29.4.07

31 χρόνια μετά Αλέκος Παναγούλης

Αντί προλόγου

ΘΕΛΩ

Θέλω να προσευχηθώ
με την ίδια δύναμη που θέλω να βλαστημήσω

Θέλω να τιμωρήσω
με την ίδια δύναμη που θέλω να συγχωρήσω

Θέλω να προσφέρω
με την ίδια δύναμη πού ’θελα στο ξεκινήμα

Θέλω να νικήσω
αφού δεν μπορώ να νικηθώ

31 χρόνια μετά ... Μέρος Ι
Έχουν περάσει τριανταένα χρόνια από την τραγική Πρωτομαγιά του 1976, και ο Αλέκος Παναγούλης έχει ξεχαστεί…

Η ελληνική κοινωνία, το ελληνικό κράτος ακόμα και τώρα, 39 χρόνια μετά την ηρωική απόπειρα της τυραννοκτονίας, τον φοβάται και δεν του συγχωρεί το γεγονός ότι παρέα με τους λίγους συντρόφους του, προσπάθησε να πετύχει το ακατόρθωτο: Να δολοφονήσει τον τύραννο και να επανέλθει με το λιγότερο δυνατό κόστος η Δημοκρατία….

O Παναγούλης ήταν πολύ μεγαλύτερος από τον καιρό του, πολύ μεγαλύτερος από τα δικά μας μέτρα και σταθμά, πολύ μεγαλύτερος από τις ανάγκες και προσδοκίες μιας γενιάς που πέρασε και πάει. Για αυτό και τον τυλίγουμε με την αμηχανία μας, για αυτό και τον παραδίνουμε στη σιωπή. Τον εξωθούμε στο περιθώριο γιατί δεν τον αντέχουμε, τον διώχνουμε από μέσα μας γιατί δειλιάζουμε να τον συλλογιστούμε. Τον εξωθούμε στην μοναξιά. Μια μοναξιά όμοια με εκείνη των αρχαίων ηρώων.

Ο Παναγούλης πέθανε. Άφησε πίσω του πράξεις και ποιήματα. Άφησε πίσω του την λαχτάρα του για αγώνα, για ανθρώπινες κοινωνίες, ανθρώπινες αξίες, ανθρώπινες ευαισθησίες. Για αντίσταση σε κάθε αφέντη, μεγάλο τιμονιέρη, πιστολά πρόεδρο, τεχνοκράτη, ορθολογιστή τραπεζίτη.

Από την Πρωτομαγιά του 1976 πέρασαν τριανταένα χρόνια και οι αξίες για τις οποίες αγωνίστηκε ο Παναγούλης πήγαν στην άκρη. Εκλογές γίνονται τακτικά - ωστόσο οι Αμερικάνοι βομβαρδίζουν όποια χώρα και πόλη επιθυμούν. Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι - μα οι άνθρωποι της Δύσης πλουτίζουν πάνω στην πείνα των υπολοίπων ίσων συνανθρώπων τους. Οι πρώτοι νεκροί δεν πήραν ποτέ απάντηση με ενότητα και αγώνα.

Στα ελληνικά σχολικά βιβλία δεν θα διαβάσεις ούτε ένα από τα ποιήματα του. Τα ποιήματα του πια τα βρίσκεις σε ελάχιστα βιβλιοπωλεία. Η ελληνική πολιτεία τον φοβάται και επιδεικτικά τον αγνοεί .

Πολλοί απορούν - μα γιατί τούτες οι παραλήψεις; Μην ξεγελιόμαστε - δεν είναι παραλήψεις:

Ο Παναγούλης ενοχλεί όπως ενοχλούσε πάντα

Ο Παναγούλης ενοχλεί - ως μνήμη, ως ανθρώπινο σήμα, ως πολιτικό αίτημα. Ναι, ο Παναγούλης ενοχλεί και θα ενοχλεί για πάντα τους Μεγάλους Αδελφούς, τους Μεγάλους Αρχηγούς κι όλους τους ρουφιάνους τους, όσους λογαριάζουν τους ανθρώπους για υπηκόους, για σκλάβους, για υποτελείς, για καύσιμη ύλη στη μεγάλη μηχανή της Ιστορίας.

Ο Παναγούλης ενοχλεί γιατί δεν σκεπάζεται από τα ψέματά τους, τις δημαγωγίες τους, ενοχλεί γιατί δεν λογάριαζε μήτε το Μπογιάτι, μήτε το Κολοσσαίο, μήτε το Γκουαντανάμο, μήτε τις νυχτερινές περιπόλους των φιλήσυχων μα πάντα αγανακτισμένων πολιτών, μήτε καν το διάλειμμα για τις διαφημίσεις.

Ο Παναγούλης ενοχλεί γιατί δεν ήταν ελέγξιμος, διαπραγματεύσιμος, συζητήσιμος, ανταλλάξιμος, ενοχλεί γιατί δεν φοβότανε τίποτε και κανέναν…

Ο Παναγούλης ενοχλεί γιατί δεν μπορεί να ελεγχθεί, να οριοθετηθεί και να γίνει ηρωικό παρελθόν, γιατί δεν σταματιέται με τίποτε και με κανέναν, γιατί ρέει σαν παράφορο αίμα μέσα στις φλέβες μας, χαλάει την σύμπνοια των ιδεών.

Ο Παναγούλης ενοχλεί γιατί δεν γίνεται πετρωμένο αμίλητο άγαλμα, διαφημιστική αφίσα, σύνθημα μιας ένδοξης πλειοψηφίας.

Ο Παναγούλης ενοχλεί γιατί δεν τελειώνει - γιατί παραμένει και θα παραμείνει πάντα βαθιά ριζωμένος στις καρδιές μας……


31 χρόνια μετά … Μέρος ΙΙ

Κυκλοφόρησε φέτος και μάλιστα κοντά στις ημέρες της Πρωτομαγιάς μια πολύτομη έκδοση με τίτλο «Ιστορία των Ελλήνων», σε πολλές χιλιάδες αντίτυπα, από μεγάλη αριστερή εφημερίδα. Στην πολυτελέστατη αυτή έκδοση και στον τόμο για την σύγχρονη Ελλάδα υπήρχε εκτενής αναφορά στην αντίσταση στα χρόνια της χούντας.

Σε ποιο πράγμα, όμως, δεν υπήρχε εκτενής αναφορά? Μα φυσικά στην απόπειρα τυραννοκτονίας κατά του δικτάτορα Παπαδόπουλου… Και για να είμαστε σαφείς δεν υπάρχει ΚΑΜΙΑ αναφορά στην πράξη του Αλέξανδρου Παναγούλη και των συναγωνιστών του.

Σκεφτείτε το λίγο, αγνοήθηκε η σημαντικότερη πράξη ενεργητικής αντίστασης κατά της χούντας, μια ενέργεια που θα μπορούσε να αλλάξει την πορεία της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας.

Αλλά και πέρα από προσωπικές εκτιμήσεις, αγνοήθηκε μια αντιστασιακή ενέργεια και μια οργάνωση που έχει την μοναδική καταδίκη σε θάνατο, αυτή του Αλέκου Παναγούλη.

Κινητοποιήθηκε η παγκόσμια κοινή γνώμη, παρενέβη ο Πάπας για να αποτραπεί η εκτέλεση του Αλέκου Παναγούλη και εμείς το «ξεχάσαμε» σαν να ήταν το πιο απλό, το πλέον αμελητέο γεγονός της σύγχρονης ιστορίας.

Θα αναρωτηθείτε προφανώς γιατί αυτή η σιωπή, γιατί αυτή η αδιαφορία, γιατί αυτή η προσπάθεια να ξεχαστεί κάτι τόσο αγνό και σπουδαίο συνάμα, γιατί αυτός ο φόβος?

Μια εύκολη λύση θα ήταν να το αποδώσουμε –ως Έλληνες που είμαστε- σε διεθνή συνωμοσία, σε σιωνιστικό δάκτυλο ή ακόμα και σε υπερατλαντικές πιέσεις.

Εμείς νομίζουμε ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά: Πάνω από όλα ο Αλέκος δεν πουλάει για τα μέσα μαζικής παραπληροφόρησης. Αν είχαμε να πούμε στοιχεία και να δείξουμε φωτογραφίες –γιατί τότε δεν υπήρχαν κινητά να έχουμε βίντεο- με τις ερωτικές του περιπέτειες θα παίζαμε κάθε μέρα πρώτη είδηση.

Αν οι συναγωνιστές του ήταν θαμώνες του Fame Story και όλης γενικά της σαβούρας της ελληνικής τηλεόρασης τότε θα ήταν πολύ εύκολο έστω και από σπόντα να πούνε και δύο λόγια για τον Αλέκο, τώρα να τα πούμε που; Σε ποια εκπομπή; Σε ποιο δημοσιογράφο?

