Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

ΚΟΛΑΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ

Όπως, αγαπητοί Χριστιανοί, ο διάβολος είπε το πρώτο ψέμα το μεγαλύτερο ψέμα του κόσμου, στον παράδεισο, έτσι και σήμερα μας λέει το δεύτερο και μεγάλο ψέμα.
Το πρώτο ψέμα όπως ήτανε ότι οι άνθρωποι, αν παρακούσουν τον Θεό και στηριχτούν στις δυνάμεις τους, στο μυαλό τους, στα χέρια τους στα πόδια τους, στις ικανότητες τους, θα γίνουν Θεοί. Βέβαια κάθε άλλο παρά έτσι έχουν τα πράγματα. Οι άνθρωποι δοκίμασαν και ακόμα δοκιμάζουν και κάθε άλλο παρά Θεοί έχουμε γίνει.
Το δεύτερο μεγάλο ψέμα που ευρέως κυκλοφορεί, είναι ότι οι άνθρωποι θα πάνε στην ανυπαρξία. Μιλάει για την ανυπαρξία. Τότε μίλαγε για Θεότητα των ανθρώπων με τις δυνάμεις τους. Τώρα λέει, ο άνθρωπος ας κάμει ότι θέλει, ας φάει, ας σκοτώσει, ας πιει, ας διαφθείρει, ας κλέψει, ας ευεργετήσει, ας κάνει ότι θέλει· όταν πεθάνει θα γίνει ατμός, θα γίνει τίποτα, θα επανέλθει στο μηδέν. Καλό είναι λοιπόν να προσέξουμε λίγο αυτό το πράγμα και να πούμε δυο λόγια διότι δυστυχώς αυτό, ακούγεται από πολλούς και το έχουν οι περισσότεροι πιστέψει έστω και αν δεν το λένε με λόγια. Κατά βάθος αυτό πιστεύουμε· ότι ο άνθρωπος χάνεται. Και ακούς ένα, κατά πάντα Ορθόδοξο, και λέει «έχασα εγώ τον άνθρωπό μου!» Βλέπεις Χριστιανούς μέχρι πρότινος, μόλις χάσουν, πρόωρα  ένα δικό τους άνθρωπο, να τα βάζουν με το Θεό, να τα βάζουν με την Εκκλησία, και να διακόπτουν σχέσεις μ’ αυτή.  Μα πώς έχασες τον άνθρωπο σου; Ο άνθρωπος σου ζει, και θα πας, θα πάμε όλοι, θέλουμε δε θέλουμε να βρούμε τον άνθρωπο μας.
Η παραβολή που ακούσαμε σήμερα αγαπητοί Χριστιανοί, μιλάει ακριβώς για πολλά θέματα, ξεκαθαρίζει πολλά πράγματα και λέει ότι αυτό το μεγάλο δεύτερο ψέμα του σατανά δεν πρέπει να περάσει. Θα δούμε τρεις φράσεις που μας τα λένε ξεκάθαρα όλα αυτά. 
Η πρώτη φράση είναι η εξής :«Εν τω άδη επάρας τους οφθαλμούς υπάρχων εν βασάνοις» Ας προσέξουμε τη λέξη «υπάρχων», στην κόλαση. Άρα υπάρχει η κόλαση. Πώς έρχονται τώρα οι άλλοι και λένε δεν υπάρχει τίποτα και ο άνθρωπος πεθαίνει και υπάγει στο μηδέν και δεν υπάρχει πέραν του τάφου τίποτα. Εάν πιστεύεις στο Ευαγγέλιο και το διαβάζεις είναι καθαρά, υπάρχω σημαίνει ύπαρξη.
Και το δεύτερο που βγαίνει από δω είναι το «εν βασάνοις». Ας το προσέξουμε και τούτο. Δεν λέει υποφέρων εν βάσανα. Που σημαίνει ότι τα βάσανα της κολάσεως δεν είναι εξωτερικά. Δεν είναι τα καζάνια και οι φωτιές και τα παρόμοια, που είναι εξωτερικά πράγματα. Δεν λέει υποφέρει, αλλά βασανίζεται. Υπαρξιακά βασανίζεται. Η ύπαρξη του τον βασανίζει. Ο ίδιος υπαρξιακά είναι ένα βάσανο. Αυτή είναι η κόλαση. Αλλά και από ένα άλλο σημείο. Ότι δεν ζητάει από τον Αβραάμ να τον βγάλει από κείνο το μέρος,  και να γλιτώσει. Γιατί; Γιατί ξέρει ότι όπου και αν πάει η κόλαση θα πάει μαζί του. Η κόλαση δεν είναι το μέρος. Δεν είναι τοπική η κόλαση. Κολασμένοι και Παραδεισιακοί είναι σε μία κατάσταση.. Δεν είναι η αλλαγή του τόπου που μας γλιτώνει απ’ την κόλαση. Η κόλαση είναι μέσα τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος, δημιουργεί τον εαυτό του κόλαση και ο Θεός δεν μπορεί να επέμβει. Πως είναι δυνατόν να τον βγάλει από τον εαυτό του αφού του έχει δώσει την ελευθερία; Η κόλαση λοιπόν είναι μέσα μας. Ένα άλλο σημείο που και αυτό είναι καθαρό. τι λέει; Απέθανε ο Λάζαρος λέει και «εγένετο απενεχθύναι υπό των αγγέλων εις τους κόλπους του Αβραάμ». Τι θέλει να πει αυτό; Θα πει ότι οι Παραδεισιακοί άνθρωποι δεν πάνε μόνοι τους στον Παράδεισό. Δεν τολμούν να σκεφτούν για Παράδεισο. Όποιος είναι πραγματικά σωστός, σωσμένος άνθρωπος, δεν σκέφτεται πραγματικά ότι κάνει για τον Παράδεισο. Τον εαυτό του τον προορίζει για την κόλαση, από ταπεινοφροσύνη. Ώστε τους Παραδεισιακούς ανθρώπους, όσοι καταξιωθούν για εκεί, θα τους πάνε άγγελοι, αντίθετα , οι κολασμένοι πάνε μόνοι τους στην κόλαση. Εθελοντές στην κόλαση!. Που το διαπιστώνω αυτό. Πάλι μέσα από την παραβολή.
