Mια φορά κι ένα καιρό, εκεί ψηλά στον ουρανό, ζούσε η Αγάπη. Ήταν ένα πολύ γλυκό πλάσμα, γεμάτο ομορφιά και χάρη. Το χαμόγελο ποτέ δεν έφευγε από το πρόσωπό της κι απ' όπου περνούσε σκόρπιζε τη χαρά. Ότι άγγιζε μεταμορφωνόταν στη στιγμή κι όταν άρχιζε να μιλά χιλιάδες τραγούδια γέμιζαν τους αιθέρες. Όλα τα πλάσματα αποζητούσαν την παρέα της κι από τα λόγια της έπαιρναν ελπίδα. Η καρδιά τους γέμιζε ζεστασιά. Η πίστη τους για τη ζωή θέριευε και η χαρά απλωνόταν παντού.
Τι έχεις; τον ρώτησε η Αγάπη. Ο άγγελος σήκωσε τα μάτια του και σαν αντίκρυσε την γεμάτη ενδιαφέρον ματιά της Αγάπης απάντησε:
- Χθες, επισκέφτηκα τη Γη κι ότι είδα κι ότι άκουσα με γέμισε θλίψη. Οι άνθρωποι εκεί κάτω έχουν μπερδευτεί. Αχ και να μπορούσαν να σε γνωρίσουν και να σ' ακούσουν. Α, πόσο πιο χαρούμενοι θα ήταν!
Χαμογέλασε η Αγάπη και το χαμόγελό της φώτισε ολόγυρα.
- Γιατί δεν πας εσύ να τους μάθεις; πρότεινε βάζοντας το μπράτσο της στοργικά γύρω από τους ώμους του. Ο άγγελός μας σάστισε για μια στιγμή. Κάτι τέτοιο δεν του ΄χε περάσει από το μυαλό.
- Αλήθεια, θα μπορούσα; συλλογίστηκε.
- Ναι, μπορείς, άκουσε την Αγάπη να του λέει φωναχτά, λες και είχε διαβάσει την σκέψη του. Ξέρεις τι σημαίνει να νοιάζεσαι κι εγώ θα είμαι μαζί σου. Κάθε φορά που θα θέλεις να πεις ή να κάνεις κάτι, αρκεί να ψάχνεις την καρδιά σου κι εκεί θα με βρίσκεις και μαζί θ' αποφασίζουμε.
Δάκρυα χαράς και συγκίνησης πλημμύρισαν τα πρασινογάλαζα μάτια του άγγελου. Αγκάλιασε την Αγάπη και για πολύ ώρα έμειναν έτσι αγκαλιασμένοι.
H Μαρία έτριψε τα μάτια της καθώς οι πρώτες αχτίδες του ήλιου γλιστρούσαν ανάμεσα από τα φύλλα της κερασιάς στον κήπο κι έμπαιναν στο παιδικό της δωμάτιο.
Τι όνειρο κι αυτό το βραδινό! Κάτι μέσα της είχε αλλάξει. Μια γλυκιά προσμονή την πλημμύριζε.
Αχ να μπορούσαν όλοι οι άνθρωποι να γνωρίσουν, να δουν και να ακούσουν την Αγάπη όπως την είδε και την άκουσε αυτή σ' εκείνο το υπέροχο φωτεινό λιβάδι !
Με τα λόγια αυτά ν' αντηχούν σαν ηχώ μέσα της, η Μαρία πήδησε από το κρεβάτι της και βγήκε στον κήπο. Χιλιάδες ήχοι ξεπήδησαν από παντού. Το ρεματάκι στη στροφή είχε πιάσει πάλι το τραγούδι και δεν έλεγε να σταματήσει. Μόλις τέλειωνε το ένα, έπιανε το άλλο. Ώρες μπορούσε η Μαρία να κάθεται στις πέτρες με τα φυτρωμένα κυκλάμινα και ν' ακούει. Προς τα εκεί τράβηξε και σήμερα.
