Υποστράτηγος ε.α. Ράμπο
Κατά κόσμον: Αργυρόπουλος Κωνσταντίνος.
Βασικά, αχώνευτος. Ισχυρογνώμων, είρων και αλαζονικός και - κυρίως - δεξιός. Δηλαδή, ούτε που ξέρω τι ψήφιζε, αλλά σ' εμένα και πολλούς άλλους, για δεξιός φαινόταν· τουλάχιστον, δεν συνάντησα κανέναν που να μη τον θεωρεί δεξιό.
Διοικητής (ως αντισυνταγματάρχης) του 542 ΤΕΑ, στη Ρόδο. Γνωστός και ως «Ράμπο», δεν ξέρω αν το παρατσούκλι του το έλεγαν κάποιοι και κατάμουτρα. Σ' εμάς πάντως, όταν το τάγμα συναντούσε άλλες μονάδες στις ασκήσεις, το έλεγαν στα ίσα: «542, ααα, καλώς τα ραμπάκια». Και δώστου γέλια και συμπάθεια για τα όσα τραβάγαμε από τη μούρλα του Ράμπο.
Κλαδιά στερεωμένα παντού, από το κράνος μέχρι τη μέση, ουρλιαχτά και τρέξιμο στα υψώματα, πού στο διάολο είσαι ρε Τούρκο να σε φάω, να μ' αφήσει ήσυχο ο παλαβός; Αλλά οι κερατάδες οι Τούρκοι απτόητοι. Πότε κατεβαίνανε με Σινούκ κοντά στο στρατόπεδο, πότε στήνανε προγεφύρωμα στο στρατιωτικό αεροδρόμιο, πότε επιχειρούσαν να αποβιβαστούν σε κάποια παραλία, πότε εμφανιζόταν μια ίλη αρμάτων που υλοποιήθηκαν ξαφνικά εκεί κοντά, μάλλον από το διαστημόπλοιο Εντερπράιζ, υπό Τούρκο διοικητή, φυσικά. Άσε που αγενώς, ενίοτε στέλνανε τα αεροπλάνα τους στην πρωινή αναφορά και τρέχαμε πρωινιάτικο...
«Τακτική πλαισίωση» το έλεγε αυτό ο Ράμπο, μας έλεγε τι καινούργιο έκαναν πάλι οι Τούρκοι και τρέχαμε τσαντισμένοι να τους βρούμε. Ακούραστοι οι Τούρκοι, σε αντίθεση μ' εμάς, αλλά κι αόρατοι παρόλ' αυτά, ουδέποτε τους συναντήσαμε...
Στις πρώτες 100 ημέρες μου στο 542 ΤΕΑ, μέτρησα ότι είχα κοιμηθεί 78 νύχτες στο χώμα και μόλις 22 σε κρεβάτι. Βέβαια, παρεμβλήθηκε κι ο Μάρτης του 1987 και το επεισόδιο με το Πίρι Ρέις.
Σιχαινόμουν πάντα και το στρατό, και την ιεραρχική οργάνωση που εκπροσωπούσε και φυσικά και κάθε στρατοκράτη. Ωστόσο, πολύ δύσκολα θα χαρακτήριζα τον Ράμπο, στρατοκράτη. Κυκλοφορούσε με μια στολή ίδια με τη δική μας, χωρίς «βελτιώσεις». Ούτε διακριτικά δε φόραγε. Μούγκριζε διαταγές, ακολουθούσε συχνά πεζός στις πορείες, έβριζε σαν λιμενεργάτης αν τα έκανες σκατά στις ασκήσεις. Αλλά, δεν ασχολείτο με μαλλιά (δηλαδή: με τρίχες), γυαλίσματα, χαιρετούρες κι άλλα «ενδεικτικά της πειθαρχίας». Δεν έριχνε ποινές. Η μονομανία του ήταν, να παραμείνεις, ως στρατιώτης της μονάδας του, ζωντανός και φονικός. Και φυσικά, οι Τούρκοι.
