Αισθητά πριν τις δέκα το πρωί, ιδρώνω στους 33+ βαθμούς, Στο μπαλκόνι, οι μεταλλικές τέντες λειτουργούν κάπως σα ''θερμοκήπιο''. Κυριακή και καφές φίλτρου ζεστός, βιβλίο χορταστικό, γιορτή. Αγαπημένο γλυκό που θα παγώσει στο ράφι ενός κατά τα άλλα αδιάφορου ψυγείου.
Η συγγραφή είναι δουλειά μοναχική αλλά εσύ φτιάχνεις σκοτεινά δωμάτια και αντί να κρυφτείς τα προδίδεις. Κι άμα το ξέρει ένας είναι σα να το ξέρουν όλοι και ξανά στην μετακόμιση.
Ζω τα χρόνια που δεν είναι όπως ήταν. Είμαι υποψιασμένη, όπερ σημαίνει δεν δίνομαι, δεν αφήνομαι, δεν είμαι αυθόρμητη. Γεμάτη είμαι. Ικανοποιημένη είμαι. Δεν περιμένω κάτι. Δεν θέλω κάτι διαφορετικό από αυτό που έχω, το ρουφάω με το καλαμάκι και στο τέλος κάνω και παιχνίδι.
Κάποια πράγματα έρχεται η στιγμή που μπαίνουν στη θέση τους. Είναι κατά πόσο θα σε βρουν έτοιμη για αυτό. Όπως λες ''θέλω να κάνω δίαιτα'' κι είσαι τόσο βολεμένος με τον τρόπο που τρώς και το αναβάλεις από Δευτέρα, ή από Μάη, ή από Σεπτέβρη κλπ κλπ
Κι έρχεται η στιγμή που ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ κι απορείς κι εσύ ο ίδιος με τις δυνάμεις σου για αλλαγή.
Η αλήθεια όμως είναι πως αν δεν αφήνεις κάτι να σου τραγανίζει την ψυχή.. δεν γράφεις. Καθαρά πράγματα. Εαυτός που δεν αναζητά, που δε θέλει και δε μπορεί να έχει, που δε πουλιέται, που δε δίνεται, που δε θλίβεται, που δεν απελπίζεται, που δεν ζητάει τα κομμάτια του πίσω, ΔΕΝ ΓΡΑΦΕΙ.
Και σε όλα αυτά τα προηγούμενα, δεν ήμουν εγώ.. αποκλείεται να ήμουν εγώ.. ποτέ δε συμπάθησα τα μαύρα παλτά..