Στην αγαπημένη της θέση, αυτή με τα κυκλάμινα καθόταν ήδη ένας γερασμένος άνδρας. Κουρασμένος της φάνηκε έτσι καθώς κρατούσε το κεφάλι του ανάμεσα στις παλάμες του. Πήγε και στάθηκε όρθια δίπλα του και γρήγορα βυθίστηκε στη μουσική συνομιλία με το ρέμα. Και τι δεν έλεγε. Για την αρμονία και το ρυθμό της ζωής, για την ελευθερία, την πίστη, την αναζήτηση, την ομορφιά, την ανακάλυψη …
- Εγώ δεν τα καταλαβαίνω όλα αυτά! ακούστηκε μια φωνή από δίπλα της.
Η Μαρία στράφηκε κι αντίκρισε τον κουρασμένο παππούλη.
- Φαίνεται πως εσύ μικρή, ξέρεις να κουβεντιάζεις μαζί του. Εγώ χρόνια πάλεψα να καταλάβω το ρέμα και τίποτα ακόμα.
- Μπα, και τι σημαίνει ν' ακούς με την καρδιά; Εγώ ήξερα πως η καρδιά έχει άλλη δουλειά. Όχι να ακούει.
- Ν΄ακούς με την καρδιά σημαίνει ν' ανοίγεσαι. Ν' αφήνεσαι σαν αυτό το πλατανόφυλλο στο χάδι του ήλιου και μετά ν' αντανακλάς τον ήλιο ο ίδιος. Ν' ακούς με την καρδιά σου σημαίνει να επιτρέπεις να αισθάνεσαι τα πάντα έστω κι αν δεν τα καταλαβαίνεις. Αν αγαπάς κάποιον στο τέλος τον καταλαβαίνεις όσο μπερδεμένα κι αν νομίζεις πως μιλάει. Κι αν δεν τον καταλάβεις πάλι δεν πειράζει. Αν ακούς με την καρδιά σου, γεμίζεις ηρεμία και η ψυχή σου γαληνεύει. Και τότε ξέρεις, πως τα τραγούδια που λέει το ρέμα κάθε στιγμή υμνούν την Αγάπη.
-Λες; είπε ο γέροντας. Είναι αλήθεια πως πάντα γαληνεύει η ψυχή μου όταν κάθομαι στην φύση και ξεκουράζομαι.
Η Μαρία χαμογέλασε. Μέσα της φάνηκε να ξέρει κι άλλα.
- Είναι η αρμονία κι ο ρυθμός, στοιχεία της αγάπης και τα δυο που θα τα βρεις παντού στη Φύση. Κοίτα, τι ισορροπημένα στέκονται τα βράχια εδώ στις όχθες. Κοίτα πόσα χρώματα δένουν αρμονικά μαζί τους, νιώσε το ρυθμικό θρόισμα του ανέμου ανάμεσα στα φύλλα και το πάφλασμα του νερού στην όχθη. Ίδιο με τον ρυθμό της καρδιάς. Γιατί η αγάπη είναι αρμονία. Η Αγάπη είναι Ρυθμός και Ισορροπία.
- Και πώς μπορώ να την γνωρίσω αυτή την αγάπη, μικρή μου σοφή, που ούτε το όνομά σου ακόμα δεν ξέρω;
- Εγώ φοβάμαι ν' αφεθώ, Μαρία. Θέλω να ξέρω τι θα μου συμβεί. Να ελέγχω την ζωή μου. Ποιος μου εγγυάται το μέλλον αν αφεθώ;
- Δεν το είχα σκεφτεί έτσι. Εμένα όμως μου δίνει ασφάλεια να έχω χρήματα και σπίτι και να κατέχω πράγματα. Να ξέρω που είναι τα παιδιά μου και τι κάνουν κάθε στιγμή. Να ξέρω πως η γυναίκα μου είναι μόνο δική μου, καταδική μου.
- Μα εγώ φοβάμαι μήπως μπλέξουν τα παιδιά μου και καταλήξουν να πίνουν, να καπνίζουν, να παίρνουν ναρκωτικά, να κάνουν λάθη. Θέλω να είναι ευτυχισμένα.
