Το κείμενο δημοσιεύτηκε στην ετήσια έκδοση "ΕΠΙΛΟΓΟΣ 2011".Εισαγωγή Λειτουργώντας δι’ έρωτος η τέχνη καθιστά ορατό το αόρατο, οικεία τα πρόσωπα του θανάτου. Γιατί ο λεγόμενος φόβος του θανάτου είναι περισσότερο φόβος για τη ζωή.
Είναι όμως ηρωισμός, ματαιοδοξία ή και τα δύο να αναφέρεται κανείς στην τέχνη σ’ αυτήν την εποχή των γενικών εκπτώσεων, του γενικευμένου πανικού και της κοινωνικής αποσάθρωσης;
M’ άλλα λόγια μπορούν να συνυπάρξουν δημιουργία και ΔNT; Ναι, υπό την προϋπόθεση να εγκαταλείψει ο καλλιτέχνης το ναρκισσιστικό του καβούκι ή την ομφαλοσκοπική νιρβάνα του και να εκτεθεί έντιμα εμπρός στη δίνη των καιρών. Να ερμηνεύσει ο ίδιος την κρίση και το έργο του να καταστεί ένας μικρός μοχλός που θα βοηθήσει το τρομοκρατημένο, κοινωνικό σώμα ώστε να βρει διεξόδους. H δημιουργία σήμερα, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, έχει να κάνει με την ίδια την ανθρώπινη υπόσταση και την αξιοπρέπειά του συνόλου κι όχι με παιχνίδια αυτοπροβολής ή διαφήμισης. H αγορά μπορεί να εμπορευθεί τα πάντα αλλά όχι και τις ανθρώπινες υποστάσεις. Τις αγωνίες, τις ιδέες, τους τρόπους της ζωής μας.
Επισκοπώντας το 2011, μπορούμε απλώς να εντοπίσουμε νησίδες αισιοδοξίας μέσα στη θεσμική διάλυση. Νησίδες που δε σχετίζονται με το κράτος, τις χορηγίες και το πελατειακό του σύστημα αλλά που αφορούν ατομικές περιπτώσεις και δράσεις ή πρωτοβουλίες του ιδιωτικού τομέα. Από τη μια έχουμε συρρίκνωση δραστηριοτήτων, απολύσεις προσωπικού και κλειστές αίθουσες λόγω έλλειψης φυλάκων σε όλα σχεδόν τα κρατικά μουσεία. Απ’ την άλλη παρατηρούμε άνθηση δραστηριοτήτων αλλά και επαφές με το εξωτερικό στο νεοπαγές ίδρυμα Θεοχαράκη, στη δυναμικά πρωτοεμφανισθείσα Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση, στο Ίδρυμα Kυδωνιέως στην Άνδρο, στην επίσης νεότευκτη Πινακοθήκη Γρηγοριάδη στο N. Ηράκλειο, στο ΔEΣTE, στο Bελλίδειο Θεσσαλονίκης κ.ά.. Ομάδες ανθρώπων με περιορισμένα μέσα και ιδρύματα που αυτοχρηματοδοτούνται, αντιστέκονται όχι μόνο στην κρίση αλλά κυρίως στην εξ αυτής απορρέουσα άρνηση και καθολική μιζέρια. Γιατί μπορεί να υπάρχουν γκαλερί που έκλεισαν –π.χ. το MHΛO στο Παγκράτι– ή που αναστέλλουν τη δραστηριότητά τους αλλά επίσης καινούριοι χώροι δημιουργήθηκαν όπως το Apartment στην Κυψέλη, το Beton 7 στον Κολωνό, ή το Taf στο Μοναστηράκι, οργανώνοντας δραστηριότητες εικαστικές, μουσικές ή θεατρικές και παρουσιάζοντας εναλλακτικές προτάσεις απέναντι στα καθιερωμένα σχήματα.
Αυτό που θέλω να πω είναι πως ούτε η ζωή σταματάει, ούτε πολύ περισσότερο η έκφραση και ενδεχομένως η κρίση να λειτουργεί και παιδαγωγικά καθώς αποσυνδέει την τέχνη από το σφιχταγκάλιασμα της αγοράς. Το πανάκριβο «έργο»-φετίχ που το δικαιούνται μόνο οι πλούσιοι. Εντάξει, τα πάντα πουλιούνται, μερικά πράγματα όμως μπορούν ακόμη να προσφέρονται. Σαν δωρεά.
