"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΨΕΚΑΣΜΕΝΟ-ΞΕΦΤΙΛΑΡΟΠΛΗΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Ζυγαριά

Toυ ΛΕΥΤΕΡΗ ΚΟΥΣΟΥΛΗ

Δεν λέει να τελειώσει αυτή η συζήτηση για την πανδημία. Και χάνει κάθε μέρα νόημα αυτή η αισιόδοξη ματιά στη μεταπανδημική περίοδο, όπου όλα θα είχαν κάπως τακτοποιηθεί και η εμπειρία της απειλής θα έδινε τη θέση της στην ελπιδοφόρα  ανάπτυξη.

Οχι μόνο δεν τελειώνει η συζήτηση, αλλά η απειλή επανέρχεται μόλις η πρώτη μικρή ανάπαυλα στη μάχη καταγραφεί, μόλις η πρώτη ανάσα ανακούφισης ακουστεί. Και να που το ερχόμενο καταπώς λέγεται τέταρτο κύμα προκαλεί ανησυχία και θέτει σε νέα  εγρήγορση τους υπευθύνους της διαχείρισης.  

Ανήκουν πια στο παρελθόν οι επιτυχίες. Το ζήτημα εξελίσσεται σε περίπλοκη άσκηση, με την ισορροπία δύσκολη και το αποτέλεσμα ασαφές. Η κρίση της πανδημίας ωριμάζει, πέρα από τις υγειονομικές της διαστάσεις. Αγγίζει τα άρρητα που έμειναν στη ζώνη της σιωπής.

Το ζήτημα του εμβολιασμού, η ανάγκη του ως ο μόνος δρόμος αντιμετώπισης της μεταλλασσόμενης απειλής, η επιφύλαξη, η άρνηση, ο ανορθολογισμός των ενστάσεων, ανακινεί τα θεμελιώδη. Και φέρνει στο φως αντιλήψεις υπαρκτές, εκδηλώσεις και συμπεριφορές καθυστέρησης, με ρίζες βαθιές, ως τα σπήλαια.

Το ζήτημα του εμβολιασμού θέτει ωμά το ζήτημα της συνύπαρξης. Αν το άτομο είναι το μέτρο των πάντων, μια απειλή όπως η πανδημία καλεί το άτομο να ξαναδεί αυτό το μέτρο, να ξαναζυγίσει τη σχέση του με τους άλλους και να σταθεί με νέο τρόπο στην περίσταση που διαμορφώνεται.

Η συζήτηση και η αναζήτηση αυτής της ισορροπίας δεν έγινε ποτέ σοβαρά στη σύγχρονη διαδρομή μας. Μια δύσκολη, ως δραματική αναζήτηση θα ήταν. Οσο η υπόθεση της ελευθερίας. Περί αυτού πρόκειται. Για την ελευθερία ο λόγος, το όριο και τον κανόνα της.

Ετσι η διάσταση της ευθύνης υποτιμήθηκε συνειδητά, ως συνοδευόμενη από το βάρος ποικίλων υποχρεώσεων. Η λέξη ευθύνη ερχόταν, αν ερχόταν, πάντα κατόπιν εορτής στη δημόσια συζήτηση.  

Αυτό που ποτέ δεν ετέθη και δεν υπήρξε, δεν μπορεί αιφνίδια να ανασυρθεί από την ανυπαρξία του.  

Εκεί σκόνταψε και...

 

ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΚΗΦΗΝΟ-ΚΟΜΜΑΤΟΣΚΥΛΑΡΟ-ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΙΣΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Ποιος να απαιτήσει δημοκρατικές ελευθερίες

Toυ ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

 Για όσους διασώζουν κριτική σκέψη και οξυδερκή ευαισθησία, γίνεται φανερή η συντελούμενη, σε διεθνή κλίμακα, αλλαγή πολιτισμικού «παραδείγματος». Ο Καβάφης θα έλεγε: «ανεπαισθήτως». Και θα εξηγούσε: «Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ».

Περάσαμε από μιαν εκδοχή ή πρότυπο της ανθρώπινης ύπαρξης ως συνύπαρξης (κοινότητας, «πόλεως», συμμετοχικής γλώσσας, Ιστορίας, μεταφυσικής ελπίδας), σε μια στεγανή ταύτιση της ύπαρξης με το αδιαφοροποίητο άτομο του ανθρώπινου είδους, αριθμητικά διακρινόμενο (ΑΔΤ, ΑΦΜ, ΑΜΚΑ) – απρόσωπη μονάδα, φορέα ίδιων για όλους νομικών δικαιωμάτων, κατασφάλισης των εγωτικών του καθενός επιλογών.

Στη διάρκεια των προγενέστερων αιώνων, πρώτο μέλημα της νομοθεσίας ήταν η προστασία των σχέσεων κοινωνίας: η χαλιναγώγηση της εγωκεντρικής πλεονεξίας – απληστίας – αυθαιρεσίας. Είναι εμπειρικά και διαχρονικά βεβαιωμένη η τότε προτεραιότητα του κοινωνείν: να τιθασεύεται, με ποικίλους θεσμούς, η αμετρία της ατομικής ασυδοσίας, η μέθη εγωτικής ισχύος. Θεσμοποιημένη η τιθάσευση, ελευθερώνει το πεδίο του δημιουργικού ανταγωνισμού, της ευγενικής άμιλλας, κυοφορεί τη χαρά της φιλίας και το αποκούμπι της συγγένειας, καθιστά ευγενικό άθλημα τη δημοκρατία.

Οταν πρώτιστη ανάγκη των ανθρώπων ήταν η κοινωνία των αναγκών και των στόχων του βίου, τότε οι θεσμοί και οι νόμοι χαλιναγωγούσαν τις εγωκεντρικές ορέξεις και απαιτήσεις. Οταν πρώτιστη επιδίωξη έγινε η κατασφάλιση των ατομικών δικαιωμάτων, τότε άλλαξαν και οι στοχεύσεις (σκοποθεσίες) νόμων και θεσμών. Η οργανωμένη συλλογικότητα θέλει να εγγυηθεί ατομικές φιλοδοξίες και επιδιώξεις, όχι τη δυναμική των σχέσεων.

Προοδεύουν σε αρτιότητα οι συλλογικές μας συμβάσεις, μειώνεται όμως σταθερά η αποτελεσματικότητά τους. Συμφωνούμε στην προστασία της εγωτικής αυτάρκειας, αλλά τη συμφωνία την επικροτεί ο νους, δεν συντονίζεται η κοινή θέληση. Το δίπολο νομικισμού και ηθικισμού θριαμβεύει, με αποτέλεσμα τον κυρίαρχο σήμερα στον πλανήτη μηδενισμό και αμοραλισμό – αφού «νόμος» είναι «το δίκιο του εγώ μας» και «ηθική», η καταιγιστικά διαφημιζόμενη ηδονοθηρία.

Η ελευθερία έχει μια εγγενή παραδοξότητα: όλοι την τιμούν και την υμνούν, αλλά ως σύμβαση, όχι ως κατάκτηση. Τη θέλουν να προκύπτει από διεθνείς συμφωνίες (εξ ορισμού υποκριτικές), όχι από «κόκαλα ιερά» θυσιαστικής αυταπάρνησης.  

Κάθε απόπειρα επιβολής της ελευθερίας ισοδυναμεί με κατάργησή της. Δεν υπάρχει ηλιθιότερο πρόταγμα από το να διεκδικούμε την ελευθερία σαν «δικαίωμα»: να την υποτάσσουμε a priori σε ωφελιμιστικές (ατομοκεντρικές) προδιαγραφές. Σήμερα πια, η προτεραιότητα του ατομικού δικαιώματος λειτουργεί ως υπερ-όπλο εγωτικής ισχύος, δεν υποτάσσεται ούτε καν στις χρηστικές απαιτήσεις της συλλογικότητας.

Το δικαίωμα δεν ξέρει τη σχέση, ξέρει μόνο τη χρήση. Δεν ξέρει τον έρωτα, την έκπληξη όταν γεννιέται η αμοιβαιότητα. Ξέρει τον αυτοηδονισμό του ναρκισσισμού, τον αυτεξευτελισμό της υποταγής στην τυφλή ορμή. Και το οξύ πρόβλημα (πολιτικό) σήμερα είναι ότι, αυτός ο πρωτογονισμός και η υπανθρωπία του «δικαιώματος» επιβάλλεται στανικά σαν μονόδρομος «πληροφόρησης», «ενημέρωσης», «ψυχαγωγίας» προϋποθέτοντας τους πολίτες παθητικούς δέκτες αρρωστημένης περιέργειας.

Διατίθεται χρόνος τηλεοπτικός αφειδώλευτος για να «πληροφορηθεί» η ελλαδική κοινωνία, με λεπτομέρειες, τα βίτσια ανθρώπων τιμημένων από την πολιτεία με ευθύνες κεντρικές, προκειμένου να συνεχίζουν, στα ίδια χώματα. Τέχνη ελληνική «σπουδαία και τελεία». Ακατάσχετη τηλεοπτική φλυαρία, μετασκευάζει σε δήθεν «πικάντικη» την εφιαλτική απανθρωπία και διαστροφική κακουργία, επιβάλλοντας, πριν από τη δίκη, τη διαπόμπευση, για χάρη της εμπορικής τηλεθέασης.

Το τηλεοπτικό πεδίο, στη σημερινή Ελλάδα, γεννάει ανυπόφορη ντροπή και αγανάκτηση, εμπεδώνει στον πολίτη τον τρόμο της βεβαιότητας ότι «κράτος δεν υπάρχει». Οταν η ίδια διαφήμιση επαναλαμβάνεται, ως μία ενιαία, δύο και τρεις φορές, αποδείχνεται στην πράξη, με χυδαία αναίδεια, ότι Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο δεν υφίσταται, μόνο πληρώνεται για να είναι ανύπαρκτο.


Το κράτος στην Ελλάδα δεν υπηρετεί τον πολίτη – το αντίθετο ισχύει: ο πολίτης είναι σκλάβος του κράτους, ανυπεράσπιστο θύμα μιας παρανοϊκής θηριωδίας. 

 Το κράτος, καταγωγικά και επί διακόσια χρόνια τώρα, συγκροτείται, στελεχώνεται και λειτουργεί σαν διαστροφική απόφυση της κοινωνίας, μόνο για να υπηρετεί την κομματική παράνοια, το αλκοολίκι της εξουσίας των κομματανθρώπων.

Ας τολμούσε ένας αξιόπιστος φορέας (το Ιδρυμα Νιάρχου, λ.χ., ή το Ιδρυμα Ωνάση) μιαν αμερόληπτη απογραφή: Πόσοι Ελληνες τρέφονται ισοβίως από το κράτος με κομματική μεσολάβηση. Από ποιον διορίστηκαν, αν συνδέθηκε ποτέ η προσφορά τους με τις απολαβές τους. Για πόσα χρόνια εργασίας, παίρνουν, επί πόσα χρόνια, σύνταξη. Με ποιες θεσμικές μεταρρυθμίσεις, θα μπορούσε ο κρατικός μηχανισμός και οι λειτουργίες του να αποσυνδεθούν από κάθε κομματική παρέμβαση, εξάρτηση, διαπλοκή;
 

Το τηλεοπτικό πεδίο, στη σημερινή Ελλάδα, είναι παγιδευμένο στην αυτοκαταστροφική της κοινωνίας λογική (και στις συναφείς πρακτικές) που έχει επιβάλει η κομματοκρατία. Αυτή η λογική...