- Μα πώς μπορώ να αποδεχτώ τα λάθη;
- Κοίταξε γύρω σου για μια στιγμή! Πόσα λάθη μπορείς να βρεις;
Απόμεινε να κοιτάζει γύρω του για ώρα πολλή.
- Μα δεν υπάρχει τίποτε λάθος! στο τέλος αποκρίθηκε.
- Αν όλα είναι τέλεια στη Φύση γύρω σου, τότε τι σε κάνει να πιστεύεις πως υπάρχουν λάθη στο τελειότερο πλάσμα της Δημιουργίας; Ακόμα και το μυρμήγκι που ξεστρατίζει βρίσκει το δρόμο του για την φωλιά του κι η μέλισσα μπορεί να πετά πάνω από πολλά άνθη αλλά πάντα βρίσκει το σωστό λουλούδι για να κάνει το μέλι. Ο καθένας μας είναι ανεπανάληπτος στον κόσμο, εντελώς απαραίτητος για τη ζωή.
- Σιγά, τώρα τα παραλές. Πόσο απαραίτητος είναι ο ψεύτης, ο απατεώνας, ο κλέφτης ή ο εγκληματίας;
- Κι αυτοί, παππούλη, απλά δοκιμάζουν να βρουν τα λουλούδια που κάνουν το μέλι. Και θα τα βρουν. Απλά, θέλουν λίγο παραπάνω χρόνο. Αλλά ακόμα κι όταν δοκιμάζουν, δείχνουν στους άλλους ποια λουλούδια δεν κάνουν μέλι κι οι άλλοι ξέρουν καλύτερα και δεν πάνε εκεί. Καμιά μέλισα δεν κρίνει την άλλη μέλισσα αν δεν εντοπίζει το μέλι με μιας.
- Δηλαδή, θέλεις να πεις πως δεν πρέπει να κρίνω;
- Έχεις δει ποτέ την Φύση να κρίνει; Ξέρεις για τι η Φύση δεν συγχωρεί, παππού; Γιατί η Φύση ποτέ δεν κρίνει.
- Ναι, αλλά φέρνει και καταστροφές.
- Έχεις δίκαιο. Αν σπείρεις σιτάρι, θα βλαστήσει σιτάρι. Αν σπείρεις ζιζάνια θα φυτρώσουν ζιζάνια. Όταν σέβεσαι, σε σέβονται. Κάθε αιτία έχει κι ένα αντίστοιχο αποτέλεσμα. Όλα είναι τέλεια.
- Εγώ, όμως δεν έχω υπομονή. Δεν ανέχομαι βλακείες. Θυμώνω. Και με τον εαυτό μου ακόμα περισσότερο.
- Ν' αγαπάς, παππούλη, σημαίνει να δέχεσαι τον εαυτό σου ακόμα κι όταν δεν είναι τέλειος. Και να ξέρεις πως κάθε στιγμή κάνεις το καλύτερο που ξέρεις και μπορείς. Κι εκείνη τη στιγμή της εξέλιξής σου είσαι τέλειος. Το ίδιο και οι άλλοι. Όταν δεις την τελειότητα αυτή μέσα στον καθένα γύρω σου, τότε η καρδιά μαλακώνει, η συμπόνια μεγαλώνει και δεν υπάρχει χώρος για θυμό, ούτε πίκρα ούτε παράπονο. Να θυμάσαι πως πολλοί άλλοι γύρω μας αντιλαμβάνονται τη ζωή διαφορετικά από εμάς. Ίσως με μεγαλύτερη ευγένεια. Κι αυτοί μας ανέχονται. Χθες, καθώς έτρωγα την σοκολάτα, πέταξα το χαρτί κάτω χωρίς να σκεφτώ πως έτσι βρωμίζω το χώμα. Κι αυτό με ανέχτηκε. Και καθώς το κοίταζα μετά, έμαθα να σέβομαι τη ζωή και τώρα προσέχω. Ευχαριστώ όλους γύρω μου που με ανέχονται καθώς μαθαίνω καινούργια πράγματα. Καθώς μαθαίνω να δέχομαι με υπομονή τον εαυτό μου και τους άλλους.
