Τα Νέα, 12 Δεκεμβρίου 2009 [εδώ, με προσθήκες]
Όλοι λένε το ορμητικό ρεύμα βίαιο.
Μα την κοίτη του ποταμού που το κρατάει
Κανείς δεν τη λέει βίαιη
(Μπέρτολτ Μπρεχτ)
(φωτ. Άρης Χατζηστεφάνου, από το λεύκωμά του Δεκέμβρης ’08: Ιστορία, ερχόμαστε… Κοίτα τον ουρανό)
Ένα χρόνο από τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου και τον τρικυμισμένο Δεκέμβρη που ακολούθησε, είναι σίγουρα νωρίς να δούμε και να πούμε κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι βλέπαμε και λέγαμε πέρσι.
«Εξέγερση - Δήθεν Εξέγερση» είναι το ντέρμπι, μια και η επίμαχη λέξη είναι κάτι πολύ περισσότερο από χαρακτηρισμός, είναι αναπόφευκτα ιδεολογία, ή εν πάση περιπτώσει έχει να κάνει με ιδεολογία. Έτσι, δεν είναι διόλου παράδοξο ότι πολύ περισσότερο μελάνι χύθηκε και χύνεται για την ονομασία του φαινομένου παρά για το φαινόμενο το ίδιο, σε όλες του τις παραμέτρους, πέρα δηλαδή από τα κραυγαλέα και προφανή, τις πέτρες, τις μολότοφ και τους βανδαλισμούς.
διαβάστε τη συνέχεια...
Τις μέρες αυτές, όπως ήταν φυσικό, στον έντυπο και τον ηλεκτρονικό τύπο έγινε πολύς λόγος για τον περσινό Δεκέμβρη, με πολυσέλιδα αφιερώματα ιδίως στα κυριακάτικα ένθετα, ειδικές τηλεοπτικές εκπομπές, συχνά με νέο υλικό, μαρτυρίες κτλ. Ο χρόνος θα δείξει αν όλα αυτά υπαγορεύσουν επανεκτιμήσεις ή απλώς επιβεβαιώσουν τις υπάρχουσες θέσεις μας. Για την ώρα ο αντίπαλος λόγος, ο λόγος που αναφερόταν στην «επανάσταση του φραπέ», είτε παραμένει αυτάρεσκα καθηλωμένος σε στάδιο προγλωσσικό, από πολιτικοϊδεολογική σκοπιά, με όρους όπως «καθυστερημένοι ουγκ», «αρλούμπες» κ.ά., είτε επιμένει «ψυχολογικά», αναφερόμενος σε «παθολογικά» άτομα που «θέλουν να ξεσπάσουν το οιδιπόδειό τους στην κοινωνία» κτλ.
Ώστε επείγει να αναγνωρίσουμε και να ονοματίσουμε όχι τα επεισόδια και τις συγκρούσεις των δρόμων αλλά τις δικές μας, βαθύτερες συγκρούσεις και διαφορές, αυτές που αναδείχτηκαν σ’ αυτόν τον «δικό μας πόλεμο», όπως έγραφα πέρσι, επιλογίζοντας σχετική σειρά επιφυλλίδων μου. Είναι φανερό πως η συζήτηση πρέπει να γίνει με άλλους όρους, και δεν εννοώ τώρα λέξεις και χαρακτηρισμούς, αλλιώς δεν έχει νόημα να γίνει καν.
Κι όσο δεν θα γίνεται [ούτε αυτή] η συζήτηση τόσο πιο σίγουρο είναι πως θα είμαστε μάρτυρες και μαζί πρωταγωνιστές σ’ άλλον ένα ετήσιο, επετειακό πετροπόλεμο –απ’ τα παιδιά στους δρόμους, απ’ τους μεγάλους εμάς στις στήλες των εφημερίδων μας ή τα τηλεπαράθυρά μας.
Στη φετινή επέτειο-μνημόσυνο η σελίδα αυτή θα σταθεί στον ευφάνταστο λόγο ενός νεοτέρου, που ηλικιακά βρίσκεται ανάμεσα στις δύο μεριές, από τη μια των εξεγερμένων ή, αν θέλετε, μπαχαλάκηδων, κι από την άλλη των γονιών και μεγαλυτέρων ή, αν πάλι θέλετε, «ενοχικών μεσηλίκων».
Κρατώ στα χέρια μου το μικρού σχήματος και σχετικά ολιγοσέλιδο (108 σ.) λεύκωμα του δημοσιογράφου και φωτογράφου Άρη Χατζηστεφάνου, με τίτλο Δεκέμβρης ’08 και υπότιτλο ένα από τα γκράφιτι των ημερών εκείνων: «Ιστορία, ερχόμαστε… Κοίτα τον ουρανό». Το λεύκωμα κυκλοφόρησε πολύ κοντά στα γεγονότα, αρχές Φεβρουαρίου του 2009, αν δεν κάνω λάθος (δεν υπάρχει σχετική ένδειξη στην έκδοση), κι όμως χαρακτηρίζεται από σπάνια διαύγεια και νηφαλιότητα.