Και το τρίτο! «Ίνα μη και αυτοί έλθουσιν στον τόπο τούτο της βασάνου» Βλέπει ο κολασμένος ότι υποφέρει, ότι δεν είναι δυνατόν, ούτε βρεγμένος δάκτυλος να του καταψύξει την γλώσσα. Και ξέρετε αυτά είναι μέσα του όλα. Αν κατάφερνε να σωθούν οι αδελφοί του, κάτι θα αλάφρωνε!. Γι’ αυτό ζητάει, γι’ αυτό παρακαλεί, να πάει ο Λάζαρος, πράγμα αδύνατο, για να μην έλθουν σ’ αυτό το  τόπο τούτο της βασάνου. Καταλαβαίνουμε τι θα πει το «έλθωσι»; Ότι θα έρθουν μόνοι τους Ούτε ο Θεός θα τους στείλει ούτε ο διάβολος θα τους στείλει στην κόλαση. Θα έρθουνε μόνοι τους. Η λέξη «έλθωσι» είναι καθαρή. Εθελοντές οι κολασμένοι πηγαίνουν στην κόλαση. Χωρίς εμπόδια.
Τελειώνουμε με ένα παράδειγμα απ’ το γεροντικό. Κάποιος μοναχός ο οποίος ήτανε πολύ πρόθυμος στην προσευχή, στους μακριούς σταυρούς, στις ακολουθίες, στις αγρυπνίες, μήπως υπάρχουν και από μας που είναι πολύ πρόθυμοι σ’ αυτά τα πράγματα;, αλλά αμελής σε όλα τα άλλα. Και κουτσομπόλευε και έτρωγε και δεν νήστευε και κατέκρινε και σε όλα τ’ άλλα αμελής και μόνο στην προσευχή θερμότατος. Και σε ένα από τους ασκητές θέλοντας να τον πειράξει ο διάβολος κάποτε του είπε το εξής: Τι περίεργοι που είστε εσείς οι Χριστιανοί λέει. Να, ο τάδε μοναχός, και του είπε το όνομα, ενώ με έχει κάτω από την μασχάλη του και προσπαθεί να μην του φύγω, και προσπαθεί με χίλια δω για να με κρατήσει, ύστερα κάθεται με τις ώρες και λέει: «μή εισενέγκεις ημάς εις πειρασμόν» Ενώ τον κρατάει μόνος του μέσα του τον πειρασμό λέει. Έτσι είσαστε λέει».
Ο άνθρωπος αγαπητοί, Χριστιανοί, θα κολαστεί, θα κολαστούμε, όχι διότι αμαρτάνει. Άλλωστε αν ήταν δυνατόν όποιος αμαρτάνει και να κολάζεται, δεν θα υπήρχε άνθρωπος για τον Παράδεισο. Διότι ουδείς αναμάρτητος, έστω και αν είναι  μία η μέρα του επί της γης. Το επαναλαμβάνω. Θα πάμε, όσοι πάμε στην κόλαση, όχι επειδή αμαρτάνουμε, αλλά γιατί δεν μετανοούμε. Και δεν μετανοούμε, γιατί εθελοντικά αμαρτάνουμε. Εκείνος που αμαρτάνει από συναρπαγή, αυτός δηλαδή που αμαρτάνει από ανθρώπινη αδυναμία, από πίεση, από πείνα ή κλέβει κάτι να φαν τα παιδιά του, υπήρξε η κακή ώρα και έπεσε στην ακολασία και σκοτίστηκε το μυαλό του κ. λ. π, αυτός που αμαρτάνει χωρίς να το θέλει, ή από πλάνη, (έχουμε και αγίους που κάποτε πλανήθηκαν),  ο Θεός δεν τους αφήνει. Μόλις περάσει η αμαρτία συνέρχεται και λέει: «τι έκανα εγώ;» Και μετανοεί αμέσως. Αυτός δεν πάει στην κόλαση. Στην κόλαση πάνε οι «εθελοντές αμαρτωλοί». Αυτοί που με την θέληση μας αμαρτάνουν και λένε αυτό εγώ δεν το θεωρώ αμαρτία, εκείνο εγώ δεν το θεωρώ αμαρτία. Και γίνονται πάνω από την εκκλησία και πάνω από τους αποστόλους και κανονίζουν το τι είναι και το τι δεν είναι αμαρτία. Αν λοιπόν κάθε ένα που εγώ δεν το θεωρώ αμαρτία το κάνω, εθελοντικά αμαρτάνω. Και επειδή εθελοντικώς αμαρτάνω δεν πρόκειται να μετανοήσω.
Ας ακούσουμε λοιπόν σήμερα αδελφοί μου, αυτό που δεν άκουσαν τα αδέλφια του πλουσίου της παραβολής. Είναι βάσανο η κόλαση και δεν το λέει σε μια μόνο μεριά το Ευαγγέλιο.  Ας μην ξεγελιόμαστε. Αν φτιάξουμε τους εαυτούς μας κολασμένους, θα ζούμε αιώνια στην κόλαση μας· αν τους φτιάξουμε Παραδεισιακούς θα ζήσουμε και αιώνια Παραδεισιακά.



Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022

ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΙ

Σχετική εικόνα«Και εύρσν καθήμενον τον άνθρωπον, αφ' ου τα δαιμόνια
εξεληλύθει, ίματισμένον και σωφρονοϋντα
παρά τους πόδας του Ιησού...»
(Λουκ. η' 35)

Δύο εικόνες διαμετρικά αντίθετες μεταξύ τους έρχονται στο νου μας ακούγοντας τη σημερινή ευαγγελική περικοπή. Από τη μια η φρικτή μορφή του δαιμονιζόμενου των Γαδαρηνών. Ανθρώπου ρακένδυτου όχι μόνο σωματικά μα και ψυχικά. Απορριμμένος απ' την κοινωνία, μοιράζεται με τους νεκρούς τα μνήματα τους. Ανθρώπου που λεγεώνες δαιμόνων του έδεναν νου και τη ψυχή και οι άνθρωποι, για να ησυχάσουν απ’ αυτόν, τον άφηναν αλυσοδεμένο να σέρνεται σαν αγρίμι μανιασμένο στις έρημους για να βρει εκεί καταφυγή.
Απ' την άλλη ο ίδιος άνθρωπος, ιματισμένος και σώφρον, βρίσκεται γαληνεμένος στα πό­δια του λυτρωτή του. Ένα πρώην απομεινάρι, αραγμένο στ' απάνεμο θεϊκό λιμάνι, ζωντανό πια χωρίς τους σκοτισμένους λογι­σμούς νου και τη μαυρισμένη ψυχή, ησυχασμένο, παρακαλεί τον Κύριο να μείνει για πάντα μαζί του.
ΕΙκόνες χθεσινές -σημερινές του ανθρώπου πού με ταραγ­μένο τον νου σφαδάζει μετέχοντας στην παραλογία του σημερινού κόσμου του πολυτάραχου, πού σ' ώρες βαθιάς συναισθήσεως του αληθινού ομολογεί μαζί με τον Φώτη Κόντογλου : «Η­συχία! Σιωπή ! Ω βλογημένη σιωπή , πού μέσα σε σένα ακούγω τις μυριάδες φωνές του παντός. Κι ώ ταραχή και βουή της πο­λιτείας πού μ' εμποδίζεις να ακούσω την υπερκόσμια αυτή και πολύηχη σιωπή, πού την ακούω σε τούτη την έρημο ! Τώρα κα­ταλαβαίνω καλά γιατί στην έρημο ακούγανε οι ασκητές τη φω­νή του Θεού και καταλαβαίνανε τα μυστήρια...».
Είναι, αλήθεια, ή ώρα της «ησυχίας» «παρά τους πόδας του Ιησού
Αδελφοί μου!
Είμαστε, λέει ο απ. Παύλος λυτρωμένοι με το Αίμα του Ιησού Χριστού. Έχουμε λάβει τη σωτηρία μας από το νόμο της αμαρτίας και του θανάτου δια του αίματος του Χριστού. Είμαστε, λέει πάλι κάπου αλλού, μέλη της αγίας Του Εκκλησίας. Τέτοιο μεγάλο προνόμιο μας έδωσε ο Χριστός.
Δαιμονιζόμενοι υπήρχαν στην εποχή του Χρίστου, υπάρχουν και σήμερα. Όταν ό άνθρωπος απομακρυνθεί από τις αρχές που καθορίζει η πίστη προς το θεό και κλονισμένος οδηγείται σε μια αναρχούμενη ζωή  και σε μια ψυχική ανισορροπία τότε είναι δαιμονισμένος! «Ποια σχέση υπάρχει με­ταξύ σου και μεταξύ μας;» ειπώθηκε σήμερα στον Κύριο, φυσικά, απ’ τα δαιμόνια! Έτσι ο άνθρωπος χωρίς θεό, χωρίς τον κύ­κλο των ηθικών αξιών, διακόπτει κάθε πνευματική σχέση με το θεό και οδηγείται σε δαιμονικές και παράλογες πράξεις. Δεν θέλει να έχει σχέσεις με το Χριστό. Η προσωπικότητα του καθίσταται καταρρακωμένη. Η χωρίς φραγμούς ζωή, η ασύδοτη ζωή, η αναστατωμένη και αυτονομημένη απ’ το Θεό ζωή,  είναι δαιμονισμός. Τα έργα της δουλείας στην αμαρτία είναι του διαβόλου. Ο Χριστός, αντίθετα προσφέρει τη ζωή της εσωτερικής ελευθερίας, ζωή ησυχίας, ζωή ισορροπίας και ηρεμίας ζωή χαράς και  καταξιώσεως.
Δαιμονισμένος ο άνθρωπος της εποχής μας. Δαιμονισμένος γιατί έχει καταντήσει χιμαιροκυνηγός και δεν κατανοεί ο άμοιρος πως ζει με σύντροφο την ουτοπία. Πιστεύει κι ελπίζει σε μια ευτυχία βασισμένη στην καταξίωση την κοσμική, τη μάταιη που δεν έχει πνευματικό θεμέλιο. Βασίζεται στην υπερκαταναλωτική αφθονία σε όλους τους τομείς σκοτώνεται για να μαζέψει «μεταξωτές κορδέλες» που τελικά κι αυτές είναι φύκια.  Τον αφουγκράζεται ο μακαριστός Φώτης Κόντογλου, να παραμιλάει και να σιγοκλαίει λέγοντας: «Τι δυστυχία, να 'σαι φημισμένος στρατηγός ή συγγρα­φέας ή τεχνίτης ή ό, τι άλλο... Ενώ ο ταπεινός κι ο ξεχασμένος σεργιανίζει ξέγνοιαστος μέσα στο περιβόλι της καρδιάς του, ανά­μεσα σε πρασινάδες και σε νερά, και γέρνει και ξεκουράζεται απάνω στο χορτάρι και χαίρεται τον κόσμο, όπως του διόρισε ό Θεός...».
