«…ὡς μὲν οὖν ἡ τμῆσις καὶ ἡ ὅρασις, οὕτω καὶ ἡ ἐγρήγορσις
ἐντελέχεια, ὡς δ' ἡ ὄψις καὶ ἡ δύναμις
τοῦ ὀργάνου, ἡ ψυχή· …»
«…όπως λοιπόν η τμήσις (το
να κόπτη) είναι εντελέχεια του πελέκεως και η δράσις είναι η εντελέχεια του
οφθαλμού, ούτω και η εγρήγορσις είναι η
εντελέχεια του σώματος, η δε ψυχή
είναι προς το σώμα, ως η όψις και η δύναμις προς το όργανον…»
Αριστοτέλης, Περί Ψυχής
(μετ. Παύλου Γρατσιάτου)
Περπατούσαν
και συζητούσαν. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα πια και οι περαστικοί είχαν λιγοστέψει.
Αποφάσισαν να καθίσουν σε κείνο το παγκάκι που της είχε δείξει στην πρώτη τους
συνάντηση.
Έμειναν
για λίγο σιωπηλοί απολαμβάνοντας τη βραδινή καλοκαιρινή δροσιά. Ξαφνικά τον
ρώτησε κάτι παράξενο.
«Αν
έπρεπε οπωσδήποτε να κάνεις τατουάζ μια λέξη πάνω στο σώμα σου, ποια θα ήταν;
Και γιατί;»
Γύρισε
και την κοίταξε χαμογελώντας.
«Εντελέχεια»,
της είπε σχεδόν αμέσως και η απόκρισή του την εξέπληξε.
«Και
γιατί;», τον ρώτησε αφού πέρασαν κάποια δευτερόλεπτα σιωπής.
«Εγώ
πρώτα θα βεβαιωνόμουν ότι ξέρω τι σημαίνει η λέξη», της είπε περιπαικτικά.
«Ξέρω
τι σημαίνει…», του αντιγύρισε όταν συνειδητοποίησε πως στην πραγματικότητα δεν
ήξερε.
«Λοιπόν,
μετά θα ρωτούσα που θα την ‘χτυπούσα’
τη λέξη. Κι από αυτή την πληροφορία μονάχα θα είχες την απάντηση στο ερώτημά σου.
Το γιατί εννοώ»
«Μα,
δεν ήταν ερώτηση περιέργειας ‘δάσκαλε’…», συνέχισε να τον πειράζει. «Λοιπόν…
που θα τη χτυπούσες τη λέξη;»
«Δεν
θα μου πεις πρώτα τι σημαίνει;»
«Δεν
τον συμπάθησα ποτέ τον Αριστοτέλη… δεν θυμάμαι τώρα… οι ουσίες, οι ενέργειες, τα σώματα… δεν θυμάμαι… με μπέρδευε πάντα…»
«Ε,
μπορείς να ‘γκουγκλάρεις’ στο κινητό σου… σου δίνω πέντε λεπτά…»
«Με
κοροϊδεύεις;»
«Όχι,
γι αυτό βγήκαν τα ‘έξυπνα’ τηλέφωνα… για χαζούς χρήστες», της είπε και
προκάλεσε την παιχνιδιάρικη ‘πάλη’ που ακολούθησε.
«Δεν
έχεις σκοπό να μου πεις λοιπόν…», του είπε ξανά αφού σταμάτησαν να παίζουν.
«Τι
πράγμα;»
«Σε
ποιο σημείο του σώματος θα έκανες το τατουάζ…»
«Στην
πραγματικότητα δεν θα έκανα ποτέ τατουάζ… δεν μου αρέσει καθόλου ένα
μουτζουρωμένο σώμα… εξαιρείται ο Ποπάυ ίσως…»
«Ούτε
εμένα μου αρέσει ιδιαίτερα αλλά… κάτι σημαίνει για να το κάνει κάποιος…»
«Μονάχα
υπό έναν όρο… μια μυητική σήμανση… ίσως μονάχα τότε… αλλά αναρωτιέμαι και πάλι,
χρειάζεσαι μια στάμπα στο δέρμα για να… ‘θυμάσαι’;»
«Μπήκαμε
σε άλλη συζήτηση…», ξεφύσησε εκείνη.
«Ξέχασες
το ‘δάσκαλε’…»
«Δεν
έχεις σκοπό να σοβαρευτείς απόψε. Εντάξει, τα παρατάω», του είπε κι έμεινε
σιωπηλή δίπλα του.
Για λίγο μόνο.
«Είσαι
κακός!», του πέταξε ξαφνικά.