 

ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΟ ΑΡΙΣΤΕΡΟΦΑΣΙΣΤΑΡΟΠΛΗΚΤΟ ΚΩΛΟΧΑΝΕΙΟ: Η ελευθερία και οι εχθροί της

Tου ΛΕΥΤΕΡΗ ΚΟΥΣΟΥΛΗ

Εχουν άπειρες σελίδες γραφτεί για το ζήτημα. Ανθρωποι του μέλλοντος θα συμπληρώσουν τα κενά. Γύρω από το ζήτημα αυτού του πάθους έχει τρέξει ποτάμι το αίμα.

Ολα αρχίζουν από τα πρώτα βήματα.  

Από τα πρώτα βήματα της μεγάλης διαδρομής σε εξέλιξη, δύο υψωμένα χέρια μάχονται σε έναν ανελέητο αγώνα επικράτησης, που ποτέ δεν θα λάβει τέλος.

Το πρώτο. Το πρώτο είναι το υψωμένο χέρι της βίας. Ως αρχέγονη εναπόθεση αυτή η παράσταση και αυτή η μνήμη, συνεχίζει με ποικίλα ιδεολογικά αυτοδικαιωτικά προσωπεία να επιχειρεί να γράψει την τελευταία πράξη σε ένα τέλος που φαντάζεται ιστορικό. Ενας μεγάλος σκοπός, σχεδόν πάντα, μεγάλος και ιερός, πάντα, είναι η επίκληση. Το υψωμένο χέρι της βίας διεκδικεί το απόλυτο πρωτείο πάνω σε όλα. Και κυρίως πάνω στην υποψία διαλογικού αυτοπροσδιορισμού και ελευθερίας. Ως φαντασία καθολικής εξουσίας διαγράφει καθετί το πολιτικό. Η βία είναι από τον πυρήνα της αντιπολιτική. Η πολιτική, η μεγάλη αυτή επινόηση του ανθρώπου, ως ο καταλυτικός θεσμικός έλεγχος της βίας, είναι το πρώτο «αντικείμενο» προς κατάργηση, ο πρώτος και ο έσχατος εχθρός κάθε απόλυτης εξουσίας.

Απέναντι σε αυτή τη «μέθοδο Κάιν», της καταστολής και του φόβου, υψώνεται το χέρι που διεκδικεί τον λόγο. 

«Ζητώ τον λόγο». Αντηχεί η πρόταση σαν παρατεταμένη σεισμική δόνηση στη διάρκεια της τραγικής ανθρώπινης διαδρομής. Τίποτα δεν μπορεί να ανακόψει το διαπεραστικό και διατρητικό μήνυμά της.

Γύρω από το αποφασισμένα υψωμένο χέρι του λόγου θα γραφτεί η, εξωτερικά μάταιη και εσωτερικά καθοριστική, ιστορία της διαδρομής.  

Από τη Γαλλική Επανάσταση ήδη, η διαμάχη αυτή προσλαμβάνει έναν πρωτόγνωρο παροξυσμό. Οι «φίλοι» και οι «εχθροί» της ελευθερίας, σε μια απεγνωσμένη σύγκρουση, διδάσκουν με τις πράξεις τους και ταυτόχρονα χαράσσουν τις γραμμές της πορείας. Από την ελευθερία του Τύπου μέχρι τον βάρβαρο νόμο «περί υπόπτων», βλέπουμε το εύρος της διαμάχης και το τυφλό αδιέξοδο της άρνησης. Και σκάβεται ο δρόμος.

Μέσα του βασανιστικά θα τίθεται το ερώτημα που ενυπάρχει σε όλη τη διαδρομή και σε κάθε στροφή, διαρκώς, θα εμφανίζεται ενώπιόν μας. «Πρέπει να έχουν ελευθερία οι εχθροί της ελευθερίας»;

Οπλισμένοι με την εμπειρία των δύο τελευταίων αιώνων και κυρίως του εικοστού, θωρακισμένοι με τη γνώση που γέννησε κάθε άρνηση της πολιτικής διαλογικής διαδικασίας, αποκρούοντας με συνείδηση τον πειρασμό της αλλοίωσής μας, οφείλουμε τη μία νοητή απάντηση:  

ΚΟΡΩΝΟΪΟΣ και ΔΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΣ ΟΡΘΗ ΑΡΙΣΤΕΡΟΝΕΟΦΙΛΕΛΕΔΙΚΗ Μ@Λ@ΚΙ@: Κάναμε τόσοι πολλοί τόσο λάθος; (Were so many of us wrong?)

By Christos Tsiolkas* / The Sydney Morning Herald
Μετάφραση  Ελένη Κορόβηλα

«Αυτός που δεν έχει ζήσει στα χρόνια πριν από την Επανάσταση δεν γνωρίζει τη γλύκα της ζωής». (Ταλεϋράνδος)

Διανύουμε μόλις την έκτη μέρα του αυτοπεριορισμού. Πέρασε λιγότερο από εβδομάδα από όταν προλάβαμε την πτήση Λονδίνο – Ντουμπάι και μετά Ντουμπάι – Μελβούρνη; Ο COVID-19 έχει κάνει πολλά πράγματα. Αυτό που μας στοιχειώνει και είναι το χειρότερο είναι οι ζωές που έχει πάρει, αλλά ένα από τα μεθεόρτια που με έχει ξαφνιάσει περισσότερο είναι η αλλαγή που έχει επιφέρει στην αίσθηση του χρόνου.

Πριν από τρεις εβδομάδες προσγειωθήκαμε στη Βρετανία και αν και αστειευόμασταν που χαιρετιόμασταν ακουμπώντας τους ώμους αντί να φιλιόμαστε, αγκαλιάσαμε και χαιρετίσαμε φίλους, βγήκαμε για φαγητό, μεθύσαμε κι καθίσαμε τουρτουρίζοντας πλάι πλάι δίπλα στις θερμάστρες στην παγωμένη ανοιξιάτικη αγγλική νύχτα. 


Μέρα τη μέρα, ωστόσο, η αγωνία και ο φόβος μεγάλωναν. Κατά την πρώτη εβδομάδα, και στη συνέχεια τη δεύτερη, δεχόμουν συνεχώς ιμέιλς από την πατρίδα με ανακοινώσεις για την ακύρωση του ενός φεστιβάλ μετά το άλλο. Μέσα στο τρένο για τη Γλασκώβη, καθώς προετοίμαζα τι θα έλεγα σε μια παρουσίαση, το κινητό μου χτύπησε στη δόνηση και ένα γραπτό μήνυμα με ενημέρωσε ότι ακυρώθηκε και το AyeWrite Festival. Μέσα σε τρεις μέρες στην Σκωτία, διαβάζοντας τις προειδοποιήσεις που κλιμακώνονταν, ο σύντροφος μου ο Γουέιν κ εγώ πήραμε την απόφαση να επιστρέψουμε στο σπίτι.

Είμαστε τυχεροί. Είχαμε κλείσει το ταξίδι μας μέσω ταξιδιωτικού γραφείου και μέσα σε λίγα λεπτά από όταν στείλαμε μέιλ μάς έβαλε σε πτήση που αναχωρούσε από το Λονδίνο σε δυο μέρες. 


Γνωρίζουμε πως πολλοί άνθρωποι δεν στάθηκαν τόσο τυχεροί. Οι ιστοσελίδες των αεροπορικών εταιρειών κρασάρουν. Στα τηλέφωνα δεν απαντούν. Το μόνο που θέλουμε είναι να γυρίσουμε στο σπίτι. Στην ουσία της έννοιας του σπιτιού, που εγώ προσωπικά την έχω αμφισβητήσει, και της έχω αντισταθεί και την έχω παλέψει επί τόσα πολλά χρόνια. Κι αυτή η έννοια έχει αλλοιωθεί εξαιτίας του ιού. Το ξέρω μέσα μου τώρα πως η Μελβούρνη, η Αυστραλία, είναι το σπίτι μου.

Στο αεροδρόμιο του Ντουμπάι υπήρξε μια παράξενη και θολή στιγμή. Λες και όλος ο πλανήτης συγκεντρώθηκε εκεί. Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί, Νιγηριανοί και Γκανέζοι, Πακιστανοί και Μπαγκλαντεσιανοί, Βορειοαμερικανοί και Λατινοαμερικανοί, πολλοί από εμάς κοιτάζουμε τα κινητά μας, τα λάπτοπ και τα iPads, αναζητώντας πληροφορίες για το ποια σύνορα έχουν κλείσει, για το αν πράγματι μπορούμε να πάμε σπίτι. Ορισμένοι στεκόμαστε και ατενίζουμε το κενό, αλλάζουμε συνεχώς θέση στα άβολα καθίσματα βινυλίου, προσπαθώντας να μην αγγιζόμαστε και να μην αναπνέουμε ο ένας κοντά στον άλλο.

Κάθομαι δυο θέσεις πιο μακριά από μια νεαρή γυναίκα, ποζάτη και κομψά ντυμένη με τα μαλλιά της καλυμμένα κάτω από ένα τουρμπάνι στα χρώματα του ουράνιου τόξου. Μιλά στο τηλέφωνό της γρήγορα στα γαλλικά. Τα δικά μου γαλλικά είναι μέτρια αλλά καταφέρνω να καταλάβω ότι μπόρεσε να πάρει μια πτήση για Λάγος και από το Λάγος θα κάνει ό,τι μπορεί για να φτάσει στο σπίτι. Όπου κι αν είναι το σπίτι. «Το Παρίσι ήταν παράξενο», λέει στο τηλέφωνο. «Τα πάντα ήταν κλειστά, κατεβασμένα ρολά. Δεν το έχω ξαναδεί αυτό».

Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, κρυφακούγοντας όσα λέει και κοιτάζοντας γύρω μου τους ανθρώπους που κοιτάζουν τις οθόνες τους, συνειδητοποιώ πόσο περίεργο και γελοίο είναι ότι μέχρι πρόσφατα αλωνίζαμε τον πλανήτη, θεωρώντας την ελευθερία και το προνόμιο της μετακίνησης δεδομένα. Δεν είναι ζήτημα ηθικής αποστροφής αυτό που βιώνω. Δεν είναι ζήτημα σωστού ή λάθους. Είναι περισσότερο η αναγνώριση του παραλογισμού. 


Στρέφομαι προς τον Γουέιν καθώς επιστρέφει έπειτα από πολύ ώρα στην ουρά για τις τουαλέτες.
 

«Είναι τόσο άχρηστα όλα αυτά».
«Όχι, πρέπει να πάμε σπίτι. Είναι σοβαρό».
«Όχι, όχι αυτό. Όλα αυτά τα ταξίδια, όλες αυτές οι μετακινήσεις, όλα αυτά είναι άχρηστα».

