"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα FEATHERSTONE K.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα FEATHERSTONE K.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΔΙΕΘΝΗ ΣΟΥΡΓΕΛΑ και ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Το πείραμα του Μπόρις Τζόνσον

Γράφει ο Κέβιν Φέδερστοουν
Καθηγητής της έδρας Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών «Ελευθέριος Βενιζέλος» και διευθυντής του Ελληνικού Παρατηρητηρίου του London School of Economics.



Προτού η Ελλάδα κινδυνεύσει να βρεθεί εκτός της Ευρωζώνης το 2015, ο Αλέξης Τσίπρας έκανε τη διάσημη κωλοτούμπα του.  


Επί του παρόντος, ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον δείχνει ελάχιστα σημάδια υποχώρησης στη φιλόδοξη ατζέντα του για το Brexit, παρότι πολλοί εικάζουν πως πρόκειται για ένα ριψοκίνδυνο στοίχημα. Αν υπάρχει μια αναλογία μεταξύ των δύο περιπτώσεων, η διαφορά έγκειται στο ότι ο Μπόρις Τζόνσον πιστεύει πως έχει πολύ ισχυρότερο χαρτί για να παίξει σε αυτό το παιχνίδι πόκερ.

Το Brexit μοιάζει με ένα από τα μεγαλύτερα πειράματα της εποχής μας. Αποτελεί πρόκληση για όλες τις πλευρές και σίγουρα θα προσφέρει στους κοινωνικούς επιστήμονες πολλή δουλειά για τα επόμενα χρόνια.  


Σχετικά με το εμπόριο, ο Τζόνσον αμφισβητεί μια ευρέως αποδεκτή ιδέα των οικονομικών: τη «θεωρία της βαρύτητας».

Αυτή αναφέρει πως τα κράτη πραγματοποιούν τις περισσότερες εμπορικές συναλλαγές με τους γείτονές τους, ενώ οτιδήποτε εμποδίζει αυτές τις συναλλαγές οδηγεί σε χαμηλότερο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης.  


Την περασμένη Τρίτη, ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι επιδιώκει μια εμπορική συμφωνία με την Ε.Ε. των «27» παρόμοια με εκείνη του Καναδά ή της Αυστραλίας. Το μοντέλο του Καναδά είναι μια βασική συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών που καλύπτει τα αγαθά, και όχι τις υπηρεσίες ή τη γεωργία. Ωστόσο, κάτι τέτοιο προϋποθέτει τελωνειακούς ελέγχους στην είσοδο των εμπορευμάτων στην Ε.Ε. Οι έλεγχοι αυτοί συνεπάγονται καθυστερήσεις και είναι δαπανηρές για τις επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε περίπλοκες αλυσίδες εφοδιασμού στην Ευρώπη. Κατ’ επέκταση, αποθαρρύνουν το εμπόριο και τις επενδύσεις.
 

Εάν η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν συμφωνήσει να υπογράψει με το Ηνωμένο Βασίλειο μια συμφωνία παρόμοια με εκείνη που έκανε με τον Καναδά  –ακριβώς επειδή το Λονδίνο θέλει να διατηρήσει το ανταγωνιστικό του πλεονέκτημα παραβιάζοντας τους κανονισμούς εργασίας, περιβάλλοντος και καταναλωτών της Ε.Ε.– τότε ο Τζόνσον λέει πως θα δεχτεί μια συμφωνία παρόμοια με αυτή της Αυστραλίας. Ας παραμερίσουμε το γεγονός ότι η Αυστραλία δεν έχει ακόμη τέτοια συμφωνία με την Ε.Ε. Η ουσία εδώ είναι ότι το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ε.Ε. θα συνάψουν απλώς μια συμφωνία βασισμένη στους ελάχιστους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Οι ίδιοι οι οικονομολόγοι της κυβέρνησης εκτιμούν πως ένα τέτοιο σενάριο θα οδηγούσε σε ύφεση μεταξύ του 6% και του 9% μέχρι το 2030. Μια συμφωνία τύπου Καναδά θα ήταν καλύτερη, σύμφωνα με τους οικονομολόγους, αλλά και πάλι αρνητική.

Και τα δύο μοντέλα μπορούν να δικαιολογηθούν μόνον αν πιστεύει κανείς πως το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να αποκομίσει αντισταθμιστικά πλεονεκτήματα αυξάνοντας το εμπόριό του με τον υπόλοιπο κόσμο, αψηφώντας τη γεωγραφία και ανατρέποντας τη «θεωρία της βαρύτητας». Οι επικριτές υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει μεγάλη δυνατότητα για το Ηνωμένο Βασίλειο να κερδίσει περισσότερα από συναλλαγές με χώρες όπως η Αυστραλία – είναι πολύ μικρές και βρίσκονται πολύ μακριά.

Ωστόσο, ένας αβέβαιος παράγοντας είναι ο πρόεδρος Τραμπ. Υπόσχεται στο Ηνωμένο Βασίλειο τη μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία στην ιστορία. 


Το Ηνωμένο Βασίλειο ενδέχεται επίσης να υπογράψει μια συμφωνία με την Κίνα.  


Το στρατηγικό ερώτημα τότε αλλάζει: τι θα συμβεί αν το σχέδιο του Μπόρις Τζόνσον λειτουργήσει και η χώρα αναπτυχθεί ταχύτερα από ό,τι προβλέπεται; 


Η οικονομική θεωρία πρέπει να αναθεωρηθεί, και στον πρακτικό κόσμο της πολιτικής, η Ε.Ε. και οι άλλες χώρες θα πρέπει να προσαρμοστούν.

