Αναγνώστες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φιλιπ ροθ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φιλιπ ροθ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2016

ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ



Γραφή στυφή ,μελαγχολική , που φτανει ως το μεδούλι των πραγμάτων ο ΦΙΛΙΠ ΡΟΘ ΡΟΘ ΦΙΛΙΠ «νεαρός αυνανιστής στο Σύνδρομο Πορτνόι, απροκάλυπτος πορνογράφος στο Βυζί, αδίστακτος φαλλοκράτης (Η ζωή μου ως άνδρα), χειραγωγός των γυναικών (Το ζώο που ξεψυχά), δύστοκος συγγραφέας, αέναα σκιαμαχώντας με τα φαντάσματά του (σε όσα μυθιστορήματα εμφανίζεται το ροθιανό alter ego, ο Νέιθαν Ζούκερμαν), δύστροπος μεσήλικος (Μάθημα ανατομίας), καταθλιπτικός γέρος (Φεύγει το φάντασμα), εν ζωή κηδευτής της ίδιας της ζωής του (Καθένας)»[i].ειναι ο αγαπημένος μου συγγραφεας .
Να  και μια  μικρή γεύση από μερικά  βιβλία του.Στο ΤΟ ΖΩΟ ΠΟΥ ΞΕΨΥΧΑ ο Ντέιβιντ Κεπές, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και διάσημος παρουσιαστής πολιτιστικής εκπομπής στην τηλεόραση, έχει περάσει τα εξήντα και ζει ως «χειραφετημένος άντρας» ελεύθερος από τα δεσμά της οικογένειας ή της μόνιμης συντρόφου, αφιερώνοντας τη ζωή του στο σεξ και την αισθητική. Μια εικοσιτετράχρονη φοιτήτριά του θα φέρει όμως τα πάνω κάτω στην ερωτική του ζωή. Η νιότη και η ομορφιά της, αυτό το «αριστούργημα λαγνείας», τον οδηγούν σε καταστάσεις πρωτόγνωρης και ακραίας ζηλοτυπίας. Η ερωτική αυτή ιστορία δίνει την ευκαιρία στον Ροθ να μιλήσει με σπαρακτικό τρόπο για τα γηρατειά και το θάνατο αλλά και για ακόμα μια φορά να συνδέσει την ατομική μοίρα των ηρώων του με την κοινωνική και πολιτιστική ιστορία της εποχής μας.

 Η ΑΝΤΙΖΩΗ Η αντιζωή μιλάει για ανθρώπους που πραγματώνουν τα όνειρά τους για ανανέωση και φυγή. Κάποιοι, μάλιστα,απ'αυτούς φτάνουν μέχρι και να ριψοκινδυνεύσουν τη ζωή τους για να αλλάξουν το φαινομενικά αναπότρεπτο πεπρωμένο τους. Όπου κι αν βρίσκονται, οι χαρακτήρες της Αντιζωής αντιμετωπίζουν διαρκώς τον πειρασμό μιας εναλλακτικής ύπαρξης που θα μπορούσε να αντιστρέψει τη μοίρα τους.
Στην ΑΠΑΤΗ ένας μεσόκοπος, παντρεμένος Αμερικανός, ο Φίλιπ, που ζει στο Λονδίνο, και η επίσης παντρεμένη ερωμένη του, που σιγά-σιγά ανοίγονται ο ένας στον άλλον (καθώς και σε μας), όταν, στο κρυσφήγετό τους κουβεντιάζουν πριν και μετά τον έρωτα.
Στο  ΚΙ ΟΤΙ ΘΕΛΕΙ ΑΣ ΓΙΝΕΙ ο Γκέημπ Oυάλλακ αποφασίζει να βοηθήσει τον Πωλ Χερτς, έναν μελαγχολικό, φτωχικά ντυμένο συμφοιτητή του - και τη Λίμπυ Χερτς, την κυκλοθυμική, παρορμητική σύζυγό του. Παρότι ο συναισθηματικός κόσμος του Γκέημπ έχει αποτελματωθεί μετά τον θάνατο της μητέρας του, ο ίδιος αρχίζει να αισθάνεται την ανάγκη για νέους δεσμούς. Μέλος πλέον του διδακτικού προσωπικού στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, συνάπτει μια θυελλώδη σχέση με τη Μάρθα Ρέηγκανχαρτ, μια πνευματώδη, αθυρόστομη διαζευγμένη μητέρα δύο παιδιών. O Φίλιπ Ροθ υφαίνει αριστοτεχνικά τις αγωνίες και τις περιπέτειες του Γκέημπ σε ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα για το ερωτικό πάθος, την υπευθυνότητα και τους μηχανισμούς που το άτομο θέτει σε λειτουργία για την αυτοπροστασία του. Η ιστορία, που εκτυλίσσεται στο Σικάγο, τη Νέα Υόρκη και το Άιοβα Σίτυ και μιλάει για παλιούς οικογενειακούς δεσμούς και καινούργιες αγάπες, προσφέρει μια εξαιρετικά διεισδυτική ανάλυση χαρακτήρων και είναι δοσμένη με μεγάλο πλούτο λεπτομερειών.
Στο Ανθρωπινο στιγμα του Φιλιπ Ροθ. Το ανθρώπινο στίγμα,Μας μιλά για το στιγμα και τον ερωτα: ο εβδομηνταπεντάρης κοσμήτορας Σιλκ , λέει«Παίρνω Βιαγκρα , Νειθαν. Όλη αυτή την ταραχή, όλη αυτή την ευτυχία την οφείλω στο Βιάγκρα(…) Χωρίς το Βιάγκρα θα είχα την αξιοπρέπεια  ενός ηλικιωμένου κύριου ,απαλλαγμένου από την επιθυμία, ο οποίος θα συμπεριφερόταν ευπρεπώς.[…].Χάρη στο Βιάγκρα, αρχίζω να καταλαβαίνω τις ερωτικές μεταμορφώσεις του Δία. Ετσι θα έπρεπε να το ονομάσουν, Δία, κι όχι Βιάγκρα» Στο βιβλίο [ii] ο κοσμήτορας του ]Πανεπιστήμιου Αθήνα Σιλκ χαρακτηρίζει δυο εξαφανισμένους φοιτητές ως «spooks» λέξη πού στην αρχική της σημασία σήμαινε φαντάσματα. Όμως η λέξη αυτή ενείχε και μια δευτερεύουσα σημασία ως προσβλητικός όρος πού χρησιμοποιείται ενίοτε γα τους μαύρους O Σιλκ πληρώνει το τίμημα πού επέβαλε το πολιτικά ορθό κλίμα της εποχής :χάνει τη θέση του και η ζωή του καταστρέφεται .Στην έκπληξη σασπένς του μυθιστορήματος αποκαλύπτεται ότι ο ίδιος εβραίος πρώην κοσμήτορας πού κατηγορήθηκε για ρατσισμό ήταν μαύρος, και ότι σε μια άλλη εποχή –αυτή του 40 και του 50-είχε επιλέξει την εβραϊκή ταυτότητα ως κατάλληλο όχημα για μια πανεπιστημιακή καριέρα,,,«Το πολιτικό σχόλιο εδώ έχει κυρίως να κάνει με το μεγάλο ανθρώπινο χωνευτήρι, αλλά΄ και με τα τραύματα που δημιουργεί η ψευδαίσθηση, ότι όλα είναι δυνατά για ανθρώπους πού εκμεταλλεύονται τις δυνάμεις τους »Ο Σιλκ είναι ο κατεξοχήν άνθρωπος ‘’χωρίς ιδιοτητες»αλλά αυτές καταλήγουν να είναι τόσο πολλές και τόσο αντιφατικές πού χάνει ακόμα και την αίσθηση του ξεκινήματος . Συνηθίζει τόσο να είναι ένας « σκούρος λευκός»πού φθάνει να το θεωρεί φυσιολογικό και ακόμα περισσότερο, να χτίσει την πραγματική στα μάτια του ταυτότητα του πάνω σε αυτό το ψέμα. Ψέμα , εξάλλου και αλήθεια, μας θυμίζει διαρκώς ο Ροθ, δεν έχουν  την ίδια έννοια, όταν αναφερόμαστε σε αυτό πού μας κάνει να είμαστε ο εαυτός μας»[iii]
Στο Η συνωμοσια εναντιον της αμερικης ο Ηρωας της αμερικανικής αεροπορίας και φανατικός απομονωτιστής Τσαρλς Λίντμπεργκ κατήγαγε –υποθετικά- συντριπτική νίκη κατά του Φράνκλιν Ρούζβελτ στις προεδρικές εκλογές του 1940, φόβος κατέλαβε κάθε εβραϊκή οικογένεια στην Αμερική. Ο Λίντμπεργκ, μ’ ένα διάγγελμά του προς τον αμερικανικό λαό, κατηγόρησε δημόσια τους εβραίους ότι ωθούσαν την Αμερική ν’ αναμειχθεί σ’ έναν άσκοπο πόλεμο κατά της ναζιστικής Γερμανίας υπέγραψε ένα σύμφωνο «εγκάρδιας συνεννόησης» με τον Αδόλφο Χίτλερ. Περα από  το ιστορικό πλαίσιο του βιβλίου, όπου ο Ροθ ανακαλεί παιδικές του μνήμες, όταν η οικογένειά του στο Ρούαρκ, αλλά και χιλιάδες εβραϊκές οικογένειες στην Αμερική, ζούσαν υπό το κράτος απειλής.

