Καποτε ζουσε μια γυναικα που την ελεγαν Μαρια-Ηλεκτρα, αλλα το κυριο ονομα της ειναι Λυκαινα της Στεπας. Πηγαινε με τα δυο ποδια, ντυνοταν κι ηταν ενας ανθρωπος, στην πραγματικοτητα ομως ηταν μια Λυκαινα της Στεπας. Ειχε μαθει πολλα απο αυτα που μπορουν να μαθουν ανθρωποι με δυνατο μυαλο κι ηταν ενας αρκετα εξυπνος ανθρωπος. Αυτο ομως που δεν ειχε κατορθωσει να μαθει ηταν το εξης: να ειναι ευχαριστημενη με τον Εαυτος της και τη ζωη της. Ετσι ηταν ενας ανικανοποιητος ανθρωπος. Τουτο συνεβαινε κατα τα φαινομενα, γιατι καθε τοσο ηξερε απο τα βαθη της ψυχης της (ή πιστευε πως θα μαθει) οτι στην πραγματικοτητα δεν ηταν ανθρωπος αλλα μια λυκαινα απο τη στεπα. [...]
Η Λυκαινα της Στεπας ειχε λοιπον δυο φυσεις, μια ανθρωπινη και μια λυκισια. Αυτη ηταν η μοιρα της και θα μπορουσε να πει κανεις πως αυτη η μοιρα δεν ειναι τοσο ιδιαιτερη και σπανια. Θα μπορουσαμε να δουμε πολλους ανθρωπους που εχουν κατι απο τη ζωωδη φυση του σκυλου ή της αλεπους ή του ψαριου ή του φιδιου, χωρις το πραγμα να τους δημιουργει ιδιαιτερες δυσκολιες. [...] Στη Μαρια-Ηλεκτρα ομως ολα συνεβαιναν αντιθετα. Σ' αυτην ο λυκος κι ο ανθρωπος δεν πηγαιναν μαζι κι ουτε ο ενας βοηθουσε τον αλλο, αλλα μεταξυ τους υπηρχε θανασιμος ανταγωνισμος και εχθρα κι ο ενας προξενουσε πονο στον αλλο. Κι οταν και οι δυο βρισκονται στο ιδιο αιμα και στην ιδια ψυχη σε μια εχθρικη σχεση, τοτε η ζωη γινεται ασχημη. [...]
Καθε ανθρωπινη ζωη εχει τα χαρακτηριστικα της γνωρισματα, τα σημαδια της, τις αρετες και τα ελαττωμετα, τις θανασιμες αμαρτιες. Ανηκε στα χαρακτηριστικα της Λυκαινας της Στεπας να 'ναι ανθρωπος της νυχτας. Το πρωι ηταν γι αυτην η πιο ασχημη ωρα που παντοτε φοβοταν και ποτε δεν της εφερε καλο. Κανενα πρωινο της ζωης της δεν ηταν ευθυμη, ποτε οι ωρες πριν το μεσημερι δεν την ευνοησαν στη δουλεια της κι ουτε προξενησαν στον εαυτο της ή στους αλλους χαρα. Μολις αρχιζε να τρεχει το απογευμα γινοταν θερμη και ζωντανη και κατα τις βραδινες ωρες, κατα τις καλες της μερες, ηταν καρποφορα και μερικες φορες χαρουμενη και λαμπερη. Απο ολα αυτα εξαρτιοταν και η αναγκη της για μοναξια και ελευθερια. Κανεις ανθρωπος δεν ειχε μια τοσο βαθια και γεματη παθος αναγκη για ελευθερια. [...] Η πραγματικοτητα ωστοσο ηταν η εξης: η μοναξια και η ανεξαρτησια δεν ηταν επιθυμια και σκοπος του, αλλα μοιρα και καταδικη του. [...]
Ετσι οι ανθρωποι αυτοι, που εχουν μια τετοια ταση, παρουσιαζονται μπροστα μας να κυριαρχουνται αποτο αισθημα της ενοχης, εξαιτιας της ατομικοποιησης και να μην μπορουν να ολοκληρωθουν στην ψυχικη καλλιεργεια. [...] Η γνωση αυτη και οι τυψεις της συνειδησης, που κατα βαθος εχουν την ιδια προελευση οπως οι τυψεις απο την αυτοικανοποιηση στην ερωτικη ζωη, προτρεπουν ολους αυτους να αγωνιζονται διαρκως κατα του πειρασμου της αυτοκτονιας. [...]
Η Λυκαινα της Στεπας, συμφωνα με τις αντιληψεις της βρισκοταν εξω απο τον αστικο κοσμο, γιατι δε γνωριζε ουτε οικογενειακη ζωη ουτε κοινωνικη φιλοδοξια. Ενιωθε σαν αποχωρισμενη και αρρωστημενη ερημιτισσα, συναμα ομως σαν ενα ον προικισμενο με υπερφυσικες ιδιοτητες και με τη ζωη μιας μεγαλοφυιας. Νομιζε πως σαν προνομιουχο ατομο ξεπερνουσε τους κανονες της ζωης και του μετρου. Συνειδητα περιφρονουσε τον αστο και ηταν περηφανη που δεν ανηκε στην ταξη του. Ωστοσο, απο ορισμενες αποψεις, ζουσε με αστικη νοοτροπια περα για περα. [...]
Αισθανεται τη θεση της μεσα στο οικοδομημα του κοσμου, αισθανεται και γνωριζει τους αθανατους, αισθανεται και φοβαται τη δυνατοτητα μιας συναντησης με τον εαυτο της, ξερει πως υπαρχει καθρεφτης, οπου ειναι τοσο πικρη η αναγκη να κοιταξει, οπου τοσο θανασιμα φοβαται να αντικρισει τον Εαυτο της. [...]
Ο ανθρωπος ειναι ενα κρεμμυδι που αποτελειται απο εκατονταδες φλοιους, ειναι ενα υφασμα απο πολλα νηματα. Η Λυκαινα της Στεπας πιστευει, οπως ο Φαουστ, πως δυο ψυχες για το στηθος της ειναι πολλες και κινδυνευει να σπασει. [...]
Οπως ολοι οι ανθρωποι, ετσι και η Μαρια-Ηλεκτρα πιστευει πως ξερει τι ειναι ανθρωπος. Στην πραγματικοτητα δεν ξερει πολυ καλα τι ειναι ανθρωπος. Στην πραγματικοτητα δεν ξερει απολυτως τιποτα, αν και σπανια κατι διαισθανεται στα ονειρα και σε αλλες συνειδησιακες καταστασεις, που δυσκολα ελεγχονται. Ποσο διαφορετια θα 'ταν, αν μπορουσε να θυμαται αυτες τις διαισθησεις και να τις κανει δικες της! Ο ανθρωπος δεν ειναι μια σταθερη και αναλλοιωτη μορφη (αυτο ηταν τ' αρχαιο ιδεωδες, παρολες τις αντιθετες διαισθησεις των σοφων), ειναι περισσοτερο ενα πειραμα και μια υπερβαση, δεν ειναι τιποτε αλλο παρα η στενη κι επικινδυνη γεφυρα αναμεσα στη φυση και το πνευμα.