Δαιμονισμένοι, γιατί εγκαταλείψαμε πλέον την οικογένεια μας, τα παιδιά μας, αβοήθητα και απροστάτευτα,  στη προσπάθεια μας να τους δώσουμε όλο και περισσότερα. Δαιμονισμένοι, γιατί σκύψαμε το κεφάλι και αιχμαλωτιστήκαμε σ’ ένα εισαγόμενο σατανισμό, που μας τον πλασάρουν με τον κατ’ ευφημισμό όρο, διασκέδαση και αναστρέψαμε τη φύση. Κάναμε λοιπόν τη νύχτα μέρα και τη μέρα νύχτα, έτσι διασκεδάζει σήμερα ο κόσμος, γεμίσαμε τ’ αυτιά μας με εκκωφαντικούς και ακατανόητους, δαιμονισμένους, ήχους, δηλητηριαστήκαμε με το αλκοόλ  και τα ναρκωτικά.
Αντί τους υποσχόμενου παραδείσου οδηγηθήκαμε στην πλή­ρη καταστροφή. Είμαστε δαιμονισμένοι  γιατί, με κάθε τρόπο, τηλε­όραση, ραδιόφωνο, Τύπο και ότι άλλο, επιχειρούμε να προβάλλουμε τη δια­στροφή, τον κλονισμό, την ανωμαλία, το έγκλημα, την αναισχυντία και να καταρρακώσουμε κάθε παραδεδεγμένη αξία.
Θλιβερά τα αποτελέσματα της σύγχρονης δαιμονοπληξίας. Περιφέρονται λείψανα ανθρώπων, με παρανοϊκές καταστά­σεις και ως ανοικτοί τάφοι αποδίδουν την ηθική δυσοσμία. Όλοι αυτοί καμιά σχέση δεν έχουν με το Θεό. Ο Θεός δεν υποδεικνύει ζωή ανισορροπίας, αλλά  εξισορρό­πηση και ηρεμία. Αν σήμερα οι άνθρωποι κατατρύχονται από τα βασανιστικά συναισθήματα του άγχους, της μοναξιάς, της ανασφάλειας, όλα είναι «αγαθά» της ανισορροπίας πού επεκτείνεται στις συνθήκες της κοινωνικής ζωής και μάλιστα της πνευματικής ζωής.
Μέσα σ’ αυτή την "κοσμική κοινωνία", την "κοσμική" κοινωνία, που λόγω της πολυπραγ­μοσύνης και των πολλών περισπασμών προς διάφορες κατευ­θύνσεις, φυλακίζει την ψυχή και δεν αφήνει τη Χάρη του Θεού ν' ανθίσει μέσα της, υπάρχει και μια άλλη Κοινωνία· η εν Αγίω Πνεύματι κοινωνία, που μας φωνάζει " άνθρωπε ησύχασε". Ή πρώτη είναι γνώρισμα του σύγχρονου ανθρώπου και τρόπου ζωής. Η δεύτερη, η οδός της "ησυχίας", ο δρόμος της απεξάρτησης απ’ τη τρέλα της  νέας εποχής είναι τα ο ανθός πού δεν ευ­δοκιμεί μονάχα στα πόδια του Χριστού και αναφέρεται σ' όλους που μέσα στο κοσμικό κατεστημένο βάλλονται συνεχώς και πιέζονται με ατέρμονες έννοιες και φροντίδες. Αυτή είναι η κατά Θεόν ησυχία.
Σ' αυτόν τον ευλογημένο άνθρωπο, πού ίσως έβαλε σε δεύ­τερη μοίρα την Κολυμβήθρα απ' όπου βγήκε Χριστοφόρος, η Εκκλησία του λέει: «Όπως ακριβώς σ' ένα δρόμο, οπού πηγαι­νοέρχονται πολλοί πεζοί, ποτέ δεν φυτρώνει χορτάρι ούτε κι αν το σπείρεις, γιατί πατιέται το χώμα. έτσι συμβαίνει και με μας. Παραιτήσου από κάθε φροντίδα και θα ιδείς να φυτρώνουν αυ­τά, πού δεν γνώριζες Ότι βρίσκονταν μέσα σου, επειδή πάνω σ' αυτά περπατούσες». (ό­σιος Πέτρος ο Δαμασκηνός).
Δαιμονισμός, αδελφοί μου, είναι να νομίσει κανείς ότι μένει παντοτινά στη ζωή αυ­τή. Δαιμονισμός είναι να φροντίζει για το σώμα προς βλάβην της ψυ­χής και να καυχιέται γι’  αυτό πού αφήνει πίσω του. Γι’ αυτό ιματισμένοι και σωφρονούντες στα πόδια του Ιησού ας ακούσουμε τα λόγια Του!  «Προσέχετε δε τους εαυτούς σας, μήπως οι ψυχές σας γίνουν βαριές και ανίκανες να προσέχουν και να αγρυπνούν, πνιγμένες μέσα στις κραιπάλες και τις μέθες και στις αγωνιώδεις και βασανιστικές φροντίδες των βιοτικών».
Αλήθεια, σαν δεν προσέξουμε,  τότε φευγατίζεται η ψυχική γαλήνη, και οι κοσμικές μέριμνες πνίγουν νου και καρδιά.


Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ / ΣΠΟΡΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΣ

 


« ùEn¡khem ¿ spe´qym toË spe¶qai tÁm spÁqom aÇtoË...

SpÁqor •st´m À kÁcor toË HeoË».

 

          Κάθε χρόνο αυτή την εποχή, την εποχή της σποράς, ακούμε στην Εκκλησία μας να διαβάζεται η γνωστή Ευαγγελική περικοπή «του Σπορέως».

          Βγήκε κάποιος γεωργός για να σπείρει το χωράφι του. Όμως η καρποφορία, σαν ήρθε ο καιρός, δεν ήτανε η προσδοκώμενη. Ένα μέρος του σπόρου έπεσε στα μονοπάτια, και καταπατήθηκε. Ένα άλλο μέρος έπεσε στ’ αγκάθια. Φύτρωσε μεν μα τα’ αγκάθια δεν επέτρεψαν στα φυτά να αναπτυχθούν και να καρποφορήσουν. Τα κατέπνιξαν. Ακόμη σπόρος έπεσε σε γη σκληρή και ακαλλιέργητη, σε γη πετρώδη, και δεν μπόρεσε να φυτρώσει. Μόνο όσος σπόρος έπεσε σε γη καλή, γη καλλιεργημένη, προχώρησε, καρποφόρησε, έδωσε καρπό «εκατονταπλασίονα».

          Αγαπητοί Χριστιανοί.

Την κατάλληλή εποχή, η κατάλληλη διδασκαλία. Μια εικόνα του χτες, μια εικόνα που θα είναι σχεδόν άγνωστη και ακατανόητη στα παιδιά του αύριο, κυριαρχεί στην Δ΄. Κυριακή του Λουκά. Μια εικόνα που μας θυμίζει χρόνια δύσκολα, χρόνια κουρασμένα και φτωχά όπου ο ταπεινός ζευγολάτης, ο σποριάς, ο αγρότης, προσπαθούσε με τον ιδρώτα του προσώπου του να κερδίσει το λίγο ψωμί του. Εικόνα, που σήμερα έχει εκτοπίσει ο μηχανοκίνητος επιχειρηματίας, ο συνδικαλιστής αγρότης, τα παγκοσμιοποιημένα αγροτικά προγράμματα της Ε.Ε.

          Πέρα όμως από όλα αυτά, αγαπητοί Χριστιανοί, η ώρα δεν είναι για αγροτικά σεμινάρια, ούτε για λύση αγροτικών προβλημάτων. Εξ άλλου ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, όσες φορές χρησιμοποίησε τέτοιες εικόνες, είχε κάποιο άλλο, απώτερο σκοπό. Μιλώντας λοιπόν για σπόρους και για καλλιέργειες, αναφέρεται στην καλλιέργεια την πνευματική.

                                                                                                             

Εννοεί το θείο λόγο Του, που είναι ο πλέον δυναμικός σπόρος, και ο οποίος πρέπει να ενσταλάξει στο χωράφι της ψυχής μας για να δώσει τον εκατονταπλασίονα καρπό του.

          «SpÁqor •st´m À kÁcor toË HeoË…». Είναι ο λόγος ο Θεϊκός ο οποίος σπέρνεται στις καρδιές μας για να γνωρίσουμε και να κατακτήσουμε το νόημα της ζωής. Είναι η αναγέννηση ολόκληρης της ζωής. Είναι η μόνη, η αιώνια αλήθεια. Είναι η πλέον πρόσφορη δυνατότητα αναμόρφωσης του «παλαιού ανθρώπου», ο οποίος σπείρετε στην καρδιά μας για να την γονιμοποιήσει, ώστε να παράγει  ήμερους καρπούς αγάπης.

          Αγαπητοί Χριστιανοί.

          Ο λόγος του θεού, σπόρος δυναμικός και ,αναγεννητικός, σπόρος   πρωτόγνωρος, πρωτότυπος, ζωογόνος, Χριστοκεντρικός, και δεν έλειψε από την Εκκλησία μας, και είναι εντολή του Κυρίου Ιησού Χριστού να σπείρετε «εν παντί τόπω και χρόνω». «Πορευθέντες εις  τον κόσμον άπαντα, μαθητεύσατε πάντα τα έθνη».

