Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

ΣΑΒΒΑΣ ΠΑΥΛΟΥ:Σχόλια για τις τουρκικές προβοκάτσιες και δολιοφθορές

Δεν σας φταίνε οι καημένοι οι Τούρκοι γιατί είσαστε νεοκύπριοι ή κατώτερης ευφυΐας
Δεκεμβρίου 27, 2011


Οι αποκαλύψεις του πρώην πρωθυπουργού της Τουρκίας, για την εντεταλμένη πυρπόληση των ελληνικών δασών, εκ μέρους των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία για όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις, τις νοοτροπίες και τις τακτικές που αναπτύσσει και εφαρμόζει η τουρκική, πειθαρχημένη και αποτελεσματική, επεκτατική πολιτική. Και άλλες φορές ειπώθηκε και επεξηγήθηκε ότι πολλά τεκμήρια για τις πυρκαγιές των ελληνικών δασών οδηγούν στις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, όμως αμέσως, μόλις γραφόταν αυτό, ένας οχετός από κείμενα και λόγους, γραμμένους και εκφωνούμενους από υψηλόμισθους και εις τα ανώτερα δώματα εντύπων και ραδιοτηλεοπτικών μέσων ευρισκομένους, ακολουθούσε, που μιλούσε για συνομωσιολόγους, εθνικιστές και άλλους φανατικούς, που τις αδυναμίες της Ελλάδας τις αποδίδουν, με «μανία και προκατάληψη», στους Τούρκους.

Θα ήταν καλό, αν είχαμε μια δυναμική και ελεύθερη δημοσιογραφία στην Ελλάδα, κάποιοι να έψαχναν και να εντόπιζαν τη σχετική συζήτηση, όταν αναφερόταν, η πιθανότητα έστω, ότι πίσω από τις φωτιές βρίσκονται οι μυστικές τουρκικές υπηρεσίες, τι γραφόταν, με μίσος και λοιδορία, από διάφορους προοδευτικώνυμους δημοσιογράφους.

Έχω ιδίαν πείρα όταν απέστειλα απάντηση στο ιδεοληπτικό και προκατασκευασμένο άρθρο του Λιάκου, στο Βήμα Αθηνών, για τους νεκρούς της μπανιέρας του 1963 και συνάντησα την πείσμονα άρνηση να δημοσιευτεί -η δικαιολογία του Πρετεντέρη, με τον οποίο επικοινώνησα, ήταν ότι ήρθε είκοσι μέρες μετά, συνήθως δημοσιεύουν απαντήσεις εντός δεκαπενθημέρου. Λοιπόν το Βήμα αφήνει την προπαγάνδα του Ντενκτάς χωρίς απάντηση, κατ΄ ακρίβειαν την προωθεί, με το δικαιολογητικό ότι το κείμενο έφτασε κοντά της λίγο αργά.

Το ιστολόγιο δημοσιεύει το κείμενο που εστάλη στο Βήμα, ως απάντηση στον Λιάκο, θυμίζοντας ότι εν τω μεταξύ αναγνωρίσθηκε ακόμη μια προβοκάτσια των Τούρκων -αξιωματούχος του τουρκικού κράτους παραδέχτηκε ότι οι βόμβες εναντίον τζαμιών στην Κύπρο, ενέργειες για τις οποίες κατηγορήθηκαν οι Έλληνες του νησιού, τοποθετήθηκαν από τουρκικά χέρια, εντεταλμένα από τις μυστικές υπηρεσίες της Τουρκίας.

Ας κλείσουμε όμως αυτό το σημείωμα, που προηγείται του κειμένου «Παραχαράξεις και διαστρεβλώσεις» με μια απλή διαπίστωση: Η Τουρκία μπορεί να ευθύνεται για πολλά και διάφορα στην Κύπρο. Δεν ευθύνονται όμως οι καημένοι οι Τούρκοι αν οι Κύπριοι μείωσαν το επίπεδο της σκέψης και της ευφυΐας τους, αν έγιναν νεοκύπριοι και ιστορικώς αγράμματοι.

Παραχαράξεις και διαστρεβλώσεις

(ένα κείμενο που όφειλε να δημοσιεύσει το Βήμα)

γράφει ο Σάββας Παύλου


Εδώ και 1800 περίπου χρόνια, ο Λουκιανός μας έδωσε το σπινθηροβόλο κείμενό του «Πώς δει ιστορίαν συγγράφειν». Μη διαθέτοντας τη διεισδυτικότητα και εμβέλεια του εκ Σαμοσάτων μεγάλου συγγραφέα για συμπυκνωμένες, μα και χαριτωμένες, ιστορικές θεωρήσεις, μπορώ απλώς να αναφέρω μια μικρή υπόδειξη: τι πρέπει να αποφεύγουμε όταν γράφουμε ιστορία. Και αυτή η μικρή υπόδειξη είναι η επανάληψη της παγκοίνως γνωστής και παραδεκτής ρήσης για αποφυγή της πρόχειρης παράθεσης, χωρίς βάσανο και έλεγχο, δεδομένων και τεκμηρίων. Όλα πρέπει να παρατίθενται αφού διασταυρωθούν και επιβεβαιωθούν πολλές φορές. Σε σημείωμά του Αντώνη Λιάκου στο Βήμα (ημερομηνίας: 2 Ιουνίου 2002) και με τίτλο: «Οι διχασμένες μνήμες. Μια απάντηση στις επικρίσεις για την ΕΟΚΑ», αναφέρεται και η ιστορία των τεσσάρων νεκρών που βρέθηκαν πεταμένοι στην μπανιέρα του σπιτιού τους. Τριών παιδιών και της μητέρας τους. Ένα, πράγματι, αποτρόπαιο έγκλημα που συνέβη στην τουρκοκυπριακή συνοικία της Λευκωσίας στις 24 Δεκεμβρίου 1963. Η αναφορά συνοδεύεται και από το ακόλουθο σχόλιο: «Το τουρκοκυπριακό σπίτι που έγινε η σφαγή είναι ένα πραγματικό σπίτι και όσα καταγγέλλονται είναι πραγματικά γεγονότα».

Όμως όσα καταγγέλλονται για την υπόθεση αυτή δεν είναι πραγματικά γεγονότα. Ακόμη, το θέμα έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον από την τουρκική προπαγάνδα και απετέλεσε βασικό επιχείρημα για να εδραιωθεί η γενικότερη αντίληψη στο εξωτερικό για τους φτωχούς και ανυπεράσπιστους Τουρκοκύπριους (poor Turks). Πάντως από την αρχή ήταν γνωστό ότι στο έγκλημα αυτό δεν ενέχεται καθόλου η ελληνική πλευρά, ήταν ένα απεχθές έγκλημα το οποίο επιτέλεσε τουρκική σχιζοφρένεια και παραφροσύνη, συγκεκριμένα του Τούρκου γιατρού της ΤΟΥΡΔΥΚ ο οποίος μετά αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει. Η ηγεσία της τουρκοκυπριακής ανταρσίας, αφού εξαφάνισε αμέσως, μεταφέροντας αεροπορικώς στην Τουρκία, τον συζυγοκτόνο και παιδοκτόνο γιατρό, γιατί ήταν εύκολο να υποπέσει σε αντιφάσεις και ως ένοχος να μη μπορέσει να κατασκευάσει μια διήγηση δολοφονικής επίθεσης εκ μέρους άλλων, εκμεταλλεύτηκε το γεγονός για λόγους προπαγάνδας αποδίδοντάς το στη γενοκτόνο διάθεση των Ελλήνων της Κύπρου (εφ. Ελευθερία, Λευκωσία, 10 – 1- 1964, σ. 1).[1]

Το θέμα δεν περιορίζεται όμως στον έλεγχο των πηγών. Για έναν που ξέρει να διαβάζει πίσω από τις γραμμές η ιστορία των τεσσάρων νεκρών της μπανιέρας είναι σημαντική για να κατανοήσει αρκετά γύρω από την κυπριακή υπόθεση. Η εύκολη διαστρέβλωση εκ μέρους της τουρκικής πλευράς και η αδίστακτη χρήση του γεγονότος για προώθηση της προπαγάνδας της, η συνεχής και πρόθυμη χρήση της φωτογραφίας αυτής από τα ισχυρά δυτικά ειδησεογραφικά πρακτορεία αποτελούν στάσεις και συμπεριφορές αρκετά αποκαλυπτικές. Χαρακτηριστικά πρέπει να αναφέρουμε εδώ ότι η φωτογραφία, με καταγγελία της υποτιθέμενης ελληνικής ενοχής, έκανε το γύρω του κόσμου μέσα από τις σελίδες του γνωστού Readers Digest καθώς και σε ετήσια αγγλική φωτογραφική έκδοση (1965). Ακόμη, είναι αρκετά αποκαλυπτική και η επιπόλαια αναφορά στο θέμα αυτό από Κύπριους και Ελλαδίτες συγγραφείς και μελετητές. Γιατί, στην εξέλιξη του κυπριακού, βλέπουμε ακόμη και την τάση τα θύματα του τουρκικού επεκτατισμού να μετατίθενται στην πλευρά των θυτών κι αυτή η μετάθεση να γίνεται εκ μέρους των θυμάτων, μια αυτοκαλλιέργεια ενοχών που παραπέμπει σε ψυχαναλυτικούς όρους. Φαίνεται ότι η θέση του ταπεινωμένου θύματος δεν γίνεται εύκολα αποδεκτή, φαίνεται ότι ο φόβος και το σπαρακτικό αίσθημα ανικανότητας και αδυναμίας για την ανατροπή των κατοχικών δεδομένων και την αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού εξηγεί εν μέρει αυτή την τάση αν συνυπολογιστεί ότι συνεπικουρείται από τις προσπάθειες για λύση η οποία, εξ όσων εμφαίνεται, θα είναι τόσο οδυνηρή για την ελληνική πλευρά που πρέπει, για να γίνει αποδεκτή, να χρησιμοποιηθούν και τέτοια μέσα καλλιέργειας ενοχών.

