Σίγουρα θα περνούσε απο ανάκριση τις επόμενες μέρες, αλλά προς το παρόν την γλύτωσε, λόγο της κηδείας του πατέρα της. 

Ακούς εκεί να την στέλνει στο χωριό,  ακόμα δεν έφυγε ο άνθρωπος!

Τί την επιασε;

Καλύτερα ομως, παρα να μαλώνουν όλη μέρα. 

Άνοιξε το αυτοκίνητο,  πέταξε στο πίσω κάθισμα το βαλιτσάκι της και ξεκίνησε.

Για να δούμε, σε πόση ώρα θα φτάσω στο χωριό;

Κάποτε έκαναν δύο ώρες ίσως και περισσότερο. 

Άραγε οι δρόμοι είναι ίδιοι ή έφτιαξαν και κάτι στην βόρεια Ελλάδα,  από τότε που έφυγα;


Οι πρώτες χιονονιφάδες άρχισαν να πέφτουν μόλις βγήκε από τη Θεσσαλονίκη. 

Είχε πάρει αλυσίδες μαζί της, οπότε το λίγο χιόνι θα το αντιμετώπιζε.

Άλλωστε,  το είπε και η ειδικός,  ήταν μαθημένη από τα χιόνια στον Καναδά!

Στον Καναδά που εξ αιτίας της βρέθηκε εκεί. 

Καλά που ηταν ο νονός της, αδερφός του πατέρα της και τη βοήθησε να σπουδάσει και να πετύχει επαγγελματικά. 

Δυνάμωσε την ένταση του ραδιοφώνου, για να απολαύσει την αγαπημένη της Χαρούλα. 

Δεν πήγαινε πουθενά χωρίς τα τραγούδια της Χαρούλας. 

Ήταν η παρηγοριά της, η συντροφιά της όλα αυτά τα χρόνια μακριά από τον τόπο της.

Έτσι και τώρα, θα της κρατούσαν συντροφιά μέχρι ψηλά στον Χολομώντα.

Σε μια ώρα και κάτι,  έστριψε για το χωριό. 

Όντως οι δρόμοι ήταν καλύτεροι και χωρίς πολλές στροφές πια.

Η φύση ίδια κι απαράλλαχτη.  Το σκούρο πράσινο του πεύκου και το γλυκό κανελί της βαλανιδιάς , κυριαρχούσαν στο βουνό που άρχισε να ασπρίζει από το χιόνι που έπεφτε όλο και πιο πικνό. 

Η καρδιά της άρχισε να χτυπά δυνατά. 

-Λες να ονειρεύτηκα που έφυγα και να είναι όλοι εκεί και να με περιμένουν; μονολόγισε η Αντιγόνη. 

Αντε καλέ,  προχθές δεν γιόρτασα με φίλους τα γενέθλια μου;

Έκλεισα τα 38.

18 που ήμουν όταν έφυγα και 20 που λείπω, 38.

Σωστός ο λογαριασμός,  άρα δεν με περιμένει κανείς. 

Κάνοντας αυτές τις παράξενες και τρελές σκέψεις,  έφτασε χωρίς δυσκολία μέχρι το σπίτι τους.

Πρώτη φορά το έβλεπε με κλειστά παράθυρα και χωρίς λουλούδια στα παρτέρια. 

Ήταν σαν ξένο, σαν να μην έμενε ποτέ εδώ. 

Έφτασε αργά μέχρι την πόρτα και με πολύ κόπο την ανοιξε. 

Το χιόνι είχε κάνει τη δουλειά του κι εμπόδιζε το άνοιγμα της.

Από συνήθεια,  έψαξε τον διακόπτη στον τοίχο και τον πάτησε. 

Δεν περίμενε φυσικά να ανάψει κι όμως άναψε.

Ο καημένος ο πατέρας της, μέχρι τελευταία στιγμή που δεν ήταν καλά, έστελνε χρήματα στον Σπύρο,  για να πληρώνει τους λογαριασμούς.

Ήθελε να είναι έτοιμο, μήπως  έρθω ξαφνικά κάποια στιγμή. 

-Πατέρα ήρθα,  αλλά εσύ δεν είσαι εδώ. 

Με μια ματιά που έριξε, το σπίτι δεν χρειαζόταν μεγάλες επισκευές. 

Ίσως την διακόσμηση να την αλλάξω,  αλλά υπάρχουν  κι άλλες λεπτομέρειες, σκέφθηκε .

Δεν θυμάμαι ποτέ ξανά το σπίτι μου τόσο βρώμικο. 

Τα πάντα άστραφταν από πάστρα κάποτε. 