Στο ”Παντρεύτηκα έναν κομμουνιστή” Πόλις 2000που διαδραματίζεται το μυθιστόρημα στα σκοτεινά χρόνια του μακαρθισμού μιλα για την προδοσια :
Oλοι αυτοί οι ανταγωνισμοί και μετά ο χειμαρρος της προδοσίας.
Κάθε ψυχή και το δικό της εργοστασιο προδοσίας.
Για όποιο λόγο θες: επιβίωση ,συγκίνηση, πρόοδο, ιδεαλισμό.
Για χάρη της ζημιάς πού μπορεί να γίνει, του πόνου πού μπορεί να προκληθεί.
Για την σκληρότητα πού εμπεριεχει.
Για την ηδονη πού εμπεριέχει.
Την ηδονή του να εκδηλώνεις την κρυφή δυναμή σου.
Την ηδονή του νακυριαρχείς στους αλλους ,
να καταστρέφεις προσωπα πού είναι εχθροί σου.
Τους εκπλήσσεις. ..

Είναι ενας τρόπος για να ανταποδίδεις στους αλλους το αίσθημα κατωτερότητας πού σου προκαλούν ,
το ότι σε υποτιμούν ,
το αισθημα της απογοητευσης στη σχεση σου μαζί τους.

Η ιδια η υπαρξη τους μπορεί να σε καταρρακώνει,
ειτε επειδή δεν εισαι ό,τι είναι εκείνοι είτε επειδή εκείνοι δεν είναι ο,τι εισαι εσύ.
Κι ετσι τους επιβάλλεις τη δικαιη τιμωρία τους.”

Ο κεντρικός ήρωας, πρώην εργάτης που εξελίχθηκε σε δημοφιλή ηθοποιό, ιδεολόγος κομμουνιστής, στρατευμένος στον αγώνα για μια νέα κοινωνία, καταλήγει στη μαύρη λίστα, άνεργος, και με τη ζωή του ρημαγμένη. Η γυναίκα του, διάσημη ηθοποιός, τον καταγγέλει ως κατάσκοπο της Σοβιετικής Ενωσης, και το προσωπικό δράμα της σχέσης τους μετατρέπεται σε εθνικό σκάνδαλο. Ο Ροθ, για μια ακόμη φορά, περιγράφει με διεισδυτικό και κριτικό τρόπο, αλλά και με σαρκασμό, τη μεταπολεμική Αμερική.

Στο βιβλιο του "Αγανάκτηση", ο συγγραφέας αναρωτιέται, αν «ο θάνατος δεν είναι ένα αέναο τίποτε αλλά αντίθετα είναι μια μνήμη που στοχάζεται αέναα τον εαυτό της»  Θεμα του οι αναμνήσεις του κεντρικού ήρωα, του Μάρκους Μέσνερ, καθώς ήταν υπό την επήρεια μορφίνης, βαριά τραυματισμένος στην Κορέα,. Αγανακτηση  είναι η λέξη που «τονίζει ιδιαίτερα μια μια τις πέντε συλλαβές της» από μέσα του, ο Μάρκους Μέσνερ ο ήρωας του μυθιστορήματος: γιος ενός εβραίου χασάπη , είναι ένα σοβαρό, μελετηρό παιδί, πρωτοετής φοιτητής σ' ένα μικρό πανεπιστήμιο στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρζι, όπου και κατοικεί με την οικογένειά του Ο πατέρας του  τρελαίνεται από την αγωνία του να προφυλάξει το γιό από τους τρομερούς κινδύνους.. Η υπερπροστατευτικότητα του πατέρα που εκδηλώνεται με τον απόλυτο έλεγχο της ζωής του Μάρκους, τον ωθεί ν' αλλάξει πανεπιστήμιο και να φοιτήσει ως δευτεροετής στο πανεπιστήμιο του Γουάινσμπεργκ στο Οχάιο. Είναι η πρώτη εκδήλωση αγανάκτησης του Μάρκους. Μια αγανάκτηση που θα εκδηλώνεται συνεχώς. Αγανακτεί με τον πρώτο συγκάτοικό του αντιδρά στην υποχρέωση να έχει σαράντα παρουσίες εκκλησιασμού, αποφεύγει να γίνει μέλος σε μια από τις αδελφότητες των φοιτητών, απορρίπτει την κοπέλα που τολμηρά τον ξεπαρθενεύει. Είναι με λίγα λόγια ένας αγανακτισμένος έφηβος όπως πολλοί άλλοι της γενιάς του, γιατί όχι όμως, και κάθε γενιάς.Η μητέρα του Μάρκους αναφέρεται στην« τραγωδία του ανθρώπου που δεν είναι προετοιμασμένος για την τραγωδία».
Στο  «Αμερικανικό ειδύλλιο» είναι η ιστορία της ανόδου και της πτώσης ενός καλότυχου Αμερικανού. Του ήρωα δεν του επιτρέπεται να ζήσει ευτυχισμένος στην αγαπημένη του πέτρινη αγροικία με την όμορφη γυναίκα του και τη ζωηρή κόρη του με την πρόωρη ανάπτυξη, το φως των ματιών του. Φως των ματιών του ώσπου να γίνει δεκάξι χρονών και να εξελιχθεί σε τρομοκράτισσα επαναστάτρια αποφασισμένη να καταστρέψει τον παράδεισο του πατέρα της.
Με έντονο ρεαλισμό, ο Ροθ ξαναγυρίζει στις συγκρούσεις και τις βίαιες μεταβολές της δεκαετίας του 1960. Το βιβλίο αυτό μιλάει για την αγάπη -και το μίσος- για την Αμερική. Για την επιθυμία να ανήκεις -και την άρνηση να ανήκεις- στην Αμερική. Αντιπαραθέτει την επιθυμία για μια ειδυλλιακή αμερικανική ζωή -ζωή αξιοσέβαστη, με ηρεμία, τάξη, αισιοδοξία και δημιουργία- στη γηγενή αμερικανική παραφροσύνη  :καθως ο πατέρας  ανακαλύπτει την χαμένη κόρη του πλήρως εξασθενημένη να ζει σε μια τρώγλη :είχε γίνει «ζαινίστρια»: «-Μα δεν φαίνεται να τρως τίποτα»-αυθόρμητα η φωνή του (πατέρα)βγήκε θλιβερά χρωματισμένη με όλη αυτή την ανησυχία «Τι Τρως;» «-(κορη)(Καταστρέφω φυτική ζωή. Δεν διαθέτω ακόμη  την απαιτούμενη ευσπλαχνία για να μην κάνω αυτό.» «-Εννοείς ότι τρως λαχανικά. Αυτό εννοείς; Τι το κακό υπάρχει σ¨ αυτό «΄-Είναι θέμα απαραβίαστων αρχών. Είναι θέμα σεβασμού της ζωής . Δεσμεύομαι να μη βλάπτω κανένα ζωντανό πλάσμα , ούτε άνθρωπο , ούτε ζώο ούτε φυτό » «-Μα αν το κάνεις αυτό, θα πεθάνεις Πως είναι δυνατόν να εχεις τέτοια «δέσμευση»;Δεν θα τρως τίποτα;» «-Βαθυστόχαστη ερώτηση. Είσαι ευφυέστατος άνθρωπος μπαμπά…. Η απάντηση είναι ότι δεν θα ζήσεις. Ο παραδοσιακός τρόπος με τον οποίο τελειώνει τη ζωή του ένας ζαινιστής άγιος  είναι η σάλα χάμα-λιμοκτονία»
[iv]

