Εδώ και κάποια χρόνια,
έχει ανοίξει μια συζήτηση με θέμα τον τρόπο εορτασμού του «ΟΧΙ» και τα οφέλη
της κοινωνίας μας από αυτόν. Κοντά σε αυτό το θέμα υπάρχουν και κάποια άλλα μικρότερα
θέματα, που σχετίζονται με την επέτειο αυτή και αφορούν π.χ. το αντικείμενο του
εορτασμού ή το πρόσωπο του Μεταξά.
Έχουν υποστηριχτεί
διάφορες απόψεις γύρω από την εν λόγω επέτειο και ό,τι σχετίζεται με αυτή,
διαφορετικές και ενίοτε αντικρουόμενες μεταξύ τους πλην, όμως, απαραίτητες σε
μια κοινωνία, που θέλει να σέβεται την ελευθερία του λόγου. Βέβαια, κάποιες εξ
αυτών (όχι όλες) είναι ενδεικτικές του τρόπου σκέψης ολόκληρων γενεών
συμπολιτών μας, όπως αυτός έχει διαμορφωθεί τόσο από το προβληματικό
εκπαιδευτικό μας σύστημα όσο και από την απροθυμία τους να ανοίξουν ένα βιβλίο
ή να παρακολουθήσουν μια εκπομπή για το έπος του ‘40. Αξίζει, πιστεύω, να τις δούμε,
προκειμένου να τις αξιολογήσουμε και να καταλήξουμε σε κάποια συμπεράσματα.
Έχουμε και λέμε, λοιπόν
:
Στις
28 Οκτωβρίου κάθε χρόνου γιορτάζουμε την επέτειο του «ΟΧΙ» : Τα ξημερώματα της 28ης
Οκτωβρίου του 1940 ο Μεταξάς απάντησε στο τελεσίγραφο του Ιταλού πρέσβη στην
Αθήνα, Γκράτσι με τη φράση "Alors, c'est la guerre", την
οποία ο θρύλος συμπύκνωσε στη φράση «ΟΧΙ». Στη συνέχεια, την ίδια μέρα η Ιταλία
κήρυξε τον πόλεμο στη χώρα μας. Προσωπικά, δεν γνωρίζω άλλη χώρα, η οποία να
εορτάζει την είσοδό της στον πόλεμο και όχι το πέρας του. Πέραν αυτού του
παραδόξου, με αυτή την επέτειο δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρο, τι ακριβώς
εορτάζουμε. Την είσοδό μας στον πόλεμο; Την γενναιότητα του στρατού μας; Την
αντίσταση στο φασισμό και το ναζισμό; Εκτός του ότι δεν έχει, ακόμα, λοιπόν,
αποσαφηνιστεί το περιεχόμενο αυτού του εορτασμού, η εν λόγω εκδήλωση με την
πάροδο των χρόνων ταυτίστηκε ουσιαστικά με την πολιτική πράξη του Μεταξά να αρνηθεί
την υποταγή της Ελλάδος στις δυνάμεις του Άξονα, πράξη που οδήγησε στην κάθε
άλλο παρά συμβατή με την ιστορία εξιδανίκευσή του.
Με τις μαθητικές και στρατιωτικές παρελάσεις
τηρούμε μια παράδοση : Μόνο που
η παράδοση των μαθητικών και στρατιωτικών παρελάσεων είναι μεταξικής έμπνευσης
και αποσκοπούσε στην εδραίωση του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου.
Συνεπώς, σήμερα φαντάζει ως ένας αναχρονιστικός θεσμός, που δεν έχει καμμία
θέση σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, και καμμία σχέση δεν έχει με την πολιτική
και πολιτιστική παράδοσή μας.
Οι
μαθητές διδάσκονται από τέτοιες εκδηλώσεις : Διαφωνώ. Η συντριπτική πλειοψηφία
των μαθητών αγνοεί παντελώς τις συνθήκες, υπό τις οποίες η Ελλάδα οδηγήθηκε
στον πόλεμο με την Ιταλία καθώς και τις συνθήκες, που επικρατούσαν τότε στην
Ελλάδα. Οι ίδιοι μαθητές αντιμετωπίζουν την επέτειο αυτή ως μια μέρα ανάπαυλας
από το σχολείο, ενώ στους σχολικούς εορτασμούς κυριαρχεί ένα κλίμα βαρεμάρας
και χαβαλέ, όπου αναπαράγονται ομιλίες και εθιμοτυπικά παλαιότερων ετών και το
μόνο, το οποίο δεν προβάλλεται, είναι η ιστορία της περιόδου εκείνης κατά τρόπο
κατανοητό και πλήρη.
