Ο Λάζαρος
Γνώρισα τον Λάζαρο περασμένο απόγευμα, φθινόπωρο του '95 νομίζω, στο μπαρ ενός ξενοδοχείου.
Γύρω του μαζεμένοι πολλοί ένοπλοι, αυτός έπινε μια μπύρα, μίλαγαν και χαχάνιζαν όλοι μαζί. Το λόμπυ χακί σε όλες τις αποχρώσεις της παραλλαγής και τα ΑΚ-47 κυκλοφορούσαν με την ίδια συχνότητα που κυκλοφορούν οι φωτογραφικές μηχανές, σ' ένα συνηθισμένο τουριστικό θέρετρο.
Μόνο που εκεί δεν είχε τουρίστες. Τα σέρβικα στρατεύματα είχανε στριμώξει τους Κροάτες στη Μπάνια Λούκα και τους σπρώχνανε συνέχεια προς τα δυτικά.
Όταν νύχτωνε, πίσσα το σκοτάδι. Εμπάργκο γενικό. Δεν υπήρχαν καύσιμα, δεν υπήρχε ρεύμα, ηλεκτρικό, νερό, τίποτα. Μεσ' τη νύχτα, κυκλοφορούσαν σιωπηλοί με τα kalasnikov κι αν ήσουν άτυχος, μπορούσες ν' αρπάξεις μια σφαίρα στο κεφάλι για πλάκα και το πρωί να πουν στο πτώμα σου, "συγγνώμη λάθος, μας φάνηκες για Κροάτης καταδρομέας".
Η πόλη κομμένη στα δυο. Το κάποτε Bronski Brod (Bronski-Βοσνιακό), είχε χωριστεί σε σέρβικο και κροατικό τομέα. Οι μουσουλμάνοι πάνε, νάταν κι άλλοι... Κανείς δε μιλούσε γι' αυτούς, μόνο το νεκροταφείο τους μαρτυρούσε ότι κάποτε υπήρξαν κι αυτοί εκεί.
Όριο, ο ποταμός Sava που χύνεται στο Δούναβη.
Μπήκαν μια μέρα οι Κροάτες στην πόλη, οι Σέρβοι φύγανε έντρομοι. Μαζικές σφαγές. Είδα γέρο Κροάτη να κυκλοφορεί με στολή Γερμανού του Α' Παγκοσμίου, αυτές με το καπελάκι με το σειρήτι, πάνω σε ποδήλατο και φορτωμένος ένα σκουριασμένο Μάουζερ. Πανάθεμα στην ψυχή του, σιχαμένο χούφταλο, έναν αιώνα φύλαγε τη στολή για να σκοτώσει μια μέρα τους γειτόνους του. Γέλαγε το κάθαρμα και δεν είχε δόντια.
Οι Σέρβοι αντεπιτέθηκαν σε καμμιά δεκαριά μέρες. Πιάσαν τους Κροάτες στον ύπνο. Ο κροατικός πληθυσμός τώρα, έτρεχε με τη σειρά του να σωθεί. Κι άλλη μαζική σφαγή.
Πανικόβλητοι οι Κροάτες, περνάνε από τον Sava στο βορεινό τμήμα της πόλης κι ανατινάζουν τη γέφυρα. Κόπηκε η κοινή τους πόλη.
Εκατοντάδες χήρες, μόνο σέρβες, ζούσαν πια εκεί. Και παιδιά αγέλαστα. Ένα μικρό, ίσα που περπατάει, δεν πλησιάζει το γάλα που του δίνουμε. Η μάνα λέει "αφήστε, θα του το δώσω εγώ, δεν τόχει ξαναδεί και φοβάται". Εμπάργκο.
Η σκωληκοειδήτιδα σκοτώνει. Η αμυγδαλίτιδα δολοφονεί. Εμπάργκο, είπαμε.
Το ξενοδοχείο που μένουμε, ήταν κάποτε ξενοδοχείο. Τώρα είναι κουφάρι. Κλειστό τόχανε, το άνοιξαν για να μείνουμε, είμαστε οι πρώτοι ξένοι που βλέπουν μετά από δυο χρόνια.
Δουλεύει και το μπαρ. Μοιράζει (δεν πουλάει) μια ύποπτη μπύρα και σλίβοβιτς, ένα εκρηκτικό απόσταγμα από δαμάσκηνα, που κάνει μόνο για εντριβές.
