Η νέα καταδίκη του Σελίν
(Εφημερίδα των συντακτών 24 Φεβρ. 2018)
Ναζιστής, φασίστας, φιλοχιτλερικός,
αντισημίτης, ρατσιστής είναι οι χαρακτηρισμοί που συνοδεύουν τον συγγραφέα Λουί
Φερντινάν Σελίν, και όχι μόνοι τους αλλά συχνά με επιρρηματικούς
προσδιορισμούς, όπως χυδαία ή εμετικά ή υστερικά αντισημίτης κτλ.
Υπήρξε, είναι η αλήθεια, ακραίος, προκλητικός
και εμπρηστικός στις θέσεις του, που δύσκολα σκέφτεσαι για την περίπτωσή του
αυτά που λέει π.χ. ο Κούντερα, στις Προδομένες
διαθήκες, για τον άνθρωπο που βαδίζει μες στην ομίχλη κι εμείς τον κρίνουμε
από απόσταση δεκαετιών, βλέποντας τα λάθη του, όχι όμως και την ομίχλη που τον
τύλιγε.
Όχι πως δίνει ο Κούντερα κάποιο
γενικό συχωροχάρτι στους «πεπλανημένους», μιλάει όμως για την απαραίτητη
ιστορική προοπτική, κυρίως όταν αναγόμαστε σε παλαιότερες εποχές, εν προκειμένω
στην εποχή που γεννιόταν ο φασισμός, με τις ιδέες του που άσκησαν ιδιαίτερη
γοητεία σε μεγάλους δημιουργούς, όπως ο Έζρα Πάουντ, ο Κνουτ Χάμσουν, ο Χάιντεγκερ
κ.ά.
Σχετικοποιείται έτσι τάχα ο φασισμός,
αν τον διακρίνουμε σε πρώιμο και όψιμο; Δύσκολο, περίπλοκο θέμα· όμως μπορεί να πει κανείς
ότι υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα σ’ αυτόν που τον ακολουθεί στο ξεκίνημά του
από αυτόν που τον ασπάζεται όταν έχει πλέον δείξει πού οδηγούν οι ιδέες του, με
κορυφαίο φυσικά σταθμό το Ολοκαύτωμα.
Παρ’ όλα αυτά, θαρρείς και ο Σελίν
πάλι ξεφεύγει, με την προκλητικότητα και την ωμότητα με την οποία εκφράζει ιδίως
τον αντισημιτισμό του. Κι ενώ, όπως συνήθως λέμε, το έργο πάντοτε προέχει, το
έργο πάντως μένει, του Πάουντ, του Χάμσουν, του Χάιντεγκερ, ο Σελίν μένει με το
έργο του και τον αντισημιτισμό του, σχεδόν αξεχώριστα.
Πρόσφατο είναι το σκάνδαλο που
ξέσπασε στη Γαλλία, αρκετά γράφτηκαν και σ’ εμάς (εκτενώς o Χρ. Παρίδης στη
LifO, 30/1, μαζί με συνέντευξη της
Σεσίλ Ιγγλέση-Μαργέλλου, μεταφράστριας του Ταξιδιού στην άκρη της νύχτας, εδώ η Βένα Γεωργακοπούλου, 3/2, κ.ά.), όταν οι εκδόσεις
Γκαλλιμάρ ανάγγειλαν πως θα εκδώσουν τρία αντισημιτικά λιβελογραφήματά του, που
ο ίδιος είχε απαγορέψει να επανεκδοθούν έπειτα από την πρώτη κυκλοφορία τους
(1937-41)· ξεσηκώθηκαν αντιρατσιστικές και εβραϊκές οργανώσεις, παζαρεύτηκε αν
η έκδοση έπρεπε να περιέχει, εκτός από έναν πρόλογο τώρα του γνωστού συγγραφέα
Πιερ Ασσουλίν, και ιστορική ανάλυση και κριτική του αντισημιτισμού, και τελικά η
έκδοση αναβλήθηκε.
