Obsessed, bewildered by the shipwreck of the singular, we have chosen the meaning of being numerous (George Oppen)
Παρασκευή, Μαρτίου 05, 2010
the iambic bongos must be played
Δεκατέσσερις στίχοι, ένα βήμα
και μένουν δεκατρείς, δώδεκα ήδη,
να ξεκινήσει η καρδιά μακρύ ταξίδι
σαν καραβάκι έρμαιο στο κύμα.
Μέχρι στιγμής όλα σού πάνε πρίμα∙
το ποίημα τώρα μοιάζει με παιχνίδι,
εκτός αν ο όγδοος στίχος δεν ενδίδει
στο μέτρο του σονέτου και στη ρίμα.
Το ξέρεις, όμως, πως η λύση υπάρχει,
θα βρουν λιμάνι ο πόθος και το δάκρυ
όταν το τελικό τρίστιχο φτάσει
κι η Λάουρα καλέσει τον Πετράρχη
την πένα του ν’ αφήσει σε μιαν άκρη
και πλάι της επιτέλους να πλαγιάσει.
Μπίλι Κόλινς
Claudio Monteverdi, "Zefiro Torna, Book VI of Madrigali
Sonnet
All we need is fourteen lines, well, thirteen now,
and after this one just a dozen
to launch a little ship on love’s storm-tossed seas,
then only ten more left like rows of beans.
How easily it goes unless you get Elizabethan
and insist the iambic bongos must be played
and rhymes positioned at the end of lines,
one for every station of the cross.
But hand on here while we make the turn
into the final six where all be resolved,
where longing and heartache will find an end,
where Laura will tell Petrarch to put down his pen,
take off those crazy medieval tights,
blow out the lights, and come at last to bed.
Billy Collins
(from Sailing Around the Room: New and Selected Poems)
O Μπίλι Κόλινς παρωδεί προσφυώς τη φόρμα του σονέτου κι εγώ παρωδώ εξ ανάγκης την παρωδία, προσπαθώντας να ασκηθώ στη φόρμα του σονέτου. (Αν τουλάχιστον είχει χωρέσει και εκείνο το "take off those crazy medieval tights" στον στίχο μου, θα ήμουν κάπως πιο κοντά ακόμη στο υποδόρειο αλλά λυτρωτικό χιούμορ που χαρακτηρίζει την ποίησή του.)
Μια ανάγνωση του Σονέτου από τον ίδιο τον Κόλινς και κάποια στοιχεία για το έργο του εδώ
Τρίτη, Φεβρουαρίου 09, 2010
ίσως μας χρειάζεται ένας Μέντελσον...
Πέμπτη, Ιανουαρίου 07, 2010
τίνος Γενάρη;
A οι νύχτες του Γενάρη αυτουνού,
που κάθομαι και ξαναπλάττω με τον νου
εκείνες τες στιγμές και σ’ ανταμώνω,
κι ακούω τα λόγια μας τα τελευταία κι ακούω τα πρώτα.
Aπελπισμένες νύχτες του Γενάρη αυτουνού,
σαν φεύγ’ η οπτασία και μ’ αφήνει μόνο.
Πώς φεύγει και διαλύεται βιαστική —
πάνε τα δένδρα, πάνε οι δρόμοι, πάν’ τα σπίτια, πάν’ τα φώτα·
σβήνει και χάνετ’ η μορφή σου η ερωτική.
Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ
(Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993)
από τον επίσημο διαδικτυακό τόπο του αρχείου Καβάφη,http://www.kavafis.gr/poems/content.asp?id=251&cat=4
http://www.youtube.com/watch?v=q_ZTKX4owbo
καιρό έψαχνα μιαν αφορμή να "παίξω" το αγαπημένο τραγούδι, πέρα από την απλή ημερολογιακή σύμπτωση με έναν μήνα που λίγο μοιάζει με Γενάρη κι ακόμη λιγότερο με απελπισμένο, μέσα στην απάθειά του...
...τελικά δε βρήκα τέτοια αφορμή, αλλά φαίνεται ότι δημιούργησα μια άλλη _ για να 'ρθουν πιο κοντά κάποια νησιά μέσα στον ωκεανό του Χρόνου...