Το σημαντικότερο: Τις προβοκάτσιες και διαστρεβλώσεις τις κάνουν οι δυνατοί, οι αδύνατοι οχυρώνονται πίσω από αρχές και νόμιμα προτάγματα. Ως αδύνατοι ξέρουν ότι αν μπουν στο χορό της προβοκάτσιας και των παράνομων ενεργειών θα δημιουργήσουν τέτοια δεδομένα στο θέμα τους που θα συντρίψουν πρώτα απ’ όλα τους ίδιους αφού αυτά προσιδιάζουν στο θράσος των ισχυρών. Η υπόθεση των νεκρών της μπανιέρας που αποδεικνύεται ειδησεογραφική προβοκάτσια της τουρκικής πλευράς, η προβοκάτσια της έκρηξης στο σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ που αποτέλεσε το έναυσμα για τη δοκιμασία του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης με τις βιαιοπραγίες, τους βιασμούς και τους νεκρούς των Σεπτεμβριανών του 1955, η προβοκάτσια με την έκρηξη, στις 7 Ιουνίου 1958, στο Τουρκικό Γραφείο Τύπου της Λευκωσίας που ομολόγησε σε συνέντευξή του ο Ντενκτάς και η οποία προκάλεσε την ένταση των διακοινοτικών ταραχών με νεκρούς και τραυματίες, αποδεικνύουν ότι ο κυπριακός ελληνισμός είναι το αδύνατο στοιχείο. Συναισθανόμενη τους πραγματικούς συσχετισμούς δυνάμεων, η ελληνική πλευρά στην Κύπρο παρ’ όλον ότι είναι η συντριπτική πλειοψηφία και κατέχει τις ιστορικές και πολιτιστικές περγαμηνές του νησιού εν τούτοις κινείται προσεκτικά, πάντα στα πλαίσια της διεθνούς νομιμότητας και των αρχών δικαίου και με βάση τα προτάγματα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνήθως με υποχωρήσεις και αποδοχή της μη πλήρους εφαρμογής τους προς όφελος των τουρκικών συμφερόντων, όταν η τουρκική πλευρά κινείται άνετα, χωρίς υπολογισμούς και δισταγμούς, στους ρυθμούς της παραχάραξης, διαστρέβλωσης και προβοκάτσιας.


--------------------------------------------------------------------------------

[1] ) Βλ. ακόμη: Χριστόδουλος Παπαχρυσοστόμου, Άπαντα, τόμος Δ’, Λευκωσία 1999, σ. 157 – 159. Πολύ σημαντική είναι και η μαρτυρία του Τούρκου φωτογράφου, (ο οποίος φωτογράφισε τους νεκρούς της μπανιέρας) που αποδεικνύει περίτρανα τη σκευωρία, στο βιβλίο του Κώστα Γεννάρη, Εξ Ανατολών, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2001 , σ. 15 – 18.

//savvaspavlou.wordpress.com/

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

ΣΩΤΗΡΗΣ ΓΟΥΝΕΛΑΣ :μια ορθόδοξη κριτική στον Νίτσε



Για πρώτη φορά ο Σ.Γουνελάς ασχολήθηκε με το έργο του Νίτσε "Λόγοι για την Παιδεία" τους οποίους αποτιμούσε θετικά। Σε αυτό το κείμενο ασχολείται με ένα άλλο έργο του Νίτσε।

