skip to main |
skip to sidebar
Ένα κόκκινο αερόστατο στο κεφάλι μου αφήνει τα απόβλητα του. Βρίσκουν στόχο κατευθείαν στην καρδιά. Ριζώνουν και κάθε τόσο πετάνε λουλούδια. Η κατάρα του γλάρου πάνω από το κρεβάτι μου. Σαν καραμέλα που κολλάει στα δόντια. Κόκκινη γυαλιστερή καραμέλα. Θα τη φτύσω στον μπλε ουρανό. Πλάκα θα είχε να γέμιζε ο κόσμος τσιχλόφουσκες και να έβρεχε μαγικές σταγόνες. Τζάμπα χαρά. Ποπ εικόνες. Άσπρο και μαύρο και πράσινο. Θα κάνω τα πάντα με τον τρόπο μου, σαν να έπιασαν όλες οι ευχές σου. Μην χαλιέσαι. Εκεί είμαι. Στην άκρη της μπανιέρας. Είμαι φούξια και επιπλέω. Είμαι συνθετική αλλά φιλική στο περιβάλλον. Ποπ είναι σήμερα το πρωί που πάνω στην τρέλα μου άναψα ένα πούρο. Και βρώμισε το σπίτι και χόρευα με τις πυτζάμες σαν ζάμπλουτη κούγκαρ. Ποπ είναι εκείνο το σακούλι με τα εισιτήρια απο όλα τα ταξίδια. Ιδανικός χαρτοπόλεμος. Σε προσωπικές απόκριες. Και πυροτεχνήματα από καλογραμμένα ''θα''. Ποπ είναι τα top 5. Ποπ είναι το χρυσόψαρο και απολύτως θνητό. Βόλτα κάνω στον κόσμο σας. Ωραία και η γη σας. Αερόστατο ποπ. Με χρώματα αρώματα και μουσικές. Δεν είμαστε τίποτα άλλο. Είμαστε μουσική. Οι στιγμές είναι μουσική. Είμαστε δερμάτινα ηχεία. Είμαστε ζωντανές ενορχηστρώσεις. Και όλα ξεκινούν απο την καρδιά με το ρυθμό της. Που είναι ποπ. Γλειφιτζούρι για πονόδοντο. .
.
Θυμάμαι κορίτσια με κόκκινα στόματα. Θυμάμαι γέλια. Θυμάμαι να ντύνομαι και να βάφομαι για τα μάτια του μόνο. Θυμάμαι πολλά. Σε ένα καναπέ που όλα τα κάνει πιό κατανοητά με μπύρα και τσιγάρα τα κορίτσια μιλούν. Οι φίλες. Που κλαίνε και γελούν. Που πάνε καβάλα σε μία ωραία ιδέα άλλοτε δοξασμένη και άλλοτε προδομένη. Μετά δρόμος. Άσφαλτος. Το αμάξι θα ήταν σαν ασημένια μπάλα (κοίτα τι θυμήθηκα) μόνο που δεν είναι ασημί. Ωραία διαδρομή πάντα δίπλα στη θάλασσα και οι επαφές στο κινητό ανέπαφες. Ευτυχώς οι αγαπημένες πατιούνται δεκάδες φορές ημερησίως. Ξέχασα να πω στη φιλενάδα μου ότι όταν θα έχω δικό μου σπίτι θα πάρω κι εγώ έναν τέτοιο καναπέ για να μας ακούει και να μας θυμίζει τι ζήσαμε, στα γεράματα όταν εμείς πιά θα είμαστε ξεδοντιασμένες και με μυαλό ζελέ. Τώρα όμως είναι κάθε μέρα δύσκολα. Και περίεργα. Και μαλακισμένα. Και καταθλιπτικά. Και ακατάληπτα. Θυμάσαι τη Σάρα Κέην? Ε, καμία σχέση. Άκουσα και μία ενδιαφέρουσα άποψη: κάτι μας βάζουν στο νερό. Ναι κυρίες και κύριοι. Το νεοαμερικανικό σινεμά μπήκε πάλι στη ζωή μας να καταστρέψει και την τρέχουσα γενιά. Παρακολουθώ τα ντούντλς του γκούγκλ και σε συμβουλεύω να ρίξεις μία ματιά στο σημερινό.Θυμάμαι που λες. Ακόμα. Πόσο μου έλειψε το νησί και εκείνη η τεράστια ψαρούκλα που είχα φάει. Εκείνη η ντομάτα και τα μοχίτο. Η πλάτη μου η καμμένη,η φωνή της Μαργαρίτας, η απώλεια αίσθησης κινδύνου, εκείνο το δέντρο μπροστά στο μπαλκόνι. Οι πατούσες μου να πονάνε απο τα βότσαλα. Μα αυτό το νησί εμένα δεν με αγαπά και όλο με διώχνει. Μου το λέει και η μαμά μου κατά καιρούς. Εγώ θα το αγαπώ όμως και ίσως κάποια στιγμή με αφήσει να μείνω πάνω του σαν ξεδοντιασμένη γιαγιά. Άλλωστε τότε δεν θα θυμάμαι καμία πόλη. Θα κρατήσω όλες τις φωτογραφίες όμως σου το υπόσχομαι και θα τις δείχνω. Λυπάμαι που θα ξεχάσω ποιά βιβλία έχω διαβάσει. Λυπάμαι που δεν θα ξέρω ποιός είναι ο αγαπημένος μου ποιητής. Λυπάμαι που όλα θα είναι διάφανα. Θα ήθελα να θυμάμαι για πάντα. Τα πάντα. Μα χρυσόψαρο είμαι καθώς ξέρεις, και φαντάσου τι πιθανότητες έχω εγώ και γέλα. Τουλάχιστον θα έχω μύτη και θα σε βρίσκω όταν θα χάνεσαι...Πάνω απο είκοσι λεπτά στο μπλόγκ. Τελεία. Ίσως αύριο πάλι. Ίσως όχι.