24/12/14

να τα πούμε;

Παραδοσιακά  Κάλαντα










Τὰ Κάλαντα εἶναι ἔθιμο ποὺ διατηρεῖται ἀμείωτο ἀκόμα καὶ σήμερα μὲ τὰ παιδιὰ νὰ γυρνοῦν ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι σὲ ζεύγη ἢ καὶ περισσότερα καὶ νὰ τραγουδοῦν τὰ κάλαντα συνοδεύοντας τὸ τραγούδι τους μὲ τὸ τρίγωνο ἢ ἀκόμα καὶ κιθάρες, ἀκορντεόν, λύρες, ἢ φυσαρμόνικες. Τὰ παιδιὰ γυρνοῦν ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, χτυποῦν τὴν πόρτα καὶ ρωτοῦν: «Νὰ τὰ ποῦμε;». Ἂν ἡ ἀπάντηση ἀπὸ τὸν νοικοκύρη ἢ τὴν νοικοκυρὰ εἶναι θετική, τότε τραγουδοῦν τὰ κάλαντα γιὰ μερικὰ λεπτὰ τελειώνοντας μὲ τὴν εὐχὴ «Καὶ τοῦ Χρόνου. Χρόνια Πολλά». Ὁ νοικοκύρης τὰ ἀνταμοίβει μὲ κάποιο χρηματικὸ ποσό, ἐνῶ παλιότερά τους πρόσφερε μελομακάρονα ἢ κουραμπιέδες. Κάλαντα λέγονται τὴν παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων, τῆς Πρωτοχρονιᾶς καὶ τῶν Φώτων καὶ εἶναι διαφορετικὰ γιὰ κάθε γιορτή.

Ἡ λέξη κάλαντα προέρχεται ἀπὸ τὴ λατινικὴ «calenda», ποὺ σημαίνει ἀρχὴ τοῦ μήνα. Πιστεύεται ὅτι ἡ ἱστορία τους προχωρεῖ πολὺ βαθιὰ στὸ παρελθὸν καὶ συνδέεται μὲ τὴν Ἀρχαία Ἑλλάδα. Βρῆκαν, μάλιστα, ἀρχαία γραπτὰ κομμάτια παρόμοια μὲ τὰ σημερινὰ κάλαντα (Εἰρεσιώνη στὴν ἀρχαιότητα). Τὰ παιδιὰ τῆς ἐποχῆς ἐκείνης κρατοῦσαν ὁμοίωμα καραβιοῦ ποὺ παρίστανε τὸν ἐρχομὸ τοῦ θεοῦ Διόνυσου. Ἄλλοτε κρατοῦσαν κλαδὶ ἐλιᾶς ἢ δάφνης, στὸ ὁποῖο κρεμοῦσαν κόκκινες καὶ ἄσπρες κλωστές.











*Σε περίπτωση που οι νοικοκυραίοι δεν σας ανοίξουν την πόρτα,,,,

  μπορείτε να τους τραγουδίσετε το παρακάτω δίστιχο: 

 «Αφέντη μου στη κάπα σου χίλιες χιλιάδες ψείρες,
άλλες γεννούν, άλλες κλωσούν κι άλλες αυγά μαζώνουν

(πηγή: Ε1 τάξη μας)

5/12/14

"ας γεμίσουμε το καλάθι"



αγαπητοί μας γονείς,
το σχολείο μας στηρίζει το έργο της Κοινωνικής Πρόνοιας του Δήμου Χαιδαρίου και συμμετέχει στην προσπάθεια συγκέντρωσης ειδών διατροφής για συμπολίτες μας που έχουν ανάγκη.  Η βοήθειά σας είναι απαραίτητη για την συνέχιση του έργου της Κοινωνικής Πρόνοιας του Δήμου μας, ιδιαίτερα τις ημέρες των Χριστουγέννων!
Θα θέλαμε από εσάς, να φέρετε στο σχολείο μας τρόφιμα μακράς διάρκειας όπως: όσπρια, ρύζι, γάλα, ζυμαρικά, αλεύρι, λάδι κτλ. Η συγκέντρωση τροφίμων θα είναι μέχρι τις 18/Δεκεμβρίου.