Κατά Νίτσε :Με αφορμή την έκδοση του Αντίχριστου

Καλλιτέχνης χωρίς πίστη είναι σαν ζωγράφος τυφλός εκ γενετής»
Ταρκόφσκι, Σμιλεύοντας το χρόνο, σ. 60-61.
Όταν έγραφα την Κρίση του πολιτισμού είχα ήδη σημειώσει στην εισαγωγή ότι τρία πρόσωπα, ο Μαρξ, ο Νίτσε και ο Φρόυντ έστρωσαν το δρόμο στον σύγχρονο αποχριστιανισμό των κοινωνιών. Τους αφιέρωσα χωριστές ενότητες αλλά όσον αφορά τον Νίτσε δεν ασχολήθηκα εκεί παρά με τα θετικά του. Εννοώ τον τρόπο που αντιμετώπιζε το ζήτημα της παιδείας ειδικά μέσα από τα Μαθήματα για την παιδεία** που είχαν στο μεταξύ εκδοθεί και στα ελληνικά. Σήμερα μελετώντας την πρόσφατη έκδοση του Αντίχριστου ξανακοίταξα και άλλα βιβλία του και αποφάσισα να μιλήσω εκτενέστερα για την περίπτωση του σε καιρούς μάλιστα που η συμβολή του στον αποχριστιανισμό του κόσμου φαίνεται πολύ πιο καθοριστική και απαιτεί ξαναδιάβασμα του όλου έργου.
Παρενθετικά σημειώνω, για όσους δεν ξέρουν, ότι το τρίπτυχο Μαρξ-Νίτσε-Φρόυντ θριάμβευε τη δεκαετία του εξήντα και εβδομήντα στη Γαλλία (το μαρτυρούν αν μη τι άλλο τα γεγονότα του Μάη του ’68) και πώς το έργο διανοητών σαν τον Deleuze, τον Lyotard και άλλους που φιγουράρουν σε σημερινές βιβλιογραφίες των νεωτέρων θεολόγων μας, στο βάθος αποτελεί απόπειρα σύνθεσης (επί το επαναστατικότερον) του έργου εκείνων.
Αλλιώς γράφει κανείς για βιβλίο γραμμένο στην εποχή μας και εκδομένο στις μέρες μας και αλλιώς για βιβλίο του 1888 με τον ηχηρό τίτλο Ο Αντίχριστος όταν μάλιστα συγγραφέας του είναι ο Νίτσε. Θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι το πνεύμα του Νίτσε- με αρκετή εκλαίκευση βέβαια αλλά και αρκετές παρανοήσεις- έχει διαποτίσει στις μέρες μας το ευρωπαϊκό αν όχι και το ελληνικό στερέωμα. Πόσοι και ποιοί τον έχουν μελετήσει στην Ελλάδα είναι άλλο ζήτημα, θα βρεθούν πάντως αρκετοί πρόθυμοι να υπερθεματίσουν εν ονόματί του. Ο ίδιος ο Νίτσε, μιλώντας στον πρόλογό του για τον Αντίχριστο, λέει ότι «ανήκει στους πολύ λίγους» από τους οποίους «ίσως δεν ζει κανείς τους ακόμα»!
Όσοι έχουν έστω και λίγο ασχοληθεί μαζί του θα ξέρουν ότι κατέχεται από έναν αριστοκρατισμό που υποτίθεται ότι προέρχεται από τον αρχαιοελληνικό κόσμο, αριστοκρατισμό που δεν μπορεί επ΄ουδενί να δεχτεί το ευαγγελικό κήρυγμα και μάλιστα την παύλεια ρήση «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ ¨Ελλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ¨ πάντες δε υμείς είς εστέ εν Χριστώ Ιησού.» (Γαλ.3,27). Βασικό θέμα που τον ενδιαφέρει κυρίως στη Γενεαλογία της ηθικής αλλά και στον Αντίχριστο είναι η ‘υψηλοφροσύνη’, η επιδίωξη της κυριαρχίας ενός ανώτερου ανθρώπινου όντος, ‘δυνατού’, ‘υπερβόρειου’, εκτός ‘νεωτερικότητας’, έξω από την ‘ευτυχία των αδυνάτων’, έξω από την ‘αδυναμία’, την ειρήνη, την συμπόνια. Με δυο λόγια ο ανώτερος τύπος που ζητάει ο Νίτσε είναι «ο εκ διαμέτρου αντίθετος» στο «κατοικίδιο ζώο, το αγελαίο, το άρρωστο ζώο άνθρωπος», «τον χριστιανό…»(σ.37).
Φοβάμαι ότι η προσέγγιση του Νίτσε στο χριστιανισμό αφορά ένα κομμάτι του και μάλιστα το πιο λειψό, κολοβωμένο, στερημένο αληθινού πνεύματος. Άλλωστε, τί πάει να πει ‘προσέγγιση του χριστιανισμού’, παρά προσέγγιση μιας ιδεολογίας ή μιας θεωρίας; Εάν δεν είσαι μ έ σ α, όχι στον χριστιανισμό αλλά στην Εκκλησία, ως πνευματικό γεγονός και μυστήριο, για ποιό πράγμα θα μιλήσεις και σε ποιά Αλήθεια θα εναντιωθείς; Δεν υπάρχει μια αθεράπευτη αντίφαση να εφαρμόζεις μια ανελέητη ρασιοναλιστική αν όχι και θετικιστική ανάγνωση στα Ευαγγέλια κι από την άλλη να ‘επενδύεις’ στην πρωτογενή κατάσταση την ‘πέραν του καλού και του κακού’, δηλαδή πέραν της συνείδησης; Και μόνο το γεγονός ότι θεωρεί τον Χριστό «άγιο αναρχικό που ξεσήκωσε τον κατώτερο λαό, τους απόβλητους και τους αμαρτωλούς, τους εντός του Ιουδαισμού ενάντια στην άρχουσα τάξη» (σ.73), παραγνωρίζοντας παντελώς ακόμη και τη μαρτυρία των Ευαγγελίων για τη στάση του ρωμαίου διοικητή Ποντίου Πιλάτου απέναντί του και φυσικά τη ρήση του ίδιου του Χριστού «η βασιλεία η εμοί ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου», δείχνει το μέγεθος της π α ρ α ν ά γ ν ω σ η ς που επιχειρεί. Είναι τέτοια η προσκόλλησή του στη σημασία που έχει η διατήρηση του αριστοκρατικού καθεστώτος και ιδεώδους ή, αν θέλετε, η εμμονή του στην ταξική διαφορά και στην πάση θυσία συντήρηση των εξαθλιωμένων μαζών στο ίδιο σταθερό σημείο, που δεν μπορεί να δει ούτε καν τη διάκριση που κάνει ο Παύλος μεταξύ ‘κυρίου’ και ‘δούλου’. Για τον Χριστό, όπως και για τον Παύλο, προέχει η ‘απελευθέρωση’ του ανθρώπου από τον πνευματικό θάνατο και την υποδούλωση στα πάθη: δεν προέχει η εξίσωση κυρίων και δούλων. Αυτό, είτε αρέσει στους σημερινούς χριστιανούς, είτε δεν αρέσει, δεν αποτελούσε στην ουσία για την Εκκλησία άμεση προτεραιότητα. Η ποιότητα της ζωής εξαρτάται κατά το Ευαγγέλιο από τη σχέση με το Πρόσωπο του Λόγου που ενανθρώπησε, όχι από τη σχέση κυρίων-δούλων, που στάθηκε για τον Νίτσε η μεγαλύτερη ίσως αφορμή απόρριψης της χριστιανικής παράδοσης.
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να παραθέσω απόσπασμα του γερμανού φιλόσοφου Μαξ Σέλλερ. Είναι από το βιβλίο του Ο μνησίκακος άνθρωπος (μετ. Κωστή Παπαγιώργη, Ίνδικτος, 2002), πρωτογραμμένο το 1912 με εξαιρετικές παρατηρήσεις πάνω στη διαφορά αρχαιοελληνικού έρωτα και χριστιανικής αγάπης αλλά και βαθιά κριτική των αντίχριστων θέσεων του Νίτσε. Γράφει:
«…είναι μεγάλη πλάνη να εννοούμε το χριστιανισμό με βάση λίγο πολύ απόμακρες αναλογίες με ορισμένα σημερινά δημοκρατικά κινήματα, και να μετατρέπουμε τον Ιησού, …σε ένα είδος ‘λαϊκού δικαστή’, σε ένα είδος ‘κοινωνικού πολιτικού’, σε έναν άνθρωπο που ξέρει τι πρέπει να προσφέρουμε στους ενδεείς και στους απογυμνωμένους, σε έναν ‘Αντι-Μαμμωνά’ που εχθρεύεται κάθε οικονομικό σύστημα. Αυτή η εικόνα του Ιησού, ευρύτατα διαδεδομένη την εποχή του Νίτσε, έπαιξε μεγάλο ρόλο στην εκπόνηση της άποψής του και εξηγεί γιατί πίστεψε, πλήττοντας τον νεωτερικό σοσιαλισμό και κομμουνισμό, ότι πλήττει ταυτόχρονα τη χριστιανική ηθική και το πνεύμα της. Έτσι, είτε εξαίρουμε είτε υποβιβάζουμε τον Ιησού και τη χριστιανική αρχή, επειδή προεικόνιζαν τις σοσιαλιστικές ή δημοκρατικές τάσεις της νεωτερικής ιεραρχίας αξιών, πέφτουμε σε πλάνη, γι’ αυτό άλλωστε το αξίωμα στο οποίο βασίζεται ο Νίτσε και οι ‘σοσιαλιστές’ είναι άκυρο. Παρόμοια, ο χριστιανισμός δεν υποστήριξε ποτέ την ‘ισότητα των ψυχών ενώπιον του Θεού’ όπου ο Νίτσε εντόπισε τη ρίζα κάθε δημοκρατίας, αν με αυτή εννοούμε τη δράση του Θεού ο οποίος αποκαθαίρει την π ρ α γ μ α τ ι κ ή αξία του ανθρώπου από ψευδο-αξίες που γεννήθηκαν από τις περιστάσεις, τις μικρότητες, τις αποτυφλώσεις και τα επιμέρους συμφέροντα»( ο.π.σ. 98-99).
Τα παραπάνω σημαίνουν συνακόλουθα ότι η επίθεσή του κατά της ‘χριστιανικής ηθικής’ ισχύει για τον συμβατικό-κοινωνικό χριστιανισμό και προπαντός της εποχής του, πάντως ούτε με το Χριστό έχει σχέση, ούτε με τον Παύλο, ούτε με τους Πατέρες, τουλάχιστον της ορθόδοξης Εκκλησίας. Η διατύπωσή του: «Ο ‘πρώτος Χριστιανός’-πολύ φοβάμαι κι ο ‘τελευταίος Χριστιανός’ επίσης, τον οποίο μπορεί πιθανώς και να προλάβω-, είναι (από πλευράς ενστίκτου) επαναστάτης κατά παντός προνομιούχου: η ζωή του, ένας αγώνας για ‘ίσα δικαιώματα’» (σ.107), αποτελεί πυροτέχνημα ψεύδους ή λάθους. Ωστόσο, αποτελεί μέγα παράδοξο στο βιβλίο, το περιεχόμενο των σελίδων 74-85, όπου ο Νίτσε δηλώνοντας στην αρχή «Εκείνο που ενδιαφέρει εμένα είναι ο ψυχολογικός τύπος του Λυτρωτή» (σ.74) από τη μία αναγγέλλει την προσήλωσή του σε μια ψυχολογική ερμηνεία του Χριστού και της πραγματικότητας που τον αφορά άμεσα, με όλα όσα μπορεί να συνεπάγεται μια τέτοια ερμηνεία, και από την άλλη καταφέρνει όντως-μοναδική φορά στο βιβλίο αν όχι σε όλα τα βιβλία του- να αγγίξει ορισμένες βαθιές χριστιανικές αλήθειες. Λόγου χάρη: «Τι σημαίνει ‘χαρμόσυνο άγγελμα’; Η αληθινή ζωή, η αιώνια ζωή ευρέθη- δεν είναι υπόσχεση, είναι παρούσα, είναι ε ν τ ό ς υ μ ώ ν: ως ζωή αγάπης, της αγάπης που δεν αφαιρεί, δεν αποκλείει, δεν αποστασιοποιεί.» (σ.75). Τα παιχνίδια της φυσιολογίας τα οποία παίζει παρακάτω και τα περί ‘αφής’ και ‘επαφής’ απ’ όπου ανάγεται σε «ένστικτο μίσος κατά πάσης απτής πραγματικότητας, ως μια φυγή προς το ‘ακατάληπτο’, το ‘ασύλληπτο’,… ως μια ζωή εξασκημένη σε έναν κόσμο που καμιά πραγματικότητα πια δεν τον αγγίζει» (σ.75-76), που εννοείται αφορούν τον Χριστό, δεν μπορεί να ισχύουν. Θα αρκούσε να αναλογιστούμε την τόσο συχνή επαφή του με τους πάσχοντες που θεράπευε, το συγχρωτισμό του με τον όχλο-που περιφρονεί ο Νίτσε- για να μην αναφέρω το λαμπρό παράδειγμα ‘αφής’ όταν τον πλησιάζει η αιμορροούσα του Ευαγγελίου και θεραπεύεται αγγίζοντας το χιτώνα του, ενώ εκείνος μέσα στο συνωστισμό ρωτά «τις μου ήψατο των ιματίων;» προκαλώντας την έκπληξη των μαθητών. Το ‘ακατάληπτο’ και το ‘ασύλληπτο’ στην περίπτωση του Χριστού συνδυάζεται με απέραντη ευαισθησία, με απέραντη ‘αφή’.
Ωστόσο, επανερχόμενος στην σημασία των σελίδων που ξεχώρισα πριν, θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι στο βιβλίο υπάρχουν δύο κύρια επίπεδα: αυτό που αφορά το Πρόσωπο Χριστός και που ο Νίτσε –τι σημαίνει άραγε αυτό;- αποφεύγει να τον αποκαλέσει έτσι χρησιμοποιώντας συνήθως τη λέξη « Λυτρωτής», και υπάρχει ένα δεύτερο επίπεδο που αφορά την παραμόρφωση της διδασκαλίας ή μάλλον της πρότασης ζωής που έκανε. Παραμόρφωση που αρχικά, κατά τον Νίτσε, οφείλεται στο οχλοπρεπές περιβάλλον του και αργότερα σε άλλους παράγοντες. Ωστόσο, είναι τέτοιο το μένος του γενικά κατά του Χριστιανισμού, που αυτές οι ξεχωριστές σελίδες που φανερώνουν όντως Αλήθειες του Χριστού, πνίγονται μέσα σ’ ένα κυκεώνα καταγγελιών και κατηγοριών αλλά και οικοδόμησης επιχειρημάτων και αποδείξεων, ώστε να συντριβεί ο υπεύθυνος για όλα τα κακά του κόσμου και προπαντός για την συμπόνοια, την δηλητηρίαση με την ηθική των δούλων, με την ηθική της παρακμής, με την απατηλή γλώσσα του ιερέα κλπ.
Σε όλο σχεδόν το βιβλίο έρχεται και ξανάρχεται ο όρος decadence, γραμμένος γαλλιστί που μεταφράζεται παρακμή, και την οποία ο Νίτσε «διάβαζε» στην ευρωπαϊκή ιστορία (αν μπορούμε να το πούμε) από τον καιρό του Σωκράτη. Κάπου ο Χριστός χαρακτηρίζεται «ο πιο ενδιαφέρων από όλους τους «decadents», «decadent» ωστόσο. Αυτή η λέξη με τις παραδηλώσεις που έχει ειδικά σήμερα, τις οποίες παρέλαβε μεταξύ 19ου και 20ου αιώνα, συναπτόμενη με το πρόσωπο του Χριστού ή γενικότερα με την χριστιανική παράδοση, μάλλον γελοία ακούγεται, όχι μόνο σε αυτιά χριστιανών. Θα πρόσθετα εδώ ότι παρά τον αρχαιοελληνισμό του ο Νίτσε παρουσιάζει τεράστια κενά στις αναφορές του σε ελληνοχριστιανικό διάλογο ή συσχέτιση, εννοιολογικού και γλωσσικού επιπέδου. Έχει «δέσει» απόλυτα τον ιουδαϊσμό με τον χριστιανισμό και δεν αφήνει συνάμα να εισέλθει μέσαθέ τους τίποτα ελληνικό. Περιττό να πω ότι αυτό οφείλεται σε άγνοια, όχι μόνο ιστορικής τάξης αλλά και πατερικής θεολογίας. Ο Ν. αγνοεί παντελώς τους Πατέρες της Εκκλησίας και δή τους κατόχους αρχαιομάθειας (Μέγα Βασίλειο, Γρηγόριο, Χρυσόστομο κλπ). Αλλά ένας άνθρωπος, με τέτοια γνωστικά κενά (ας αφήσουμε έξω την πίστη), για ποιό χριστιανισμό θα μιλήσει, παρά για ένα κολοβωμένο και παραμορφωμένο χριστιανισμό, ίσως ούτε καν τον χριστιανισμό του Λούθηρου; Και ποιά είναι η κολοσσιαία εκείνη αυταπάτη που τον έχρισε κάτι σαν κεφαλή του αντιχριστιανισμού;
