Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016


Φθινόπωρο:
Μου λες σ'αγαπώ και με κοιτάς να δεις πως θα αντιδράσω. Σου λέω να πας στο γιατρό για το μάτι σου και εννοώ "κι εγώ". Με φιλάς το πρωί και με αγκαλιάζεις λες και θα σε σώσω. Μπορώ να το κάνω. Και όλα όσα θέλω είναι τα πρωινά στα χέρια σου, να πλημμύριζω τον κόσμο σου, να σε νοιάζει μην ξεσκεπαστώ και κρυώσω, αυτός ο καφές στην Πατησίων στα όρθια, τα χρωστούμενα πέντε ευρώ που κυκλοφορούν στις τσέπες μας, η διαδρομή Εξάρχεια Κυψέλη τα ξημερώματα και να ακούγεται μόνο το γκάζι, να νανουρίζομαι στην πλάτη σου και να μου λες "κρατήσου βλέπω μπάτσους" Οι κλεισμένες ημερομηνίες για τα λάιβ, το στούντιο και τα πονεμένα χέρια, οι μπαγκέτες στην κωλότσεπη. -Πως λέγεται αυτό? - Πετάλι. Όλος μου ο έρωτας αφημένος στο γραφείο μια κρύα Δευτέρα πρωί. Εσύ κοιμάσαι και εγώ χαζεύω αυτό το κομματάκι ξύλο. Έτσι ξεκίνησαν όλα. Ένα όνομα, ενα αστείο στη σκηνή, μια χούφτα κλεμμένα ποπ κορν, οι Sigur Ros με βρεγμένα μπλουζάκια και το θάρρος του μεσσεντζερ.  Φωκίωνος Νέγρη και Λέλα Καραγιάννη και ιστορίες ατέλειωτες. Σκοτεινό κλαμπ στις 5 το πρωί να μου λες "σ'αγαπώ" και να με λούζεις με μπύρα. Να κλαίω γιατί τσούζουν τα μάτια μου και να γελάω κάτω από κρεμαστά φαντασματάκια. Αιόλου ξημερώνει, πονάνε τα πόδια μου, μου λες πάμε να κάνουμε μπουρίτο και όλα πάλι από την αρχή. 

Καλοκαίρι:

Το καλοκαίρι πέρασε μπροστά από σκηνές, με εσένα πίσω από αυτές να βγαίνεις στα κλεφτά να με φιλήσεις. Στα μπαρ και στα στενά να συναντιόμαστε τυχαία και να χωρίζουμε το επόμενο πρωί. Όπου εσύ κι εγώ, όπου εγώ κι εσύ. Μηνύματα στις 4 το πρωί για ανταλλαγή συντεταγμένων και για ραντεβού μισή ώρα μετά στην Πατησίων και στο Σαν Φρανσίσκο μας. Τα ρούχα να βγαίνουν με ταχύτητα φωτός και να ορμάμε να παλέψουμε κάτω από τον ανεμιστήρα οροφής. Οι βόλτες στη θάλασσα και η μίζα της μηχανής. Τα κράνη κρεμασμένα στις τσάντες, εγώ κι εσύ σε μέρη κακόφημα για να μου κρατάς το χέρι. Όλα γύρω σου είναι μουσική. Τα χέρια σου βγάζουν μουσική. Μουσική είναι η πιο βραχνιασμένη καλημέρα του κόσμου το πρωί πίσω από το λαιμό μου. Είναι τα χέρια σου πάνω στα απλωμένα μου πόδια, ξημερώματα στη Μπενάκη και η διαπίστωση ότι η ρακή είναι πάλι νερωμένη. Είναι τα στενά της Κυψέλης και οι μονοκατοικίες που θα αγοράσουμε όταν θα έχουμε λεφτά. Μουσική είναι ο εσπρέσσο σκέτος και το Black & Decker στα χέρια σου. Οι πρόβες και τα στούντιο. Οι μπάντες, τα λάιβ, οι Martens και τα Vans. Μουσική είσαι εσύ και δε σε πίστευα. Είναι οι χαζοιστορίες σου, είναι οι αλητείες σου, είναι αυτοί που μας βλέπουν μαζί απορημένοι. Είναι το φαγητό που με ταίζεις και το απότομο φρενάρισμα για να πέσω πάνω σου στο φανάρι της Αλεξάνδρας. Είναι οι φαβορίτες και το μουστάκι για 3 μέρες. Ίσα να γελάσουν όλοι.