Όμως δεν φτάνει που ο Αλέκος δεν πουλάει, ήθελε ο άνθρωπος να είναι λέφτερος, και όπως είπε ο ποιητής, σκοτώστε τον. Ο Αλέκος Παναγούλης δεν πίστευε σε δόγματα και δοξασίες.

Ενώ έχουμε εμείς τους ήρωές μας, τα δικά μας παιδιά να τιμήσουμε, με τον Αλέκο θα ασχολούμαστε τώρα? Αν ο Αλέκος ήταν στο ΚΚΕ με τόσους Δήμους που ήλεγχε κατά καιρούς, θα βαριόμασταν να βλέπουμε προτομές και δρόμους Αλέκου Παναγούλη και διαδηλώσεις αποτυπώνοντας τη μορφή του σε λάβαρα.

Δεν του έφτανε όμως του Αλέκου που δεν ήταν στο ΚΚΕ, είχε πει τόσες φορές τον Ανδρέα Παπανδρέου προδότη και διασπαστή και τον συνέκρινε ευθέως με τον Μουσολίνι. Όπως καταλαβαίνετε αυτά δεν συγχωρούνται εύκολα. Έτσι αφού χάσαμε τους δύο από τους τρεις, ποιος περιμένατε να τον τιμήσει, η Δεξιά που πάντα πολεμούσε;

Να δούμε λίγο και την ουσία, τι πρότυπο δίνει ο Αλέκος Παναγούλης στην ελληνική νεολαία? Μάλλον όχι το πρότυπο που θέλουν οι κρατούντες. Όλοι αυτοί που κόπτονται και ανησυχούν για την Ελληνική νεολαία την θέλουν στον καναπέ, στην τηλεόραση, στην καφετέρια στο κολωνάκι και αλλού, ντυμένη trendy…

Μα το πρότυπο που δίνει ο Αλέκος Παναγούλης δεν είναι ούτε trendy, ούτε του καναπέ. Είναι ένα πρότυπο αγωνιστικό, επικίνδυνα αγωνιστικό απέναντι σε όλα αυτά που μας πνίγουν γύρω μας.

Το πρότυπο του Αλέξανδρου Παναγούλη είναι ένα πρότυπο Ελευθερίας, για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των λαών. Δεν είναι ένα πρότυπο αδιαφορίας, όταν δολοφονείται ο λαός του Ιράκ, του Αφγανιστάν, της Παλαιστίνης. Όταν η Κύπρος μας είναι ακόμα σκλαβωμένη από τον Αττίλα.

Όλα αυτά φοβίζουν και τρομάζουν. Σκέφτομαι ότι ακόμα και αν υπήρχαν αναφορές στον Αλέκο Παναγούλη στα σχολικά βιβλία, σήμερα σιγά σιγά οι «προοδευτικοί» δημοσιογράφοι και πολιτικοί θα άρχιζαν τη συζήτηση για την αφαίρεση των αναφορών γιατί πιθανόν προτρέπουν στην τρομοκρατία…

Για μας πάντα θα υπάρχουν τα λόγια του Αλέξανδρου Παναγούλη: Η Ελευθερία περισσότερο από δικαίωμα, είναι ΚΑΘΗΚΟΝ!

Αντί επιλόγου

"Μην αφήνετε τον εαυτό σας να παρασύρεται από τα δόγματα, τις στολές, τις δοξασίες, μην αφήνετε τον εαυτό σας να εξαπατάται από αυτόν που σας κυβερνά, από αυτόν που σας υπόσχεται, από αυτόν που σας φοβίζει, από αυτόν που θέλει να αντικαταστήσει έναν αφέντη μ’ έναν καινούργιο αφέντη, μην είστε κοπάδι, για το Θεό, μην καλύπτεστε πίσω από τα φταιξίματα των άλλων, να αγωνίζεστε, να σκέφτεστε με το μυαλό σας, να θυμάστε ότι ο καθένας είναι κάποιος, ένα πολύτιμο, υπεύθυνο άτομο, δημιουργός του εαυτού του, να το υπερασπίζεστε το εγώ σας, πυρήνα κάθε ελευθερίας, η ελευθερία είναι καθήκον, περισσότερο από δικαίωμα είναι καθήκον.

Ξέρεις κανέναν τρόπο να κάνει κανείς πολιτική χωρίς να μπει στην πολιτική των πολιτικών; Εγώ θέλω να κάνω πολιτική. Η πολιτική για εμένα είναι ένα καθήκον, είναι ένα μέσο για αγώνα. Σε τί ωφελεί να αγωνίζεσαι για την ελευθερία αν όταν υπάρχει λίγη ελευθερία δεν τη χρησιμοποιήσεις για να κάνεις πολιτική; Επιχείρησα να σκοτώσω έναν άνθρωπο για να μπορούμε να κάνουμε πολιτική, έσπειρα πόνο για να μπορούμε να κάνουμε πολιτική, πήγα στη φυλακή και στην εξορία για να μπορούμε να κάνουμε πολιτική: θα έπρεπε ίσως τώρα να αποτραβηχτώ στην ιδιωτική μου ζωή; .

Η επανάσταση δεν υπαγορεύεται. Υπάρχει μία και μόνο δυνατή επανάσταση κι είναι εκείνη που κάνουμε μόνοι μας, εκείνη που ωριμάζει στο κάθε άτομο, που αναπτύσσεται μέσα του αργά, με υπομονή, με ανυποταξία! Η επανάσταση είναι υπομονή, είναι ανυποταξία, δεν είναι βιασύνη, δεν είναι χάος, δεν είναι αυτό που σας διηγούνται οι δημαγωγοί με τη μαγική ράβδο. Μη δίνετε προσοχή σε όποιον σας υπόσχεται θαύματα, μη δίνετε προσοχή σε όποιον αναλαμβάνει να αλλάζει τα πράγματα ώσπου να πεις τρία σαν μάγος. Οι μάγοι δεν υπάρχουν. Τα θαύματα δεν υπάρχουν. Οι αρχηγοί σας κοροϊδεύουν, ηλίθιοι, που είστε συνηθισμένοι να σας σέρνουν όλοι από τη μύτη, να υποκύπτετε. Αυτή η επίφαση της δημοκρατίας μπορεί να σβήσει με ένα φύσημα αν ακολουθήσετε τις φλυαρίες των ψευτοεπαναστατών! Ας την κρατήσουμε σφιχτά τη λίγη αυτή ελευθερία που μας χαρίστηκε με το αίμα της Κύπρου. Χαρισμένη, ναι, και η χαρισμένη ελευθερία δίνει πάντοτε πικρούς καρπούς"

Αλέκος Παναγούλης

28.4.07

Μάο Τσε - Τουνγκ: Η χρεοκοπία της ιδεαλιστικής αντίληψης της ιστορίας

Από την "Εκλογή Έργων" 1945-1949 Ιστορικές Εκδόσεις 1964


16 Νοέμβρη 1949

Ο Άτσεσον, ο αντιπρόσωπος της αστικής τάξης των Ηνωμένων Πολιτειών, αξίζει την ευγνωμοσύνη των Κινέζων, όχι μονάχα επειδή ομολόγησε ρητά πως οι Ηνωμένες Πολιτείες έδιναν χρήματα και όπλα και πως Τσανγκ Κάι-σεκ προμήθευε τους άντρες για να πολεμήσουν για το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών και να σφαγιάσουν τον κινέζικο λαό, ομολογία που επιτρέπει στους κινέζους προοδευτικούς να πείσουν, με τις αποδείξεις στο χέρι, τα οπισθοδρομικά στοιχεία: τα βλέπετε! Ο ίδιος ο Άτσεσον ομολογεί ότι ο μεγάλος και αιματηρός πόλεμος των τελευταίων ετών, που στοίχισε τη ζωή σε εκατομμύρια Κινέζων, οργανώθηκε συστηματικά από τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Ο Άτσεσον αξίζει την ευγνωμοσύνη των κινέζων όχι μονάχα γιατί ανήγγειλε απροκάλυπτα την πρόθεση των Ηνωμένων Πολιτειών να στρατολογήσουν στην Κίνα «ατομικιστές δημοκράτες» για να οργανώσουν μια αμερικάνικη πέμπτη φάλαγγα και να ανατρέψουν τη λαϊκή κυβέρνηση που διευθύνεται από το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα, και αυτό τάραξε τόσο τους Κινέζους, και ιδιαίτερα τους Κινέζους που έχουν τάσεις φιλελευθερισμού, ώστε αναλαμβάνουν ο ένας απέναντι στον άλλο την υποχρέωση να μην αφήσουν τους Αμερικανούς να τους εξαπατήσουν και να φυλάγονται παντού από τις ύπουλες ενέργειες του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Ο Άτσεσον αξίζει ακόμα την ευγνωμοσύνη των Κινέζων, επειδή είπε ένα σωρό παραλογισμούς για την σύγχρονη ιστορία της Κίνας. Γιατί, επειδή η αντίληψή τους της ιστορίας είναι ακριβώς σαν μιας μερίδας Κινέζων διανοούμενων, δηλαδή η ιδεαλιστική αστική αντίληψη της ιστορίας, με το να αντικρούσει κανείς τον Άτσεσον είναι σα να δίνει σε πολλούς Κινέζους την ευκαιρία να πλατύνουν τον ορίζοντά τους, ευκαιρία ιδιαίτερα ωφέλιμη για κείνους που έχουν την ίδια αντίληψη με τον Άτσεσον.

