Του
Νίκου Τσούλια
Η
αποδόμηση των εργασιακών σχέσεων έγινε τα τελευταία χρόνια τόσο έντονα και
γρήγορα που τα κοινωνικά κινήματα και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις δεν
προλάβαιναν όχι απλά και μόνο να διαμορφώσουν ένα πρόγραμμα αποτελεσματικής
αντιμετώπισης αλλά ούτε καν ένα πλαίσιο θεωρητικής ανάλυσης.
Η
αποδόμηση των εργασιακών σχέσεων έγινε τα τελευταία χρόνια τόσο έντονα και
γρήγορα που τα κοινωνικά κινήματα και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις δεν
προλάβαιναν όχι απλά και μόνο να διαμορφώσουν ένα πρόγραμμα αποτελεσματικής
αντιμετώπισης αλλά ούτε καν ένα πλαίσιο θεωρητικής ανάλυσης. Ωστόσο το κύριο
ερώτημα είναι το εξής. Θα μπορούσαν τα συνδικάτα να αναχαιτίσουν αυτό τον
καταιγισμό των νεοφιλελεύθερων πολιτικών; Η απάντηση – κατά τη γνώμη μου –
είναι σαφώς αρνητική και απ’ αυτή την άποψη δεν μπορούμε να κατηγορούμε τα
κινήματα για αναποτελεσματικότητα, χωρίς να κάνουμε μια στοιχειώδη ανάλυση των
αντικειμενικών δυνατοτήτων και των υπαρκτών συσχετισμών μεταξύ κεφαλαίου /
εργοδοσίας και εργαζομένων.
Στη
χώρα μας, η γενικευμένη κρίση εμφανίζεται να κατεδαφίζει όχι μόνο τον χάρτη των
εργασιακών σχέσεων και των δικαιωμάτων – που είχαν κατακτήσει οι εργαζόμενοι με
σκληρούς αγώνες στη διάρκεια δεκαετιών και δεκαετιών – αλλά και να αίρει
ουσιαστικά και αυτή καθ’ εαυτή την έννοια και την καταστατική σύσταση του
μισθού, της σύνταξης, της ασφάλισης, της περίθαλψης. Βρισκόμαστε στο «σημείο
μηδέν».
Και
το πιο φοβερό στοιχείο είναι ότι έχει αναπτυχθεί πλέον και στη χώρα μας η
βάρβαρη αντίληψη της «ικανοποίησης και μόνο να έχεις μια κάποια δουλειά» με αντίπαλο
δέος την ακόμα πιο επώδυνη μορφή, εκείνης της ανεργίας. Είναι τόσο σκληρή η
κοινωνικά διαμορφωμένη εικόνα που η οποιαδήποτε διεκδίκηση των εργαζομένων να
μην έχει απέναντί της μόνο τις δυνάμεις του κεφαλαίου και την όποια εργοδοσία
αλλά και να συναντά την έντονη αμφισβήτηση και την απαξίωση σε κάθε αίτημα από
ευρείες δυνάμεις της κοινωνίας.
Η
συγκριτική αναφορά γίνεται πλέον όχι με το πώς θα καλυτερεύσει η όποια
επιμέρους εικόνα στους κλάδους των εργαζομένων ή στο όλο φάσμα των εργασιακών
σχέσεων αλλά με την εφιαλτική και απειλητική εικόνα της χρεοκοπίας της χώρας,
της κατάρρευσης της ελληνικής οικονομίας, της εξόδου μας από την ευρωζώνη.
Ακόμα και στην πιο θεμελιακή διεκδίκηση – π.χ. στην αύξηση του βασικού μισθού
που έχει γίνει τόσο μικρός που είναι ένα απλό επίδομα – η απάντηση από την
«άλλη πλευρά» αλλά και από κάθε λογής καλοθελητές είναι έτοιμη. «Εδώ δεν
ξέρουμε αν θα υπάρχουν αύριο μισθοί και συντάξεις και κατατίθεται πρόταση για
αύξησή τους»;
Έχει
διαμορφωθεί ένα σκηνικό βαρβαρότητας, ένα πολιτικό και κοινωνικό κλίμα
σκοταδισμού και απόλυτου Μεσαίωνα. Η διεκδίκηση ενοχοποιείται! Ο
συνδικαλιστικός αγώνας κρίνεται έως και υπονομευτικός για την οικονομία της
χώρας!! Αντί να έχουμε όλοι οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι απέναντί μας το μεγάλο
κεφάλαιο και τις κάθε λογής αποφυάδες του, ανοίγουμε «ορύγματα» και «τάφρους»
στο εσωτερικό του κόσμου της εργασίας.