Στην
πραγματικότητα, η παρέλαση ομοιόμορφα ενδεδυμένων μαθητών και με ομοιόμορφο
βηματισμό συνιστά εκδήλωση μιλιταρισμού, η οποία δεν ενδείκνυται για ανθρώπους,
που βρίσκονται στο στάδιο διαμόρφωσης της προσωπικότητάς τους, ή για κοινωνίες,
οι οποίες θέλουν να θεωρούνται δημοκρατικές και να καλλιεργούν τις κατάλληλες
προϋποθέσεις, ώστε κάθε άνθρωπος να διαμορφώνει τα ατομικά του χαρακτηριστικά
και να μη μετατρέπεται σε μια άμορφη και εύκολα χειραγωγούμενη μάζα.
Επίσης,
οι μαθητές μας διδάσκονται, ότι ο Μεταξάς είπε το «ΟΧΙ» αλλά αγνοούν, ποιοι
πολέμησαν στα βουνά της Ηπείρου, ως, επίσης, τι συνέβη επί Κατοχής στην Ελλάδα
αλλά και τα αίτια του Εμφυλίου.
Υπάρχει
εθνική και κοινωνική ανάγκη να εορτάζεται το «ΟΧΙ» : Με αυτό τον τρόπο, που εορτάζεται
σήμερα; Ειλικρινά δεν αντιλαμβάνομαι, τι είδους εθνική υπερηφάνεια αντλούν
πολλοί συμπολίτες μας στη θέα μαθητών με ομοιόμορφο ντύσιμο και ομοιόμορφο
βηματισμό, τη στιγμή που οι ίδιοι παρελαύνοντες αγνοούν την ιστορία του
ελληνοϊταλικού πολέμου και το πρόσωπο του Μεταξά.
Θεωρώ,
ότι ο εορτασμός του «ΟΧΙ» θα αποκτούσε πραγματικό νόημα, αν διδασκόταν ως πράξη
αντίστασης σε κάθε μορφή ολοκληρωτισμού, χωρίς να εξαιρείται ο Μεταξάς. Με αυτό
τον τρόπο, θα αποκτούσε μια αναμφίβολη ηθική αξία και θα ξέφευγε από τα στενά
πατριωτικά πλαίσια εορτασμού του, σύμφωνα με τα οποία εορτάζεται η αντίστασή
μας στο δικτάτορα Μουσολίνι, μόνο και μόνο επειδή ο στρατός του τελευταίου
εισέβαλε στην Ελλάδα, χωρίς την παραμικρή αναφορά σε όσα εκπροσωπούσε ο φασισμός.
Ο
Μεταξάς ήταν ένας πραγματικός πατριώτης σε αντίθεση με τους σημερινούς
πολιτικούς : Δεν
είναι καινούργια άποψη αλλά εσχάτως άρχισε να αποκτά περισσότερο και εξίσου
φανατικό με τους παλαιούς θιασώτες της κοινό. Η σκληρή πραγματικότητα, όμως,
είναι, ότι ο Μεταξάς έχει τόση σχέση με τον πατριωτισμό όση ο φάντης με το
ρετσινόλαδο (το οποίο, άλλωστε, εκτιμούσε ιδιαιτέρως ο εν λόγω «πατριώτης»). Σε
όλη τη διάρκεια της ζωής του αποστρεφόταν τον κοινοβουλευτισμό (συμμετοχή του
στο πραξικόπημα Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη και, κυρίως, πραξικόπημα της 4ης
Αυγούστου 1936) και τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, που έρχονταν σε
αντίθεση με τις πεποιθήσεις του. Η ηγετική του θέση στους Επίστρατους, που διακρίθηκαν
στις απηνείς διώξεις βενιζελικών, αλλά και οι διώξεις κομμουνιστών και
συντηρητικών πολιτικών, που δεν συμφωνούσαν με την πολιτική του στη διάρκεια
της δικτατορίας του, ήταν ενδεικτικές ενέργειες ενός πολιτικού με φανερά
ολοκληρωτική αντίληψη. Αν προσθέσουμε τη μεταμόρφωση του εκπαιδευτικού
συστήματος, μέσω της Ε.Ο.Ν., σε μηχανισμό προπαγάνδας υπέρ του καθεστώτος, αφού
πρώτα εξεδιώχθησαν όσοι εκπαιδευτικοί αρνήθηκαν να συμμορφωθούν, την απαγόρευση
διεξαγωγής εκλογών, τη διάλυση της ΓΣΕΕ κ.λπ., τότε θα διαπιστώσουμε, πόσο
εκτός πραγματικότητας είναι ο χαρακτηρισμός του Μεταξά ως πατριώτη.