Ποια είναι, λοιπόν, τα παράλογα λόγια του Άτσεσον για την σύγχρονη ιστορία της Κίνας; Πρώτα-πρώτα, προσπαθεί να εξηγήσει, με βάση τις οικονομικές και ιδεολογικές συνθήκες της Κίνας, γιατί έγινε η Κινέζικη Επανάσταση. Στο θέμα αυτό, διηγείται πολλά πράγματα που είναι παραμύθια.

Ο Άτσεσον λέει παραδείγματος χάρη:

«Ο πληθυσμός της Κίνας διπλασιάστηκε τον 18ο και 19ο αιώνα, και έτσι ασκεί στη γη μια πίεση που αυτή δεν μπορεί να αντέξει. Το πρώτο πρόβλημα που αναγκάστηκε κάθε κυβέρνηση της Κίνας να αντιμετωπίσει, ήταν το πως να θρέψει αυτό τον πληθυσμό. Ως τα τώρα, καμιά κυβέρνηση δεν κατόρθωσε να το λύσει. Το Κουόμινταγκ επιχείρησε να το λύσει εισάγοντας στους κώδικές του πολλούς νόμους για την αγροτική μεταρρύθμιση. Μερικοί από τους νόμους αυτούς απότυχαν, και τους άλλους τους αγνόησαν. Ως ένα καθόλου αμελητέο βαθμό, η δύσκολη κατάσταση όπου βρίσκεται σήμερα η εθνική κυβέρνηση οφείλεται στην ανικανότητά της να δώσει στην Κίνα αρκετό φαγητό. Η προπαγάνδα των Κινέζων κομμουνιστών συνίσταται σε μεγάλο βαθμό στην υπόσχεση ότι θα λύσει το αγροτικό πρόβλημα».

Σε όσους κινέζους δεν βλέπουν καθαρά, αυτό φαίνεται εύλογο. Πολλά στόματα, όχι αρκετή τροφή, ίσον επανάσταση. Το Κουόμινταγκ δεν μπόρεσε να λύσει αυτό το πρόβλημα και είναι ελάχιστα πιθανό πως θα μπορέσει να το λύσει περισσότερο το κομμουνιστικό κόμμα. «Ως τα τώρα, καμιά κυβέρνηση δεν κατόρθωσε να το λύσει».

Αλλά προέρχονται τάχα οι επαναστάσεις από τον υπερπληθυσμό; Είχαν οι τόσες και τόσες επαναστάσεις, των τόσων χιλιάδων χρόνων ιστορίας της Κίνας, για αιτία τους τον υπερπληθυσμό; Το ίδιο και η αμερικάνικη επανάσταση εναντίον της Μεγάλης Βρετανίας, πριν από 174 χρόνια[1]; Οι ιστορικές γνώσεις του Άτσεσον είναι μηδαμινές: δεν έχει διαβάσει ούτε την αμερικάνικη διακήρυξη της ανεξαρτησίας. Ο Ουάσιγκτον, ο Τζέφερσον και άλλοι, έκαναν την επανάσταση εναντίον της Μεγάλης Βρετανίας επειδή οι Βρετανοί καταπίεζαν και εκμεταλλεύονταν τους αμερικανούς, και όχι εξαιτίας του υπερπληθυσμού της Αμερικής. Κάθε φορά που ο κινέζικος λαός ανάτρεπε μια φεουδαλική δυναστεία, το έκανε γιατί αυτή η δυναστεία καταπίεζε και εκμεταλλεύονταν το λαό και όχι γιατί υπήρχε υπερπληθυσμός στη χώρα. Αν οι Ρώσοι έκαναν την επανάσταση του Φλεβάρη και την επανάσταση του Οχτώβρη, δεν την έκαναν γιατί υπήρχε υπερπληθυσμός στη χώρα τους, αλλά γιατί τους καταπίεζαν και τους εκμεταλλεύονταν ο τσάρος και η ρώσικη αστική τάξη, αφού και σήμερα ακόμα, η Ρωσία έχει πολύ περισσότερα εδάφη απ’ όσα χρειάζεται ο πληθυσμός της. Στη Μογγολία όπου η γης είναι τόσο απέραντη και τόσο αραιοκατοικημένη, η επανάσταση θα ήταν κάτι το αδιανόητο σύμφωνα με το συλλογισμό του Άτσεσον, και όμως η επανάσταση έγινε τώρα και πολύ καιρό.[2]

Αν πιστέψουμε τον Άτσεσον, για την Κίνα δεν υπάρχει καμιά διέξοδος. Ένας πληθυσμός 475 εκατομμυρίων ασκεί «στη γη μια πίεση που αυτή δεν μπορεί να αντέξει» και, είτε γίνει επανάσταση είτε όχι, η κατάσταση είναι απελπιστική. Εδώ πάνω, ο Άτσεσον βασίζει μια μεγάλη ελπίδα: η ελπίδα αυτή, που δεν την έχει εκφράσει, αλλά που την έχουν αποκαλύψει πολλές φορές αμερικάνοι δημοσιογράφοι, είναι ότι το κινέζικο κομμουνιστικό κόμμα δεν θα μπορέσει να λύσει τα οικονομικά προβλήματα, ότι η Κίνα θα μείνει σε διαρκές χάος και ότι η μόνη διέξοδος γι’ αυτή θα ήταν να γίνει αποικία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Γιατί δεν πέτυχε η επανάσταση του 1911[3] και γιατί δεν έλυσε το πρόβλημα της διατροφής του πληθυσμού; Γιατί ο Τσανγκ Κάι-σεκ πρόδωσε την επανάσταση, συνθηκολόγησε με τον ιμπεριαλισμό, έγινε αρχηγός της αντεπανάστασης που καταπίεζε και εκμεταλλεύονταν τους Κινέζους.

Είναι τάχα αλήθεια πως αυτό το πρόβλημα «καμιά κυβέρνηση ως τώρα δεν κατόρθωσε να το λύσει»; Το ερώτημα «πώς να θραφεί ο πληθυσμός» που διατυπώνει ο Άτσεσον, τίθεται άραγε για τις περιοχές που είχαν απελευθερωθεί παλαιότερα, δηλαδή στη Βορειοδυτική, την Βόρεια, την Βορειοανατολική και την Ανατολική Κίνα, όπου το αγροτικό πρόβλημα έχει ήδη λυθεί; Οι αμερικανοί κατάσκοποι, ή δήθεν παρατηρητές δεν είναι σπάνιοι στην Κίνα. Και ούτε καν ανακάλυψαν αυτό το γεγονός! Αν σε πόλεις σαν τη Σαγγάη έχει τεθεί το πρόβλημα της ανεργίας, ή με άλλα λόγια, το πρόβλημα της διατροφής του πληθυσμού, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στη σκληρή, την απάνθρωπη καταπίεση και εκμετάλλευση του λαού από τον ιμπεριαλισμό, τη φεουδαρχία, τον γραφειοκρατικό καπιταλισμό και την αντιδραστική κυβέρνηση του Κουόμινταγκ. Με τη λαϊκή κυβέρνηση, μερικά χρόνια θα φτάσουν για να λυθεί αυτό το πρόβλημα της ανεργίας ή της διατροφής του πληθυσμού, το ίδιο ολοκληρωτικά όπως έχει λυθεί στο Βορρά, στα Βορειοανατολικά και σε άλλα μέρη της χώρας.

