Αναγνώστες

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΜΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΜΕ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου 2016

Επιτήρηση για τα fake news Το Facebook ανοίγει πόλεμο στις ψευδείς ειδήσεις


Επιτήρηση για τα fake news

Το Facebook ανοίγει πόλεμο στις ψευδείς ειδήσεις

Το Facebook ανοίγει πόλεμο στις ψευδείς ειδήσεις
«Εντυπωσιακές» αλλά ψεύτικες ειδήσεις διαδίδονται συνήθως ταχύτερα και ευρύτερα από τις πιο «βαρετές» διαψεύσεις τους   (Φωτογραφία:  Reuters )
  • 4







Σαν Φρανσίσκο
Μετά τις επικρίσεις -κυρίως στον απόηχο της εκλογής Τραμπ- για το πόσο εύκολα διαδίδονται στο Facebook ανυπόστατες και ψευδείς ειδήσεις, το μέσο κοινωνικής δικτύωσης ανακοίνωσε πως εισάγει εργαλεία που στοχεύουν στον περιορισμό των λεγόμενων fake news.

Τα εργαλεία θα βασίζονται στη συνεργασία με ομάδες που διερευνούν την ορθότητα των αναφορών και θα μαρκάρουν ως αμφιλεγόμενες τις ύποπτες ειδήσεις.

Το Facebook είχε δεχθεί τις περισσότερες επικρίσεις για τα λεγόμενα fake news -ο όρος δείχνει ότι έχει πλέον μπει στη δημόσια συζήτηση ως συγκεκριμένο φαινόμενο, που αφορά ειδικά τις ψευδείς αναφορές (ουκ ελάχιστες φορές, συνωμοσιολογικού «αρώματος») που διαδίδονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η έννοια των fake news συνδέεται με τον άλλον όρο που επίσης ακούγεται στη δημόσια συζήτηση μετά τον Τραμπ, την «μετα-αλήθεια».

Είναι τεράστια συζήτηση το τι σχέση έχουν όλα αυτά με την πολιτική στάση ή συγκεκριμένα την εκλογική συμπεριφορά -σύμπτωμα; αίτια και αποτέλεσμα; παράγοντας η επίδραση του οποίου εξαρτάται από άλλες μεταβλητές; ύπουλη «απλή» σχετικοποίηση των πραγματικών δεδομένων; - αλλά τα fake news είναι ζήτημα. Ο ιδρυτής του Facebook Μαρκ Ζούκερμπεργκ είχε απορρίψει ως «τρελή» την εκτίμηση ότι οι Αμερικανοί ψήφισαν Τραμπ λόγω του Διαδικτύου -όμως, το Facebook τελικά θα προχωρήσει σε εργαλεία εναντίον των fake news.  
 
Οι ανυπόστατες φήμες και η κάθε λογής συνωμοσιολογία (στην οποία συνήθως βασίζονται) ήταν πάντοτε μέρος του Διαδίκτυου, όμως οι επικρίσεις σε βάρος συγκεκριμένα του Facebook υποστηρίζουν πως, άθελά του, το Facebook κατέληξε το όχημα μέσω του οποίου πέρασαν από τις παρυφές του Διαδικτύου στο «κέντρο» του.

Οι επικριτές υποστηρίζουν πως αυτό οφείλεται στον τρόπο λειτουργίας του Facebook: Στη ροή του κάθε χρήστη δίνεται προτεραιότητα σε νέο περιεχόμενο που έχει προηγουμένως προκαλέσει το ενδιαφέρον άλλων χρηστών (και κατά κανόνα, φιλτραρισμένο από τον αλγόριθμό του, θεωρείται πιθανότερο να ενδιάφερει τον χρήστη). Το σημείο αυτό παράλληλα, κατά τους επικριτές, ευνοεί την μετατροπή της ροής στο Facebook, προσωποιημένης για κάθε χρήστη, σε χώρο αναπαραγωγής (και έμμεσης ενίσχυσης) απόψεων και οπτικών με τις οποίες συμφωνεί (echo chamber).

Οι ψευδείς ειδήσεις έχουν συνήθως ένα στοιχείο εντυπωσιασμού και είναι πιθανότερο να προκαλέσουν αντιδράσεις των χρηστών. Αντιθέτως, η διάψευσή τους δεν προκαλεί την ίδια διάδραση. Οπότε, υποστηρίζουν οι επικρίσεις, οι μεν πρώτες διαδίδονται γρήγορα και σε μεγαλύτερο αριθμό χρηστών, οι δεύτερες όμως όχι.

Tα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα από την περίοδο της μάχης για τον Λευκό Οίκο ήταν η δήθεν υποστήριξη που εξέφρασε ο Πάπας για την υποψηφιότητα του Τραμπ, πως δήθεν ένας πράκτορας του FBI που ερευνούσε την Κλίντον βρέθηκε νεκρός ή το διαβόητο Pizzagate.

Έτσι, την Πέμπτη το Facebook ανακοίνωσε ότι θα προσθέσει εργαλεία που θα βοηθούν στην καταπολέμηση αυτής της διαδικασίας.

Θα συνεργάζεται με ήδη υπάρχουσες ομάδες που ελέγχουν την ορθότητα ειδήσεων που κυκλοφορούν «σκόρπιες» στο Διαδίκτυο, όπως το Snopes αλλά και τα παραδοσιακά ειδησεογραφικά Associated Press και ABC. Όταν αυτές χαρακτηρίζουν ψευδή μία είδηση, το Facebook θα μαρκάρει ως «αμφιλεγόμενη» την είδηση όταν εμφανίζεται στη ροή του και θα δίνονται εξηγήσεις γιατί.