Στην Εισαγωγή του στον Αντίχριστο ο Κ. Δεληκωσταντής γράφει: «είναι αυτονόητο ότι η κριτική της χριστιανικής και της νεωτερικής ηθικής από τον Nietzsche πρέπει να αξιολογηθεί με βάση τη γενικότερη φιλοσοφική του τοποθέτηση. Πίσω απ’ αυτή βρίσκεται η αρχή ότι ‘ο Θεός είναι νεκρός᾿. Αυτό φυσικά δεν σήμαινε μόνον τον θάνατο του Θεού των χριστιανών, αλλά και το τέλος της μεταφυσικής και των αξιών της, το τέλος του διχασμού και της διάσπασης της πραγματικότητας σε φυσική και υπερφυσική και των μηδενιστικών συνεπειών της. Στον χριστιανισμό ο Nietzsche πολεμά την ανθρωπολογική σύγχυση, την εχθρική προς τη ζωή στάση, το ήθος των δούλων, τη μετατροπή του ήθους από έκφραση δύναμης σε έκφραση αδυναμίας και σε ιδεολογική επικάλυψη αυτής της αδυναμίας. Αυτές τις μηδενιστικές τάσεις καταπολεμά και στη νεωτερική ηθική, την οποία θεωρεί συνέχεια του χριστιανισμού.»(σ.13)
Θα πρέπει να ειπωθεί εδώ ότι πριν από τον Νίτσε ένας άλλος ετοίμασε το δρόμο κι αυτός ήταν ο Λούθηρος. Κατά τον Σέλλερ- «αρνούμενος στην αγάπη έναν πρωταρχικό και υπερφυσικό χαρακτήρα, παράπλευρα προς την πίστη, και θεωρώντας την εσωτερική πράξη της αγάπης ως άχρηστη για τη σωτηρία, πρόδωσε τη χριστιανική ιδέα της αγάπης βαθύτερα και από το θεσμό που καταπολεμούσε, οπότε συνεισέφερε περισσότερο από τον πάπα στη διαμόρφωση του νεωτερικού ανθρωπισμού, για τον οποίο η αγάπη είναι μόνο μια υποκειμενική, ανθρώπινη δύναμη που αποδίδεται στο σώμα και τις αισθήσεις.[…] Αφαιρώντας από την οδό της σωτηρίας τον θεμελιώδη παράγοντα της χριστιανικής ηθικής, την αγαπητική πράξη (αγάπη του πλησίον και του εαυτού μας), ο Λούθηρος καθιέρωσε τη ρήξη ανάμεσα στη θρησκεία και στην ηθική-υποβιβάζει την αγάπη σε αμιγώς ανθρώπινη δύναμη, βασισμένη στη φυσική συμπάθεια και έτσι έμμεσα αλλά τελεσφόρα, αναδεικνύεται σε πρόδρομο των μοντέρνων και θετικών ιδεών της ανθρωπότητας και του φιλανθρωπισμού» (ο.π. σ. 124 και 126).
Έτσι επέρχεται σιγά-σιγά η παραμόρφωση της χριστιανικής αγάπης, εδραιώνεται ο νεωτερικός φιλανθρωπισμός, (ακόμη και ο Καντ χαρακτηρίζει την αγάπη ‘μια αισθησιακή συγκίνηση παθολογικής τάξεως’), φτάνοντας σε μια άχρωμη και γλυκερή αγάπη εναντίον της οποίας ξεσηκώνεται ο Νίτσε, χωρίς να μπορέσει η να θελήσει να διακρίνει την αυθεντική χριστιανική αγάπη από τις παραμορφώσεις της και την έκπτωσή της σε στείρα ηθική.
Εγείρονται βέβαια τεράστια ζητήματα τα οποία δεν τελειώνουν με τη δική μου σύνοψη μιας πραγματικότητας που αντιστοιχεί σε ιστορία αιώνων και μάλιστα εκεί στη Δύση. Και προκύπτουν ερωτήματα όπως:
Πόσο εδώ στην Ελλάδα είμαστε ενήμεροι αυτών των ζητημάτων και μπορούμε να διαφοροποιηθούμε πάνω στη βάση μιας άλλης ιστορικής συνέχειας που είναι η ελληνική και ορθόδοξη-χριστιανική, περασμένη από τη βυζαντινή περίοδο και τα βιώματα των λαών της χιλιετούς αυτοκρατορίας, για την οποία οι περισσότεροι θεολόγοι της εποχής του Νίτσε και όχι μόνο αυτής (ενν. και φιλόσοφοι και ποιητές και επιστήμονες) είτε δεν έχουν ιδέα, είτε έχουν ελάχιστη;
Γενικεύοντας θα έλεγα ότι ο Νίτσε πολεμά τον ίδιο τον Χριστό και όχι έναν παρακμασμένο και αλλοιωμένο χριστιανισμό. Όσο για το «θάνατο του Θεού των χριστιανών», «το τέλος της μεταφυσικής και των αξιών της» κλπ., επειδή σε σημαντικούς διανοητές έλληνες (Χρ. Μαλεβίτση, Χρ. Γιανναρά αν όχι και Στ. Ράμφο) πέρασε όντως η ίδια αντίληψη ότι στον Νίτσε αυτά είναι πιο πολύ δ ι α π ί σ τ ω σ η για την κατάσταση της εποχής του αν όχι και προφητεία, ίσως ήρθε ο καιρός να ειπωθεί ρητά ότι μια τέτοια αντίληψη μάλλον συσκοτίζει τα πράγματα όσον αφορά την περίπτωση του αν δεν τα εξωραϊζει. Δεν χρειάζεται παρά μια ανάγνωση του Αντίχριστου για να καταλάβουμε ότι ο Νίτσε όχι μονάχα διαπιστώνει τον «θάνατο του Θεού» και το «τέλος της μεταφυσικής» αλλά θεωρεί ότι η παρακμή -μεταφυσική ή άλλη- άρχισε με τον Σωκράτη, συνεχίστηκε με τον Ιουδαϊσμό και κορυφώθηκε με το Χριστιανισμό. Όλο το «ressentiment» (μνησικακία) για το οποίο καταγγέλλει τους χριστιανούς, θα μπορούσε να πει κανείς ότι τον κατοικεί και τον ωθεί στην δική του επίθεση. Είναι ποτισμένος με το δηλητήριο που όντως πρόσβαλε τους χριστιανούς της Ιεράς Εξέτασης και όσους άλλους μετέτρεψαν την Εκκλησία της Αγάπης σε σφαγείο (περιλαμβανομένων και των σταυροφόρων). Είναι άραγε τυχαίο ότι ποτέ δεν αναφέρει λέξη για τέτοια πράγματα;
Θα μπορούσα να ισχυριστώ, χωρίς να θέλω τώρα να το αναπτύξω, ότι ο Νίτσε είναι η προσωποποίηση της μνησικακίας κι ας λέει ότι θέλει για τα «ελεύθερα πνεύματα» στα οποία ανήκει και για τον «υπεράνθρωπο» που πρεσβεύει. Ούτε είναι τυχαίο άλλωστε ότι τα γραπτά του έδωσαν αφορμή για να προωθηθεί η θεωρία της «αρίας φυλής» και ο εξολοθρεμός των Εβραίων χάρη στον Χίτλερ που εφάρμοσε κατά γράμμα ορισμένες υποδείξεις του Νίτσε, ακόμη κι αν τους έδωσε μια κτηνώδη και ωμή διάσταση που δεν υπήρχε σ’ εκείνον. Όλο το ζήτημα του Νίτσε είναι η «βούληση για δύναμη», μια μανιακή επιδίωξη υπέρβασης κάθε ορίου που εν τέλει τον οδηγεί στην εξουθένωση και αποδείχνει σαφέστατα τη ματαιοπονία της προσπάθειας. Αυτή ήταν «η απελευθέρωση της δημιουργικής όψης του» και η πραγμάτωση του αληθινού του «είναι». Ποιο ήταν το αληθινό του είναι; Το βύθισμα μέσα στην άνοια; Αυτή ήταν η δύναμη του «υπερανθρώπου»; Και τί είναι πάλι αυτή η διατύπωση η δύναμη του «υπερανθρώπου»; Ή εκείνη ή άλλη διατύπωση (του Νίτσε) «Το ουσιώδες είναι η ίδια η πραγματικότητα»; Ποια είναι αυτή η περιβόητη πραγματικότητα, στην οποία πρέπει να σκύψουμε το κεφάλι, να της υποταχτούμε, να προσαρμοστούμε απόλυτα μαζί της; Ό,τι υπάρχει στο ρεύμα της ζωής, από το άγριο κύμα ως την καταιγίδα, μπορεί να αποτελέσει κριτήριο ζωής και ανάπτυξη του ανθρώπου σε υψηλό επίπεδο ή αποτελεί κάτι σαν εγκλωβισμό στην «άγρια φύση» και προσπάθεια να την συναγωνιστούμε και να γίνουμε χειρότεροι από αυτήν, πιο δυνατοί –υποτίθεται- «υπεράνθρωποι»;
Παρ’ όλα αυτά θα μπορούσε κανείς να υπερασπιστεί τον αριστοκρατισμό του όχι στην αρνητική του όψη αλλά στη θετική: την ανάγκη δηλαδή κριτηρίων (προερχόμενων από παιδεία, καλλιέργεια, φυσικό χάρισμα, γενναιοψυχία κλπ.), την ανάγκη ‘ψυχικής φτιαξιάς’, όπως γράφει κάπου ο Ταρκόφσκι, που να μπορεί να αντισταθεί στην ισοπέδωση των αξιών. Ισοπέδωση που συνέβη με την είσοδο των μαζών στην ιστορία και του γενικευμένου εκδημοκρατισμού που απαιτεί ‘ισότητα’ στο γράμμα, πράγμα ολότελα στείρο, πολτοποιεί τον άνθρωπο και τον στερεί την πνευματική του ανάπτυξη και πραγμάτωση. Το λάθος του Νίτσε είναι ότι φόρτωσε το Χριστιανισμό μ’ αυτή την ‘ισότητα’, ενώ είναι προϊόν της Γαλλικής Επανάστασης. Η Επανάσταση αυτή μπορεί να απελευθέρωσε τις μάζες από τον ζυγό άλλων τάξεων, αλλά καλλιέργησε την απάτη ότι αυτή είναι όλη κι όλη η ‘ἀπελευθέρωση’: κοινωνική και ατομική. Ο άνθρωπος ως ελεύθερο κοινωνικό όν, και ως ελεύθερο άτομο-πολίτης. Τίποτε άλλο. Με κομμένο το όραμα του ουρανού, βουτηγμένος σε απόλυτο μεταφυσικό κενό, απαιτεί λυσσαλέα τα δικαιώματά του, μόνο μέσα σε αυτά τα πλαίσια: πνευματικά νεκρός.
Να τι δεν φαίνεται να συνέλαβε ο Νίτσε: ότι με το πέρασμα του χρόνου, η αλλοίωση και η παραμόρφωση της χριστιανικής Αλήθειας και Παράδοσης και η εκλογίκευσή της παρέδωσε τον άνθρωπο στις φαντασιώσεις της λογικής του, που θέλει πάση θυσία να ερμηνεύσει τα πάντα μόνο ρασιοναλιστικά, μεγεθύνοντας στο έπακρο την ανθρώπινη διάνοια, καταργώντας κάθε μυστηριακή διάσταση και κάθε σάρκωση του Λόγου. Μηδενίζοντας το γεγονός του σαρκωμένου Θεού, ο άνθρωπος ξαναγυρνά σε ένα γιγαντισμό του Λόγου, θεοποιεί το Λόγο χωρίς Θεό αυτή τη φορά, θεοποιώντας συνάμα τον εαυτό του. Αυτό που ο Νίτσε φτάνει να ζητήσει ως ‘μεταστοιχείωση των αξιών’ βρίσκεται μέσα στην…Εκκλησία! Ο Χριστός ‘ποιεί καινά τα πάντα’, μεταστοιχειώνει και ανακαινίζει ακριβώς τις ανθρώπινες φθαρμένες αξίες. Ο Νίτσε δέσμιος του αρχαιοπρεπούς αριστοκρατισμού του και περιφρονητής ο,τιδήποτε εβραϊκού και χριστιανικού (το τελευταίο παρέλαβε και ο ίδιος κολοβωμένο, καλβινοποιημένο και ευσεβιστικό), έχοντας πλήρη άγνοια της βυζαντινής χιλιετίας αλλά και της αδιαίρετης Εκκλησίας, φαντάστηκε τη ‘μεταστοιχείωση’ να γίνεται στο μέλλον, φαντάστηκε ότι δεν έχει γίνει. Ότι η ‘ανακαίνιση’ της ζωής που καλεί και φέρνει ο Χριστός σβήστηκε από τους αστοιχείωτους όχλους (τα ‘τσάνταλα’ των Ινδών, όπως τα αποκαλεί) της εποχής εκείνης και τους κληρονόμους τους, οπότε μόνος και έρημος, περιπλανώμενος στα όρη και στα άγρια βουνά, αυτοχρίεται προφήτης μιας πραγματικότητας που ήρθε στη Γη και αυτός δεν πήρε είδηση τις διαστάσεις Της! Αντί να τα βάλει με τους παραμορφωτές της αυθεντικής διδασκαλίας και Εκκλησίας, ταύτισε Εκκλησία, Εβραίους, Χριστό, αποστόλους και παραμορφωτές, με μια λέξη Θεό και ανθρώπους και τους πέταξε στον αρχαιοελληνικό του καιάδα, ανασύροντας μέσα από την παιδεία του ξανά την αρχαία γνώση, εξ ου και η εμμονή του στην Αναγέννηση και η στροφή του σε αυτήν. Είναι δυνατόν τόσα χρόνια από τότε που μεσουράνησε να μη βλέπει κανείς ότι ο ‘υπεράνθρωπός’ του είναι μια ‘πρωτότυπη’ (λόγω ‘Ζαρατούστρα’) επιστροφή στην ευρωπαϊκή αναγέννηση; Τί λογής ‘μεταστοιχείωση αξιών’ είναι αυτή που μας γυρνά πίσω σε ορισμένη ιστορική περίοδο και δοσμένο κοσμοείδωλο και που συνοδεύεται μάλιστα από εκθειασμό της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που κατ’ αυτόν μεγάλυνε τον άνθρωπο; Δεν είχε ακούσει ποτέ για ρωμαϊκή θηριωδία και για στρατοκράτισσα Ρώμη;
Αφήνοντας για άλλη φορά την κριτική του Νίτσε για φιλοσόφους τύπου Καρτέσιου, αλλά και την έξοχη κριτική του στην ιδέα του Κράτους, σταματώ εδώ, αφού παραθέσω την ακόλουθη μονοκοντυλιά από ένα σπουδαίο βιβλίο που εκδόθηκε σχετικά πρόσφατα:
«Αυτό που οι νεώτεροι φιλόσοφοι ονομάζουν ηθική (λέξη που δε χρησιμοποιώ σχεδόν ποτέ) και στην οποία αφιερώνουν μάλιστα ιδιαίτερο κεφάλαιο στη φιλοσοφία τους, δεν έχει καμιά σχέση με το Χριστιανισμό. Θαυμαστά και επιγραμματικά την αλήθεια αυτήν τη διατυπώνει ο Μπλέηκ: ‘If Morality was Christianity, Socrates was the Saviour’ (Μπορεί αυτός να είναι ένας από τους λόγους που ο Νίτσε δεν κατάλαβε γρυ και από το Χριστιανισμό και από το Σωκράτη).» Ζήσιμου Λορεντζάτου, Collectanea, C 494, σ. 250, Δόμος 2009).
*εισαγωγή Κ. Δεληκωσταντής, Μετ.-Προλ.-Σημ.-Γλωσσάριο Βαγγ. Δουβαλέρης, Φιλ. Θεώρηση Δημ. Πολυχρονάκης, γεν. επιμέλεια-Επίμετρο Κ. Μπελέζος, εκδ. ‘Ιδεόγραμμα’, Αθήνα 2007.
**Βλ. Σ. Γουνελά, Η κρίση του Πολιτισμού, 4η ενότητα, ‘Φ. Νίτσε: Οι διαλέξεις για την παιδεία και η σημασία τους για μας τους σημερινούς Έλληνες και τους Ευρωπαίους’, εκδ. Αρμός 1997, σσ.113-138. Το βιβλίο περί του οποίου γίνεται λόγος στην ελληνική έκδοση είναι: Φρήντριχ Νίτσε, Μαθήματα για την παιδεία, Μετ.-Προλ.- Σημ. Ν. Σκουτερόπουλος, εκδ. Ροές , 1988.
πηγή: Αντίφωνο, πρωτοδημοσιεύτηκε στη Σύναξη τχ 118, σελ. 96-103