Είναι μεγάλο ευτύχημα που η Κίνα έχει πολύ πληθυσμό, ακόμα και αν ο πληθυσμός της πολλαπλασιαστεί πολλές φορές, η Κίνα είναι απόλυτα ικανή να βρει μια λύση, και η λύση αυτή είναι η παραγωγή. Το παράλογο επιχείρημα αστών δυτικών οικονομολόγων, όπως ο Μάλθους[4], που βεβαιώνουν πως η τροφή δεν μπορεί να αυξηθεί με τον ίδιο ρυθμό που αυξάνεται ο πληθυσμός, όχι μόνο τον έχουν αντικρούσει από καιρό θεωρητικά οι μαρξιστές, αλλά και το έχουν τελείως διαψεύσει τα γεγονότα που ακολούθησαν την επανάσταση στη Σοβιετική Ένωση και στις απελευθερωμένες περιοχές της Κίνας. Με βάση αυτή την αλήθεια πως η επανάσταση και η παραγωγή μπορούν να λύσουν το πρόβλημα της διατροφής του πληθυσμού, η Κεντρική Επιτροπή του Κινέζικου Κομμουνιστικού Κόμματος έδωσε στις κομματικές οργανώσεις και στις μονάδες του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού σε όλες τις περιοχές της χώρας, εντολή να μην απολύουν το παλιό προσωπικό του Κουόμινταγκ, αλλά να διατηρήσουν στις θέσεις τους όλους όσους έχουν κάποια ικανότητα και δεν είναι εμπαθείς αντιδραστικοί ή μεγάλοι κακοποιοί. Σε πολύ δύσκολες περιπτώσεις, ας μοιράζονται την τροφή και την στέγη τους. Όσοι έχουν απολυθεί και δεν έχουν τα μέσα για να ζήσουν, θα επαναπροσληφθούν και θα τους εξασφαλιστεί η τροφή. Σύμφωνα με την ίδια αρχή, θα ασχοληθούμε με όλους τους στρατιωτικούς του Κουόμινταγκ που επαναστάτησαν και πέρασαν στις γραμμές μας, ή και τους πιάσαμε αιχμάλωτους. Σε όλους τους αντιδραστικούς, εκτός από τους μεγάλους ενόχους, θα δώσουμε τη δυνατότητα να κερδίζουν τη ζωή τους, φτάνει να επιδείξουν μετάνοια.

Από όλα τα αγαθά του κόσμου, ο άνθρωπος είναι το πιο πολύτιμο. Όσο θα υπάρχουν άνθρωποι, θα μπορούν να γίνονται θαύματα κάτω από την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος. Είμαστε από κείνους που αντικρούουν την αντεπαναστατική θεωρία του Άτσεσον. Έχουμε την πεποίθηση πως η επανάσταση πρέπει να αλλάζει τα πάντα και πως δεν θα περάσει πολύς καιρός και θα γεννηθεί μια καινούργια Κίνα, με πολύ πληθυσμό και πολύ πλούσια σε προϊόντα, όπου οι άνθρωποι θα ζουν μέσα στην αφθονία και θα ανθίζει ο πολιτισμός. Όλα τα απαισιόδοξα λόγια είναι απόλυτα αβάσιμα.

Σαν δεύτερο λόγο της κινέζικης επανάστασης ο Άτσεσον προβάλει την «επίδραση της Δύσης». Λέει:

«Επί τρεις χιλιάδες χρόνια και πάνω, οι Κινέζοι ανέπτυξαν, προφυλαγμένοι από τις εξωτερικές επιδράσεις, μια μεγάλη πρωτότυπη μόρφωση και έναν πρωτότυπο πολιτισμό. Ακόμα κι όταν βρίσκονταν υπό στρατιωτική κατοχή, οι Κινέζοι κατάφερναν πάντα, τελικά, να υποτάσσουν και να απορροφούν τον εισβολέα. Έτσι, ήταν φυσικό να θεωρούν τον εαυτό τους κέντρο του κόσμου και να πιστεύουν πως είναι η πιο υψηλή έκφραση της πολιτισμένης ανθρωπότητας. Ύστερα, κατά τον 19ο αιώνα, το αδιαπέραστο ως τότε τείχος του κινέζικου απομονωτισμού έσπασε από την Δύση. Οι νεοφερμένοι έφερναν μαζί τους το δυναμισμό και την ασύγκριτη ανάπτυξη της δυτικής τεχνικής καθώς και μιαν υψηλή πνευματική μόρφωση, τέτοια που ποτέ δεν είχαν μαζί τους οι προηγούμενοι ξένοι εισβολείς στην Κίνα. Και γι’ αυτές τους τις ιδιότητες, και εξαιτίας της παρακμής της μαντζουριανής αυτοκρατορίας, οι Δυτικοί, αντί να απορροφηθούν από τους Κινέζους, έμπασαν στη χώρα καινούργιες ιδέες, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο, προκαλώντας ζυμώσεις και ανησυχίες».

Σε όσους Κινέζους δεν βλέπουν καθαρά, αυτά που λέει ο Άτσεσον φαίνονται εύλογα. Η εισαγωγή, στην Κίνα, νέων ιδεών φερμένων από την Δύση είναι η αρχική αιτία της επανάστασης.

Ενάντια σε ποιον κατευθυνόταν η επανάσταση; Επειδή «η μαντζουριανή αυτοκρατορία βρισκόταν σε παρακμή» και επειδή η επίθεση εξαπολύθηκε εναντίον αυτού του αδύνατου σημείου, η επανάσταση έγινε εναντίον της δυναστείας των Τσινγκ. Αυτά που λέει ο Άτσεσον σ’ αυτό το θέμα δεν είναι σωστά. Η επανάσταση του 1911 έγινε εναντίον του ιμπεριαλισμού. Οι Κινέζοι κατεύθυναν τα πυρά της επανάστασής τους εναντίον των Τσινγκ γιατί αυτοί ήταν οι λακέδες του ιμπεριαλισμού. Η αντίσταση εναντίον της βρετανικής επίθεσης στον πόλεμο του Οπίου, ο πόλεμος εναντίον της επίθεσης των συμμαχικών αγγλογαλλικών δυνάμεων, ο πόλεμος των Ταϊπίνγκ[5] εναντίον των Τσινγκ, λακέδων του ιμπεριαλισμού, ο πόλεμος εναντίον της γαλλικής επίθεσης, ο πόλεμος εναντίον της ιαπωνικής επίθεσης και ο πόλεμος εναντίον των συνασπισμένων στρατών των οκτώ δυνάμεων – όλοι κατέληξαν σε αποτυχία. Τότε ξέσπασε η επανάσταση του 1911 εναντίον των Τσινγκ, λακέδων του ιμπεριαλισμού. Αυτή είναι η ιστορία της νεώτερης Κίνας ως τα 1911. Τί ήταν η «επίδραση της Δύσης», όπως την ονομάζει ο Άτσεσον; Είναι –όπως είπαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς στο Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος (1848)- η προσπάθεια της δυτικής αστικής τάξης να διαπλάσει τον κόσμο κατ’ εικόνα και ομοίωσή της, με τρομοκρατικές μεθόδους[6]. Για να ασκήσει αυτή την επίδραση ή για να πετύχει αυτή τη μεταμόρφωση, η δυτική αστική τάξη είχε ανάγκη από μεσάζοντες και από υπηρέτες εξοικειωμένους στις δυτικές συνήθειες και γι αυτό έπρεπε ν’ αφήσει χώρες σαν την Κίνα να ανοίξουν σχολεία και να στέλνουν φοιτητές στο εξωτερικό, έτσι «εισήχθησαν νέες ιδέες» στην Κίνα. Ταυτόχρονα, σε χώρες σαν την Κίνα δημιουργήθηκαν μια εθνική αστική τάξη και ένα προλεταριάτο ενώ η καταστροφή των χωρικών γέννησε ένα πολυάριθμο ημιπρολεταριάτο. Έτσι η δυτική αστική τάξη δημιούργησε δυό κατηγορίες στον πληθυσμό των χωρών της Ανατολής: μια μικρή μειοψηφία λακέδων στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού και μια πλειοψηφία που ήταν αντίθετη στον ιμπεριαλισμό και την αποτελούσαν η εργατική τάξη, οι χωρικοί, η μικροαστική τάξη των πόλεων, η εθνική αστική τάξη και οι διανοούμενοι που προέρχονταν από αυτές τις τάξεις. Τα στοιχεία αυτής της πλειοψηφίας είναι ισάριθμοι νεκροθάφτες του ιμπεριαλισμού, δημιουργημένοι από τον ίδιο τον ιμπεριαλισμό και η επανάσταση απ’ αυτούς ξεκίνησε. Δεν είναι λοιπόν η εισαγωγή δυτικών ιδεών που προκάλεσε τις «ζυμώσεις και τις ανησυχίες», αλλά, απλούστατα, η ιμπεριαλιστική επίθεση προκάλεσε την αντίσταση.