Επίσης,
η σύγκριση του Μεταξά με τους σημερινούς πολιτικούς είναι επιεικώς άστοχη. Ο
Μεταξάς ήταν ένας δικτάτορας, που διορίστηκε στην πρωθυπουργία από το Γεώργιο
το Β’ και επικαλούμενος έκτακτες ανάγκες διέλυσε τη Βουλή, χωρίς να προκηρύξει
εκλογές, ανέστειλε πολλά άρθρα του τότε Συντάγματος και κατέστησε τον εαυτό του
απόλυτο πολιτικό άρχοντα της Ελλάδας. Οι σημερινοί πολιτικοί εξελέγησαν με
νόμιμες διαδικασίες και καθένας έχει τη δυνατότητα να τους κρίνει και
επικρίνει, χωρίς να κινδυνεύει να συλληφθεί, δικαστεί και καταδικαστεί ως
«αντιδραστικός». Επιτρέπεται η λειτουργία πολιτικών κομμάτων και η διενέργεια
εκλογών και τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα ασκούνται ελεύθερα και πάντως
χωρίς τους περιορισμούς της μεταξικής περιόδου. Σαφώς και απέχουμε από το να
χαρακτηριστούμε υποδειγματική δημοκρατία. Αλλά και ουδεμία σχέση έχει το
πολίτευμά μας με αυτό, που είχε εγκαθιδρύσει ο Μεταξάς.
Η
άρνησή του να συνθηκολογήσει με την Ιταλία δικαιώνει το Μεταξά : Με τη διαφορά ότι ο Μεταξάς δεν
λειτουργούσε αυτόνομα αλλά ήταν δέσμιος της βρεττανικής εξωτερικής πολιτικής,
όπως και όλοι, σχεδόν, οι πρωθυπουργοί της χώρας έως τα Δεκεμβριανά, οπότε
ουσιαστικά και λόγω χρονικής συγκυρίας δεν είχε πολλά περιθώρια αποκλίσεων από
την πολιτική αυτή. Ακόμα, όμως, και αν τον κρίνουμε θετικά γι’ αυτή του την
άρνηση, αυτός δεν απαλλάσσεται για τα πεπραγμένα του καθεστώτος του.
Ο
Μεταξάς είχε προετοιμάσει την άμυνα της χώρας : Το αποτέλεσμα του ελληνοϊταλικού
πολέμου δικαιώνει αναμφίβολα το Μεταξά (και μας ωθεί να παρακάμψουμε την οικτρή
οργάνωση του ιταλικού στρατού)σε ό,τι αφορά την προετοιμασία της χώρας στα
ελληνοαλβανικά σύνορα. Όμως, σε ό,τι αφορά τα ελληνοβουλγαρικά και
ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα, η μέριμνά του δεν ήταν η καλύτερη δυνατή.
Αναλυτικότερα, στην περιοχή των ελληνοβουλγαρικών συνόρων υπήρχαν ήδη από την
εποχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου οχυρά για την προστασία της χώρας από την από
βορράν εισβολή, τα οποία ενισχύθηκαν την εποχή του Μεσοπολέμου και έμειναν
γνωστά ως Γραμμή Μεταξά λόγω του καθοριστικού ρόλου, που ο εν λόγω πολιτικός
διαδραμάτισε στην ανέγερσή τους. Ωστόσο, δεν είχαν ανεγερθεί με σκοπό την
απόκρουση της εισβολής των δυνάμεων του Άξονα αλλά για να αποφευχθεί
ελληνοβουλγαρική σύρραξη, καθόσον η Βουλγαρία δεν ανεγνώριζε τις συνθήκες του
1912 και 1913, αξίωνε τα εδάφη, που της ανεγνώριζε η μηδέποτε εφαρμοσθείσα Συνθήκη
του Αγίου Στεφάνου (η «Μεγάλη Βουλγαρία»)και δεν είχε υπογράψει το Βαλκανικό
Σύμφωνο Φιλίας, διατηρώντας, έτσι, σε όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου μια
εχθρική στάση απέναντι στην Ελλάδα. Η ανέγερσή τους είχε λάβει χώρα, προτού η
Βουλγαρία προσχωρήσει στον Άξονα, ώστε
να μιλήσει κανείς για προνοητικότητα του Μεταξά (η Βουλγαρία προσεχώρησε στον
Άξονα στις 1.3.1941).