Ο Άρης Χατζηστεφάνου (Α.Χ.) γεννήθηκε το 1977, όπως διαβάζω στο αυτί του εξωφύλλου, και γι’ αυτό έγραψα πως ηλικιακά βρίσκεται ανάμεσα στους δύο πόλους που συνθέτουν το προκείμενο «πρόβλημα». Γεννημένος το 1977 σημαίνει θεωρητικά παιδί παιδιών της «γενιάς του Πολυτεχνείου», σημαίνει πως μεγάλωσε στη βαριά, καταπιεστική έως ευνουχιστική σκιά της «ηρωικής γενιάς», έτσι όπως ασφυκτιούσαμε εμείς στον απόηχο του έπους του ’40.
Γι’ αυτόν το λόγο έχει ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον η ματιά του Α.Χ. Ο οποίος, αντιγράφω από το οπισθόφυλλο, «περπάτησε στους δρόμους του ελληνικού Δεκέμβρη. Κατέγραψε με το φακό του το χρονικό της κοινωνικής έκρηξης και άκουσε τους πρωταγωνιστές της, από τα αμφιθέατρα των πανεπιστημίων μέχρι τα έδρανα της Βουλής. Μια ιστορία που ξεκίνησε από τη δολοφονία ενός δεκαπεντάχρονου παιδιού και έφτασε να ανατρέψει ισορροπίες και βεβαιότητες στην Ελλάδα και σε ολόκληρη την Ευρώπη».
Το λεύκωμα ανοίγει με τη διπλή αφιέρωση: «Στον Αλέξη από την Αθήνα / Στην Κωνσταντίνα από τη Βουλγαρία» και ένα 11σέλιδο αλλά ιδιαίτερα πυκνό κείμενο: «Εικόνες μιας εξέγερσης (Αντί Προλόγου)». Ακολουθούν εφτά μέρη: Εκτέλεση, Εξέγερση, Βία, Καταστολή, Νοικοκυραίοι, Εξημέρωση, Η δημοκρατία της αγοράς - Η εξαγορά της δημοκρατίας, στα οποία οργανώνεται το εντυπωσιακό φωτογραφικό υλικό, εντυπωσιακό και σαν μαρτυρία και σαν αισθητικό αποτέλεσμα.
Αντιγράφω από το τελευταίο μέρος του προλογικού κειμένου:
«Το μαύρο σπρέι βγαίνει βιαστικά από την τσάντα. [...] αυτή τη φορά το έκτακτο δελτίο του σπρέι “μεταδίδεται” στα αγγλικά: FUCK MAY ’68. FIGHT NOW». Και απαντά το σπρέι στους ανθρώπους «που θυμούνται την παρισινή εξέγερση σαν “επανάσταση του έρωτα και των τεχνών” και ξεχνούν την απίστευτη σκληρότητα εκείνου του συνθήματος στον τοίχο της Μονμάρτρης: “Τα ομορφότερα γλυπτά είναι οι βαριές κυβικές πλάκες των πεζοδρομίων που πετάμε στα μούτρα των μπάτσων”…». Πάντως το σπρέι, ο νέος με το σπρέι, «δε θέλει να προσβάλει το (λιγότερο ή περισσότερο) γνήσιο επαναστατικό οίστρο προηγούμενων γενιών. Θέλει κυρίως να προστατεύσει τη δική του εξεγερτική δύναμη από όσους προσπαθούν να τη μηδενίσουν. Με το σπρέι απαντά στην ομοβροντία δημοσιευμάτων που πίστεψαν ότι μπορούν να αναλύσουν το φαινόμενο διά της εις άτοπον απαγωγής: “Δεν είναι Δεκεμβριανά”, “Δεν είναι Μάης του ’68”, “Δεν είναι Πολυτεχνείο του ’73”, “Δεν είναι Μπρίξτον του ’81”, “Δεν είναι Λος Άντζελες του ’92”. Απολύτως ορθές όλες οι παρατηρήσεις. Καμία εξέγερση δεν είναι… κάποια άλλη εξέγερση».
Όμως η θέση του Α.Χ. εικονογραφείται από το κυρίως σώμα του λευκώματος, με τις φωτογραφίες και τις λεζάντες. Εδώ είναι ο «ευφάνταστος λόγος» στον οποίο αναφέρθηκα. Οι λεζάντες, που είναι στίχοι από τραγούδια (Active Member, Clash, Rolling Stones κ.ά.), λόγια πολιτικών και άλλων προσωπικοτήτων, αποσπάσματα από εφημερίδες, από λογοτεχνικά έργα, από ιντερνετικά φόρουμ κ.ά., που δίνονται κατά κανόνα ζευγαρωτά, σ’ έναν άτυπο διάλογο μεταξύ τους. Το χιούμορ, υποδόριο, πικρό, διατρέχει το λεύκωμα και λούζει τα εικονιζόμενα μ’ ένα σκληρό, αμείλικτο φως, πολύ πιο αποκαλυπτικό από μακροσκελείς εμβριθείς σχολιασμούς και αναλύσεις.