«Έτσι
πρέπει. Ο δάσκαλος στην ατραπό είναι κακός. Όπως ο αληθινός φίλος είναι σαν το
σκληρό στρώμα και όχι το πουπουλένιο»
«Το’χεις
κλέψει αυτό»
«Σωστά,
από το Νίτσε», της είπε με θαυμασμό.
«Έχουμε
διαβάσει κι εμείς πέντε πράγματα φίλε», του είπε δήθεν πληγωμένη.
«Ναι,
πέντε πράγματα έχεις διαβάσει, δεν
αμφιβάλλω», της απάντησε αμέσως αλλά είχε αποφασίσει να της μιλήσει αγνοώντας
τις μπουνιές που δεχόταν στο μπράτσο του από τη μικρή γροθιά της.
«Λοιπόν
θα σου πω… αν έπρεπε οπωσδήποτε να κάνω αυτό το τατουάζ… κι αν έπρεπε να είναι
μονάχα μια λέξη, θα ήταν η εντελέχεια… και θα την έκανα στα νεφρά…»
Η
σιωπή είχε διαφορετική υφή αυτή τη φορά.
«Στα
νεφρά; Χαμηλά εδώ δηλαδή;», έκανε εκείνη και τον χάιδεψε απαλά στη μέση.
«Ναι
αλλά χωρίς χάδια σεξουαλικού περιεχομένου», την σταμάτησε.
«Γιατί;»
«Γιατί
είμαι καζαντζακικός, δεν το έχουμε πει; Η μεγάλη αλήθεια δεν είναι του κεφαλιού
ή της καρδιάς… είναι νεφρική και… όταν μια τέτοια αλήθεια σε πλημμυρίσει
ολοκληρωτικά, δεν έχεις πονοκέφαλο, ζαλάδα ούτε χτυπάει η καρδιά σου αλλόκοτα
πρώτα… νιώθεις τα νεφρά σου να πονάνε και τη μέση σου να κόβεται στα δυο… Κάτι
που αιώνες αναρίθμητους κοιμάται εκεί και που σηκώνεται μονάχα από τη
σεξουαλική διέγερση, για λίγο όμως, αυτό θα σου πει αν αυτό που ζεις είναι
αληθινό ή όχι…»
«Μα…
ο νους;»
«Ο
νους κατασκευάζει αλήθειες ανά πάσα στιγμή και τις καταβροχθίζει την επομένη.
Εντελώς αναξιόπιστος όπως κάθε έξυπνος απατεώνας που μπορεί να σε γελάσει στο
δρόμο»
«Και
η καρδιά;»
Γύρισε
και την κοίταξε κάπως μελαγχολικά. Κάπως σκοτεινά.
«Η
καρδιά έχει την αλήθεια που σε πλημμυρίζει σαν άκτιστο φως αλλά δεν μπορεί να
σε πάει ούτε βήμα παρά πέρα αν δεν έχει σηκωθεί το αρχαίο φίδι και δεν της έχει
δώσει τις ποιότητες της ενέργειας που εκείνη δεν ορίζει. Όπως και μια μεγάλη και απόλυτη και αληθινή αγάπη…
ακόμα κι αυτή από μόνη της δεν το μπορεί να σε μεταμορφώσει… γιατί η
μεταμόρφωση είναι επικίνδυνη… είναι αλλοίωση…
και αυτό σημαίνει ότι θα ξυπνήσεις σε έναν τελείως διαφορετικό κόσμο απ’αυτόν
που κοιμήθηκες…»
«Δεν…
δεν ξέρω αν καταλαβαίνω…»
«Είναι
τόσο σπάνιο να μας συμβεί αυτό που χάνεται στις αφηγήσεις των παλαιών αδελφών, μέσα
στους αιώνες, ως την αρχή του κόσμου…»
«Και
η εντελέχεια;», επέμεινε εκείνη.
«Θυμάσαι
την ιστορία με την κιβωτό του Νώε;»
«Ναι!»,
είπε εκείνη κι έλαμψαν τα μάτια της. Επιτέλους, ένα γνωστό πεδίο.
«Αν
σε ρωτούσε κάποιος, τι απ’όλα αυτά που ξέρουμε στην ιστορία είναι η εντελέχεια,
τι θα του έλεγες; Ο Νώε; Τα ζώα; Ο κατακλυσμός;»
Πέρασαν
μερικά δευτερόλεπτα που η σιωπή σα να είχε γίνει ξαφνικά πυκνή και ηλεκτρισμένη.
«Δεν…
δεν ξέρω…», του είπε τελικά.
«Η
κιβωτός», της απάντησε. «αυτό είναι η εντελέχεια» και δεν θέλησε να πει τίποτα άλλο…
Σηκώθηκαν
και σιωπηλοί περπάτησαν πάλι στη νύχτα…
Soulmade