Το δεύτερο μέρος του πειράματος του Τζόνσον αφορά την ίδια τη διαδικασία διαπραγμάτευσης: μπορεί το Ηνωμένο Βασίλειο να είναι ο «Δαβίδ» απέναντι στον «Γολιάθ» της Ε.Ε.;  


Με οποιοδήποτε αντικειμενικό κριτήριο, πρόκειται για δύο άνισους παίκτες. Οι θεωρίες της διαπραγμάτευσης λένε ότι η ασθενέστερη πλευρά πρέπει να επιδιώκει μια ήπια στρατηγική, προσπαθώντας να κερδίσει την άλλη πλευρά. Ο Βρετανός πρωθυπουργός το έχει ανατρέψει τελείως αυτό, υιοθετώντας μια επιθετική στάση α λα Βαρουφάκη, πιστεύοντας ότι αυτό είναι πιο αποτελεσματικό. Το Λονδίνο πιστεύει ότι η Ε.Ε. των «27» θα είναι διαιρεμένη στον τρόπο ανταπόκρισης, επειδή τα κέρδη και οι ζημίες διαφέρουν αρκετά από χώρα σε χώρα. Ωστόσο, μέχρι στιγμής, τίποτα δεν ενώνει την Ε.Ε. περισσότερο από το Brexit. Η ενότητα της Ευρώπης στις διαπραγματεύσεις ξεπερνά τις προσδοκίες.
 

Η τρίτη μεγάλη πτυχή του στοιχήματος του Μπόρις Τζόνσον είναι ο ισχυρισμός του ότι μπορεί να επανενώσει την ίδια τη χώρα. Στις εκλογές, υποσχέθηκε να προχωρήσει πέρα από το Brexit και να διορθώσει τα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει η κοινωνία. Προτίθεται να επενδύσει περισσότερο στο βρετανικό εθνικό σύστημα υγείας και στις οικονομικά μειονεκτούσες περιοχές της βόρειας Αγγλίας. Λες και η Ρώμη έλυσε ξαφνικά τα προβλήματα του ιταλικού Νότου. Εάν ωστόσο είναι επιτυχής, θα εδραιώσει την εκλογική του νίκη επανασχεδιάζοντας τον πολιτικό χάρτη της χώρας και κερδίζοντας υποστήριξη σε περιοχές που προηγουμένως ψήφιζαν τους Εργατικούς. Κάτι τέτοιο θα αποτελούσε ουσιαστική νίκη μιας νέας λαϊκιστικής πολιτικής, έναν επαναπροσδιορισμό της παράταξής του και των ιδεωδών που πρεσβεύει.

Αυτά είναι τρία μεγάλα ρίσκα, και όλα αμφισβητούν τις επικρατούσες αντιλήψεις.  


Η πιθανότητα είναι ότι...

ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΡΟΥΣΦΕΤΟΣΟΥΡΓΕΛΑΡΟΠΛΗΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Φοβού τους ειδικούς και γνώσεις φέροντας

Καθηγητής Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών στην έδρα «Ελευθέριος Βενιζέλος» στο London School of Economics.


Π​​οιος είναι ο δημόσιος ρόλος της εξειδικευμένης γνώσης στην Ελλάδα;  


Πότε πρέπει να τη συμβουλεύονται οι κυβερνήσεις;  


Κανείς δεν περιμένει από μια σύγχρονη κοινωνία να μιμηθεί την Πολιτεία του Πλάτωνα, αλλά το παραπάνω ερώτημα βρίσκεται στη βάση εκτεταμένων θεσμικών προβλημάτων και αναμφισβήτητα κρατάει τη χώρα πίσω. Το brain drain από την Ελλάδα προς το εξωτερικό δεν έχει συντελεστεί μόνο ένεκα υλικών κινήτρων, αλλά και εξαιτίας αυτού που έχει εκληφθεί ως ένδεια ευκαιριών στο εσωτερικό της χώρας.


Η Ελλάδα προσπαθεί εδώ και δεκαετίες να δημιουργήσει το κατάλληλο πλαίσιο προκειμένου να αποκτήσει οικεία τεχνοκρατική γνώση. Η μικροπολιτική, όμως, βρίσκεται παντού και έχει ενταθεί εξαιτίας περιοδικών ολισθημάτων προς τον λαϊκισμό. Η αντίληψη των διαφορών μεταξύ της κομματικής πίστης και της επιστημονικής γνώσης είναι αμυδρή. Οι πολιτικοί ανέρχονται στην εξουσία προκειμένου να απαιτήσουν αφοσίωση και να διαμοιράσουν τα οφέλη που απορρέουν από το αξίωμα. Η αφοσίωση στην πολιτική φυλή θεωρείται το πλέον σημαντικό χαρακτηριστικό. Ως εκ τούτου, αν οι ειδικοί δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας. Η έννοια της ανεξαρτησίας είναι ανάθεμα.


Μέσα σε αυτό το καμίνι εισέρχονται πρόσωπα κύρους και καλών προθέσεων. Υπάρχει μία ολόκληρη πομπή τέτοιων τραγικών περιπτώσεων. Οπως αυτή του Ανδρέα Γεωργίου, πρώην προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ, που έχει υποστεί επανειλημμένες πολιτικές επιθέσεις και διώξεις, οι οποίες έχουν αφήσει του ξένους παρατηρητές και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς εμβρόντητους.