Για πολύ καιρό στη διάρκεια αυτού του αντιστασιακού κινήματος, δηλαδή για περισσότερα από εβδομήντα χρόνια, από τον πόλεμο του Όπιου στα 1840 ως την παραμονή του κινήματος της 4ης Μάη στα 1919, οι Κινέζοι δεν είχαν ιδεολογικά όπλα για να αμυνθούν εναντίον του ιμπεριαλισμού. Τα αναλλοίωτα παλιά ιδεολογικά όπλα για να αμυνθούν εναντίον του ιμπεριαλισμού. Τα αναλλοίωτα παλιά ιδεολογικά όπλα της φεουδαρχίας είχαν νικηθεί, δεν άντεχαν πια στο χτύπημα και είχε διαπιστωθεί η χρεοκοπία τους. Μη έχοντας τίποτα καλύτερο οι Κινέζοι αναγκάστηκαν να εφοδιαστούν με ιδεολογικά όπλα και πολιτικές φόρμουλες όπως την θεωρία της εξέλιξης, την θεωρία των φυσικών δικαιωμάτων και της αστικής δημοκρατίας, και τις δανείστηκαν όλες από το οπλοστάσιο της επαναστατικής περιόδου της αστικής τάξης στη Δύση, οπλοστάσιο απ’ όπου βγήκε και ο ίδιος ο ιμπεριαλισμός. Οργανώσαν λοιπόν πολιτικά κόμματα και έκαναν επαναστάσεις, νομίζοντας πως έτσι θα μπορούσαν να αντισταθούν στις ξένες δυνάμεις και να οικοδομήσουν μια δημοκρατία. Αλλά, όλα αυτά τα ιδεολογικά όπλα αποδείχτηκαν πολύ ανίσχυρα, δεν μπορούσαν και αυτά να αντέξουν στο χτύπημα, αποσύρθηκαν από τις μάχες και διαπιστώθηκε η χρεοκοπία τους.

Η ρώσικη επανάσταση ξυπνάει στους Κινέζους, που μαθαίνουν κάτι καινούργιο: τον μαρξισμό-λενινισμό. Στην Κίνα γεννιέται το Κομμουνιστικό Κόμμα, και το γεγονός αφήνει εποχή. Ο ίδιος ο Σουν Γιατ-σεν υποστηρίζει την ιδέα του «να μπούμε στο σχολείο της Ρωσίας» και κηρύσσει την «συμμαχία με την Ρωσία και το Κομμουνιστικό Κόμμα». Με λίγα λόγια, από εκείνη τη στιγμή, η Κίνα αλλάζει προσανατολισμό.

Εκπρόσωπος μιας ιμπεριαλιστικής κυβέρνησης ο Άτσεσον επιμένει φυσικά, να μη βγάζει λέξη για τον ιμπεριαλισμό. Μιλάει μ’ αυτά τα λόγια για την ιμπεριαλιστική επίθεση: «Αυτοί οι νεοφερμένοι έφεραν μαζί τους δυναμισμό ...». «Δυναμισμός», τι ωραία λέξη! Κι αφού απόκτησαν αυτό το «δυναμισμό» οι Κινέζοι δεν πήγαν να τον δώσουν στη Μεγάλη Βρετανία ή στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά αρκέστηκαν να προκαλέσουν «ζυμώσεις και ανησυχίες» στο εσωτερικό της Κίνας, δηλαδή έκαναν επαναστάσεις εναντίον του ιμπεριαλισμού και των λακέδων του. Δυστυχώς, δεν είχαν καμιά επιτυχία. Διαρκώς τους νικούσαν οι ιμπεριαλιστές, οι εφευρέτες αυτού του «δυναμισμού». Γι’ αυτό, οι Κινέζοι στράφηκαν αλλού για να μάθουν κάτι και, περίεργο πράγμα, διαπίστωσαν αμέσως την αποτελεσματικότητά του.

Το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα «οργανώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1920, υπό την ιδεολογική παρόρμηση της ρώσικης επανάστασης». Εδώ, ο Άτσεσον έχει δίκιο. Γιατί, πραγματικά, η ιδεολογία αυτή δεν ήταν άλλη από το μαρξισμό-λενινισμό. Η ιδεολογία αυτή είναι ασύγκριτα ανώτερη από της δυτικής αστικής τάξης, που ο Άτσεσον την χαρακτηρίζει «πνευματικό πολιτισμό ανώτερης τάξης, που όμοιά της δεν είχαν συνοδεύσει καμιά από τις προηγούμενες ξένες εισβολές στην Κίνα». Η αποτελεσματικότητα αυτής της ιδεολογίας είναι τόσο φανερή, ώστε ο δυτικός αστικός πνευματικός πολιτισμός, που θεωρείται από τον Άτσεσον και τους όμοιούς του σαν ένας «πνευματικός πολιτισμός ανώτερης τάξης» σε σύγκριση με τον παλιό φεουδαρχικό πολιτισμό της Κίνας, νικήθηκε μόλις συνάντησε τον καινούργιο μαρξιστικό-λενινιστικό πολιτισμό που απόκτησε ο κινέζικος λαός, δηλαδή την επιστημονική αντίληψη του κόσμου και τη θεωρία της κοινωνικής επανάστασης. Στην πρώτη του μάχη, ο νέος αυτός επιστημονικός και επαναστατικός πολιτισμός που απόκτησε ο κινέζικος λαός, νίκησε τους πολεμοκάπηλους του Πεϊγιάνγκ λακέδες του ιμπεριαλισμού. Στη δεύτερη, έκανε να αποτύχουν οι απόπειρες ενός άλλου λακέ του ιμπεριαλισμού, του Τσανγκ Κάι-σεκ, να αναχαιτίσει τη Μακρά Πορεία των 25.000 Λι[7] του κινέζικου Κόκκινου Στρατού. Στην τρίτη, νίκησε τον ιαπωνικό ιμπεριαλισμό και τον υπηρέτη του, τον Βανγκ Τσινγκ-βάι, και τέλος, στην τέταρτη, έβαλε οριστικά τέρμα στην κυριαρχία, στην Κίνα και των Ηνωμένων Πολιτειών και όλων των άλλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, καθώς και των λακέδων τους, τον Τσανγκ Κάι-σεκ και των άλλων αντιδραστικών.

Αν ο μαρξισμός-λενινισμός, μόλις μπήκε στην Κίνα, μπόρεσε να παίξει τόσο μεγάλο ρόλο, είναι γιατί το απαιτούσαν οι κοινωνικές συνθήκες της Κίνας, γιατί συνδέθηκε με την επαναστατική πράξη του κινέζικου λαού και γιατί ο κινέζικος λαός τον αφομοίωσε. Μια ιδεολογία, ακόμα και η καλύτερη, ακόμα και ο ίδιος ο μαρξισμός-λενινισμός, δεν φέρνει κανένα αποτέλεσμα όταν δεν συνδέεται με αντικειμενικές πραγματικότητες, όταν δεν ανταποκρίνεται σε αντικειμενικά υπαρκτές ανάγκες και όταν δεν τον έχουν αφομοιώσει οι λαϊκές μάζες. Εμείς είμαστε οπαδοί του ιστορικού υλισμού και αντίθετοι στον ιστορικό ιδεαλισμό.