Ο λόγος του Θεού είναι το κήρυγμα της Εκκλησίας μας, είναι η διδασκαλία της, είναι το καλό μήνυμα, το μήνυμα της σωτηρίας που συνεχώς μας προσφέρει. Είναι ο λόγος της, που βέβαια δεν είναι λόγος ανθρώπινος. Δεν εξαρτάται από τη σοφία και την ευγλωττία ανθρώπων. Είναι σοφία, είναι δύναμη, είναι ενέργεια  Θεού.

Ο λόγος του Θεού , το κήρυγμα, είναι ακόμη το όπλο της Εκκλησίας. Όπλο, όχι βέβαια για να καταστρέφει, αλλά για νικά τις δυνάμεις του σκότους. Για να αμύνεται στους πολυποίκιλους εχθρούς, στους προκατειλημμένους κατηγόρους της, στους κακοήθεις λασπολόγους, στους «κρυφοδαγκανιάρηδες σκύλους» κατά τον Φώτη Κόντογλου. Είναι η «δίστομος ρομφαία», που επιδέξια κόβει και θεραπεύει θανατηφόρα. μορφώματα. Είναι ο λόγος, που μιλά τη γλώσσα της Εκκλησίας, λέει τις απόψεις της, μεταφέρει και διακηρύσσει την από αιώνων διαφυλαχθείσα αλήθεια, στις ημέρες μας. Είναι η αντίσταση της στον κάθε είδους πόλεμο που δέχεται.

          Χρέος λοιπόν όλων μας η «σπορά του λόγου». Υποχρέωση μας ο λόγος του Θεού το μήνυμα το καλό να φτάσει στις καρδιές όλων να ριζώσει, να βλαστήσει, να φουντώσει, να καρποφορήσει να δώσει «εκατονταπλασίονα» καρπό .

Οι ποιμένες έχουν χρέος, έχουν υποχρέωση ιερή να σπέρνουν στις καρδιές το λόγο του Θεού. Είναι απαραίτητο να αγωνίζονται και οφείλουν να προσφέρουν αμόλευτο, ασυμβίβαστο, δυνατό, αμυντικό και απολογητικό στον πόλεμο, ελεγκτικό στην αμαρτία, ορθόδοξο το κήρυγμα.

Οι ποιμενόμενοι έχουν χρέος να έχουν ανοιχτή ψυχή και αυτιά. Ν’ αφήνουν να πέφτει ο σπόρος σε γη αγαθή. Να βρίσκει έδαφος πρόσφορο, χώμα γόνιμο, για να μπορεί να ριζώνει. Πρέπει να κατανοήσουν ότι δεν πρόκειται για λόγια ανθρώπων αλλά για λόγο θεού, στον οποίο όλοι έχουμε χρέος να δείξουμε εμπιστοσύνη και να σκύψουμε το κεφάλι. «Λάλει Κύριε και ο δούλος ακούει», πρέπει να είναι η καθημερινή μας στάση απέναντι στο θείο λόγο.

          Αγαπητοί Χριστιανοί.

          Η σημερινή Κυριακή, η Κυριακή «του Σπορέως», είναι και η ημέρα της επίσημης έναρξης του κηρυκτικού, του διδακτικού, έργου της Εκκλησίας μας, μέσα στην νέα εκκλησιαστική χρονιά που από 1ης  Σεπτεμβρίου άρχισε. Σοφά και συμβολικά η Εκκλησία μας διάλεξε αυτή τη μέρα, αυτή τη Κυριακή, αυτή την Ευαγγελική περικοπή για την ανακύκληση του μεγάλου, του σπουδαίου αυτού έργου για την σπορά στη ψυχή του ανθρώπου, τη γονιμοποίηση της, την καρποφορία της, την αναγέννηση της.

          Η αλήθεια βρίσκεται στη γη, και θρέφει καθημερινά την ανθρώπινη ψυχή. Είναι ο Χριστός, που πήρε δούλου μορφή, και έσπειρε σαν άριστος σποριάς το θείο λόγο. Και τον έσπειρε απλά, δυνατά, καθαρά, ζωντανά. Με ένα του λόγο ανάσταινε νεκρούς. Με μια του φράση, αποκάλυπτε τα μυστικά του ουρανού στη γη. Με μια του κίνηση έδινε ζωή. Κάθε του σχέση ζωογονούσε.

Παρ’ όλα αυτά, ο κόσμος, στην πλειοψηφία του, ακόμα δεν θέλησε το δυνατό, το ζωντανό, τον ασυμβίβαστο λόγο του Θεού. Κρατάει , εμμένει, αναπαύεται, ευχαριστείται, με τον ψεύτικο, τον αδύναμο, τον παραπλανητικό, το λαοπλάνο, το νεκρό, ανθρώπινο λόγο. Εξακολουθεί να πιστεύει στο μύθο, στην ψευτιά, στην ουδέποτε υλοποιούμενη υπόσχεση, στη φαντασίωση, στον ορθολογισμό. Πιστεύει στους δημαγωγούς και τους εκμαυλιστές, παρά στους Ευαγγελιστές.

          Έτσι λοιπόν αγαπητοί Χριστιανοί.

          Για να ξεφύγουμε απ’ αυτά τα άγονα μονοπάτια και τα γεμάτα πέτρες χωράφια. Για να ξεριζώσουμε τα βλαπτικά αγκάθια που μας καταταλαιπωρούν συμπνίγουν  τη ψυχή μας, ας ζητάμε από τον Κύριο το φως της Θεογνωσίας. Ας ζητάμε τον ήλιο της δικαιοσύνης, το νοητό, το αληθινό φως, να μας φωτίζει και να μας χαρίζει την αληθινή γνώση, ώστε να απαλλαγούμε από την άγνοια που μας κρατά δεμένους. Το ζητούμενο είναι η  βούληση και η εμμονή στην κατάκτηση αυτού του στόχου κι εδώ υπάρχει η δική μας ευθύνη.