                                                                                 Σας ευχαριστούμε!

10/11/14

Ποια γραφή διδάσκουμε;


 του Τάσου Ανθουλιά

Τον Σεπτέμβριο του 1989, σε ένα διεθνές συνέδριο που είχα συνδιοργανώσει στη Ρόδο, είχα θέσει δύο πολύ προκλητικά ερωτήματα. Το ένα ήταν: «Χρειαζόμαστε πραγματικά τη γραφή;».
Λίγους μήνες πριν είχα πάει στο Άμστερνταμ για να παρακολουθήσω μια μεγάλη έκθεση (με παράλληλα σεμινάρια) για τις δυνατότητες χρήσης των υπολογιστών στην εκπαίδευση.
Εκεί, ένα απόγευμα, γυρίζοντας στο ξενοδοχείο και πηγαίνοντας στο δωμάτιό μου, είδα στην άκρη του διαδρόμου μια καμαριέρα να κρατάει κάτι στο χέρι της και να μιλάει. Επηρεασμένος από το κλίμα της τεχνολογίας, μέσα στο οποίο βρισκόμουν εκείνες τις μέρες, φαντάστηκα πως ήταν κάποιο μηχάνημα για την εσωτερική λειτουργία του ξενοδοχείου – και ήμουνα περίεργος.
Τη ρώτησα, λοιπόν, ευγενικά τι ακριβώς έκανε. Μου απάντησε απλά πως ήταν από την Αργεντινή, χρησιμοποιούσε ένα κασετόφωνο και έγραφε μια κασέτα να τη στείλει στη μητέρα της. Μου εξήγησε πως μπορούσε να της πει πολύ περισσότερα πράγματα απ’ όσα θα της έλεγε σε ένα γράμμα και, επιπλέον, η μητέρα της θα χαιρόταν να ακούει τη φωνή της.
Σήμερα, είκοσι πέντε χρόνια μετά, η καμαριέρα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει γι’ αυτή την επικοινωνία το Skype, ώστε επιπλέον να τη βλέπει η μητέρα της.
Θυμάμαι πως, όταν πήγαινα σχολείο, έβλεπα τους ενήλικες να χρησιμοποιούν το BIC, τη μεγάλη εφεύρεση του στυλό διαρκείας, ενώ το σχολείο επέμενε για κάποια χρόνια να χρησιμοποιούμε τα δύο είδη από τις πένες, βουτώντας τες σε μελανοδοχεία.
Φυσιολογικά, η επιλογή του εργαλείου που θα χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ενός κειμένου εξαρτάται από τα ακόλουθα κριτήρια:
α) Την ευκολία χρήσης (φιλικότητα) του εργαλείου.
β) Την ποσότητα των πληροφοριών, την οποία μπορεί να μεταφέρει αυτό το κείμενο που έχει κατασκευαστεί με το συγκεκριμένο εργαλείο.
Το πρόβλημα, φυσικά, δεν είναι αν χρειαζόμαστε πραγματικά τη γραφή, αλλά ποια γραφή χρειαζόμαστε. Και όταν λέμε γραφή δεν εννοούμε μόνο την παραγωγή λογοτεχνικών κειμένων που αποτελούν ένα πάρα πολύ μικρό ποσοστό των κειμένων που παράγονται σήμερα.