Πιο πρόσφατα, είχαμε την παραίτηση του καθηγητή Σταμάτη Κριμιζή, ενός από τους πιο διαπρεπείς Ελληνες ακαδημαϊκούς. Είναι ακριβώς το είδος του «επαΐοντος» που μπορεί να βοηθήσει τη χώρα να προοδεύσει. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα από μια επιτυχημένη καριέρα στις ΗΠΑ, ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα να τεθεί επικεφαλής του νέου Ελληνικού Διαστημικού Οργανισμού. Τα κίνητρά του ήταν πατριωτικά, αγνά και ειλικρινή. Παραιτήθηκε, όμως, έπειτα από μόλις τέσσερις βδομάδες. Ο λόγος ήταν ότι η νέα υπηρεσία δεν θα ήταν σε καμία περίπτωση ανεξάρτητη. Ο αρμόδιος υπουργός Νίκος Παππάς την ενέταξε υπό την πολιτικό έλεγχο του γ.γ. Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων. Σαν να μην αρκούσε η παραίτηση Κριμιζή, ο διάδοχος του, Χριστόδουλος Πρωτοπαπάς, όχι μόνο δεν διαθέτει καμία εξειδίκευση στον συγκεκριμένο τομέα, αλλά έχει και ορισμένες πολύ παράξενες απόψεις σχετικά με την επιστήμη και τον ρόλο του Αγίου Πορφύριου στην προώθηση της τεχνολογικής καινοτομίας. Τα σχετικά γραπτά του είναι προσβάσιμα σε όλους στο Διαδίκτυο. Σύμφωνα με αυτά, ο Αγιος μπορούσε να σταματήσει τον ίδιο τον χρόνο. Δυστυχώς, αντιστοίχως, ο ίδιος ο Πρωτοπαπάς θα μπορούσε ίσως να καθυστερήσει την τεχνολογική πρόοδο στην Ελλάδα. H ζημία για τη φήμη της χώρας στο εξωτερικό –στην πραγματικότητά, η γελοιοποίηση της– δεν πρέπει να αγνοηθεί.


Είχα την τιμή να υπηρετήσω υπό τον Κριμιζή στο Εθνικό Συμβούλιο για την Ερευνα και την Τεχνολογία πριν από μερικά χρόνια. Ως επικεφαλής καθοδήγησε επιδέξια το Συμβούλιο προς μία νέα εποχή διαφάνειας και ουσιαστικής αρωγής της έρευνας στην Ελλάδα. Mπόρεσε να το πράξει αυτό εξαιτίας της Αννας Διαμαντοπούλου, η οποία ανήκει στο σπάνιο είδος πολιτικών που έχουν το θάρρος να χαράσσουν όρια και να διαχέουν αρμοδιότητες. Δυστυχώς, αυτές οι προσπάθειες σταμάτησαν με τις παρεμβάσεις της κυβέρνησης Σαμαρά.


Ο κατάλογος των περιπτώσεων καταδεικνύει ότι το πρόβλημα δεν περιορίζεται στην σημερινή κυβέρνηση. Οι υπουργοί προτιμούν διαχρονικά να λαμβάνουν μεμονωμένες συμβουλές για λόγους ελέγχου. Κατά συνέπεια, η ροή της γνώσης είναι ασυνεχής και οι δυνατότητες των θεσμών περιθωριοποιούνται. Το αποτέλεσμα είναι η ποιότητα των παραγόμενων πολιτικών να πάσχει.


Η συγκεκριμένη προσέγγιση των πολιτικών προς τους ακαδημαϊκούς ενισχύεται και διαιωνίζεται εξαιτίας του τρόπου που οι τελευταίοι διοικούν τα πανεπιστήμια. Πολλοί από αυτούς παίζουν τα ίδια παιχνίδια με τους πολιτικούς, δίνοντας προτεραιότητα στις πολιτικές σκοπιμότητες παρά στην αξιοκρατία.


Το αποτέλεσμα είναι...

ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ - Μ. ΒΡΕΤΑΝΙΑ: Από την διπλωματία των στρατιωτικών επεμβάσεων στην διπλωματία του «ποιος ξέρει;»

Kαθηγητή της έδρας Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών «Ελευθέριος Βενιζέλος» στο London School of Economics και διευθυντή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου.


Τα τελευταία χρόνια, η εξωτερική πολιτική της Βρετανίας ήταν εύκολα κατανοητή για τον έξω κόσμο. Από τον πρώτο πόλεμο του Ιράκ και μετά, το Λονδίνο υποστήριζε τις ανά τον κόσμο στρατιωτικές επεμβάσεις της Ουάσιγκτον. Ως πρωθυπουργός, ο Τόνι Μπλερ πραγματοποίησε ομιλία στις ΗΠΑ στην οποία εξήγησε τη φιλοσοφία του φιλελεύθερου επεμβατισμού. Η χρήση βίας απέκτησε ηθική νομιμοποίηση, ενώ είχε το πρόσθετο πλεονέκτημα τού να ενισχύσει την «ειδική σχέση» της Βρετανίας με την Αμερική.

Φυσικά ήταν πολύ εύκολο να λοιδωρήσει κανείς αυτή τη ρητορική. Αλλά το να παρεμποδιστεί η κατάκτηση του Κουβέιτ από τον Σαντάμ Χουσεΐν ή να μπει φρένο στον Μιλόσεβιτς και στη γενοκτονία στα Βαλκάνια ήταν ηθικά νομιμοποιημένο, σύμφωνα με τα περισσότερα διεθνή πρότυπα. Το τεράστιο λάθος ήταν ο δεύτερος πόλεμος του Ιράκ. Κανείς δεν πρέπει να υπερασπίζεται το καθεστώς του Σαντάμ και ο κόσμος είναι καλύτερος χωρίς αυτόν. Αλλά τα επιχειρήματα που χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογήσουν τη στρατιωτική επίθεση κατά της Βαγδάτης αποδείχθηκαν απάτη.

