Εδώ που λες τα
πράγματα έχουν αλλάξει. Η κρίση έχει
τελειώσει, το λέει ο πρωθυπουργός, το λεν οι υπουργοί, το λεν και στην τιβί, και οι αγαπημένοι μου τρελοί τριγυρίζουν
στους δρόμους διαφορετικοί. Ο ένας, εκείνος ο
τεράστιος, που διαδοχικά καθόταν, πάντα
μόνος και πάντα αμίλητος, σε όλα τα
μπουγατσατζίδικα και τα ταχυφαγεία της
γειτονιάς, και πίστεψέ με, στη γειτονιά
υπήρχανε πολλά, έχει αλλάξει: φανερά
αδυνατισμένος, πιο καλοντυμένος,
καλοχτενισμένος. Εχουν κλείσει και κανά
δυο μπουγατσατζίδικα, απ' αυτά που άραζε
τρώγοντας ζαμπονοκασερόπιτα, πίνοντας
κοκακόλα, και τώρα δεν έχει πού να κάτσει,
πού να σταθεί – μήπως σε εκείνο το καφέ
που σου λένε τον καφέ, τη μοίρα σου, το
ριζικό σου, που πρώτα αράζανε οι γκόμενες
και αφού είδαν οι γκόμενοι τις γκόμενες
είπανε να αράξουν κι αυτοί εκεί μπας
και κάτσει καμιά κατάσταση;
Λες να αράζει
εκεί; Λες γι' αυτό ντύνεται καλύτερα, να
χτενίζεται, να έχασε κιλά;
Τις προάλλες
που έπινα καφέ κάπου που δεν σου λένε
τη μοίρα σου, ευτυχώς, άλλωστε το ξέρω,
όλα κατά διαόλου θα πανε, προσπάθησα
μάλλον ανεπιτυχώς να εξηγήσω σε έναν
φίλο γιατί η αγαπημένη μου διαδρομή
είναι όχι Λιμάνι – Μέγαρο Μουσικής,
ούτε Χαλκέων – Μενεμένη, μήτε απ' το
γυράδικο στο ζαχαροπλαστείο μήτε απ'
το γκόσιπ.τζιαρ στο ταπανταγιατασπορ.κομ
αλλά από το βιβλίο μου στη γουικιπίντια
μέσω γκουγκλίσματος. Αν θες να γράψεις
νον φίξιον, εκεί θα βρεις ό,τι χρειάζεσαι.
Ο Ερβέ Λε Τελιέ στο Αρκετά μιλήσαμε για αγάπη (λινκ) έχει δημιουργήσει έναν τέτοιον
ήρωα, που διαβάζει διαρκώς άχρηστες,
υπερβολικά εξειδικευμένες πληροφορίες
για ένα πλήθος θεμάτων: διαβάζει, μελετά
μανιωδώς για καμιά βδομάδα, κρατά
σημειώσεις, μαθαίνει καινούργια πράγματα
μόνο και μόνο για να μπορεί να τα ξεχάσει
μετά, και στη συνέχεια βρίσκει καινούργιο
ενδιαφέρον και επιδίδεται στη συλλογή
πληροφοριών για άλλο θέμα και αντικείμενο.
Κάπως έτσι θα έπρεπε να είναι η γνώση
και η μάθηση: ερασιτεχνική και
τσαπατσούλικη, όπως τα γουρούνια
τσαλαβουτάν στις λάσπες, όχι συστηματική
και κυρίως όχι ανωτατοϊδρυματική.
Ολες αυτές οι
πληροφορίες, τόσο άχρηστες που ούτε καν
σε τηλεοπτικό παιχνίδι γνώσεων με πολλά μεγάλα δώρα και πολλά μοντέλα με μίνι φούστες, δεν πρόκειται
να φανούν χρήσιμες, τόσο άχρηστες που προφυλάσσουν τη γνώση από το να μετατραπεί
σε ένα χυδαίο εργαλείο κέρδους.