«ôEkkalxom •m ta¶r jaqd´air žlØm, vik‚mhqype D—spota, tÁ t¡r S¡r heocmys´ar €jŸqatom vØr, ja´ toÉr t¡r diamo´ar žlØm di‚moinom ¿vhakloÉr e²r tŸm tØm eÇaccekijØm sou jgqucl‚tym jatamÁgsim».

                                                                                                       ΑΜΗΝ

                                                                                           ΟΙΚΟΝ. ΓΕΩΡΓΙΟΣ  ΑΛΕΝΤΑΣ

                                                       

        

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ

 

«Πάντως, γενικά, δεν θα ήθελα να πεθάνω»


Συγγραφέας: Μαρτζούχος π.Θεοδόσιος

«Όταν πεθάνω, θέλω να με καταψύξουν. Μετά, να με βάλουν σ᾿ ένα τάφο με μερικούς κόμπακτ δίσκους, κάποιους πίνακες ζωγραφικής, μερικά βιβλία και ίσως με ένα-δύο ευχάριστα άτομα για παρέα. Πάντως γενικά δεν θα ήθελα να πεθάνω»!

Πίσω από την πονεμένη ειρωνεία αυτού του μουσικού, κρύβεται ο βαθύτερος ανθρώπινος πόθος. Κανείς δεν θέλει να πεθάνει γιατί, φυσικά «γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος, μαυρίλα», όπως λέει και ο ποιητής. Ο θάνατος είναι ο μεγαλύτερος και βαθύτερος πόνος. Ατυχώς από κανένα δεν λείπει ο πόνος. Ούτε από τον Χριστό, που άλλωστε ταυτίστηκε με κάθε πόνο, με όλον τον ανθρώπινο πόνο, επί του Σταυρού. Ο Χριστός δεν πόνεσε και δεν πέθανε προκειμένου να μην πονούν και να μην πεθαίνουν οι άνθρωποι, αλλά ταυτίστηκε με την ανθρώπινη κατάσταση, για να αποχτήσουν τα ανθρώπινα την ποιότητα της θεϊκής "πάστας".

Ο άνθρωπος, μπροστά ή μάλλον μέσα στον πόνο, αποχτά επίγνωση του ποιος είναι ο ίδιος και ποια τα όριά του! Μόνον μέσα σ᾿ αυτό το φρικαλέο καμίνι, συνειδητοποιεί τον ίδιο του τον εαυτό, τους άλλους, και ίσως και τον Θεό! Το ίσως, στην περίπτωση του Θεού, ισχύει, γιατί πολλές φορές, τον πόνο ο άνθρωπος τον διαβάζει ως τιμωρία του Θεού (που δεν είναι) και βλέπει τον Θεό ως «αδιάφορο τύραννο», επειδή ξεχνάει (ο άνθρωπος) τον Σταυρό, και φαντάζεται ότι ο Χριστός βρίσκεται σε… Ολύμπια αταραξία αδιαφορίας. Ενώ ο Χριστός, βέβαια, συνοδυνάται και συμπάσχει με κάθε αναγκεμένο.

Ο Χριστός υποφέρει μαζί με κάθε άνθρωπο ο οποίος υποφέρει!

Γινόμενος άνθρωπος, "ανέλαβε" πάντα τα ανθρώπινα. Δεν ήρθε ως… επιθεωρητής, για να επισημάνει τι δεν γίνεται καλά και να δώσει εντολές για διόρθωση! Ήρθε και μπήκε μέσα στο καμίνι και στην «φωτιά» που βρισκόμαστε ο καθένας μας, αφού ταυτίζει τον εαυτό Του με τον καθένα μας. Δεν μιμείται τον άνθρωπο, ΕΙΝΑΙ άνθρωπος. Το ότι είναι και Θεός δεν "λιγοστεύει" τον άνθρωπο. Αντιθέτως τον αναβαθμίζει. Ο Θεός γυρεύει από τον άνθρωπο περισσότερα, γιατί ακριβώς τον έχει γνήσιο υιό Του και δεν θέλει να συνάψουν μια νόθο σχέση (Εβρ.12, 7-9). Ακόμα και όταν "απαιτεί", δεν είναι «κατά τό δοκοῦν Αὐτῷ», αλλά εις το «μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος Αὐτοῦ»!! Δηλαδή δεν "παιδεύει" αυθαίρετα και όπως Αυτός νομίζει, αλλά προκειμένου εμείς να ελευθερωθούμε από την φυλακή του "πολύτιμου" εγωισμού μας, και να αποκτήσουμε την δυνατότητα μετοχής στην ποιότητά Του (= εἰς τό μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος Αὐτοῦ…). Και όπως επεξηγεί ο Απ. Παύλος στην συνέχεια της προς Εβραίους επιστολής: Κάθε παιδεία (ωριμότητα, εκπαίδευση, "γύμνασμα") τον καιρό που "εξελίσσεται" φαίνεται στα μάτια μας ως δυσκολία και στρίμωγμα, αλλά κατόπιν γεμίζει την καρδιά γαλήνη, από την αίσθηση του ελέους του Θεού, που έρχεται σε όσους αποδέχονται και "περπατούν" τον κόπο που απαιτείται. Έτσι και η σχέση με τον Θεό.

