Είναι ένας χρόνος περίπου που δεν έγραψα εδώ. Ενας χρόνος δύσκολος. Που για κάποιους ξεκίνησε με πολλές ελπίδες. Ελπίδες που δεν στηρίζονταν πουθενά ή σε πολύ νεφελώδη λόγια. Λόγια με φτερά, που λένε. Αποδείχθηκαν οι ελπίδες τελείως φρούδες. Και μάλιστα οι κίνδυνοι που παρουσιάσθηκαν, πέρα από ορατοί, ήταν και τελείως πραγματικοί αυτήν την φορά. Η αλλαγή πλεύσης της κυβέρνησης ήταν τρομακτική. Η στροφή που έκανε-ένα πολιτικό τε τα κε-σήκωσε τόση σκόνη, πέταξε κάποιους έξω από το αυτοκίνητο και οι επιβάτες ακόμη ξερνούν.
Τώρα η πορεία σε έναν κακοτράχαλο δρόμο δεν προοιωνίζεται καλή και ομαλή. Δεν υπάρχουν πλέον αυταπάτες, αλλά και πειστικές απαντήσεις. Κανείς δεν ξέρει τι να πει. Η οχλαγωγία και η χλαπαταγή σκεπάζει την κοινή αμηχανία. Οι χαϊδεμένοι πολίτες-ειδικά κάποιες ομάδες απ αυτούς-βλέπουν να φεύγει το κομματικό χώμα κάτω από τα πόδια τους και τους έπιασε τρόμος. Βγήκαν στους δρόμους και ζητούν. Αλλά τι; Και ποιος θα τους το δώσει; Η Ευρώπη που την βρίζουν; Οι άλλοι πολίτες που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα; Οι μεγαλοκαρχαρίες που την κοπανάνε; Οι φαφλατίζοντες πολιτικοί; Πρώην και επόμενοι. Ποιός;
Ο σύμπας λαός εξ άλλου κοπανιέται στις επάλξεις των σοσιαλ μίντια, δίνοντας μάχες εκ του συστάδην, σκιαμαχίες εν πολλοίς, όπου αναδύονται παλιές προσωπικές αντιθέσεις, απέναντι σε τσιπουροσυντρόφους που τώρα έγιναν υπουργοί και κοιτάνε από την άλλη μεριά. Σέρνεται μια λάσπη συντηρητισμού που σκεπάζει κάθε προσπάθεια , έστω και ενστικτώδη , ακόμη και υποκριτική, κάποιας ασήμαντης σταγόνας εκσυγχρονισμού.
Την πατήσαμε πολλοί αυτά τα 5 χρόνια-πάμε στον 6ο-της κρίσης. Την πατήσαμε άσχημα. Και το χάσαμε το παιχνίδι. Ούτε για παρατηρητές δεν είμαστε άξιοι. Ανακατεύουμε συνέχεια μια παρωχημένη ορολογία, χτίζουμε καινούρια τείχη διαχωρισμών, αρνούμαστε το δικαίωμα "δια να ομιλεί" σε όποιον έχει-κατά την άποψη μας-βεβαρυμένο παρελθόν, τσιγκουνευόμαστε τα συγχωροχάρτια μας. Μόνο μεταξύ μας τα κυκλοφορούμε.
Πέφτουν μάσκες. Φοριούνται άλλες. Ενα απέραντο καρναβάλι έγινε η κοινωνία. Με καουμπόυδες και Ινδιάνους. Οι σερίφηδες διευθύνουν τα μπαρ και ο κόσμος την έχει αράξει στις πλαγιές του Ελ Πάσο και περιμένει. Πηγαίνοντας με το πάσο του.
Σ. Σαρακενίδης