Μερόπη- καθαριότητα,  αχώριστες φίλες. 


Έτσι και τότε, οι αυλές είχαν ασπριστεί,  τα παρτέρια είχαν γεμίσει λουλούδια,  το νυφικό περίμενε κρεμασμένο στην κρεμάστρα. 

-Τί θέλω τώρα και τα θυμάμαι;

Ας κλείσω πάλι το σπίτι κι ας πάω απέναντι, μέχρι το σπίτι της Ερμιόνης,  να ζεστάνω λίγο τα χεράκια μου και τα ποδαράκια μου, αν φυσικά είναι ακόμα στο χωριό. 

Έτσι ήταν το συνήθιο,  να πηγαίνουν η μία στο σπίτι της άλλης,  συνεχώς. 

Μόνο στον ύπνο χώριζαν και τα καλοκαίρια ούτε και τότε. 

Εστρωναν στην ταράτσα,  κάτω από την κρεβαταριά τις κουρελούδες, ξάπλωναν και μελετούσαν τα αστέρια.

Αργά πολύ αργά τις έπαιρνε ο ύπνος. 

Με το μυαλό γεμάτο εικόνες, ανοιξε την πόρτα για να βγει κι έμεινε να κοιτάζει την έκπληκτη κυρία,  που ετοιμαζόταν να χτυπήσει το κουδούνι. 

Μετά την πρώτη έκπληξη,  έπεσαν η μία στην αγκαλιά της άλλης, κλαίγοντας. 

-Αντιγόνη μου γύρισες; είπε μέσα στα αναφιλητά της η Ερμιόνη. 

-Ναι αγαπημένη μου φιλενάδα,  γύρισα. 

Γύρισα για να σε σφίξω στην αγκαλιά μου και να σ ευχαριστήσω για όλα όσα έχεις κάνει για μένα. 

Δεν θέλω ούτε να σκεφτώ πώς θα ήμουν σήμερα, αν δεν ήσασταν εκεί,  εσύ κι αδερφός σου,  ο Σπύρος. 

-Δεν πίστευα στα μάτια μου,  όταν είδα ένα αυτοκίνητο να σταματά μπροστά στο σπίτι σας.

Ετρεξα να δω με την ελπιδα να είσαι εσύ.

Πάμε όμως στο σπίτι να ζεσταθουμε και να πούμε για τα παλιά. 

-Δεν θα ενοχλήσω κάποιον,  τον άνδρα σου, τα παιδιά σου, ρώτησε η Αντιγόνη. 

-Μη στεναχωριέσαι,  όλοι λείπουν τέτοια ώρα. 

Θέλουν όμως τόσο πολύ να γνωρίσουν την αγαπημένη μου φίλη, που θα τρελαθούν από τη χαρά τους όταν σε δουν το απόγευμα που θα γυρίσουν.

-Ξέρεις, δεν θα μείνω πολύ,  πρέπει να γυρίσω πριν σκοτείνιάσει. 

-Καλά, έλα τώρα να μου πεις πώς είναι η ζωή σου στην ξενιτιά και μετά βλέπουμε. 

Άρχισε από την αρχή. 

-Εγώ να αρχίσω;

Εγώ ήμουν ένα ρομπότ εκείνη τη μέρα, ένα άψυχο ρομπότ. 

Αν δεν είχατε σκαρώσει όλο το σχέδιο εσύ κι ο Σπύρος, δεν νομίζω ότι θα είχα φύγει. 

Απορώ ακόμα πώς τα είχατε κανονίσει όλα τόσο τέλεια;

-Εύκολο για τον Σπύρο που ήταν λάτρης της περιπέτειας κι απλώς ανεπαρέστησε μια ταινία δράσης,  ο τρελός. 

-Μα ούτε εγώ δεν είχα καταλάβει κάτι!

-Αυτό ήταν το ζητούμενο,  να είσαι ο εαυτός σου για να μην προδοθείς!

-Μ αφήσατε να φορέσω το νυφικό,  να κάνω όλα τα παραδοσιακά,  να χορέψω με όλους στην αυλή,  υπό τον ήχο των νταουλιών και των κλαρίνων κι όταν ρωτούσα που ήσουν,  αγαπημένη μου φίλη και παρολίγον κουμπαρα, έπαιρνα από όλους την απάντηση ότι πήγατε με τον αδερφό σου τον Σπύρο,  να φέρετε το στολισμένο αμάξι. 

Το θεώρησαν όλοι φυσιολογικό να το κάνει αυτό η κουμπάρα, που θα έπρεπε να είναι συνεχώς δίπλα μου;

-Ήμασταν τυχεροί,  κανένας δεν υποψιάστηκε τίποτα. 