Σάββατο 25 Ιουνίου 2016

Θήτα 2

Περνούν οι μέρες ανάμεσα σε μηνύματα. Σε χαζομάρες. Στη ζέστη. Εγώ κι εσύ, 4 το ξημέρωμα στην Αρεοπαγίτου καθημερινή. Όλα κρυφά. Και όμορφα. Ιστορίες για νυχτερινά πτηνά, για τις πρόβες, για τη μουσική. Για τα λάιβ, για ταξίδια, για τα τύμπανα και την τενοντίτιδα. Και μετά έρχονται τα φιλιά, τα ατέλειωτα φιλιά και τα αχόρταγα χέρια. Και μετά περπάτημα, το χέρι σου μπροστά από το δικό μου, Πατησίων γκαζώνεις τη μηχανή να μη μας πιάσει το φανάρι, ανεβαίνουμε σαν λαχανιασμένα σκυλιά, και ορμάμε στο στρώμα, ιδρώνουμε, μου μιλάς στο αυτί, καπνίζεις και φυσάς τον καπνό μακριά να μη μου τσούξει τα μάτια και με βάζεις να ξαπλώσω πάνω στο στήθος σου, μου λες ιστορίες με μουσική, οι περιοδείες, οι QOTSA, οι Slayer, οι Cure και όλη η underground σκηνή της Αθήνας  και χαζεύω τα δάχτυλα σου, πληγωμένα από τις μπαγκέτες και το μπράτσο σου να τρέμει. Με παίρνεις τηλέφωνο λέγοντας μου ''έλα αγάπη, έχω στούντιο'' και μου λες τι ώρα θα τελειώσεις, μου λες να μη βιαστώ και να περάσω ωραία με τους φίλους μου, μου φτιάχνεις να φάω και το πρωί μου φέρνεις καφέ. Σου λέω ότι μου αρέσει το μπλε του τοίχου και πάντα παλεύεις να μου εξηγήσεις τι χρώμα θα γίνει στο τέλος. Όλη μέρα μυρίζω την κολώνια σου πάνω μου, δε φεύγει πιά. Σου χαιδεύω τα μάτια, μου λες ότι σε κόβουν οι φακοί. Μου φιλάς το μπράτσο και τα γόνατα, μου γλείφεις την κοιλιά, με κοιτάς στα μάτια πάντα. Ακόμα και τώρα που γράφω χαζομάρες, το ένα μου μάτι είναι στο κινητό και πάλι κάπου σε μυρίζω. 

Παρασκευή 20 Μαΐου 2016

Όλα αυτά που νόμιζες πως δεν μπορείς.