Ας πούμε, τι αξία
έχει το γεγονός ότι το 1913 (βιβλίο), στις ΗΠΑ,
κάποιοι κάψανε αντίγραφα πινάκων του
Ματίς, που εκτίθενταν στο πλαίσιο μιας έκθεσης μοντέρνας
τέχνης, με έργα κυρίως ευρωπαίων ζωγράφων,
κυβιστών, φωβιστών, φουτουριστών,
ορθογωνιστών, φοβικών, φουντουκιστών
και άλλων λέξεων σε -ων που δεν τις
καταλαβαίνω; (λινκ) κι ήταν κι ο Μαρσέλ Ντισάν
εκεί πέρα με ένα γυμνό που κατέβαινε
στη σκάλα (λινκ) και δεν το καταλαβαίνανε οι
γιάνκηδες, και μα τώρα είναι τέχνη αυτό;
όχι! απεφάνθη κοτζάμ πρώην πρόεδρας των
ΗΠΑ ο Ρούζβελτ, ο πίνακας βέβαια επωλήθη,
κι οι Cramps χρόνια αργότερα
γράψανε ένα τραγούδι γι' αυτό.
Και πάλι στις
ΗΠΑ, χρόνια αργότερα, τέλη του 70, αντί
για πίνακες, κάψανε δίσκους ντίσκο
μουσικής, άκου να δεις πλάκα (λινκ): ήθελε λέει
μια ομάδα μπέιζμπολ (άθλημα εξίσου
ακατανόητο, για μένα, με τον φωβισμό
στην τέχνη) να αυξήσει την προσέλευση
των οπαδών και σε συνεργασία με έναν
προβοκάτορα και πολύ ροκά ντιτζέη
ραδιοφώνου είπανε ας κάνουμε ένα χάπενιγκ
όπου στο ημίχρονο θα ρίξουμε στην πυρά
δίσκους ντίσκο μουσικής, μπικόζ ντίσκο
σαξ, κι έτσι ανακοίνωσε η ομάς πως όσοι
προσέλθουν κρατώντας ένα ντίσκο βινύλιο
για προσάναμμα θα μπουνε μέσα σχεδόν
τζάμπα κι έγινε της κακομοίρας ή της
πουτάνας, θέλω να πω ότι ήρθε πολύς
κόσμος, κυρίως και ίσως όχι και τόσο
περιέργως, λευκοί, στρέητ, ρουκάδες,
οπαδοί του χαρντ ροκ, των Λίναρντ Σκίναρντ
και των Αλμαν Μπράδερζ, και στο ημίχρονο
όταν έγινε ένα μπουμ και εξερραγησαν
οι ντίσκο δίσκοι στην πυρά έκανε ντου
ο κόσμος στο γήπεδο, πάλι καλά που δεν
είχε πεζογέφυρα να βγουν και τα
χοντροκωλαράκια έξω, κι είχε πολλή
πλάκα, το παιχνίδι διακόπηκε, και λένε,
τώρα, οι κοινωνιολόγοι πως όλο αυτό
αποδεικνύει έναν ρατσισμό κι έναν
σεξισμό, καθώς η ντίσκο μουσική θεωρούταν
τότες μουσική κυρίως των μαύρων, των
λατινοαμερικάνων και των γκέι, ενώ η
ροκ παράηταν τότε στρέητ και λευκή.
Ποιο το νόημα και η αξία και κυρίως η αγοραστική αξία
όλων αυτών; Κανένα. Απλώς είχα διαβάσει αυτές τις
δύο καύσεις πρόσφατα στη γουικιπίντια
και δεν είχα τι να κάνω με δαύτες. Τις
είχα αφηγηθεί δεξιά και αριστερά σε
όποιον έβρισκα μπροστά μου, στο είδωλό
μου στον καθρέφτη, στα κορίτσια στο
φούρνο, στα κορίτσια στο γυμναστήριο,
στον βλοσυρο, σιωπηλό ξηροκαρπιοπώλη, στους
ακριβούς γεροχασάπηδες, στην οδοντίατρό μου την ώρα του σφραγίσματος, στην κυρία που λέει την ώρα στο τηλεφωνο, στα αγόρια και τα κορίτσια που μου τηλεφωνούν για να μου κάνουν προσφορά για νέα τηλεφωνική σύνδεση, ουδεμία και
ουδείς έδειξε ενδιαφέρον. Τα λέω εδώ,
μπας και τα ξεφορτωθώ. Ετούτο εδώ δεν είναι μπλογκ, χωματερή είναι. Και χωρίς επιδότηση, απ' αυτές του Αντρέα το ογδόντα.