Ενδέχεται επίσης, όπως είπε το Facebook, αυτές οι ειδήσεις να εμφανίζονται χαμηλότερα στη ροή και να μην είναι δυνατή η επανανάρτησή τους.

Ο αντιπρόεδρος της εταιρείας, Άνταμ Μοσέρι, ανέφερε πως σκοπός είναι τα εργαλεία του Facebook να επικεντρωθούν στα «χειρότερα των χειρότερων» ξεκάθαρων ψευδών ειδήσεων που δημιουργούνται σκόπιμα ώστε να ωφελούν όποιον τις κατασκευάζει.
Newsroom ΔΟΛ

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2016

Ένα πλεόνασμα πληροφόρησης δεν φωτίζει τον κόσμο


Στην εποχή μας η συσκότιση και στρέβλωση της αλήθειας δεν προκύπτει μέσω της απόκρυψης πληροφοριών αλλά αντίθετα μέσα από την πληθώρα και την ταχύτατη διαδοση τους ..
Ένα πλεόνασμα πληροφόρησης δεν φωτίζει τον κόσμο :
είναι σαν να σκεπάζουμε το μυαλό μας με τόννους λάσπης .
Η υπερπληροφορηση κάνει τον κόσμο μας πιο Διάφανο αλλά και πιο εύθραυστο , αδιανόητα εύθραυστο : σα να κάνουμε πατινάζ σε πολύ λεπτό πάγο βλέποντας τις ρωγμές να ανοίγουν κάτω από τα πόδια μας .
 Π.Θ

Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2015

για την ουτοπία μιας ''επικοινωνιακής'' κοινωνιας ..απο το Ζαν Μπροντιγιαρ : Η Διαφάνεια του κακού


η ουτοπία μιας επικοινωνιακής κοινωνίας είναι κάτι άνευ νοήματος, εφόσον η επικοινωνία προκύπτει συγκεκριμένα από την ανικανότητα μιας κοινωνίας να ξεπεράσει τον εαυτό της αγόμενη σε άλλους σκοπούς.



Το ίδιο ισχύει και για την πληροφόρηση : η περίσσεια γνώσεων διασπείρεται αδιάφορα με τρόπο επιφανειακό προς ολες τις κατευθύνσεις, στην πραγματικότητα όμως προκαλεί απλώς μια μετατροπή /αντιμετάθεση. Στη διασύνδεση οι συνομιλητές είναι συνδεδεμένοι ο ένας με τον άλλον όπως το φις με την ηλεκτρική πρίζα.

Όπως πολύ σωστά λέγεται''αυτό'' επικοινωνεί, μέσα απο ενα είδος μοναδικού , στιγμιαίου κυκλώματος , και για να επικοινωνήσει αυτό καλά , το πράγμα πρέπει να γίνει γρήγορα ,δεν υπάρχει χρόνος για σιωπή. Η σιωπή έχει εξοβελιστεί από τις οθόνες και την επικοινωνία

Οι μεσο-ενημερωικές εικονες (και το μεσοενημερρωτικό κείμενο είναι σαν τις εικόνες) δεν σιωπουν ποτέ: εικόνες και μηνύματα οφείλουν να ρέουν συνεχώς

Η σιωπή όμως , αυτή η συγκοπή στο κύκλωμα, αυτή η ήπια καταστροφή , αυτό το lAPSUS που στην περίπτωση της τηλεόρασης αποκτά ιδιαίτερα μεγάλη σημασία - μια ρήξη φορτωμένη με άγχος και αγαλλίαση μαζί, που επιβεβαιώνει ότι όλη αυτή η επικοινωνία δεν είναι κατά βάθος παρά ένα σενάριο που έχει γίνει με το ζόρι, μια αδιάκοπη διαδοχή πλασμάτων που μας απαλλάσσει από το κενό τόσο της οθόνης όσο και της οθόνης του μυαλού μας, της οποίας τις εικόνες παραμονεύουμε , εξίσου γοητευμένοι.

Η εικόνα ενός ανθρώπου που κάθεται και χαζεύει, μια μέρα απεργίας, την κενη οθόνη της τηλεόρασης του θα θεωρείται κάποτε μια από τις ωραιότερες εικόνες της ανθρωπολογίας του 20ου αιώνα


Ζαν Μπροντιγιαρ : Η Διαφάνεια του κακού , Εξάντας Νήματα , μτφ Ζ Σαρίκας (1990) 1996(σ 21)
΄βλ και

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

Tzvetan Todorov Οι εσωτερικοι εχθροι της Δημοκρατιας ,μτ Σωτη Τριανταφυλλου, Μαριαννα Κουταλου , εκδοσεις Πατακη Αθηνα 2012





Tzvetan  Todorov  Οι εσωτερικοί εχθροί της Δημοκρατίας ,εκδόσεις Πατάκη  Αθήνα 2012
Η δημαγωγία  , είναι εξίσου παλιά με την δημοκρατία .Αλλά δέχτηκε  τεράστια ώθηση  στη σύγχρονη εποχή χάρη στις μαζικές επικοινωνίες  και ιδιαιτεραστην Τηλεόραση. Οι έντυπες ειδήσεις  απευθύνονται σε όλους αλλά μπορείς τουλάχιστον να σταματήσεις , να ξαναδιαβάσεις το άρθρο , να σκεφτείς . Η τηλεοπτική είδηση περνάει γρήγορα , ευνοεί τις σύντομες και σαφείς  φράσεις τις σοκαριστικές  εικόνες που συγκρατουνται εύκολα ,,,, όποιο και να είναι το πολιτικό μήνυμα  που θέλουμε να μεταδώσουμε   δεν μπορεί να συγκρατηθεί παρα  μονο αν το συρρικνώσουμε σενα αξιομνημόνευτο   σύνθημα .

Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Πώλ Βιριλιό, Η διαδικασία της σιωπής,νησιδες

Πώλ Βιριλιό, Η διαδικασία της σιωπής
Ο Πωλ Βιριλιό, πολεοδόμος και δοκιμιογράφος, ανήκει στους στοχαστές εκείνους, καθήκον των οποίων φαίνεται ότι είναι η συγγραφή λημμάτων στην Εγκυκλοπαίδεια των Δεινών της εποχής μας. Η ματιά του είναι αιχμηρή, οι παρατηρήσεις του πάντα ικανές να προκαλέσουν συζητήσεις. Στον παρόντα τόμο, συγκατοικούν δυο διαλέξεις, όπου ο Βιριλιό επιχειρεί μιαν αποτίμηση της λεγόμενης μοντέρνας τέχνης, σε συνδυασμό με την τέχνη αλλά και την τεχνο-επιστήμη (τεχνική/ τεχνολογία + επιστήμη) των ημερών μας. - Κεντρική θέση του Βιριλιό είναι ότι η μοντέρνα τέχνη ήταν αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τη βία και τη βαναυσότητα, αποτέλεσε τον προάγγελο των μαζικών ολέθρων του 20ού αι., κήρυκα του γενικευμένου μηδενισμού των καιρών μας. - Εδώ καταγγέλλονται, ορθά, οι φαιδρές, μάλλον κωμικοτραγικές υπερβολές ορισμένων εκπροσώπων της σύγχρονης τέχνης, κατ' ουσίαν ορισμένων «σταρ» των εικαστικών τεχνών. Ο Γκύντερ φον Χάγκενς, επί παραδείγματι, παρουσιάζει, το 1998, στο Μάνχαϊμ, την έκθεση «Οι κόσμοι του σώματος», όπου 800.000 (!) επισκέπτες έσπευσαν για να ατενίσουν διακόσια πτώματα τα οποία ο Χάγκενς, ανατόμος και επινοητής μιας μεθόδου συντήρησης των πτωμάτων, είχε στήσει σε διάφορες πόζες που θύμιζαν αρχαία αγάλματα. - Άλλο εφιαλτικό δείγμα αποτελεί ο Χέρμαν Νιτς, ο οποίος θυσίαζε ζώα σε ένα «αιματοβαμμένο και ακόλαστο τελετουργικό». Επίσης, ο Ρούντολφ Σβάρτσκογκλερ, ο οποίος απεβίωσε ύστερα από τον αυτοευνουχισμό του κατά τη διάρκεια μιας performance-action η οποία εκτυλισσόταν χωρίς παρουσία θεατών, κεκλεισμένων των θυρών, με πρωταγωνιστές τον καλλιτέχνη και μια κάμερα. - Ο Βιριλιό συσχετίζει αυτές τις ανόητες ακρότητες με τις φρικαλεότητες στην Πνομ Πενχ, όπου η καμποτζιανή κυβέρνηση (η angkar) εκτελούσε εν ψυχρώ (πρώτα τις γυναίκες και τα παιδιά) χιλιάδες αθώους, αφού πρώτα τους είχε φωτογραφίσει επιμελώς. Κι ακόμη, με το Αουσβιτς και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, με τον ναζιστικό τρόμο. - Μας επισημαίνει τη φρίκη ενός κομφορμισμού της ευτέλειας, τονίζει την τάση αυτοκαταστροφής που είναι δεσπόζουσα την τέχνη του 20ού αι., αλλά και ανάμεσα στους δημιουργούς της (δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες οι αυτόχειρες) και με ένα ομολογουμένως εντυπωσιακό αλλά, κατά τη γνώμη μας, λίαν συζητήσιμο λογικό άλμα, φτάνει να συσχετίσει τη διάθεση του ζωγράφου Μαρκ Ρόθκο να μη φιλοτεχνεί ζωγραφιές γαλήνιες αλλά να φυλακίζει την πιο απόλυτη βία σε κάθε τετραγωνικό εκατοστόμετρο της επιφανείας του, με τη βία που επικρατεί στα rave parties και στα υπόγεια των εργατικών προαστίων. - Ακριβώς εδώ, σε τέτοια λογικά άλματα, ελλοχεύει ο κίνδυνος πολλών παρεξηγήσεων. Ο Βιριλιό φαίνεται ότι αγνοεί τη διαλεκτική των πρωτοποριών, της αιχμής της μοντέρνας τέχνης. Επιλέγει κάποιες ακραίες εκφράσεις και εκφάνσεις της, τις υπογραμμίζει, τις αποκόπτει από τα ιστορικά συμφραζόμενά τους και επιχειρεί τολμηρούς συσχετισμούς με τα δεινά της εποχής μας. Εδώ, τηρουμένων πολλών αναλογιών, ο Βιριλιό μάς θυμίζει τους λεγόμενους «νέους» (και τόσο ταχέως γηρασμένους) φιλοσόφους (Αντρέ Γκλυκσμάν, Μπερνάρ Ανρί-Λεβί και κομπανία) οι οποίοι αποφάνθηκαν ότι τα Γκουλάγκ και τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως έφταιγαν ο Χέγκελ, ο Μαρξ και οι, κατά τον Φρανσουά Λυοτάρ, «μεγάλες αφηγήσεις». - Ο Βιριλιό διατείνεται ότι, εκκινώντας από την όποια βία και τάση για σκάνδαλο που χαρακτήριζε τις ιστορικές πρωτοπορίες, φτάσαμε σήμερα στο «άμετρο για το άμετρο» (κατά το «η τέχνη για την τέχνη»), φτάσαμε σε μιαν ολέθρια εξοικείωση με τις εικόνες και συνάμα σε μιαν εξ ίσου ολέθρια απουσία βάρους των λέξεων. Ωραία ιδωμένο, ωραία ειπωμένο. - Ωστόσο, η όποια βιαιότητα