του Ζομ Κολέ Σερά
ΛΙΑΜ ΝΙΣΟΝ ΤΖΟΥΛΙΑΝ ΜΟΥΡ ΛΟΥΠΙΤΑ ΝΙΟΝΓΚ’Ο
ΣΥΝΟΨΗ
Ο Μαρκ βρίσκεται
στα 40,000 πόδια από το έδαφος, στην υπερατλαντική πτήση από Νέα Υόρκη προς Λονδίνο.
Κατά τη διάρκεια, λαμβάνει κρυπτογραφημένα μηνύματα, που απαιτούν να μεταφέρει η
αεροπορική εταιρία 150 εκατομμύρια δολλάρια σε ένα λογαριασμό. Μέχρι να γίνει η
μεταφορά, ένας επιβάτης θα πεθαίνει κάθε 20 λεπτά. Καθώς παλεύει με τους προσωπικούς
του δαίμονες, δεν του έχει μείνει άλλος ηρωισμός για την αποστολή που του
ανατέθηκε. Ωστόσο, μια κοινή αρχικά πτήση, απειλεί τον κόσμο του Μαρκ, καθώς μετατρέπεται
σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
Προετοιμασία για απογείωση
Ο σκηνοθέτης Ζομ Κολέ Σερά, ο Λίαμ Νίσον και ο παραγωγός Τζόελ Σίλβερ, συνεργάζονται
ξανά για το Non-Stop, μετά την
επιτυχία του «Ο Άγνωστος» (Unknown).
Ο Σίλβερ
έστειλε το σενάριο πρώτα στο Λίαμ Νίσον, για τον πρωταγωνιστικό ρόλο: «Όταν ο Λίαμ διάβασε το σενάριο, δε μπορούσε
να το αφήσει». Μου είπε «Ας κάνουμε αυτή την ταινία». «Ήξερε ότι σε
αρπάζει και δε σε αφήνει λεπτό. Είναι μυστηριώδες καθ’όλη τη διάρκεια, και δεν
ξέρεις ποιον να εμπιστευτείς. Υποψιάζεσαι τους πάντες και κανέναν. Ο Λίαμ είναι
φαινόμενο. Υπήρξε ανέκαθεν ένας εξαιρετικός ηθοποιός, αλλά αργότερα μόνο στην
καριέρα του έγινε αστέρας ταινιών δράσης. Δε μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από
πάνω του. Ο Λίαμ είναι το είδος του ηθοποιού, που το κοινό υποστηρίζει με την
πρώτη ματιά. Θέλει να τον δει να πετυχαίνει και να μην πληγώνεται. Σε όλη την
ταινία, νοιώθεις την απόγνωση του, κι όταν βρίσκει τη λύση, διαπιστώνεις πόσο
καλός είναι σε αυτό που κάνει, κι αυτό το καθιστά εξαιρετικό σινεμά».
Η μετάβαση του Νίσον από δραματικό ηθοποιό σε ήρωα δράσης, ήταν καλοδεχούμενη τόσο από τον τύπο, όσο κι από συναδέλφους του. Ο ίδιος, δε θεωρεί τίποτα δεδομένο ωστόσο: «Ήμουν πολύ ενθουσιασμένος όταν μου μίλησε ο
Τζόελ για αυτή την ταινία. Δε μπορούσα να σταματήσω να διαβάζω το σενάριο. Όταν
βλέπουμε τον Μαρκς στην αρχή, είναι κάποιος που δε θέλεις να καθήσεις δίπλα
του. Θεωρείται από τους βασικούς υπόπτους για αρκετή ώρα. Ωστόσο ο χαρακτήρας του μου
φάνηκε ιδιαίτερα ελκυστικός, γιατί είναι ένας απλός άνθρωπος, που στέκεται στο
ύψος των περιστάσεων».