Θα γράψω σαν να είναι ημερολόγιο. Δεν ξέρω ποιά στιγμή αποφάσισα ότι η γιόγκα θα μπει στη ζωή μου. Δεν ξέρω αν την διάλεξα εγώ ή εκείνη εμένα. Μπορώ να μιλάω ώρες για αυτή, λες και είναι τρελός έρωτας ή σκληρό ναρκωτικό. Προφανώς είναι και τα δύο. Όλα είχαν να κάνουν με την δασκάλα. Από την πρώτη ματιά ήξερα ότι θα με αντέξει. Μετά από λίγα μαθήματα της μίλησα για αυτά που ξεπερνούσα εκείνο τον καιρό. Δεν μου είπε κάτι. Συνέχιζε να καθοδηγεί την αναπνοή μου και να με πιέζει σε κάθε εκπνοή. Λίγο πιό μπροστά, λίγο πιό κάτω, πιό μέσα η κοιλιά, πιό ανοιχτά τα χέρια. Η Α. έχει υπομονή και αγάπη για τους μαθητές της. Γελάω όταν σκέφτομαι σε τι κατάσταση ήταν το σώμα μου όταν πήγα πρώτη μέρα. Μετά βίας έσκυβα. Εκείνη λοιπόν με πήρε ως άκαμπτο πραγματάκι και με έκανε ένα ωραίο καταπράσινο δέντρο. Ριζωμένο καλά στη γη και όλο να ψηλώνω και να ανθίζω. Σε κάθε εκπνοή που πιάνω τους καρπούς μπροστά από τα πέλματα, σε κάθε χαιρετισμό, σε κάθε πόνο βρίσκω ζωή. Η γιόγκα είναι σίγουρα ζωή. Είναι οι σκέψεις που μπαίνουν σε σειρά, είναι αυτό το πολυπόθητο δεμενοιάζει. Είναι η πιο παραγωγική απομόνωση. Είναι το βλέμμα μέσα μου, να κοιτάω τα σωθικά μου και να τα χαιδεύω. Είναι η προσπάθεια, ο συγχρονισμός, η ισορροπία. Που τόσο μου είχε λείψει, μάλλον δεν την είχα ποτέ, και τώρα ξεκινήσαμε με τις ασκήσεις ισορροπίας και καταλήξαμε να είμαι εγώ ισορροπημένη. Αυτό γίνεται, ξεκινάει το σώμα και ακολουθεί το πνεύμα. Και όλο και ψάχνουμε τη συνείδηση μας, με τα πόδια πίσω από το κεφάλι βρίσκεις σκοπό, βρίσκεις ευχαρίστηση. Θα ήθελα όλοι οι άνθρωποι που έχουν κάποιο ψυχολογικό θέμα να έκαναν μαθήματα. Εμένα με βοήθησε να κόψω πολλά πράγματα, κυρίως τις άσχημες σκέψεις και είχα πολύ ανάγκη να το κάνω αυτό. Βρήκα τη δύναμη μέσα μου. Ναι, κάνοντας ακροβατικά. Μα πίστεψα και συνδέθηκα, με την άσκηση, την Α. , και τα 5 παιδιά που κάνουμε μαζί. Βλέπω κάθε φορά τον ιδρώτα να στάζει από παντού, βλέπω τις παλάμες μου να σκληραίνουν και να σκάνε. Βλέπω τον Κ. να κοκκινίζει με τα πόδια στον αέρα, βλέπω εντυπωσιακά πεσίματα πάνω στην προσπάθεια, λαδώνονται όλα και συνεχίζεις. Η γιόγκα είναι δύναμη. Είναι επαναπροσδιορισμός. Είναι οι μόνες ώρες που δεν μετανιώνω ούτε λίγο που τις ξοδεύω έτσι. Είναι αυτό που μου δίνει. Για αυτό και όλα άλλαξαν. Ο σκοπός, ο ρυθμός, και εγώ η ίδια. Και είμαι ήρεμη, όχι με την αναμονή της έκστασης, είμαι ήρεμη και ξέρω να το διατηρώ, το χτίζω κάθε φορά πάνω στο μωβ στρωματάκι μου. H Α., οι φόβοι, οι αναπνοές, και εμείς οι πέντε σαν πράσινα ευλύγιστα δέντρα. 


Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Θήτα

Μετς Σάββατο βράδυ. Το μαγαζί γνωστό και αγαπημένο, εγώ με απλωμένα τα πόδια όσο πιο μακριά μπορώ, σχεδόν ξαπλωμένη στην καρέκλα, και ήδη στο δεύτερο ποτό. Χαζολογάω βαριεστημένα με τους απέναντι μου, μέχρι που ανέβηκες στο πεζοδρόμιο. Σε ακολουθούσε ο φίλος που περιμέναμε. Η καρέκλα δίπλα μου κενή. Ήρθες, συστήθηκες και κάθισες δίπλα μου. Άρχισε να παίζει στο κεφάλι μου ''μια φωτοβολίδα μες στη νύχτα σκάει'' (δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ αυτό), τα πόδια μου αυτομάτως μαζεύτηκαν και αναρωτιόμουν αν τελικά είχα πιεί πολύ. Παρήγγειλα αμέσως τρίτο ποτό. Σε παρατηρούσα. Τα γυαλιά σου, τα πόδια σου, τα χέρια σου, τον τρόπο που έπιανες το ποτό. Μου μίλαγες συνέχεια, με ρωτούσες πράγματα, σου απαντούσα πρόθυμα. Δεν υπήρχε κανείς άλλος στο χώρο, δεν έβλεπα κανέναν, ούτε εσύ. Μας διέκοψαν 2 φορές, αν θέλουμε άλλο ποτό και αν θα έφευγες νωρίς όπως είχες πει. Ποτό πήραμε, νωρίς δεν έφυγες. Ξέρω ότι θα ήθελες πολύ να διαβάσεις αυτό που γράφω τώρα. Σχεδόν με παρακάλεσες να διαβάσεις κάτι. Αλλά να, τώρα γράφω αυτό και έτσι ποτέ δε θα μάθεις ότι γίνεσαι κομμάτι του μικρόκοσμου μου. Με ρώτησες γιατί δεν είχα έρθει στο πάρτι του Μαρτίου, δεν θυμόμουν να σου πω γιατί. Ρώτησα κάποιον, μου είπε ότι εκείνη τη μέρα είχα γενέθλια. Λες και θα υπήρχε καλύτερο δώρο από το να σε γνωρίσω. 4 ώρες κάτσαμε δίπλα δίπλα. Η Σκωτία, η Γώγου, το προσφυγικό, το μπάσκετ, η φιλοσοφία, η πολιτική, ο Έσσε, η γιόγκα, η ψυχοθεραπεία, η χώρα που λέω να πάω που είναι η ίδια με αυτή από την οποία γύρισες. Γελάσαμε με τους αντίθετους βίους. Ζήτησες ένα τσιγάρο και ήθελα να σου αγοράσω μία καπνοβιομηχανία. Μιλήσαμε για την περιοχή που μένουμε, κοίταξα με ειλικρινή απορία τον ουρανό, γιατί μένουμε στην ίδια. Πως ποτέ ποτέ ποτέ δεν βρεθήκαμε. Ποτέ δεν θα ήταν η κατάλληλη στιγμή, ίσως ούτε τώρα να είναι. Αλλά σε ξέρω πια. Ξέρω τι θέλω. Ξέρω που θα πάω. Ξέρω ότι μπορώ. Ήταν ξεκάθαρα πεταλούδες αυτό μέσα μου την ώρα που μου ακούμπησες το γόνατο. Από τότε σε σκέφτομαι κάθε μέρα. Και δεν μπορώ να το πω πουθενά. Μιλήσαμε αρκετά για τη γιόγκα, ήξερες πράγματα, ήξερα κι εγώ για τη Γώγου και για το μπάσκετ. Χαμογελούσες συνεχώς και γέλαγες με τις αμήχανες χαζομάρες που έλεγα. Αλλά οι πεταλούδες δε με άφηναν να είμαι κάτι υπεργαμάτο. Κοντά στο σπίτι σου περνάω πολλές ώρες τη βδομάδα, απέναντι έχει ένα κήπο με τριανταφυλλιές. Όταν τελειώνω το μάθημα μου και βγαίνω στο δρόμο, πάω κοντά, τις μυρίζω και θέλω πολύ, αλήθεια, να φωνάξω το όνομα σου και να βγεις σε ένα μπαλκόνι να σε κεράσω άλλο ένα τσιγάρο και σου δώσω ένα φιλί. Γιατί χαίρομαι που υπάρχεις εκεί έξω.