Ο Λάζαρος, με έχει ξαναδεί, κι έχουμε βγεί μαζί περιπολία νύχτα στο ποτάμι. Εγώ με την κάμερα, αυτός με το ΑΚ-47. Του χαμογελάω και μ' αγκαλιάζει. Έχω στη τσέπη μου μια πυξίδα στρατιωτική, του την χαρίζω. Με κοιτάει δακρυσμένος, τι να μου δώσει; Σκίζει ξαφνικά το διακριτικό από το μανίκι του και μου το βάζει στο χέρι.
Ο Αη-Γιώργης. Ο δράκος ματωμένος ξεψυχάει. Ποιός είναι ο δράκος; Ποιός είναι ο καβαλάρης;
Η νύχτα στο Brod φωτίζεται από τα δυτικά. Βοή και λάμψεις. Βολές πυροβολικού. Ο δράκος κι ο Αη-Γιώργης, λιανίσανε το Brod και τώρα χτυπιούνται πάνω στη Μπάνια Λούκα.
Κι ο Λάζαρος έμεινε πίσω. Στο Brod. έχει τη δική του αποστολή.
- "Εγώ δεν είμαι στρατιώτης", λέει. "Εγώ είμαι Τσέτνικ". Οι συντροφοί του τον χτυπάνε στην πλάτη και γελάνε.
Έχει κάτι χωράφια και πριν τον πόλεμο, ό,τι καλλιεργούσε εκεί, το πούλαγε σε ένα μικρό μαναβο-μπακαλικάκι που έχει στην άκρη της πόλης, δίπλα στο ποτάμι.
Μια μέρα, γυρνάει στο σπίτι, η στέγη έλειπε ολόκληρη, ερείπια. Η γριά μάνα του, με τα μάτια βγαλμένα και κομμένο λαιμό, η γυναίκα του χαμένη, δεν την βρήκε ποτέ. Το κοριτσάκι του, δυο χρονών, κρυμμένο κάτω από το κρεβάτι, νεκρό, ζεστό ακόμα. Μια μαχαιριά στη κοιλία. Μόνο μια. Όλοι εκεί πέρα ξέρουμε τι σημαίνει αυτό. Θάνατος μέσα σε φρικτούς πόνους, με τις ώρες. Καταλαβαίνεις για ώρες τον φρικτό πόνο, μέχρι να ξεψυχήσεις. Φαίνεται ότι το μωρό κρύφτηκε μόλις μπήκανε στο σπίτι οι φονιάδες. Το ανακάλυψαν, το μαχαίρωσαν και τ' αφησαν να ξαναχωθεί στην κρυψώνα του σαν ποντίκι.
Εκεί τους βρήκε ο Λάζαρος. Θυμάται ότι κουβαλούσε σιτάρι εκείνη τη μέρα για να πουλήσει αλεύρι. Στο μικρό μπακάλικο, μια τεράστια μαύρη σημαία, με νεκροκεφαλή και σταυρωτά κόκκαλα. Γράφει: "ελευθερία ή θάνατος".
Ο Λάζαρος είναι επικίνδυνος τρελός. Κι οι άλλοι το ξέρουν κι αποφεύγουν να τον παίρνουν κοντά τους στις επιχειρήσεις. Έχει ένα τεράστιο μαχαίρι, από πάνω με δόντια, από κάτω λεπίδα. Μου δείχνει πως, με μια κίνηση ξεκοιλιάζεις τον αντίπαλο, από κάτω προς τα πάνω και τον αφήνεις να ξεψυχήσει. Μου κλείνει το μάτι και γελάει.
Κάποια βράδυα, ξεφεύγει από τους σκοπούς που είναι απλωμένοι κι από τις δυο όχθες του ποταμού. Περνάει στον κροατικό τομέα με το μαχαίρι τούτο. Σκοτώνει όσους δράκους βρεί μπροστά του, άμαχους και μάχιμους και ξαναγυρνάει. Οι Κροάτες τον έχουν επικηρύξει. Οι Σέρβοι τον φοβούνται. Δε μιλάει ποτέ για το τι είδε, μου τα είπαν άλλοι, που τον βρήκαν να σφίγγει το κορμί της κορούλας του, κι έκανε μέρες να ξαναμιλήσει.