Από τον Ησίοδο ώς τον Ντομινίκ Στρος-Καν του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, από τον Αριστοτέλη ώς τον Αντώναρο, τα ονόματα που επιστρατεύονται και τα ζεύγη ή οι μικρές παρέες "συνομιλητών" που σχηματίζονται είναι εντυπωσιακά: ο Προκόπης Παυλόπουλος με τον Μάνο Χατζιδάκι· ο Άνθιμος Θεσσαλονίκης με τον Βάρναλη· ο Πάγκαλος με τον Κομαντάντε Μάρκος, αλλά και ο Πάγκαλος με τον εαυτό του, για το πανεπιστημιακό άσυλο· ο Κ. Γεωργουσόπουλος με τον Ησίοδο και τον Καζαντζάκη· ο Καραμανλής με τον επιφανή Σλοβένο φιλόσοφο Ζίζεκ· επί φιλοσοφικού και ο Νικήτας Κακλαμάνης με τον Αριστοτέλη· ο Σωτήρης Χατζηγάκης με τον Τζον Στάινμπεκ· ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος με τους Clash· ο Ντε Γκωλ με τον Στέφανο Μάνο· περί ιδιωνύμου ο Καρατζαφέρης με τον Αϊνστάιν· οι τρεις συγγραφείς Απ. Δοξιάδης, Τ. Θεοδωρόπουλος και Π. Μάρκαρης με τον Μπρεχτ, σε μετάφραση Μάρκαρη, κ.ά.
Τρία μόνο παραδείγματα από τους εμπνευσμένους «διαλόγους»:
1. «Αυτοί οι ψευδοεπαναστάτες πρέπει να ξεσκεπαστούν αποτελεσματικά, γιατί αντικειμενικά υπηρετούν τα συμφέροντα της γκολικής εξουσίας και των μεγάλων καπιταλιστικών μονοπωλίων» (L’Humanité, Μάης ’68)·
«Δε φαίνεται αυθόρμητο… Η οργανωμένη εκδήλωση αυτής της μορφής δράσης, από ομάδες που ευθέως εχθρεύονται και καταπολεμούν την οργανωμένη μαζική πάλη, και που αποτελεί βούτυρο στο ψωμί της εξουσίας των μονοπωλίων, [...] άλλο πράγμα δείχνει» (Ριζοσπάστης, Δεκέμβρης ’08).
2. «Η πραγματική λαϊκή εξέγερση θα έχει αφετηρία τους εργάτες, τους μισθωτούς και τη νεολαία. Η πραγματική λαϊκή εξέγερση δεν πρόκειται να σπάσει ένα τζάμι. Η πραγματική λαϊκή εξέγερση θα έχει αιτήματα και στόχους. Θα έχει πολιτικό σκοπό. Δε θα είναι απλώς αγανάκτηση» (Αλέκα Παπαρήγα)·
«Αν ο σοσιαλισμός μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο όταν το επιτρέψει η διανοητική ανάπτυξη των λαϊκών μαζών, τότε δε θα δούμε σοσιαλισμό ούτε ύστερα από 500 χρόνια» (Βλαντιμίρ Ίλιτς Λένιν).
3. «Κατά τη νύκτα της 30ής προς την 31η Μαΐου υπηξερέθη η επί της Ακροπόλεως κυματίζουσα γερμανική πολεμική σημαία παρ’ αγνώστων δραστών. Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις. Οι ένοχοι και συνεργοί αυτών θα τιμωρηθώσι διά της ποινής του θανάτου» (Ναζιστικό φρουραρχείο Αθηνών, 1941)·
«Υπάρχει συγκεκριμένο πολιτικό κόμμα και συγκεκριμένη ιδεολογική παράταξη που συμπεριφέρεται στην Ελλάδα σήμερα με νοοτροπία Ναζί, πρέπει να το πούμε έξω από τα δόντια. Πέστε μου, ποιος άλλος θα τολμούσε να κρεμάσει αφίσες στο Βράχο της Ακρόπολης;» (Χρήστος Γιανναράς)·
«Απαράδεκτες ενέργειες, ακόμα και με την έννοια ότι αμαυρώνουν και την εικόνα της χώρας προς τα έξω. Δε δικαιολογούνται με τίποτα» (Ευάγγελος Αντώναρος)·
«Η Ακρόπολη συμβολίζει και την αντίσταση. Αυτή την αντίσταση την αξιοποίησαν οι νέοι και εγώ ένιωσα υπερήφανος» (Μανώλης Γλέζος).
Η συνέχεια, συναρπαστική, στο λεύκωμα.