Ποια γραφή, λοιπόν, χρειαζόμαστε; Το σκάλισμα πάνω σε πέτρα; Το ψήσιμο του χαραγμένου πηλού; Τη ζωγραφική πάνω σε πάπυρο; Τη γραφή με το φτερό μιας χήνας; Τη χρήση μολυβιού ή τη χρήση ενός πληκτρολόγιου;
Κι όμως, η ελληνική εκπαίδευση, που αρνιόταν κάποτε να φύγει από τις πένες και να πάει στο BIC, τώρα αρνιέται να φύγει από το BIC και να πάει στο πληκτρολόγιο.
Αλλά η σημερινή γραφή δεν αποτελείται μόνο από γράμματα – αποτελείται, επίσης, και από αναρίθμητα σύμβολα, τα οποία καθημερινά αυξάνονται. Ένα κείμενο μπορεί να εμπλουτιστεί από σχέδια, εικόνες, σύμβολα κλπ. Ακόμα και η σελιδοποίησή του προσφέρει σημαντικές πληροφορίες. Προφανώς, το κατάλληλο εργαλείο για την παραγωγή ενός τέτοιου κειμένου είναι ο υπολογιστής.
Ποιος, όμως, μπορεί να είναι ο κατάλληλος εκπαιδευτικός που θα διδάξει τη νέα γραφή;
Ποιος νομίζαμε πως ήταν ο κατάλληλος για να διδάξει τη γραφή με το μολύβι; Εκείνος που ήξερε τη χημική σύσταση του μολυβιού, εκείνος που ήξερε να το κατασκευάζει, εκείνος που το πούλαγε στην αγορά ή ο δάσκαλος και ο φιλόλογος, αφού γραφή δεν είναι απλώς η σχεδίαση γραμμάτων, αλλά η παραγωγή κειμένων που εκφράζουν κάποιο συγκεκριμένο περιεχόμενο;
Γιατί σήμερα πετάμε στους πληροφορικάριους (που, ως γνωστόν, δεν έχουν καμιά σχέση με τον λόγο και δύο στις τρεις λέξεις που χρησιμοποιούν είναι από την αγγλική ειδική ορολογία) την ευθύνη της διδασκαλίας της γραφής στον υπολογιστή;
Μήπως διότι η πλειοψηφία των δασκάλων και των φιλόλογων είναι άσχετη με την τεχνολογία, δηλαδή επιμένει να ανήκει σε μια εκπαίδευση άλλης (ξεπερασμένης για πάντα) εποχής;
Μήπως επειδή το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας ανήκει σε μιαν άλλη (ξεπερασμένη για πάντα) εποχή;
Η γραφή με τη βοήθεια του επεξεργαστή κειμένου είναι πολύ διαφορετική και ως προς τις ψυχοκινητικές δεξιότητες που απαιτούνται (διαφορετική χρήση των χεριών και των δαχτύλων) και ως προς τον τρόπο οργάνωσης της σκέψης για την παραγωγή ενός γραπτού κειμένου. Θα μου πείτε, βέβαια, ποιος ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με τέτοιες «λεπτομέρειες»;