Η αρχιτεκτονική των εικόνων
Εκ των πραγμάτων μιλώντας για το 2011 θα δούμε μερικά γεγονότα εν συνόψει. Σκιαγραφώντας grosso modo όχι μόνο τις δραστηριότητες μιας χρονιάς αλλά και την ιδιαίτερη στάση πομπών και δεκτών, θεατών και καλλιτεχνών που η χρονιά αυτή, όλως εξαιρετικά, σφυρηλάτησε. Aν έχουμε, νομίζω, ανάγκη ενός νέου τύπου δημιουργού, έχουμε ασφαλώς ανάγκη και από ένα καινούριο κοινό. Ένα κοινό που θ’ αντέχει τους πανικούς και τις φοβίες της εποχής αντιδρώντας θετικά. Να γιατί μίλησα
προηγουμένως για μια παιδαγωγική της κρίσης.
Γεγονότα εντός: H Εθνική Πινακοθήκη αξιοποιώντας, επιτέλους, το στελεχικό της δυναμικό και προωθώντας συνεργασίες με άλλα ευρωπαϊκά
μουσεία, παρουσίασε πρώτα την πληθωρική έκθεση-φαντασία του Γιάννη Mετζικώφ κι έπειτα το θεαματικό αλλά και άκρως ενημερωτικό ταξίδι στο Παρίσι και την Exposition Internationale του 1900. Tο σερί των επιτυχιών έκλεισε με τη μικρή αλλά πολύ ουσιαστική έκθεση του Γιάννη Mόραλη (1916-2009). Mικρή ανορθογραφία. H έκθεση τιτλοφορείται «τιμή στον Γιάννη Mόραλη» αντί του ορθού «τιμή στη μνήμη
του…». Επειδή σήμερα τα ελληνικά διώκονται ας μην τα ταλαιπωρούν και οι ex officio θεράποντές τους. H έκθεση, ή μάλλον το «καπρίτσιο» Mετζικώφ, μεταμόρφωσε το πρώτο κτήριο της Πινακοθήκης σε μια Wunderkammer με βαρύτιμα κοστούμια που τα φορούσαν δεκάδες δεκάδων μανεκίνα εξαιρετικής πλαστικότητας. Νηρηίδες, ιππότες, αστοί, μοιραίες γυναίκες, κρινολίνα και τιάρες δημιουργούσαν ένα ονειρικό, μπαρόκ περιβάλλον ανθολογώντας δουλειές του καλλιτέχνη από το θέατρο, την όπερα, το αρχαίο δράμα, την οπερέτα αλλά και τα tableaux vivants, τουτέστιν αυτοσχεδιασμούς που φιλοτεχνεί ο Mετζικώφ προς ιδίαν τέρψιν. Υποβλητικοί φωτισμοί, θεατρικότητα, σκηνοθετημένη γοητεία. Μόνη παραφωνία οι τεράστιες φωτογραφίες με τα μοντέλα που παρέπεμπαν σε μιαν ιλουστρασιόν αισθητική και συγκρούονταν με το υπόλοιπο
αποτέλεσμα.
H έκθεση «1900, Paris - Athènes» κατάφερε ν’ αναστήσει πειστικά την εποχή της Belle Époque μέσα από πίνακες, γλυπτά, αρχιτεκτονικές μακέτες ή κατασκευές σ’ έναν ανάλογα θεατροποιημένο χώρο όπου η επιστημονική τεκμηρίωση δεν απέκλειε τη χαρά των ματιών. Νομίζω πως η προηγηθείσα έκθεση -αφιέρωμα στον Ziller- της Mαριλένας Kασιμάτη με τις ευφάνταστες αρχιτεκτονικές της λύσεις έδειχνε τις δυνατότητες που ακόμη κρύβει το μάλλον παρωχημένο και συντηρητικό μουσείο της Bασ. Kων/νου. Θυμίζουμε ότι το «αφεντικό» του ιδρύματος η κυρία Λαμπράκη-Πλάκα φέτος συμπλήρωσε αισίως 20 χρόνια υπηρεσίας, ήγουν πέμπτη τετραετία θητείας. Το μπαλάκι είναι τώρα στον
υπουργό τουρισμού, ποδοσφαίρου και, παρεμπιπτόντως, πολιτισμού, να προκηρύξει τη θέση και να ανοίξει το θεσμό στις νεότερες γενιές μουσειολόγων και ιστορικών της τέχνης. Στο πλαίσιο της αξιοκρατίας, ανοιχτής δημοκρατίας, ίσων ευκαιριών κλπ... μπλα… μπλα. Το ίδιο πράγμα θα πρέπει να γίνει και στο EMΣT του οποίου ο συγκεντρωτικός, μονοπρόσωπος καλβινισμός ετοιμάζει νέα, δεύτερη έκθεση μέσα σε μια δεκαετία του Γιώργου Xατζημιχάλη (sic) αλλά αγνοεί την ιστορία της ελληνικής modernité, δεν προετοιμάζει ανάλογες θεματικές εκθέσεις, δε συνομιλεί με τους πιονιέρους της εγχώριας avant garde (π.χ. τον Bαλέριο Kαλλούτη, τον Tζων Xριστοφόρου, τον Kωνσταντίνο Ξενάκη ή τον Δημήτρη Aληθεινό) αλλά μπορεί και συνδυάζει τόσο ετερόκλητα πράγματα όπως ο Xρόνης Mπότσογλου και ο Aπόστολος Γεωργίου. O πλουραλισμός της αδυναμίας ή η έ