- Μα υπάρχουν στιγμές που ντρέπομαι και απογοητεύομαι.
- Όμως οι άνθρωποι μερικές φορές σε προδίδουν. Στα 70 μου χρόνια έχω νιώσει πολλές φορές τον πόνο της προδοσίας και της εγκατάλειψης.
- Ναι, ξέρω τι εννοείς. Κάποτε είχα ξεκινήσει κι εγώ μια βόλτα στο δάσος. Και στη φαντασία μου είχα την εικόνα ενός ξέφωτου γεμάτου φράουλες και βατόμουρα. Είχα πάρει κι ένα καλαθάκι αρκετά μεγάλο για να τα μαζέψω γιατί τρελαίνομαι για φράουλες και βατόμουρα. Η ψυχή μου ήταν γεμάτη προσμονή. Εικόνες διαδέχονταν η μια την άλλη. Ο ουρανίσκος μου ήδη γευόταν το ζουμερό χυμό τους. Και στη μύτη μου ήταν έντονο το άρωμά τους. Κι όταν έφτασα στο μέρος που ήξερα, Θεέ μου καταστροφή! Ούτε φράουλες ούτε βατόμουρα. Ούτε καν φραουλιές και βατομουριές. Σαν να είχε περάσει σίφουνας και να τα είχε θερίσει όλα. Τι απογοήτευση! Με μιας πάνε όλες οι εικόνες και τα συναισθήματα. Κι ένιωσα για μια στιγμή πόνο και θυμό γιατί δεν βρήκα αυτό που περίμενα και λαχταρούσα, Και κάθισα στο χώμα αναπολώντας με παράπονο την αντανάκλαση της εικόνας της ψυχής μου και τότε έγινε το θαύμα. Εκεί, ανάμεσα στα συντρίμμια, ανακάλυψα τις γλυκοπατάτες. Κι από τότε έμαθα να ψάχνω πιο προσεκτικά στα απομεινάρια, τα αποκαίδια και τις στάχτες και να ανακαλύπτω θησαυρούς. Κάποτε μάλιστα βρήκα και μια χρυσή καρδούλα μέσα στις λάσπες. Να δες την, την φοράω σήμερα.
- Δηλαδή, μικρή μου σοφή, θέλεις να πεις πως μπορεί να υπάρχουν θησαυροί ανάμεσα στα σκουπίδια;
- Πάντα.
- Και πώς μπορώ να τους βρω;
- Πρέπει να θέλεις να ψάξεις. Και να δίνεις απλόχερα γύρω σου. Να δίνεις τον χρόνο σου, τη σκέψη σου, τη σιωπή σου, την ευγνωμοσύνη σου. Να μοιράζεσαι ότι έχεις. Να προσφέρεις χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα. Απλά, να είσαι εκεί τη στιγμή, να αφήνεσαι και να περιμένεις. Και τότε, καθώς ανακαλύπτουμε το θαύμα της ζωής σ' ένα λουλούδι, ένα τραγούδι, μια κίνηση ή μια ματιά, αρχίζουμε να εκτιμάμε την ομορφιά κι έτσι αγαπάμε. Γιατί η αγάπη εκτιμά την ομορφιά και την ανακαλύπτει παντού.
- Το λες αυτό γιατί είσαι ακόμα παιδί. Εγώ είμαι πια μεγάλος.
- Αλήθεια; Κι εγώ σου λέω πως τα πιο καλύτερα παιγνίδια τα παίζω με μια γριά αρκούδα που ζει εδώ παραπέρα. Είναι τόσο ευαίσθητη και τόσο αυθόρμητη που χαίρεται όταν κυλιόμαστε στις λάσπες κι όλο γελά και κάνει πλάκες και δεν ντρέπεται καθόλου όταν τα άλλα ζώα του δάσους μαζεύονται γύρω μας και γελάνε με τα αστεία μας.