Όμως, πιο πολύ κι από τους στρατοκράτες, σιχαινόμουν πάντα τους δήθεν. Αυτούς που παριστάνουν κάτι που δεν είναι. Αυτό ακριβώς, δεν ήταν ο Ράμπο· δεν ήταν δήθεν. Θυμάμαι μια συζήτηση, μεταξύ κάποιων που είμαστε οι πιο «ηλικιωμένοι» της μονάδας. Ένας από εμάς (αριστεροί είμαστε όλοι), ισχυριζόταν ότι ο Ράμπο ήταν ακατάλληλος διοικητής, γιατί ήταν δεξιός, φασίστας, χουντικός κλπ. Οι άλλοι τον ακούγαμε δύσθυμα. Προσπάθησα να εξηγήσω ότι κάνει λάθος, ότι δεν υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στο ένα και στο άλλο, αλλά δεν με άκουγε καθόλου. Με διακόπτει ένας Κεφαλλονίτης (του ΚΚΕ αυτός): «Ρε μαλάκα, άμα πας να σου βγάλει ο χειρουργός τον καρκίνο, τον ρωτάς τι κόμμα ψηφίζει ή άμα ξέρει να σε γιάνει; Μαλάκα, ε μαλάκα»! Αγενέστατο, πλην όμως, ακριβέστατο· και τέλειωσε η συζήτηση.
Δεν ήταν λοιπόν δήθεν. Πίστευε σε αυτό που έκανε, είτε ως διοικητής, είτε ως εκπαιδευτής, είτε ως στρατιώτης αυτός ο ίδιος. Μπορεί να μη μου άρεσε να είμαι στρατιώτης (και δεν μου άρεσε - καθόλου), αλλά, αφού είχα την ατυχία να υπηρετήσω, χίλιες φορές καλύτερα με διοικητή τον Ράμπο, παρά με οποιονδήποτε ηλίθιο, κομπλεξικό και (πιθανόν) δειλό. Γιατί ο Ράμπο, ήταν στρατιώτης· έδειχνε με το παράδειγμά του τι σημαίνει στρατιώτης, και δεν προσπαθούσε να σου πουλήσει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Ήταν απολύτως συνεπής. Κι επειδή η συνέπεια δεν είναι καθόλου χαρακτηριστικό της φυλής μας, είχε τον απόλυτο σεβασμό μου - αν κι όχι την συμπάθειά μου, αλλά αυτό το θεωρούσα (και το θεωρώ) δευτερεύον. Στο κάτω-κάτω, δεν πήγαμε εκεί για να γίνουμε φίλοι ή πρόσκοποι, ούτε ως κι εκδρομείς· πήγαμε (έστω και ακούσια) για να μάθουμε να πολεμάμε.
Έτσι, όταν τον Μάρτη του 1987 βρεθήκαμε στο χώρο διασποράς της μονάδας μας, με τις σφαίρες στα όπλα και τα πάντα έτοιμα (σε υποδειγματικό χρόνο), έτοιμοι να πολεμήσουμε, και τις φήμες να κυκλοφορούν («καταρρίφθηκαν ήδη δυο τουρκικά μαχητικά»), ο Ράμπο ήταν εκεί. Απτόητος, ενθάρρυνε, συμβούλευε, διέταζε (λιγότερο, οι περισσότεροι ξέραμε ήδη καλά τι ακριβώς έπρεπε να κάνουμε) ένας στρατιώτης-διοικητής, ανάμεσα στους στρατιώτες. Ξέραμε πώς είχε κάνει (κι είχαμε κάνει μαζί του) ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν για να είμαστε προετοιμασμένοι για αυτές τις ώρες. Όπως το έθεσε (πάλι ωμά, αλλά με ακρίβεια) κάποιος άλλος, διατυπώνοντας αυτό που θεωρώ τον μεγαλύτερο έπαινο για έναν διοικητή: «Κοίτα ρε μαλάκα, άμα πεθάνουμε με ετούτον διοικητή, ε, σημαίνει ότι δεν υπήρχε καμία περίπτωση να γλιτώσουμε. Οπότε, γάμισέ τους, όσους φάμε». Απόλυτη ψυχραιμία, ρομποτική οργάνωση· αυτό ακριβώς βιώναμε, κι ο Ράμπο, εκείνες τις ώρες, περνώντας με ένα παπάκι(!) να ρωτάει «παιδιά, το φρένο εδώ, πού είναι;» α λα Βέγγος, κάνοντάς μας να γελάμε.