28/10/14

"Τα κουλουράκια"

Τα κουλουράκια        (Ζωρζ Σαρή)

image372
Το κείμενο, στη συνέχεια, ανήκει στο μυθιστόρημα Κόκκινη κλωστή δεμένη..., στο οποίο περιέχονται στιγμιότυπα από την περίοδο της Κατοχής, την πείνα, την ηρωική αντίσταση του ελληνικού λαού, αλλά και εικόνες από την απελευθέρωση. Η πρωταγωνίστρια, η Ζωή (πρόκειται για τη συγγραφέα), που θέλει να γίνει ηθοποιός, πηγαίνει κουλούρια στο Δήμο, ένα φυλακισμένο συναγωνιστή της.

image373λέφτρα, άτιμη και ψεύτρα. Χτες, ο καραγκιόζης μου (το άλλο «εγώ» που κλείνω μέσα μου, το «σκοτεινό βάθος της συνειδήσεως», όπως το εξηγεί η περισπούδαχτη* αδερφή μου), μου πέταξε κατάμουτρα αυτά τα λόγια κι εγώ δε βρήκα ούτε μια τόση δα λεξούλα να τον αποστομώσω*. Ούτε καν τη λέξη «πεινάω», γιατί το μεσημέρι, δηλαδή λίγες ώρες πριν να γίνει το κακό, είχα φάει και μάλιστα καλοφάει.
Αθηνά μου, όταν θα γίνουμε δυο γριούλες με άσπρα μαλλιά και θα λέμε για τα παλιά, τότε μόνο θα σου φανερώσω την καθαρή αλήθεια για τα κουλουράκια. Τώρα ντρέπομαι να σε κοιτάξω στα μάτια. Θα καταχωνιάσω* σ' ένα απόκρυφο μέρος την εξομολόγησή μου, μην τυχόν και τη διαβάσει μάτι ανθρώπου.
Λοιπόν αρχίζω:
Ο Δήμος είναι κλεισμένος στις φυλακές Αβέρωφ.
Ο Δήμος είναι ηθοποιός. Σε μια γιορταστική συγκέντρωση που κάναμε σ' ένα σχολείο στην Κυψέλη, μια μέρα απάγγειλε το Δωδεκάλογο του γύφτου, του Παλαμά, με τη δυνατή, ωραία, ζεστή φωνή του. Θυμάμαι αυτούς τους στίχους:
Εμείς δε γονατίσαμε σκυφτοί
τα πόδια να φιλήσουμε του δυνατού
σαν τα σκουλήκια που πατεί μας...
Δεν πρόλαβε να τους αποτελειώσει, μπήκαν μέσα κάτι μαυριδεροί άνθρωποι με «καβουράκια»* και τον συλλάβανε.
Ο Δήμος είναι πρωτοξάδερφος της Αθηνάς. Στην Αθήνα δεν έχει άλλο άνθρωπο να τον φροντίζει έξω από τη θεία του, δηλαδή τη μάνα της Αθηνάς. Αυτή ετοιμάζει τα δέματα που του πηγαίνουμε στις φυλακές.
Χτες το μεσημέρι, αφού με καλοτάισε —πάντα κάτι μαγειρεύει η κυρία Βασιλείου, της στέλνουν οι δικοί της από το χωριό—, την ώρα που σηκωνόμουνα να φύγω, μου έδωσε ένα μεγάλο χαρτονένιο κουτί.
— Για το Δήμο, κουλουράκια, να του τα πας. Τα 'φτιαξα μ' αληθινό αλεύρι. Κακομοίρα μου, φρόντισε να 'χεις τα μάτια σου χαμηλά, να μη σε μυριστούν τα σκυλιά και σε χώσουνε και σένα στη φυλακή. Άντε, και με την ευχή της Παναγίας.
Το επισκεπτήριο στου Αβέρωφ* είναι στις πέντε. Είχα τρεις ώρες μπροστά μου. Πέρασα από το σπίτι μας. Ήταν άδειο. Λείπανε όλοι: ο πατέρας, η μητέρα και η Ειρήνη. Ξάπλωσα στο κρεβάτι και πήρα να διαβάζω ένα βιβλίο. Το κουτί το είχα βάλει πάνω στο τραπέζι, λίγο πιο πέρα. Ορκίζομαι στην ιερή φιλία που με δένει με την Αθηνά πως μέχρι εκείνη τη στιγμή η «κακή σκέψη» δε μου είχε περάσει από το νου. Ήρθε ξαφνικά, εκεί που δεν την περίμενα. Σήκωσα το κεφάλι και κοίταξα το