http://www.antifono.gr/portal/Πρόσωπα/Γουνελάς-Σωτήρης/Αρθρογραφία/3145-Κατά-Νίτσε-Με-αφορμή-την-έκδοση-του-Αντίχριστου.html





Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

Κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του Γ. Καραμπελιά,Συνωστισμένες στο Ζάλογγο, Οι Σουλιώτες, ο Αλή πασάς, και η αποδόμηση της ιστορίας


Συνωστισμένες στο Ζάλογγο, Οι Σουλιώτες, ο Αλή πασάς, και η αποδόμηση της ιστορίας

Τιμή: 15 €
Σχήμα: 13Χ21
Σελίδες: 200


Κριτική παρουσίαση από την Ange-ta

Στον βαθμό που αναπτύσσεται και εδραιώνεται η «αποδομητική» ιστορική σχολή, θα πρέπει να αναμετρηθεί και με το αγωνιστικό/ανταγωνιστικό στοιχείο των προεπαναστατικών και επαναστατικών χρόνων. Θα πρέπει να «απομυθοποιηθεί» το κρυφό σχολειό, η 25η Μαρτίου, η Τριπολιτσά, τα Ορλωφικά, η ίδια η «κλεφτουριά»…

…να αποσιωπηθούν ή να υποβαθμιστούν τα επαναστατικά γεγονότα τα οποία προηγούνται της Επανάστασης. Διότι αυτά ακριβώς καταδεικνύουν πως η αφετηρία της δεν ήταν αποκλειστικώς οι λόγιοι και η «γαλλική Επανάσταση». μια άλλη αποφασιστική συνιστώσα υπήρξαν οι ένοπλες συσσωματώσεις των Ελλήνων, από τον Κροκόνδειλο Κλαδά, τον 15ο αι., έως τους Σουλιώτες, τους Μανιάτες, την κλεφτουριά. Κατ’ εξοχήν, δε οι Σουλιώτες καταλαμβάνουν κεντρικό ρόλο, εξ αιτίας του μακρόχρονου αγώνα τους, επί δύο αιώνες, ενάντια στους Τούρκους και της συμμετοχής τους στην Επανάσταση.

