A.Tyrrhenian, Etruscan, h.Hom.7.8, Hes.Th.1016, E.Med.1359, etc.; “τῷ Δὶ Τυράν᾽ ἀπὸ Κύμας” SIG35 (Olympia, V B.C.), cf. Τυρρανοί ib. 24 (Delph.):— the people were Τυρσηνοί , Τυρρηνοί , Hdt.1.57, etc.; “Τ. Πελασγοί” S.Fr.270 (anap.):—Adj. Τυρσηνικός , ή, όν, σάλπιγξ, κώδων, A.Eu. 567, S.Aj.17; cf. “κηρός” 1.3: also fem. Τυρσηνίς , ίδος“, Σκύλλα” E. Med.1342.
Τυρσηνός , ή, όν, Ion. for Att. Τυρρηνός; Dor. Τυρσα_νός Pi.P.1.72, SIG14 (Delph., vi/v B. C.), also Τυρρα_νός (v. infr.):—