Καταπληκτικό πράγμα, «η σοβιετική θεωρία και πράξη άσκησαν αξιόλογη επιρροή στη σκέψη και στις αρχές του δόκτορα Σουν Γιατ-σεν, και ιδιαίτερα στον οικονομικό τομέα και στο θέμα της οργάνωσης του κόμματος». Και ποια ήταν η επιρροή που άσκησε στο δόκτορα Σουν ο «ανώτερης τάξης πολιτισμός της Δύσης», που τόσο τον καμαρώνει ο Άτσεσον και οι όμοιοί του; Αυτό ο Άτσεσον δεν το λέει. Να είναι τάχα τυχαίο το ότι ο δόκτωρ Σουν, που αφιέρωσε το πιο μεγάλο μέρος της ζωής του αναζητώντας στον πολιτισμό της αστικής τάξης της Δύσης την αλήθεια που θα μπορούσε να σώσει τη χώρα του, απογοητεύτηκε τελικά και «μπήκε στο σχολείο της Ρωσίας»; Είναι φανερό πως όχι. Ασφαλώς δεν είναι τυχαίο το ότι ο δόκτωρ Σουν και ο δύστυχος λαός που αντιπροσώπευε άναψαν από θυμό εναντίον της «επιρροής της Δύσης» και ότι αποφάσισαν να συνάψουν «συμμαχία με την Ρωσία και το Κομμουνιστικό Κόμμα», με σκοπό να καταπολεμήσουν τον ιμπεριαλισμό και τους λακέδες του και να αρχίσουν ανελέητο πόλεμο εναντίον τους. Εδώ ο Άτσεσον δεν τολμάει να πει πως οι Σοβιετικοί είναι ιμπεριαλιστές εισβολείς και πως ο Σουν Γιατ-σεν, μορφώθηκε κοντά σε εισβολείς. Ε! Λοιπόν, αφού ο Σουν Γιατ-σεν μπόρεσε να μορφωθεί κοντά σε Σοβιετικούς και αφού αυτοί δεν είναι ιμπεριαλιστές εισβολείς, γιατί τότε οι διάδοχοί του, οι Κινέζοι που ζουν ύστερα απ’ αυτόν, να μην μορφωθούν κοντά στους Σοβιετικούς; Γιατί οι Κινέζοι, εκτός από τον Σουν Γιατ-σεν, θεωρούνται ότι «κυριαρχούνται από τη Σοβιετική Ένωση» και χαρακτηρίζονται «πέμπτη φάλαγγα της Κομιντέρν», ή «λακέδες του ερυθρού ιμπεριαλισμού», επειδή έμαθαν από το μαρξισμό-λενινισμό την επιστημονική θεωρία και τη θεωρία της κοινωνικής επανάστασης, και τη συνδέσανε με τις χαρακτηριστικές ιδιομορφίες της Κίνας, άρχισαν τον απελευθερωτικό πόλεμο του Κινέζικου Λαού και τη μεγάλη λαϊκή επανάσταση και τώρα θα ιδρύσουν μια δημοκρατία της δημοκρατικής δικτατορίας του λαού; Υπάρχει στον κόσμο πιο υπέροχη λογική από αυτήν;

Από τότε που έμαθαν το μαρξισμό-λενινισμό, οι Κινέζοι απαλλάχτηκαν από την πνευματική τους παθητικότητα και ανέλαβαν την πρωτοβουλία. Από εκείνη τη στιγμή, έμελλε να τερματιστεί η περίοδος της νεώτερης παγκόσμιας ιστορίας όπου οι Κινέζοι και ο κινέζικος πολιτισμός είναι περιφρονημένος. Ο μεγάλος και νικηφόρος απελευθερωτικός πόλεμος του κινέζικου λαού και η μεγάλη λαϊκή επανάσταση αναζωογόνησαν και εξακολουθούν να αναζωογονούν το μεγάλο πολιτισμό του κινέζικου λαού. Από την πνευματική του άποψη, ο πολιτισμός αυτός είναι κιόλας ανώτερος από κάθε άλλο πολιτισμό του καπιταλιστικού κόσμου. Ας πάρουμε, παραδείγματος χάρη, την περίπτωση του αμερικανού υπουργού των εξωτερικών Άτσεσον και των ομοίων του: το επίπεδο της γνώσης του της σύγχρονης Κίνας και του σύγχρονου κόσμου είναι κατώτερο από ενός απλού στρατιώτη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού της Κίνας.

Ως τα τώρα, σαν κανένας καθηγητής πανεπιστημίου, που διαβάζει το ανούσιο μάθημά του, ο Άτσεσον άφησε να εννοηθεί πως γύρευε να βρει τις αιτίες και τα αποτελέσματα των γεγονότων της Κίνας. Αν η επανάσταση έγινε στην Κίνα, αιτία είναι, γι’ αυτόν, ο υπερπληθυσμός και ύστερα το κέντρισμα των δυτικών ιδεών. Όπως βλέπετε, είχε ύφος ενός πρωτεργάτη της θεωρίας της αιτιότητας. Αλλά ύστερα, ακόμα και αυτή η λιγοστή ανούσια και νοθευμένη θεωρία της αιτιότητας χάνεται, και πια δεν βρίσκουμε απ’ αυτήν άλλο, από ένα σωρό ακατανόητα γεγονότα. Οι Κινέζοι τσακώνονται μεταξύ τους για το ποιός θα πάρει την εξουσία και το χρήμα, υποπτεύονται και μισούν ο ένας τον άλλο, και είναι αδύνατον να ξέρει το γιατί. Μια ακατανόητη μεταβολή έχει επέλθει στην αναλογία των εθνικών δυνάμεων των δύο κομμάτων που βρίσκονται σε διένεξη, του Κουόμινταγκ και του Κομμουνιστικού Κόμματος. Το ηθικό του ενός έπεσε απότομα κάτω από το μηδέν, ενώ του άλλου ανέβηκε απότομα σε σημείο βρασμού. Και η αιτία; Κανείς δεν την ξέρει. Να η λογική που συνυπάρχει στον «πολιτισμό ανώτερης τάξης» των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως την αντιπροσωπεύει ο Άτσεσον.


Σημειώσεις

[1] Η αστική επανάσταση του 1775-1783 γνωστή με το όνομα πόλεμος της ανεξαρτησίας, όπου ο λαός της Βόρειας Αμερικής αγωνίστηκε εναντίον της βρετανικής αποικιακής κυριαρχίας.

[2] Στον αγώνα του για την απελευθέρωση από τα 1921 ως τα 1924, ο μογγολικός λαός υπό την ηγεσία του Λαϊκού Επαναστατικού Κόμματος της Μογγολίας, έδιωξε από τη χώρα του το ληστρικό στρατό της ρώσικης λευκής φρουράς και τις ένοπλες δυνάμεις των κινέζων πολεμοκάπηλων του Πεϊγιάνγκ, που υποστηρίζονταν, και οι πρώτες και οι δεύτερες από τον ιαπωνικό ιμπεριαλισμό και αφού ανέτρεψε τη φεουδαρχία, ίδρυσε τη Λαϊκή Δημοκρατία της Μογγολίας.

[3] Πρόκειται για την επανάσταση του 1911 που ανέτρεψε την απόλυτη μοναρχία των Τσινγκ. Στις 10 Οκτωβρίου αυτής της χρονιάς, ένα τμήμα του Νέου Στρατού επαναστάτησε στο Βουτσάνγκ με την προτροπή των επαναστατικών εταιρειών της αστικής και της μικροαστικής τάξης της εποχής. Εξεγέρσεις έγιναν ύστερα αλληλοδιάδοχα σε άλλες επαρχίες και σε λίγο η δυναστεία των Τσινγκ κατέρρευσε. Την 1η Ιανουαρίου 1912, ανακηρύχτηκε η προσωρινή κυβέρνηση της Κινέζικης δημοκρατίας του Κανκίν, και ο Σουν Γιατ-σεν εξελέγη προσωρινός πρόεδρος της Δημοκρατίας. Χάρη στη συμμαχία των αστών, των χωρικών, των εργατών και των μικροαστών των πόλεων, η επανάσταση κατέληξε στη νίκη. Επειδή όμως η ομάδα που διηύθυνε την επανάσταση είχε από την ίδια τη φύση της, την τάση προς τους συμβιβασμούς, και επειδή δεν εξασφάλιζε πραγματικά πλεονεκτήματα στους χωρικούς και λύγιζε κάτω από την πίεση του ιμπεριαλισμού και των φεουδαρχικών δυνάμεων, η εξουσία έπεσε στα χέρια ενός στρατοκράτη του Πεϊγιάνγκ, που ονομαζόταν Γιουάν Σι-κάι, και η επανάσταση απότυχε.

[4] Θωμάς Ρόμπερτ Μάλθους (1766-1834), αγγλικανός πάστορας και αντιδραστικός οικονομολόγος. Στο «Δοκίμιο περί της αρχής του πληθυσμού» (1798) υποστήριξε την εξής θέση: «Ο πληθυσμός, όταν δεν προσκρούει σε εμπόδια, αυξάνεται κατά γεωμετρική πρόοδο. Τα τρόφιμα, όμως, αυξάνονται μόνο κατά αριθμητική πρόοδο». Με βάση αυτή την αυθαίρετη υπόθεση, έφτασε στο συμπέρασμα, ότι όλες οι αθλιότητες και όλα τα εγκλήματα της ανθρώπινης κοινωνίας είναι μόνιμα φυσικά φαινόμενα. Σύμφωνα με την άποψή του, το μόνο μέσο για να λυθεί το πρόβλημα της αθλιότητας των εργαζομένων είναι να μειωθεί η διάρκεια της ζωής, να περιοριστεί ο πληθυσμός και να σταματήσει η αύξησή του. Την πείνα, την πανώλη και τον πόλεμο, τα θεωρεί μέσα για να μειωθεί ο πληθυσμός.

