Του Λευτέρη Π. Παπαδόπoυλου ΝΕΑ
Άνοιξη. Μεγάλη Τετάρτη. Οι νεραντζιές της οδού Προπυλαίων, έτσι καθώς βαδίζεις, αργά αργά, εκεί προς το βραδάκι, σε λιγώνουν με το άρωμά τους.
Στις εκκλησίες, άλλα μύρα: «Πόρνη προσήλθε σοι, μύρα συν δάκρυσι, κατακενούσα σου ποσί φιλάνθρωπε, και δυσωδίας των κακών, λυτρούται τη κελεύσει σου· πνέων δε την χάριν σου, μαθητής ο αχάριστος, ταύτην αποβάλλεται, και βορβόρω συμφύρεται, φυλαργυρία απεμπολών σε. Δόξα Χριστέ τη ευσπλαγχνία σου...». Άλλα μύρα και ο Ιούδας, να απομακρύνει την πόρνη από τον..
Ιησού και ύστερα να διαπραγματεύεται με τους «παράνομους» πόσα αργύρια θα του δώσουν, για να τον προδώσει...
Δεύτερη φορά, μέρες του Πάσχα, είμαι τόσο απελπισμένος. Την πρώτη, μόλις είχε ξεσπάσει η δικτατορία κι εγώ ήμουν εξόριστος στη Γερμανία. Αλλά, τότε, σκεφτόμουν ότι η χούντα κάποια στιγμή θα πέσει... δεν θα είναι στα πράγματα επ΄ άπειρον...Τώρα, όμως, φοβάμαι.
Παρά την ένεση πρόσκαιρης αισιοδοξίας που πήραμε από τον Τρισέ, το αισθάνομαι ότι βουλιάζουμε. Ότι μπήκαμε σε μια περιπέτεια από την οποία είναι σχεδόν αδύνατο να ξεφύγουμε. Τόσων χρόνων αγώνες, τόσες θυσίες και, ξαφνικά, να νιώθεις μετέωρος.
Και εσύ και τα παιδιά σου και όλη σου η φαμίλια και όλος ο κόσμος γύρω σου...
Πώς φτάσαμε σ΄ αυτό το σημείο. Είναι ξεκάθαρο πλέον: νάνοι και μύωπες και διεφθαρμένοι πολιτικοί- το μεγάλο ποσοστό τουςμας κατάντησαν «μπαίγνιο τση ρούγας». Κανείς δεν μας εμπιστεύεται, όσο κι αν ορκίζεται ο Παπανδρέου. Μας θεωρούν κλέφτες, μπαγάσηδες, ψεύτες. Βεβαίως, όσους μας κυβέρνησαν τούς ψήφισε ο λαός. Ένας λαός, όμως, αγράμματος, κυνηγημένος με το πιστόλι στον κρόταφο πολλές φορές, με νόθα εκλογικά συστήματα. Αυτός ο λαός ποτέ δεν μπήκε σε μια τάξη. Ήταν χύμα και τον άφησαν να μείνει χύμα. Πού είναι τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τα νοσοκομεία, τα ιδρύματα πολιτισμού; Φέξε μου και γλίστρησα! Χωροφύλακες, αχρείαστοι νόμοι, εξοντωτική γραφειοκρατία, μονοσάνδαλη Δικαιοσύνη. Και από πάνω, ρουσφέτια, συναλλαγή, οι λεφτάδες πάντα στο απυρόβλητο, κράτος εν κράτει τα ισχυρά συνδικάτα.
Έχω έναν φίλο, στέλεχος σε τράπεζα. Μεσόκοπος. Κάνει παρέα με βουλευτές, υπουργούς όλων των παρατάξεων, επιχειρηματίες. Όποτε μού συστήνει κάποιον φίλο του, μου λέει: «Ξέρεις ποια βιομηχανία ελέγχει αυτός; Έχει τρία κότερα! Και παίζει στο Χρηματιστήριο τεράστια ποσά!». Και ανοίγει το στόμα του «νααα» από θαυμασμό. Ποτέ δεν μου μίλησε με τέτοιο τρόπο για έναν μεγάλο καλλιτέχνη, επιστήμονα, διανοούμενο. Δεν έχει ιδέαν, άλλωστε, απ΄ αυτά.
Ποιος τον κατάντησε έτσι αυτόν τον άνθρωπο; Ποιοι στάξανε μέσα του τη φοβερή λέξη «φράγκα»; Κοιτάξτε γύρω σας: δεκάδες πολιτικοί έγιναν «κάποιοι» μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα! Πώς έγιναν; Κανείς ποτέ δεν θα το μάθει. Πλήρης κάλυψη για όλα. Και με τη βούλα του νόμου.
Αναξιοκρατία; Κάργα! Κολλητοί και φίλοι; Αμέτρητοι! «Προσωπικότητες» φτιαγμένες από το τίποτα; Χιλιάδες! Με αστυνομικούς να ξενυχτάνε κάτω από τα σπίτια τους, για να τους προστατεύουν! Πόσα λεφτά- λεφτά του κοσμάκη- δεν φαγωθήκανε σε αμαρτωλές συμβάσεις, σε οπλικά συστήματα, σε καμένες εκτάσεις που έγιναν οικόπεδα «διά νόμου», σε πολεοδομικά σχέδια που αλλάξανε και ξαναλλάξανε, για να χτίσουν συγκροτήματα τα δικά μας παιδιά...
Ζούμε μέσα στον βούρκο εδώ και δεκαετίες! Μέσα στον βούρκο, σιγά σιγά, συνήθισε και ο κόσμος και άρχισε να ζητάει όλο και περισσότερα. Γι΄ αυτό και ο Τσαρούχης έλεγε, «φεύγω από την Ελλάδα. Πάω στο Παρίσι.
Για να αγοράσω τάφο!».
Περισσότερα...