.Κεντρικό ζήτημα  στο μυθιστόρημα  για τον θάνατο ΚΑΘΕΝΑΣ- το εικοστό έβδομο του Ροθ - είναι το ανθρώπινο σώμα. Θέμα του, η κοινή εμπειρία που μας τρομοκρατεί όλους. Να πεθάνεις μας «αυτό είναι το πιο σπαρακτικό:το κοινότοπο, η επαναλαμβανόμενη διαπίστωση ότι ο θάνατος είναι ένα γεγονός που κατακυριεύει τα πάντα γραφει ο Φιλιπ Ροθ  »
Στην πλοκή του έργου Επιχείρηση Σαυλωκ, ο ηρωας αναρρωνύοντος από την νευρική κατάρρευση πού του προκάλεσε το υπνωτικό χάπι Χαλσιον, φθάνει στην Ιερουσαλήμ, προκειμένου να πάρει συνέντευξη από τον Ισραηλινό πράκτορα Αρον Απελφελντ. Στην πόλη βρίσκεται ήδη και δρα ο καρκινοπαθής σωσίας του, εμπνευστής του κινήματος του Διασπορισμού της επιστροφής και επανεγκαταστασης δηλαδή των Εβραίων από το Ισραήλ στην Ευρώπη . Ο πρώτος Φιλιπ Ροθ για να μην τρελαθεί ολότελα και για να μπορεί να ελέγχει κάπως τα πράγματα ,είναι αναγκασμένος να δώσει ένα όνομα στο σωσία του . Τον αποκαλεί Μόισε Πίπικ ,Στο επιχείρηση Σαυλωκ ο Φιλιπ Ροθ εχει οδηγήσει στα άκρα ορισμένα  από τα αξονικά ερωτήματα του έργου  του, όπως το ερώτημα της  ταυτότητας το ερώτημα της σχέσης ανάμεσα στο  πραγματικό προσωπο και στη μυθιστορηματική personna του (πόσο αληθινό είναι το πρώτο και πόσο ψεύτικη η δεύτερη;) το ερώτημα τελικά της αλήθειας της μυθοπλασίας [v]







[i] (ATHENS REVIEW OF BOOKS ο Ροθ παρακολουθει στα βιβλία του τις παραλλαγές του μοναδικού του θέματος – του εαυτού του σε διαδοχικές ηλικίες( τευχος 1 Νοέμβριος 2009 αρθρο με τιτλο Φίλιπ Ροθ: O στοχαστής αφηγητής Από την Κατερίνα Σχινά)
[ii] PHILIP ROTH Το ανθρώπινο  στίγμα , εκδ Πολις επιμ Η Μαγκλίνης –Κ Μποτοπουλος(2000) 2003
[iii] επιμ Κ ωστα Μποτοπουλου –στο PHILIP ROTH Το ανθρωπινο  στιγμα , εκδ Πολις επιμ Η Μαγκλίνης –Κ Μποτοπουλος(2000) 2003 σ 500
[iv] Philip Roth Αμερικάνικο Ειδύλλιο μτφ Τρισευγενη Παπαιωάννου, Πολις(1997)1999 σ317,318
[v] Βλ επιμ Επιμετρο Σταυρου Ζουμπουλάκη στο  Φιλιπ Ροθ , Επιχείρηση Συλωκ , Μια ΟΜΟΛΟΓΊΑ μτφ Σπυρος Βρεττος , Επιμετρο Σταυρου Ζουμπουλάκη , εκδ Πολις (1993) 2οο1σ σ591.593

Πέτρος  Θ.


Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

Philip Roth Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής


Μια εναλλακτική ιστορία
Οι ΗΠΑ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με πρόεδρο τον φιλοναζιστή πιλότο Λίντμπεργκ
Της Τιτικας Δημητρουλια
 http://www.ekathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_civ_1_16/12/2007_252490
Philip Roth
Η συνωμοσία εναντίον της Αμερικής
μετ. Ηλίας Μαγκλίνης
επιμ. μετ. - σημειώσεις: Αχ. Κυριακίδης, εκδ. Πόλις