[5] Ο πόλεμος των Ταϊπίνγκ ήταν ένας επαναστατικός πόλεμος των χωρικών, που έγινε το 19ο αιώνα εναντίον της φεουδαρχικής κυριαρχίας και της εθνικής καταπίεσης της δυναστείας των Τσινγκ. Ο Χουγκ Σιέου-τσουάν, ο Γιάνγκ Σιέου-τσινγκ και άλλοι αρχηγοί αυτής της επανάστασης οργάνωσαν τον Ιανουάριο του 1851, μιαν εξέγερση στο Καουανγκσί και διακήρυξαν την ίδρυση του Ουράνιου Βασιλείου των Ταϊπίνγκ. Στα 1852, ο στρατός των χωρικών ξεκίνησε από το Κουανγκέν, διευθύνθηκε κατά το Βορρά και διέσχησε το Χουνάν, το Χουπέι, το Κιανγκσί και το Ανχουέι. Στα 1853, κατέλαβε το Νιανκίν, αστικό κέντρο της περιοχής του Κάτων Γιανγκτσέ. Ένα μέρος από τις δυνάμεις του συνέχισε την πορεία προς το βορρά και προωθήθηκε ως τα περίχωρα του Τιεντσίν, μεγάλης πολιτείας της Βόρειας Κίνας. Επειδή, όμως, ο στρατός των Ταϊπίνγκ παράλειπε να εγκαταστήσει γερά ερείσματα στα εδάφη που κυρίευε, και επειδή η ηγετική τους ομάδα, ύστερα από την εγκατάσταση της πρωτεύουσας στο Νανκίν, έκανε πολλά πολιτικά και στρατιωτικά σφάλματα, δεν μπόρεσε να αντισταθεί στις συντονισμένες επιθέσεις των αντεπαναστατικών στρατευμάτων της κυβέρνησης των Τσινγκ και των χωρών που της είχαν επιτεθεί, Μεγάλης Βρετανίας, Ηνωμένων Πολιτειών και Γαλλίας και νικήθηκε στα 1864.

[6] Βλέπε το μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος, τμήμα 1, «Αστοί και προλετάριοι»: «Με την απειλή του θανάτου (η αστική τάξη) αναγκάζει όλα τα έθνη να υιοθετήσουν τον αστικό τρόπο παραγωγής, τα αναγκάζει να εισάγουν τον δήθεν πολιτισμό, δηλαδή να γίνουν αστικά. Με δυό λόγια, πλάθει έναν κόσμο κατ’ εικόνα και ομοίωσή της».

[7] Τον Οκτώβριο του 1934, η 1η, 3η και 4η Ομάδα στρατιών του Κόκκινου Στρατού, που ονομαζόταν και Εργατοαγροτικός Στρατός, άρχισαν μια γενική στρατηγική μετακίνηση ξεκινώντας από το Τσανγκτίνγκ και τη Νινγκχούα στα δυτικά του Φουκιέν και από το Ζουεϊκίν και άλλα μέρη στα νότια του Κιανγκσί. Ο Κόκκινος Στρατός διέσχισε έντεκα επαρχίες: το Φουκιέν, το Κιανγκσί, το Κουανγκτούνγκ, το Χουνάν, το Κουανγκσί, το Κουέϊτσέου, το Σετσουάν, το Γιουνάν, το Σικάνγκ, το Κανσού και το Σενσί περνώντας από οροσειρές με χιόνια που δε λιώνουν ποτέ και από απέραντες ελώδεις περιοχές, όπου ο άνθρωπος δεν είχε, θα λέγαμε, ποτέ εισχωρήσει. Πέρασε από αναρίθμητες δοκιμασίες, συνέτριψε όλες τις προσπάθειες που έκανε ο εχθρός για να τον περικυκλώσει, να τον καταδιώξει, να αντιταχθεί στην προέλασή του ή να τον σταματήσει καθώς περνούσε, και, τον Οκτώβριο του 1935, αφού έκανε μια αδιάκοπη πορεία 25.000 Λι (12.500 χιλιομέτρων), έφτασε επιτέλους νικητής στην επαναστατική βάση, που ήταν εγκαταστημένη στα βόρεια του Σενσί.

26.4.07

Παντιέρα "Γκερνίκα"

Εφημερίδα «Αριστερά!» φ.116 (8/3/2003)

Παντιέρα «Γκερνίκα»

Το χρονικό μιας σφαγής

Ήταν Δευτέρα 26 Απρίλη του 1937, ημέρα παζαριού στην ιστορική πόλη των Βάσκων Γκερνίκα (Γκουέρνικα). Η ναζιστική πολεμική μηχανή με τη λεγεώνα Κόνδωρ και την υποστήριξη των φρανκικών στρατευμάτων δοκιμάζει την ισχύ της βομβαρδίζοντας αλύπητα από αέρος επί τρεις ολόκληρες ώρες την πόλη. Όταν τα βομβαρδιστικά αεροσκάφη αποσύρονται, η πόλη είναι ένας σωρός από ερείπια, καίγεται επί τρεις μέρες, έχει καταστραφεί κατά το 70% και με το 1/3 του πληθυσμού της καταπλακωμένο από τις άμορφες μάζες των κτιρίων ή δολοφονημένο από τις σφαίρες των πυροβόλων των μαχητικών αεροσκαφών που έβαλλαν εναντίον οποιουδήποτε προσπαθούσε να ξεφύγει.

Ήταν το ολοκαύτωμα προάγγελος των ναζιστικών θηριωδιών του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η κωμόπολη της Γκερνίκα δεν ήταν στρατιωτικός στόχος, αποτελούσε την ιστορική πόλη των Βάσκων, ο στόχος ουσιαστικά ήταν η βάσκικη αντίσταση στο φρανκικό φασισμό και η σθεναρή υποστήριξη των κατοίκων στη δημοκρατική κυβέρνηση. Οι ναζί εγκαινίασαν στην Γκερνίκα την τακτική του βομβαρδισμού αμάχων για να πληγεί το ηθικό του αντιπάλου. Τακτική που φτάνει εκσυγχρονισμένη μέχρι τις μέρες μας –νέες Γκερνίκες σε Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστά, Ιράκ, Παλαιστίνη…

Τότε όμως αυτή η φρίκη μπρος στην εκατόμβη των νεκρών ήταν πρωτόγνωρη για την ανθρωπότητα. Θύελλα αντιδράσεων και διαμαρτυριών ξεσηκώθηκε σε όλο τον κόσμο και μαζί φούντωσε το κίνημα υποστήριξης στη δημοκρατική Ισπανία και καταγγελίας του φασισμού. Την ίδια στιγμή που οι δυτικές αστικές κυβερνήσεις συνένοχα ευνοούσαν την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη βλέποντάς τον ως καλό αντίβαρο στη Σοβιετική Ένωση και στην «επικίνδυνη» αύξηση της δύναμης των επαναστατημένων εργατικών μαζών στις χώρες τους

… και ενός πίνακα – κραυγής

Ο Πάμπλο Πικάσο την εποχή του βομβαρδισμού της Γκερνίκα είχε ήδη ταχθεί ανοιχτά με το μέρος των Ισπανών δημοκρατικών. Την προηγούμενη χρονιά είχε πραγματοποιήσει τα χαρακτικά του κύκλου «Όνειρο και απάτη του Φράνκο» που χρησιμοποιήθηκαν υπέρ της προπαγάνδας των δημοκρατικών. Του ζητήθηκε να φτιάξει έναν πίνακα για το περίπτερο με το οποίο θα έπαιρνε μέρος η δημοκρατική Ισπανία στη «Διεθνή Έκθεση Τεχνών και Τεχνικών» του 1937 το Παρίσι.

Ο ζωγράφος την Πρωτομαγιά του 1937, μετά τη μεγάλη πορεία του 1 εκατομμυρίων αντιφασιστών διαδηλωτών που πλημμύρισαν τους δρόμους της γαλλικής πρωτεύουσας, επιστρέφει στο εργαστήριό του και ξεκινά πυρετωδώς τον πίνακα που εμπνεύστηκε από την καταστροφή της βασκικής πόλης, ο οποίος έμελλε να αποτελέσει το κορυφαίο και πιο διάσημο έργο του αλλά και να καταξιωθεί διεθνώς ως σύμβολο διαμαρτυρίας ενάντια στη φρίκη του θανάτου που σκορπά ο πόλεμος.

Ο μνημειακός πίνακας διαστάσεων 8χ3 μέτρα ολοκληρώνεται μέσα σε λίγες βδομάδες, ο καλλιτέχνης δουλεύει πυρετωδώς και θαρρείς πως το πινέλο του καθοδηγεί η οργή και ο αποτροπιασμός για το τόσο αίμα αθώων. Νιώθει ότι ο κόσμος βρίσκεται στο χείλος της αβύσσου, ότι η σιωπή και η ανοχή των αστικών ευρωπαϊκών κυβερνήσεων μπρος στην εξάπλωση του φασισμού και της βαρβαρότητας, μένοντας ταυτόχρονα αμέτοχες απέναντι στον αγώνα του λαού του που απειλείται από τα φρανκικά στρατεύματα και τους συμμάχους τους, πρέπει να διακοπεί με μια ηχηρή κραυγή προειδοποίησης.