Να ’μαστε λοιπόν τώρα μπροστά σ᾿ ένα φέρετρο! Είναι το ξόδι ενός μοναχογιού και μάλιστα μιας μάνας χήρας. Βρίσκεται ο Χριστός μπροστά σε μια οδύνη απ’ τις χειρότερες στον κόσμο. Ακολουθεί αυτό το ξόδι «ὄχλος τῆς πόλεως ἰκανός», πολλοί άνθρωποι από την πόλη! Όλοι αυτοί συμπονούν αυτή την χαροκαμένη χήρα και της συμπαρίστανται. Ξέρουν ότι και αυτοί είναι άνθρωποι και δεν αγνοούν το δικό τους αύριο, η σύνεση λοιπόν μαζί με την καλοσύνη τους κάνει συμπονετικούς. Οι άνθρωποι συμπονούν από… ταυτότητα ανθρώπινη.

Ο Χριστός συμπονά όχι χωρίς συναισθήματα, αλλά από ένα λόγο που είναι πάνω από τα συναισθήματα. Από αγάπη. Εμείς συμπονάμε ή και "αγαπάμε" γνωστούς και οικείους. Ο Χριστός συμπονά και αγαπά τους πάντες. Δεν διακρίνει οικείους και ξένους, του είναι, του είμαστε όλοι, «οικείοι και συμπολίτες». Δεν ρυθμίζει την στάση του από την δική μας ποιότητα. Αγαπά… αδιακρίτως. Χωρίς διακρίσεις, όχι χωρίς διάκριση! 

Για πολλούς ανθρώπους η ζωή είναι ένα… κρεμμύδι που όσο το «ξετυλίγεις» τόσο περισσότερο κλαις! Θεωρούν, αυτοί που σκέπτονται έτσι, την ματαιότητα των ανθρωπίνων όχι ως ανεπάρκεια, αλλά ως… ανυπαρξία. Δηλαδή δεν θέλουν να "αντιληφθούν" ότι τα ανθρώπινα πράγματα δεν χορταίνουν την καρδιά μας, όχι γιατί δεν αξίζουν τίποτα, αλλά διότι δεν επαρκούν για να την γεμίσουν. Χρειάζονται όλα τα ανθρώπινα έναν ποιοτικό εκθέτη, για να αυξηθεί η "αξία" και το "μέγεθός" τους. Χωρίς τον Χριστό, η ζωή γίνεται ένας παραλογισμός, για άλλους όμορφος και άνετος, για άλλους οδυνηρός και απεχθής, πάντως για όλους παραλογισμός!! Για τους χριστιανούς, ζωή είναι ο Χριστός. Αυτός δίνει νόημα στα πράγματα και "αυξάνει" την αξία τους, ώστε να γεμίζουν την ανθρώπινη καρδιά. Αυτός αναιρεί τον παραλογισμό της… ημερομηνίας λήξεως στην ανθρώπινη ζωή, όχι μόνον, όπως στο περιστατικό του σημερινού Ευαγγελίου, για προθεσμιακή μετάθεση του θανάτου, αλλά για Ανάσταση και Ζωή μόνιμη, μαζί Του. Αυτός ανοίγει προοπτικές «ποιοτικής αναβάθμισης» όχι για προσωπική καταξίωση και καθωσπρεπισμό, αλλά για δυνατότητα μετοχής στην ζωή Του. Ο νεαρός γιος της χήρας της Ναΐν, μετά από κάποια χρόνια, φυσικά πέθανε και κείνος, όπως κάθε άνθρωπος. Αν δεν απόχτησε εν τω μεταξύ σχέση με τον Χριστό, και δεν αγωνίστηκε για ποιοτική αναβάθμιση (αυτό είναι οι αρετές) της ζωής του, άραγε μπορεί να τον ωφέλησε σε τίποτε η παράταση της βιολογικής ζωής; 

Οι έκπληκτοι, από το απίθανο γεγονός της αναστάσεως του νέου, Εβραίοι έκαναν μια σωστή και ουσιαστική επισήμανση στην όλη ιστορία. Έβγαλαν το σωστό συμπέρασμα ότι: «Ἐπεσκέψατο ὁ Θεός τόν λαόν αὐτοῦ» δηλαδή ήρθε ο Θεός να μας θεραπεύσει. Στην Καινή Διαθήκη, το ρήμα επισκέπτομαι δεν συνδυάζεται ποτέ με κρίση ή τιμωρία, αλλά πάντοτε με την προστασία και την ιατρική φροντίδα!

Υιέ Θεού, σώσε μας, Παντοδύναμε·

του ανθρώπου η ζωή, σαν το λουλούδι είναι του αγρού·

όμορφο μόνον το πρωί·

το βράδυ ξηραίνεται, μαραίνεται και πέφτει.

Την αναπνοή, εσύ την έδωσες στα ρουθούνια μας 

από τον θάνατο και πάλιν μας επέστρεψες

ακόμα κι όταν έφευγε από εντός μας η ψυχή,

αφού κανέναν δεν είχαμε λυτρούμενον και σώζοντα.

Συ, λοιπόν, Κύριε, ως Λυτρωτής,

από την ανυπαρξία σώσε μας

όλους εμάς τους δούλους Σου,

ως Ελεήμων και Παντοδύναμος.