κάποιων διακηρύξεων των ντανταϊστών, των λετριστών και των καταστασιακών δεν είναι δυνατόν να γίνει κατανοητή, αν την λαμβάνουμε τοις μετρητοίς. Αποτελούσε μέρος, και όχι το μεγαλύτερο, ενός προγράμματος και ενός προτάγματος που ο Βιριλιό δεν αντιλαμβάνεται με διαύγεια. Όταν ο ντανταϊστής Ρίχαρντ Χίλζενμπεκ ωρυόταν «Είμαστε υπέρ του πολέμου. Ο ντανταϊσμός είναι, και σήμερα ακόμη, υπέρ του πολέμου. Η ζωή πρέπει να πονάει. Δεν υπάρχει αρκετή σκληρότητα», κάθε άλλο παρά υπεραμυνόταν του μεγάλου μακελειού του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, όπως, αντίθετα, έκαναν οι ιταλοί φουτουριστές με επικεφαλής τον Μαρινέτι. Οι ντανταϊστές, όπως και οι υπερρεαλιστές (ο Αντρέ Μπρετόν την ίδια εποχή ωρυόταν «Ζήτω η Γερμανία! Είμαστε όλοι γερμανοί!») επιχειρούσαν να εναντιωθούν στην κυρίαρχη τάξη της χώρας τους, επιχειρούσαν, δια του σκανδάλου, να δείξουν ότι οι κυρίαρχες τάξεις, και όχι οι λαοί, δημιουργούν τις εκατόμβες των θυμάτων. - Περαιτέρω, όταν ο Γκυ Ντεμπόρ διακηρύσσει, με αφορμή την κορυφαία πρωτοποριακή του ταινία «Ουρλιαχτά για χάρη στου Σαντ» (το 1952) ότι ήθελε να σκοτώσει τον κινηματογράφο επειδή ήταν πιο εύκολο από το να σκοτώσει έναν περαστικό, δεν το εννούσε κυριολεκτικά, όπως θεωρεί ο Βιριλιό, αλλά επιχειρούσε έναν ευφυή σχολιασμό σε μια σκανδαλώδη φράση του Μπρετόν (στα ΜΑΝΙΦΕΣΤΑ ΤΟΥ ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΥ). Κι αυτό γιατί, πρώτιστη μέριμνα του νεαρού τότε λετριστή, ήταν η πατροκτονική εναντίωση στην κορυφαία πρωτοπορία του 20ού αι., τον υπερρεαλισμό, και φυσικά στον γενάρχη και ηγέτη της, τον Μπρετόν. Η άγνοια τέτοιων ιστορικών περιστατικών οδηγεί σε εσφαλμένες ερμηνείες και σε πολύ δυσάρεστες παρεξηγήσεις. - Ο Βιριλιό θα έπρεπε να γνωρίζει ότι υπάρχει ένα κόκκινο νήμα που ενώνει τις ιστορικές πρωτοπορίες, το κίνημα Νταντά και τον Υπερρεαλισμό, με τις πρωτοποριακές συνομαδώσεις του δεύτερου ημίσεως του 20ού αι., κυρίως τη Λετριστική και την Καταστασιακή Διεθνή: και αυτό είναι το πρόγραμμα της υπέρβασης, του ξεπεράσματος της τέχνης, και της πραγμάτωσής της στο κοινωνικό πεδίο. Καμία σχέση με τις φρικαλεότητες των Κόκκινων Χμερ, των σταλινικών γκουλάγκ ή των ναζιστικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως. Κι ακόμη, καμία σχέση με την αποσβόλωση και την αποχαύνωση των μαζών μπροστά στην κυριαρχία των εικόνων και στην απουσία βάρους των λέξεων. Απεναντίας, όπως θα όφειλε να γνωρίζει ο Βιριλιό, πολλοί ντανταϊστές αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στο σφαγείο του πολέμου (μάλιστα ο Αρτύρ Κραβάν έμεινε στην ιστορία ως λιποτάκτης δεκαεφτά στρατών!!), πολλοί υπερρεαλιστές φυλακίστηκαν ή και θανατώθηκαν από τους ναζί (ο Ρομπέρ Ντεσνός μάλιστα, σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως), ενώ ακριβώς οι λετριστές και εν συνεχεία οι καταστασιακοί ήταν εκείνοι που, με προεξάρχουσα μορφή τον Ντεμπόρ, κατάφεραν να διατυπώσουν τη διαυγέστερη και αυστηρότερη κριτική στα δεινά που ταλάνισαν τον 20ό αι. - Οσο για την απόφανση του Βιριλιό περί «απουσίας βάρους των λέξεων», αξίζει να σημειώσουμε ότι όλες μα όλες οι προειρηθείσες πρωτοπορίες συνόδευσαν τις δραστηριότητές τους στον εικαστικό τομέα με πληθώρα θεωρητικών κειμένων στα οποία εξηγούσαν εναργώς τα γιατί και τα πώς αυτών των δραστηριοτήτων τους και μάλιστα, σε πολλές αξιομνημόνευτες περιπτώσεις, προχωρούσαν σε δριμεία κοινωνική κριτική, προχωρούσαν πέρα από τη σφαίρα της τέχνης σε μια ολική θεώρηση του κόσμου, στη σύλληψη ενός οράματος για μιαν ανθρωπότητα αφοσιωμένη στα συναρπαστικά παιχνίδια της δημιουργικότητας και της ελευθερίας. - Απαντώντας στον Βιριλιό με τα λόγια ενός υπερρεαλιστή: «Ο άνθρωπος είναι η απάντηση, όποια κι αν είναι η ερώτηση».
(Γιώργος-Ικαρος Μπαμπασάκης, Βιβλιοθήκη της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ, 1. 11. 2002)