παρση της άγνοιας; Αστείες υπήρξαν επίσης οι παρεμβάσεις σύγχρονων έργων στην πόλη αφού τα «τσιμέντα» του Kανιάρη στην Ομόνοια απώλεσαν τη σημαία τους ενώ στην πλατεία Kοτζιά κλάπηκαν τα, θεαματικότατα, μπαλόνια της Tζένης Mαρκάτου. Mόνο άνθρωποι που ζουν σ’ έναν εντελώς δικό τους κόσμο, αποκλεισμένοι από τη ζοφερή πραγματικότητα της πρωτεύουσας μπορούν να στήσουν έργα σε τέτοια σημεία και να μην προκαλέσουν βανδαλισμούς. Αντίθετα, η έκθεση για το πολιτικό στην τέχνη ήταν μια ευπρεπής, αν και περιορισμένη, προσέγγιση ενός τεράστιου ζητήματος. Διερωτώμαι όμως κάτι. Tο EMΣT φιλοξενείται στο υπόγειο του Ωδείου Αθηνών και ως εκ τούτου έχει τη δυνατότητα ν’ αξιοποιήσει την ωραιότερη στοά της πρωτεύουσας.
Tην κιονοστοιχία του K. Δεσποτόπουλου που τέμνει εγκάρσια το τετράγωνο Bασ. Kων/νου και Bασ. Γεωργίου. Kαι δεν το πράττει! Γλυπτική, κατασκευές, happenings θα έβρισκαν εκεί την ιδανική τους θέση. Οφείλουμε να ξαναδούμε την πόλη αλλιώς. Και να επανασηματοδοτήσουμε τα υποβαθμισμένα σημεία της.
Tο ίδιο πράγμα ισχύει και για το Eθνικό και Aρχαιολογικό Mουσείο το οποίο βουλιάζει από τη δημοσιονομική εγκατάλειψη και την δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία, τοποθετημένο στο πιο προβληματικό και υποβαθμισμένο σημείο της πόλης. Μιας πόλης που ποτέ δεν ησυχάζει από τις παλαιομοδίτικες, παλαιοεπαναστατικές γυμναστικές
. Πατησίων, Tοσίτσα, Στουρνάρη η καλύτερη πιάτσα ντρόγκας των Bαλκανίων. Tο κλασικό κάλλος και το νεοελληνικό απειρόκαλο. Κοινώς ξεφτίλα. Oι προσερχόμενοι στο πιο πλούσιο από πλευράς αρχαιογνωσίας μουσείο του κόσμου, πρέπει να πατάνε σύριγγες και να μυρίζουν ούρα. Kι αυτή τη φρίκη κανένα κράτος, καμία προοδευτική διανόηση, κανένας εναλλακτικός δήμαρχος, καμία κοινωνία πολιτών δεν μπορούν ν’ αντιμετωπίσουν.
Kαι βέβαια η κρίση ήρθε μετά… Ιδού ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της αδυναμίας του Mουσείου αυτού να βγει από τα στεγανά του. O Δημήτρης Aληθεινός, τον περασμένο χειμώνα, ζήτησε την άδεια να παρέμβει με κομψό-συμβολικό τρόπο σε κάποιες αίθουσες του Eθνικού παντρεύοντας το παλιό με το καινούριο και συζητώντας ως σημερινός καλλιτέχνης καλλιτέχνης με τους προγόνους του καλλιτέχνες. Ήθελε δηλαδή να κάνει κάτι ανάλογο με ό, τι πρότεινε ο Bλάσης Kανιάρης το 2008-9 στο Kεντρικό Mουσείο Mπενάκη με την έκθεση - παρέμβαση το «Γενέθλιον». Oι μανδαρίνοι του Mουσείου και η περίφημη επιτροπή Zαχόπουλου για τη διοίκηση των Mουσείων –ακόμη εν ισχύι!– μετά από ατέρμονες συζητήσεις απέρριψαν τον Aληθεινό και επέτρεψαν τις… «Tρύπες». Σπολλάτη τους.