Η ιστορία λοιπόν δεν έληξε, και η
συζήτηση ήταν και θα είναι αν πρέπει να επανεκδοθούν οι λίβελοι, (α) αφού
ανήκουν στο corpus του
σελινικού έργου, και (β) για να γνωρίσουν οι νεότεροι το ειδεχθές πρόσωπο του
ναζισμού και του αντισημιτισμού.
Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση παραβιάζεται
η εκφρασμένη βούληση του δημιουργού, που θα ’πρεπε να είναι η αρχή και το τέλος
κάθε συζήτησης: το απόλυτο δικαίωμα του δημιουργού στο έργο του. Ελάχιστα
ενδιαφέρει εδώ ότι ο Σελίν δεν μεταστράφηκε ποτέ, δεν απαρνήθηκε τις ιδέες του,
άρα η απαγόρευση δεν έχει ιδεολογικά καταρχήν κίνητρα. Εικασίες μόνο μπορούμε
να κάνουμε εμείς, η μεταφράστριά του λόγου χάρη θεωρεί πως ο Σελίν δεν ήθελε να
του κόψουν οι λίβελοι απ’ τις πωλήσεις των βιβλίων του. Πολύ πιθανό. Εξίσου
πιθανό όμως είναι, και τότε πολύ πιο σοβαρό, να συνειδητοποίησε πόσο κατώτεροι
ήταν από το λογοτεχνικό έργο του, πόσο τον μείωναν όχι ιδεολογικά αλλά
λογοτεχνικά, αφού αποτελεί κοινή πεποίθηση πως πρόκειται για κείμενα χωρίς την
παραμικρότερη λογοτεχνική αξία, χαοτικά και πληκτικά. Άλλωστε πρόκειται για
πολιτικά κείμενα, με σαφή ιδεολογική στόχευση, χωρίς καμία λογοτεχνική πρόθεση.
Δεν ανήκουν λοιπόν στο corpus
του σελινικού έργου.
Μένει το ουσιώδες (β), να δείξουν,
μέσα από τον σχολιασμό τους μάλιστα, το ειδεχθές πρόσωπο του αντισημιτισμού,
του ρατσισμού, του φασισμού, και έτσι να λειτουργήσουν αποτρεπτικά. Είναι
οπωσδήποτε σοβαρό το επιχείρημα, κι όμως, με το συμπάθιο, θα το ’λεγα και
αφελές μαζί. Εάν δεν μίλησε και δεν υπήρξε πειστικό το ίδιο το Ολοκαύτωμα, τίποτα
δεν θα δείξουν σε κανέναν τρία κακά κείμενα, έστω με χίλια τρία σχόλια μαζί και
αναλύσεις. Κι όχι το Ολοκαύτωμα χτες, αλλά π.χ. το ζωντανό αίμα σήμερα σ’ εμάς,
του Λουκμάν και του Φύσσα, δεν είδαμε να έκοψε καμία ψήφο απ’ τη Χρυσή Αυγή.
Όμως και πάλι, πάντα, ο λόγος
πρέπει να είναι στον δημιουργό, στον Σελίν, που χρειάζεται ίσως εδώ να πω ότι
ποτέ δεν με συγκίνησε σαν συγγραφέας, δεν πάω δηλαδή τάχα να τον προστατέψω.
Βρίσκω όμως παράλογη και πέρα από κάθε ηθική έννοια αυτήν τη νέα τώρα καταδίκη
του.
Ούτως ή άλλως,
ανεξάρτητα από τρία κείμενα πάνω ή τρία κείμενα κάτω, ιδεολογικά είναι και θα
είναι καταδικασμένος εσαεί· μάλλον: μακάρι να είναι καταδικασμένος εσαεί, έτσι
που αλλοιώνεται η μνήμη και προπαντός που ξαναγράφεται η ιστορία, σήμερα
μάλιστα ακόμα και η πιο πρόσφατη, η σύγχρονή μας. Ανενδοίαστα· και το χειρότερο,
με ισχνές αντιδράσεις.