Για τον πάντα εύστοχο πολεοδόμο, συγγραφέα και φιλόσοφο Πωλ Βιριλιό (στο βιβλίο του Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ), «στο εξής, ΟΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΜΙΛΑΕΙ, ΣΥΝΑΙΝΕΙ, καμιά σιωπή δεν μπορεί να είναι αποδοκιμαστική, ανθιστάμενη, αλλά μόνο συναινούσα». Τώρα που η τέχνη εξυπηρετεί καλύτερα τους στόχους του θεάματος, ο καλλιτέχνης μοιάζει με τον δήμιο. Οσο πιο απάνθρωπη και ωμή γίνεται η τέχνη του, τόσο περισσότερο εξοικειώνει τους συνανθρώπους του με την οριστική άλωση της ζωής. Η «διάγνωση» του Βιριλιό μιλά για «κλινική ηδονοβλεπτικότητα»: κάποιοι παραχωρούν το σώμα τους χωρίς ενδοιασμούς, επιτρέποντας σε επίδοξους Μένγκελε [ο Μένγκελε ήταν ναζί γιατρός που έκανε απάνθρωπα πειράματα με τους κρατουμένους των στρατοπέδων συγκεντρώσεως] να κάνουν τα πειράματά τους, ενώ οι υπόλοιποι παρατηρούν αποχαυνωμένοι αυτή τη βίαιη διαδικασία απονέκρωσης. Και το σώμα που βλέπουν, ουσιαστικά, δεν είναι άλλο από το δικό τους. - Γράφει ο γάλλος δοκιμιογράφος: «Η τέχνη του 20ού αι. έχει γίνει τερατώδης, με την έννοια ότι είναι σύγχρονη με τα φαινόμενα αποσβόλωσης των μαζικών κοινωνιών που υποτάσσονται στη διαμόρφωση της γνώμης, στην προπαγάνδα των Μ.Μ.Ε., ενώ συγχρόνως φτάνουν στα άκρα με την τρομοκρατία ή τον ολικό πόλεμο». Η σκηνή του κόσμου κλονίζεται. Τώρα οι θεατές γίνονται ολοένα περισσότερο μάρτυρες βάναυσων και ευτελών θεαμάτων. Εφ' όσον οι πάντες συναινούν, συμμετέχουν κιόλας στο παγκόσμιο πρότζεκτ της τέχνης του θανάτου. «Οσο κι αν δεν αρέσει στον Αντόρνο, μετά όπως και πριν το Αουσβιτς, το θέαμα της ευτέλειας είναι σταθερά παρόν, αλλά έχει γίνει πολιτικά μη ορθό το να το αμφισβητούμε, κι αυτό εν ονόματι της ελευθερίας της έκφρασης, μιας ελευθερίας συγκαιρινής με την τρομοκρατική πολιτική που ήταν, κατά τον Γιόζεφ Γκαίμπελς, η τέχνη να κάνεις εφικτό ό,τι ήταν ανέφικτο». Τελικά, το όλο διακύβευμα της παρακολούθησης αφορά τον θάνατο. Οι προοπτικές για τους ζωντανούς ελαττώνονται και την ίδια στιγμή ωφελούνται οι βιομηχανίες μαζικών καταστροφών. Πώς να ζήσεις όταν καθημερινά σε τρομοκρατούν, ακόμη και οι καλλιτέχνες; Τι αντιρρήσεις να προβάλεις καθηλωμένος πίσω από ένα τζάμι, τι δημιουργικό μπορείς να κάνεις; Να σιωπάς; «Στο εξής, αυτό που μιλάει είναι η εικόνα, όλες οι εικόνες: οι εικόνες των διαφημιστικών αφισών και των οικιακών τηλεοράσεων», σημειώνει ο Βιριλιό, «και των καλλιτεχνικών έργων» θα προσθέταμε προσυπογράφοντας την «προφητεία» του συγγραφέα, που αναμένει «την προσεχή έλευση μιας τρομοκρατικής τέχνης, που θα εγκωμιάζει την αυτοκτονία, τον αυτοακρωτηριασμό που θα παρέτεινε τον τωρινό μεγάλο ενθουσιασμό για τη χάραξη του σώματος, το piercing, ή πάλι το αναίτιο έγκλημα, έλευση μιας θανατοφιλίας που θα ξαναζωντάνευε ένα λησμονημένο σήμερα φασιστικό σύνθημα: Viva la muerte! Ζήτω ο θάνατος!»
(Μανώλης Ανδριωτάκης, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 24. 9. 2002)