Αυτός ήταν (και είναι) ο Ράμπο. Απ' ό,τι βλέπω σε κάποια sites, συνεχίζει να είναι στρατιώτης, συνεχίζει να είναι συνεπής. Πολιτικά, βρισκόμαστε σε εντελώς αντιδιαμετρικούς χώρους και διαφωνώ (κι ιδεολογικά και επιστημονικά), με τις αναλύσεις που δημοσιεύει για το Ισλάμ και τους πρόσφυγες - ούτε λόγος να γίνεται. Αλλά, αν μάθαινα ότι τον αξιοποίησαν δεόντως κάπου, σε ζητήματα άμυνας, θα κοιμόμουν πιο ήσυχος.
Βασικά, αχώνευτος. Ισχυρογνώμων, είρων και αλαζονικός και - κυρίως - δεξιός. Δηλαδή, ούτε που ξέρω τι ψήφιζε, αλλά σ' εμένα και πολλούς άλλους, για δεξιός φαινόταν· τουλάχιστον, δεν συνάντησα κανέναν που να μη τον θεωρεί δεξιό.
Διοικητής (ως αντισυνταγματάρχης) του 542 ΤΕΑ, στη Ρόδο. Γνωστός και ως «Ράμπο», δεν ξέρω αν το παρατσούκλι του το έλεγαν κάποιοι και κατάμουτρα. Σ' εμάς πάντως, όταν το τάγμα συναντούσε άλλες μονάδες στις ασκήσεις, το έλεγαν στα ίσα: «542, ααα, καλώς τα ραμπάκια». Και δώστου γέλια και συμπάθεια για τα όσα τραβάγαμε από τη μούρλα του Ράμπο.
Κλαδιά στερεωμένα παντού, από το κράνος μέχρι τη μέση, ουρλιαχτά και τρέξιμο στα υψώματα, πού στο διάολο είσαι ρε Τούρκο να σε φάω, να μ' αφήσει ήσυχο ο παλαβός; Αλλά οι κερατάδες οι Τούρκοι απτόητοι. Πότε κατεβαίνανε με Σινούκ κοντά στο στρατόπεδο, πότε στήνανε προγεφύρωμα στο στρατιωτικό αεροδρόμιο, πότε επιχειρούσαν να αποβιβαστούν σε κάποια παραλία, πότε εμφανιζόταν μια ίλη αρμάτων που υλοποιήθηκαν ξαφνικά εκεί κοντά, μάλλον από το διαστημόπλοιο Εντερπράιζ, υπό Τούρκο διοικητή, φυσικά. Άσε που αγενώς, ενίοτε στέλνανε τα αεροπλάνα τους στην πρωινή αναφορά και τρέχαμε πρωινιάτικο...
«Τακτική πλαισίωση» το έλεγε αυτό ο Ράμπο, μας έλεγε τι καινούργιο έκαναν πάλι οι Τούρκοι και τρέχαμε τσαντισμένοι να τους βρούμε. Ακούραστοι οι Τούρκοι, σε αντίθεση μ' εμάς, αλλά κι αόρατοι παρόλ' αυτά, ουδέποτε τους συναντήσαμε...
Στις πρώτες 100 ημέρες μου στο 542 ΤΕΑ, μέτρησα ότι είχα κοιμηθεί 78 νύχτες στο χώμα και μόλις 22 σε κρεβάτι. Βέβαια, παρεμβλήθηκε κι ο Μάρτης του 1987 και το επεισόδιο με το Πίρι Ρέις.
Σιχαινόμουν πάντα και το στρατό, και την ιεραρχική οργάνωση που εκπροσωπούσε και φυσικά και κάθε στρατοκράτη. Ωστόσο, πολύ δύσκολα θα χαρακτήριζα τον Ράμπο, στρατοκράτη. Κυκλοφορούσε με μια στολή ίδια με τη δική μας, χωρίς «βελτιώσεις». Ούτε διακριτικά δε φόραγε. Μούγκριζε διαταγές, ακολουθούσε συχνά πεζός στις πορείες, έβριζε σαν λιμενεργάτης αν τα έκανες σκατά στις ασκήσεις. Αλλά, δεν ασχολείτο με μαλλιά (δηλαδή: με τρίχες), γυαλίσματα, χαιρετούρες κι άλλα «ενδεικτικά της πειθαρχίας». Δεν έριχνε ποινές. Η μονομανία του ήταν, να παραμείνεις, ως στρατιώτης της μονάδας του, ζωντανός και φονικός. Και φυσικά, οι Τούρκοι.