Σάββατο 19 Μαρτίου 2016

Καμιά φορά, εσύ ξέρεις τις παλιές μου αμαρτίες, όταν δεν νιώθω πολύ καλά παίρνω το αυτοκίνητο, βάζω κάποιο τραγούδι που θα μου ταιριάζει και πηγαίνω σε ένα συγκεκριμένο σημείο όλο ανηφόρες και στροφές και τρέχω. Ανεβοκατεβάζω τις ταχύτητες και βάζω στοιχήματα με το μέλλον μου. Νιώθω ελεύθερη και απόλυτα ασφαλής όσο κρατάω τιμόνι. Ακούω τη μηχανή να φτάνει τα όρια και ξεπερνάω κι εγώ λίγο τα δικά μου. Είμαι ένα με το ''ας γίνει ότι θέλει''. Κάποτε βαριέμαι και γυρνάω. Και σκέφτομαι συνέχεια, σκέφτομαι πολύ από τότε που δεν σου μιλάω. Αναλύω, μετράω, μαθαίνω και σωπαίνω. Μόνο καμιά φορά, όπως τώρα, με πιάνει να γράψω δύο πράγματα. Πιό πολύ σαν οδηγό επιβίωσης. Ομορφαίνουν τα πράγματα όταν παίρνουν απόσταση. Δεν βλέπεις τις λεπτομέρειες, μόνο τις γενικές γραμμές. Και εμείς διαλυθήκαμε από λεπτομέρειες. Πολλές λεπτομέρειες. Δε βαριέσαι. Μαθαίνουμε. Εγώ έμαθα τι δεν πρέπει να ξανακάνω, ελπίζω κι εσύ. Για τους επόμενους ανθρώπους. Αν ο στόχος είναι η σχέση, που σε μένα δεν είναι πιά. Δεν μου αρέσουν οι σχέσεις πια, δεν τις πιστεύω. Πιστεύω στα συναισθήματα που διαλύονται με τις σχέσεις και τις συμβάσεις. Άλλες φορές σε βλέπω στον ύπνο μου, πότε καλά, πότε όχι. Αλλά ξέρω πολύ καλά να τα αναλύω και να καταλήγω σε μένα και επ ουδενί σε σένα, ή την παρούσα σου φάση. Μετά σκέφτομαι τι θα γινόταν αν. Αυτή είναι μία σκέψη παγίδα. Διότι εμπλέκεται και η ανάμνηση που έχει πάρει απόσταση άρα είναι πιό όμορφη. Τις περισσότερες φορές και σε διάφορες φάσεις καταλήγω στο ''ρε γαμώτο θα γέλαγε με αυτό''. Και αλλάζουν τα πάντα γύρω μου και όλο και ομορφαίνουν και είναι καμιά φορά σαν να υπάρχει ένα σκιερό σημείο που θέλω να το φωτίσω και δεν τα καταφέρνω. Είναι αυτόφωτο. Θα φωτιζόταν αν έβλεπε τα μαλλιά μου να μακραίνουν και να παλεύω να τα ισιώσω, αν του έλεγα τα κοσμοιστορικά επαγγελματικά γεγονότα, αν του έδειχνα τα τρία γαλάζια μου φορέματα, αν άκουγε μαζί μου planet of zeus, αν του εξηγούσα τι σχέση έχω πιά με τη γιόγκα και πως εξελίσσεται, αν έβλεπε πόσο γελάω κάθε μέρα και πόσο δε με νοιάζει πιά τίποτα, αν διάβαζε λίγο αυτά που διαβάζω, αν γνώριζε λίγο τους δέκα καινούριους φίλους μου που θα τους λάτρευε, θα είχαν πολλά να πουν ειδικά για μουσική, θα ήταν οι μεγάλοι σου φαν. Δικοί σου ναι. Θα τους μοιραζόμουν περήφανη - δεν είναι και για να κρυφτώ, όλοι ξέρουμε ότι το σκιερό σημείο είναι άνθρωπος, η μάλλον η απουσία αυτού - και τους έχω μιλήσει για σένα, με την απαραίτητη απόσταση και ψύχρα που έχω αναπτύξει. Και δεν ζέστανα την κουβέντα ούτε μετά από ένα μπουκάλι κρασί, δεν λύγισα ούτε λίγο. Απλά θα τους αγαπούσες αλήθεια. Αυτό. Αλλά τους αγαπάω εγώ περισσότερο, και για τους -κάποιους φανταστικούς- ''δυό μας''.