Τα Νέα, 10 Νοεμβρίου 2001
«Χώρα κοιτίδα, λίκνο, όπως λέμε, της δημοκρατίας, η χώρα μας, με τον πολυκομματισμό, λοιπόν, βαθιά, στα κύτταρά μας, πώς, ή και γιατί, τάχα, να ξεφύγουμε απ’ τα γραμμένα, ή, πάλι, πώς να δείξουμε την, αναμφισβήτητα, δημοκρατική καταγωγή μας, παρά αρθρώνοντας, λέξη και κόμμα, ου μη μόνον, αλλά, άρθρο και κόμμα»:
Τα κατάφερα, πιστεύω, να εναρμονιστώ με τον άκρατο κομματισμό που σημαδεύει συχνά τον γραπτό λόγο μας, και όχι μόνο τώρα αλλά από παλιά, με ένα όμως επιπλέον εφεύρημα: το κόμμα έπειτα από κύριο άρθρο, το κόμμα που χωρίζει τα κατεξοχήν αχώριστα, το άρθρο από το όνομα.
διαβάστε τη συνέχεια...
Μεγάλο λόγο είπα: πως δεν χωρίζεται άρθρο από όνομα. Χωρίζεται, βεβαίως, και πρώτα πρώτα από το επίθετο ή τα πολλά επίθετα που μπορεί να χαρακτηρίζουν το όνομα: η αδιάσπαστη μονάδα ο ήλιος γίνεται μ’ ένα επίθετο «ο λαμπρός ήλιος», ή «ο λαμπρός και ζωογόνος ήλιος», ή «ο λαμπρός και ζωογόνος, αλλά κάποτε και επικίνδυνος ήλιος» κ.ο.κ. Εδώ όμως έχουμε άρθρο με επίθετο, που φυσικά συμφωνούν, και η σύνταξη είναι ομαλότατη, η ροή του λόγου, άρα η έκθεση του νοήματος, απολύτως αβίαστη. Και στην περίπτωση αυτή ποτέ δεν σημειώνουμε, εννοείται, κόμματα, αφού το επίθετο χαρακτηρίζει πάντοτε το όνομα, και έτσι αποτελεί κι αυτό με τη σειρά του αδιάσπαστη μονάδα με το όνομα. Παλαιότερα, επίσης, θα λέγαμε κάτι σαν «ο της πατρίδας ήλιος», θα απομακρυνόταν δηλαδή και εδώ το άρθρο από το όνομα, αλλά και πάλι χωρίς κόμματα, γιατί οι παρέμβλητες λέξεις (εδώ «της πατρίδας») χαρακτηρίζουν το όνομα (τον ήλιο), όπως ακριβώς χαρακτηρίζει ένα επίθετο το όνομα, λειτουργούν δηλαδή κι αυτές σαν επίθετο. Αυτό το σχήμα λέγεται, ως γνωστόν, υπερβατό, απαντά ελάχιστα στη νεοελληνική, αναλυτική σύνταξη, και ουσιαστικά περιορίζεται στον γραπτό λόγο και στην ποίηση.
Τελευταία έχω την αίσθηση ότι γίνεται ίσως κατάχρηση του σχήματος αυτού,* αλλά δεν είναι δυνατόν να πούμε από τώρα αν το φαινόμενο εντάσσεται σε περιστασιακή ή μονιμότερη στροφή προς συνθετότερη σύνταξη, όπως είδαμε ώς τώρα και με την παραγωγή συνθέτων με το -ποίηση ή με τη σύνταξη με το ως. Το θέμα μου είναι ο κατακερματισμός του υπερβατού, ο χωρισμός δηλαδή των «εμβόλιμων» λέξεων με κόμματα, που σημαίνει κόμμα, δηλαδή μεγάλη παύση, ακόμη και έπειτα από άρθρο. Έτσι, στο παράδειγμα με τον ήλιο, θα διαβάζαμε λόγου χάρη: «λαμπρός που είναι ο, της πατρίδας, ήλιος»! Που καταλήγει, αν βγάλουμε τις εμβόλιμες λέξεις, όπως υποδεικνύουν τα κόμματα, στην απλή κοινοτοπία: «λαμπρός που είναι ο ήλιος»! Τζίφος –αφού εμείς θέλουμε να μιλήσουμε για συγκεκριμένο ήλιο, της πατρίδας τον ήλιο, και όχι για τον ήλιο γενικά. Ή πάλι, ο υπέρ πατρίδος πόλεμος, μια και πιάσαμε τα πατριωτικά, δεν νοείται επίσης να κατακερματιστεί με κόμματα, έτσι όπως δεν θα βάζαμε κόμματα αν λέγαμε: ο πόλεμος υπέρ πατρίδος, ή ο πόλεμος που γίνεται υπέρ πατρίδος, ο πόλεμος για την πατρίδα.