Η κληρονομιά του Μπλερ αιωρείτο πάνω από τη Βουλή των Κοινοτήτων , στη συζήτηση για την ανάληψη στρατιωτικής δράσης στη Συρία, ως απάντηση στην επίθεση με χημικά όπλα που φαίνεται ότι εξαπολύθηκε στα προάστια της Δαμασκού. Πριν από τη συζήτηση ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ήταν η ισχυρότερη φωνή υπέρ της ανάληψης στρατιωτικής δράσης εναντίον του Μπασάρ αλ Ασαντ, ενώ φαίνεται ότι είχε έρθει σε συμφωνία με τον Μπαράκ Ομπάμα και τον Φρανσουά Ολάντ. Το ένστικτό του ήταν να κινηθεί γρήγορα, πριν από την έκθεση των επιθεωρητών του ΟΗΕ. Ο Κάμερον φάνηκε να επαναλαμβάνει κάποια από τα λάθη του Μπλερ στο Ιράκ.

Η Βουλή των Κοινοτήτων απέρριψε τόσο την πρόταση του κυβερνητικού συνασπισμού, όσο και των αντιπολιτευόμενων Εργατικών - αμφότερες υπέρ της επέμβασης υπό όρους. Οι ομιλίες των αρχηγών και των δύο κομμάτων θεωρήθηκαν μέτριες. Η Βουλή έπεσε σε μια μαύρη τρύπα. Θα ήταν πιθανό να συγκεντρωθεί πλειοψηφία σε μελλοντική ψηφοφορία, αν μεσολαβούσαν και άλλες αποκρουστικές εικόνες. Αλλά ο Κάμερον απάντησε στην ψηφοφορία μάλλον με υπερβολική ταχύτητα, λέγοντας ότι η Βρετανία δεν θα λάβει μέρος σε στρατιωτική δράση. Οι στρατιωτικές βάσεις της Βρετανίας στην Κύπρο μπορούν να συνεχίσουν τον κανονικό ρόλο τους ως χώροι αναψυχής.  

Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας είναι προφανές. Είναι αυτό που οι ειδικοί ονομάζουν «ποιος ξέρει;». 

Ποια είναι η νέα φιλοσοφία της βρετανικής εξωτερικής πολιτικής; Είναι υπέρ στρατιωτικών επεμβάσεων, ώστε να υποχρεώνουμε τους δικτάτορες να υπακούουν στα ελάχιστα ηθικά πρότυπα ή όχι;  

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Η ΕΡΤ μας λέει όσα χρειάζεται να γνωρίζουμε

Kαθηγητή της έδρας Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών - «Ελευθέριος Βενιζέλος» στο London School of Economics και διευθυντή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου.
 
Η δραματική απόφαση  να κλείσει η ΕΡΤ απαντά ένα ερώτημα το οποίο οι πολιτικοί αρχηγοί της Ελλάδας -κυβερνητικοί και εξωκυβερνητικοί- δεν επιθυμούσαν να αντιμετωπίσουν εδώ και μία γενιά. 

Σε ένα πρώτο επίπεδο, η κίνηση έχει πολιτικό χαρακτήρα: ήταν μια απρόσμενη, μονομερής χειρονομία με στόχο τον εντυπωσιασμό της τρόικας, αφού η πώληση της ΔΕΠΑ κατέληξε σε αποτυχία. Η «θρασύτητα» αυτής της επιλογής προκάλεσε τις αναμενόμενες διαμαρτυρίες – οι επιθέσεις στα ΜΜΕ γίνονται πάντοτε πρωτοσέλιδα σε όλον τον κόσμο.  

Αλλά οι εν λόγω διαμαρτυρίες είναι δικαιολογημένες ώς ένα σημείο, σε ό,τι αφορά αυτή την ανακοίνωση που προκάλεσε «σοκ και δέος»: έγινε χωρίς την κατάλληλη διαβούλευση, χωρίς την έγκριση της Βουλής και χωρίς ένα ολοκληρωμένο σχέδιο.

Υπάρχει, επίσης, μια δικαιολογημένη ανησυχία εξαιτίας αυτής της πρωτοβουλίας σχετικά με τη δημοκρατία και τη σημασία του δημόσιου ραδιοτηλεοπτικού τομέα. Είναι αλήθεια πως η ΕΡΤ, σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, δεν διατήρησε υψηλά επίπεδα πολιτικής ανεξαρτησίας, αν και κράτησε κάποια ποιότητα στο πρόγραμμά της. Διαδοχικές κυβερνήσεις τη στελέχωσαν με τους πιστούς υποστηρικτές τους. Θυμάμαι χαρακτηριστικά στη δεκαετία του 1980 τους παρουσιαστές του δελτίου της ΕΡΤ να παλεύουν να διαβάσουν το κείμενο από τον τηλε-υποβολέα, ο οποίος στην Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε χρόνια αργότερα από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι παρουσιαστές έμοιαζαν αποσβολωμένοι, σαν να μην τους επιτρεπόταν πλέον να βλεφαρίσουν, και ο τηλεθεατής δεν ήξερε τι άλλο θα μπορούσαν να πουν αυτά τα «ρομπότ».