Αναγνωρισμένος ως ένας από τους μεγαλύτερους εν ζωή συγγραφείς, ο Αμερικανός Φίλιπ Ροθ, τα βιβλία του οποίου συγκαταλέγονται μονίμως στις λίστες των ευπωλήτων και στη χώρα μας, δεν παύει να μας εκπλήσσει. Η «Συνωμοσία εναντίον της Αμερικής», μυθιστόρημα γραμμένο το 2004, πριν από τον «Καθένα», είναι ένα προκλητικό κείμενο: πολύ αμερικανικό, πολύ προσωπικό -όπως όλα τα έργα του Ροθ- και μαζί διαφορετικό και ιδιαίτερο.
Η «Συνωμοσία» ανήκει στα έργα «εναλλακτικής ιστορίας» (uchronia), που ξαναγράφουν δηλαδή την Ιστορία από μιαν άλλη, συχνά αναπάντεχη σκοπιά - και η ξένη κριτική έχει ήδη επισημάνει μείζονες Αμερικανούς συγγραφείς, από τον Σίνκλερ Λιούις ώς τον Ναθάνιελ Γουέστ και τον Φίλιπ Ντικ, που έχουν επιδοθεί σε ανάλογα -και συναφή θεματολογικά- εγχειρήματα. Ο Ροθ ξαναγράφει την ιστορία των ΗΠΑ στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, που συμπίπτει, ως περίοδος, με την παιδική του ηλικία: ο πρόεδρος Ρούζβελτ δεν εκλέγεται για τρίτη φορά, αλλά αντ’ αυτού γίνεται πρόεδρος των ΗΠΑ ο Τσαρλς Λίντμπεργκ, πιλότος επιδείξεων και ταχυδρομείου, διάσημος για την ολοκλήρωση της πρώτης υπερατλαντικής σόλο πτήσης Νέα Υόρκη - Παρίσι χωρίς ενδιάμεσο σταθμό, και γνωστός για τις φιλοναζιστικές του αντιλήψεις. Με τον Λίντμπεργκ στην εξουσία, τα πράγματα γίνονται πολύ δύσκολα για την εβραϊκή κοινότητα της Αμερικής, όπως απεικονίζεται μέσα από την οικογένεια Ροθ, τη γειτονιά και τους φίλους τους. Ο Φίλιπ, επτά ετών όταν ξεκινάει η αφήγηση και εννιά όταν τελειώνει, διηγείται τις αναμνήσεις του από τη δύσκολη και παράξενη εκείνη εποχή - και ο Ροθ συναιρεί τη γνώση και την άποψη του ώριμου αφηγητή με τη ματιά του παιδιού.
Μυθοπλαστική αυτοβιογραφία
Δεν είναι η πρώτη φορά, φυσικά, που ο Ροθ κάνει αυτοπροσώπως την εμφάνισή του σε ένα μυθιστόρημά του ή μιλάει για την παιδική του ηλικία. Αυτή τη φορά, όμως, κάνει την παιδική του ηλικία μυθιστόρημα. Και υπογραμμίζει το μυθοπλαστικό στοιχείο, τη φαντασία που συνυπάρχει με την αυτοβιογραφία, τοποθετώντας την παιδική αυτή ηλικία σε μια εποχή που ουδέποτε υπήρξε.
Ετσι, επί προεδρίας Λίντμπεργκ, οι Εβραίοι των ΗΠΑ μοιράζονται, σε ένα βαθμό, τη μοίρα των Εβραίων της Ευρώπης - αυτή δεν ήταν πάντα μια αγωνία τους; Εχουν το μερίδιό τους στον αντισημιτισμό, τις διώξεις, τη ναζιστική παράνοια, μιας και ο Λίντμπεργκ και οι συν αυτώ είναι σύμμαχοι του Αξονα και υπερασπίζονται τον απομονωτισμό στο πλαίσιο μιας φιλοναζιστικής ουδετερότητας. Ο φόβος κατακλύζει τη ζωή τους πολύ πριν από τη φρίκη. Τους χρεώνεται ο ίδιος ο πόλεμος. Η αμερικανικότητά τους αμφισβητείται. Παύουν να ελέγχουν τη ζωή τους. Κάποιοι οργίζονται, φεύγουν, πολεμούν ενάντια στον Χίτλερ, τραυματίζονται και θυμώνουν ακόμα περισσότερο, όπως ο εξάδελφος Αλβιν. Αλλοι υπομένουν τη μοίρα τους με μεγαλύτερη ή μικρότερη καρτερία. Ο τρόμος και η αγωνία κατακτούν ακόμα και τα όνειρά τους: ο μικρός Φίλιπ βλέπει στον ύπνο του τον Χίτλερ να σβήνει τα πρόσωπα των Αμερικανών προέδρων στα γραμματόσημά του και να παίρνει τη θέση τους.
Ευρηματικός, ο Ροθ παρουσιάζει με τη γνωστή δεξιοτεχνία του τον μικρόκοσμο της οικογένειας και του άμεσου περιβάλλοντός της, τις ψυχικές διακυμάνσεις των προσώπων, την ένταση των αισθημάτων τους. Ο Φίλιπ, ο πατέρας και η μητέρα αποτελούν αυθυπόστατους, ολοζώντανους χαρακτήρες. Ο φιλοτελισμός σχολιάζει λοξά τα τεκταινόμενα.
Απρόβλεπτο εμπόδιο
Υπάρχει όμως ένα απρόβλεπτο εμπόδιο, στο οποίο σκοντάφτει ακόμα και η μαστοριά του Ροθ: η ίδια την Ιστορία, τα πραγματικά γεγονότα που διεκδικούν πολύ δυναμικά τη θέση της στο μυαλό του αναγνώστη. Και θέτουν ερωτήματα στα οποία δυσκολεύεται να απαντήσει κανείς αν δεν διαθέτει πολύ καλή γνώση της αμερικανικής ιστορίας (δεν είναι τυχαίο το αναλυτικότατο επίμετρο). Αν δηλαδή παραβλέψουμε το παραξένισμα που δημιουργεί αυτή η μετατόπιση των γεγονότων και ως θόρυβος βάθους συνοδεύει την ανάγνωση, ερχόμαστε αντιμέτωποι με απορίες του τύπου: το φιλειρηνικό κίνημα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε χαρακτήρα εν γένει αντιδραστικό ή υπήρχαν διαφοροποιήσεις και αποχρώσεις; Στην οργάνωση America First, ασχέτως της επιρροής Λίντμπεργκ, υπήρχαν και προοδευτικά στοιχεία; Ο αντισημιτισμός στις ΗΠΑ είχε μια δυναμική που τον καθιστούσε επικίνδυνο; Και από την ανάποδη: αν το βιβλίο δεν αποτελεί παραβολή για τη σημερινή πολιτική των ΗΠΑ, όπως διακηρύσσει σε όλους τους τόνους ο ίδιος ο συγγραφέας, τι στόχο έχει; Υμνεί εκ του αντιθέτου την αμερικανική πολιτική της εποχής; Θυμίζει ότι ο φασισμός μπορεί να γεννηθεί πάντα και παντού, και μέσα στην ίδια την παράδοση του καλού αγρότη - καουμπόι που συνέχει την αμερικανική εθνική διαδρομή; ΄Η μήπως απλώς ο συγγραφέας παίζει με τις τεχνικές και τα είδη, για να ξαναζήσει την παιδική του ηλικία;
Ακόμα κι έτσι να είναι, όμως, το βιβλίο του Ροθ βάζει αναπόδραστα τον αναγνώστη μπροστά στη σχέση του με την Αμερική, μπροστά στη γνώση του για την Αμερική της καθημερινότητάς μας, την πανταχού παρούσα και μαζί ανιγματική και, επί της ουσίας, άγνωστη - για όσους δεν τη γνωρίζουν εκ των έσω. Ετσι, μετατρέπει την ενδεχόμενη αδυναμία του στο μεγαλύτερο προσόν του.

Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2014

Φίλιπ Ροθ: Τι κάνεις όταν είσαι εξήντα δύο χρονών και....; αναδημοσιευση απο το ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ

Φίλιπ Ροθ: Τι κάνεις όταν είσαι εξήντα δύο χρονών και....;