-Ήρθε το αμάξι κορνάροντας συνεχώς κι εγώ σαν μελλοθάνατη, μπήκα μέσα. 

Όλο χαρά η μάνα μου, που κανόνισε αυτόν τον ανεπιθύμητο γάμο για μένα,  προσπάθησε να μπει και να κάτσει δίπλα μου. 

-Ηταν τόσο αστεία η έκφραση της, όταν της είπα ότι θα τσαλακωθεί το νυφικό κι οπισθοχώρισε αμέσως,  που την λυπήθηκα την καημένη!

-Ναι την καημένη,  εγώ τότε τί ήμουν;

αντέδρασε η Αντιγόνη. 

-Τη λυπήθηκα γιατί ήξερα τί την περίμενε σε λίγο που θα αντιλαμβανόταν την απαγωγή σου.

-Εγώ πάλι, ούτε που κατάλαβα γιατί μου τραβολογούσες να μου βγάλεις το νυφικό,  γιατί μου φόρεσες ένα τζην παντελόνι κι ένα μακό μπλουζάκι, γιατί μου ξεβαψες το πρόσωπο,  ενώ ο Σπύρος οδηγούσε σαν τρελός το νυφικό αυτοκίνητο.

-Πώς ήθελες να οδηγεί ο καημένος;

Έπρεπε να σε βάλουμε στο αεροπλάνο πριν μας προλάβουν. 

Έγιναν όλα όπως τα βλέπαμε στην ταινία κι ευχόσουν να είχες τη δύναμη να το κάνεις. 

Ε, εμείς βοηθήσαμε να πραγματοποιηθεί η ευχή σου. 

Χρειαζόμασταν άλλον ένα συνεργό κι αυτός δεν ήταν άλλος από τον αγαπημένο σου πατέρα. 

Αυτός έβγαλε τα αεροπορικά εισιτήρια για τον Καναδά και συνεννοήθηκε με τον αδερφό του κσι νονό σου να σε παραλάβει. 

Κι εκείνος δεν συμφωνούσε μ αυτόν τον γάμο, γιαυτό και δεν είχε έρθει. 

Οι δυο μαζι βρηκαν το κουράγιο,  με τη βοήθεια μας φυσικά,  να ανατρεψουν τα σχεδια της μαμάς σου.

Τώρα έπρεπε κάποιος να τους καθυστερήσει και να τους αποπροσανατολύσει με κάθε τρόπο. 

-Τί λες τώρα; Ήταν κι ο μπαμπάκας μου στο κόλπο;

Δεν το ήξερα, δεν μου το είπε ποτέ. 

-Πώς να σου το πει βρε φιλενάδα;

Η κυρά Μερόπη θα τον εκτελούσε χωρίς συνοπτικές διαδικασίες. 

Τέτοιο κάζο που έπαθε,  ακόμα συζητιέται στο χωριό το πάθημα της.

-Ας μην ήθελε να με παντρέψει με το ζόρι με έναν που είχε τα διπλάσια χρόνια από μένα. 

Την είχε πιάσει μανία να γίνει αυτός ο γάμος για να εξασφαλιστούμε όλοι. 

Όλοι εκτός από μένα, είπε η Αντιγόνη κλαίγοντας. 

-Τώρα γιατί κλαις;

-Κλαίω γιατί δεν πρόλαβα τον πατέρα μου ζωντανό και μετά από αυτό που μου είπες, ότι ήταν στο κόλπο, δεν νομίζω ότι θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου για τον πόνο που του προκάλεσα. 

Μάλλον θα φύγω και δεν πρόκειται να ξαναγυρίσω. 

Δεν έχω λόγο πια.

Με την μητέρα μου θα μαλώνουμε συνέχεια, οπότε καλύτερα μακριά κι αγαπημένοι. 

-Στάσου καλέ,  που πας;

Σκοτείνιασε και το χιόνι κάλυψε τα πάντα. 

Δεν θα πας πουθενά σήμερα, αύριο βλέπουμε. 

Πάνω στην ώρα άνοιξε η πόρτα και μπήκαν μέσα τρέμοντας από το κρύο,  ο άνδρας και τα παιδιά της Ερμιόνης κι από πίσω με σκυμμένο κεφάλι,  ο Σπύρος,  ο μεγάλος σκηνοθέτης. 

Μετά τις πρώτες αγκαλιές   στρώθηκε το τραπέζι και τρώγοντας και πίνοντας, κλαίγοντας και γελώντας,  έζησαν πάλι την περίφημη απαγωγή. 

