A.“ἤπυ_σα” E.Rh.776): [υ^ in pres., exc. in Mosch. (v. infr.); υ_ in fut. and aor.]:—call to, c. acc., “ὅθι ποιμένα ποιμὴν ἠπύει” Od.10.83, cf. 9.399; “ἀλλά με Πυθὼ . . ἀπύει” Pi.P.10.4; invoke, “ἄπυεν Εὐτρίαιναν” Id.O.1.72, cf. P.5.104; “ἰαλέμῳ τοὺς θανόντας ἀπύεις” E.Tr.1304: c. dupl. acc., τί με τόδε χρέος ἀπύεις; why callest thou on me for this? Id.Or.1253: c. dat. pers., ἤπυσα δ᾽ αὐτοῖς μὴ πελάζεσθαι called to them not . . , Id.Rh.776.
2. abs., of the wind, roar, “οὔτ᾽ ἄνεμος τόσσον περὶ δρυσὶν ὑψικόμοισι ἠπύει” Il.14.399; of the lyre, sound, “ἐν δέ τε φόρμιγξ ἠπύει” Od.17.271; sing, “Λυδίοις ἀπύων ἐν αὐλοῖς” Pi.O.5.19: c.acc. cogn., “μέλος ἠπύοντες” Mosch. 2.124.
3. utter, speak, “πατρὸς ὄνομ᾽ ἀπύεις” A.Pr.593; τί ποτ᾽ ἀπύσω; E.Hec.154; “ἀπύσατ᾽ ἀντίφων᾽ ἐμῶν στεναγμάτων” Id.Supp.800; πρὸ σοῦ γὰρ ἀπύω (Com. for ὑλακτῶ) Ar.Eq.1023.
4. folld. by an interrog., τίς ἂν ἀπύοι εἰ . . ; would tell whether . . ? S.Aj.887; ἀπύσει τίς ὅδε . . ; E.Ba.984 (nisi leg. ἀπύσει: τίς . . ;).
II. Med., summon, prosecute, ἀπυέσθω ὁ ἀδικήμενος τὸν ἀδικέντα IGl.c.