[...] Τι κάνεις έτσι και είσαι εξήντα δύο χρονών και πιστεύεις ότι ποτέ ξανά δεν θα καταφέρεις κάτι με ένα τόσο όμορφο πλάσμα; Τι κάνεις αν είσαι εξήντα δύο χρονών και η παρόρμηση να απολαύσεις ό,τι μπορείς είναι δυνατότερη από ποτέ; Τι κάνεις αν είσαι εξήντα δύο χρονών και όλα εκείνα τα μέρη του σώματος που ώς τώρα ήταν αόρατα (νεφρά, πνεύμονες, φλέβες, αρτηρίες, εγκέφαλος, έντερα, προστάτης, καρδιά) αρχίζουν σιγά σιγά να κάνουν δυσάρεστα αισθητή την παρουσία τους, ενώ το όργανο που μέχρι σήμερα ήταν το πιο αντιπροσωπευτικό στη ζωή σου είναι καταδικασμένο να μαραζώσει και να περιπέσει σε αχρησία; [...]
Απόσπασμα από τη νουβέλα του Φίλιπ Ροθ Το ζώο που ξεψυχά (μετ.: Γιώργος Τσακνιάς, Εκδόσεις Πόλις 2002], κατά τη γνώμη μου ένα από τα πιο άρτια και σοφά οικονομημένα βιβλία του.
Ο Ροθ γεννήθηκε το 1933 στο Νιούαρκ. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στα πανεπιστήμια του Bucknell και του Σικάγου. Διετέλεσε καθηγητής συγκριτικής λογοτεχνίας στα πανεπιστήμια του Πρίνστον, της Νέας Υόρκης (Hunter College) και της Πενσυλβανίας. Διηύθυνε τη σειρά «Συγγραφείς της άλλης Ευρώπης» στις εκδόσεις Penguin και γνώρισε στο αμερικανικό κοινό συγγραφείς όπως ο Μπρούνο Σουλτς και ο Μίλαν Κούντερα. Κυκλοφορούν στα ελληνικά αρκετά βιβλία του (http://www.biblionet.gr/author/9358/Philip_Roth), στην πλειονότητά τους από τις Εκδόσεις Πόλις, οι οποίες πρόσφατα κυκλοφόρησαν το βιβλίο του Ροθ Διαβάζοντας τον εαυτό μου και άλλους (μετ.: Κατερίνα Σχινά), μια εμβληματική συλλογή με δοκιμια και συνεντεύξεις του Ροθ. Όπως έγραψε ο Ηλίας Μαγκλίνης στην Καθημερινή, «προσφέρεται ιδανικά για τους φανατικούς του αναγνώστες αλλά και για όσους θα ήθελαν να μυηθούν στον συγγραφικό του κόσμο χωρίς να ξεκινήσουν με κάποιο από τα μυθιστορήματά του. Μαζί με τις «Κουβέντες του σιναφιού» αποτελούν έναν πρώτης τάξεως οδηγό σε μια οδό που κινείται κάπου ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη, στον στοχασμό πάνω στη γραφή και στο ίδιο το συγγραφικό εργαστήρι – με κάμποσα ψήγματα (αυτο)βιογραφίας μέσα».

Τρίτη 1 Απριλίου 2014

Φίλιπ Ροθ – Η ταπείνωση ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ pandoxeio

Φίλιπ Ροθ – Η ταπείνωση

… όταν πια έφτανε στο θέατρο, ένιωθε εξαντλημένος, έντρομος που θα έβγαινε στη σκηνή. / Όλα όσα είχαν συντελέσει στο να γίνει αυτό που ήταν, τώρα δούλευαν εναντίον του, κάνοντάς τον να δείχνει σχεδόν ανισόρροπος./ Τώρα σκεφτόταν το κάθε τι, και κάθε τι αυθόρμητο και ζωντανό είχε πεθάνει: προσπαθώντας να το ελέγξει με τη σκέψη το κατέστρεφε. Αρκούν αυτές οι τρεις προτάσεις, αλιευμένες από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, για να εκφράσουν την κατάσταση του Σάιμον Άξλερ. Ο φτασμένος θεατρικός ηθοποιός αρχίζει να κατηφορίζει με ταχύτητα από τις κορυφές της ζωής του: την υποκριτική, την δημιουργία, την καθημερινότητα. Η ικανότητα να απευθύνεται και να του απευθύνονται πάνω στη σκηνή είχε χαθεί, η μια λανθασμένη ερμηνεία διαδέχεται την άλλη. Παρατηρεί την προσωπική του κατάρρευσή, όπως άλλοτε την ηθοποιία του: παίζοντας τον ρόλο της ίδιας του της διάλυσης. Τώρα μοιάζει αυτός να βρίσκεται στο επίκεντρο εκείνου του παλιού ανέκδοτου με τον ηθοποιό που του υποδείκνυαν να μην πίνει κι εκείνος απαντούσε: Τι, και να βγω εκεί έξω μόνος μου; Ή στην παράκληση του Ολίβιε προς τους άλλους ηθοποιούς: Μη μ’ αφήνετε μόνο μου εκεί έξω.
Ακόμα και η ικανότητα επικοινωνίας με τις γυναίκες ξεθωριάζει, χάνεται. Εκείνος που κάποτε τις μάγευε εντός κι εκτός σκηνής, αποκαλύπτοντάς τους ότι είχαν τη δική τους ιστορία, τη δική τους φωνή κι ένα στυλ που δεν ανήκε σε καμία άλλη έχει μπλοκάρει οριστικά. Τώρα ο μόνος ρόλος που νοιώθει πως του ταιριάζει είναι ο ρόλος ενός ανθρώπου που παίζει έναν ρόλο. Ή ενός ανθρώπου που δεν συνοψίζει παρά τα μειονεκτήματά του, ενός υποψήφιου αυτόχειρα. Ο Άξλερ δεν αντέχει να περάσει άλλη μια μέρα απογυμνωμένος από τα χαρίσματά του.
Η «ανοικοδόμηση» της ζωής του θα προέλθει μέσα από τον έρωτα. Η σχέση του με την Πεγκίην όμως φέρει εξαρχής τα σπέρματα της τριβής. Εκείνη είναι κόρη οικογενειακών φίλων, κατά εικοσαετία νεαρότερη, με τις δικές της παρελθοντικές απορρίψεις και με δεκαεπτά χρόνια λεσβιακής ερωτικής ζωής. Ο Άξλερ επιδίδεται στην μεταμόρφωσή της ως εμφανίσιμης, ελκυστικής γυναίκας – τίποτα δεν του δίνει μεγαλύτερη χαρά. Στην ουσία όμως την κάνει την γυναίκα που θα ήθελε ο ίδιος, σαν να υποδυέται κάποια εντελώς διαφορετική απ’ ότι πραγματικά ήταν, ξένη προς την δική της αυτοαίσθηση. Το ζεύγος πειραματίζεται ερωτικά (αν και κάπως βεβιασμένα) σαν μια απεγνωσμένη προσπάθεια επανα-ζωής και προσπαθεί να αγνοήσει την αντίθεση των γονέων της Πεγκίην αλλά και το φάσμα της φθοράς που τους υπενθυμίζεται διαρκώς.
Έχουμε τυπικό Ροθ εδώ; Και ναι και όχι. Από τη μία η έκταση είναι σύντομη, ο λόγος ξεγυμνωτικά απλός, εβραϊκότητες και αυτοσαρκασμοί ξεχνιούνται για λίγο. Από την άλλη ο Ροθ συνεχίζει επίμονα να γράφει για την σωματική και πνευματική φθορά, τα γηρατειά και τον θάνατο, σ’ έναν ακόμα κρίκο στην αλυσίδα των τελευταίων του βιβλίων. Υπήρξε τόσο αυτοαναφορικός συγγραφέας που πιθανώς τώρα που βρίσκεται μπροστά τους δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, ίσως ψάχνει κι αυτός τις απαντήσεις του. Είτε διακρίνει πόσο σχετικά είναι τα πράγματα (στο Ζώο που Ξεψυχά τελικά δεν πέθαινε ο μεγαλύτερος σε ηλικία ήρωας αλλά η νεαρότερη ερωμένη του), είτε καταλήγει πως μόνο ο έρωτας σώζει, είτε απλώς συνεχίζει ως γερόλυκος που δεν εγκαταλείπει τον αγώνα, είτε αυτοκτονεί. Τελικά η μαγεία της υποκριτικής χάνεται χωρίς να υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος. Δεν υπάρχει σοβαρός λόγος για οτιδήποτε συμβαίνει – όλα είναι ένα καπρίτσιο της τύχης, η πιθανότητα της ανατροπής. Συνεπώς ως συγγραφέας θριαμβεύει στα αυτονόητα. To θέμα είναι κατά πόσο αυτή η ιστορία θα διαβαζόταν (και θα εκθειαζόταν) εξίσου αν προερχόταν από άλλον συγγραφέα, εφόσον το θέμα έχει ήδη χιλιογραφτεί.
Οι καλύτερες στιγμές βρίσκονται σε δυο σημεία. Στους διαλόγους μεταξύ του ζεύγους (όπου η σκληρότητα του να μαθαίνει κανείς τα πάντα υπερτερεί της συναινετικής σιωπής) και μεταξύ του Σάιμον και της πρώην φίλης της Πεγκίην. Κυρίως όμως στις περί αυτοχειρίας σελίδες, κατά την περιγραφή της συνύπαρξής του στο ψυχιατρικό νοσοκομειακό εντευκτήριο με μια παρέα παραλίγο αυτοχείρων ασθενών, βυθισμένων ακόμα στο μεγαλείο της αυτοκτονίας, μαγεμένων από την εξουσίαση του ίδιου του θανάτου. Όλοι χρησιμοποιούν το λεξιλόγιο της λαϊκής ψυχολογίας ή της περιθωριακής αισχρολογίας, της χριστιανικής οδύνης, της παρανοϊκής παθολογίας. Εκεί ανακαλεί όλους τους αυτόχειρες ήρωες των δραμάτων όπου η αυτοκτονία εισβάλλει συχνά, λες και αποτελεί την καταστατική συνθήκη του θεάτρου: Έντα Γκάμπλερ, Δεσποινίς Τζούλια, Φαίδρα, Ιοκάστη, Λόμαν στον Εμποράκο, Σάιμον στη Μικρή μας Πόλη, Οφηλία, Οθέλλος, Ιβάνοφ, Κονσταντίν στο Γλάρο, Έντβιγκ στην Αγριόπαπια, Κρίστιν στο πένθος της Ηλέκτρας, Αίας και τόσοι άλλοι. Να είσαι σε θέση να πάρεις την απόφαση να φέρεις σε πέρας την πιο δύσκολη πράξη που υπάρχει. / Η αυτοκτονία είναι το μόνο πράγμα που μπορείς να ελέγξεις. Κάτι έχει στο μυαλό του – προς το παρόν όχι ο Ροθ, αλλά ο χαρακτήρας του.
Εκδ. Πόλις, 2010, σ. 170, μτφ. – σημ: Κατερίνα Σχινά (Philip Roth, The Humbling, 2009)
Δημοσίευση σε συντομότερη μορφή: εδώ.