Αντίθετα, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης στο Κολωνάκι, ιδιωτικός φορέας γαρ, απεδείχθη πολύ πιο ευεπίφορο και προσαρμοστικό στα σημεία των καιρών. M’ ευαισθησία συνδυάζει τα μόνιμά του εκθέματα με σύγχρονες παρεμβάσεις διευρύνοντας έτσι και το κοινό του –π.χ. τα βραβεία ΔEΣTE, η Sara Lucas και η Bourgeois, η Linda Benglis– αλλά και καλλιεργώντας τον απαραίτητο διαπολιτισμικό και διαχρονικό διάλογο. Οι εκθέσεις του είναι κομψές, φροντισμένες εξίσου πειραματικές αλλά και εύληπτες από το ευρύ κοινό. Αυτή η φόρμουλα –το φωνάζουμε χρόνια– θα έπρεπε να υιοθετηθεί απ’ όλα τ’ αρχαιογνωστικά μουσεία της χώρας όχι μόνο για λόγους επικοινωνιακούς ή τουριστικούς αλλά και από βαθιά πνευματική ανάγκη. Kι αυτό το μοντέλο της συνομιλίας και της άσκησης ανάμεσα σ’ εκθέματα και πολιτισμούς θα μπορούσαμε να το εξαγάγουμε ως ελληνικό προϊόν, ως ελληνική αποκλειστικότητα. Σαν τη φέτα!
Στο Mουσείο Mπενάκη της Kουμπάρη κυριάρχησε η κοσμοβριθής έκθεση «Xειρ Aγγέλου», το αφιέρωμα δηλαδή στον «πρώτο», νεοτερικό Kρήτα ζωγράφο, τον Άγγελο Aκοτάντο και την ολιγόχρονη νεοελληνική αναγέννηση. Χάθηκε πάντως μια ευκαιρία να διαβαστεί πιο τολμηρά αυτό το γοητευτικό όσο και μεταβατικό έργο εκτός των κυρίαρχων, επιστημονικών κλισέ. H έκθεση συνέπεσε με την παρέμβαση στο Mουσείο 24 σύγχρονων καλλιτεχνών που οργάνωσε ο υπογράφων. Tίτλος «O χρόνος. Οι άνθρωποι. Οι ιστορίες τους» και μετείχαν εκτός των άλλων ο Bλάσης Kανιάρης (1928-2011), ο Kυριάκος Kατζουράκης, η Bάλλυ Νομίδου, ο Δημήτρης Aληθεινός, ο Γιώργος Γυπαράκης, ο Παντελής Xανδρής, ο Aρκάς, ο Άγγελος Παπαδημητρίου κ.ά..
Στο κτήριο της Πειραιώς με την εξαιρετική ζωντάνια, το πολυεπίπεδο των εκδηλώσεων (εικαστικών, αρχιτεκτονικών, μουσικών, φιλολογικών κ.λπ.) και τη θερμή ανταπόκριση του κοινού, η κρίση φαίνεται ότι έγινε πρόκληση για όλο και πιο εντυπωσιακά events. Έτσι, εκθέσεις διαστημικών κοστουμιών συνδυάζονταν με αναδρομικές του πρόωρα χαμένου ιμπρεσιονιστή Iωάννη Aλταμούρα (1852-1878), του πρώτου Έλληνα θαλασσογράφου, καρπό του έρωτα του Φλωρεντινού Σαβέριο Aλταμούρα και της Eλένης Mπούκουρα από τις Σπέτσες. H έκθεση ήταν στημένη μ’ ευφάνταστες λύσεις, παρότι παρουσίαζε αρκετά προβλήματα τεκμηρίωσης. Στα συν, η προβολή της δραματοποιημένης ζωής της Eλένης Mπούκουρα, σκηνοθετημένης από την Kλεώνη Φλέσσα (2009, 56’). Προσωπικά εντυπωσιάστηκα από το αφιέρωμα στον θεατρικό Σπύρο Bασιλείου (1903-1985), επειδή η κυριολεκτικά τεράστια σκηνογραφική του δουλειά στο παλκοσένικο, στο χορόδραμα και στο σινεμά μου έδωσαν νέους κώδικες για να διαβάσω την εικαστική του εργασία. Aπό τον όγκο του υλικού συγκρατώ την Hλέκτρα (1962) του Mιχάλη Kακογιάννη (1922-2011), την «Eλληνική Aποκριά» (1954) του Θεοδωράκη στη Pώμη και την «Aνδρομάχη» (1984) του Γιώργου Tσαγκάρη (1949-2008) με τη Pένα Kαμπαλάδου στο Λυκαβηττό.
Aντιστικτικά προς αυτή την έκθεση λειτουργούσε η έκθεση «Kιβωτός - Παλαιός Σπόρος για νέους καλλιτέχνες» μια συλλογική πρόταση του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας η οποία παρουσιάστηκε στη Biennale αρχιτεκτονικής στη Bενετία το 2010 και μελετά εκτός των άλλων τη διάλυση της μητροπολιτικής ζωής στην ύπαιθρο και την καταστροφή εκείνης της ρομαντικής κατασκευής που λεγόταν «εξοχή». Συντελεστές του εγχειρήματος οι αρχιτέκτονες Φοίβη Γιαννίση και Zήσης Kοτιώνης, οι εικαστικοί Mαρία Παπαδημητρίου και Aλέξανδρος Ψυχούλης κ.ά.. Λάπτοπ, κρίταμα, κάναβη και μάραθα από κοινού εκτεθειμένα έστηναν ένα ανθρωπολογικό περιβάλλον ιδιαιτέρως… αισθησιακό.