Λένε πολλοί ότι "η σύγχρονη τέχνη βρίσκεται σε κρίση" χωρίς να καταλαβαίνουν ότι η κρίση αυτή συμβαδίζει με έναν τρόμο που απειλεί πραγματικά κάθε παράσταση. Χωρίς την τρομοκρατία τα έργα του 20ού αιώνα είναι αδιανόητα, αόρατα. Χωρίς τον πολλαπλασιασμό των κινδύνων των δράμα των σημερινών επιφάσεων είναι ακατανόητο , κατα ορισμένους επιλήψιμο. Πράγματι ενώ στις αρχές του 20ου αιώνα η Τέχνη ήταν ακόμα μόνον ο πρόδρομος των τραγωδιών που έμελλε σύντομα να μας πλήξουν στις αρχές του 21ου αιώνα, ίσα ίσα η επιστήμη οφείλει να προεικονίσει το άγχος του μέλλοντος. Απαιτώντας με τη σειρά της μια ελευθερία έκφρασης στο ύψος των φιλοδοξιών της, η τεχνοεπιστήμη εγκαινιάζει έναν "εξπρεσιονισμό" του οποίου ο άμετρος χαρακτήρας είναι εφάμιλλος μόνο με την ικανότητα της τεχνοεπιστήμης, να ανατρέπει κάθε νόμο, κάθε ηθική, στο όνομα μόνο της παντοδυναμίας της.

Για τον Βιριλιό, η κρίση της σύγχρονης τέχνης είναι ο μισθός του φόβου μίας μαζικής κουλτούρας που οδηγεί στην εξολόθρευση και φόβου μιας σιωπής που ταυτίζεται με την ανανδρία αφού ως γνωστόν "όποιος δεν μιλάει συναινεί".

[ISBN: 960-8480-90-6]

Κυριακή 18 Μαΐου 2014

Ραδιόφωνο και κινηματογράφος στην υπηρεσία του Ναζισμου : αποσπάσματα απο το βιβλίο :Ζωή και θάνατος στο Τρίτο Ράιχ Peter, Fritzsche, Εκδόσεις ,ΘΥΡΑΘΕΝ 2013




 :Ζωή και θάνατος στο Τρίτο Ράιχ Peter, Fritzsche, Εκδόσεις ,ΘΥΡΑΘΕΝ 2013
Tο πιο επιτυχημένο πρόγραμμα της γερμανικής ραδιοφωνίας ήταν το μουσικό βαριετέ με τις προτιμήσεις των ακροατών, το Wunschkonzert fόr das Winterhilfswerk, που έγινε και το θέμα μιας δημοφιλέστατης ταινίας που βγήκε στις αίθουσες στα τέλη του 1939. Αξίζει να εξετάσουμε και τη ραδιοφωνική εκπομπή και την ταινία, για να καταλάβουμε πώς εμφανιζόταν «ο Λαός» να «έρχεται στα λόγια» του εθνικοσοσιαλισμού. Στο ραδιόφωνο, το Wunschkonzert απαρτιζόταν από τρία μέρη: μουσικοί, πρώτα ονόματα, έπαιζαν τις παραγγελίες των μέσων Γερμανών, που με τη σειρά τους έκαναν μια συνεισφορά στην καμπάνια της “Χειμερινής Αρωγής”| το κοινό (ζωντανά) που γελούσε και χειροκροτούσε| και η Volksgemeinschaft, που μαζευόταν γύρω από το ραδιόφωνο για να ακούσει τις δικές της παραγγελίες και αφιερώσεις. Έτσι εκπληρωνόταν η ναζιστική ντιρεκτίβα για τη ραδιοφωνία, “Από τον Λαό, στον Λαό”. Οι μουσικές επιλογές: ένα ποτ πουρί στρατιωτικών εμβατηρίων, συμπεριλαμβανομένου του αγαπημένου του Χίτλερ, “Der Badenweiler Marsch”, με το οποίο άνοιγε το πρόγραμμα| επιλογές από τον Βάγκνερ, τον Μπετόβεν και τον Μότσαρτ| χορωδίες και μπάντες, μια μίξη παλιών και καινούργιων, κλασικών και δημοτικών μαζί με λίγη τζαζ (με κλαρινέτο, αλλά όχι σαξόφωνο). Το Wunschkonzert δημιούργησε ένα εθνικό ρεπερτόριο ελαφρολαϊκής μουσικής που εξαφάνισε την διάκριση ανάμεσα σε υψηλή και χαμηλή κουλτούρα
[.............................................................................]


