Η αγαπημένη μας Γαλάτεια Γρηγοριάδου-Σουρέλη ανήκε
στα πρόσωπα που, όταν τα συναντήσεις μια φορά, δεν τα ξεχνάς ποτέ. Χειμαρρώδης,
ανήσυχη, εκδηλωτική, φιλική, γενναιόδωρη, με μια ιδιαίτερη αίσθηση χιούμορ κι
έτοιμη πάντα για δράση, τραβούσε την προσοχή και γινόταν το κέντρο του
ενδιαφέροντος σε κάθε είδους σύναξη, επαγγελματική συνάντηση ή κοινωνικό
γεγονός, όπου ήταν παρούσα.
Το
ίδιο συνέβαινε - και είμαι βέβαιη ότι θα συνεχίσει να συμβαίνει - με τα βιβλία
της. Γιατί ανήκουν κι αυτά στα λογοτεχνήματα που, όταν τα διαβάσεις μια φορά,
δεν τα ξεχνάς ποτέ, είτε σε ενηλίκους απευθύνονται, είτε σε παιδιά. Είναι
βιβλία που έχουν πάντα κάτι το ουσιαστικό, το βαθύτερο, το σημαντικό να σου
πουν και να σε συναρπάσουν.
Απ’
όλα τα παραπάνω, που ανέφερα για το πρόσωπό της, θα ήθελα να σταθώ σ’ εκείνο το
«γενναιόδωρη». Η Γαλάτεια είχε «αγαπητική» σχέση με τους αναγνώστες της. Έγραφε
από έγνοια γι’ αυτούς κι από αγάπη, μια
αγάπη ατέλειωτη – το δηλώνει άλλωστε και ο τίτλος ενός από τα βιβλία της, το Τέλος δεν έχει η αγάπη. Πρόσφερε λοιπόν απλόχερα πνευματική τροφή,
άνοιγε ορίζοντες, προβλημάτιζε και ταυτόχρονα έδινε ένα κομμάτι από την ψυχή της,
για να πετύχει ένα τίμιο και γόνιμο «δούναι και λαβείν», μια γνήσια επικοινωνία
με τον αποδέκτη του έργου της. Ευλογήθηκε με το «δώρημα» το απαραίτητο γι’ αυτή
τη δουλειά, το ταλέντο του συγγραφέα, και δεν το εκμεταλλεύτηκε ποτέ για να
κολακέψει ή να προσελκύσει το πλατύ και συχνά ανίδεο αναγνωστικό κοινό των
ενηλίκων με θέματα δήθεν πρωτοποριακά, δήθεν ανατρεπτικά, δήθεν τολμηρά. Δεν το
ξόδεψε ποτέ χωρίς περίσκεψη απλά για να εντυπωσιάσει, ή για να περιγράψει αυτάρεσκα
τα του εαυτού της σε παιδικά και νεανικά βιβλία.
΄Οταν
κάποτε ρωτήθηκε γιατί γράφει για παιδιά, απάντησε: «Γιατί εμένα με νοιάζει να ζήσουμε σ’ ένα σπιτικό χωρίς ρύπανση – τη
Γη μας, γι’ αυτό γράφω για την προστασία του περιβάλλοντος. Εμένα με νοιάζει
όταν απειλούνται τα παιδιά από τα ναρκωτικά, τη βία, την όποια εκμετάλλευση,
γι’ αυτό αντλώ τα θέματά των μυθιστορημάτων μου από τη σημερινή ζωή και τις
δυσκολίες που συναντούν οι νέοι άνθρωποι. Εμένα με νοιάζει όταν τα παιδιά δεν
μαθαίνουν για τις ρίζες τους, την ιστορία τους, τον πολιτισμό τους, γι’ αυτό
γράφω ιστορικά μυθιστορήματα και διηγήματα. Αν ονειρευόμαστε πραγματικά την
παγκόσμια ειρήνη, χρειαζόμαστε ανθρώπους που να σέβονται τους άλλους αλλά πρώτ’
απ’ όλα τη δική τους εθνική ταυτότητα, τη δική τους παράδοση, το δικό τους
πολιτισμό. Γι’ αυτό αντλώ θέματα από τον ελληνικό πολιτισμό και την Ορθοδοξία.