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Οι λέξεις έχουν τη δική τους ιστορία Δυο λόγια για τα γουναράδικα

 

Δυο λόγια για τα γουναράδικα

Δυο λόγια για τα γουναράδικα

Αναρτήθηκε από τον/την sarant στο 18 Ιουλίου, 2013

14 Votes

Αρκετός θόρυβος έγινε στο Διαδίκτυο χτες για τη φράση “Ραντεβού στα γουναράδικα”, που χρησιμοποίησε προχτές σε αγόρευσή του στη Βουλή ο βουλευτής Καστοριάς του ΣΥΡΙΖΑ Βαγγέλης Διαμαντόπουλος. Παίρνω κι εγώ την αφορμή να γράψω δυο λόγια, έστω και με μια μικρή καθυστέρηση, μια και το θέμα αγγίζει τη φρασεολογία, που είναι ένα από τα κατεξοχήν ενδιαφέροντα του ιστολογίου, παρόλο που βρίσκομαι σε εξοχικό περιβάλλον και δεν έχω πρόχειρα τα βιβλία μου.
Καταρχάς, τι ακριβώς ειπώθηκε στην αγόρευση. Υπάρχει ένα βιντεάκι που παρουσιάζει το επίμαχο σημείο (εδώ, κάτω-κάτω) οπότε μπορούμε να το ακούσουμε, και η εξής μεταγραφή της αγόρευσης:
“Είμαστε αυτοί που θα ενώσουμε ξανά αυτόν τον κύκλο που έσπασε το σάπιο πολιτικό σας σύστημα: από το λαό στη Βουλή και ξανά στο λαό. Είμαστε έξω και ακούμε όλους αυτούς που δεν έχουν καταθέσεις, που δεν είναι στη λίστα Λαγκάρντ, που δεν έχουν να πληρώσουν το λογαριασμό του ρεύματος, του νερού, του τηλεφώνου, που δεν έχουν να ταΐσουν τα παιδιά τους. [...] Όλοι αυτοί μας λένε το εξής: Δεν εκβιάζονται, είναι αποφασισμένοι για ρήξη και ανατροπή. Έχουν την αποφασιστικότητα που θα πει αυτό που έλεγε και ο Άρης Βελουχιώτης όταν πήγαινε να δώσει τις μάχες για να ελευθερώσει αυτό τον τόπο: Ραντεβού στα γουναράδικα”.
Μου λένε πως ο κ. Πρετεντέρης, στο προχτεσινοβραδυνό δελτίο του Μέγκα, παρουσίασε τη φράση αυτή ως απειλή προς τους αντιπάλους, “θα σας γδάρουμε” και ως εμφυλιοπολεμικό κήρυγμα. Από τα συμφραζόμενα της ομιλίας του βουλευτή προκύπτει σαφώς ότι τη φράση τη λένε μεταξύ τους οι αποφασισμένοι, οπότε μια τέτοια ερμηνεία σαν του Πρετεντέρη είναι κακόβουλη, ακόμα κι αν δεν ξέρει κανείς τίποτε για την ιστορία του τόπου ή της φράσης.
Γι΄αυτό το τελευταίο, μπορούμε να πούμε δυο λόγια.
Καταρχάς, ο βουλευτής Καστοριάς, αν και αρμόδιος με το θέμα λόγω γουναράδων, κάνει ένα λαθάκι. Ο Άρης Βελουχιώτης δεν έλεγε, βέβαια, ραντεβού στα γουναράδικα, αλλά “Καλήν αντάμωση στα γουναράδικα”. Τη φράση αυτή την έλεγε συχνά και έχει καταγραφεί σε πολλές πηγές, ήταν αποχαιρετισμός προς συναγωνιστές αντάρτες, που ανήκαν σε άλλες μονάδες, όταν χωρίζονταν. “Πού θα ξανασυναντηθούμε;” είναι το υπόρρητο ή όχι ερώτημα. “Στα γουναράδικα” -δηλαδή, όλοι εμείς που έχουμε πάρει τα όπλα ενάντια στον κατακτητή, ξέρουμε πως η ζωή μας είναι υπό αίρεση.
Δεν είναι ακριβές αυτό που γράφεται κατά καιρούς, ότι η φράση του Άρη ειπώθηκε μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας -όπως είπα, ο Άρης την έλεγε συχνά και όχι μία φορά μόνο, την καταγράφει π.χ. ο Κοτζιούλας στο “Όταν ήμουν με τον Άρη”, όπου περιγράφονται περιστατικά του 1943-44. Είναι εντυπωσιακό ότι ο ιστότοπος 902.gr, που πρόσκειται στο ΚΚΕ, επιμένει ότι πρόκειται για μεταβαρκιζιανή φράση -δεν ξέρω αν από λάθος ή από δημιουργική επανεπεξεργασία της ιστορίας.
Όμως η φράση δεν είναι επινόηση του Βελουχιώτη, όσο κι αν αυτός την έκανε γνωστή με αποτέλεσμα να ακούγεται και στα χρόνια μας. Πρόκειται για παροιμιόμυθο. Δυστυχώς δεν έχω πρόχειρη τη συλλογή του Δ. Λουκάτου (Νεοελληνικοί παροιμιόμυθοι) και δεν μπορώ να ελέγξω αν τη συμπεριλαμβάνει [τελικά ο Λουκάτος έχει ακριβώς την παραλλαγή του Πολίτη με του γούναρη την κάδη], πάντως παραλλαγές της βρίσκω στις Παροιμίες του Νικολάου Πολίτη. Βρίσκω εκεί μια φράση που λεγόταν στη Σωζόπολη “Θ’ ανταμωθούμε στα κιουρτζίδικα” (τουρκ. τα γουναράδικα). Πιο χαρακτηριστικά, βρίσκω μια πιο αναπτυγμένη παραλλαγή:
Τ’ αλεπόπουλα ρώτησαν την αλεπού, “Πού θ’ ανταμωθούμε;” “Εις του γούναρη την κάδη”.
Γούναρης, φυσικά, ο γουναράς. Και η κάδη είναι ο κάδος, όπου τα δέρματα μουλιάζουν σε διάφορα υγρά για να μαλακώσουν κατά την κατεργασία τους. Ο Πολίτης σημειώνει ότι υπάρχει μύθος πίσω από τη φράση: όταν η αλεπού ανάθρεψε τα παιδιά της και τα μεγάλωσε ώστε να μπορούν πια μόνα τους να φροντίζουν την τροφή τους, εκεί που αποχαιρετιόντουσαν τα αλεπόπουλα τη ρώτησαν πότε θα ξανασυναντηθούν -και εκείνη, πολύπειρη, έδωσε αυτή την απάντηση. (Να διορθωθεί λοιπόν κι αυτό που έγραψε η Αυγή, ότι ο παροιμιακός χαιρετισμός ήταν ανάμεσα σε αλεπούδες, κουνάβια και άλλα γουνοφόρα ζούδια: ανάμεσα στην αλεπού και στα παιδιά της είναι το σωστό).