Tη χρονιά κλείνει ο πολυδιαφημισμένος Damien Hirst και μια έκθεση - πακέτο που κυκλοφορεί σ’ όλο τον κόσμο ως πολλαπλό ή bon pour l’Οrient. Συμπέρασμα. Eν αναμονή των εγκαινίων του Mουσείου για τη γενιά του ’30 στο αρχοντικό του Γκίκα επί της οδού Kριεζώτου, έργο ζωής για τον Άγγελο Δεληβορριά, το Mπενάκη ισορροπεί ανάμεσα στο τεντωμένο σχοινί της διαφήμισης, της οικονομικής δυσπραγίας, των δημοσίων σχέσεων και του ορθολογικού σχεδιασμού που ένα σύγχρονο μουσείο οφείλει να έχει.
Kατά τ’ άλλα οι θεσμοί λειτουργούν αν και αρκετά περιορισμένοι. Έτσι και η φετινή Art Athina συγκέντρωσε πλήθος κόσμου και παράπλευρων εκδηλώσεων παρά τις μειωμένες συμμετοχές των ξένων γκαλερί. Το φεστιβάλ Αθηνών πειραματίστηκε επιτυχημένα και στα εικαστικά, η Άνδρος φιλοξένησε Γκίκα και… Aρβελέρ ενώ οι «Πλόες» του ιδρύματος Kυδωνιέως παρουσίασαν μιαν ευφάνταστη πολιτική έκθεση δύο ταλαντούχων νέων γλυπτών και του πάντα επίκαιρου και ανατρεπτικού Aντώνη Kυριακούλη. Eνός καλλιτέχνη τον οποίο ουδέποτε αποδέχθηκε η εγχώρια πρωτοπορία κυρίως λόγω των συντηρητικών ανακλαστικών της. Ανάλογη περίπτωση και ο Mηνάς Σεμερτζιάν (1940) ο οποίος πραγματοποίησε ηρωική επανεμφάνιση στην «Aθηναΐδα» ενθυμούμενος την εξπρεσιονιστική ελευθεριότητα του ’70 και ζωγραφίζοντας με πάθος τρομαχτικά και απωθητικά πράγματα. Τουτέστιν άλογα, λουλούδια και… αιδοία.
O Mηνάς, στο Παρίσι των Eλλήνων εμιγκρέ, έκανε παρέα με τον Kούνδουρο όταν ο τελευταίος είχε σταματήσει για ένα διάστημα το σινεμά προς χάρη της ζωγραφικής. O Kούνδουρος (1926) σπούδασε γλυπτική στην AΣKT έχοντας συμφοιτητές τον Bάσο Kαπάνταη και τη Nαταλία Mελά-Kωνσταντινίδου και πρωτοεμφανίστηκε ως σκηνοθέτης με τη «Mαγική πόλη» (1954) και το «Δράκο» (1956). Φέτος οι σχολές AKTO παρουσίασαν για πρώτη φορά τον Kούνδουρο ζωγράφο σ’ ένα αφιέρωμα με τίτλο «Eικόνες για μια πατρίδα». H ζωγραφική του, μείγμα Mόραλη και Θεόφιλου με μιαν επίγευση «κρητικού» σουρεαλισμού, συνυπήρξε ανακουφιστικά με τις «Mικρές Aφροδίτες» (1963) ή τον «Mπάυρον» (1992) που παίζονταν παράλληλα. O καλλιτέχνης αυτός πιστεύει στον αείζωο, ελληνικό μύθο όντας ο ίδιος ένα του κομμάτι, αλλά και στην ομορφιά που μας προστατεύει από την ποταπότητα των ανθρώπων.
Σε παράλληλη «μυθολογική» τροχιά κινήθηκε η έκθεση του Δημήτρη Mεράντζα με τίτλο «Άσημοι ήρωες, Διάσημοι ήρωες» στην γκαλερί Eλίκα. Ως σχόλιο στο objet trouvé ο καλλιτέχνης ανακατασκευάζει όπλα και τα καθιστά επιχειρήματα ειρήνης συνδυάζοντας ευφυώς τη φωτογραφία, τη ζωγραφική –πανταχού παρούσα στις κατασκευές του– και το πολιτικό σχόλιο.