Από τότε, δέκα χρόνια πριν, δεν πέρασε μέρα που να μη σκεφτώ τον Λάζαρο. Μπορεί να ξαναζήσει με τους ανθρώπους; Μπορεί να ξαναγίνει άνθρωπος; Μπορεί να σταματήσει να κυνηγάει τον δράκο;
Μήπως - και το λέω σοβαρά - η καλύτερη λύση ήταν να τον σκότωναν οι σύντροφοί του;
Δεν ξέρω καθόλου.
Γύρω του μαζεμένοι πολλοί ένοπλοι, αυτός έπινε μια μπύρα, μίλαγαν και χαχάνιζαν όλοι μαζί. Το λόμπυ χακί σε όλες τις αποχρώσεις της παραλλαγής και τα ΑΚ-47 κυκλοφορούσαν με την ίδια συχνότητα που κυκλοφορούν οι φωτογραφικές μηχανές, σ' ένα συνηθισμένο τουριστικό θέρετρο.
Μόνο που εκεί δεν είχε τουρίστες. Τα σέρβικα στρατεύματα είχανε στριμώξει τους Κροάτες στη Μπάνια Λούκα και τους σπρώχνανε συνέχεια προς τα δυτικά.
Όταν νύχτωνε, πίσσα το σκοτάδι. Εμπάργκο γενικό. Δεν υπήρχαν καύσιμα, δεν υπήρχε ρεύμα, ηλεκτρικό, νερό, τίποτα. Μεσ' τη νύχτα, κυκλοφορούσαν σιωπηλοί με τα kalasnikov κι αν ήσουν άτυχος, μπορούσες ν' αρπάξεις μια σφαίρα στο κεφάλι για πλάκα και το πρωί να πουν στο πτώμα σου, "συγγνώμη λάθος, μας φάνηκες για Κροάτης καταδρομέας".
Η πόλη κομμένη στα δυο. Το κάποτε Bronski Brod (Bronski-Βοσνιακό), είχε χωριστεί σε σέρβικο και κροατικό τομέα. Οι μουσουλμάνοι πάνε, νάταν κι άλλοι... Κανείς δε μιλούσε γι' αυτούς, μόνο το νεκροταφείο τους μαρτυρούσε ότι κάποτε υπήρξαν κι αυτοί εκεί.
Όριο, ο ποταμός Sava που χύνεται στο Δούναβη.
Μπήκαν μια μέρα οι Κροάτες στην πόλη, οι Σέρβοι φύγανε έντρομοι. Μαζικές σφαγές. Είδα γέρο Κροάτη να κυκλοφορεί με στολή Γερμανού του Α' Παγκοσμίου, αυτές με το καπελάκι με το σειρήτι, πάνω σε ποδήλατο και φορτωμένος ένα σκουριασμένο Μάουζερ. Πανάθεμα στην ψυχή του, σιχαμένο χούφταλο, έναν αιώνα φύλαγε τη στολή για να σκοτώσει μια μέρα τους γειτόνους του. Γέλαγε το κάθαρμα και δεν είχε δόντια.
Οι Σέρβοι αντεπιτέθηκαν σε καμμιά δεκαριά μέρες. Πιάσαν τους Κροάτες στον ύπνο. Ο κροατικός πληθυσμός τώρα, έτρεχε με τη σειρά του να σωθεί. Κι άλλη μαζική σφαγή.
Πανικόβλητοι οι Κροάτες, περνάνε από τον Sava στο βορεινό τμήμα της πόλης κι ανατινάζουν τη γέφυρα. Κόπηκε η κοινή τους πόλη.
Εκατοντάδες χήρες, μόνο σέρβες, ζούσαν πια εκεί. Και παιδιά αγέλαστα. Ένα μικρό, ίσα που περπατάει, δεν πλησιάζει το γάλα που του δίνουμε. Η μάνα λέει "αφήστε, θα του το δώσω εγώ, δεν τόχει ξαναδεί και φοβάται". Εμπάργκο.
Η σκωληκοειδήτιδα σκοτώνει. Η αμυγδαλίτιδα δολοφονεί. Εμπάργκο, είπαμε.
Το ξενοδοχείο που μένουμε, ήταν κάποτε ξενοδοχείο. Τώρα είναι κουφάρι. Κλειστό τόχανε, το άνοιξαν για να μείνουμε, είμαστε οι πρώτοι ξένοι που βλέπουν μετά από δυο χρόνια.
