«ΚΑΘ’ ΕΚΑΣΤΗΝ ΗΜΕΡΑΝ ΑΠΟΘΝΗΣΚΩ».
Ο Παύλος τόσο σκληρά και επικίνδυνα περνούσε τη ζωή του, που έφθανε στο σημείο, όπως ομολογεί και ο ίδιος (Α´Κορ. 15, 31), να πεθαίνει καθημερινά. Αυτό που ούτε η φύση δέχεται, διότι ένα θάνατο γνωρίζει, αυτό το πάθαινε ο άγιος απόστολος Παύλος, λόγω της φιλοτιμίας της διαθέσεώς του. Πέθαινε καθημερινά από την κούραση, το μόχθο, την αγρύπνια, την μέριμνα των εκκλησιών, το διηνεκές μαρτύριο, τον κατατρεγμό τη συκοφαντία από τους ψευδαδέλφους, την πείνα και την δίψα.
Όταν κατηγόρησαν τον Παύλο κάποιοι ψευδάδελφοι και σούπερ Ιουδαίοι ότι δήθεν δεν είναι γνήσιος απόστολος, δεν είναι αυθεντικός και αληθινός όπως αυτοί, τότε ο Παύλος αναγκάσθηκε να μιλήσει για τον εαυτό του και να παραθέσει τις περγαμηνές και τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι είναι αληθινός απόστολος.
Επιπλέον όμως αναγκάσθηκε να παρουσιάσει τα ουσιαστικά παράσημά του· αυτά που στοιχίζουν και δεν μπορείς να τα έχεις με το αζημίωτο. «Είναι Εβραίοι (αυτοί που τον κατηγορούσαν); Κι εγώ είμαι. Είναι Ισραηλίτες; Και εγώ είμαι. Είναι από το σπέρμα του Αβραάμ; Κι εγώ το ίδιο. Είναι διάκονοι Χριστού; Θα μιλήσω σαν παράφρονας, εγώ είμαι παραπανω απ’ αυτούς. Σε κόπους περισσότερο, σε πληγές περισσότερο, σε φυλακίσεις περισσότερο, σε θανάτους περισσότερο. Από τους Ιουδαίους μαστιγώθηκα πέντε φορές, με σαράντα παρά μία μαστιγώσεις κάθε φορά. Τρεις φορές με ράβδισαν, μια με λιθοβόλησαν, τρεις φορές ναυάγησα, ένα ημερονύκτιο πάλευα στο πέλαγος. (Υπηρέτησα τον Κύριο και το ευαγγέλιο) πολλές φορές με οδοιπορίες, με κινδύνους από ποταμούς, με κινδύνους από ληστές, με κινδύνους από τους ομοεθνείς μου, με κινδύνους από ψευδαδέλφους. Με κόπο και με μόχθο, με αγρυπνίες, με πείνα και δίψα, με νηστείες, με ψύχος και χωρίς ρούχα. Και εκτός από αυτά, αντιμετοπίζοντας κάθε μέρα συνεχείς πιέσεις και φροντίζοντας για τις ανάγκες ων εκκλησιών. Ποιός ασθενεί και δεν ασθενώ κι εγώ μαζί του; Ποιος σκοντάφτει και πέφτει και δεν υποφέρω κι εγώ; Εάν πρέπει να καυχηθώ κι εγώ (όπως κάνουν οι εχθροί μου), εγώ δεν θα καυχηθώ για επίγειους τίτλους ευγενείας και για σωματικά και φυλετικά χαρακτηριστικά αλλά μόνο για τα παθήματά μου και τις θλίψεις μου» (Β´Κορ.11,22-30).
Διαβάζοντας το κείμενο που παραθέσαμε, καταλαβαίνουμε γιατί ο Παύλος έλεγε ότι πεθαίνει κάθε μέρα, αλλά και γιατί έλεγε «εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος» (Φιλιπ. 1,21). Ο οριστικός θάνατος, αν ερχότανε, θα ήτανε μία λύτρωση γι’ αυτόν. Ο άγιος Χρυσόστομος λέγει σε κάποια ομιλία του ότι φοβόμαστε το θάνατο, γιατί έχουμε αμαρτίες και γιατί ζούμε μια πλαδαρή και μαλθακή ζωή γεμάτη ανέσεις και ευκολίες. Ζούμε για να τρώμε και δεν τρώμε για να ζούμε. Καθημερινώς επιζητούμε την πάσης φύσεως ηδονή, την καλοπέραση, την τρυφή, την ραστώνη. Αντίθετα από εμάς ο Παύλος που αξιώθηκε τόσων δωρεών και που ζούσε τόσο μαρτυρικά, επειδή φοβάται την πλαδαρή και μαλθακή ζωή μήπως τον επηρρεάσει και τον αχρηστέψει διακηρύττει «σκληραγωγώ το σώμα μου και το μεταχειρίζομαι σαν υπηρέτη, από φόβο μήπως και συμβεί εγώ που κηρύττω σε άλλους και τους κατηχώ, γίνω ακατάλληλος για να κερδίσω την βασιλεία των ουρανών» (Α´Κορ. 9,27). Αν ο Παύλος που είχε τόσα χαρίσματα και συγχρόνως ζούσε τόσο μαρτυρικά φερότανε έτσι τι πρέπει να κάνουμε εμείς που στερούμαστε όλα τα θεία αγαθά και επιπλέον έχουμε πλήθος αμαρτημάτων.