Η αποδομητική σχολή επιχειρεί, λοιπόν, να καταδείξει, αν χρειαστεί, και δια του βιασμού των ιστορικών στοιχείων, πως οι Σουλιώτες δεν ήταν τίποτε άλλο παρά πρωτόγονες φάρες, αλβανικής καταγωγής και γλώσσας, οι οποίες δεν διέθεταν κάποια εθνική ή έστω πρωτοεθνική συνείδηση. Αν το επιτύχει, τότε θα έχει προσθέσει ένα ακόμα λιθαράκι στο βασικό ιδεολογικό της πρόταγμα: η εθνική συνείδηση είναι απούσα από τους Έλληνες πριν από την Επανάσταση, ενώ το ελληνικό έθνος διαμορφώνεται, κυρίως, μέσω του κράτους. Οι Σουλιώτες «δεν είναι» Έλληνες, αλλά «εξελληνίζονται» επιγενέστερα!

Γι’ αυτό και είναι απαραίτητο να «απομυθοποιηθούν» και να διαστρεβλωθούν γεγονότα-σταθμοί στην ιστορία των Σουλιωτών, αλλά και στη νεώτερη ιστορική συνείδηση των Ελλήνων: Η αυτοπυρπόληση του Σαμουήλ στο Κούγκι δεν έγινε ποτέ. είναι αμφίβολο εάν ανατινάχτηκε η Δέσπω στου «Δημουλά τον Πύργο». προπαντός, ο χορός του Ζαλόγγου, όχι μόνο αποτελεί «εθνικιστικό μύθο», αλλά είναι πιθανό οι Σουλιώτισσες να έπεσαν στο βάραθρο σπρωγμένες από τους ίδιους τους Σουλιώτες πολεμιστές! Συνωστισμένοι στη Σμύρνη, συνωστισμένες στο Ζάλογγο
Της Δέσπως
Αχός βαρύς ακούγεται πολλά ντουφέκια πέφτουν.
Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαροκόπι;
Μηδέ σε γάμο ρίχνονται, μηδέ σε χαροκόπι.
Η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφες και μ’ αγγόνια.
Αρβανιτιά την πλάκωσε στου Δημουλά τον πύργο.
- Γιώργαινα ρίξε τ’ άρματα, δεν είν’ εδώ το Σούλι
εδώ είσαι σκλάβα του πασά, σκλάβα των Αρβανίτων.
- Το Σούλι κι αν προσκύνησε κι αν τούρκεψεν η Κιάφα
η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκανε δεν κάνει.
Δαυλί στο χέρι άρπαξε, κόρες και νύφες κράζει:
Σκλάβες Τούρκων μη ζήσετε, παιδιά μαζί μου ελάτε.
Και τα φουσέκια ανάψανε κι όλοι φωτιά γενήκαν.

Μόνο «Πυρίτιδα, Μολύβι και ψωμί», ζήτησαν οι Σουλιώτες, μετά από 4 ολόκληρα χρόνια σκληρής και αδυσώπητης πολιορκίας από τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Οι πολιορκημένοι ζούσαν με αγριόχορτα μόνο. Ακόμα και το νερό τους έλειπε. Ωστόσο δεν θα λάβουν καμία βοήθεια και όταν οι Ρώσοι αποφασίσουν να τους συνδράμουν, θα είναι πλέον πολύ αργά.
Έτσι στις 12 Δεκεμβρίου του 1803 θα αναγκαστούν να συνθηκολογήσουν. Δύο χιλιάδες Σουλιώτες θα κατευθυνθούν προς την Πάργα και άλλοι περίπου χίλιοι προς το Ζάλογγο. Και ενώ η πρώτη κολόνα φτάνει στην Πάργα, η δεύτερη με αρχηγό τον Κίτσο Μπότσαρη θα χτυπηθεί στα στενά του Ζαλόγγου.
Στις 17 Δεκεμβρίου του 1803, έπεσαν στον βράχο του Ζαλόγγου εξήντα γυναίκες, αφού πρώτα έριξαν στο βάραθρο τα ίδια τα παιδιά τους, προτιμώντας τον θάνατο παρά της ατίμωση. Η Αγία Παρασκευή και το Κούγκι, ανατινάζονται από τον καλόγερο Σαμουήλ, για να μην παραδώσει στον Βελή πασά την πυρίτιδα που είχε απομείνει. Η τραγωδία των Σουλιωτών συνεχίζεται στη Ρινιάσσα στις 23 Δεκεμβρίου 1803, όπου θα γραφεί μια άλλη ηρωική σελίδα αυτή της Δεσπως Σέχου Μπότση που αυτοπυρπολήθηκε σαν άλλος Σαμουήλ με όλο της το σόϊ και κορυφώνεται στο Σέλτσο, όπου είχαν καταφύγει οι Μποτσαραίοι…
Στις 23 Απριλίου του 1804 θα ολοκληρωθεί η καταστροφή και θα χαθεί το άνθος του Σουλίου, όπως αναφέρει ο Δημήτρης Νότη Μπότσαρη.

Και ενώ ο ίδιος ο Χρόνος υποκλίνεται στις Μεγάλους Ώρες Του, θα βρεθούν «ιστορικοί» που δεν θα διστάσουν να υβρίσουν, να αποκρύψουν γεγονότα, να χαλκέψουν στοιχεία και τέλος, αφού ξεμπερδέψουν με τα ιστορικά γεγονότα, να ειρωνευτούν αυτές τις εξαίρετες εκφάνσεις του Ανθρώπου, που Τον υψώνουν πάνω από τον βούρκο της χυδαιότητας και της καθημερινότητας.
Τι ήταν ο χορός του Ζαλόγγου;
Μύθος ή ιστορία;
Ρίχτηκαν οι Σουλιώτισσες στο γκρεμό του Ζαλόγγου, αφού πρώτα είχαν ρίξει τα βλαστάρια τους – για να μην πέσουν αιχμάλωτοι στα χέρια του Πασά – ή δεν ρίχτηκαν;
Στριμώχτηκαν λέει η «ιστορικός» Ψιμούλη, βαδίζοντας στο δρόμο που χάραξε η άλλη «ιστορικός» η Ρεπούση. Συνωστίστηκαν στην άκρη του γκρεμού και …………………. πέσανε! Τι γυναικεία συμπαράσταση μα την αλήθεια. Είμαι σίγουρη ότι αυτή η κυρά κάποιο λόγο σε κάποια συγκέντρωση περί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα έχει εκφωνήσει, για την γυναικεία καταπίεση. Και ωστόσο δεν θα φειστεί να ειρωνευτεί αυτές τις γυναίκες που απέδειξαν με τον δραματικότερο τρόπο την παλληκαριά τους, αλλά και την ισότητα τους με τους συντρόφους τους!
Μετά τον συνωστισμό της Σμύρνης έρχεται ο συνωστισμός του Σουλίου. Τελικά όλη η ιστορία κατάντησε ένας ατέλειωτος συνωστισμός. Θα μπορούσαμε να περιμένουμε να διαβάσουμε ότι και οι Εβραίοι συνωστίστηκαν στα κρεματόρια, αλλά προς το παρόν ο αντισημιτισμός είναι η ιδεολογία της φασιστικής δεξιάς και δεν έχει πέραση, ενώ οι άλλοι συνωστισμοί είναι της φασιστικής αριστεράς, που έχει ανοιχτή λεωφόρο!
Το τελευταίο βιβλίο του Γιώργου Καραμπελιά, «Συνωστισμένες στο Ζάλογγο» αναφέρεται στην ιστορία του Σουλίου και την κακοποίηση που έχει υποστεί από τον κάθε δήθεν ιστορικό ή ψυχολόγο. Στην μικρή αυτή μελέτη ο Γιώργος Καραμπελιάς αποδεικνύει βήμα – βήμα βασισμένος σε μια σημαντική δεξαμενή βιβλιογραφίας την Αλήθεια! Αυτή την Αλήθεια, που μας ανάθρεψε και που μας δίνει κουράγιο κάθε φορά που το μαχαίρι φτάνει στο κόκαλο της ρωμιοσύνης, να πεταχτούμε από την αρχή, να αντρειέψουμε και να θεριέψουμε όπως λέει και Γιάννης Ρίτσος.
Διαβάζοντας τις «Συνωστισμένες στο Ζάλογγο», δεν μπορείς παρά να εξοργιστείς με την Ψιμούλη, η οποία προσπαθεί να μας πει ότι το Ζάλογγο δεν ήταν παρά ένας απλός συνωστισμός, κάτι που κατά την γνώμη μου σοκάρει πιο πολύ επειδή αυτές τις ύβρεις τις ακούει κανείς από γυναίκα. Εξίσου σοκάρει και η άποψη του Α. Πολίτης, ο οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ - παριστάνει τον ……ψυχολόγο και προσπαθεί να ερμηνεύσει την πράξη των Σουλιωτισσών, με ..σαδομαζοχιστικά εργαλεία. Διαβάστε τι γράφει αυτός ο αρουραίος, που δεν μπορεί καν να διανοηθεί τι είναι ηρωισμός και τι είναι αυτό που κινεί την ιστορία, και φρικιάστε:

