Για να κατανοήσουμε τι συμβαίνει θα πρέπει να επιστρέψουμε στην αμερικανική εισβολή και κατοχή του Ιράκ, όταν η κυβέρνηση Άσαντ επέλεξε τον δρόμο της ισχυροποίησης της ένοπλης, ριζοσπαστικής, σουνιτικής αντίδρασης. Μπορεί να φαίνεται περίεργο μια σιιτική κυβέρνηση που καταπιέζει τη δική της σουνιτική πλειοψηφία να υποστηρίζει σουνιτικές οργανώσεις εναντίον μιας σιιτικής κυβέρνησης σε μια γειτονική χώρα, αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι και τόσο. Πολλές φορές στην περιοχή που εξετάζουμε οι στρατηγικές επιλογές λαμβάνονται με κύριο κριτήριο το ποιος είναι ο άμεσος εχθρός.
Για το χρονικό διάστημα που η σουνιτική εξέγερση στο Ιράκ πετύχαινε τους στρατηγικούς της στόχους, η κυβέρνηση Άσαντ συνέχιζε την παροχή βοήθειας προς τις τζιχαντιστικές ομάδες, παραβλέποντας ή μη θέλοντας να κατανοήσει ότι δεν είναι δυνατόν να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να ελέγχει και να καθοδηγεί «οργανώσεις» και ομάδες τόσο απρόβλεπτες και «ασυνεπείς» στη συμπεριφορά τους όσο αυτές που υπάγονται στο γενικότερο πλαίσιο του δικτύου της Αλ Κάιντα. Με τη λήξη του εμφυλίου στο Ιράκ και την αύξηση της αμερικανικής πίεσης στον Άσαντ να σταματήσει την παροχή βοήθειας στους σουνίτες ισλαμιστές του Ιράκ, τα προβλήματα άρχισαν στη Συρία. Και είναι λογικό: εκατοντάδες οπλισμένοι, εκπαιδευμένοι και αποφασισμένοι άντρες επέστρεψαν στις βάσεις τους στη Συρία.
Στο σημείο αυτό της ιστορίας μας συναντάμε την Τουρκία και τη μεγαλόπνοη μεσανατολική πολιτική του Ερντογάν. Ο Ερντογάν, καταχρώμενος το πνεύμα της Αραβικής Άνοιξης, στηρίζει και χρηματοδοτεί τους επαναστάτες στη Συρία. Και μάλιστα το πλέον ακραίο κομμάτι τους, την οργάνωση Στρατός Αλ Νόσρα που διατηρεί δεσμούς με τον ISIS και την Αλ Κάιντα. Πιστεύει ότι ο πόλεμος θα λήξει γρήγορα και ότι πολύ σύντομα η Δύση θα πρέπει να επιλέξει στρατόπεδα, στηρίζοντας τους επαναστάτες.
Η κίνηση των τζιχαντιστικών ομάδων στην περιοχή της Μέσης Ανατολής δεν γνωρίζει στεγανά. Επαναστάτες που πολεμούν στη Συρία περνούν τα σύνορα και πολεμούν στις τάξεις του ISIS. Δεν υπάρχουν ιδεολογικές ή άλλες δυσκολίες ένταξης σε άλλες ομάδες, σε άλλες χώρες. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει μια ενιαία, συγκεκριμένη ιδεολογία (θρησκευτική, πολιτική, κοινωνική ή ακόμη και ηθική).
Δεν μπορεί να προδικάσει κανείς τις μακροπρόθεσμες συνέπειες της ανάμειξης της Τουρκίας στη συριακή περιπέτεια. Εντούτοις, είναι πλέον γνωστό ότι οι τζιχαντιστές μαχητές μπορούν να πολεμήσουν όπου τους παρουσιάζεται ευκαιρία. Τόσο απλά και τόσο αντιιδεολογικά. Και βεβαίως χωρίς συγκεκριμένα ιδεολογικά στεγανά, αλλά και χωρίς να γνωρίζουν εμπόδια από σύνορα, αυτοί οι μαχητές, ασχέτως των εξελίξεων σε Συρία και Ιράκ, μπορούν να μεταφέρουν τον «αγώνα» τους στη χώρα που τους στηρίζει και που καιρό τώρα μοιάζει με ακροβάτη σε τεντωμένο σχοινί. Ακριβώς όπως μετακινήθηκαν μαχητές από τα Βαλκάνια και τη δυτική Ευρώπη προς τη Συρία, από το Αφγανιστάν προς το Ιράκ, από τη Λιβύη προς το Μάλι και τη Μαυριτανία.