 

Επιστρέφοντας στο σπίτι, βρήκα ολόκληρο κατεβατό από μέιλ από αυστραλέζικα λογοτεχνικά φεστιβάλ και καλλιτεχνικούς οργανισμούς που θρηνούν για τις βλαβερές συνέπειες του COVID-19 στον τομέα της τέχνης. Κατανοώ και συμμερίζομαι αυτούς τους φόβους. Είμαι από τους τυχερούς, μια που συντηρούμαι από το γράψιμο. Για τους περισσότερους φίλους μου όμως, η δημιουργική τους δουλειά συμπληρώνεται από δουλειές στον τουρισμό, το εμπόριο, στο δημόσιο και σε μη κυβερνητικές οργανώσεις. Η απότομη και εκκωφαντική κατάρρευση της οικονομίας, μας έχει διαλύσει όλους. Και όλοι έχουμε φοβηθεί. Τα θέατρα δεν ανεβάζουν πια παραστάσεις και οι κινηματογράφοι έκλεισαν. Οι νέες εκδόσεις σταμάτησαν και τα μαθήματα δημιουργικής γραφής ακυρώθηκαν.

Για ακόμη μια φορά, ο χρόνος έχει συρρικνωθεί και οι αντιπαραθέσεις, η πολιτική και οι συζητήσεις που μας αφορούσαν τόσο, με τόσο έντονο και παθιασμένο τρόπο, μοιάζουν εφήμερες και ασήμαντες. Η ανεργία, το πιο πιεστικό πρόβλημα που μας αφορά όλους. Υπάρχει βέβαια η επιθυμία να αποφύγουμε να μολυνθούμε από τον ιό. Αλλά οι εικόνες χιλιάδων απελπισμένων ψυχών που συγκεντρώνονται έξω από τα γραφεία του Centerlink (υπηρεσίες ασφάλισης και πρόνοιας) είναι που εντείνει τη σφοδρότητα αυτού που όλοι περνάμε και μας βυθίζει πιο πολύ στον φόβο. Οι άνθρωποι που κάνουν ουρές είμαστε εμείς –ο τρόπος που ντυνόμαστε, που χρησιμοποιούμε τα κινητά μας, η διαπραγμάτευση τόσο του ψηφιακού όσο και του φυσικού χώρου– κι όμως είναι κι αυτό ενδεικτικό ενός παρελθόντος που ποτέ δεν είχαμε φανταστεί ότι θα ξαναβλέπαμε: τον απόηχο της Μεγάλης Ύφεσης.

 
Συγγραφείς και σκηνοθέτες και καλλιτέχνες πάντοτε φαντάζονταν σενάρια Αποκάλυψης, ενώ η κλιματική αλλαγή και οι οξυνόμενες ανισότητες ήταν στο κέντρο του ενδιαφέροντος πρόσφατων έργων τέχνης και λογοτεχνίας με μεγάλη απήχηση. Είτε όμως πρόκειται για την άγρια και μηδενιστική βία του Κόρμακ ΜακΚάρθυ στον Δρόμο ή σκηνές με ζόμπι εξολοθρευτές και σαρωτικές φυσικές καταστροφές που έχουμε δει να επαναλαμβάνονται στον εμπορικό κινηματογράφο, δεν μας είχε απασχολήσει ποτέ ο ενδιάμεσος χρόνος. Γι' αυτό πιστεύω πως οι μαζικές ουρές είναι ιδιαίτερα τρομακτικές. Μας υπενθυμίζουν ότι δεν είναι ένα απότομο άλμα από το σημείο όπου βρισκόμασταν μόλις –υποθέτοντας πως το μέλλον θα ήταν πάντα σταθερά προοδευτικό και σταθερά επιτυχημένο– μέχρι τη δυστοπική Αποκάλυψη που φέρνει το τέλος του κόσμου. Η ενδιάμεση περίοδος θα διαρκέσει χρόνια. Η ενδιάμεση περίοδος θα είναι η ζωή μας.

Οπότε, ανησυχώ για τους φίλους μου που είναι συγγραφείς και καλλιτέχνες και θεατρικοί συγγραφείς και κινηματογραφιστές. Αλλά είμαι το ίδιο ανήσυχος για τους φίλους μου που είναι νοσοκόμοι και μεταφορείς και υπάλληλοι και δάσκαλοι. Όλες αυτές οι διαφορές που λατρεύαμε και εξιδανικεύαμε μόλις πριν από λίγες εβδομάδες δεν έχουν πια καμιά σημασία. Αυτή τη στιγμή, η κοινότητα αποκτά μεγαλύτερη σημασία από τη διαφορετικότητα.

Μαζί με τα μέιλ που σαν καμπανάκια ανακοινώνουν ακόμη μια ακύρωση λογοτεχνικού φεστιβάλ, ακόμη μια ακύρωση παράστασης, έρχονται και σύνδεσμοι για παραστάσεις ή καλλιτεχνικές δουλειές ανθρώπων που δημιουργούν τέχνη στο διαδίκτυο. Αυτό είναι πράγματι κάτι το αναζωογονητικό αλλά και μια πρόκληση για τη θέληση του καλλιτέχνη να συνεχίζει να παράγει. Ίσως να είναι θέμα ηλικίας ή απλώς διάθεσης αλλά αισθάνομαι μια μελαγχολία με την παραγωγή τέτοιων δουλειών. Μια ορχήστρα δωματίου παίζει σε ένα άδειο αμφιθέατρο, μια ντραγκ κάνει μιμήσεις μπροστά σε έναν DJ σε ένα άδειο δωμάτιο. Αυτό που λείπει, αυτό που είναι οικτρό, είναι πως χωρίς τη φυσική παρουσία των σωμάτων στο κοινό, οι δουλειές αυτές μοιάζουν με πρόβες. Δεν διαφέρει από τον αγώνα ποδοσφαίρου χωρίς θεατές που είδα για λίγα λεπτά. Το κενό ήταν εκκωφαντικό. Το έκλεισα. Γεμάτος ενοχή, έκλεισα τη μουσική.

Κατά κάποιον τρόπο, μου έχει κάνει εντύπωση πόσο απολαμβάνω αυτή την περίοδο επιβεβλημένης απομόνωσης. Λέγοντάς το αυτό, κατανοώ ότι είμαι τυχερός. Έχω έναν σύντροφο, ένα υπέροχο σπίτι και ράφια γεμάτα βιβλία και δίσκους και ταινίες. Έχουμε φίλους και οικογένεια και γείτονες που φροντίζουν να έχουμε φαγητό στην πόρτα μας και κρασί στο ψυγείο μας.

Δεν είμαι απόλυτως λουδίτης: το you tube και το στρίμινγκ μου κρατάνε επίσης συντροφιά. Ωστόσο οι πιο ικανοποιητικές και πιο χορταστικές απολαύσεις προέρχονται από τον αναλογικό κόσμο. Είμαι στη μέση ενός καταπληκτικού βιβλίου, Η λέσχη των αθεράπευτα αισιόδοξων του Μισέλ Γκενασιά. Ένα τρυφερό ρέκβιεμ για μια γενιά ανθρώπων από την Ευρώπη που ξέφυγαν από τον ολοκληρωτισμό, αντιμετώπισαν την απώλεια και έζησαν εξόριστοι στο Παρίσι. Το είχα δύο χρόνια τώρα στο κομοδίνο μου.

Σήμερα το πρωί χόρευα με το Hiperasia, ένα χαρούμενο γεμάτο εφευρετικότητα άλμπουμ του Ισπανού καλλιτέχνη ηλεκτρονικής μουσικής El Gioncho. Όπως και με το μυθιστόρημα του Γκενασιά, είχα τον δίσκο αρκετό καιρό. Τώρα μόνο τον ακούω με προσοχή. Με τις πολλές και απότομες αλλαγές που έχει επιφέρει ο ιός, το πρόσφατο παρελθόν μοιάζει να είναι έναν αιώνα πριν. Παρόλα αυτά, είμαι ευγνώμων για το τώρα. Τον αληθινό χρόνο. Τον χρόνο που έχει λεπτά και ώρες. Τον χρόνο της υπομονής και της περισυλλογής.

Μου λείπουν οι άνθρωποι. Ο Γουέιν κι εγώ συζητάμε για την εξέλιξη του ιού, τις αντιδράσεις παγκοσμίως αλλά και σε τοπικό επίπεδο, το αβέβαιο μέλλον που έρχεται. Και στους δυο μας λείπουν οι άλλες φωνές, οι άλλες προοπτικές, η ευκαιρία να αντιπαραθέσουμε τα επιχειρήματά μας και να αντικρούσουμε των άλλων.  


Είναι βέβαια δυνατόν να γίνει αυτό αλλά το Skype πέφτει και χάνεται, ο φτενός ήχος στην άλλη άκρη δεν έχει το ηχόχρωμα της ανθρώπινης φωνής. Η ψηφιακή επικοινωνία επιτείνει τους περιορισμούς και ενισχύει την τάση να μιλάς μόνο με όσους σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο με σένα.

Θα έρθει η στιγμή που θα επιστρέψουμε στον κόσμο, όταν η κοινωνική αποστασιοποίηση θα είναι παρελθόν. Αλλά θα έχουμε μια κατεστραμμένη οικονομία και διαμελισμένες κοινωνίες. 


Αναπόφευκτα θα δούμε αυτή την καταστροφή και τον διαμελισμό στα βιβλία και την τέχνη που θα παραχθεί. Καθημερινά, τριγυρίζω στο χωλ, στα δωμάτια του σπιτιού, βγαίνω στον κήπο και σκέφτομαι πως πρέπει να γράψω. Αλλά όλες μου οι ιδέες μού φαίνονται ασήμαντες και ανούσιες. Είναι κλισέ αλλά και αλήθεια πως το γράψιμο είναι μοναχική δουλειά. Μόνο τώρα όμως που είμαι σωματικά αποκομμένος από τους φίλους και τους συναδέλφους συνειδητοποιώ πόση υποστήριξη και έμπνευση παίρνω από τις σκέψεις, τις συζητήσεις και τα επιχειρήματά τους. Χρειάζεσαι ένα «δικό σου δωμάτιο» (A room of one's own), όπως έλεγε η Βιρτζίνια Γουλφ. Αλλά δεν αρκεί. Τέτοιες συζητήσεις θέλω να κάνω.

Πολλοί από εμάς τους συγγραφείς είμαστε προοδευτικοί και αριστεροί, φεμινιστές και αντιρατσιστές. Υπό μια έννοια, ο ιός και οι συνέπειές του μας επιβεβαιώνουν. Η κυβέρνηση συνεργασίας που έχουμε, η οποία επί πολλά χρόνια πετούσε στον κάλαθο των αχρήστων τις εμπνευσμένες πολιτικές της αριστερής κυβέρνησης (Κέβιν) Ραντ, του ηγέτη του Εργατικού Κόμματος (της Αυστραλίας) κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, τώρα παίρνει νομοθετικά μέτρα με σκοπό να προστατέψει την οικονομία.

Τα δόγματα του οικονομικού φιλελευθερισμού που κυριάρχησαν ανά την υφήλιο εδώ και περισσότερα από πενήντα χρόνια έχουν καταρρεύσει υπό το βάρος του επείγοντος και της επιθετικότητας αυτού του ιού.