Και για να έρθουμε στα χαρίσματα που είχε ο Παύλος, στο 12ο κεφάλαιο της Β´προς Κορινθίους επιστολής, αποκαλύπτει ότι είχε και προσόντα για τα οποία τρελλαίνονται οι ανά τους αιώνες επιπόλαιοι και ρηχοί χριστιανοί, χωρίς όμως να ποθούν παρόμοια το χάρισμα των χαρισμάτων το μαρτύριο. Είχε ο Παύλος οπτασίες και αποκαλύψεις. Είχε ουράνιες αναβάσεις. Επισκέφθηκε τον παράδεισο απ’ αυτή τη ζωή. Βάδισε στον τρίτο ουρανό, όπως βαδίζει στη γη. Έκανε ουράνιες πορείες και άκουσε «άρρητα ρήματα» τα οποία δεν μπορεί να τα αποκαλύψει. Και για να μη νιώσει περηφάνια, σαν άνθρωπος που ήταν, του έδωσε ο Θεός «σκόλοπα τη σαρκί» δηλαδή ένα αγκάθι που τον κεντούσε συνεχώς. Κι ενώ προσευχήθηκε στον Κύριο τρεις φορές (πολλές φορές σημαίνει αυτό), εκείνος αρνήθηκε να τον ελευθερώσει λέγοντάς του ότι του είναι αρκετό που έχει συνεχώς τη χάρη και την ευλογία του Θεού. Και ο Παύλος προτίμησε να έχει τη χάρη του Θεού κι ας έχει πειρασμούς και θλίψεις. «Όταν γαρ ασθενώ, τότε δυνατός εμί» (Β´Κορ. 12,10).
Ο πατήρ Εμμανουήλ Μυτιληναίος (1900-1960), ένας ικανός, πολυμαθής και χαλκέντερος κληρικός, που υπηρέτησε σε νευραλγικές και επιτελικές θέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά και ένας κληρικός που γεύθηκε κατά κόρο τον πόνο και το μαρτύριο λέγει σε κάποιο κήρυγμά του· «Με τις δοκιμασίες που αντιμετωπίζουμε δεν σημαίνει ότι ο Θεός δεν μας αγαπά και ότι πραγματικά δεν μας ευλογεί. Ίσα-ίσα τότε μας αγαπά και μας ευλογεί περισσότερο. Μόνο που πρέπει εμείς να είμαστε ικανοί και έτοιμοι ν’ αρπάξουμε την ευλογία. Η ευλογία κυριολεκτικά χύνεται σαν ποταμός μπροστά σου, μόνο που πρέπει εσύ να την αρπάξεις και να μη την αφήσεις να φύγει ανεκμετάλευτη. Τότε θα είσαι το άλας της γης, που τη σώζει από τη σήψη και την φθορά...».
Και αλλού λέγει· «Μαρτύριο καθημερινό είναι ο χριστιανισμός, η ζωή του χριστιανού. Καθημερινά καλούμεθα να ομολογήσουμε την πίστη μας όχι απλώς με τους λόγους μας αλλά και με τα έργα μας. Κάθε φορά που η κακία παρουσιάζεται θελκτική και γοητευτική, κάθε φορά που γύρω μας, μας κυνηγούν τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα, κάθε φορά εμείς γινόμαστε αναίμακτοι μάρτυρες, εάν υποφέρουμε αυτά τα βέλη χωρίς να πέσουμε...» (Αθανασίου Κοτταδάκη, Ιερωσύνη ανοιχτής διακονίας, πρωτοπρεσβύτερος Εμ. Μυτιληναίος (1900-1960), Αθήνα 1997, σελ.285).