Δουλεύει και το μπαρ. Μοιράζει (δεν πουλάει) μια ύποπτη μπύρα και σλίβοβιτς, ένα εκρηκτικό απόσταγμα από δαμάσκηνα, που κάνει μόνο για εντριβές.
Ο Λάζαρος, με έχει ξαναδεί, κι έχουμε βγεί μαζί περιπολία νύχτα στο ποτάμι. Εγώ με την κάμερα, αυτός με το ΑΚ-47. Του χαμογελάω και μ' αγκαλιάζει. Έχω στη τσέπη μου μια πυξίδα στρατιωτική, του την χαρίζω. Με κοιτάει δακρυσμένος, τι να μου δώσει; Σκίζει ξαφνικά το διακριτικό από το μανίκι του και μου το βάζει στο χέρι.
Ο Αη-Γιώργης. Ο δράκος ματωμένος ξεψυχάει. Ποιός είναι ο δράκος; Ποιός είναι ο καβαλάρης;
Η νύχτα στο Brod φωτίζεται από τα δυτικά. Βοή και λάμψεις. Βολές πυροβολικού. Ο δράκος κι ο Αη-Γιώργης, λιανίσανε το Brod και τώρα χτυπιούνται πάνω στη Μπάνια Λούκα.
Κι ο Λάζαρος έμεινε πίσω. Στο Brod. έχει τη δική του αποστολή.
- "Εγώ δεν είμαι στρατιώτης", λέει. "Εγώ είμαι Τσέτνικ". Οι συντροφοί του τον χτυπάνε στην πλάτη και γελάνε.
Έχει κάτι χωράφια και πριν τον πόλεμο, ό,τι καλλιεργούσε εκεί, το πούλαγε σε ένα μικρό μαναβο-μπακαλικάκι που έχει στην άκρη της πόλης, δίπλα στο ποτάμι.
Μια μέρα, γυρνάει στο σπίτι, η στέγη έλειπε ολόκληρη, ερείπια. Η γριά μάνα του, με τα μάτια βγαλμένα και κομμένο λαιμό, η γυναίκα του χαμένη, δεν την βρήκε ποτέ. Το κοριτσάκι του, δυο χρονών, κρυμμένο κάτω από το κρεβάτι, νεκρό, ζεστό ακόμα. Μια μαχαιριά στη κοιλία. Μόνο μια. Όλοι εκεί πέρα ξέρουμε τι σημαίνει αυτό. Θάνατος μέσα σε φρικτούς πόνους, με τις ώρες. Καταλαβαίνεις για ώρες τον φρικτό πόνο, μέχρι να ξεψυχήσεις. Φαίνεται ότι το μωρό κρύφτηκε μόλις μπήκανε στο σπίτι οι φονιάδες. Το ανακάλυψαν, το μαχαίρωσαν και τ' αφησαν να ξαναχωθεί στην κρυψώνα του σαν ποντίκι.
Εκεί τους βρήκε ο Λάζαρος. Θυμάται ότι κουβαλούσε σιτάρι εκείνη τη μέρα για να πουλήσει αλεύρι. Στο μικρό μπακάλικο, μια τεράστια μαύρη σημαία, με νεκροκεφαλή και σταυρωτά κόκκαλα. Γράφει: "ελευθερία ή θάνατος".
Ο Λάζαρος είναι επικίνδυνος τρελός. Κι οι άλλοι το ξέρουν κι αποφεύγουν να τον παίρνουν κοντά τους στις επιχειρήσεις. Έχει ένα τεράστιο μαχαίρι, από πάνω με δόντια, από κάτω λεπίδα. Μου δείχνει πως, με μια κίνηση ξεκοιλιάζεις τον αντίπαλο, από κάτω προς τα πάνω και τον αφήνεις να ξεψυχήσει. Μου κλείνει το μάτι και γελάει.
Κάποια βράδυα, ξεφεύγει από τους σκοπούς που είναι απλωμένοι κι από τις δυο όχθες του ποταμού. Περνάει στον κροατικό τομέα με το μαχαίρι τούτο. Σκοτώνει όσους δράκους βρεί μπροστά του, άμαχους και μάχιμους και ξαναγυρνάει. Οι Κροάτες τον έχουν επικηρύξει. Οι Σέρβοι τον φοβούνται. Δε μιλάει ποτέ για το τι είδε, μου τα είπαν άλλοι, που τον βρήκαν να σφίγγει το κορμί της κορούλας του, κι έκανε μέρες να ξαναμιλήσει.