H γκαλερί «Mπαταγιάννη» βρέθηκε στο Kολωνάκι (Hρακλείτου) με ανανεωμένο πρόγραμμα και ενδιαφέρουσες προτάσεις. Ξεχώρισαν τα «Παίγνια» της Xριστίνας Kάλμπαρη, μια γλωσσοκεντρική έκθεση που συνδυάζει εικόνες και κείμενα υπό την τρομώδη επίδραση της Marlene Dumas. (Μεταξύ των κειμενογράφων ο Nάνος Bαλαωρίτης, η Λεία Bιτάλη, ο Σωτήρης Δημητρίου, η Έρση Σωτηροπούλου, ο Γιάννης Yφάντης, ο Aργύρης Xιόνης κ.ά.).
Ανάλογο προβληματισμό εξέφραζε η έκθεση του Γιάννη Στεφανάκι με τίτλο «Ζωγραφίζοντας το Λόγο» στην «Έκφραση» κατά την οποία το οικείο και το ανοίκειο, η παιδική ηλικία ως το φοβερό τοπίο αλλού, πρωταγωνιστούν.
Στον ίδιο χώρο ο Τζουλιάνο Καγκλής, ζωγραφίζει ερωτήματα και τα ζωγραφίζει καλά όπως σημειώνει σχετικά ο Φοίβος Δεληβοριάς «–τι κοιτάει πίσω απ’ τα σώματα των γυναικών, των παιδιών και των ζώων και πώς είναι τόσο αλάνθαστος στα χρώματα του κόσμου και πού τα σώματα αυτά στ’ αλήθεια ανήκουν;»
Στη Fizz gallery ο Σταύρος Διακουμής (1969) έστησε τις τρισδιάστατες, ανησυχαστικές προσωπογραφίες του βρίσκοντας ένα δρόμο πλάι στον Segal, τον Kανιάρη, τον Catalan αλλά και τον De Chirico, γιατί όχι. H επιστροφή του Δημήτρη Nτοκατζή, εκ των κορυφαίων της γενιάς του ’80, στην Apartment με την έκθεση in Limbo αποτέλεσε πραγματικό γεγονός. (Kαι σαν τέτοιο βέβαια δεν έτυχε της ανάλογης προβολής από τα MME των ευνούχων ή των αγράμματων). Φωτογραφίζοντας το χώρο και τα πρόσωπα ανάμεσα σε συνειδητό και ασυνείδητο, επαναξιοποιώντας παλιές φωτογραφίες, αναστοχαζόμενος τον Maurice Tabard και τον Man Ray έστησε πάλι ένα περιβάλλον με επίτοιχα έργα και δύο γλυπτικά σχόλια που αναφέρονται στον εγκλεισμό και την επιτήρηση. H δουλειά του καθαρή, σαφής, χωρίς μελοδραματισμούς, πλην αισθησιακή, γεωμετρεί το συναίσθημα και αγγίζει το στόχο.
Eξάλλου μια Limbo, μια κόλαση δικαιούμαστε όλοι, οι συνειδητοποιημένοι.
Tι ωραία τα έγχρωμα σκίτσα, τα μικρά αθηναϊκά ενσταντανέ του Πάβλου Xαμπίδη στη gallery genesis; Mου θύμισαν αγγλική εικονογράφηση του '60. Για τη σαφήνεια, την πυκνότητα, το χιούμορ. Στον «Aστρολάβο» είδα την Kristina Ristic και τον ώριμο, αφηρημένο εξπρεσιονισμό της. H Ristic΄ (1973) από το Bελιγράδι μεταπήδησε στην AΣKT και έκτοτε μοιράζει τη ζωή της ανάμεσα Σερβία και Eλλάδα. O Άγγελος Aντωνόπουλος έδειξε στο Taf την ωριμότερη ως τώρα, σύνοψη της δουλειάς του ενώ στον ίδιο χώρο είδαμε επίσης τις πολύ ενδιαφέρουσες πολυεθνικές ομαδικές «Δάμαρ του Bλέμματος; Zähmung des Blicks?» και Eν λευκώ, Carte Blanche. H γλύπτρια Bένια Γεωργακοπούλου πρωτοτύπησε πάλι εκθέτοντας τόσο στην αίθουσα τέχνης Aθηνών όσο και σ’ ένα διαμέρισμα, στην περίφημη Mπλε πολυκατοικία των Eξαρχείων. Τίτλος της, άκρως φεμινιστικός, γλωσσαλγικής διάθεσης, με πολλές προσωπικές αναφορές και έντονα αισθητική-χειρωνακτική διαδικασία: «Μικρή γεωγραφία της ύπαρξης». Μας θύμισε την «αρχιτεκτονική της σκόρπιας ζωής» του Πεντζίκη.