Όμως, πιο πολύ κι από τους στρατοκράτες, σιχαινόμουν πάντα τους δήθεν. Αυτούς που παριστάνουν κάτι που δεν είναι. Αυτό ακριβώς, δεν ήταν ο Ράμπο· δεν ήταν δήθεν. Θυμάμαι μια συζήτηση, μεταξύ κάποιων που είμαστε οι πιο «ηλικιωμένοι» της μονάδας. Ένας από εμάς (αριστεροί είμαστε όλοι), ισχυριζόταν ότι ο Ράμπο ήταν ακατάλληλος διοικητής, γιατί ήταν δεξιός, φασίστας, χουντικός κλπ. Οι άλλοι τον ακούγαμε δύσθυμα. Προσπάθησα να εξηγήσω ότι κάνει λάθος, ότι δεν υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στο ένα και στο άλλο, αλλά δεν με άκουγε καθόλου. Με διακόπτει ένας Κεφαλλονίτης (του ΚΚΕ αυτός): «Ρε μαλάκα, άμα πας να σου βγάλει ο χειρουργός τον καρκίνο, τον ρωτάς τι κόμμα ψηφίζει ή άμα ξέρει να σε γιάνει; Μαλάκα, ε μαλάκα»! Αγενέστατο, πλην όμως, ακριβέστατο· και τέλειωσε η συζήτηση.
Δεν ήταν λοιπόν δήθεν. Πίστευε σε αυτό που έκανε, είτε ως διοικητής, είτε ως εκπαιδευτής, είτε ως στρατιώτης αυτός ο ίδιος. Μπορεί να μη μου άρεσε να είμαι στρατιώτης (και δεν μου άρεσε - καθόλου), αλλά, αφού είχα την ατυχία να υπηρετήσω, χίλιες φορές καλύτερα με διοικητή τον Ράμπο, παρά με οποιονδήποτε ηλίθιο, κομπλεξικό και (πιθανόν) δειλό. Γιατί ο Ράμπο, ήταν στρατιώτης· έδειχνε με το παράδειγμά του τι σημαίνει στρατιώτης, και δεν προσπαθούσε να σου πουλήσει φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Ήταν απολύτως συνεπής. Κι επειδή η συνέπεια δεν είναι καθόλου χαρακτηριστικό της φυλής μας, είχε τον απόλυτο σεβασμό μου - αν κι όχι την συμπάθειά μου, αλλά αυτό το θεωρούσα (και το θεωρώ) δευτερεύον. Στο κάτω-κάτω, δεν πήγαμε εκεί για να γίνουμε φίλοι ή πρόσκοποι, ούτε ως κι εκδρομείς· πήγαμε (έστω και ακούσια) για να μάθουμε να πολεμάμε.
Έτσι, όταν τον Μάρτη του 1987 βρεθήκαμε στο χώρο διασποράς της μονάδας μας, με τις σφαίρες στα όπλα και τα πάντα έτοιμα (σε υποδειγματικό χρόνο), έτοιμοι να πολεμήσουμε, και τις φήμες να κυκλοφορούν («καταρρίφθηκαν ήδη δυο τουρκικά μαχητικά»), ο Ράμπο ήταν εκεί. Απτόητος, ενθάρρυνε, συμβούλευε, διέταζε (λιγότερο, οι περισσότεροι ξέραμε ήδη καλά τι ακριβώς έπρεπε να κάνουμε) ένας στρατιώτης-διοικητής, ανάμεσα στους στρατιώτες. Ξέραμε πώς είχε κάνει (κι είχαμε κάνει μαζί του) ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν για να είμαστε προετοιμασμένοι για αυτές τις ώρες. Όπως το έθεσε (πάλι ωμά, αλλά με ακρίβεια) κάποιος άλλος, διατυπώνοντας αυτό που θεωρώ τον μεγαλύτερο έπαινο για έναν διοικητή: «Κοίτα ρε μαλάκα, άμα πεθάνουμε με ετούτον διοικητή, ε, σημαίνει ότι δεν υπήρχε καμία περίπτωση να γλιτώσουμε. Οπότε, γάμισέ τους, όσους φάμε». Απόλυτη ψυχραιμία, ρομποτική οργάνωση· αυτό ακριβώς βιώναμε, κι ο Ράμπο, εκείνες τις ώρες, περνώντας με ένα παπάκι(!) να ρωτάει «παιδιά, το φρένο εδώ, πού είναι;» α λα Βέγγος, κάνοντάς μας να γελάμε.