Από τότε, δέκα χρόνια πριν, δεν πέρασε μέρα που να μη σκεφτώ τον Λάζαρο. Μπορεί να ξαναζήσει με τους ανθρώπους; Μπορεί να ξαναγίνει άνθρωπος; Μπορεί να σταματήσει να κυνηγάει τον δράκο;
Μήπως - και το λέω σοβαρά - η καλύτερη λύση ήταν να τον σκότωναν οι σύντροφοί του;
Δεν ξέρω καθόλου.
Σχόλια
Τίποτα δεν μπορεί να επαναφέρει ανθρώπους που πέρασαν από την άλλη πλευρά είναι σε άλλους παραλλήλους
Συγγνώμη....
Μα τόσα χρόνια μετά, αυτή την ιστορία δεν τήν είπα ποτέ. Και με βάραινε.
Συγγνώμη...
Έγραψα για το εμπάργκο, την έλλειψη φαρμάκων, τη σφαγή του μουσουλμάνων στη Σρεμπρένιτσα, αλλά για τον Λάζαρο δεν μίλησα. Μέσα στο πορτοφόλι μου, έχω ακόμα το πάνινο σήμα του Αη-Γιώργη -αυτό που σκανάρισα κι έβαλα εδώ, κάτι σαν φυλαχτό, τέτοιο κακό να μη μας βρει....
Συχνά ακούω κριτικές, κι εγώ κάνω επίσης, για τους βομβιστές αυτοκτονίας. Που να ξέρουμε τι υπάρχει στην ψυχή τους....
Πιστευω αν το διαβασες(που το διαβασες αφου σχολιασες)θα καταλαβες περι τινος προκειται.Που αναφερεται.
Σχετικο με αυτο που εγραψες που το βρηκα συγκλονιστικο.
Ο εμφυλιος της πρωην Γιουκοσλαβιας δεν εχει μελετηθει ακομα οσο επρεπε.
Κακως γιατι εγινε στη γειτονια μας και τον χαρακτηριζε η τυπικη βαλκανικη βαρβαροτητα.
Οσο για τον Λαζαρο,υπηρξαν πολλοι Λαζαροι και Ivan,Zoran,Radomir,Goran,Sasa,Suleiman,Ahmed,Franjio,Robert, με παρομοιες ιστοριες.
θυμασε κατι που ειχα γραψει στο μπλογκ του Ν.Δ για παιδακια κρεμασμενα απο τσιγκελια και παιδικες πισινες με πτωματα νηπιων να κολυμπουν στο αιμα τους.
Σερβακια τα πρωτα,κροατακια τα δευτερα.
Το μισος υπηρχε και η αναγκαστικη συνυπαρξη το συντηρουσε.
Πηγες πραγματι στη Βοσνια;
Και εγω βρεθηκα εκει.Με αλλη αποστολη βεβαια.
Η μαυρη σημαια με την νεκροκεφαλη και τα κοκκαλα!
Sloboda ili smrt μτφ:Ελευθερια ή θανατος.
Και μια ιστορια που ακουσα απο σερβο μαχητη.
Αρχες του πολεμου στη Κραινα(επαρχια της κροατιας με σερβικο πληθυσμο)και μερικοι σερβοι στρατιωτες σε μια αναπαυλα της μαχης προσπαθουν να δροσιστουν απο την καλοκαιρινη ζεστη.Εχουν παρκαρει το Τ-72 τους κατω απο ενα δεντρο στις παρυφες ενος πυκνου δασους.
Εκπληξη και ενθουσιασμος καθως ενα τζιπ καταφθανει με παγωμενες μπυρες και νερα.
Ενας νεαρος πυροβολητης του αρματος,σκαρφαλωνει στον πυργισκο και αρχιζει να πινει την μπυρα του απολαμβανωντας το αερακι.
Ο ασυρματος "ξυπνα" και μια φωνη και χαρακτηριστικη κροατικη προφορα αρχιζει να βριζει.
Συνηθες φαινομενο καθως οι αντιμαχομενοι εχουν τα ιδια υλικα ολα κληρονομια του υπο διαλυση Λαικου Γιουκοσλαβικου Στρατου.
Ετσι μπαινουν οι μεν στις συχνοτητες των δε,κατα τυχη και βριζουν.
Βαριεστημενοι οι σερβοι απαντουν στις βρισιες παιζωντας το παιχνιδι.