Γιατί εμένα με νοιάζει ο κόσμος μας να γίνει κόσμημα».
Για
να πετύχει έναν τόσο υψηλό στόχο, η Γαλάτεια καταπιάστηκε με λογοτεχνικό έργο
που είχε τρεις άξονες:
Πρώτος
άξονας η ελληνική ιστορία. Γύρω του κινούνται με λόγο ρωμαλέο, ειλικρινή
και συγκλονιστικό τα ιστορικά της μυθιστορήματα και διηγήματα, καθώς και οι μυθιστοριοποιημένες
βιογραφίες, όπως π.χ. τα βιβλία Ο μεγάλος
αποχαιρετισμός, Ο μικρός μπουρλοτιέρης, Στις ρίζες της λευτεριάς, Το δαχτυλίδι
του αυτοκράτορα, Ρήγας Φεραίος, Καπετάν Κώττας, κ.ά). Πραγματική πνευματική
τροφή τα έργα της αυτά για τα ελληνόπουλα, που μέρα νύχτα βάλλονται
ποικιλότροπα, για να απεμπολήσουν κάθε δεσμό με τις μνήμες αυτού του τόπου, να
λησμονήσουν ό,τι έχει σχέση με τις ρίζες τους, να θάψουν το ιστορικό τους
παρελθόν.
Δεύτερος
άξονας του έργου της Γαλάτειας, η σύγχρονη κοινωνία και τα προβλήματά της.
Εδώ εντάσσονται τα κοινωνικά της πεζογραφήματα, που πραγματεύονται με αίσθημα κοινωνικής ευθύνης και τρόπο βαθιά
ανθρώπινο θέματα καυτά, όπως η μετανάστευση (Παιχνίδι χωρίς κανόνες), η βία στα γήπεδα (Πριν από το τέρμα), ο πόλεμος (Τα
σκυλιά του Αγίου Βερνάρδου), η καταστροφή του περιβάλλοντος (Εμένα με νοιάζει), η προσπάθεια για
αρμονική συμβίωση στην οικογένεια (Κομπιουτεράκι
αγάπη μου!, Ντο-ρε-μι κι ένα σκυλί, Οι
μάγοι της κασέτας, Τα δώδεκα φεγγάρια) και πλήθος άλλα. Στην εποχή μας,
όπου οι μεγάλοι σπάνια ή καθόλου δεν έχουν χρόνο ή διάθεση να μιλήσουν με τα
παιδιά για τα θέματα που καθημερινά τ’ απασχολούν ή τα απειλούν και για
ζητήματα όπου χρειάζονται έγκυρους οδοδείκτες για ν’ αποφύγουν τα αδιέξοδα, τα
κείμενα της Γαλάτειας, με την ολοζώντανη, ελκυστική και γλωσσικά πλούσια γραφή,
διαδραματίζουν καθαρτήριο ρόλο, συντροφεύουν, συμβουλεύουν, τέρπουν και
παιδαγωγούν, χωρίς εμφανείς, αντιπαθητικούς διδακτισμούς. Εξάλλου, όπως έλεγε ο
σοφός Ακαδημαϊκός Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος, «οπωσδήποτε
και αν ορίσουμε τη λογοτεχνία, δεν είναι δυνατόν να της αφαιρέσουμε την
πανάρχαια υποχρέωσή της έμμεσα να διδάσκει πάντοτε τους ανθρώπους».