Ακόμα, επειδή η
αντίδραση μιας χώρας σε μια πολεμική εισβολή κρίνεται εκ του αποτελέσματος, η
δια περιπάτου προέλαση του γερμανικού στρατού, ο οποίος, συνάντησε αντίσταση μόλις τριών ημερών στη Γραμμή Μεταξά, και η ακόμα πιο άνετη εισβολή από τα ελληνογιουγκοσλαβικά σύνορα, όπου ο Μεταξάς δεν είχε
προνοήσει να κατασκευάσει κάποια σοβαρά οχυρωματικά έργα, μάλλον δεν δικαιώνει
τους πιστούς της άποψης, ότι ο Μεταξάς είχε προετοιμάσει την άμυνα της χώρας
για να αποκρούσει την εισβολή των δυνάμεων του Άξονα. Η δε άποψη, ότι δεν περίμενε
κανείς την τόσο γρήγορη συνθηκολόγηση της Γιουγκοσλαβίας, δεν αποτελεί σοβαρή
δικαιολογία.
Δεν
υπάρχει άσπρο-μαύρο στην ιστορία και πρέπει να αναγνωρίσουμε τη θετική συμβολή
του Μεταξά στην έκβαση του ελληνοϊταλικόυ πολέμου : Η ιστορία είναι, δυστυχώς,
καταδικαστική για το Μεταξά, ένα δικτάτορα, ο οποίος γύρισε τη χώρα αρκετά
χρόνια πίσω με την αλλοίωση του εκπαιδευτικού μας συστήματος, την απαγόρευση
της άσκησης βασικών ατομικών και πολιτικών δικαιωμάτων και τις διώξεις χιλιάδων
αντιφρονούντων, αρκετοί από τους οποίους πέθαναν από τις κακουχίες
(Παπαναστασίου, Μιχαλακόπουλος κ.λπ.). Όσο και αν δικαιώθηκε για την απόφασή
του να πολεμήσει τους Ιταλούς, τα καταγεγραμμένα αμαρτήματά του είναι πάρα
πολλά, για να μιλήσουμε για ενδιάμεση γκρίζα κατάσταση και όχι για ένα σχεδόν
απόλυτο μαύρο.
Ο
Μεταξάς ήταν φιλογερμανός αλλά πολέμησε τους Ιταλούς: Όλοι, σχεδόν, οι πρωθυπουργοί της
Ελλάδος έως και τα Δεκεμβριανά ήταν αγγλόφιλοι, διότι η χώρα ευρισκετο στην
αγγλική σφαίρα επιρροής. Οι σπουδές του Μεταξά στη Γερμανία διαμόρφωσαν τον
ολοφάνερο θαυμασμό του για καθετί γερμανικό, πλην, όμως, η πολιτική, που
ακολούθησε, ήταν αμιγώς φιλοαγγλική και οι μόνες σχέσεις με τη Γερμανία ήταν η
οικονομική συνεργασία μεταξύ των χωρών, που ούτως ή άλλως προϋπήρχε, και η
επιρροή του ναζισμού στη διαμόρφωση του εν γένει εκπαιδευτικού συστήματος και
ορισμένων τελετουργικών π.χ. την καθιέρωση του ναζιστικού χαιρετισμού. Επίσης,
εν έτει 1938 ο Μεταξάς είχε προτείνει στους Άγγλους την υπογραφή αμυντικής
συμμαχίας. Ανάλογη συμφωνία δεν είχε καν προτείνει στη Γερμανία. Για τέτοιο
φιλογερμανισμό μιλάμε.