κουτί. «Πώς να 'ναι άραγε τα κουλουράκια; Έχουν φαρδιά τρύπα στη μέση;». Σηκώθηκα, έλυσα προσεχτικά το σπάγκο, ξεδίπλωσα το χαρτί που περιτύλιγε το κουτί και σήκωσα το καπάκι. Πρώτα η μυρουδιά μού χτύπησε στη μύτη. Λες και ξεφούρνιζαν εκείνη τη στιγμή. Καλοψημένα, στρογγυλά στρογγυλά, με μια τρύπα στη μέση σαν δραχμή. «Ας δοκιμάσω ένα, δεν είναι δα και μετρημένα», είπα κι έφαγα ένα. Ούτε προπολεμικό να ήταν!
Και τώρα, ας πω τη συνέχεια, γρήγορα, να ξεμπερδεύω.
Πήγα και ξάπλωσα στο κρεβάτι, με το κουτί. Με το ένα χέρι κρατούσα το βιβλίο, με τ' άλλο το κουλουράκι, το δεύτερο, το τρίτο, το τέταρτο. Αυτό έγινε χτες και το θυμάμαι καλά. Ήμουν στον παράδεισο. Ο Δήμος δεν ήταν φυλακή, ο πατέρας δεν γκρίνιαζε συνέχεια: «Προσοχή στο λάδι, σταγόνα σταγόνα, να μας κρατήσει»· η μητέρα δεν είχε αδυνατίσει κι ο μπουφές μας ήταν γεμάτος γλυκά. Μια χοντρή γομολάστιχα είχε σβήσει τον πόλεμο. Ξάφνου, ο κακομούτσουνος καραγκιόζης μου μου τράβηξε μια κλοτσιά κι από τον ουρανό βρέθηκα χάμω στη γη. Στο πλάι μου, μέσα στο κουτί, είχαν απομείνει πέντε κουλουράκια, μόνο πέντε! Ζαλίστηκα. Έπρεπε να βρω, αμέσως, έναν τρόπο να πεθάνω. Ο Δήμος, για τη δική μου λευτεριά, μέσα στη φυλακή κρύωνε και πεινούσε, μπορεί και να τον τουφέκιζαν, κι εγώ του είχα φάει τα κουλουράκια του. Ο καραγκιόζης μου, καθισμένος πάνω στα στραβοκάνικα ποδάρια του, χασκογελούσε και ψιθύριζε: «Είσαι μια κλέφτρα και μια άτιμη και σε λίγο θα γίνεις και ψεύτρα». Σηκώθηκα, τύλιξα μάνι μάνι το κουτί, το έδεσα με το σπάγκο, το έβαλα σ' ένα δίχτυ κι ετοιμάστηκα για το επισκεπτήριο. Στο δρόμο συγύριζα το ψέμα μου. Μια κι ο φύλακας ψάχνει τα δέματα, μπας και κρύβουνε κανένα σουγιά, μαχαίρι ή όπλο, αν ποτέ ο Δήμος, μια μέρα, πει στη μάνα της Αθηνάς «Τι ωραία που ήταν τα πέντε κουλουράκια που μου έστειλες, καλή μου θεία», και κείνη μπήξει τις φωνές «ΠΕΝΤΕ; δε λες καλύτερα πενήντα», η απάντηση έπρεπε να δοθεί τώρα: «Τα έκλεψε ο φύλακας, ο δήμιος, ο εχθρός που ρουφάει το αίμα του λαού».
Στάθηκα στην ουρά μαζί με τις άλλες γυναίκες κι όταν έφτασε η σειρά μου, ο φύλακας, ο «κλέφτης» μου, με ρώτησε: «Για ποιον είναι;». Είπα το όνομα του Δήμου. Πήρε το πακέτο από τα χέρια μου και μου είπε: «Ο ηθοποιός μας; Περίμενε, κορίτσι μου, να πάω να σου τον φωνάξω». «Όχι, όχι, δε χρειάζεται, είμαι πολύ βιαστική...», του απάντησα κι έφυγα.
Σήμερα πέρασα από το σπίτι της Αθηνάς για να της ζητήσω, τάχατες, κάποιο βιβλίο. «Τι κάνει ο Δήμος;», με ρώτησε η μάνα της. «Τον είδες;». «Όχι, δε μ' άφησαν...», και συνέχισα βιαστικά: «Και ξέρετε τι λέγανε οι γυναίκες στην ουρά; Πως οι φύλακες ξαφρίζουνε τα δέματα».
image374
Χαρακτηριστική σκηνή από την περίοδο της Κατοχής στην Αθήνα (Η κατοχή. Κώστα Παράσχου. Φωτογραφικά τεκμήρια, εκδ. Ερμής)