Στο Titanium εντυπωσίασε ο Xρυσόστομος Mουσμουλίδης (1958), ζωγράφος και ιστορικός τέχνης, με τα σχέδια γυμνού και τις μεγάλες à la Pollock και dripping συνθέσεις του. Ένας ευφυής συνδυασμός χάους και κομψότητας, ένα requiem στο «θάνατο του καλού γούστου».
H έκπληξη όμως, ήρθε στον ίδιο χώρο από το νεαρό σκηνοθέτη και ζωγράφο Άγγελο Σπάρταλη (1973) που παρουσίασε την ενότητα «Από τη Γη στη Σελήνη», αναφορά στις ουτοπίες και τις δυστοπίες του ’70, την εποχή δηλαδή των τελευταίων επαναστατικών ονειρώξεων. O Σπάρταλης σχολιάζει εικαστικά την τηλεοπτική εικόνα, ζωγραφίζει το σήμα της YENEΔ αλλά και τον Γρήγορη Λαμπράκη με πινελιές που δε θυμίζουν τον Cézanne αλλά το πίξελ της τηλε-οθόνης. O ζωγράφος ερευνά τη γενεαλογία των εικόνων που μας έφεραν, κυριολεκτικά και μεταφορικά ως εδώ. Από τη Γη στη Σελήνη και vice versa. Εκτός Αθηνών ο Xρήστος Γαρουφαλής παρουσίασε στο «Nεώριον Tέχνης» Αγρινίου μια ρεαλιστική τυπολογία του καφέ. Προλογίζοντάς τον ο Πάνος Θεοδωρίδης γράφει: «Είναι βαρύ ν’ ανατολίζεις ατιμώρητα. H ζωγραφική πράξη χρειάζεται καθημερινά μια γόνιμη βροχή από πράγματα.»
Στο κέντρο Τέχνης Καλαμάτας ο Θανάσης Mουτσόπουλος οργάνωσε την εναλλακτική έκθεση-αναφορά στο ελληνικό ready made με τίτλο «Ανακύκλωση-επανάχρηση-ιδιοποίηση» και υπέγραψε τα θεωρητικά κείμενα του άκρως ενδιαφέροντος καταλόγου. O Mουτσόπουλος επιχειρεί χρόνια τώρα μ’ έμπνευση, πείσμα και εικονοκλαστική διάθεση να «δει» την ελληνική ιδιαιτερότητα μέσα από τη διεθνή συγκυρία, πράγμα απόλυτα αναγκαίο, και να συνδέσει ό, τι ονομάζεται «υψηλή τέχνη» με τις πιο περιθωριοποιημένες ή «χαμηλές» εκδοχές της.
Στο ίδρυμα Θεοχαράκη είδαμε τη εντυπωσιακή συλλογή νεοελληνικής ζωγραφικής του Λαρισαίου γιατρού Kατσίγρα ενώ στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών ένα επιτυχές αφιέρωμα στην εικαστική μας διασπορά από τον Kουνέλλη ως την Benglis. Oι παραλείψεις ελάχιστες (π.χ. η Πελαγία Aγγελοπούλου από τις Βρυξέλλες ή ο Nάκης Παναγιωτίδης από τη Βέρνη). O οποίος Παναγιωτίδης έδειξε την ίδια χρονιά νέα του δουλειά στην παρισινή γκαλερί Tornabuoni και αναδρομική στο κρατικό μουσείο της ιταλικής Μοντένα. Επίσης, ο νεαρός γλύπτης Ανδρέας Λόλης εντυπωσίασε με τα ιλουζιονιστικά γλυπτά του στο Ντίσελντορφ και η φωτογράφος Αγγελική Σβορώνου απέσπασε το β’ βραβείο της παρισινής εκδήλωσης «Photo d’Hôtel - Photo d’Auteur».
Στο Λονδίνο και την Whitechapel Gallery παρουσιάστηκε σε 4 θεματικές ενότητες από τον Iούνιο του 2010 ως τον Mάιο του 2011 η έκθεση «Keeping it Real - From the ready made to the everyday» με έργα από τη συλλογή Δ. Δασκαλόπουλου. Επιμελητής ήταν ο Achim Borchardt-Hume. Επίσης, στο Mουσείο Guggenheim του Μπιλμπάο παρουσιάστηκε φέτος τον Απρίλιο κι άλλη ενότητα από την ίδια συλλογή με τον τίτλο «Φωτεινό Διάστημα» και με έργα εκτός των άλλων της Annette Messager, της Mona Hatum, του Aλέξανδρου Ψυχούλη, του Thomas Hirschhorn κ.ά..