- Όλοι μας κρύβουμε ένα παιδί και πολλά άλλα πράγματα μέσα μας. Κι όταν αγαπάμε τον εαυτό μας, αγαπάμε και τρέφουμε όλα τα κομμάτια μας. Και τα περιποιούμαστε. Φροντίζουμε και καλλιεργούμε τον δικό μας κήπο κάθε μέρα, όπως βλέπω να κάνει η γιαγιά μου με τον λαχανόκηπο στο πίσω μέρος από το σπίτι μας. Ξέρεις τι φρέσκα και λαχταριστά είναι τα ζαρζαβατικά της; Δεν έχω φάει καλύτερες σαλάτες! Έτσι κι εγώ φροντίζω κάθε μέρα τον κήπο μου και με καλοσύνη απομακρύνω τις σκέψεις που σαν ζιζάνια μπορεί να φυτρώνουν μέσα μου καμιά φορά και ποτίζω με χαρά τα δικά μου λαχανικά. Και να δεις πως στον κήπο μου αυτό έχω πολλούς επισκέπτες: πουλιά, έντομα, σκαθάρια και πασχαλίτσες. Τους αρέσει να έρχονται και να περνάμε καλά μαζί. Όταν αγαπάμε, αυτή η αγάπη ακτινοβολεί προς όλες τις κατευθύνσεις κι όπως το φως τραβάει τις πεταλούδες έτσι κι αυτή τραβάει κοντά της τους ανθρώπους και τους γεμίζει κι αυτούς μ' αγάπη και περνάμε καλά.
- Δηλαδή εσύ έχεις πολλούς φίλους.
- Χιλιάδες. Όταν αγαπάς, αγαπάς όλους κι όλα. Δεν είναι δυνατόν να περιορίζεις την αγάπη σ΄ ένα, δυο ή δέκα ανθρώπους σ' όλη σου τη ζωή. Αγαπάς όλους τους ανθρώπους, αυτούς που ξέρεις αλλά κι αυτούς που δεν έχεις συναντήσει ακόμα.
- Δεν είναι δύσκολο αυτό;
- Κι αν οι άλλοι δεν είναι σαν εσένα;
- Φαντάσου, παππούλη, σ' όλα τα λιβάδια να φύτρωναν μόνο παπαρούνες. Θα ήταν ωραίες δεν λέω, αλλά πόσα θα χάναμε από την ομορφιά που μας δίνουν τα χαμομήλια, τα κυκλάμινα, τα κρινάκια, τα αγριοτριαντάφυλλα και οι μαργαρίτες! Έτσι, εγώ χαίρομαι που έχουμε τόσα πολλά λουλούδια. Και για φαντάσου η παπαρούνα να ζήλευε το αγριοτριαντάφυλλο και να ήθελε να αποκτήσει το άρωμά του! Θα πέθαινε από την προσπάθεια και δεν θα κατάφερνε και τίποτε, στο λέω. Γι' αυτό, λοιπόν, εγώ αγαπώ τους πάντες όπως είναι και δεν θέλω να τους αλλάξω.
- Έλα να την ακολουθήσουμε, παππού! Θα μας δείξει τον δρόμο της μεταμόρφωσης. Αληθινή αλχημεία σου λέω. Τώρα είναι η στιγμή, παππού.
Kαι λέγοντας αυτά άρχισε να παίζει με την πεταλούδα κι ο γέροντας ξεχνώντας τα πάντα μπήκε στο παιγνίδι. Απ' τα γέλια τους αντήχησε το δάσος. Ο Ήλιος πλημμύρισε με φως. Οι δροσοσταλίδες στα κυκλάμινα στραφτοβολούσαν. Το ρέμα δυνάμωσε το τραγούδι του. Τα σκιουράκια χοροπήδαγαν κι αυτά, καθώς ο άλλοτε παππούς χοροπήδαγε σαν δεκάχρονο αγοράκι από δω κι από κει ξελιγωμένος στα γέλια. Κι όλη η Πλάση αντιλαλούσε τα λόγια του καθώς έλεγε και ξανάλεγε:
- Σ΄ ευχαριστώ Μαρία-Αγάπη, σ' ευχαριστώ Αγάπη,
σ' ευχαριστώ …