Αλλά μια οικονομία της αγοράς, χωρίς δημόσια τηλεόραση, διακινδυνεύει να αντιμετωπίσει τη διαστρέβλωση του δημοσίου διαλόγου και την υπονόμευση του δημοσίου συμφέροντος. Τελικά, το επιχείρημα για την ΕΡΤ είναι ίδιο με αυτό για το BBC, ανεξάρτητα από τη διαφορά τους σε ποιότητα. Κάποια ελληνικά ιδιωτικά κανάλια σήμερα δύσκολα δημιουργούν τη βεβαιότητα ότι δεν θα επιδιώξουν τη «φθηνή», εντυπωσιακή δημοσιογραφία, ακόμα και δίχως να έχουν βλέψεις συμφέροντος ή εξυπηρέτησης της πολιτικής των εταιρειών τους.

Ανακύπτει, ωστόσο, ένα μεγαλύτερο και βαθύτερο ζήτημα στην κίνηση αυτή εναντίον της ΕΡΤ. Είναι ένα θέμα που οι πολιτικοί όλου του ιδεολογικού φάσματος πρέπει να προσέξουν. Αναγνωρίζοντας ότι το κράτος πρέπει να αποτελεί τον κύριο χρηματοδότη των σημαντικών δημόσιων υπηρεσιών, πώς πρέπει να τις διαχειριστεί όταν γίνουν δυσλειτουργικές;  

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Ποιος θα γινόταν άραγε βασιλιάς;

"Φιλικό" μεν προς κάποιους ΑΡΧΙΑΝΙΚΑΝΟΥΣ πολιτικους, λέει όμως αλήθειες για τις "λευκές περιστερες" που τους ψήφιζαν...

Tου Kevin Featherstone
Διευθυντή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου (Hellenic Observatory) στο London School of Economics.

​​Ενα από τα λιγότερο ελκυστικά και περισσότερο νοσηρά χαρακτηριστικά της Ελλάδας είναι η δαιμονοποίηση των πολιτικών που θεωρήθηκαν αποτυχημένοι. Διακρίνει κανείς το πρόσωπο μιας κοινωνίας που ποθεί την αποπλάνηση από τους λαϊκιστές και αγκαλιάζει περιπαθώς συνθήματα εκδίκησης εναντίον ανθρώπων οι οποίοι, μόλις χθες, εθεωρούντο σχεδόν ήρωες. Κατ’ αυτό τον τρόπο βέβαια καταφέρνουμε να εκτρέψουμε την ενοχή σε μεμονωμένα πρόσωπα, απαλλάσσοντας τους εαυτούς μας: «εμείς» είμαστε αθώοι, δεν είναι ανάγκη να αλλάξουμε. 

Αυτή η δεξαμενή του λαϊκισμού ωφελεί την ανεύθυνη δημοσιογραφία. Είναι κι αυτό ένα είδος τιμήματος στη φιλελευθεροποίηση. Πάνε πια οι ημέρες του κρατικού μονοπωλίου της ΕΡΤ και του κομματικού ελέγχου στην ενημέρωση. Εν μέσω του ορυμαγδού που ξεσηκώνει ο πόλεμος εναντίον μιας αποτυχημένης πολιτικής τάξης, το εθνικό συμφέρον θα εξυπηρετούνταν καλύτερα αν μελετούσαμε πώς αυτή η μερίδα των μέσων ενημέρωσης συνέβαλε στην κρίση και εξακολουθεί να εμποδίζει την υπέρβασή της. Από επαγγελματική άποψη, πρόκειται απλώς για οκνηρία - υποκύπτουν στα πιο φτηνά ένστικτα, αντί να εμπλέκονται στη συστηματική έρευνα.

Παραδόξως, το «σύστημα» σπανίως παρουσιάστηκε ικανό να τιμωρήσει τους αποδεδειγμένα διεφθαρμένους. Το σκάνδαλο Siemens και η υπόθεση Βατοπεδίου έρχονται εύκολα στο μυαλό, αλλά ο κατάλογος των ενόχων που απέχουν από το χέρι του νόμου είναι μακρύς. Η ατιμωρησία αλλοτινών εποχών έχει χάσει έδαφος και μια σειρά ερευνών και ανακρίσεων έχουν ξεκινήσει εις βάρος πρώην υπουργού. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι σαφές κατά πόσο η ελληνική κοινωνία επιθυμούσε κατά το παρελθόν ή επιθυμεί ακόμη και σήμερα τη γνήσια και πλήρη κάθαρση του «συστήματος». Προτιμά να λιθοβολεί -συχνά, στην κυριολεξία πλέον- από το να προσανατολίζεται προς μια πιο ανοιχτή κοινωνία στην οποία να συμμετέχει και το ανώνυμο πλήθος. Επιτέλους, το ρουσφέτι είναι ομαδικό άθλημα και οι πελατειακές σχέσεις δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς πρόθυμους εταίρους. Το «μαζί τα φάγαμε» του Πάγκαλου πλησίασε πολύ την πραγματικότητα.

Υπό αυτό το πρίσμα, η εκτόξευση λάσπης εναντίον απαξιωμένων πολιτικών εξυπηρετεί μια κοινωνική σκοπιμότητα: προσφέρει διέξοδο στην απογοήτευση, χωρίς το κόστος της αυτοκριτικής. 


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Γιατί αποτυγχάνει?

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Του Kevin Featherstone
Καθηγητή στο τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών στο LSE 

Στο πρόσφατο βιβλίο τους, με τίτλο «Γιατί αποτυγχάνουν τα κράτη», ο Νταρόν Ατζέμογλου και ο Τζέιμς Ρόμπινσον εγκαινιάζουν ένα διάλογο, ο οποίος εξακολουθεί να προκαλεί κατάπληξη. Πρόκειται για ένα τεράστιο ιστορικό έργο, το οποίο αναλύει περιπτώσεις από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μέχρι τη Σοβιετική Ενωση. Κατά παράδοξο τρόπο, οι συγγραφείς δεν αναφέρονται καθόλου ούτε στην αρχαία ούτε στη σύγχρονη Ελλάδα. Ωστόσο, η επιχειρηματολογία τους έχει οπωσδήποτε σχέση με τη σημερινή οικονομική κρίση.