Ξαφνου ο αγνωστος κροατης λεει στον ασυρματο.
"Ο φιλος σας τελειωσε την μπυρα του,πειτε του αντιο".
Μεχρι να καταλαβουν τι εννουσε,ακουσαν τον γδουπο και το σωμα του νεαρου στρατιωτη γλυστρησε απο τον πυργισκο.
Ο πυροβολισμος ακουστηκε ενα δευτερο μετα.
Gere μου,
....
συγνωμη, δνε βλεπω να γραψω...
...
.
.
.
.
.
μου σαλεύει...
Ναι πήγα.
Κι άλλα πολλά είδα και κατέγραψα. Θα μπορούσα να γράφω για μέρες.
Τελοσπάντων, άσε να μη φρικάρω τους ανθρώπους, τι μου φταίνε, απλώς αυτά σε στοιχειώνουν.
Πιο πολύ απ' όλα, αυτό που με τρόμαξε, ήτανε που οι ντόπιοι πια, είχανε αλλάξει, τα βρίσκανε όλα αυτά φυσιολογικά.
Ένας μου χάριζε ένα ΑΚ-47 να το πάρω Ελλάδα. Του ήταν αδύνατο να κατανοήσει γιατί δεν θα μπορούσα να κυκλοφορώ στην Ελλάδα μ' αυτό πράγμα...
heinz όλο και κάτι έχεις αρπάξει απο αυτές τις ιστορίες γιαυτό βγάζεις και μία τάση για καυγά.
Μπα, είναι οικογενειακό μας.
Το show της οικογένειας είναι να καυγαδίζω με τον αδελφό μου που είναι καθολικός παπάς και φανατικός δυτικόφιλος. Μας ακούει το τετράγωνο....
Ζούμε σε μια εποχή που νομίζουμε ότι οι άνθρωποι ημέρεψαν, έγιναν πολιτισμένοι.
Η εκδίκηση είναι σαν ναρκωτικό που μας χώνει σ'ένα κακό όνειρο και εκεί ο άνθρωπος γίνεται τέρας.
Συνάντησα ένα "Λάζαρο" μια μέρα επιστρέφοντας απο ένα ταξίδι στα Γιάνενα, σταματήσαμε σ'ενα όμορφο χωριουδάκι του Αμβρακικού.
Παραγγείλαμε μεσημεριανό έξω στα τραπεζάκια.
Στο διπλανό τραπέζι ήταν δυο άνδρες που πίναν μπύρες μετά την δουλειά τους.
Ο ένας Έλληνας, ο άλλος ένας νέος ψηλός ξανθός Σέρβος που μιλούσε πολυ λίγα σπαστά ελληνικά.
Έπινε την μια μπύρα μετά την άλλη, μεθυσμένος, φώναζε θυμωμένα και χτύπαγε το τραπέζι.
Είχε αρχίσει να γίνεται ενοχλητικός, σκέφθηκα τι απολίτιστοι που είναι μερικοί Σέρβοι, είχα γνωρίσει αρκετούς Σερβους στην Χαλκιδική και ήταν νορμάλ.
Όλοι τον κοιτάζαν μα δεν καταλάβαιναν γιατί είναι θυμωμένος.
Στην αρχή νόμιζα ότι τα είχε με τον Έλληνα, αλλά δεν φαινόταν οι βρισιές να τον ενοχλούσαν. Του μιλούσε αμήχανα να τον καθησυχάσει αλλά όλο και παράγγελνε περισσότερες μπύρες.
Ο Σέρβος άρχισε να κλαίει, χτύπησε το τραπέζι πιο δυνατά και πάνε κάτω τα μπουκάλια της μπύρας.
Σηκώνομαι και πλησιάζω τον Έλληνα, που μάζευε τα μπουκάλια. Τι συμβαίνει με τον Σέρβο; Γιατί είναι τόσο θυμωμένος, γιατί βρίζει;
"Άστα, βάσανα. Καθίσαμε να τον κεράσω επειδη αρραβωνιαζόμουν και θυμήθηκε την οικογένειά του. Τους έχασε στον πόλεμο."
Πόσοι "Λάζαροι" κυκλοφοράνε ανάμεσά μας;
Μόνο ένας Θεός μπορεί να τους αναστήσει.