Ωστόσο, υπάρχει άλλη μια κανονιστική αρχή του φιλελευθερισμού που έχει καταστραφεί από τις τελευταίες εβδομάδες, και αυτό είναι η πίστη στα ανοικτά σύνορα. Καθώς περιμέναμε να φύγουμε από την Ευρώπη, οι χώρες η μία μετά την άλλη έκλειναν για τον υπόλοιπο κόσμο. Υπό αυτή την έννοια, ο ιός και οι συνέπειές του έχουν επιβεβαιώσει τις συντηρητικές φωνές που υπερασπίζονται το κράτος-έθνος.


  Δεν είναι οι υπερεθνικές δομές που έχουν αναλάβει το έργο της φροντίδας των κοινωνιών. Είναι το έθνος-κράτος.  


Τόσοι πολλοί κάναμε λάθος; Κατηγορούσαμε άλλους για τις ιδέες τους, ενώ θα έπρεπε να τους ακούμε προσεκτικότερα; Κάθε φορά που ακούγαμε ένα επιχείρημα που αμφισβήτησε τις δικές μας πεποιθήσεις το εκλαμβάναμε ως ρατσισμό και ξενοφοβία; Είχαμε απολέσει την ικανότητα να αμφισβητούμε τις βεβαιότητές μας; Και αν ναι, τι σημαίνει αυτό για τη μυθοπλασία που γράφαμε και τα επιχειρήματα στα οποία τη στηρίζαμε;

Ανησυχώ για την υπέρβαση των κρατικών εξουσιών στην αντιμετώπιση του ιού. Είναι απαραίτητη, είναι ιατρικά και επιστημονικά επιβεβλημένη, αλλά τα μέτρα παρακολούθησης και ελέγχου που εφαρμόζονται είναι βαθιά ανελεύθερα. Άπαξ και θεσπιστούν τέτοια μέτρα ίσως είναι πολύ δύσκολο να αντιστραφούν. 


Με συγκλονίζει πόσο μικρή βαρύτητα έχει...

ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΩΣ ΟΡΘΑ ΛΑΡΟΜΑΧΜΟΥΤΑΡΟΠΛΗΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ:Ελευθερία vs Ασφάλεια

Toυ ΘΑΝΟΥ ΤΖΗΜΕΡΟΥ

Έλεγα πάντα πως ασφάλεια και ελευθερία είναι δύο αντιστρόφως ανάλογα μεγέθη και το σημείο ισορροπίας τους εξαρτάται από τους κινδύνους που απειλούν μια κοινωνία. 

Το έλεγα αυτό αναφερόμενος στην ισλαμική απειλή. Υποστήριζα ότι ο Δυτικός κόσμος θα πρέπει να ανεχθεί περιστολή κάποιων ελευθεριών για να προστατευθεί από όσους επιβουλεύονται το πλαίσιο αξιών του και απειλούν την ίδια του την ύπαρξη.

Δέχθηκα ομοβροντίες πυρών από το φιλελευθεράτο. "Τι φασιστικά πράγματα είναι αυτά! Μα να δεχθούμε να μπουν κάμερες παντού; Μα να απαγορεύονται οι υπαίθριες θρησκευτικές συγκεντρώσεις; Τς, τς, τς, τι φασίστας είναι αυτός ο Τζήμερος!"

Τώρα η Ελλάδα κατεβάζει ρολά λόγω του κορονοϊού.

Διαταγή να κλείσεις το μαγαζί σου, αλλιώς συλλαμβάνεσαι.

Πού είναι οι φιλελευθερούληδες να ξεσπαθώσουν υπέρ του δικαιώματος να αρρωστήσεις και να πεθάνεις εφόσον είναι δική σου απόφαση! Κι αν κολλήσεις σε άλλους, δική τους η ευθύνη θα έλεγαν οι φιλελευθερούληδες αφού δεν πήραν τα κατάλληλα μέτρα.

Σε τι διαφέρει η επίθεση του κορονοϊού από την επίθεση των τζιχαντιστών; Ανθρωποκτόνα και η μία, ανθρωποκτόνα και η άλλη. 

Ο κορονοϊός μάλιστα είναι ηπιότερος. Θα μας αναστατώσει μέχρι το καλοκαίρι. Με τον πρώτο καύσωνα, τέζα. Ούτε προσπαθεί να κατακτήσει την εξουσία και να μετατρέψει την Ευρώπη σε Κορονοϊκό Πριγκηπάτο.

Οι τζιχαντιστές όμως...

ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ - ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ - ΚΟΙΝΩΝΙΑ: Οι ιογενείς επιδημίες και το τέλος της ιδέας του ελεύθερου ανθρώπου

Καρδιολόγου

Όποιες δημόσιες απαγορεύσεις εισάγονται, υποτίθεται πάντα με σοβαρή δικαιολογία, συνήθως δεν αποσύρονται ποτέ μετά την αποκατάσταση του προβλήματος που τις γέννησε. 

Θυμάμαι ότι στα πλαίσια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 σε πολλούς μεγάλους δρόμους και λεωφόρους είχε απαγορευτεί η αριστερή στροφή σε κάθετους δρόμους. Αυτό ήταν ένα σχέδιο που (υποτίθεται ότι) θα προσέθετε μεγαλύτερη ασφάλεια όσον αφορά τον περιορισμό πιθανών τρομοκρατικών επιθέσεων. Οι Ολυμπιακοί αγώνες (2004) τελείωσαν δοξαστικά τότε, οι τρομοκρατικές επιθέσεις ευτυχώς δεν έγιναν, οι απαγορεύσεις της κίνησης αριστερά παρέμειναν όμως μέχρι σήμερα. 

Είμαι βέβαιος ότι το ίδιο θα συμβεί με τους περιορισμούς που θα επιβληθούν στην κοινωνία μας στα πλαίσια της τρέχουσας (αποκαλούμενης)  πανδημίας του κορωνοϊού (Covid-19).

Μια πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση του ζητήματος της αποκαλούμενης πανδημίας Covid-19 εκφράστηκε από τον συγγραφέα-δημοσιογράφο Raul Zibechi με τίτλο «Ο ιός και η στρατιωτικοποίηση της κρίσης».  

Πρέπει να επιστρέψουμε στην εποχή του ναζισμού και του σταλινισμού, πριν από περίπου έναν αιώνα, για να βρούμε παραδείγματα τόσο εκτεταμένου ελέγχου του πληθυσμού όσο εκείνα που λαμβάνουν χώρα σήμερα στην Κίνα με την επιδημία του κορωνοϊού. Οι εικόνες της καθημερινής ζωής που μας φθάνουν από μεγάλες περιοχές της Κίνας, όχι μόνο από την πόλη του Ουχάν και την επαρχία Χουμπέι, όπου ζουν 60 εκατομμύρια άνθρωποι, δίνουν την εντύπωση ενός τεράστιου υπαίθριου στρατοπέδου συγκέντρωσης εξαιτίας της επιβολής καραντίνας για όλους τους κατοίκους. Ερημωμένες πόλεις από όπου διέρχεται μόνο το προσωπικό ασφαλείας και υγείας. Μετράται η θερμοκρασία για κάθε άτομο που εισέρχεται σε ένα σούπερ μάρκετ, στα εμπορικά κέντρα και τα οικιστικά συγκροτήματα. Εάν υπάρχουν μέλη μιας οικογένειας σε καραντίνα, μόνο ένας από αυτούς έχει το δικαίωμα να βγαίνει κάθε δύο ημέρες για να αγοράσει τρόφιμα. Σε ορισμένες πόλεις, όσοι δεν χρησιμοποιούν μάσκες μπορεί να καταλήξουν στη φυλακή. Συνιστάται η χρήση γαντιών μίας χρήσης και μολύβια για την πίεση των κουμπιών του ανελκυστήρα. Οι πόλεις της Κίνας μοιάζουν με πόλεις-φαντάσματα, μέχρι που, σχεδόν, δεν συναντάς ανθρώπους στο δρόμο στην πόλη Γουχάν.  

Η συνηθισμένη πρακτική στην ιστορία είναι να απομονώνονται οι μολυσμένοι άνθρωποι, ποτέ δεν έχουν απομονωθεί τόσα εκατομμύρια υγιείς άνθρωποι με αυτόν τον τρόπο.  

Το Δελτίο 142 του Ευρωπαϊκού Εργαστηρίου Πολιτικής Πρόβλεψης (LEAP) έκανε αυτήν την παρατήρηση: «Η Κίνα εξαπέλυσε ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης, πρωτόγνωρου μεγέθους, μετά από μόλις 40 θανάτους σε πληθυσμό ενός δισεκατομμυρίου και 200 χιλιάδων ανθρώπων, γνωρίζοντας ότι η γρίπη σκοτώνει 3.000 άτομα στη Γαλλία κάθε χρόνο». Το 2019, η γρίπη σκότωσε 40.000 ανθρώπους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η ιλαρά σκοτώνει 100.000 ανθρώπους το χρόνο παγκοσμίως και επηρεάζει μισό εκατομμύριο. 

Φαίνεται ότι αντιμετωπίζουμε ένα νέο κοινωνικό μοντέλο διαχείρισης των κρίσεων, το οποίο μπορεί να υπολογίζει στη συγκατάθεση της Δύσης. 

Η Ιταλία ακολούθησε αυτό το μονοπάτι απομονώνοντας δέκα περιοχές με 50.000 κατοίκους, όταν υπήρχαν μόνο μερικές δεκάδες άνθρωποι που είχαν πληγεί από τον ιό.  

Η Κίνα ασκεί έναν εξελιγμένο έλεγχο του πληθυσμού, από την βίντεο-παρακολούθηση με 400 εκατομμύρια κάμερες στους δρόμους μέχρι το σύστημα «σημείων κοινωνικής πίστης», με τα οποία ρυθμίζει τη συμπεριφορά των πολιτών. Ο έλεγχος τώρα πολλαπλασιάζεται, συμπεριλαμβανομένης της επί τόπου επιτήρησης με ταξιαρχίες των «εθελοντών» πολιτών σε κάθε γειτονιά.

Επειδή, πιθανά, η Κίνα θα γίνει ο μελλοντικός παγκόσμιος ηγεμόνας οι πρακτικές του κράτους της απέναντι στον πληθυσμό αποκαλύπτουν και τον τύπο της κοινωνίας που κάθε μελλοντική εξουσία επιθυμεί να οικοδομήσει. Οι μορφές ελέγχου που εφαρμόζει η Κίνα αποδεικνύονται στην πράξη εξαιρετικά αποδοτικά μοντέλα δράσης για τις κυρίαρχες τάξεις ολόκληρου του πλανήτη, προκειμένου να καταστείλουν αντίθετες απόψεις, διαμαρτυρίες, επαναστάσεις και ανθρώπινα δικαιώματα. Ιδιαίτερα στην οικονομικά παρακμάζουσα (δημοκρατική) Ευρώπη τα κινέζικα απολυταρχικά μοντέλα καταστολής θεωρητικά θα αποβούν στο μέλλον χρήσιμα εργαλεία αποστέρησης δικαιωμάτων και εργασιακών κεκτημένων. Είναι ενδιαφέρον ότι ενώ αρχικά η Κίνα παρουσιάστηκε (από τα παγκόσμια ΜΜΕ) ως ο αυτουργός της πανδημίας κορωνοϊού λόγω των ανοιχτών αγορών ελεύθερης κατανάλωσης μικρών ζώων, στη συνέχεια επαινέθηκε η ανάλγητη πολιτική ελέγχου-καταστολής του πληθυσμού της ως η πλέον ιδανική για την προστασία της δημόσιας υγείας ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Πιθανά η «χρυσή μέθοδος της Κίνας» να αποτελεί προάγγελο για...