Η βασική τους πρόταση είναι ότι υπάρχει ένας καθοριστικός παράγων επιτυχίας ή αποτυχίας, ο οποίος είναι ανθεκτικός ανά τους αιώνες. Ο παράγων αυτός είναι η φύση των θεσμών που δημιουργεί ένα κράτος. 

Με τον όρο «θεσμοί», οι συγγραφείς στην πραγματικότητα εννοούν «κανόνες». Τους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία των κυβερνήσεων, τους κανόνες, βάσει των οποίων οι πολιτικοί λογοδοτούν στον λαό, τους κανόνες της αγοράς και τα κίνητρα που δίδονται στους πολίτες για να ευημερήσουν, να καινοτομήσουν και να εκπαιδευτούν. Οταν αυτοί οι κανόνες συνδυάζονται για να προωθήσουν την κοινωνική ενσωμάτωση –ή να αποτυπώσουν έναν κοινό στόχο–, η επιτυχία είναι πιθανότερο να συμβεί.

Από ιδεολογικής πλευράς, οι κανόνες αυτοί ευνοούν τη δημοκρατία, την ελεύθερη αγορά και την κοινωνική αλληλεγγύη. Αυτοί οι κανόνες είναι πολύ πιο σημαντικοί από τη γεωγραφία, τον πολιτισμό, το κλίμα ή την πιθανότητα ασθένειας.

Υπάρχουν συνεπώς και καλά και κακά νέα για την Ελλάδα. 

Δεν είναι στο DNA της Ελλάδας, στο εθνικό της DNA, να αποτυγχάνει. Μπορούμε, για παράδειγμα, να σκεφτούμε περιπτώσεις Ελλήνων που ευημέρησαν σε διαφορετικό οικονομικό σύστημα.  

Ούτε η Ελλάδα δεν τα καταφέρνει, επειδή βρίσκεται στη λάθος θέση.  

Ούτε είναι το κλίμα της που ανακόπτει την ανάπτυξη και την καινοτομία. 

Τα κακά νέα είναι ότι η Ελλάδα έχει μείνει πίσω όχι εξαιτίας ενός συγκεκριμένου ηγέτη ή ενός συγκεκριμένου κόμματος. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κανείς δεν επιρρίπτει ευθύνες με ευκολία. Τα πράγματα είναι πιο σύνθετα: για να προοδεύσει η Ελλάδα, θα πρέπει να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις των θεσμών της. Και οι μεταρρυθμίσεις αυτές δεν θα πρέπει να αφορούν σε μεμονωμένους θεσμούς, αλλά στο σύνολο των θεσμών.

Το γεγονός αυτό δεν προκαλεί κατάπληξη στους περισσότερους. Αναφερόμαστε στο οικονομικό μοντέλο της Γερμανίας ή στο κοινωνικό μοντέλο της Δανίας. Κανείς όμως δεν αναφέρεται στο «μοντέλο της Ελλάδας», ούτε στο οικονομικό ούτε το κοινωνικό. Δεν είναι ένα οικοδόμημα που μπορεί εύκολα να ανεγερθεί και κανείς δεν θεωρεί ότι μπορεί να το έχει δημιουργήσει. Σειρά ηγετών στην Ελλάδα υποσχέθηκαν ότι θα προχωρήσουν σε γενναίες μεταρρυθμίσεις όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας του κράτους και στο πώς αυτό συνδέεται με τον πολίτη και την οικονομία. Ολοι απέτυχαν, ελάχιστοι είχαν ένα μικρό αντίκτυπο. Το σύστημα μοιάζει με έναν εκτός ελέγχου Λεβιάθαν. Πώς αλλιώς μπορείς να ερμηνεύσεις τις ιδιαιτερότητες των προνομιακών «κλειστών επαγγελμάτων», τις τεράστιες καθυστερήσεις στη δράση της διοίκησης που οφείλονται στην αναμονή για την υπογραφή του υπουργού, ή το ποσοστό «ευκολίας για τις επιχειρήσεις», που κάνει την Παγκόσμια Τράπεζα να πιστεύει ότι τη χώρα χτύπησε διάττων αστέρας; Στη σύγχρονη ιστορία της, η Ελλάδα σημείωσε σημαντικά επιτεύγματα, όμως οι σημερινοί της θεσμοί είναι εφιάλτης.

Ο Νίκος Μουζέλης και ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς έχουν γράψει αναλυτικά για το πώς έχουν προκύψει αυτές οι ιδιαιτερότητες: μια ελίτ που εξαρτιόταν από μεταπρατικά κεφάλαια, δημιούργησε ένα σύστημα που δεν κατάφερε να περάσει τη δοκιμασία των Ατζέμογλου και Ρόμπινσον. Το σύστημα αυτό στρέβλωσε την οικονομία, δεν ευνοούσε την κοινωνική ενσωμάτωση και συντηρούσε την αναποτελεσματικότητα στον τρόπο λειτουργίας του κράτους. Προσθέστε σε αυτό και τον κατά καιρούς διαλυτικό ρόλο του Στέμματος και του Στρατού και έχετε ένα σύστημα που ξεστράτισε ακόμη περισσότερο.

Απαιτούμε αδράνεια!