μας είπε λοιπόν.........να μη λυπάστε αυτούς που πέθαναν αλλά αυτούς που έζησαν και από το τρόμο των εμπειριών τους έχουν χάσει τα μυαλά τους και κυριολεκτικά γυμνοί γυρνάμε μέσα στους δρόμους προσπαθούν τρέχοντας να αποφύγουν τις φαντασίες τους και τοις φοβίες τους………
είναι τόσες οι λεπτομέρειες ενός πολέμου που με τρελαίνει ι ιδέα του αν και έχω ζήσει στη σκιά του!!
Δεν θα ξεχάσω τις διηγήσεις των προσφύγων όταν ήμουν μικρός…….πολύ πόνος!!!!!! Ακόμα θυμάμαι τους αμανέδες τους που έμοιαζαν σαν τραγουδισμένο κλάμα…..
Κυκλοφορούν κάτι φανταστικά για μένα βιβλία-εμπειρίες από μια από τις τελευταίες Κυρίες του ξεριζωμού…….τη κ. Βασιλική Ράλλη .
Any way….
Απλά θυμήθηκα……….
αλλά βαριέμαι αντίθετα με το φίλο μου το Μπάμπη το γράψιμο, ίσως λόγω του ότι είμαι ατάλαντος......
νάστε καλά!!!!!!
σκεφτείτε με την ανατροφή και με την καλοπέραση που έχουμε τώρα , να γίνει κάποιος πόλεμος......είναι κάτι ανάλογο σαν τους Σέρβους που προανέφερα....
Και μόλις τώρα διάβασα και το κείμενό σου.
Εντάξει η μάνα, ακόμη κι η χαμένη γυναίκα εντάξει, αλλά εκείνο το παιδί κάτω από το κρεβάτι, ε αυτό δεν συγχωρείται εύκολα.
Να γιατί δεν πρέπει να γινόμαστε τιμητές κανενός ανθρώπου. Δεν ξέρουμε τι σκατά και τι πόνο μπορεί να κουβαλάει στην ψυχή του. Τόσος άδικος θάνατος μόνο άλλον τόσο - και περισσότερο - άδικο θάνατο θα μπορούσε να φέρει.
Συγκλονιστική η ιστορία σου, πελτεδάκι.
Μια καινούρια μέρα, μια καινούρια εποχή, πότε θα έρθει, χωρίς τόσο παραλογισμό;
.
.
.
.
Γιατί ο Λάζαρος ή ο κάθε Λάζαρος πρέπει να ξαναγίνει άνθρωπος; Πότε σταμάτησε να είναι; Ο Λάζαρος είναι η ίδια η όψη του κάθε ανθρώπου που έχει περάσει τις πύλες της κόλασης.
Guerrero said…
“για παιδακια κρεμασμενα απο τσιγκελια και παιδικες πισινες με πτωματα νηπιων να κολυμπουν στο αιμα τους. Σερβακια τα πρωτα,κροατακια τα δευτερα.”
Οι λίγες αυτές λέξεις είναι εικόνα εναργής. Είναι η πιο βαθιά ακατανόητη, η πιο σκοτεινή, η πιο ερεβώδης εικόνα που μπορεί να αντικρίσει κάποιος πριν περάσει απέναντι.
================================
Αλλοτε, αν θυμάμαι καλά, η ζωή μου ήταν γιορταστικό τραπέζι
όπου ανοίγονταν όλες οι καρδιές, πίνονταν όλα τα κρασιά.
Ένα βράδυ, κάθισα την ομορφιά στα γόνατα μου –και την βρήκα πικρή- και την έβρισα.
Οπλίστηκα ενάντια στην δικαιοσύνη.
Και τράπηκα σε φυγή.
Ω μάγισσες, ω μιζέρια, ω μίσος, στην φύλαξη σας
δόθηκε ο θησαυρός μου!
Κατάφερα να σβήσει μες΄ στο πνεύμα μου όλη η ανθρώπινη ελπίδα.
Πάνω σε κάθε χαρά για να την στραγγαλίσω, πήδησα αθόρυβα, όπως τα΄ αγρίμια.
Κάλεσα τους δήμιους για να δαγκώσουν, πεθαίνοντας από βίαιο θάνατο, τα κοντάκια των ντουφεκιών τους.
Κάλεσα τις μάστιγες για να με πνίξουν με το αίμα, την άμμο.
Η δυστυχία ήταν ο θεός μου.