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 03, 2009
a poem of a week
Η καλοσύνη ενός ανθρώπου μετριέται
από τα λόγια που λέει σ’ ένα σκυλί
όταν αναγκάζεται να σηκωθεί απ’ το κρεβάτι
καταμεσής μιας χειμωνιάτικης νύχτας
γιατί κάποιο βρομόσκυλο γαβγίζει συνεχώς∙
και πάει ν’ ανοίξει την πόρτα
με τη φανέλα και το σώβρακο
κι εκεί στη χιλιοσκαμμένη αλάνα
που την αποκαλούν μπροστινό γήπεδο
βρίσκει τον κόπρο με την πατούσα
σηκωμένη όλο προσδοκία
και με μια έκφραση που λέει Δόξα τω Θεώ
για μια στιγμή νόμισα
πως μόνο εγώ ήμουν ξύπνιος
σ’ αυτή τη γαμημένη πόλη
Πατ Μπόραν

από εδώ
A MAN IS ONLY AS GOOD... (2007, το πρωτότυπο και απαγγελία από τον Pat Boran)
(έφτασε στο μέιλ μου ως poem of the week από τo poetry international web και κάτι μου 'καναν αυτοί οι απλοί στίχοι που (για μένα) λένε πολλά χωρίς να εκβιάζουν συγκίνηση∙ στην απόδοση του τίτλου και του πρώτου στίχου ίσως αυθαιρετώ προς το ηθικο-μελό, αλλά έτσι μου βγήκε φραστικά...)
Παρασκευή, Νοεμβρίου 06, 2009
Μαρίνα
(αποσπάσματα από το ΤΡΙΤΟ ΓΡΑΜΜΑ)
[…]
Η αιωνιότητά μας είναι αιωνιότητα της μιας ώρας, που κοντεύει να περάσει. Και δεν θέλω από σας παρά τούτο το μόνο πράγμα: την άδειά σας να σας αγαπώ, τίποτε άλλο εκτός από αυτές τις φτωχές λέξεις: «Αγάπα με όπως επιθυμείς _κι όπως δεν επιθυμείς: με όλη εσένα».
Δε μιλώ για τη ζωή. Δε μιλώ για τις ώρες που περνούν. Ξέρω ότι όλες οι ζωές και όλες οι ώρες είναι πιασμένες και είμαι η τελευταία που θα ‘θελε να καταπατήσει τα δικαιώματα των ιδιοκτητών (δικαιώματα και ιδιοκτήτες, δύο πράγματα που περιφρονώ εξίσου). Η αγάπη μου δεν αντιστοιχεί σε κανέναν χρόνο, σε κανένα τόπο.
[…]
Ποιος χρόνος κατάφερε να κρατήσει μέσα του τον έρωτα, αφού ξεχειλίζει κατά κύματα από την ψυχή την ίδια (σε αγαπώ τόσο που δεν αντέχω! _ Πού; _ Μέσα στο σώμα μου!), αφού η πρώτη του λέξη είναι «πάντα» και η τελευταία «ποτέ». Τα μεσάνυχτα δεν του ταιριάζουν περισσότερο απ’ ό,τι το μεσημέρι, όλα αυτά είναι ερωτικά κλισέ _τόσο φθαρμένα από τη χρήση! Εκείνο που κρατάει ο χρόνος νομίζοντας πως κρατά τον έρωτα είναι κάτι άλλο. Είναι η παραίτηση απ’ αυτόν.
[…]
Ο ουρανός είναι ολοκάθαρος. Αριστερά, πάνω από το νέο καμπαναριό, η αυγή. Είναι αθώο και αιώνιο. Σε αγαπώ όπως θα μπορούσα να έχω αγαπήσει τον γιο σου, που θα έπρεπε εσύ να είσαι.