image375
Συσσίτιο (φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου)
* η περισπούδαχτη: η σοβαροφανής και βαθυστόχαστη· ειρωνικά είναι αυτή που τα ξέρει όλα * να αποστομώσω (αποστομώνω):να φέρω κάποιον σε δύσκολη θέση, ώστε να μην ξέρει τι να πει * θα καταχωνιάσω (καταχωνιάζω): θα κρύψω με προσοχή, * (τα)«καβουράκια» (το καβουράκι): τα μικρά ανδρικά καπέλα. Οι άνθρωποι με τα «καβουράκια» ήταν Έλληνες που συνεργάζονταν με τον κατακτητή, * Στις φυλακές του Αβέρωφ, στην Αθήνα, φυλάκιζαν τους αγωνιστές, και στην περίοδο της Κατοχής και στην περίοδο του Εμφυλίου πολέμου.

15/9/14

Η σημασία του παιχνιδιού στην ανάπτυξη του παιδιού!

Το παιχνίδι αποτελεί μια βασική δραστηριότητα στη ζωή του παιδιού. Παίζει καθοριστικό ρόλο στη σωματική, την ψυχοσυναισθηματική, την κοινωνική και τη γνωστική του ανάπτυξη. Μέσα από το παιχνίδι το παιδί έχει την δυνατότητα να δράσει ελεύθερα, να ζήσει σε ένα κόσμο φανταστικό που μπορεί να εξουσιάσει, να εκφράσει τα συναισθήματα του, να μάθει τον εαυτό του και τους ανθρώπους γύρω του να εξερευνήσει το περιβάλλον του.

Πιο συγκεκριμένα, το παιχνίδι συμβάλλει στη σωματική ανάπτυξη του παιδιού. Για να μιλήσουμε με ιατρικούς όρους – μπορεί να πεισθείτε πιο εύκολα (!) - με το παιχνίδι η κυκλοφορία του αίματος γίνεται ταχύτερη και ο μεταβολισμός πληρέστερος. Ταυτόχρονα, ενδυναμώνεται το νευρικό σύστημα, ασκείται ο οργανισμός του παιδιού και τελειοποιούνται τα  μέλη του σώματος. Βελτιώνεται η μυϊκή δύναμη, η ευκαμψία των αρθρώσεων και του σώματος, η ευλυγισία, η ακρίβεια και η χάρη των κινήσεων, η επιδεξιότητα, η αντοχή στην κόπωση, η ισορροπία κλπ.  

Την ίδια στιγμή που συντελούνται όλα αυτά στο σώμα και τον οργανισμό του παιδιού, επηρεάζεται και η πνευματική λειτουργία. Μεγάλοι θεωρητικοί υποστηρίζουν, ότι το παιχνίδι προκαλεί στο παιδί μια πραγματική εσωτερική ανάγκη για άσκηση της νοημοσύνης και της περιέργειάς του. Αναπτύσσει την ικανότητα αναπαράστασης, το συμβολισμό, τη μίμηση και τη φαντασία. Οι λειτουργίες αυτές αναγκάζουν το παιδί να επιστρατεύσει τη μνήμη του για να θυμηθεί και να συνδέσει τα γεγονότα λογικά. Ακόμη, με το παιχνίδι υπάρχει μια σταδιακή μετακίνηση από ασυνείδητες και παρορμητικές πράξεις σε συνειδητές, προμελετημένες πράξεις και ταυτόχρονα εξασκείται και συντελείται η αντιστροφή της ακολουθίας «πράξη – λόγος – σκέψη» σε «σκέψη – λόγος – πράξη».