Τα κοριτσάκια της Ερμιόνης,  άκουγαν τα κατορθώματα του θείου τους κσι της μαμάς τους και τόνιζαν ότι ξέρουν τί θα κάνουν αν τις πιέσουν να παντρευτούν με το ζόρι. 

Τα δάκρυα που έτρεχαν ποτάμι,  δεν ήξεραν αν ήταν από τα κλάματα ή από τα γέλια. 

Αρκετές φορές χτύπησε το τηλέφωνο, αλλά κανείς δεν το άκουσε.

Αλλά κι αν το άκουσε,  δεν ήθελε να χαλάσει το ωραίο γλέντι που είχε στηθεί. 

Ίσως και προγαμιαίο, που ξέρεις;

Η κυρά Μερόπη έβραζε στο ζουμί της.

Ήθελε να μάθει την αντίδραση της κόρης της όταν είδε τον Σπύρο. 

Από παιδιά ήταν αχώριστοι και οι τρεις και ήταν σίγουρη ότι το αίσθημα τους θα γινόταν έρωτας κάποια στιγμή,  αν δεν τους τα χαλούσε η ίδια με τα μεγάλα της σχέδια. 

Είχαν πάρει τα μυαλά της αέρα,  όταν ήρθε προξενιό για την κόρη της από τον πιο μεγάλο γεοκτήμονα της περιοχής. 


Τί καταλαβε;

Στερήθηκε το κοριτσάκι της, έζησε μακριά από το αγαπημένο της χωριό, γιατί φυσικά δεν άντεχε τα σχόλια, είχε και τύψεις που έμεινε μόνος ο Σπύρος, πιστός στην αγαπημένη του.

Μα πότε θα της τηλεφωνούσε η Ερμιόνη;


Κόντευε να χαράξει,  όταν πήγαν όλοι για ύπνο .

Όλοι εκτός από τον Σπύρο και την Αντιγόνη. 

Έβαλε κι άλλα ξύλα στα τζάκι, έφτιαξε ένα ζεστό τσάι,  μετά από τόσο κρασί το χρειάζονταν και οι δύο,  έπιασε το χέρι της και κάθισαν δίπλα στη φωτιά. 

Είχαν πολλά να σχεδιάσουν για το μέλλον τους.

Τί στο καλό είχε τον τίτλο του σκηνοθέτη;

Τώρα πια κανένας δεν θα του χαλούσε το σενάριο. 

Περίμενε 20 χρόνια. 

Αυτή τη φορά θα έπαιρναν όλα τα Όσκαρ. 






Ελπίζω να σας άρεσε η δική μου εκδοχή για το σπίτι στο βουνό. 


ΝΑ ΕΊΣΤΕ ΌΛΟΙ ΚΑΛΆ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ!!!!


Τρίτη 26 Μαρτίου 2024

ΥΦΑΣΜΑΤΙΝΕΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΊΕΣ!!

-Τί ωραία που περάσαμε στα μαθήματα για τα αυγουλάκια μας!

Μερικά από τα αυγουλάκια μας   έτοιμα για το Πασχαλινό παζάρι. 

 

Φτιάξαμε ένα σωρό. 



ένα μέρος από το τμήμα της ραπτικής 


Για το παζάρι της εκκλησίας για το φιλοπτωχο,  για δώρα,  για τα σπίτια μας!



-Τώρα;

Δεν θα κάνουμε κάτι άλλο;


-Θα κάνουμε,  πώς δεν θα κάνουμε. 

Όσο υπάρχει ενδιαφέρον,  μαθήματα θα γίνονται. 

Τόσα κουρελάκια έχουμε   έτσι θα τα αφήσουμε;



Το είπαμε κι έγινε. 

Μαζευτήκαμε και φτιάξαμε κουκουβάγιες. 

Τις κολλήσαμε με ζεστή σιλικόνη,  δεν χρειάζεται ράψιμο ούτε αυτή,  μόνο κόλλα. 











Αλλά κι όποιες θέλησαν τις έραψαν με το χέρι. 


Φτιάξαμε κοσμήματα. 






Είναι τόσο ωραία η ομαδικη εργασία, σαν τις παλιές καλές εποχές,  που βγαίναμε στην αυλή και κεντούσαμε.


Χαίρονται και τα κουρελάκια μου.

Είχαν απελπιστεί,  ότι δεν θα γίνουν τίποτα και κάποια στιγμή θα πεταχτούν. 