ΔΙΕΘΝΗΣ ΝΕΟΤΑΞΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ και ΚΟΙΝΩΝΙΑ: Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία (κόκκινος ολοκληρωτισμός και πολιτική ορθότητα)



Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα που τίθενται στον τομέα της πολιτικής οικονομίας και της φιλοσοφίας γενικότερα είναι από πού προέρχονται τα δικαιώματα του ανθρώπου 


Σε γενικές γραμμές, και φυσικά απλουστεύουμε πολύ εδώ, υπάρχουν δύο σχολές σκέψης ως προς αυτό το ζήτημα.  


Υπάρχουν αυτοί που πιστεύουν ότι τα δικαιώματα είναι ουσιαστικά κομμάτι της ύπαρξής μας, ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι είναι κάτι που λαμβάνουμε στα πλαίσια ενός κράτους ή έστω μιας κοινωνίας


Θα σας παρακαλέσω λοιπόν, αγαπητέ αναγνώστη, να κάνουμε ένα νοητικό ταξίδι, μία άσκηση επί χάρτου, εάν θέλετε, προκειμένου να κάνουμε ένα τεστ σε αυτές τις δύο λογικές.  


Σκεφτείτε Λοιπόν εσείς τι πιστεύετε για τον ίδιο σας τον εαυτό. Η ελευθερία σας προέρχεται από κάποιον νόμο, από κάποιο Σύνταγμα ή έστω από κάποια παράδοση;  


Εάν αισθάνεστε πραγματικά ότι η ελευθερία του ατόμου προέρχεται από το γεγονός ότι την προβλέπει μία οποιουδήποτε είδους νομοθεσία, τότε, φοβούμαι, ότι αυτό το κείμενο δεν θα σας ικανοποιήσει. Μπορείτε, και πιθανώς καλό θα ήταν να το διαβάσετε, αλλά θα πρέπει να σας προειδοποιήσω ότι κατά πάσα πιθανότητα θα διαφωνήσετε μετά βδελυγμίας με το μεγαλύτερο μέρος του.  


Υπάρχει ένας πολύ απλός τρόπος να αποδείξουμε την άποψη ότι η ελευθερία του ανθρώπου και γενικότερα τα δικαιώματα του προέρχονται από την ίδια του την ύπαρξη και όχι από οποιοδήποτε κοινωνικό κατασκεύασμα, όπως τα ήθη, τα έθιμα, οι νόμοι και τα συντάγματα. Σκεφτείτε λοιπόν τι θα γινόταν εάν βρισκόσασταν σε ένα ακατοίκητο νησί κάπου μέσα στην απέραντη έκταση του ειρηνικού ωκεανού. Φυσικά, δεν εννοώ ότι θα πρέπει να σκεφτείτε πως να γίνετε Ροβινσώνας Κρούσος για να επιβιώσετε, αλλά τι θα άλλαζε ως προς τα δικαιώματά σας εν σχέση με την πραγματική ζωή σας


Θα σταματούσατε να έχετε δικαίωμα να ζήσετε; 


Θα σταματούσατε να έχετε ελευθερία σκέψης, επιλογής και έκφρασης; 


Θα χάνατε την δυνατότητα να φτιάξετε πράγματα με τα χέρια σας ή δημιουργώντας κάποια ξύλινα εργαλεία να καλλιεργήσετε την γη; 


 Όχι. Τίποτα δεν θα άλλαζε σε αυτά.  


Από την άλλη μεριά όμως δεν υπάρχει κανείς εκεί να σας προσφέρει εργασία. Ούτε και περίθαλψη. Στέγαση ομοίως. Και σημειώνω εδώ πας αυτά είναι “δικαιώματα” τα οποία αποδέχεται το Ελληνικό σύνταγμα και την παροχή των οποίων μάλιστα “εγγυάται” ή οφείλει να προωθεί αενάως ο ελληνικός κρατικός μηχανισμός. Αυτό μας οδηγεί σε μία παράξενη κατάσταση όπου πολλά από αυτά που μας έχουν μάθει να θεωρούμε δικαιώματα εξαφανίζονται ως δια μαγείας, ενώ άλλα που έχουν βαλθεί εδώ και πολλές δεκαετίες να μας πείσουν ότι είναι δωρεές κοινωνικών κατασκευασμάτων, εξουσιών και κυβερνήσεων, είναι ακόμα εκεί στο νοητικό νησάκι μας και μας κλείνουν πονηρά το μάτι


Στο φανταστικό νησί μας λοιπόν ένα από τα πράγματα τα οποία δεν θα μπορούσε ποτέ κανένας να σας στερήσει, και όχι μόνο γιατί δεν θα υπήρχε κανένας άλλος εκεί, είναι η δυνατότητά σας να εκφράζεστε και να λέτε ελεύθερα ότι πιστεύετε. Σωστό ή λάθος αυτό που έχετε να πείτε δεν έχει καμία σημασία. Αν θα ήταν καλό ή κακό είναι επίσης ασήμαντο, εν σχέση με το θέμα που εξετάζουμε. Αυτό το οποίο έχει σημασία είναι το αναφαίρετο φυσικό δικαίωμά σας να εκφράζεστε ελεύθερα. Αυτό το δικαίωμα στην Ελευθερία της έκφρασης, το τόσο παρεξηγημένο είναι αυτό το οποίο βρίσκεται υπό συνεχή επίθεση από κάποιους οπαδούς συγκεκριμένων ιδεολογιών. Αυτοί οι άνθρωποι ως στόχο έχουν να αντισταθμίσουν την έλλειψη επιχειρημάτων τους με μία λυσσώδη προσπάθεια να κλείσουν τα στόματα όλων αυτών που δεν υποστηρίζουν τα πιστεύω τους


Έτσι λοιπόν οι οπαδοί του ολοκληρωτισμού προσπαθούν με δύο τρόπους να χτυπήσουν την Ελευθερία της έκφρασης


Ο πρώτος είναι η δυσφήμηση. Έτσι φροντίζουν να διαδίδουν ότι το γεγονός της Ελευθερίας της έκφρασης είναι ταυτόσημο με τον φασισμό και με την ανηθικότητα. Προσπαθούν δηλαδή να περάσουν την εσφαλμένη θέση ότι όλοι αυτοί που είμαστε υπέρμαχοι της ελευθερίας της έκφρασης αποδεχόμαστε αυτόματα ό,τι πουν τα πιο ακραία στοιχεία κάθε κοινωνίας και άρα είμαστε ένα με αυτά. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Το ότι θέλουμε να ακούγονται όλες οι απόψεις δεν σημαίνει αποδοχή. Αντίθετα, ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος για να αντιμετωπιστούν τα ακραία στοιχεία είναι ο διάλογος και η κατάδειξη της τραγικότητας των θέσεων και της ανυπαρξίας των επιχειρημάτων τους. Καθώς η μέθοδος της συκοφαντίας δεν δούλεψε ιστορικά γιατί πάντοτε υπήρχαν σκεπτόμενοι άνθρωποι που αντιλαμβάνονταν, ανεξαρτήτως των πεποιθήσεών τους, το λογικό σφάλμα αυτής της πρότασης, τα τελευταία χρόνια χρειάστηκε να συνδυαστεί με την δεύτερη μέθοδο. 


Η δεύτερη αυτή μέθοδος η οποία είναι μετεξέλιξη και παραλλαγή της πρώτης αλλά ίδια ως προς τους στόχους, δεν είναι άλλη από την πολιτική ορθότητα. Έτσι λοιπόν οι υπέρμαχοι του ολοκληρωτισμού, οι οποίοι έχουν και μία ιδιαίτερη ευχέρεια στο να αλλάζουν το νόημα των όρων και έτσι να πετούν την μπάλα στην εξέδρα, άρχισαν να προωθούν την εξής επίσης εσφαλμένη λογική: Η βία είναι κακό πράγμα. Όταν λες κάτι που προσβάλει ή κάνει κάποιον να νοιώθει άβολα του ασκείς βία. Άρα θα σου απαγορεύσουμε να μιλάς για να μην ασκείς βία στους άλλους και να μην ωθείς σε βίαιες συμπεριφορές με το παράδειγμά σου.  


Αυτή η σειρά σκέψεων εκ πρώτης όψεως φαίνεται να είναι ορθή και σίγουρα να βρίσκεται μέσα ακόμα και στα πλαίσια μιας πολύ απαλής σοσιαλδημοκρατίας. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι πρόκειται για ένα ολοκληρωτικό κατασκεύασμα, παντελώς ανυπόστατο, το οποίο,όπως είπαμε είναι λογικώς εσφαλμένο. Ευτυχώς, οι περισσότεροι άνθρωποι είναι αρνητικά διατεθειμένοι έναντι της βίας. Δυστυχώς, όμως, αυτό τους κάνει να συμφωνούν βεβιασμένα με την παραπάνω σειρά σκέψεων παρόλο που αυτή είναι εσφαλμένη. Με αυτόν τον τρόπο αρκεί να βρεθεί ένα γκρουπ ανθρώπων ή έστω κάποια μεμονωμένα μέλη μιας κοινωνίας, πού να διαδηλώσουν ότι προσβάλλονται από κάποια ιδέα, ή από κάποια ιδεολογία ή ακόμα και από κάποια επιστημονικά δεδομένα και, σύμφωνα με τους θιασώτες της πολιτικής ορθότητας, υπάρχουν αρκετές αποδείξεις για την ενοχή και την καταδίκη όλων όσοι τα διαχειρίζονται. Και το έγκλημα αυτών; Φασισμός. Έτσι αυτές οι απόψεις, οι ιδέες, οι ιδεολογίες ακόμα και αυτές οι επιστημονικές γνώσεις εκβάλλονται εις το πυρ το εξώτερο και οποιοσδήποτε αρνείται αυτόν τον παραλογισμό, αυτομάτως, βαφτίζεται ναζιστής, φασίστας και εν γένει γουρούνι όρθιο. Αυτομάτως, σύμφωνα με την λογική τον ολοκληρωτιστών, όσοι έχουν δεχτεί, δια της πολιτικής ορθότητας, τον στιγματισμό αυτόν, πρέπει να περιθωριοποιηθούν, να διασυρθούν και εν πολλοίς να εξαφανιστούν από το κοινωνικό γίγνεσθαι. Μάλιστα ένα πολύ μεγάλο μέρος των οπαδών της λογικής αυτής θεωρούν ότι κάποιος που υποπίπτει σε αυτό το αμάρτημα χάνει την ανθρώπινη υπόστασή του και μπορεί πλέον να θεωρηθεί στόχος για φυσική βία ή ακόμα και εξόντωση. 