Μη νομίζεις ότι περιφρονώ την απλή, γήινη ύπαρξή σου. Σε αγαπώ ολόκληρο, με το βλέμμα σου, με το χαμόγελό σου, με τις διαθέσεις σου, με την έμφυτη, γενετική, εκ γενετής τεμπελιά σου, με όλη τη σκοτεινή (για σένα, όχι για μένα) αρχή της ψυχής σου: της καλοσύνης σου, της συμπάθειάς σου, της άρνησής σου. Ας μην είναι όλα αυτά ούτε για μένα, ούτε εξαιτίας μου _τι σημασία έχει! Θέλω τόσα πολλά από σένα _που δεν θέλω απλώς τίποτα. (Ας μην αρχίσω καλύτερα!)
Αλλά να ξέρεις, οικοδεσπότη μου της μιας ώρας, ότι ποτέ καμιά δεν σε… (όχι τόσο, μα έτσι. Έτσι ακριβώς, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, με τον δικό μου τρόπο). Κι ότι ακόμα κι αν σ’ αφήσω, ακόμα κι αν σε παραχωρήσω _όπως παραχωρώ τα πάντα στους πάντες, κι αφήνω να με προσπερνά ο καθένας _δεν θα σ’ εγκαταλείψω ποτέ.
Φως της αυγής. Είμαι ήρεμη σαν νεκρή και μες την απόλυτη αυτή καθαρότητα ουρανού και πνεύματος, σου λέω: «Μαζί σου χρειάζομαι εξίσου το εσωτερικό της καλύβας και το απέραντο της νύχτας. Όλη τη νύχτα έξω κι όλη τη νύχτα μέσα».
Τι αθλιότητα η ζωή στη γη! Τι εγκατάλειψη!
Σφίγγω το χέρι σου στα χείλη μου. Γράψε μου, γράψε μου επιτέλους. Θα κοιμηθώ με το γράμμα σου. Μου χρειάζεται κάτι ζωντανό από σένα.
Ο ουρανός είναι γεμάτος ροζ αχηβάδες. Αν ο ουρανός είναι η ακτή, τι θα’ ναι άραγε η θάλασσα; Είναι η ώρα η πιο μυριστική. Κοιμήσου ειρηνικά. Τα πρώτα βήματα στον δρόμο. Ένας εργάτης περνάει. Και τα πουλιά.
Η αυγή μιας μέρας του Ιουνίου, Σάββατο.
Κυριακή, Νοεμβρίου 01, 2009
Ποιητικός (εκπληκτικός) Μπέκετ
[...]
Καρδιά που χτυπάει μικρό σώμα
μόνο ορθό γκρίζο πρόσωπο χαρακτηρι-
στικά πατηκωμένα δύο ξεπλυμένα γαλα-
νά. Μόνο ορθό μικρό σώμα γκρίζο λείο
καμία προεξοχή ελάχιστες τρύπες.
Πάντα μόνο όνειρο οι μέρες και νύχτες
καμωμένες από όνειρα άλλων νυχτών
καλύτερων ημερών. Θα σαλέψει μες
στην άμμο κάτι θα σαλέψει στον ουρανό
τον αέρα την άμμο. Eνα βήμα στα ερείπια
στην άμμο σερνάμενος με τη ράχη του
στο αχανές θα το κάνει. Πάντα μόνο σιω-
πή τέτοια που στη φαντασία αυτά τα τρελά
γέλια αυτές οι κραυγές.
Αληθινό καταφύγιο επιτέλους σκόρπια
ερείπια ίδιο γκρίζο όπως η άμμος.
Πάντα ήταν μόνο γκρίζος αέρας άχρονος
όλα ασάλευτα καμία πνοή. Aγραφες επιφά-
νειες απόλυτο λευκό ήρεμο μάτι φως του λο-
γικού όλα ξεχασμένα. Πάντα μόνο στο όνειρο
που χάθηκε η ώρα που περνάει ατέλειωτη σύ-
ντομη. Κύβος όλος φως απόλυτο λευκό άγρα-
φες επιφάνειες όλα ξεχασμένα.
[...]
Samuel Beckett
Απόσπασμα από το κείμενο «Χωρίς»,
μτφρ.-σημ.: Παύλος Χριστοδουλίδης, Νεφέλη 1985
πηγή: το "Ποίημα της εβδομάδας", από το ηλεκτρονικό περιοδικό Poema του Βασίλη Ρούβαλη