Στο σημείο αυτό, αντίθετα από την περιπαιχτική εισαγωγή, και στην προσπάθειά μου να κατανοήσω το μηχανισμό του σφάλματος, αποτολμώ να κατασκευάσω ένα σενάριο: πως ο συντάκτης, την ώρα που γράφει, έχει την αίσθηση ότι διακόπτει την ομαλή ροή της σύνταξης, ότι παρεμβαίνει στην ομαλή σειρά των λέξεων, και αυτή την παρέμβαση την αποτυπώνει με τα κόμματα. Ή, πάλι, θέλει να τονίσει ακριβώς τη στενή σχέση που έχουν οι εμβόλιμες λέξεις με το νόημά του, και επιχειρεί να τις ξεχωρίσει, για να τις αναδείξει, κι έτσι κάνει τελικά αυτό που δεν έπρεπε, τις χωρίζει με κόμματα.
Θέλω να πιστεύω πως όλη αυτή η αυτόματη λειτουργία καθοδηγείται από τη συναίσθηση ότι το συντακτικό αυτό σχήμα είναι κάπως ξένο προς το σημερινό γλωσσικό αίσθημα. Και αυτό είναι η αισιόδοξη εκδοχή. Η «απαισιόδοξη», σε εισαγωγικά βεβαίως, είναι ένας σχολαστικός πολυκομματισμός, που μόλις δει επίρρημα το φυλακίζει με άκαμπτη αυστηρότητα ανάμεσα σε δύο κόμματα, που μόλις δει οποιαδήποτε λέξη προσδιοριστική, άρα πολύτιμη για το νόημα, τη φυλακίζει κι αυτήν ανάμεσα σε δύο κόμματα, και κάνει την ανάγνωση δρόμο μετ’ εμποδίων. Δεν μπορώ να μιλήσω εδώ για τάση· τότε τι; έχουμε μάλλον έναν εκπληκτικό συντονισμό των συναδέλφων διορθωτών σε επίπεδο εφημερίδων, γιατί από τα έντυπα που παρακολουθώ περισσότερο συστηματικά, από τη δική μας εδώ εφημερίδα και το Βήμα ώς την Καθημερινή και την Αυγή, μαζί και το Αθηνόραμα, τα παραδείγματα είναι εντυπωσιακά πολλά, και όλα αντίθετα με όλες τις γραμματικές του κόσμου:
«ο μπερές επιστρέφει, αντικαθιστώντας το γνωστό, ιστορικό, δίκοχο»·
«το γεγονός που, περισσότερο, προβλημάτισε τους άνδρες της Ασφάλειας»·
«τα επεισόδια ήταν, χτες, ιδιαίτερα σοβαρά»·
«και, τότε, το στοίχημα ήταν η έγκαιρη αποκατάσταση των σεισμοπλήκτων».
Με τα αλλεπάλληλα κόμματα, που περικλείουν αδιακρίτως επιθετικούς, επιρρηματικούς προσδιορισμούς κτλ., χρειάζεται να διαβάσουμε δυο και τρεις φορές για να είμαστε σίγουροι πως καταλάβαμε:
«Και, εκτός, επίσης θεάτρου, πίσω, στη δεξιά, για το κοινό, πλευρά, οι μουσικοί…»· και
«Ο έρωτας του Νεοκλή για την Παμίρα, κόρη τού, άρχοντα τής, πολιορκούμενης από τους επελαύνοντες Τούρκους, Κορίνθου, Κλεομένη, ο οποίος υπόσχεται, στον γενναίο αξιωματικό του, το χέρι της…»
Θα σταθώ όμως περισσότερο στα υπερβατά σχήματα, όπου ο χωρισμός με κόμματα είναι και οπτικά ανοίκειος, καθώς μ’ ένα κόμμα ξαφνικά, έπειτα από κύριο άρθρο, διακόπτεται βίαια, σχεδόν τελεσίδικα, η ροή της ανάγνωσης. Ένα άλλο, ακραίο παράδειγμα:
«να αποφευχθεί η, εν ονόματι μάλιστα του αρχαίου αθλητικού ιδεώδους το οποίο ισχυριζόμεθα ότι εμείς κατ’ εξοχήν συντηρούμε, καταστροφή του πεδίου της μάχης»: έτσι μιλάει η Αρχαιολογική, παρακαλώ, Εταιρεία –κι ας έβαζε τουλάχιστον κάποιος χριστιανός παύλες αντί για κόμματα.