Αν σκεφτούμε ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους, και καλώς, δεν θα πείραζαν ένα σκύλο ή μία γάτα για παράδειγμα, τότε καταλαβαίνουμε ότι αυτό που πρεσβεύει η πολιτική ορθότητα στο μυαλό ενός μεγάλου μέρους των θιασωτών της, είναι ότι όποιος δεν πηγαίνει με τα νερά τους δεν είναι καν ζώο που να αξίζει να κρατήσει τη ζωή του. Έτσι, ουσιαστικά αλλάζουν τους κανόνες του παιχνιδιού και από ανταλλαγή επιχειρημάτων η πολιτική και η οικονομία γίνονται ένα κλειστό παιχνίδι, όπου apriori ισχύουν μόνο οι δικές τους ιδέες και όλοι οι άλλοι είναι έκφυλοι που καλό θα ήταν να μην υπάρχουν καν. Ακόμα κι έτσι όμως, δεν έχουν τη δυνατότητα να κερδίσουν το παιχνίδι, ούτε με αυτούς τους κανόνες που οι ίδιοι φτιάχνουν. Πολλές δε φορές αντιφάσκουν σε τέτοιο βαθμό που καταντούν αστείοι. Έτσι παρατηρούμε το καταπληκτικό πως όταν, ας πούμε, σατυρικοί καλλιτέχνες ακολουθούν τα κελεύσματα τους, τότε η σάτιρα δεν έχει κανένα όριο. Μόλις εμφανιστεί κάποιος ο οποίος, ως σατυρικός καλλιτέχνης, τους ξεμπροστιάζει, τότε αυτόματα είναι ένας αισχρός και αήθης κίτρινιστης, του οποίου ο λόγος πρέπει να φιμωθεί πάραυτα.  


Όταν ένας ολοκληρωτιστής σπάει, καταστρέφει και χτυπάει δεν ξέρουμε αν είναι ήρωας ή αν είναι κατακριτέος. Συνήθως για τους πολιτικά ορθούς αν είναι κόκκινος είναι ήρωας γιατί μάχεται για τα δίκαια αιτήματά του. Αν από την άλλη κάνει ακριβώς τα ίδια πράγματα αλλά είναι ιδεολογικά μαύρος τότε είναι βδέλυγμα άξιο εκτέλεσης. Για τις ίδιες ακριβώς πράξεις μιλάμε φυσικά, κάτι που καταδεικνύει το παράλογο της θεωρίας.  


Με τούτα και μ’ εκείνα οι θιασώτες της πολιτικής ορθότητας καταλήγουν να εξευτελίζουν τις λέξεις και πλέον οποιοσδήποτε έχει μία διαφορετική άποψη είναι φασίστας ή/και νάζι. Έτσι οι πραγματικοί ολοκληρωτιστές που υπηρετούν διάφορους τύπους εθνικοσοσιαλισμού, στην πραγματικότητα βρίσκονται στο απυρόβλητο. Μιας και όλοι χαρακτηρίζονται με τον ίδιο τρόπο, δίκαιοι και άδικοι, τελικά δεν στιγματίζεται κανένας από τον χαρακτηρισμό και οι πολίτες της κοινωνίας καταλήγουν να θεωρούν φυσιολογικό να χαρακτηρίζεται κάποιος έτσι. 


 Να προσθέσουμε, τελειώνοντας αυτές τις σκέψεις, ένα βασικό λογικό σφάλμα του συλλογισμού που υποστηρίζει πλέον την πολιτική ορθότητα:

ΙΣΛΑΜΟΦΑΣΙΣΜΟΣ και ΔΥΤΙΚΟΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΙΚΟΣ ΙΔΕΑΣΜΟΣ: Φυσικά και φταίει ο καπιταλισμός για τη βόμβα στο Μάντσεστερ!



Με τη μαζική δολοφονία στο Μάντσεστερ διαπίστωσα πως ο αριθμός των ανθρώπων που με ακατανόητη προθυμία προσπαθούν να δικαιολογήσουν τις μαζικές δολοφονίες (κυρίως όταν ο δράστης είναι κάποιος φανατικός ισλαμιστής, αλλά όχι μόνο) έχει μάλλον μειωθεί. Δεν ξέρω αν είναι επειδή έχουν καταλάβει την ανοησία των επιχειρημάτων τους ή αν είναι επειδή κατάλαβαν ότι τους έχουμε καταλάβει. Όποιος και να είναι ο λόγος, η πέμπτη φάλαγγα της τρομοκρατίας όσο πάει και εξασθενεί. Είναι όλο και λιγότεροι οι θανατολάγνοι συμπατριώτες μας που, αφού παραστήσουν οτι συγκινούνται από τα θύματα των φανατικών σίριαλ κίλερ, δεν ξεχνούν να πουν την αιματοστολισμένη παπαριά τους που συνήθως πάει κάπως έτσι: «ναι, αλλα και οι χώρες της Δύσης εμπλέκονται σε πολέμους στις μουσουλμανικές χώρες». Μια μπούρδα τόσο μεγάλη, όσο μεγάλη είναι η συχνότητα με την οποία αποδεικνύεται πως οι δράστες τρομοκρατικών επιθέσεων έχουν τόση σχέση με τις εμπόλεμες ζώνες του μουσουλμανικού κόσμου όση εγώ με τη Σινασσό που γεννήθηκε η γιαγιά μου. Μπορεί, αν συγκεντρωθώ, να καταφέρω να τη δείξω στον χάρτη αλλά μέχρι εκεί.


Το μόνο στο οποίο έχουν δίκιο οι πεμπτοφαλαγγίτες της τρομοκρατίας είναι η ευθύνη του καπιταλισμού. Όντως, ο καπιταλισμός είναι η βασική αιτία των δολοφονικών τρομοκρατικών επιθέσεων. Γιατί ο καπιταλισμός είναι ο στόχος των τρομοκρατών. Και ακόμα κι ένας απολογητής τους (ή μάλλον, κυρίως αυτός) μπορεί να καταλάβει το γιατί.


Ο καπιταλισμός μπορεί να έχει χίλια δυό κουσούρια, αλλά είναι το μοναδικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα το οποίο όχι απλώς επιτρέπει αλλά απαιτεί ελευθερία για να λειτουργήσει. 


Σε αντίθεση με όλα τα άλλα συστήματα, ο μοναδικός τρόπος να αναπτυχθεί και να επιβληθεί ο καπιταλισμός είναι η ελευθερία του ατόμου. Και η πολιτική του και η οικονομική του ελευθερία. Έτσι κι αλλιώς, όπως εύκολα μπορούν να σας εξηγήσουν όσοι έζησαν σε καθεστώτα της αρεσκείας του Αλέκση του Τσίπρα, δύσκολα η μία μπορεί να υπάρξει χωρίς την άλλη.  


Η καπιταλιστική Δύση μπορεί να είναι γεμάτη ελαττώματα, αλλά έχει και εκείνο το μοναδικό προτέρημα που είναι απολύτως απαραίτητο για την ελπίδα ότι τα ελαττώματα της μπορεί να ξεπεραστούν: Ελευθερία.  


Ελευθερία στην άποψη, ελευθερία στην κίνηση, ελευθερία στο σεξ, ελευθερία που ενοχλεί τους μουλάδες όλων των ειδών και όλων των θρησκειών, ελευθερία που δεν μπορεί παρά να είναι ο πραγματικός εχθρός του κάθε φανατικού.


Γιατί ο στόχος των δολοφόνων του Μάντσεστερ, των δολοφόνων του Παρισιού, των δολοφόνων της Νέας Υόρκης, των δολοφόνων της Μαδρίτης και του Βερολίνου και όλων των πόλεων στις οποίες έχουν δράσει οι τρομοκράτες, δεν είναι η θρησκεία. Δεν είναι οι χριστιανοί αυτοί που ενοχλούν τους ακραίους φανατικούς του Ισλάμ. Γι αυτό άλλωστε και συχνά πυκνά ανάμεσα στα θύματα των μαζικών δολοφονιών είναι και μουσουλμάνοι.  


Ο πραγματικός στόχος των τρομοκρατών είναι οι άνθρωποι που ζουν στην καπιταλιστική  Δύση ή που θέλουν να ζήσουν όπως ζουν οι άνθρωποι στην καπιταλιστική  Δύση


Είναι οι άνθρωποι που ακούν όποια μουσική θέλουν, διαβάζουν ό,τι θέλουν, βλέπουν όποιες ταινίες θέλουν, ντύνονται όπως θέλουν, γαμιούνται με όποιον θέλουν και καταναλώνουν όπως θέλουν. Και όσο χαζά κι αν ντύνονται ή αν γαμιούνται ή αν καταναλώνουν οι άνθρωποι της καπιταλιστικής Δύσης, τουλάχιστον το κάνουν όπως και με όποιον γουστάρουν (κάποιες χώρες στην ανατολή της Δύσης μπορεί να αποτελούν εξαίρεση, αλλά έτσι συμβαίνει με τους κανόνες, έχουν και εξαιρέσεις). Κι αυτό...

ΚΟΙΝΩΝΙΑ και ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Κι αν οι άνθρωποι δεν θέλουν την ελευθερία;

Toυ ΘΟΔΩΡΗ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ


Στη διακήρυξη της ανεξαρτησίας των ΗΠΑ που έγραψε ο Τόμας Τζέφερσον και οι άλλοι πολύ σοφοί το 1776, αναφέρεται ότι τα τρία βασικά και απαράγραπτα δικαιώματα του ανθρώπου είναι το δικαίωμα στη ζωή, το δικαίωμα στην ελευθερία, και το δικαίωμα στη διεκδίκηση της ευτυχίας.


Ωραία κουβέντα.


Οι σύγχρονες φιλελεύθερες δημοκρατίες χτίστηκαν πάνω σ' αυτή τη βάση και σιγά σιγά και μετ’ εμποδίων κυριάρχησαν στον κόσμο μέχρι που έφτασε ο Φράνσις ο Φουκουγιάμα να δηλώσει ότι πάει, τελείωσε, η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι ο κολοφώνας της ανθρώπινης πολιτικής εξέλιξης, εδώ είμαστε.


Μερικά χρόνια μετά από τη δήλωση του Φουκουγιάμα, όμως, οι φιλελεύθερες δημοκρατίες παγκοσμίως περνούν μια μεγάλη και αναπάντεχα βαθιά κρίση. Βεβαίως, δημοκρατίες υπάρχουν ακόμα πολλές. Το προβλημα είναι ότι όλο και λιγότερες από αυτές είναι φιλελεύθερες. Το 1997 ο τότε 33χρονος διευθυντής του περιοδικού Foreign Affairs Φαρίντ Ζακαρία έγραψε ένα προφητικό και πολυσυζητημένο άρθρο στο οποίο εισήγαγε τον όρο “ανελεύθερες δημοκρατίες”. Ο ορισμός είναι ένα φαινόμενο το οποίο τότε δεν ήταν πολύ ξεκάθαρο αλλά τώρα, σχεδόν είκοσι χρόνια μετά, το βλέπουμε παντού: Χώρες που έχουν λίγο πολύ λειτουργικές δημοκρατίες, που διεξάγουν εκλογές, στις οποίες όμως οι πολίτες επιλέγουν κυβερνώντες που κατά κανόνα καταπατούν τις φιλελεύθερες αξίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα, ειδικά των μειονοτήτων.  