Συνεπώς ακόμη κι αν θλιβόμαστε, ακόμη κι αν πεθαίνουμε καθημερινώς σαν τον Παύλο, ας μη τα χάνουμε ούτε ν’ απελπιζόμαστε. Μόνο ας δράττουμε την ευκαιρία ν’ αρπάζουμε την ευλογία, που πληθωρικά παραθέτει μπροστά μας ο Κύριος και Θεός μας.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
http://www.pmeletios.com/
Ο Παύλος τόσο σκληρά και επικίνδυνα περνούσε τη ζωή του, που έφθανε στο σημείο, όπως ομολογεί και ο ίδιος (Α´Κορ. 15, 31), να πεθαίνει καθημερινά. Αυτό που ούτε η φύση δέχεται, διότι ένα θάνατο γνωρίζει, αυτό το πάθαινε ο άγιος απόστολος Παύλος, λόγω της φιλοτιμίας της διαθέσεώς του. Πέθαινε καθημερινά από την κούραση, το μόχθο, την αγρύπνια, την μέριμνα των εκκλησιών, το διηνεκές μαρτύριο, τον κατατρεγμό τη συκοφαντία από τους ψευδαδέλφους, την πείνα και την δίψα.
Όταν κατηγόρησαν τον Παύλο κάποιοι ψευδάδελφοι και σούπερ Ιουδαίοι ότι δήθεν δεν είναι γνήσιος απόστολος, δεν είναι αυθεντικός και αληθινός όπως αυτοί, τότε ο Παύλος αναγκάσθηκε να μιλήσει για τον εαυτό του και να παραθέσει τις περγαμηνές και τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι είναι αληθινός απόστολος.
Επιπλέον όμως αναγκάσθηκε να παρουσιάσει τα ουσιαστικά παράσημά του· αυτά που στοιχίζουν και δεν μπορείς να τα έχεις με το αζημίωτο. «Είναι Εβραίοι (αυτοί που τον κατηγορούσαν); Κι εγώ είμαι. Είναι Ισραηλίτες; Και εγώ είμαι. Είναι από το σπέρμα του Αβραάμ; Κι εγώ το ίδιο. Είναι διάκονοι Χριστού; Θα μιλήσω σαν παράφρονας, εγώ είμαι παραπανω απ’ αυτούς. Σε κόπους περισσότερο, σε πληγές περισσότερο, σε φυλακίσεις περισσότερο, σε θανάτους περισσότερο. Από τους Ιουδαίους μαστιγώθηκα πέντε φορές, με σαράντα παρά μία μαστιγώσεις κάθε φορά. Τρεις φορές με ράβδισαν, μια με λιθοβόλησαν, τρεις φορές ναυάγησα, ένα ημερονύκτιο πάλευα στο πέλαγος. (Υπηρέτησα τον Κύριο και το ευαγγέλιο) πολλές φορές με οδοιπορίες, με κινδύνους από ποταμούς, με κινδύνους από ληστές, με κινδύνους από τους ομοεθνείς μου, με κινδύνους από ψευδαδέλφους. Με κόπο και με μόχθο, με αγρυπνίες, με πείνα και δίψα, με νηστείες, με ψύχος και χωρίς ρούχα. Και εκτός από αυτά, αντιμετοπίζοντας κάθε μέρα συνεχείς πιέσεις και φροντίζοντας για τις ανάγκες ων εκκλησιών. Ποιός ασθενεί και δεν ασθενώ κι εγώ μαζί του; Ποιος σκοντάφτει και πέφτει και δεν υποφέρω κι εγώ; Εάν πρέπει να καυχηθώ κι εγώ (όπως κάνουν οι εχθροί μου), εγώ δεν θα καυχηθώ για επίγειους τίτλους ευγενείας και για σωματικά και φυλετικά χαρακτηριστικά αλλά μόνο για τα παθήματά μου και τις θλίψεις μου» (Β´Κορ.11,22-30).
Διαβάζοντας το κείμενο που παραθέσαμε, καταλαβαίνουμε γιατί ο Παύλος έλεγε ότι πεθαίνει κάθε μέρα, αλλά και γιατί έλεγε «εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος» (Φιλιπ. 1,21). Ο οριστικός θάνατος, αν ερχότανε, θα ήτανε μία λύτρωση γι’ αυτόν. Ο άγιος Χρυσόστομος λέγει σε κάποια ομιλία του ότι φοβόμαστε το θάνατο, γιατί έχουμε αμαρτίες και γιατί ζούμε μια πλαδαρή και μαλθακή ζωή γεμάτη ανέσεις και ευκολίες. Ζούμε για να τρώμε και δεν τρώμε για να ζούμε. Καθημερινώς επιζητούμε την πάσης φύσεως ηδονή, την καλοπέραση, την τρυφή, την ραστώνη. Αντίθετα από εμάς ο Παύλος που αξιώθηκε τόσων δωρεών και που ζούσε τόσο μαρτυρικά, επειδή φοβάται την πλαδαρή και μαλθακή ζωή μήπως τον επηρρεάσει και τον αχρηστέψει διακηρύττει «σκληραγωγώ το σώμα μου και το μεταχειρίζομαι σαν υπηρέτη, από φόβο μήπως και συμβεί εγώ που κηρύττω σε άλλους και τους κατηχώ, γίνω ακατάλληλος για να κερδίσω την βασιλεία των ουρανών» (Α´Κορ. 9,27). Αν ο Παύλος που είχε τόσα χαρίσματα και συγχρόνως ζούσε τόσο μαρτυρικά φερότανε έτσι τι πρέπει να κάνουμε εμείς που στερούμαστε όλα τα θεία αγαθά και επιπλέον έχουμε πλήθος αμαρτημάτων.