Τώρα
αρχίζουν να καταλαβαίνουν τα μεγαλόσχημα στελέχη της αριστεροδεξιάς κυβέρνησής
μας ότι η συμφωνία της «20ης Φεβρουαρίου 2015» δεν ήταν απελευθέρωση από τα
Μνημόνια αλλά η συνέχισή τους και ενώ τότε πανηγύριζαν ως λαϊκοί απελευθερωτές
και ως εθνικοί δημεγέρτες, τώρα αρχίζουν να αναμασάνε τα γνωστά περί «ευθύνης
των ξένων» και της «υπονόμευσης της προοδευτικής κυβέρνησης (του εθνικιστή Π.
Καμμένου…) από το διεθνές κεφάλαιο», ωσάν να περίμεναν ότι οι «θεσμοί» (το
τραπεζικό σύστημα, οι αγορές, το Δ.Ν.Τ. κλπ) θα τους βοηθούσαν να ανατρέψουν
τον καπιταλισμό και να χορεύει το όλο καπιταλιστικό σύστημα στους ρυθμούς της
επανάστασης του ΣΥ.ΡΙΖ.Α.!
Πού
προσπαθεί να πάει το κίνημα η «απελευθερωτική» κυβέρνησή μας με την χωρίς όρια
δημαγωγία της; Και μόνο που οι συνδικαλιστικές παρατάξεις του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. βγήκαν
όχι αντίθετες αλλά υπερακόντιζαν στη μεταφορά των χρημάτων από τα Ασφαλιστικά
Ταμεία για να πληρωθεί η δόση στο Δ.Ν.Τ. καταδεικνύει την ηθική γύμνια της
δήθεν αριστερής κυβερνητικής πρότασης!
Τώρα οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου είναι «εθνικό καθήκον»,
παλιότερα ήταν «συνταγματική εκτροπή». Δηλαδή η διάβρωση του γλωσσικού μας
κώδικα καλά κρατεί…
Η
έννοια της αλληλεγγύης δεν μπορεί να είναι μια κίβδηλη εικόνα. Κάθε κλάδος
εργαζομένων δεν μπορεί να συναντά την καχυποψία απ’ όλους τους άλλους κλάδους.
Η κυβέρνηση κάνει κινήσεις τεμαχισμού των εργαζομένων. Προχώρησε σε μονομερή οικονομική παροχή στο χώρο της Δ.Ε.Η., για να
εξοφλήσει προεκλογικά γραμμάτια χυδαίας κομματικής συναλλαγής. Και για να δώσει
κάποιο «φως» στο λαϊκισμό και στη δημαγωγία της και στη ανυπαρξία ουσιαστικής
πολιτικής πανηγύριζε ξανά και ξανά –
σχεδόν η μισή κυβέρνηση (!) – στο ζήτημα της ορθής ούτως ή άλλως
επίλυσης του προβλήματος των απολυμένων. Και έτσι αντί για σεμνότητα και για
παραγωγή ουσιαστικού κυβερνητικού έργου, βλέπουμε καθημερινά ιδεολογικά
φληναφήματα και ανέξοδες θεωρητικολογίες, που απευθύνονται σε κλειστά κομματικά
ακροατήρια του τύπου των κομισάριων και σε αφελείς «υπηκόους».
Το
κοινωνικό κίνημα πρέπει να αντισταθεί ώστε να μην διαβρωθεί περαιτέρω η ενότητα
των εργαζομένων και να κυριαρχήσει η αντίληψη «ο σώζων εαυτό σωθήτω». Εδώ είναι
η μητέρα των μαχών. Γιατί αν ο συνδικαλισμός ηττηθεί ιδεολογικά στο εσωτερικό
του, τότε καμιά δύναμη δεν μπορεί να ανακόψει τη χιονοστιβάδα της πλήρους
κατεδάφισης του ιστού των εργασιακών σχέσεων. Τώρα κρίνεται ο ουσιαστικός ρόλος
του συνδικαλιστικού κινήματος: να αναπτύξει γενική δράση και όχι κλαδική και να
διαμορφώσει έναν «βασικό χάρτη αγώνα» – μακριά από μεγαλόσχημες θεωρητικές
διακηρύξεις – που θα έχει στον πυρήνα του α) την αντιμετώπιση της ανεργίας και
β) το αίτημα για αξιοπρεπή μισθό και σύνταξη και ουσιαστική ασφάλιση. Έτσι το
κίνημα θα συσπειρώσει τους εργαζόμενους και τους άνεργους και ιδιαίτερα τους
νέους και τις νέες.