Του Kevin Featherstone 
Καθηγητή Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών και επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου στο London School of Economics.

Η μοίρα της Ελλάδας βρίσκεται εγκλωβισμένη μεταξύ των άγαρμπων χειρισμών της τρόικας και της αδράνειας των Ελλήνων πολιτικών, που υποστηρίζουν ότι θα σώσουν τη χώρα. Με μνηστήρες σαν κι αυτούς, η θεά Αθηνά δεν κινδυνεύει να χάσει την παρθενιά της.

Η «Κοινή Διακήρυξη» της κυβέρνησης, κείμενο που προήλθε μέσα από την προσεκτική διαπραγμάτευση τριών κομμάτων με ορίζοντα εξουσίας τεσσάρων ετών, εμπεριέχει σε τέσσερις λέξεις την κυβερνητική πολιτική: «Οχι απολύσεις στο Δημόσιο»

Η απόφαση αυτή δεν αναλύεται περαιτέρω, ούτε αιτιολογείται με άλλον τρόπο. Πρόκειται για μία τολμηρή, καθησυχαστική δήλωση, που θα μπορούσε να ανήκει στον κυβερνήτη του Τιτανικού, την ώρα που καθησύχαζε τους επιβάτες του, λέγοντας ότι όλα θα πάνε καλά.

Η νέα αυτή δέσμευση αντιβαίνει σε όλα όσα η Ελλάδα έχει δεσμευθεί, σύμφωνα με τα δύο μνημόνια. 

Στο Μνημόνιο του 2010, η Ελλάδα δεσμεύθηκε να εξετάσει την «ενίσχυση της αποτελεσματικότητας» και να συνεργασθεί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή «για την εκπόνηση ανεξάρτητης μελέτης της δημόσιας διοίκησης και της κεντρικής κυβέρνησης». Η Ελλάδα επρόκειτο να συνεργασθεί με Γάλλους αξιωματούχους, προς την κατεύθυνση της διοικητικής μεταρρύθμισης. Εκθεση του ΟΟΣΑ για τις επιδόσεις της κεντρικής διοίκησης δημοσιεύθηκε τον περασμένο Νοέμβριο, για να αποκαλύψει τα ενδημικά προβλήματα της κρατικής γραφειοκρατίας. Μόλις τον περασμένο Ιανουάριο, ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Δημήτρης Ρέππας, εξέδωσε τη «Λευκή Βίβλο της Διακυβέρνησης». Σε αυτή περιγράφεται η μέθοδος επίτευξης καλύτερα συντονισμένου, μικρότερου και πιο αποτελεσματικού «εκτελεστικού κράτους». Σήμερα, η Ομάδα Εργασίας της Ε.Ε. συνεργάζεται με τα ελληνικά υπουργεία, σε μία προσπάθεια ενίσχυσης των δυνατοτήτων και της αποτελεσματικότητάς τους. Πριν από το τέλος του 2012, κάθε ένα από τα υπουργεία πρόκειται να κριθεί «σε μία προσπάθεια βελτίωσης της αποτελεσματικότητας, ενίσχυσης της ικανότητας αξιολόγησης των στόχων και αποσαφήνισης των διαδικασιών λήψης αποφάσεων». Μόλις αυτή την εβδομάδα, ο διάδοχος του κ. Ρέππα, ο κ. Αντώνης Μανιτάκης, πήγε στις Βρυξέλλες και τόνισε ότι η ταχεία αναδιοργάνωση του δημόσιου τομέα και της δημόσιας διοίκησης αποτελούν πρώτη προτεραιότητα του υπουργείου του. Αυτές είναι έξοχες κουβέντες.

Ποιος θα μπορούσε -άραγε- να διαφωνήσει με τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα;  

Σίγουρα όχι οι πολίτες που περιμένουν ατελείωτες ώρες στις ουρές, ούτε οι ίδιοι οι δημόσιοι υπάλληλοι, απογοητευμένοι από την αναποτελεσματικότητα που τους περιβάλλει, ούτε καν οι πολιτικοί, αντιμέτωποι με την αδυναμία του Δημοσίου να πραγματοποιήσει τα σχέδιά τους. Τα πράγματα, όμως, δεν είναι ακριβώς έτσι.

Η αποδοχή των δυσλειτουργιών και οι υποσχέσεις που δόθηκαν στις Βρυξέλλες, ενώ την ίδια στιγμή ανακοινώνονται δεσμεύσεις για «ούτε μία απώλεια θέσης εργασίας στο Δημόσιο», αποτελεί απόλυτη αντίφαση. Πρόκειται στην πραγματικότητα για έκκληση αδράνειας: θέλουμε να συνεχίσουμε, λες και δεν συνέβαινε τίποτα. Αν οι προηγούμενες κυβερνήσεις έφεραν την Ελλάδα στην παρούσα τραγική οικονομική κατάσταση, ποιος φέρει την ευθύνη: οι 30 περίπου πρωτοκλασάτοι υπουργοί μόνο ή επίσης το σύστημα, το οποίο διαχειρίσθηκαν;

Η έλλειψη ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και οι ελλείψεις των προηγούμενων κυβερνήσεων οφείλονται εν πολλοίς στη χρήση της δημόσιας διοίκησης και του ευρύτερου δημόσιου τομέα, ως υποκατάστατο στην έλλειψη κράτους πρόνοιας, στην υπηρεσία της διαδεδομένης κουλτούρας πελατειακών σχέσεων. Η κρυφή ανεργία του δημόσιου τομέα έπληξε ανέκαθεν το κρατικό έργο και αποτελεί εμπόδιο στην ένταξη της Ελλάδας στο σύγχρονο διεθνές στερέωμα.