Αν
ο Μεταξάς ήταν δικτάτορας, γιατί ο στρατός πολέμησε πρόθυμα τους Ιταλούς; Διότι ο στρατός μας πολεμούσε υπέρ
βωμών και εστιών και όχι για να διατηρήσει ένα ολοκληρωτικό καθεστώς, το οποίο
απαγόρευε την κριτική εναντίον του και δεν είχε λάβει κανένα ουσιαστικό μέτρο
για την εξάλειψη της φτώχειας στη χώρα μας (για το μύθο περί της ίδρυσης του
Ι.Κ.Α. από το Μεταξά, διαβάστε αυτό). Επίσης, η
σπουδή των Ελλήνων να καταταγούν, για να πολεμήσουν, δεν αθωώνει το βίο και την
πολιτεία του Μεταξά.
Ο
Μεταξάς προέβλεψε την κυριαρχία των Συμμάχων γι’ αυτό και απέφυγε να συμμαχήσει
με τις δυνάμεις του Άξονα : Μόνο
που η ιστορία βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα και όχι σε εικασίες. Από κανένα,
απολύτως, στοιχείο δεν αποδεικνύεται, ότι ο Μεταξάς προέβλεψε την ήττα των
Γερμανών και, εκ του λόγου αυτού, αποφάσισε να σεβαστεί τις δεσμεύσεις του
απέναντι στους Βρεττανούς. Σημειωτέον, ότι, εν έτει 1940 οι Γερμανοί είχαν ήδη
ενσωματώσει την Αυστρία, είχαν καταλάβει Τσεχοσλοβακία, Πολωνία, Νορβηγία,
Δανία, Βέλγιο και Γαλλία, νικούσαν τους Συμμάχους, είχαν εξασφαλίσει τη μη
εμπλοκή της ΕΣΣΔ στον πόλεμο με το σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότωφ, προέλαυναν σε
όλη τη Δυτική Ευρώπη, είχαν τσακίσει το βρεττανικό ναυτικό, που ήταν το μεγάλο
όπλο της κυριότερης αντιπάλου του Άξονα και τίποτα δεν προϊδέαζε, ότι οι
Σύμμαχοι θα ανέκαμπταν.
Ο
Μεταξάς αποτελεί κομμάτι της νεότερης ιστορίας μας : Αυτό δεν αμφισβητείται και
εξυπακούεται, ότι η αποσιώπηση όσων έλαβαν χώρα κατά την περίοδο της εξουσίας
του δεν βοηθάει στην κατανόηση της ιστορίας μας. Αρκεί να δίδεται η κατάλληλη
και σύμφωνη με τις ιστορικές πηγές ερμηνεία.
Στην
Ελλάδα η ιστορία αντιμετωπίζεται με έντονο συναισθηματισμό : Δεν διαφωνώ. Μόνο που με το ίδιο
μειονέκτημα πιστώνονται και οι πιστοί της άποψης, ότι ο Μεταξάς ήταν ένας
πραγματικός πατριώτης, επειδή είπε το «ΟΧΙ» στους Ιταλούς, η οποία αποσιωπά τα
εγκλήματα της δικτατορίας του. Μια ψύχραιμη αποτίμηση των ιστορικών πηγών
καταδεικνύει τον ολοκληρωτισμό του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου 1936,
την οποία κανένα «ΟΧΙ» δεν αναιρεί.
Δεν
περιμένω να αλλάξει ο τρόπος αντίληψης των πολλών γύρω από τον τρόπο εορτασμού
της επετείου της κήρυξης του ελληνοϊταλικού πολέμου ή έστω το πρόσωπο του
Μεταξά. Σε εποχές γενικευμένης σύγχυσης οι ψύχραιμες και τεκμηριωμένες
ιστορικές θεωρήσεις είναι είδος πολυτελείας. Και πολύ φοβάμαι, ότι με τέτοιες
αντιλήψεις ίσως είμαστε καταδικασμένοι να ξαναζήσουμε καταστάσεις, οι οποίες
πιστεύαμε μέχρι πρότινος, ότι δεν θα επαναλαμβάνονταν.
Υ.Γ. Οφείλω να εκφράσω τις θερμές
ευχαριστίες μου προς όσους φίλους και γνωστούς συμμετείχαν σε πρόσφατη
διαδικτυακή συζήτηση με το ανωτέρω θέμα, η οποία μου έδωσε το έναυσμα για το
παρόν κείμενο καθώς και αρκετές ιδέες.