Και με το δίκιο τους, πόσα να προλάβω να ράψω μόνη μου;



Ενώ τώρα,  όλες μαζί τα αξιοποιούμε καλύτερα. 

Το ωραίο είναι ότι φέρνουν και οι μαθήτριες υλικά που νόμιζαν ότι είναι για πέταμα. 



η χαρά του κουρελακίου!


Ρούχα που δεν μας χωράνε,  όπως τζιν παντελόνια,  μπορούν να γίνουν υπέροχες τσάντες. 

Έρχονται προσεχώς!

Μικρά κεντήματα θα βρουν θέση σε μαξιλάρια, τσάντες,  πανό για τον τοίχο,  ακόμα και σε παπλώματα. 

Κι αυτά προσεχώς!

Σιγά σιγά,   τώρα που έχουμε και μηχανές,  θα πάμε πιο γρήγορα!


Δεν σας είπα κι άλλο σπουδαίο νέο!



Όπου βρεθώ κι όπου σταθώ,  μιλάω για τα μαθήματα ραπτικής στην εκκλησία αλλά και στο ΚΑΠΗ.

Υπάρχει ενδιαφέρον και ρωτάνε να μάθουν τί ακριβώς κάνουμε. 

Όταν είπα ότι κάνουμε ό,τι μπορούμε ράβοντας με το χέρι,  δύο φίλες με μεγάλη ευχαρίστηση,  μας χάρισαν από μια μηχανή. 







Απίστευτο κι όμως αληθινό!
Παλιές γερές μηχανές που τις είχαν να κάθονται στο πατάρι!



Μας τις χαρίσανε εις μνήμη των αγαπημένων μαμάδων τους.

Θα γίνει αφορμή τώρα να μάθουν να ράβουν κι αυτές!


Στη μία βάλαμε μοτέρ και στην άλλη που είχε, το δώσαμε για επιδιόρθωση. 

Βάλαμε απο λίγο όλες και καλύψαμε τα έξοδα. 

Η χαρά μου,  αλλά και η χαρά όλων των κυριών μαθητριών, είναι μεγάλη. 

Εγώ δεν μπορώ να σκεφτώ τον εαυτό μου χωρίς τη μηχανή μου.


Όπως βλέπετε,   λοιπόν, αρχίσαμε τις δοκιμές. 

Μέχρι τέλος Μαΐου ελπίζω να ξέρουν όλες να ράβουν ίσια γαζιά. 

Μετά ποιος μας πιάνει;




Αλλά τα θαύματα δεν σταματούν εδώ. 

Άλλη μια μηχανή ήρθε σαν χάρισμα για τις κυρίες μαθήτριες του ΚΑΠΗ.



Βάζοντας φωτογραφίες στο φβ, από την πρόοδο των μαθημάτων ραπτικής, έκφρασα την επιθυμία να είχαμε κι εδώ μια μηχανή. 

Βλέπετε ο Δήμος δεν διαθέτει κονδύλια για τέτοιες δραστηριότητες. 

Νομίζουν ότι η τρίτη ηλικία είναι παροπλισμένη. 

Μια φίλη λοιπόν,  με πολλή χαρά μας χάρισε μια μηχανή εις μνήμη κι αυτή  της μαμάς της.

Σ ευχαριστούμε πολύ Νανά μου, θα μνημονεύουμε και τη δική σου μανούλα την Ευαγγελία. 

Εμείς λέμε ότι πάμε στα νήπια του ΚΑΠΗ,  ούτε καν στο δημοτικό. 

Έχουμε όρεξη και διάθεση για μάθηση. 

Και προσφορά!

Γιατί κι από εδώ δίνουμε κάποιες κατασκευές σε φιλανθρωπικούς σκοπούς. 


η μαθήτρια επί το έργο. 


όχι μόνο το έραψε στο χέρι,  το κεντησε κιόλας!




μη βιάζεσαι Μαρία μου,  η μισή είναι έτοιμη προς το παρόν. 
από βδομάδα με την καινούργια μηχανή   θα την τελειώσουμε!


Τέλος Μαΐου που θα γίνουν εκθέσεις με τις δημιουργίες μας, θα τρίβουν όλοι τα μάτια τους.


Αυτά τα νέα μας!
Αφού τα κοριτσάκια μας πάνε σχολείο και τα βλέπουμε μόνο σκ, έχω χρόνο για δραστηριότητες. 
Υγεία να έχουμε, πρωτα ο Θεός, για να μπορούμε να κάνουμε αυτά που μας ευχαριστούν. 


ΝΑ ΕΊΣΤΕ ΌΛΟΙ ΚΑΛΆ ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΤΕ!!!!






Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...