«Υπάρχει όμως μια δεύτερη εντυπωσιακή ιδιαιτερότητα, μια μοναδικότητα πιστεύω: η ευρωπαϊκή καλλιέργεια του χορού και η διασάλπισή του από τα φιλελληνικά ηχεία. (..) Το να συναντάς τις αρετές της ιπποσύνης και της αριστοκρατικής ευγένειας σ έναν λαό ακαλλιέργητο, καταπιεσμένο και φτωχό, προσδίδει επιπλέον διανοητική ικανοποίηση, κι έπειτα η λογοτεχνία, πολύ περισσότερο η ρομαντική, θέλγεται από τις ακραίες καταστάσεις. Το Σούλι λοιπόν, έχοντας από την μια μεριά τον άκρο ηρωισμό και από την άλλη την άκρα βιαιότητα του Αλή συνιστούσε εξαίρετο παράδειγμα το ίδιο και ο γυναικείος ηρωισμός – και εδώ να ζητήσουμε την βοήθεια της ψυχανάλυσης ίσως να ανακαλύψουμε κι έναν κρυμμένον ανδρικό ερωτισμό».
Κα όπως παρατηρεί ο συγγραφέας, από το κάδρο αυτής της ελεεινής εικόνας - ερμηνείας αφαιρέθηκαν τα διαμελισμένα στο βάθρο του γκρεμού νεογνά, για να μην χαλάσει ο ρομαντικός – ερωτικός τόνος που έδωσε αυτός ο κύριος.
Στον αντι-χορό του Ζαλόγγου, δεν θα λείψει και ο Κορδάτος, ο οποίος στην τύφλωση του να ερμηνεύσει όλα τα ιστορικά γεγονότα σύμφωνα με τον ιστορικό υλισμό, έτσι όπως αυτός τον είχε καταλάβει, κάτι που κάνει και η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ - γράφει:
Επειδή ( Ο Αλή πασάς) χτύπησε τους εκμεταλλευτές και δυνάστες της φτωχολογιάς, καθώς και τους Σουλιώτες και τους Κοτζαμπάσηδες του έψαλαν όσα σέρνει η σκούπα και έτσι σχηματίστηκε η παράδοση ότι ήταν αιμοβόρος άρπαγας και σκληρός τύραννος…
Δηλαδή, κατά τον «μαρξιστή» Κορδάτο το παρακάτω λαϊκό τραγούδι, τον έγραψαν οι Κοτζαμπάσηδες,
αφού, κατά τον ίδιο, ο Αλή χτύπησε τους δυνάστες της φτωχολογιάς!

Σηκώνεται ο Αλή Πασάς και λέει στους πασάδες:
“Θέλω το Σούλι να χαθή μαζί με τα χωριά του.
Θέλω και τα κορίτσια τους σε τούρκικα χαρέμια.
Θέλω και τα παιδάκια τους όλα να τα τουρκέψουν.
Θέλω το Νότη Μπότσαρη ραγιάς μου να μου γένη”.

και γράφει παρακάτω, για να ολοκληρώσει την … έρευνά του:

Δεν είναι σωστό ότι ο Αλή κτύπησε τους Σουλιώτες με τον πιο σκληρό τρόπο; Σωστό είναι, αλλά τι ήταν οι Σουλιώτες; Η απάντηση ήταν ότι ήταν κλέφτες που ρήμαζαν τα γύρω χωριά.


Δυσκολεύομαι να βάλω τάξη στις σκέψεις μου, είτε από υπερφόρτωση του θυμικού μου είτε από βραχυκύκλωμα της κοινής λογικής. Φτάσαμε στο σημείο, που η επιθυμία για σβήσιμο από τα αρχεία της ιστορίας όλων εκείνων των γεγονότων που δίνουν αξία στον άνθρωπο και που κάνουν τη ζωή άξια να την ζεις έχει μετεξελιχτεί σε καθαρή μανία καταδιώξεως. Ο Κολοκοτρώνης ήταν αδελφή, ο Γλέζος ήταν μεθυσμένος όταν κατέβαζε την σβάστικα από την Ακρόπολη, οι Σουλιώτισσες γλίστρησαν και έπεσαν στο γκρεμό, ο Λεωνίδας ήταν μαζί με άλλους 600.000 και όχι μόνο με 300, ο Μέγαλεξανδρος άστα να πάνε και συνεχίζεται.
Ας επιστρέψουμε όμως στο ερώτημα που θέτουν κάποιοι ορκισμένοι φωταδιστές, λάτρεις της ιστορικής «αλήθειας» τύπου Πολίτη, Ψιμούλη, Κορδάτου, Ρεπούση κλπ. κλπ. κλπ.
Τι ήταν ο χορός του Ζαλόγγου Μύθος ή πραγματικότητα;
Και ας πούμε ότι ήταν μύθος`! Αλλά, Μύθος με Μι Κεφαλαίο. Ένας Μύθος από αυτούς που δίνουν στην Ανθρωπότητα, πάλι με Άλφα Κεφαλαίο δικαίωμα να ανασαίνει πάνω σ αυτόν τον υπέροχο πλανήτη μαζί με τα άλλα πλάσματα της Γης χωρίς να ντρέπεται!
Και ερωτάω:
Ποιος είναι ο λόγος να αποκόψεις έναν λαό από τους μύθους του; Η ας θέσουμε το ερώτημα αλλιώς: μπορεί να ζήσει ένας λαός χωρίς μύθους; Η απάντηση είναι όχι! Κανένας λαός δεν μπορεί να ζήσει χωρίς την ύπαρξη Μύθων ή χωρίς κάποια Πίστη σε κάτι που του υπόσχεται Σωτηρία από τα καθημερινά του βάσανα.
Είναι ένα ερώτημα που έχει θέσει η φιλοσοφία από τη γέννησή της.
Πώς να ζήσεις χωρίς την ελπίδα της Σωτηρίας; Ο μύθος δίνει απάντηση σ αυτό το μεγάλο ερώτημα στηριζόμενος σε κοσμικές αξίες, ενώ η θρησκεία σε υπερβατικές. Η ανθρωπότητα μπορεί να περπατήσει στο δρόμο της Αρετής είτε με τον ένα είτε με τον άλλον τρόπο. Αν αφαιρέσεις από τον άνθρωπο και τα δύο το αποτέλεσμα θα είναι η εσχάτη βαρβαρότητα και ένας απαίσιος θάνατος! Αλλά αυτός ο λαός, ο ελληνικός δεν αξίζει ένα τέτοιο τέλος.
Μακάρι να βρούμε και μεις το θάρρος να τραγουδήσουμε, αγκαλιά με τους προγόνους μας, προκειμένου να βγούμε με το κεφάλι όρθιο από το σημερινό αδιέξοδο που μας συνωστίζει όλο και πιο βαθειά στο βούρκο της χυδαιότητας και της λογικής της αγοράς.



!

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

Προβολή της ταινίας "Κενή γη"

Οι ΤΣΙΡΙΤΣΑΝΤΟΥΛΕΣ παρουσιάζουν:


Τη νέα μικρού μήκους ταινία

ΚΕΝΗ ΓΗ

Δευτέρα 19 & 26 Δεκεμβρίου στις 21:00
Στο «ΔΥΝΑΜΟ»
Παραμυθίας 28-30, Κεραμεικός
Δείτε το χάρτη : http://bit.ly/thVb2V

Είσοδος ελεύθερη

Η ταινία θα προβληθεί πριν τη θεατρική παράσταση «Η νύχτα των παλιάτσων».

Συντελεστές :

Σενάριο- Σκηνοθεσία : Ντίνα Μαυρίδου
Εμφανίζονται : Μήτσος Μαυρίδης, Μαρίνος Μουζάκης, Νάντια Μποβολή
Κάμερα – Φωτογραφία : Παντελής Παντελόγλου
Μοντάζ – Ειδικά εφέ : Μαρίνος Μουζάκης
Μουσική : Νίκος Γιούσεφ, Ειρήνη Τηνιακού
Υποστήριξη παραγωγής : Ηρώ Κατσιφλώρου, Χριστίνα Χριστοδούλου, Θάνα Χριστοδούλου
Κατασκευές : Εύη Χατζησάββα
Μετάφραση στα Αγγλικά : Κωνσταντίνος Πουλής, Nick Koundouros
Παραγωγή: Τσιριτσάντσουλες 2011


Το σενάριο βασίστηκε στα πεζά των : Κώστα Δεσποινιάδη, Ε.Χ. Γονατά και Φ. Κάφκα.


«Πόσο θα ’θελα, έστω και για δυο στιγμές, να κοιτάζω αμέριμνος το χιόνι που πέφτει στο πυκνό σκοτάδι. Πόσο θα ’θελα, έστω και για δυο στιγμές, όλα τα ανθρώπινα να μου ήταν ξένα.»
Από το «Νύχτες που μύριζαν θάνατο» του Κώστα Δεσποινιάδη (εκδ. Πανοπτικόν).