Επίσης, το παιχνίδι θεωρείται συνυφασμένο με τις διαδικασίες συγκρότησης του εαυτού. Η μετάβαση από το μοναχικό παιχνίδι στο συλλογικό ή στο παιχνίδι με κανόνες, περιγράφει την πορεία από την τοποθέτηση του εαυτού σε υποθετικές καταστάσεις, μέσω της ερμηνείας κοινωνικών ρόλων, έως την τοποθέτηση του εαυτού στη θέση του άλλου με την ταυτόχρονη ερμηνεία του ρόλου του εαυτού. Μέσα από το ομαδικό παιχνίδι, καλλιεργεί ηθικές αξίες όπως την υπομονή στο να περιμένει τη σειρά του, την υποχώρηση όταν δεν μπορεί να έχει αυτό που θέλει, τον σεβασμό προς τους φίλους του, μαθαίνει να συμβιώνει την ώρα του παιχνιδιού μέσα στα όρια που τα ίδια έχουν ορίσει. Μαθαίνει έννοιες όπως η συνεργασία, το μοίρασμα, η αυτοπειθαρχία, η εκτίμηση. Μέσω του ομαδικού παιχνιδιού το παιδί το μαθαίνει να συνυπάρχει αρμονικά με τους άλλους και να βρίσκει τρόπους επίλυσης των διαφορών συγκρούσεων που μπορούν να προκύψουν κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Καλείται να αποδεχτεί και να τηρήσει, αφού το αντίθετο θα οδηγήσει σε κάποια «ποινή».

Σημαντική είναι και η επίδραση που ασκεί το παιχνίδι στη συναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού. Με την επιτυχία και προβολή που αποκτά το παιδί μέσω του παιχνιδιού, βελτιώνει την εικόνα για τον εαυτό του, ξεπερνά τις αναστολές του, αυξάνει την αυτοπεποίθησή του και αναπτύσσει σεβασμό για την προσωπικότητα των άλλων. Επίσης, το παιχνίδι πολλές φορές λειτουργεί λυτρωτικά σε καταστάσεις της καθημερινότητάς του που το φορτίζουν με στρες, ένταση, θυμό.

Πολλές το παιχνίδι θεωρείται χαμένος χρόνος από τους δασκάλους, τους καθηγητές ή τους γονείς. Στην πραγματικότητα είναι αναπόσπαστο και απαραίτητο στοιχείο για την ανάπτυξη και τη ζωή του παιδιού. Μάλιστα, η απουσία του παιχνιδιού από τη ζωή του παιδιού, θα μπορούσε να συνδεθεί με φτωχές κινητικές δεξιότητες, χαμηλά επίπεδα φυσικής δραστηριότητας, μειωμένη ικανότητα διαχείρισης στρεσογόνων καταστάσεων, μειωμένες κοινωνικές δεξιότητες, οι οποίες είναι πιθανό να οδηγήσουν σε δυσκολίες στη διαχείριση κοινωνικών καταστάσεων, επίλυση συγκρούσεων, θέματα διαφορετικότητας, θέματα αυτοεκτίμησης, θέματα αποτυχίας κλπ.

Έτσι, λοιπόν, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι όχι απλά να επιτρέψουμε στο παιδί να παίζει, αλλά να αφήσουμε τη μαγεία του παιχνιδιού να μας συνεπάρει. Να ζηλέψουμε και να μάθουμε από την απόλαυση  και τη λαχτάρα που έχουν τα παιδιά για το παιχνίδι! (πηγή: http://www.kepsy.gr/arthra/118-i-simasia-tou-paixnidioy-stin-anaptyksi-tou-paidioy


4/9/14

ξεκινάμε...!

Την Πέμπτη 11/9/2014 στις 9.30 με τον καθιερωμένο Αγιασμό αρχίζει η νέα σχολική χρονιά!
Καλή σχολική χρονιά να έχουμε! 
Με υγεία, αγάπη και όρεξη για δημιουργία!!!