Οι παύλες είναι οπωσδήποτε μια λύση, είναι μάλλον η ενδεδειγμένη στίξη σε τέτοιες περιπτώσεις, σε μεγάλες παρενθετικές προτάσεις που ο συντάκτης τους τις θέλει, για οποιονδήποτε λόγο, στη θέση που τις έχει. Μέσα σε παύλες θα διαβαζόταν ευκολότερα και το ακόλουθο, ομαλό παράδειγμα:
«αξιοποίησαν την, ιδιαίτερα πλούσια και αποκαλυπτική από αυτή την άποψη, ελληνική εμπειρία»· ή:
«πολύ αέρα πήραν τα μυαλά τής, μέχρι πρότινος άγνωστης στο ευρωπαϊκό αθλητικό στερέωμα, Βελγίδας αθλήτριας Κιμ»· επίσης:
«προτάσσοντας μια, οικονομική σε έκταση αλλά περιεκτική σε ουσία, εισαγωγή».
Γιατί το κόμμα ολοκληρώνει κατά κανόνα μια ενότητα, ένα νόημα, και οδηγεί ομαλά στο επόμενο, οπότε δεν νοείται παύση τόσο μεγάλη έπειτα από άρθρο· οι παύλες δείχνουν ακριβώς πως δεν τελειώσαμε, πως εδώ αρχίζει παρένθεση, άρα το νόημα αναστέλλεται, οπότε το μάτι μπορεί να διατρέξει την παρένθετη φράση ώσπου να βρει την προαναγγελθείσα συνέχεια.
Όσο μικραίνει όμως η εμβόλιμη φράση τόσο περισσότερο άσκοπη μοιάζει οποιαδήποτε στίξη:
«ο, κατά οικογενειακή παράδοση, αντιλαϊκός μισόδημος, ο ανατροπέας του Συντάγματος»·
«ο, με την πρώτη ευκαιρία, χλευαζόμενος»·
«προκαλεί ερωτήματα στους, εντός και εκτός ΗΠΑ, θαυμαστές του»·
«ο, γεννημένος το 1948, ιδρυτής του θεάτρου».
Και είναι πια οπωσδήποτε άχρηστη, κάποτε και λανθασμένη, η στίξη στα ακόλουθα παραδείγματα, όπου οι «εμβόλιμες» λέξεις λειτουργούν καθαρά σαν προσδιορισμός, αποτελούν την ουσία της είδησης, το σχόλιο του συντάκτη:
«ο Ρήγας Φεραίος καταδόθηκε [sic] από τον, καθ’ υπερβολήν αποκαλούμενο, Έλληνα, Δημήτριο Οικονόμου»: εδώ ο συντάκτης ήθελε μάλλον να πει για τον «καταχρηστικά αποκαλούμενο Έλληνα»· εν πάση περιπτώσει, χωρίς τα κόμματα, τι λέει η πρόταση; θα έγραφε δηλαδή αλλιώς ο συντάκτης ότι «ο Ρήγας Φεραίος καταδόθηκε από τον Έλληνα Δημήτριο Οικονόμου»;
«σαλπάρισε με, υπό πορτογαλική σημαία, πλεούμενο ο Χριστόφορος Κολόμβος»: τι σημαίνει δηλαδή ότι ο Κολόμβος «σαλπάρισε με πλεούμενο»;
«συλλαμβάνεται για την, εν ψυχρώ, δολοφονία»·
«περιμένουμε να συμβεί το, προ πολλού, αναμενόμενο»·
«η, ούτως ή άλλως, διχασμένη αριστερά»·
«είναι αλήθεια ότι οι, προς το παρόν, πολύ λίγοι ερευνητές»·
«όσοι άλλοι κόπτονται υπέρ της, πάση θυσία, ελληνοτουρκικής φιλίας»·
«αυτοί οι, κατά τα άλλα, φιλοευρωπαίοι»·