Πλάγιασα μέσα στην λάσπη. Στέγνωσα στον άνεμο του εγκλήματος. Κι έπαιξα έξυπνες φάρσες στην τρέλα.
Κι η άνοιξη μου έφερε το φρικτό γέλιο του ηλιθίου.
Ετσι, εντελώς πρόσφατα, ενώ ήμουν έτοιμος να τα τινάξω, σκέφτηκα να ζητήσω το κλειδί από το παλιό γιορτάσι, ίσως και μου ανοιγόταν πάλι η όρεξη.
Το έλεος είναι τούτο το κλειδί. –Και αυτή η έμπνευση αποδεικνύει ότι ονειρεύτηκα.
Θα παραμείνεις ύαινα, κ.τ.λ. ανέκραξε ο δαίμονας, που με είχε στέψει με τόσο ευγενικές παπαρούνες.
Είναι 5+, δεν υπάρχει περίπτωση να κοιμηθώ μετά από αυτό, και συνειδητοιώ το εξής: ¨Ετσι και γίνει, εγώ delete από τον χάρτη.
Χωρίς εκδίκηση κτλ κτλ κτλ - ό,τι και όπως νά'ναι, όσο πιο σύντομα τόσο το καλύτερο.
Erase & rewind....
Κι αν ακόμη υπάρχει αυτό που λένε ότι γυρίζεις στο μηδέν, μια που δεν δούλεψες το κάρμα σου ακόμη, και δεν προχώρησες στα μαθήματά σου, ποτέ μη σώσω.
Πραγματικά έχω αρρωστήσει.
.
.
.
.
Ο Θεμελιακός Λίθος ενός Βασανισμένου Λαού
Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΤΑΜΚΟΣ κάνει μια ενδοσκόπηση στο πολιτισμικό υπόβαθρο των σύγχρονων Σέρβων, αναλύοντας τους μύθους και τη νοοτροπία τους.
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΑΒΑΤΟΝ
ΑΒΑΤΟΝ, τεύχος 3
Ιούλιος - Αύγουστος 1999
http://www.metaekdotiki.gr/avaton/avaton3/avaton3.phtml
για την αναλογία με τις επιθέσεις αυτοκτονίας...
δεν είναι το ίδιο όταν ένας άνθρωπος, μόνος του, περνά τα σύνορα με το μαχαίρι του.
η επίθεση αυτοκτονίας είναι μια επιχείρηση που οργανώνεται ομαδικά και εκτελείται από έναν. Να προσάψουμε στους 'άλλους' που δεν τινάζονται στον αέρα τον κυνισμό ότι εκμεταλλεύονται τα τραυματικά βιώματα ένος ανθρώπου; ή μήπως εννοείτε ότι οι Παλαιστίνιοι κουβαλούν ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ αυτά τα βιώματα -- όχι αδιανόητο.
Υ.Γ. συγνώμη που η αντιδρασή μου δεν είναι τόσο συναισθηματική όσο άλλων. Δεν είναι το δέος μου μικρότερο. Καθένας με τον τρόπο του προσεύχεται.
Το αν οργανώνεται ομαδικά και εκτελείται από έναν, δεν είμαι πολύ σίγουρος.
Δε θέλω να πω για τα βιώματα των Παλαιστινίων, γιατί είναι κι αυτά βαριές ιστορίες, ανάλογες με του Λάζαρου.
"Να προσάψουμε στους 'άλλους' που δεν τινάζονται στον αέρα τον κυνισμό ότι εκμεταλλεύονται τα τραυματικά βιώματα ένος ανθρώπου;"
Δεν το αποκλείω καθόλου αυτό.
Η περίπτωση των 48 ωρών στα στρατόπεδα προσφύγων Σάμπρα και Σατίλα το 1982, που οι χριστιανοί φαλαγγίτες με τις πλάτες των Ισραηλινών κατέσφαξαν αμέτρητα γυναικόπαιδα, είναι χαρακτηριστική για το πως γεννιούνται βομβιστές αυτοκτονίας. Και δεν είναι η μόνη.
Το ίδιο κάνουν και οι Κούρδοι κι οι Ιρακινοί.
Και το ίδιο περιγράφει και η Παλαιά Διαθήκη (Σαμψών).
Δε λέω ότι τα δικαιολογώ. Λέω όμως, ότι δεν είναι αρειανοί, είναι άνθρωποι που με κάποιους τρόπους, απο-ανθρωποποιήθηκαν.