Θέλω, ωστόσο, να ξεκαθαρίσω κάτι άλλο: την ανοησία της κοινής δήλωσης της κυβέρνησης ανταγωνίζεται επάξια σε ωμότητα η τρόικα, επιμένοντας σε οριζόντιες μειώσεις 15.000 θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα κάθε χρόνο για τα επόμενα δέκα χρόνια. Ο στόχος των 150.000 είναι εξίσου εσφαλμένος, όσο και ο στόχος των μηδενικών απολύσεων. Κανένας από τους δύο δεν επιτρέπει την ενημερωμένη και προσεκτική διανομή ικανοτήτων, εκεί όπου απαιτούνται. Ο στόχος των 150.000 απομακρύνσεων προέρχεται από μυωπικό δημοσιονομικό σχέδιο, ενώ ο στόχος των μηδενικών απολύσεων εκπονήθηκε από λαϊκίστικους και αποφασισμένους να εξευμενίσουν τα συνδικάτα, κύκλους. Και οι δύο στόχοι είναι εντέλει αυτοκαταστροφικοί: δεν κάνουν ΤΙΠΟΤΑ για να ενθαρρύνουν την επιλογή και να θέσουν σωστές προτεραιότητες: δηλαδή, ποιο πρότυπο χρειάζεται η Ελλάδα;

O Ελληνικός λαός ΔΕΝ ψήφισε Αρμαγεδδώνα!

Καθηγητή Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών και επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου στο London School of Economics.

Μήπως κάπως έτσι μοιάζει το ξεκίνημα του Αρμαγεδδώνα; Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, 21 νεοφασίστες ετοιμάζονταν να καθήσουν στα έδρανα της ελληνικής Βουλής, φορώντας στρατιωτικούς μπερέδες και ορκιζόμενοι πίστη στον αρχηγό. Μπορεί μέσα στη Βουλή να ξεσπάσουν συμπλοκές. Ο ηγέτης των Ανεξάρτητων Ελλήνων μιλάει ανοιχτά για κρέμασμα εκλεγμένων πολιτικών. Οι ηγέτες των παλαιών κομμάτων υποχωρούν και αφήνουν ένα κόμμα που συγκέντρωσε μόλις 17% των ψήφων να ισχυρίζεται ότι κέρδισε τις εκλογές. Μικρά κεντρώα κόμματα πάλεψαν, διατήρησαν την ανεξαρτησία τους, αλλά τελικώς απέτυχαν.

Ο ξένος Τύπος νομίζει ότι η Ελλάδα τρελάθηκε. Αλλά ας είμαστε σαφείς. Την περασμένη Κυριακή οι ψηφοφόροι θέλησαν να τιμωρήσουν τους πολιτικούς. Διαμαρτυρήθηκαν για να κλονίσουν το σύστημα και κάποιοι ήθελαν να σοκάρουν, ψηφίζοντας κόμματα εκτός των συνηθισμένων. Τη Χρυσή Αυγή, τους Ανεξάρτητους Ελληνες και ναι, τον ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που έκανε ό,τι μπορούσε για να αγκαλιάσει τις διαδηλώσεις. Πιστεύει όμως κανείς σοβαρά ότι η Ελλάδα έκανε μια αποφασιστική στροφή προς τον φασισμό, την ξενοφοβία και τις οικονομικές θεωρίες του τύπου «η γη είναι επίπεδη»; 

Η Ελλάδα δεν ψήφισε αλλαγή καθεστώτος.

Οι δημοσκοπήσεις μάς πληροφορούν τι θέλει ο κόσμος. Κατ’ επανάληψη οι δημοσκοπήσεις διαπιστώνουν ότι οι Ελληνες θέλουν να μείνουν στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στο ευρώ. Την Κυριακή διαμαρτυρήθηκαν για τα βάσανα του Μνημονίου, αλλά δεν ψήφισαν έξοδο από την Ευρωζώνη.

Την περασμένη Κυριακή το θέμα ήταν η τιμωρία, όχι οι λύσεις. Τα πράγματα θα είχαν προχωρήσει καλύτερα αν είχε γίνει δημοψήφισμα. Οταν προτάθηκε κάτι τέτοιο, τον περασμένο Δεκέμβριο, θεώρησα ότι θα κατέληγε στο να επιβεβαιώσει τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη. Θα είχε υποχρεώσει τους Ελληνες να πάρουν θέση και ξέρουμε από τις δημοσκοπήσεις ποια θα ήταν η θέση αυτή. Δυστυχώς η πρωτοβουλία δεν συνοδεύτηκε από ορθούς χειρισμούς και πολλοί τη χρησιμοποίησαν ως όπλο για να κερδίσουν άλλες μάχες.

Η επιλογή είναι σαφής: Η Ελλάδα δεν μπορεί και να απορρίψει το Μνημόνιο και να μείνει στην Ευρωζώνη. Και η Ευρώπη είναι έτοιμη για μια ελληνική πτώχευση

Ούτε μπορούμε να αγνοήσουμε το χρέος. Κάποιοι θεωρούν ότι ένα μέρος του χρέους μπορεί να θεωρηθεί «επαχθές» και να μην πληρωθεί. Ομως, αυτό αφορά δημοκρατικές χώρες που φορτώνονται με τα χρέη προηγούμενων δικτατορικών καθεστώτων. Κανείς εκτός Ελλάδας δεν θα δεχόταν να εφαρμοστεί κάτι τέτοιο στην Ελλάδα. Και η Ελλάδα δεν έχει χρόνο.