Για το σκηνοθέτη,
το Non-Stop ήταν μια ευκαιρία να αντιμετωπίσει
τους φόβους του : «Τρέμω τις πτήσεις, κι
αυτός ήταν ένας από τους λόγους που ήθελα να κάνω την ταινία. Ήθελα να
αντιμετωπίσω το φόβο μου ως άνθρωπος, κι ως σκηνοθέτης, την υλοποίηση μιας
ταινίας σε ένα τόσο περιορισμένο χώρο. Είμαι μεγάλος φαν ταινιών όπως το Murder on the Orient Express, όπου υπάρχουν αμέτρητοι επιβάτες, και καθένας από αυτούς έχει διαφορετική
ατζέντα. Είναι μια ταινία στην οποία συναντάς πολλούς ανθρώπους για τους
οποίους δεν ξέρεις τίποτα. Ξέρεις τι φαίνονται, αλλά εδώ έχεις την ευκαιρία να
αποκαλύψεις τι πραγματικά είναι. Τι θα επιλέξει ο καθένας; Να γίνει ήρωας; Να
αντιμετωπίσει την κατάσταση; Όταν διάβασα το σενάριο, δε μπορούσα να φανταστώ
κάποιον άλλο για το ρόλο, πέρα από το Λίαμ. Έχει αυτό το χάρισμα- απλά τον
πιστεύεις. Είναι κάποιος που το συμπαθείς άμεσα, και για γρήγορα εξελισσόμενες
ταινίες όπως αυτή, δεν έχεις πολύ χρόνο στην αρχή για ανάπτυξη χαρακτήρων.
Είναι σημαντικό ο πρωταγωνιστής σου να σε κερδίζει από την αρχή. Ο Λίαμ είναι
ιδανικός γι’ αυτό».
Με τον πρωταγωνιστή
έτοιμο, ήρθε η ώρα να βρεθεί η συμπρωταγωνίστρια. Μόλις επιβιβαστεί στο αεροπλάνο, ο Μαρκς θα καθίσει
δίπλα στη Σάμερς, της οποίας το ρόλο εξηγεί ο σκηνοθέτης: «Συνήθως, όταν κάθεσαι σε ένα αεροπλάνο, ο διπλανός σου είναι κάποιος
που δε θα ξαναδείς ποτέ. Μερικές φορές συζητάτε, μερικές όχι. Σε αυτή την ταινία, ο Λίαμ και η Τζούλιαν αναγκάζονται να συνεργαστούν για
να βγουν ασφαλείς». Ο Σερά ήταν ενθουσιασμένος που θα
δούλευε με τη Τζούλιαν Μουρ στο ρόλο της Σάμερς. «Οι δυο τους έχουν απίστευτη χημεία. Η Τζούλιαν είναι ένας υπέροχος
άνθρωπος, αστεία, όμορφη και εξαιρετική ηθοποιός. Γνωρίζει το Λίαμ προσωπικά,
κι εκείνος την πρότεινε για το ρόλο».
Η Μουρ αναφέρει:
« Μου αρέσει η ιδέα μια περιπέτειας
σε ένα περιορισμένο χώρο, όπου όλοι μοιράζονται την εμπειρία. Δεν έχεις ιδέα τι
θα γίνει. Δεν ξέρεις ποιός είναι ο κακός. Είναι εξαιρετικά αγωνιώδης. Ο Ζομ
είναι ένας καταπληκτικός σκηνοθέτης κι έχει καταβάλει μεγάλη προσπάθεια και
χρόνο για αυτή την ταινία. Ξέρει εξ’ αρχής τι είναι αυτο που θέλει και πως θα
το μοντάρει και γυρίζει κατ’ αυτό τον τρόπο, δε το αφήνει στην τύχη. Είναι μετρ
της αγωνίας και του δράματος, ήταν τιμή μου να δουλέψω μαζί του».
ΤΟ ΚΑΣΤ
Ο Λίαμ Νίσον, αρχικά
ξεκίνησε την καριέρα του ως δάσκαλος, αφού αποφοίτησε από το τμήμα Φυσικής στο πανεπιστήμιο
Queen’s στο Μπέλφαστ. Το 1976, έβαλε αυτή την
καριέρα στην άκρη, κάνοντας το ντεμπούτο του στο θεατρικό σανίδι , με το The Risen People. Έπειτα από δύο χρόνια, έγινε μέλος του Εθνικού Θεάτρου της Ιρλανδίας, το
Θέατρο Abbey στο
Δουβλίνο. Το 1980, ο Τζον Μπούρμαν τον εντόπισε να παίζει στο Of Mice and Men του Τζον Στάιμπεκ, και του έδωσε το πρώτο του ρόλο για
τη μεγάλη οθόνη, στο Excalibur. Έκτοτε έχει
συμμετάσχει και πρωταγωνιστήσει
σε περισσότερες από 40 ταινίες. Υπήρξε υποψήφιος για Όσκαρ, για το ρόλο του στη «Λίστα του Σίντλερ» του Στίβεν Σπίλμπεργκ.