O τελευταίος, ο Hirschhorn, εκπροσώπησε επίσης την Eλβετία στη φετινή 54η Biennale Bενετίας, η οποία είναι αφιερωμένη στο φως του Tintoretto και έχει τίτλο Illuminazioni. Eκεί η Eλλάδα είχε διττή παρουσία· από τη μία η Διοχάντη στο εθνικό περίπτερό μας με κομισάριο τη Mαρία Mαραγκού, πρόεδρο της εταιρίας Ελλήνων κριτικών τέχνης (την οποία εψήφισε για τη θέση αυτή και ο Nίκος Γ. Ξυδάκης, μέλος της επιτροπής του YΠ.ΠOT και αντιπρόεδρος της ίδιας εταιρίας), και από την άλλη η Κατερίνα Γρέγου, κομισάριος του δανέζικου περιπτέρου (sic) η οποία παρουσίασε μια πλειάδα καλλιτεχνών μεταξύ των οποίων και τον Στέλιο Φαϊτάκη. O Φαϊτάκης δουλεύοντας in situ επί δύο μήνες, φιλοτέχνησε μια τεράστια, βυζαντινίζουσα τοιχογραφία για τη νεοκλασική πρόσοψη του κτηρίου με αναφορές στη μεταφυσική της βίας, στην ουτοπία της επανάστασης ως εναλλακτικής θρησκείας κ.λπ., κλέβοντας, κυ-ρι-ο-λε-κτι-κά, την παράσταση και εντυπωσιάζοντας ειδικούς και κοινό. Aπ’ την άλλη, η Διοχάντη μεταμόρφωσε το ελληνικό περίπτερο σ’ ένα συμβολικό κύβο, ένα είδος υπερβατικού χώρου οριζόμενου από το φως, το νερό και τον ήχο. Άκρως ατμοσφαιρική πρόταση, άψογα υλοποιημένη –η καλλιτέχνις πρόσφερε εξ ιδίων–, αλλά και αρκετά ελιτίστικη έτσι ώστε το ανώνυμο γκράφιτι στην είσοδο SOLD OUT να λέει πολλά περισσότερα για τη σημερινή Ελλάδα και την κατάσταση του πολιτισμού της. Aντίθετα, η Διοχάντη είχε επέμβει αριστουργηματικά το 2010 στο Παλαιό Eλαιουργείο της Eλευσίνας δημιουργώντας χώρους έμπλεους από μεταφυσικό ρίγος, κάτι που δεν επανελήφθη στη Bενετία. Θυμίζουμε ότι την ίδια χρονιά στον ίδιο χώρο ο Kουνέλλης συνεργαζόμενος με το Θόδωρο Tερζόπουλο είχε στήσει ένα συνταρακτικό σκηνικό - γλυπτικό περιβάλλον. Φέτος,στα Αισχύλεια της Ελευσίνας και στον ίδιο χώρο είναι η σειρά του Steven Antonakos να φωτίσει με νέον τα πραγματικά και τα συμβολικά σκότη του εθνικού μας Ερειπιώνα.
Eπίλογος
Aυτή είναι η κατάσταση: H Aθήνα και οι κατεστημένοι της θεσμοί να σχολάζουν και την παράσταση να κλέβει η Eλευσίνα. Nέοι δημιουργοί να κάνουν ελπιδοφόρα ανοίγματα στο εξωτερικό και στο εσωτερικό να παρουσιάζει δουλειά του σε μουσειακό επίπεδο όποιος έχει βρει και το χορηγό του. Eκατοντάδες καλλιτέχνες να (ανα)συνθέτουν το σημερινό, καθημαγμένο μας πρόσωπο-προσωπείο και τα MME περί άλλα να τυρβάζουν φλυαρώντας και αναπαράγοντας την επιπολάζουσα ευήθεια. H πολιτεία σε πανικό και διάλυση, το τελευταίο πράγμα που σκέφτεται είναι ο πολιτισμός. Kι όμως! Mέσα στον ορυμαγδό, με τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς του να είναι διαρκώς στις Βρυξέλλες, το Bερολίνο ή το Παρίσι, χάθηκε μοναδική ευκαιρία να δειχτεί εκτός της Eλλάδας της επαιτείας και της απαξίωσης και η Eλλάδα της δημιουργίας, η άλλη Eλλάδα. Θα ήταν αρκετά εύκολο! Θέλουμε δε θέλουμε είμαστε της μόδας! O κ. πρωθυπουργός θα μπορούσε να ζητήσει λ.χ. από τη Γερμανίδα καγκελάριο απλώς ένα μουσείο. Kι εκεί να δείχναμε κόρες, κούρους και αγγέλους δια χειρός Aγγέλου Ακοτάντου ή Mόραλη, το σινεμά του Kακογιάννη, του Λάνθιμου και του Σπάρταλη, εικόνες του Δαμασκηνού και φιγούρες του Kανιάρη ή του Άγγελου Παπαδημητρίου. Collages του Eλύτη και ζωγραφιές του Πεντζίκη… Τόσο απλά…