Η Βενεζουέλα, ας πούμε, έχει ακόμα εκλογές, είναι “δημοκρατία”, έχει κάνει και κάμποσα δημοψηφίσματα τα τελευταία 15 χρόνια, αλλά δεν είναι “ελεύθερη”. Στο δείκτη “Freedom in the World” του Freedom House που μετράει το πόσο πολιτικά και κοινωνικά ελεύθερες είναι οι χώρες του κόσμου, παίρνει βαθμό 30/100 για το 2017 (η Ελλάδα στον ίδιο δείκτη παίρνει 84).


Άλλη κατηγορία: Πριν από λίγους μήνες επισκέφτηκα μια πόλη της Κίνας που τη λένε Τσενγκντού, καταμεσής της επαρχίας Σιτσουάν, χίλια χιλιόμετρα από την πιο κοντινή θάλασσα. Εκεί διαπίστωσα πρώτα απ’ όλα ότι η Κίνα δεν μια αναπτυσσόμενη χώρα, ούτε βεβαίως μια σοσιαλιστική δυστοπία, αλλά για ένα κανονικότατα ανεπτυγμένο μέρος, με υποδομές πολύ καλύτερες της Δύσης, ακριβά αυτοκίνητα στους δρόμους και ανθρώπους που και ζωή έχουν (προσδόκιμο ζωής στην Κίνα τα 75 χρόνια) και την ευτυχία τους διεκδικούν λίγο-πολύ ανεμπόδιστα, όπως τους είδα να φιλιούνται στα πάρκα, να πηγαίνουν βόλτα τα χαμογελαστά τους παιδάκια και να αγκαλιάζονται στο μετρό. Στο World Happiness Report του 2016 η Κίνα εμφανίζεται 16 θέσεις υψηλότερα από την Ελλάδα. Κι όμως στην κλίμακα του Freedom House η Κίνα παίρνει βαθμό 15/100, έναν από τους χαμηλότερους στον κόσμο. Βεβαίως, η Κίνα ήταν πάντα μια ανελεύθερη χώρα, και μάλιστα τις τελευταίες δεκαετίες έχει κάνει άλματα σε σύγκριση με τη φρίκη της εποχής του Μάο. Αλλά παραμένει ανελεύθερη, και ο πληθυσμός της από το 1989 και μετά δεν μοιάζει και πολύ βιαστικός να διεκδικήσει περισσότερη ελευθερία. Αρκούνται στην καταναλωτική δύναμη και την ελευθερία επαγγελματικής ανέλιξης και δεν θεωρούν εξίσου σημαντικές την ελευθερία έκφρασης ή τα πολιτικά δικαιώματα.


Έτσι έχουμε ανελεύθερες χώρες που παραμένουν ανελεύθερες και παρ’ όλα αυτά ευημερούν, και δημοκρατίες στις οποίες οι πολίτες επιλέγουν συνειδητά τον περιορισμό της ελευθερίας τους, προσβλέποντας σε άλλα, σημαντικότερα οφέλη. Κι όταν ολοένα και περισσότεροι πολίτες σε ελεύθερες εκλογικές διαδικασίες και δημοψηφίσματα κάνουν επιλογές που μειώνουν την ελευθερία τους, ή όταν πολίτες σε ανελεύθερες χώρες δεν διεκδικούν περισσότερη ελευθερία όταν κατά τα άλλα ευημερούν, είναι σαν από τα “τρία βασικά δικαιώματα” του Τζέφερσον και των άλλων, το ένα να θεωρείται στην πράξη λιγότερο “απαράγραπτο”.


Η τάση πάντως είναι ξεκάθαρη: Σύμφωνα με το δείκτη του Freedom House σήμερα 105 χώρες του κόσμου είναι λιγότερο ελεύθερες από ό,τι ήταν το 2006. Έκανα το εξής: Άθροισα το βαθμό “ελευθερίας” για 190 χώρες του κόσμου από το 2003 στην κατηγορία των πολιτικών ελευθεριών που μετρά το Freedom House (αγνόησα τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας και το Νότιο Σουδάν, για τις οποίες δεν υπάρχουν στοιχεία για όλες τις χρονιές), και προέκυψε το εξής γράφημα:

ΚΟΙΝΩΝΙΑ: H «εξομολόγηση» μιας πόρνης

Γράφει ο Μ. Hulot 


Το κείμενο αυτό είναι ένα είδος διαθήκης, ένας αποχαιρετισμός σε νεκρούς και ζωντανούς.


«Η ζωή, δηλαδή το έσχατο όριό της, μού την είχε στημένη με μια ύστατη πρόκληση, ίσως γιατί έζησα υπερβολικά


Εδώ και τρία χρόνια είμαι παγιδευμένη στα δίχτυα του καρκίνου. Μέχρι στιγμής του ξεφεύγω πληρώνοντας με μεγάλους πόνους το τίμημα ενός ανένδοτου αγώνα.  


Σε σχέση με τις δυστυχίες του πλανήτη, δεν είναι τίποτα. 


Σε σχέση με τις μεγάλες χαρές της ζωής, τις οποίες γεύτηκα χωρίς καμία περιστολή, είναι πολύ σκληρό.


Από το Δεκέμβριο του 1995 κι ύστερα δεν έχω πάει με πελάτη. Τον τελευταίο, έναν κοντό ισπανό εργάτη, που μ' επισκεπτόταν καιρό, τον αποκαλούσα κρυφά «το γαριδάκι», μπορείτε να μαντέψετε για ποιο λόγο. Έπρεπε να συμπιεστώ σηκώνοντας τα πόδια στο ταβάνι για να τον αισθανθώ να μπαίνει μέσα, και στη συνέχεια να εκσπερματώσει, προσέχοντας κιόλας να μη μου γλιστρήσει. Έδινε τότε, όπως όλοι οι μετανάστες της εργατιάς, πενήντα ελβετικά φράγκα. δεν ήταν κουραστικό, ήταν απλά συγκινητικό, κι έφευγε μες στην καλή χαρά, μ' ένα χαμόγελο ταπεινό και γεμάτο ευγνωμοσύνη, περπατώντας λίγο στραβά, όπως τόσοι άλλοι μετά τον οργασμό, για να πάει να πιει ένα ποτηράκι.


Ήμουν εξήντα έξι ετών όταν σταμάτησα. Σήμερα είμαι εβδομήντα πέντε. Έχω τριάντα χρόνια πορνείας στην πλάτη μου, μαζί με τα διαλείμματα. Η πορνεία είναι τέχνη, φιλανθρωπία, επιστήμη. Το 'χω πει και επαναλάβει και θα το λέω και θα το γράφω μέχρι την τελευταία μου πνοή, στα γαλλικά, στα αγγλικά, στα γερμανικά, ακόμη και στα γερμανικά, ακόμη και στα ιταλικά και στα ισπανικά αν χρειαστεί.


Σήμερα, κοιτώντας πίσω, αναλογίζομαι τα τριάντα αυτά χρόνια στο επάγγελμα της πόρνης, που λογοτεχνικά αποκαλούμε «εταίρα» ή «παλλακίδα», με άπειρη νοσταλγία και ευγνωμοσύνη. Τα παιδιά μου κι εγώ ζήσαμε με γεμάτο στομάχι.


Το ανθρώπινο σώμα, όπου κατοικεί η ψυχή, είναι ένα μουσικό όργανο και η σεξουαλικότητα το δοξάρι του. Με τις αρετές της λεπτότητας και της βιαιότητας πάλλεται και αγγίζει το ζενίθ της ηδονής και της έκστασης. Η μόνη αυθεντική πορνεία είναι εκείνη των μεγάλων καλλιτέχνιδων, οι οποίες, τελειομανείς και τεχνικά καταρτισμένες, εξασκούν αυτή την ιδιαίτερη τέχνη με ευφυΐα, σεβασμό, φαντασία, φιλότιμο, εμπειρία, και επιδίδονται οικειοθελώς σ' αυτή, χάρη σε μια κατά κάποιον τρόπο έμφυτη κλίση: πρόκειται για αληθινές επαγγελματίες οι οποίες συνειδητοποιούν τη δύναμή τους και τα όριά της, ξέρουν να μπαίνουν στη θέση του άλλου, ν' ανακαλύπτουν τις προσδοκίες του, τα άγχη του, τις επιθυμίες του και να τον απελευθερώνουν χωρίς ζημία ούτε για τις ίδιες ούτε για εκείνον.
Καμία πόρνη άξια του ονόματός της δεν θα μπορέσει ποτέ ν' απαρνηθεί το παρελθόν της, είναι χαραγμένο στο δέρμα της και στην καρδιά της. Όπως έλεγε και μία φίλη μου του επαγγέλματος στο τηλέφωνο: «εμείς πάντα θα καταπραΰνουμε τους πόνους της ανθρωπότητας».


Ό,τι και να λένε οι επικριτές μας, οι ακραίοι οπαδοί της ηθικής και της «αρετής», εκείνης ακριβώς που τους καταπνίγει, εμείς κατέχουμε τα σκήπτρα στο παλάτι μας, το βασίλειο της συμπόνιας, της κομψότητας, και της –τόσο δύσκολα αποκτημένης- γνώσης της ανθρώπινης ψυχής και του ανθρώπινου σώματος.


Γνώρισα εδώ στη Γενεύη, αργότερα στο Παρίσι και στα διεθνή συνέδριά μας...

ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ και ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΟ ΣΥΡΙΖΟΠΛΗΚΤΟ ΚΩΛΟΧΑΝΕΙΟ: Ελευθερία ή ισότητα



Ελευθερία ή ισότητα. Παραδοσιακά, σε αυτό το δίπολο παιζόταν η σύγκρουση –η θεμιτή μα και η αθέμιτη– ανάμεσα στη φιλελεύθερη σκέψη και την αριστερή. 


Οι φιλελεύθεροι προτάσσουν την αξία της ελευθερίας ως κατ’ εξοχήν αντικειμενικό σκοπό μιας δημοκρατίας. Ελευθερία λόγου, ελευθερία έκφρασης, ελευθερία στο επιχειρείν και στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Η ελευθερία, σε αυτό το πλαίσιο, δεν μπορεί να εγγυηθεί την ισότητα σε μια κοινωνία, μπορεί όμως, ειδικά σε προηγμένα κράτη, με ισχυρό θεσμικό πλαίσιο, δημοκρατικά ανακλαστικά και ευέλικτους μηχανισμούς στην οικονομία, να εγγυηθεί τις ίσες ευκαιρίες.