Παρουσίαση των βιβλίων του Δ.Μπαλτά απο τις ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ

Το Εναλλακτικό Βιβλιοπωλείο καί οι Εναλλακτικές Εκδόσεις σάς προσκαλούν την Παρασκευή 16 Δεκεμβρίου, ώρα 19.30, στό Εναλλακτικό Βιβλιοπωλείο στήν παρουσίαση των βιβλίων του Δημήτρη Μπαλτά:

Σταθμοί της Ρωσσικής Φιλοσοφίας.

Η Ρωσσία του Νικολάι Γκόγκολ.

Ντοστογιέφσκι. Ζητήματα φιλοσοφικής ανθρωπολογίας



Τα βιβλία θα παρουσιάσουν:

Γιώργος Καραμπελιάς (συγγραφέας)

Κώστας Μπλάθρας (δημοσιογράφος)

Φώτης Σχοινάς (Δρ Φιλοσοφίας)

και ο συγγραφέας

-η παρουσίαση της εκδήλωσης απο το ΑΝΤΙΦΩΝΟ


Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

Μ.ΜΕΛΕΤΟΠΟΥΛΟΣ :Τρείς επαναστατικές μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Οι Εκδόσεις Παπαζήση
με αφορμή την έκδοση του βιβλίου
ΠΡΑΚΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ
έχουν την τιμή να σας προσκαλέσουν σε διάλεξη
του συγγραφέα του βιβλίου
κ. ΜΕΛΕΤΗ Η. ΜΕΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ,
με θέμα:
ΤΡΕΙΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΕΣ
ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ
Η διάλεξη θα πραγματοποιηθεί
την Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011 και ώρα 19.00
στην Στοά του Βιβλίου
( Πεσμαζόγλου 5 ).
Τον ομιλητή θα προλογίσει
ο κ. Αντώνης Δ. Παπαγιαννίδης,
δικηγόρος-δημοσιογράφος.
Θα ακολουθήσει συζήτησ

Ο Π.ΚΟΝΔΥΛΗΣ και η μετάφραση











ΡΗΞΗ Τ.80

Από μια συζήτηση :Ο Παναγιώτης Κονδύλης και η μετάφραση


Πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 21 Νοεμβρίου στο Ινστιτούτο Γκαίτε της Αθήνας δημόσια συζήτηση με θέμα :«Π.Κονδύλης :Η μετάφραση ως μέθοδος».Η εκδήλωση διοργανώθηκε από κοινού από το Ινστιτούτο Γκαίτε και το παράρτημα της Γενικής Διεύθυνσης Μετάφρασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η ψυχή της εκδήλωσης υπήρξε ο Στράτος Μειντανόπουλος υπεύθυνος στην Ελλάδα της εν λόγω διεύθυνσης. Εκτός του ιδίου χαιρετισμό απηύθυνε και ο διευθυντής του Ινστιτούτου Γκαίτε στην Ελλάδα.
Την συζήτηση συντόνισε ο καθηγητής του ΑΠΘ Αθανάσιος Καϊσης. Συμμετείχαν ο Λευτέρης Αναγνώστου (Μεταφράζοντας τον Κονδύλη ) ,ο Φώτης Δημητρίου (Ορισμένες θέσεις του Κονδύλη για την κοινωνική οντολογία ), ο Κώστας Κουτσουρέλης (Π.Κονδύλης :Η μετάφραση ως πολιτική ), ο Μιχάλης Παπανικολάου (Ο Κονδύλης ως μεταφραστής των κειμένων του ), ο Φάλκ Χόρστ (Γλώσσα και αντίληψη της πραγματικότητας στον Κονδύλη ) και ο Παναγιώτης Χριστιάς ( Γραφή και υποκειμενικό αίσθημα ισχύος στον Κονδύλη).
Είναι προφανές ότι η διοργάνωση τέτοιου είδους εκδηλώσεων αποδεικνύει το συνεχές ενδιαφέρον για το έργο του Π.Κονδύλη. Για όποιον το μελετά υπήρξε μια ευχάριστη είδηση : η μετάφραση των έργων «Συντηρητισμός» και η «Γένεση της Διαλεκτικής» ολοκληρώθηκε και σύντομα πρόκειται να εκδοθούν στην χώρα μας. Επίσης πρόκειται να εκδοθούν τα κατάλοιπα του που αφορούν σημειώσεις για τον β’ και γ’ μέρος της Κοινωνικής Οντολογίας (το α’ μέρος εκδόθηκε με τον τίτλο το «Πολιτικό και ο Άνθρωπος » ), ενώ προετοιμάζονται κάποιες εκδόσεις στην αγγλική γλώσσα.
Το περιεχόμενο των εισηγήσεων ήταν ουσιαστικό , όπως ουσιαστικές ήταν και οι παρεμβάσεις που έγιναν από το ακροατήριο. Ενδιαφέρουσα ήταν η σύνθεση του ακροατηρίου που περιλάμβανε συγγενείς και φίλους του Κονδύλη (όπως η αδελφή του και ο ψυχίατρος Γ.Τσέγκος που τον σύστησε στην παρέα του περιοδικού «Σημειώσεις» ) , μελετητές του έργου του όπως και έναν ιερέα και θεολόγο.
Ο Α.Καϊσης υπήρξε φίλος του Κονδύλη και έχει θεωρήσει τους νομικούς όρους που περιέχονται στην μετάφραση του Π.Κονδύλη στο έργο του Κ.Σμίτ «Πολιτική Θεολογία».Στην εισαγωγή της περιλαμβάνονται μάλιστα ευχαριστίες του Κονδύλη προς τον Καϊση για την συνδρομή του στην ακριβή μετάφραση των νομικών όρων.
Ο Λ.Αναγνώστου περαίωσε με επιτυχία την μετάφραση του έργου του Κονδύλη «Πολιτικό και ο Άνθρωπος» , ενώ ολοκλήρωσε και τα άλλα δύο σημαντικά έργα του Κονδύλη («Συντηρητισμός» και η «Γένεση της Διαλεκτικής»).Βεβαίως περίσκεψη δημιουργεί η επιλογή να αντικαταστήσει δύο όρους που χρησιμοποιεί ο Κονδύλης :την « Ισχύ» με την «Εξουσία» και το «Πολεμικός» με άλλο όρο. Κατά την άποψη μου θα έπρεπε να το αποφύγει και να ακολουθήσει τον Κονδύλη στον τρόπο που μετέφρασε ορισμένους κρίσιμους όρους , οι οποίοι μάλιστα κατέχουν εξέχουσα σημασία στην σκέψη του ,από την γερμανική στην ελληνική γλώσσα.
Ο Φ.Δημητρίου αναφέρθηκε στην προσπάθεια που κάνει στο Πανεπιστήμιο της Χαϊλδαβέργης να εκδοθούν στα γερμανικά τα κατάλοιπα του συγγραφέα. Ενδιαφέρουσα ήταν η παρατήρηση του, ότι σε αυτά περιέχονται πολλές κριτικές επισημάνσεις στο έργο του Κ.Σμίτ.
Ο Κ.Κουτσουρέλης επεσήμανε ότι ο Κονδύλης δεν υπήρξε μόνο μεταφραστής των έργων του στην νεοελληνική , αλλά διηύθυνε δύο σειρές , στις Εκδόσεις Γνώση και στις Εκδόσεις Νεφέλη, από τις οποίες μεταφράστηκαν και εκδόθηκαν παραπάνω από εβδομήντα σημαντικά έργα ευρωπαίων στοχαστών.
Σημαντική υπήρξε η εισήγηση του Φ.Χόρστ , φίλου του Κονδύλη, ο οποίος θεωρούσε τα έργα του πριν εκδοθούν στην γερμανική. Ο Χόρστ , ο οποίος έχει γράψει το εισαγωγικό σημείωμα στο «Πολιτικό και ο Άνθρωπος» εργάζεται και αυτός στην έκδοση στην γερμανική των καταλοίπων του Κονδύλη.
Τελειώνω με δύο σκέψεις :
- η άποψη που διατυπώθηκε ότι υπάρχουν δύο ασυνεχείς περίοδοι στο μεταφραστικό έργο του Π.Κονδύλη εκ των οποίων η πρώτη απαρτίζεται από τα έργα που εκδόθηκαν όταν εργαζόταν στον «ΚΑΛΒΟ» και η δεύτερη από τα μεταγενέστερα έργα του είναι αθεμελίωτη και αδόκιμη. Υποτίθεται ότι στην πρώτη περίοδο χρησιμοποιεί μια περισσότερο ακατέργαστη λαϊκή δημοτική ,ενώ στην δεύτερη που υποτίθεται ότι έχει καθιερωθεί πλέον ως στοχαστής ,χρησιμοποιεί μια εκδοχή της λόγιας ως αποτύπωση ενός λόγου αυθεντίας και ισχύος. Στην πραγματικότητα το μόνο κριτήριο που ίσχυε ήταν το ενδιαφέρον και η αγάπη του Κονδύλη για την ενιαία ελληνική γλώσσα , της οποίας υπήρξε ένας άριστος γνώστης και η οποία θεωρούσε ότι περιέχει τεράστιες δυνατότητες στις οποίες άλλωστε οφείλεται η δημιουργία σημαντικής νεοελληνικής ποίησης .
- Στο ΑΠΘ έχει παραχωρηθεί από τους κληρονόμους του Π.Κονδύλη , η βιβλιοθήκη του και τα κατάλοιπά του. Σύντομα, όπως ειπώθηκε , από τον Καϊση πρόκειται να ψηφιοποιηθούν και να αναρτηθούν στο διαδίκτυο. Πρόκειται για μια εξέλιξη με μεγάλο ενδιαφέρον για όσους επιθυμούν να μελετήσουν σε βάθος τον Π.Κονδύλη και το έργο του.