Και για να έρθουμε στα χαρίσματα που είχε ο Παύλος, στο 12ο κεφάλαιο της Β´προς Κορινθίους επιστολής, αποκαλύπτει ότι είχε και προσόντα για τα οποία τρελλαίνονται οι ανά τους αιώνες επιπόλαιοι και ρηχοί χριστιανοί, χωρίς όμως να ποθούν παρόμοια το χάρισμα των χαρισμάτων το μαρτύριο. Είχε ο Παύλος οπτασίες και αποκαλύψεις. Είχε ουράνιες αναβάσεις. Επισκέφθηκε τον παράδεισο απ’ αυτή τη ζωή. Βάδισε στον τρίτο ουρανό, όπως βαδίζει στη γη. Έκανε ουράνιες πορείες και άκουσε «άρρητα ρήματα» τα οποία δεν μπορεί να τα αποκαλύψει. Και για να μη νιώσει περηφάνια, σαν άνθρωπος που ήταν, του έδωσε ο Θεός «σκόλοπα τη σαρκί» δηλαδή ένα αγκάθι που τον κεντούσε συνεχώς. Κι ενώ προσευχήθηκε στον Κύριο τρεις φορές (πολλές φορές σημαίνει αυτό), εκείνος αρνήθηκε να τον ελευθερώσει λέγοντάς του ότι του είναι αρκετό που έχει συνεχώς τη χάρη και την ευλογία του Θεού. Και ο Παύλος προτίμησε να έχει τη χάρη του Θεού κι ας έχει πειρασμούς και θλίψεις. «Όταν γαρ ασθενώ, τότε δυνατός εμί» (Β´Κορ. 12,10).
Ο πατήρ Εμμανουήλ Μυτιληναίος (1900-1960), ένας ικανός, πολυμαθής και χαλκέντερος κληρικός, που υπηρέτησε σε νευραλγικές και επιτελικές θέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά και ένας κληρικός που γεύθηκε κατά κόρο τον πόνο και το μαρτύριο λέγει σε κάποιο κήρυγμά του· «Με τις δοκιμασίες που αντιμετωπίζουμε δεν σημαίνει ότι ο Θεός δεν μας αγαπά και ότι πραγματικά δεν μας ευλογεί. Ίσα-ίσα τότε μας αγαπά και μας ευλογεί περισσότερο. Μόνο που πρέπει εμείς να είμαστε ικανοί και έτοιμοι ν’ αρπάξουμε την ευλογία. Η ευλογία κυριολεκτικά χύνεται σαν ποταμός μπροστά σου, μόνο που πρέπει εσύ να την αρπάξεις και να μη την αφήσεις να φύγει ανεκμετάλευτη. Τότε θα είσαι το άλας της γης, που τη σώζει από τη σήψη και την φθορά...».
Και αλλού λέγει· «Μαρτύριο καθημερινό είναι ο χριστιανισμός, η ζωή του χριστιανού. Καθημερινά καλούμεθα να ομολογήσουμε την πίστη μας όχι απλώς με τους λόγους μας αλλά και με τα έργα μας. Κάθε φορά που η κακία παρουσιάζεται θελκτική και γοητευτική, κάθε φορά που γύρω μας, μας κυνηγούν τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα, κάθε φορά εμείς γινόμαστε αναίμακτοι μάρτυρες, εάν υποφέρουμε αυτά τα βέλη χωρίς να πέσουμε...» (Αθανασίου Κοτταδάκη, Ιερωσύνη ανοιχτής διακονίας, πρωτοπρεσβύτερος Εμ. Μυτιληναίος (1900-1960), Αθήνα 1997, σελ.285).
Συνεπώς ακόμη κι αν θλιβόμαστε, ακόμη κι αν πεθαίνουμε καθημερινώς σαν τον Παύλο, ας μη τα χάνουμε ούτε ν’ απελπιζόμαστε. Μόνο ας δράττουμε την ευκαιρία ν’ αρπάζουμε την ευλογία, που πληθωρικά παραθέτει μπροστά μας ο Κύριος και Θεός μας.
ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
http://www.pmeletios.com/