Τρίτος
άξονας η παράδοση. Κι εδώ εντάσσονται τα παραμύθια και οι μικρές ιστορίες
της Γαλάτειας: Ελάτε να διαβάσουμε
παραμύθια, Αγκαλιά με παραμύθια, Ο
Αλέξης με το ξύλινο άλογο, Συντροφιά με τον άνεμο, Τρελοβάπορο χωρίς τιμόνι,
Φουρφουρής ο κότσυφας, Χορεύοντας στο δάσος, Το φεγγάρι, το γραμματόσημο κι
εγώ, Το τσίρκο μας, και άλλα, με κορυφαίο το εκπληκτικό παραμύθι Ο σπουργίτης με το κόκκινο γιλέκο, όπου
με τρόπο συναρπαστικό προβάλλεται η ανάγκη διατήρησης της παράδοσης, και για το
οποίο κέρδισε τον έπαινο του Πανευρωπαϊκού Βραβείου του Πανεπιστημίου της
Πάντοβα. Στον τομέα αυτόν, τα βιβλία της Γαλάτειας, με γραφή σαγηνευτική, λόγο παρηγορητικό και στάση ελπιδοφόρα,
τρέφουν «εξ απαλών ονύχων» τα
ελληνόπουλα και τα ετοιμάζουν για τον αγώνα του αύριο. «Εμένα με νοιάζει να αγωνιστείς να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο» έλεγε
συχνά, απευθυνόμενη στον μικρό αναγνώστη,
«εμένα με νοιάζει να ξέρεις πως τέλος δεν έχει η αγάπη, να μη χάνεις την ελπίδα
και να μην ξεχνάς πως, ναι, υπάρχουν Λύκοι, Δράκοι, Μάγισσες, μα, αν κοπιάσεις,
θα βρεις το αθάνατο νερό».
Ο χρόνος δεν μου επιτρέπει ν’ αναφερθώ διεξοδικά σε όλους
ανεξαιρέτως τους τίτλους των βιβλίων της και στους τρεις αυτούς άξονες, ούτε ν’
απαριθμήσω τα πάμπολλα βραβεία που έχει κερδίσει επάξια, με σημαντικότερα το
βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου της, την αναγραφή του
βιβλίου της Εμένα με νοιάζει στον
Τιμητικό Πίνακα της Διεθνούς Οργάνωσης Βιβλίων για τη Νεότητα, και την
υποψηφιότητά της για το Διεθνές Βραβείο Άντερσεν το 1992. Αυτά εύκολα βρίσκονται
στα βιογραφικά σημειώματα που συνοδεύουν τα βιβλία της, ή στα θεωρητικά πονήματα που έχουν δημοσιευτεί
για την παιδική και νεανική λογοτεχνία. Εκείνο που οφείλω να πω είναι πως η Γαλάτεια
ήταν βαθύτατα θρησκευόμενος άνθρωπος. Και η βαθιά χριστιανική της πίστη
διαφαίνεται σε όλα τα λογοτεχνικά της έργα – το γράφεις ό,τι είσαι και είσαι ό,τι γράφεις είναι ρήση γνωστή και
αδιαμφισβήτητη. Ωστόσο, ούτε για μια στιγμή δεν ολισθαίνουν προς το διδακτισμό,
ούτε σε μια παράγραφο δεν παύουν να είναι πρώτα απ’ όλα λογοτεχνία. Το
διαπιστώνει κανείς αυτό ιδιαίτερα σε όσα βιβλία της έχουν θέμα καθαρά
θρησκευτικό, όπως για παράδειγμα το Αύριο
είναι Κυριακή, ή το Μιλήστε μου για
τα Χριστούγεννα.
Τον πνευματικό αγώνα
της Γαλάτειας είναι βέβαιο ότι θα τον συνεχίσει το πολύτιμο, το «θρεπτικό» του
νου και της ψυχής έργο της, γιατί είναι όσο ποτέ άλλοτε απαραίτητο για τα
παιδιά μας, στους πονηρούς κι επικίνδυνους καιρούς που ζούμε. Κι εμείς θα
θυμόμαστε πάντα και ολοζώντανα τη Γαλάτειά μας, την ακριβή μας φίλη, την
εξαίρετη συγγραφέα, την πολύτιμη συνεργάτιδα, την ακάματη εργάτρια για το καλό
των παιδιών, τη λαμπερή προσωπικότητα που φώτισε για χρόνια τη ζωή μας.