Αυτός ήταν (και είναι) ο Ράμπο. Απ' ό,τι βλέπω σε κάποια sites, συνεχίζει να είναι στρατιώτης, συνεχίζει να είναι συνεπής. Πολιτικά, βρισκόμαστε σε εντελώς αντιδιαμετρικούς χώρους και διαφωνώ (κι ιδεολογικά και επιστημονικά), με τις αναλύσεις που δημοσιεύει για το Ισλάμ και τους πρόσφυγες - ούτε λόγος να γίνεται. Αλλά, αν μάθαινα ότι τον αξιοποίησαν δεόντως κάπου, σε ζητήματα άμυνας, θα κοιμόμουν πιο ήσυχος.
Σχόλια
Για μονάδα με έστειλαν στη Ρόδο, δεν θυμάμαι το όνομα του τάγματος αλλά ήταν κοντά στην πόλη, με αποτέλεσμα να είναι γεμάτο βύσματα τσαμπίκους και δίπλα σε ένα τάγμα μηχανικού.
Βολές έκανα μόνο στη βασική εκπαίδευση και παρα τρίχα να κάνω μία πορεία αλλά σε λίγες μέρες ήταν να πάρω μέρος σε μία παρέλαση για τα 50 χρόνια που ενώθηκαν τα Δωδεκάνησα με την υπόλοιπη Ελλάδα μάλιστα ήταν παρόν η αυτού εξοχότης, όπως τον αποκάλεσε ο καραβανάς συνταγματάρχης..., Πρόεδρος της Δημοκρατίας, άρα απαλάχτηκα.
Στρατόκαυλους, δεν ξέρω αν ταιριάζει ο χαρακτηρισμός για τον Αργυρόπουλος συνάντησα μόνο στη βασική μου εκπαίδευση. Τέλος δεν έμαθα τα πολιτικά πιστεύω κανενός ούτε σταρτιώτη ούτε μόνιμου.
Προφανώς και μακάρι να είναι όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί σαν αυτόν αλλά η μικρή μου εμπειρία μου έμαθε ότι οι περισσότεροι μετά από λίγα χρόνια αποκτούν τη νοοτροπία του δημόσιου υπαλλήλου...
Σκουρας Ι ευτυχια γελοίος.
Γαλανόπουλος σωστός.
Γιαλυρης κομαντο.
Καλικας κωλοπαιδο απο τα λιγα.
Μηπως θυμασαι Τσαφο;
ΛΥΒ πέρασα στις Πεταλούδες και μετά μαζί με τον Λοχαγό Τότε Στασινό Ιωάννη
πήγαμε πάλι στα ΛΥΒ σαν διόίκηση για μια σειρά. Εγώ επιλοχίας και ο Στασινός
διοικητής. Γυρίσαμε 542 και ήμουν επιλοχίας στον 3 λόχο.
φεύγοντας παρέδωσα στον καλό φίλο Δανδουλάκη Ιωάννη, όπου τον είχα εκπαιδεύσει στα ΛΥΒ
Μαζί με την Σειρά μου Ψαρρό Μανώλη έχουμε επαφές με τον Κκ Αργυρόπουλο
Τιμή μου που υπηρέτησα μαζί του , αλλά και στο 542.
Μεγάλη συγκίνηση που μετά από 37 χρόνια τον συναντήσαμε
Αυτές τις ημέρες και επειδή υπηρέτησα στο συγκεκριμένο τάγμα 17 μήνες και κάτι μέρες από Οκτώβριο του '88 έως Πάσχα ( Απρίλιο) του '90 θα ήθελα εάν κάποιος θέλει να επικοινωνήσει μαζί μου . Πρώτα ας μου απαντήσει στο μνμ και μετά σας περνάω στοιχεία. Ευχαριστώ πολύ
, με πολλές αναμνήσεις .
Για ένα χρόνο του έφτιαχνα κάθε μέρα Ελληνικό καφέ,Και πάντα μου έλεγε ευχαριστώ.....