«ο, εξ Ανατολών τάχα, αντίλογος»·
«οι, κατά τα φαινόμενα, αυτόχειρες» (=οι φαινομενικά αυτόχειρες)·
«μια στοργική αγκαλιά για τη, δικαιωθείσα, Ρούλα Πατεράκη»·
«ο, μόνιμα αποβληθείς, Ζινεντίν Ζιντάν ήταν ένας από τους στόχους των μαινόμενων οπαδών»: πρέπει εντέλει να αποφασίσουμε: ή δεν χρειάζονται οι λέξεις που είναι εδώ ανάμεσα σε κόμματα ή τότε δεν χρειάζονται τα κόμματα·
«έχω καθίσει σε, τρόπος του λέγειν, πολυθρόνες»: και εδώ, δεν λέει τίποτα σκέτο το: «έχω καθίσει σε πολυθρόνες»· η ευρηματική διατύπωση «τρόπος του λέγειν πολυθρόνες» δηλώνει, φυσικά, άθλιες, ελεεινές (=επίθετα) πολυθρόνες, ξεχαρβαλωμένα καθίσματα που ο Θεός να τα κάνει πολυθρόνες·
«διαμάχη με αντικείμενο την ευστοχία ή την αστοχία της, ευφάνταστης πράγματι, μετάφρασης» (εδώ επιβάλλεται τουλάχιστον να μπει τόνος στο «αστοχία τής», γιατί αλλιώς το άρθρο διαβάζεται σαν κτητικό)·
«το Ισραήλ, αυτός ο, μέχρι χθες, σμπίρος των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή»·
«το “όραμα” όλων των, κατά καιρούς, αμερικανικών κυβερνήσεων»·
«η, τολμηρή, μετάφραση του Χ»: και ιδού που με αυτήν τη μόδα φτάσαμε να χωρίζουμε ακόμη και κανονικό επίθετο· όπως και:
«καταλήγουν σε, έντυπες και ηλεκτρονικές, εκδόσεις»· κι άλλο ακόμη:
«να δουλεύουν σοβαρά (και όχι στα, εκσυγχρονιστικά, λόγια) για μια όντως ισχυρή Ελλάδα».
Άλλες φορές, αν διαβάσουμε χωρίς τις λέξεις μες στα κόμματα, νόημα δεν βγαίνει:
«λεφτά από, άξιες προς έρευνα, πηγές»=«λεφτά από πηγές»!
«ο Χ… διδάσκει την, για πολλούς απόκρυφη, αυτή τέχνη»=«διδάσκει την αυτή τέχνη»!
Και άλλες, τέλος, φορές βγαίνει λάθος νόημα:
«ο Χ όμως δεν ανήκει στους, θορυβωδώς, παραιτηθέντες»: δηλαδή παραιτήθηκε και ο Χ, αλλά χωρίς να δημιουργήσει θόρυβο: αυτό ήθελε να πει η πρόταση· αν όμως παραλείψουμε και εδώ τη λέξη ανάμεσα στα κόμματα, θα έχουμε όχι απλώς λειψό νόημα αλλά λάθος πληροφορία, πως ο Χ δεν παραιτήθηκε καν!
Αυτά κάνουν τα άτιμα τα κόμματα: εκεί ακριβώς που εμείς φροντίζουμε με τη στίξη (γιατί οπωσδήποτε φροντίδα είναι η στίξη) να αποτυπώσουμε λεπτές διαφορές, αυτά δυναμιτίζουν άκαρδα κάθε προσπάθειά μας.
Υπάρχει όμως συνέχεια.
* Πλήρη όμως παρανόηση ακόμα και της έννοιας του υπερβατού αποτελεί η ακόλουθη διατύπωση: «θα απαγόρευε το ρεπορτάζ στους συντάκτες κάθε, της Ελευθεροτυπίας συμπεριλαμβανομένης, εφημερίδας».