Ο Πολίτης προσθέτει ότι τη φράση τη λένε χαριτολογώντας φίλοι που αποχωρίζονται και δεν έχουν προοπτική να συναντηθούν στο κοντινό μέλλον. Παραπέρα, παραθέτει πάμπολλες αντίστοιχες παροιμίες σε άλλες γλώσσες, αν και σε καμιά δεν υπάρχει η έννοια της αντάμωσης, απλώς η διαπίστωση ότι όλα τα αλεπουδοτόμαρα τελικά καταλήγουν στον γουναρά.
Φαίνεται μάλιστα ότι την παροιμιακή φράση δεν την είπε πρώτος ή δεν την έλεγε μόνο ο Βελουχιώτης. Από πληροφορίες του φίλου Εαρίωνα στη Λεξιλογία, την ίδια φράση τη χρησιμοποιούσε η παλιά κλεφτουριά επί Τουρκοκρατίας, όπως τουλάχιστον παρουσιάζεται στην πατριωτική πεζογραφία (Δημ. Φωτιάδης, Λάππας, Σταμέλος). Το θέμα αυτό θέλω να το ψάξω λίγο περισσότερο, αλλά καθόλου δεν το αποκλείω, αφού οι σχέσεις μεταξύ κλεφτουριάς και εθνικής αντίστασης είναι πολυποίκιλες και εντονότατες. Από την άλλη, αν λεγόταν από τους κλέφτες, μάλλον θα το επισήμαινε ο Πολίτης.
Πάντως, μετά τον Βελουχιώτη, η φράση πέρασε στο λεξιλόγιο της διωκόμενης αριστεράς, όπως διασώζει το παρακάτω απόσπασμα από τον Ριζοσπάστη (16.5.1947) που το εντόπισε πάλι ο Εαρίων: Γέμισε το πόρτο από εξόριστους… όσο πάνε και μαζεύονται περισσότεροι –εξόριστοι και ντόπιοι. Να χαιρετήσουν τους αξιωματικούς του ΕΛΑΣ… Ο κόσμος από την προκυμαία χαιρετά… Προκυμαία και μαούνες ανταλλάσσουν ευχές. «Καλή αντάμωση»… Κι από τη μαούνα απαντούν: «Στα γουναράδικα». Είναι μια ευχή βγαλμένη από λαϊκή παροιμία. Την έλεγαν στον ΕΛΑΣ πριν από τις μάχες. Είναι κάτι σαν το «καλό βόλι» του 1821 και το «ψυχή βαθιά» της Αντίστασης. Συμβολίζει το θάρρος και την αυτοθυσία, την ελληνική παλληκαριά, την περιφρόνηση του θανάτου.
Νομίζω πως το απόσπασμα αυτό συνοψίζει πολύ καλά τη σημασία της φράσης όπως χρησιμοποιήθηκε, αλλά παραθέτω ένα ακόμα, από χρονογράφημα του Νίκου Παπαπερικλή (Φιλικού) στον Ριζοσπάστη, ο οποίος, αναθυμώντας το 1982 έναν παλιό του συναγωνιστή, γράφει:
Ορέ συναγωνιστή, λέει, χρόνια και ζαμάνια που έχουμε να ανταμώσουμε. Πώς μας τρώει και μας καταπίνει αυτή η απέραντη η Αθήνα! Κάποτε, θέλαμε δε θέλαμε, μας ένωνε ο φασισμός στη ρημάδα τη φυλακή, όπως οι αλεπούδες στα γουναράδικα.
Έχουμε δηλαδή μια παροιμιακή φράση που βασίζεται σε παροιμιόμυθο, που λεγόταν εδώ και αιώνες, κυρίως σαν αποχαιρετισμός φίλων (και ενδεχομένως από τους κλέφτες πριν το 1821) και την οποία συνήθιζε να τη λέει ο Άρης Βελουχιώτης όταν αποχαιρετιόταν με συναγωνιστές του στο βουνό. Εξαιτίας της χρήσης από τον Άρη Βελουχιώτη, η φράση ξανάγινε γνωστή και παροιμιακή, τώρα κυρίως μεταξύ των αριστερών.
Το θέμα τελειώνει θαρρώ εδώ, αλλά μια και είμαστε ιστολόγιο που λεξιλογεί, να επεκταθούμε λίγο. Η γούνα είναι λέξη μεσαιωνική, δάνειο από τα μεσαιωνικά λατινικά, κελτικής αρχής. Ο γουναράς ή γούναρης λέγεται και βυρσοδέψης, και ταμπάκης (τούρκικο, θαρρώ). Για την κατεργασία του δέρματος χρησιμοποιούσαν αρκετά δύσοσμα υλικά (ας πούμε, τα άφηναν δυο μέρες μέσα σε σκυλόσκατα) κι έτσι η γειτονιά των βυρσοδεψών, τα ταμπάκικα, έπρεπε να βρίσκεται στις παρυφές της πόλης. Όμως ήταν επάγγελμα επικερδές, ο δε Νικ. Πολίτης έχει και την παροιμία “Γουναράδες βρωμεροί – και στην τσέπη όλο φλουρί”, καθώς και διάφορες αντίστοιχες σε ευρωπαϊκές γλώσσες, που τις μεταφράζει, π.χ. βρωμερό τομαράκι, κουδουνιστό παραδάκι. Αυτά τα βρήκα καθώς έψαχνα στη συλλογή του Πολίτη για την παροιμία με τα γουναράδικα: έψαξα στην αλεπού (δεν ήταν εκεί), έψαξα στο λήμμα “γούνα”, χωρίς επιτυχία, τελικά το είχε στο λήμμα “ανταμώνω”!
Όσο για τη φράση του βουλευτή Διαμαντόπουλου, νομίζω ότι κακώς τράβηξε τόσο την προσοχή, ειδικά όταν στην ίδια συνεδρίαση ειπώθηκαν απρέπειες ολκής. Χτες υπήρξε και συνέχεια, αφενός αστεία και αφετέρου θρασεία. Αστεία από την βουλευτίνα Καστοριάς της Νέας Δημοκρατίας (χωρίς σχόλια) και θρασεία από τον εκπρόσωπο του φιλοναζιστικού κόμματος, ο οποίος αποκάλεσε ‘εμφυλιοπολεμικές’ τις εκφράσεις. Σημειώνω ότι πρόκειται για τον πολιτικό απόγονο εκείνων που έγραφαν στα επίσημα ανακοινωθέντα τους “Εκ των ημετέρων απώλειες: είς Γερμανός”! Ε, ναι, έτσι ίσως εξηγείται.