Το Wunschkonzert μεταδιδόταν το απόγευμα κάθε δεύτερης Κυριακής, και γρήγορα έγινε η δημοφιλέστερη ραδιοφωνική εκπομπή της Γερμανίας. Με το 80% των ραδιοφώνων συντονισμένα στη συχνότητά του, το Wunschkonzert αναγνωρίστηκε ως η εκπομπή που συγκέντρωνε τους Γερμανούς σε “μια μεγάλη οικογένεια”. Ως εκ τούτου, οι Γερμανοί μπορούσαν να φαντάζονται ο ένας τον άλλο μπροστά στο ραδιόφωνο να ακούν το ίδιο πρόγραμμα: «Την Κυριακή έχει Wunschkonzert», έγραψε ένας στρατιώτης στην οικογένειά του στην πατρίδα| «σίγουρα θα το ακούτε κι εσείς».[..................]
Η ταινία Wunschkonzert (1941) είναι ενδιαφέρουσα επειδή παρουσιάζει το ραδιόφωνο σαν μέσο για την επίτευξη της εθνικής ενότητας. Δεν ήταν μόνο ότι οι Γερμανοί, ανεξαρτήτως επαγγέλματος, κάθονταν την Κυριακή το απόγευμα να ακούσουν Wunschkonzert, αλλά και το ότι το ραδιόφωνο τους ένωνε: Στην ταινία, ο Χέρμπερτ και η Ίνγκε γνωρίζονται τυχαία το 1936 στους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Βερολίνο. Ερωτεύονται, αλλά ο υπολοχαγός της Λούφτβαφε καλείται αναπάντεχα σε μια μυστική αποστολή (την “Επιχείρηση Κόνδωρ” στην Ισπανία) και του απαγορεύεται να στέλνει τα γράμματα που υποσχέθηκε να της γράψει. Τρία χρόνια μετά, οι εραστές έχουν χάσει κάθε επαφή, η Γερμανία βρίσκεται σε πόλεμο, ενώ ο Χέρμπερτ είναι τοποθετημένος σε μια αεροπορική βάση κοντά στο Αμβούργο, και δίνει εντολές για αεροπορικές επιθέσεις στη Βρετανία. Η δική του θητεία παραλληλίζεται με θητείες άλλων Γερμανών και οι δευτερεύουσες πλοκές ακολουθούν τις πολεμικές περιπέτειες τεσσάρων αντρών που ζούσαν σε μια πολυκατοικία στο Βερολίνο. Η ταινία παρουσιάζει έτσι τη συλλογική ενότητα των Γερμανών μέσα από τις διαφοροποιήσεις τους: το μουσικό συνονθύλευμα της Wunschkonzert, από τον Μότσαρτ στην Marika Rφkk, και τους κρίκους της ανθρώπινης αλυσίδας, από την τραχιά προφορά του χασάπη και του φούρναρη, που παίζουν κωμικούς ρόλους, μέχρι τον ήσυχο και γεμάτο αυτοθυσία πιανίστα.
Επειδή η ραδιοφωνική εκπομπή Wunschkonzert έχει πράγματι δημιουργήσει ένα εθνικό ακροατήριο, οι αφιερώσεις που διαβάζονται στο ραδιόφωνο παρέχουν ένα μέσο επικοινωνίας, κι έτσι η πλοκή παίρνει μια απρόσμενη τροπή όταν ο Χέρμπερτ ζητά το τραγούδι “Olympiade Fanfare”, και η Ίνγκε συνειδητοποιεί ότι ακόμη την σκέφτεται. Η Ίνγκε  πηγαίνει στον Goedecke _ο οποίος υποδύεται τον εαυτό του στην ταινία_ και εκείνος της δίνει την διεύθυνση του Χέρμπερτ, πράγμα που οδηγεί στο ξανασμίξιμο των δύο εραστών. Οι χωριστοί δρόμοι της αγάπης και του καθήκοντος τελικά διασταυρώνονται| το τελευταίο πλάνο με τους δύο εραστές σβήνει μέσα στους ήχους μιας αεροπορικής επίθεσης στην Αγγλία.
Το συνταίριασμα αγάπης και καθήκοντος διατρανώνεται ακόμη περισσότερο στο Die grosse Liebe (“Η μεγάλη αγάπη”, 1942), την πιο δημοφιλή ταινία στο Τρίτο Ράιχ, που συμπτωματικά κάνει μια αναφορά στο Wunschkonzert μ' ένα τρόπο που επιβεβαιώνει το κύρος της εκπομπής. Στο Die grosse Liebe, όπου παίζουν οι ηθοποιοί Victor Staal και Zarah Leander, οι ολοένα και μεγαλύτερες απαιτήσεις του πολέμου το 1941 (από τις μάχες στη Βόρεια Αφρική μέχρι την εισβολή στην Σοβιετική Ένωση), επανειλημμένα χωρίζουν τους εραστές αλλά συνάμα προσφέρουν έδαφος για επανασύνδεση| όπως ακριβώς στο Wunschkonzert, η τελευταία σκηνή διαδραματίζεται υπό τους ήχους των βομβαρδιστικών. Ο έρωτας σε καιρό ολοκληρωτικού πολέμου ήταν συνυφασμένος με τις πολεμικές συγκρούσεις. (Καθώς χειροτέρευαν τα τραύματα του υπολοχαγού, οι θεατές μες στην αγωνία τους ίσως αναρωτήθηκαν μήπως ο έρωτας και το αίσθημα του καθήκοντος, έτσι όπως εντείνονταν ολοένα, θα οδηγούσαν τελικά σε πλήρη αυτοκαταστροφή).