Η Τζούλιαν Μουρ,
αφού αποφοίτησε με Bachelor Καλών
Τεχνών, από το Πανεπιστήμιο της Βοστόνης, συμμετείχε σε διάφορες παραγωγές του
Μπρόντγουεη, συμπεριλαμβανομένου τα Serious Money και Ice Cream/Hot Fudge. Εμφανίστηκε στον
Άμλετ στο θέατρο Γκάθρι στη Μινεάπολις και συμμετείχε στο The
Father με τον Αλ Πατσίνο
και An
American
Daughter με τη Μέρυλ Στριπ.
Έκανε το ντεμπούτο της στο Μπρόντγουεη στην παραγωγή του Σαμ Μέντες The
Vertical
Hour, σε σενάριο του
Ντέιβιντ Χερ. Η Μουρ είναι το ένατο πρόσωπο στην ιστορία της Ακαδημίας, που
λαμβάνει δύο υποψηφιότητες για Όσκαρ την ίδια χρονιά, για τα Ο Παράδεισος Είναι Μακριά (FAR FROM HEAVEN) και Οι Ώρες (THE HOURS) το 2003. Έλαβε εξαιρετικές κριτικές για το Ο Παράδεισος Είναι Μακριά (FAR FROM HEAVEN), του Τοντ Χέινς, συμπεριλαμβανομένης της
Εθνικής Επιτροπής Κριτικής, των Κριτικών Κινηματογράφου
του Λος Άντζελες και άλλων. Κέρδισε το βραβείο Independent
Spirit για την ταινία αυτή, ενώ ήταν
και υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα και Screen
Actors Guild
Award στην ίδια κατηγορία. Οι Ώρες
(THE HOURS) του Στηβ Ντάλντρυ, είναι βασισμένο στο ομώνυμο
βραβευμένο με Πούλιτζερ μυθιστόρημα του Μάικλ Κάνινγχαμ, με τις Νικόλ Κίντμαν
και Μέριλ Στριπ. Ανάμεσα στις αμέτρητες μνείες που
έλαβε για την ερμηνεία της, ήταν και η υποψηφιότητα για Όσκαρ.
Η Λούπιτα Νυόνγκ’ο έκανε το ντεμπούτο της
στον κινηματογράφο, στο φθινόπωρο του 2013, στο 12 Χρόνια Σκλάβος του Στιβ ΜακΚουήν. Για την ερμηνεία της, η Νυόνγκ’ο
είναι υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα και Όσκαρ. Το Non stop, είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους
ταινία που συμμετέχει.
Η Νυόνγκ’ο,
σκηνοθέτησε, μόνταρε κι έκανε την παραγωγή του ντοκιμαντέρ In My Genes. Αποφοίτησε πρόσφατα από τη δραματική σχολή του
Γιέιλ, ενώ η εμπειρία της στο θεατρικό σανίδι περιλαμβάνει τα The Winter’s Tale , Uncle Vanya,
The Taming of the Shrew, και το Elijah.
Ο ΣΚΗΝΟΘΕΤΗΣ
Ο Ζομ Κολέ Σερά, γεννήθηκε στη Βαρκελώνη
το 1974. Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, μετακόμισε στο Λος Άντζελες για να
πάει στην κινηματογραφική σχολή της Κολούμπια. Σύντομα μετά την αποφοίτηση του,
ξεκίνησε να εργάζεται ως μοντέρ. Στη συνέχεια, άρχισε να σκηνοθετεί μουσικά βίντεο
κλιπ, διαφημίσεις για μάρκες όπως οι PlayStation, Budweiser, MasterCard, Miller Lite, Pontiac, Smirnoff Ice, Renault, Verizon και 7UP. Σύντομα τον πρόσεξε
ο παραγωγός Τζόελ Σίλβερ, που τον προσέλαβε να σκηνοθετήσει το House of Wax, το 2005.
Εκτός από σκηνοθέτης, ο Σερά είναι και παραγωγός, και μαζί με το Χουάν Σόλα,
έχουν την εταιρία παραγωγής Ombra Films.
Φιλμογραφία
Non-Stop (2014)
Mindscape (2013) (Παραγωγός)
Unknown - Ο Αγνωστος
(2011)
Orphan (2009)
Goal II: Living the Dream - Γκολ! ΙΙ: Ζώντας το Ονειρο (2007)
House of Wax - Το Σπίτι του Θανάτου (2005)