σχετική  συζητηση ( με τηνγνωστη ..επαρση ορισμένων .. ) εδω  
=παντως το να τη βγαινουν υπερασπιστες του Αρη -και μαλιστα του μετα την Βαρκιζα  οι υπερασπιστες του ,,,Ζαχαριαδη που τον ..αποκηρυξε  μου φαινεται ολιγον  Καπως..)

Δευτέρα 1 Απριλίου 2013

Το Νιούαρκ γιορτάζει τον 80άρη Φίλιπ Ροθ - (τα ΝΕΑ)

  1. News for τα νεα Φιλιπ Ροθ

    1. Οι επόμενες γενιές; Ας πάνε στον διάβολο!
      Τα Νέα Οnline ‎- 2 days ago
      Μάρτιος του 2011 και ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα βραβεύει τον Φίλιπ Ροθ στον Λευκό Οίκο. Ο 80χρονος πλέον αμερικανός ...
  2. Η αποχαιρετιστήρια γιορτή του Φίλιπ Ροθ - Βιβλίο - Πολιτισμός ...

    2 days ago – Την προηγούμενη εβδομάδα, στις 19 Μαρτίου 2013, ο Φίλιπ Ροθ έγινε 80 χρόνων. Λογοτεχνικές παρουσιάσεις, μια διαδραστική περιήγηση με ...
Επειτα από δεκάδες βιβλία, εκατοντάδες δοκίμια και άλλες τόσες ιστορίες, ύστερα από μυθιστορήματα με πρωταγωνιστές άλλοτε τον Ντέιβιντ Κέπες («Ο καθηγητής του πόθου», «Το ζώο που ξεψυχά», «Το βυζί») και άλλοτε τον Νέιθαν Ζούκερμαν (η περίφημη τριλογία «Ζούκερμαν Δεσμώτης»), έπειτα από κωμωδίες και τραγωδίες, ύστερα από μια μακρά πορεία διαρκούς ενδοσκόπησης και παρατήρησης της ζωής, έπειτα από πενήντα χρόνια «μάχης με τη συγγραφή» - μέσω της οποίας έθιξε ζητήματα όπως το πνεύμα και το σώμα, οι σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών, ο γάμος, το σεξ, η πολιτική, η εβραϊκότητα η απομόνωση, η απόγνωση, η οικειότητα και ο διαρκώς εύθραυστος εαυτός - ο Φίλιπ Ροθ πλέον απολαμβάνει τα όσα απλά και καθημερινά στερήθηκε για δεκαετίες.
Καθώς ο δημοσιογράφος προσπαθεί να καταλάβει - «αυτό σημαίνει ότι σταματήσατε να κοιτάτε τη ζωή και να σκέφτεστε ότι υπάρχει κάτι για το οποίο αξίζει να γράψετε;» - ο συγγραφέας δεν διστάζει να εξομολογηθεί πως «ναι, σημαίνει αυτό ακριβώς. Κάποιος μου λέει μια ιστορία και τις παλιές ημέρες αμέσως θα άρχιζα να σκέφτομαι αν ήταν μια ενδιαφέρουσα ιστορία [...] και θα πήγαινα στο σπίτι και θα κρατούσα σημειώσεις και θα την περιεργαζόμουν, θα έπαιζα μαζί της. Και επρόκειτο για μια διαρκή πνευματική δραστηριότητα. Ενώ τώρα απλώς την ακούω και είναι πολύ ωραία. Επιστρέφω στο σπίτι και πέφτω να κοιμηθώ».
Εχοντας απαλλαχθεί από ένα πολύ βαρύ φορτίο - «δεν μπορώ πλέον να φανταστώ να περνάω τις ημέρες μου γράφοντας πέντε σελίδες, τις οποίες στη συνέχεια τις πετώ», είχε δηλώσει σε μια άλλη από τις τελευταίες του συνεντεύξεις - ο Ροθ, πέρα από το να περνά ένα δίωρο την ημέρα, κάθε ημέρα, μιλώντας για τη ζωή του στον βιογράφο του, απολαμβάνει τον ύπνο, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του μεσημεριού. Οταν ήταν ακόμα παιδί, ο πατέρας του τού μιλούσε διαρκώς για τα πράγματα που πρέπει να κάνει ώστε να είναι ένας πραγματικός «άνδρας». Ενα από αυτά ήταν και η διαδικασία του μεσημεριανού ύπνου. «Οποτε παίρνεις έναν υπνάκο», τον συμβούλευε ο πατέρας του, «να βγάζεις πάντοτε τα ρούχα σου και να σκεπάζεσαι για να κοιμάσαι καλύτερα». Εβδομήντα χρόνια μετά, ο Φίλιπ Ροθ αναγνωρίζει πως ο πατέρας είχε, «όπως πάντα», δίκιο και ακολουθεί πιστά τη συμβουλή του. Αφότου επιστρέψει από το κολυμβητήριο, φάει το μεσημεριανό του και διαβάσει την εφημερίδα του, απολαμβάνει «αυτό το υπέροχο πράγμα που αποκαλείται "υπνάκος"». Και η καλύτερη στιγμή για τον συγγραφέα είναι όταν ξυπνά. «Για τα πρώτα 15 δευτερόλεπτα δεν έχεις την παραμικρή ιδέα για το πού βρίσκεσαι. Είσαι απλά ζωντανός. Αυτό είναι το μοναδικό που γνωρίζεις και αποτελεί μια ευλογία. Είναι η απόλυτη ευτυχία».
Οσον αφορά το μέλλον, το δικό του και του έργου του, ο Ροθ εμφανίζεται απλά στωικός. Ο θάνατος ασφαλώς και τον τρομάζει - «κοιτώντας την ατζέντα σου είναι σαν να διασχίζεις ένα νεκροταφείο» - αλλά δεν τον εξοργίζει και προσπαθεί να τον κατανοήσει με την οπτική ενός ανθρώπου η ζωή του οποίου πλησιάζει αναπόφευκτα στο τέλος της. Και οι επόμενες γενιές; Η συγγραφική του κληρονομιά; Καθώς πρόκειται για καταστάσεις που τον ξεπερνούν και τις οποίες δεν θα μπορεί να ελέγξει, ο Ροθ απαντά «ας πάνε στον διάβολο».
Σάκης Μαλαβάκης

Τα url του θείου Ισιδώρα