 
Τη βαρύνουσα σημασία της ισότητας έναντι της ελευθερίας προτάσσει παραδοσιακά η αριστερά: όχι σε μια κοινωνία πολλών ταχυτήτων, με αδικίες και εκμετάλλευση. Η ελευθερία θα προκύψει από την ισότητα των πολιτών. Δεν θα ξεχωρίζει κανένας, διότι θα ξεχωρίζουν όλοι. Και αυτή τη συνθήκη μπορεί να την εγγυηθεί μόνον το κράτος. Για την ακρίβεια, το κράτος δεν διασφαλίζει κάτι· το ορίζει. Γι’ αυτό και η ελευθερία του λόγου και της έκφρασης στα κράτη π.χ. του «υπαρκτού» ήταν κάτι περίπου επιλήψιμο αν όχι ευθέως απαγορευμένο – εκτός και αν συνέπιπτε αυτή η έκφραση με την «επίσημη γραμμή».

 
Τα παραπάνω είναι, φυσικά, η θεωρία, ειπωμένη όχι δίχως έναν απλοϊκό τόνο και σίγουρα μέσα σε ένα πνεύμα γενίκευσης. Στην πράξη, ποτέ δεν έγιναν ακριβώς έτσι τα πράγματα – σίγουρα όχι στον παλαιό «υπαρκτό», ενώ στις «ελεύθερες οικονομίες», η επιχειρηματική κίνηση στιγματίστηκε συχνά από μια ασυδοσία που ακύρωνε το αρχικό, θεμελιώδες αξίωμα των ίσων ευκαιριών στο ιδιωτικό επιχειρείν, στην ελευθερία κινήσεων εν τέλει.  


Στον «υπαρκτό», παρά τις ανισότητες που προέκυπταν με όσους ήταν υψηλόβαθμα στελέχη στο Κόμμα, όλοι είχαν μια «δουλίτσα», ένα «σπιτάκι» κτλ. Στα μετά το 1989 χρόνια του έξαλλου καπιταλισμού στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που νοστάλγησαν εκείνη την «ασφάλεια της γωνίας» παρά την ανελευθερία που τη συνόδευε. 


Στον άγριο καπιταλισμό ήρθε να προστεθεί και μια θεσμική ένδεια (λογικό από τη στιγμή που κατέρρευσε το κράτος-μπετόν) φέρνοντας ανομία και βία. Και μπορεί τώρα η βία να μην ασκούνταν από ένα αυταρχικό, δικτατορικό επί της ουσίας, καθεστώς, η άλλοτε όμως κοινωνία των ίσων, τώρα λειτουργούσε, εν πολλοίς, με τη λογική της ζούγκλας. 


Στις δυτικές κοινωνίες, πάλι, η έννοια της ελευθερίας πλησίαζε στο ιδεώδες του θεωρητικού πλαισίου στις περιπτώσεις που μια κυβέρνηση λειτουργούσε με βάση το πνεύμα μιας εξισορρόπησης: ελευθερία αλλά όχι ασυδοσία. Την ασυδοσία αυτή απέτρεπε με τους θεσμούς του, διακριτικά, το κράτος. Ο ρόλος του «κέντρου» εδώ (κεντροδεξιό ή κεντροαριστερό) είναι κομβικός. Αλλά σήμερα το «κέντρο» δεν είναι αρεστό – διεθνώς. Και απουσιάζει τραγικά.


Η χώρα μας πορεύτηκε δεκαετίες τώρα πάνω σε ένα ιδιότυπο μοντέλο ελεύθερης οικονομίας με έντονα όμως κρατικιστικά χαρακτηριστικά. Μια άτυπη σοβιετία της Δύσης. Η κυρίαρχη νοοτροπία δεν ήταν στο πλευρό του επιχειρείν, της πρωτοβουλίας αλλά της βολής – και αυτή τη βολή προσέφερε με προσλήψεις και μονιμοποιήσεις το κράτος, το οποίο όμως, ως γνωστόν, οι πάντες εχθρεύονταν.

 

Καθώς η έννοια του κέρδους στην Ελλάδα είναι στιγματισμένη, όχι μόνον ηθικά αλλά και ως πρακτική (θέλει κόπο, βλέπετε, για να βγάλεις κέρδος), το Δημόσιο και η μισθωτή εργασία έγιναν το «ελληνικό όνειρο». Για τον επιχειρηματία και τον ελεύθερο επαγγελματία γενικώς...

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΚΟΙΝΩΝΙΑ - ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Ανοιχτές κοινωνίες και κλειστά μυαλά




Το άρθρο που θα διαβάσετε, πρωτοδημοσιεύθηκε στις 25 Νοεμβρίου 1939 στη «Le soir republicain», τη δισέλιδη εφημερίδα που κυκλοφορούσε στο Αλγέρι υπό τη διεύθυνση του Albert Camus. 


Με το κείμενο ο συγγραφέας τοποθετείται για τον ρόλο της δημοσιογραφίας εν καιρώ πολέμου, γενικότερα για την επιλογή καθενός μας να οικοδομήσει εαυτόν ως ελεύθερη προσωπικότητα. Ενα μανιφέστο διαρκώς επικαιρο, πολύ περισσότερο στους ασυνάρτητους καιρούς μας.



Έγραψε ο Camus:



«Είναι δύσκολο σήμερα να αναφερθείς στην ελευθερία του Τύπου χωρίς να κατηγορηθείς για μωρολογία, Mata Hari ή για το ότι είσαι –δίχως άλλο– ανιψιός του Stalin.



Κι όμως, αυτή η ελευθερία δεν είναι παρά μια ακόμα πτυχή της ελευθερίας συνολικά, πράγμα που εξηγεί την εμμονή μας να την υπερασπιζόμαστε, πόσο μάλλον για όσους εξ ημών θεωρούν πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος να νικήσουμε πραγματικά στον πόλεμο.



Ασφαλώς κάθε ελευθερία έχει τους περιορισμούς της, που προϋποθέτουν πάντως να αναγνωρίζεται η ύπαρξή της. (...) Είναι ανάγκη να αναζητήσουμε πώς, απέναντι στην κατάργηση των ελευθεριών, μπορεί να εξακολουθεί να παραμείνει ελεύθερος κάθε δημοσιογράφος. Το πρόβλημα δεν αφορά τις συλλογικότητες, αλλά το άτομο.



(...) Τέσσερις είναι οι προϋποθέσεις: η διαύγεια, η άρνηση, η ειρωνεία και η εμμονή.



Η διαύγεια προϋποθέτει την αντίσταση στο μίσος και τη μοιρολατρία. Είναι βέβαιο πως στον κόσμο που προσεγγίζουμε δια των εμπειριών μας τα πάντα μπορούν να αποφευχθούν. Ο ίδιος ο πόλεμος είναι ένα ανθρώπινο φαινόμενο, που ανά πάσα στιγμή είναι δυνατό να αποφευχθεί με ανθρώπινα μέσα. Αρκεί να γνωρίζει κανείς την ευρωπαϊκή πολιτική ιστορία των τελευταίων χρόνων για να βεβαιωθεί πως ο πόλεμος, όποιος κι αν είναι αυτός, έχει προφανείς αιτίες. Αυτή η διαυγής αντίληψη για τα πράγματα αποκλείει το τυφλό μίσος και την απελπισία που επιτρέπει τα πάντα. (...)



Απέναντι στην πλημμυρίδα της ηλιθιότητας, είναι επίσης αναγκαίο να προβάλλουμε ορισμένες αντιθέσεις. Όλες οι δυσκολίες του κόσμου δεν μπορούν να κάμψουν ένα πνεύμα κάπως καθαρό ώστε να αποδεχθεί να γίνει ανέντιμο. Για όποιον γνωρίζει το μηχανισμό της πληροφόρησης έστω και λίγο,είναι μάλλον εύκολο να διαπιστώνει την αυθεντικότητα κάθε είδησης. Κι είναι στο έργο αυτό που οφείλει να αφιερωθεί κάθε ελεύθερος δημοσιογράφος.



Διότι, ακόμα κι αν δεν μπορεί να πει όλα όσα σκέφτεται, του είναι πάντα δυνατό τουλάχιστο να μη λέγει όλα όσα θεωρεί παραπλανητικά. Κάθε ελεύθερη εφημερίδα κρίνεται εξίσου από όσα λέγει και όσα δεν λέγει.  


Αυτή η αρνητική ελευθερία είναι μακράν η σημαντικότερη όλων, για όποιον γνωρίζει πώς να την τηρεί. Διότι προετοιμάζει την έλευση της αληθινής ελευθερίας.  


Κατά συνέπεια, κάθε ανεξάρτητη εφημερίδα αναφέρει τις πηγές της, βοηθάει το κοινό της να τις αξιολογούν, απεχθάνεται την πλύση εγκεφάλου, καταργεί την καθοδήγηση, απαλύνει διαμέσου του σχολιασμού την ομοιομορφία της πληροφόρησης και γενικά υπηρετεί την αλήθεια στον βαθμό των δυνάμεών της. Όσο σχετικό κι αν είναι αυτό το μέτρο, τουλάχιστο μας επιτρέπει να αρνούμαστε αυτό που καμία δύναμη στον κόσμο δε θα μπορούσε να μας εξαναγκάσει να αποδεχθούμε: να μετατραπούμε σε υπηρέτες του ψεύδους.



Οδηγούμεθα έτσι στην ειρωνεία. Θεωρούμε αρχικά δεδομένο πως κάθε πνεύμα που αρέσκεται να επιβάλει δια της βίας τη θέλησή του έχει ανοσία στην ειρωνεία. Δεν μπορώ να δω τον Hitler, για να πάρω ένα μόνο σχετικό παράδειγμα, να καταφεύγει στη σωκρατική ειρωνεία. Αυτό σημαίνει πως η ειρωνεία μετατρέπεται σε απαράμιλλο όπλο κατά των δυναστών. (...) Αν η ίδια αλήθεια ειπωθεί πλαγίως, λογοκρίνεται μόνον πέντε φορές στις δέκα. (...) Αν και η αλήθεια και η ελευθερία είναι απαιτητικές ερωμένες, καθώς διαθέτουν ελάχιστους εραστές.



Είναι σαφές πως αυτή η διανοητική κατάσταση που εκτέθηκε εν συντομία εδώ δεν είναι δυνατό να υποστηριχτεί αποτελεσματικά χωρίς ένα ελάχιστο εμμονής. Πολλά εμπόδια εγείρονται στον δρόμο της ελευθερίας της έκφρασης. (...) Χρειάζεται από την άλλη να αποδεχθούμε πως υπάρχουν αποθαρρυντικά εμπόδια: η εμμονή της ανοησίας, η οργανωμένη παραπλάνηση, η πνευματική οξύτητα, κι ας αρκεστούμε σε αυτά. Αυτά είναι τα μεγάλα εμπόδια που καλούμαστε να καταρρίψουμε. Η ύπατη αρετή στο σημείο αυτό είναι η εμμονή. Εμμονή που παραδόξως αλλά φανερά τίθεται τότε στην υπηρεσία της αντικειμενικότητας και της ανεκτικότητας.



Ιδού λοιπόν ένας κανόνας για να διατηρηθεί η ελευθερία εν μέσω στης γενικευμένης δουλείας. 


Και λοιπόν; Θα μας πουν. Μετά τι γίνεται;