Το ραδιόφωνο και ο κινηματογράφος επανειλημμένα αναπαρήγαν την εθνική συλλογικότητα. Στην ταινία Wunschkonzert, το βασικό μοτίβο ήταν η ομόνοια: η μονογαμική, ετεροφυλική αγάπη της Ίνγκε και του Χέρμπερτ μαζί με την ανανέωση της συντροφικής φιλίας και των δύο με τον Χέλμουτ, τον άλλοτε επίδοξο μνηστήρα της Ίνγκε και, συμπτωματικά, υφιστάμενο του Χέρμπερτ. Αυτοί οι δεσμοί ήταν απαραίτητοι ώστε να επανεπιβεβαιωθεί και να στρατευτεί στον πόλεμο η Volksgemeinschaft. Η ταινία αντιπαραβάλλει για λίγο το ευτυχισμένο ζευγάρι με τη θεία της Ίνγκε, της οποίας ο ερωτικός δεσμός στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο σκόνταψε πάνω στις κοινωνικές προκαταλήψεις τις οποίες εξάλειψε το Τρίτο Ράιχ. Η εθνική ομοψυχία παρουσιάζεται ως η διαφορά μεταξύ των δύο πολέμων. Τόσο το Wunschkonzert όσο και το Die grosse Liebe αφήνουν αρκετό χώρο για την παρωχημένη γενιά των γιαγιάδων και θειάδων και την περίφημη βερολινέζικη “αυθάδεια” (Berliner Schnauze)| ωστόσο οι άνθρωποι της παλιότερης γενιάς όχι μόνο ενθαρρύνουν τη μοντέρνα, πιο ικανή νεολαία, αλλά η καλοσυνάτη παρουσία τους επικυρώνει την γενική ευημερία του Τρίτου Ράιχ. Για την ακρίβεια, οι στρογγυλεμένες κοινωνικές σχέσεις φανερώνουν την ικανοποίηση και αυτάρκεια της γερμανικής κοινωνίας. Με ένα σχετικά ανάλαφρο και εύθυμο τρόπο, η ταινία προβάλλει την λαϊκή κοινότητα ως το όχημα για την προσωπική ευτυχία. Περισσότεροι από είκοσι έξι εκατομμύρια κινηματογραφόφιλοι είδαν το Wunschkonzert, τη δεύτερη μεγαλύτερη επιτυχία στο Τρίτο Ράιχ μετά το Die grosse Liebe, επιβεβαιώνοντας, τουλάχιστον στα μάτια του αρχι-προπαγανδιστή Γκέμπελς, ότι η τέχνη μπορεί να «αιχμαλωτίσει τις μάζες».80
Το γεγονός ότι η εκπομπή Wunschkonzert δέχτηκε παραγγελία μουσικού κομματιού από μειονοτικούς Γερμανούς της “Επαρχίας Βαρσοβίας”, που συνεισέφεραν τα ζλότι τους στην “Χειμερινή Αρωγή”, είναι ενδεικτικό ενός από τους βασικούς σκοπούς της λαϊκής ψυχαγωγίας στο Τρίτο Ράιχ: η δημιουργία μιας κοινής κουλτούρας μέσω της οποίας θα αλληλο-αναγνωρίζονταν οι Γερμανοί και θα διαχωρίζονταν από τους άλλους. Οι Γερμανοί γίνονταν γνήσιοι Γερμανοί καταναλώνοντας προγράμματα που τους πρόσφεραν τα εθνικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, παρά τα θρησκευτικά θέματα της παραδοσιακής αγροτικής κουλτούρας. [................] Η δημιουργία μιας κοινής πολιτισμικής γλώσσας απαιτούσε σοβαρή προσπάθεια: οι Ναζί έστηναν πρόχειρους κινηματογράφους σε επαρχιακές περιοχές για να προωθήσουν τη μόρφωση των μειονοτικών γερμανών _ εκατοντάδες προβολές γίνονταν κάθε μήνα μόνο στην Ανατολική Πρωσία.81
Παραμονές του πολέμου, 5.500 κινηματογραφικές αίθουσες προσέφεραν στους Γερμανούς συνολικά 3,4 εκατομμύρια θέσεις. Παρ' όλο που μειωνόταν ο αριθμός των ταινιών που προβάλλονταν, ολοένα και περισσότερος κόσμος πήγαινε κινηματογράφο, έτσι λίγο-πολύ υπήρχε ένα κοινό ρεπερτόριο ταινιών. Μέχρι το 1936-37, με 6,8 ετήσιες επισκέψεις στον κινηματογράφο κατά άτομο, η προσέλευση έφτασε στα επίπεδα του 1927-28| πριν το τέλος του πολέμου είχε υπερδιπλασιαστεί (14,4), ωστόσο παρέμεινε χαμηλότερη από ό,τι στη Βρετανία και τις ΗΠΑ.82 Ο κοινός ενθουσιασμός για τα χιτ και τους αστέρες, τα περιοδικά για τους fan, οι παραγγελίες μουσικών κομματιών καθώς και οι έκτακτες εμφανίσεις των γκεστ σταρ στο Wunschkonzert, δημιούργησαν μια χαρακτηριστική γερμανική λαϊκή κουλτούρα. Αυτός ο λίγο-πολύ αρρύθμιστος συντονισμός σίγουρα ήταν πιο σημαντικός από τον πολιτικό συντονισμό της κινηματογραφικής βιομηχανίας υπό την λογοκριτική εποπτεία του Γκέμπελς και των υφισταμένων του στο Υπουργείο Προπαγάνδας. Οι ταινίες πραγματεύονταν ναζιστικά θέματα όπως η ευθανασία, και το τρίο των αντισημιτικών ταινιών που γυρίστηκαν το 1940-41, ιδιαίτερα το Jud Sόss, νομιμοποιούσαν ακόμη περισσότερο τον πόλεμο των Ναζί κατά των Εβραίων. Όμως το σημαντικότερο αποτέλεσμα των ταινιών ήταν η επιβολή εκείνης της αίσθησης του «μεταξύ μας» (unter uns)...............................

Τα url του θείου Ισιδώρα