Η «γλώσσα» αυτής της κραυγής είναι η πρωτοπορία και ο Πικάσο θα χρησιμοποιήσει στην Γκερνίκα το λεξιλόγιο του κυβισμού που είχε ήδη κατακτήσει από τις «Δεσποινίδες της Αβινιόν». Οι μορφές είναι διασπασμένες, κατακρεουργημένες, ασύνδετες – η απεικόνιση της φρίκης. Δεν υπάρχει αναφορά τόπου και χρόνου, όλα συμβαίνουν στο αχρονικό όριο του θανάτου και μπορούν να αφορούν κάθε τόπο. Το χρώμα απουσιάζει, η σύνθεση είναι επίπεδη – όλα υπακούουν στην αυστηρή μορφή μιας καταγγελίας.

… μπρος στη βαρβαρότητα

Η «Γκερνίκα» γίνεται έτσι ένα είδος πολιτικής διακήρυξης. Ο καλλιτέχνης παίρνει θέση καταγγέλλοντας τη φασιστική επέλαση, και το έργο του μετατρέπεται σε ατράνταχτο επιχείρημα υπέρ της αντιφασιστικής πάλης. Η τέχνη γίνεται κομμάτι του πολιτικού αγώνα αναγκάζοντας την ανθρωπότητα να πάρει θέση, διαλύοντας κάθε περιθώριο για αδιαφορία και ουδετερότητα. Αναδεικνύοντας την κρισιμότητα των καιρών. Και ταυτίστηκε τόσο πολύ με το αντιπολεμικό μήνυμά του πολύς κόσμος σε όλες τις γωνιές της Γης το αναγνωρίζει χωρίς καν μερικές φορές να γνωρίζει το δημιουργό του.

Μετά την έκθεση του Παρισιού η «Γκερνίκα» ταξιδεύει στις ευρωπαϊκές χώρες και στη Βόρεια Αμερική αφυπνίζοντας τις συνειδήσεις. Το έργο επιστρέφει στην πατρίδα του δημιουργού του μόλις το 1981 γιατί ο Πικάσο δεν ήθελε να βρίσκεται στην Ισπανία υπό δικτατορικό καθεστώς.

Σήμερα η κραυγή της «Γκερνίκα» παραμένει επίκαιρη και εξακολουθεί να είναι σημαία του αντιπολεμικού κινήματος που παλεύει να αποτρέψει τις νέες εκατόμβες της σύγχρονης Νέας Τάξης. Απόδειξη ότι συνεχίζει να ενοχλεί τους σύγχρονους σφαγείς είναι η απόφαση να καλυφθεί με ένα γαλάζιο παραπέτασμα το αντίγραφό του που κοσμεί την αίθουσα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ τις ημέρες που ο Πάουελ σκόπευε να ανακοινώσει την επίθεση στο Ιράκ … Οι συνειρμοί θα ήταν επικίνδυνοι.

Πάμπλο Πικάσο

«Η τέχνη είναι ένα ψέμα που μας κάνει να πραγματοποιήσουμε την αλήθεια»

«Η προσχώρησή μου στο κομμουνιστικό κόμμα αποτελεί λογική συνέχεια ολόκληρης της ζωής μου, ολόκληρου του έργου μου. Εφόσον, και είμαι περήφανος που το λέω, δεν θεώρησα ποτέ την ζωγραφική μια τέχνη απλής ευχαρίστησης και αναψυχής, θέλησα με το σχέδιο και τα χρώματα, μιας και αυτά ήταν τα όπλα μου, να διεισδύσω όλο και πιο βαθιά στην κατανόηση του κόσμου και των ανθρώπων, καθώς αυτή η κατανόηση μας απελευθερώνει όλους κάθε μέρα και περισσότερο. Προσπάθησα να πω με το δικό μου τρόπο αυτό που θεωρούσα ως το πιο αληθινό, πιο δίκαιο, το οποίο ήταν φυσικά και το πιο όμορφο: οι πιο μεγάλοι καλλιτέχνες το γνωρίζουν. Ναι, έχω συνείδηση ότι πάλεψα πάντα με τη ζωγραφική μου, σαν ένας πραγματικός επαναστάτης. Όμως σήμερα κατάλαβα ότι αυτό δε φτάνει πια.

Αυτά τα χρόνια της τρομερής καταπίεσης μου έδειξαν πως έπρεπε να πολεμήσω όχι μόνο με την τέχνη μου αλλά με όλο μου το είναι. Μου πήρε 15 χρόνια για να μάθω να ζωγραφίζω όπως οι μεγάλοι δάσκαλοι και 65 για να αναπαραστήσω τον κόσμο με τα μάτια ενός παιδιού.

Άλλωστε η τέχνη είναι ένα ψέμα που μας κάνει να πραγματοποιήσουμε την αλήθεια».

21.4.07

Μπ. Μπρεχτ: Ο φασισμός

Ο φασισμός δεν έρχεται απ’ το μέλλον
Καινούργιο τάχα κάτι να μας φέρει
Τι κρύβει μεσ’ τα δόντια του το ξέρω
Καθώς μου δίνει γελαστός το χέρι.

Οι ρίζες του το σύστημα αγκαλιάζουν
Και χάνονται βαθιά στα περασμένα
Οι μάσκες του με τον καιρό αλλάζουν
Μα όχι και το μίσος του για μένα.

Το φασισμός βαθιά κατάλαβέ τον
Δεν θα πεθάνει μόνος, τσάκισέ τον!

Ο φασισμός δεν έρχεται από μέρος
Που λούζεται στον ήλιο και στ’ αγέρι!
Το κουρασμένο βήμα του το ξέρω
Και την περίσσεια νιότη μας την ξέρει.

Μα πάλι θε ν’ απλώσει σαν χολέρα
Πατώντας πάνω στην ανεμελιά σου
και δίπλα σου φτάσει κάποια μέρα
αν χάσεις τα ταξικά γυαλιά σου.

16.4.07

Βιβλίο Ιστορίας ΣΤ' Δημοτικού: Ένα βιβλίο σύγχρονης πολιτικής προπαγάνδας

από το "Δίκτυο Κριτικής και Δράσης στην Παιδεία"

Σε συνέντευξη στον Δημητρη Νανουρη η κ. Ρεπούση (συγγραφέας του βιβλίου) αναφέρει:

« Τρεις είναι οι βασικές του καινοτομίες: Ανανεώνει το ιστορικό περιεχόμενο. Εκεί εστιάζεται και το μεγαλύτερο μέρος της αντιπαράθεσης........ »

Ας αποκρυπτογραφήσουμε τη σημασία της παραπάνω δήλωσης.

Προσεγγίζοντας το βιβλίο δεν αναζητάμε το τι θα θέλαμε εμείς να γράφει ή τι αποσιωπάται αλλά τις έννοιες με τις οποίες είναι γραμμένο. Αφού αναφερόμαστε σε σχολικό εγχειρίδιο ιστορίας , θέλουμε να δούμε πως θα διαπαιδαγωγήσουν τους μελλοντικούς νέους εργαζόμενους. Διαβάζοντάς το αναδεικνύονται οι βασικές έννοιες- άξονες με τις οποίες είναι γραμμένο.

Η Αυτοκρατορία

Διαβάζουμε στο βιβλίο(σελ. 19) ότι «οι σουλτάνοι συνηθίζουν, όταν κατακτούν ένα βασίλειο ή μία επαρχία , να διατηρούν θαυμαστή τάξη …..και όσο για το λαό αφήνεται να ζει σύμφωνα με τα ήθη και τα έθιμά του, διατηρεί τα αγαθά του και έχει θρησκευτική ελευθερία». Απ’ όλες τις ιστορικές πηγές αυτή επιλέχθηκε από τους συγγραφείς για να κάνουν «μαθητεία στην ιστορία» τα παιδιά. Έτσι καταργούνται 400 χρόνια σκλαβιάς και ωραιοποιείται η οθωμανική αυτοκρατορία. Δεν είναι τυχαίο ότι σ’ όλο το βιβλίο υπάρχει «σιωπή» για τη «σύγχρονη αυτοκρατορία», τις ΗΠΑ. Δεν αναφέρεται ούτε ότι ο αμερικανός πρόεδρος Ουϊλσον υπαγόρευσε στη Γαλλία και τη Γερμανία τους όρους της συνθήκης μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ούτε η στρατιωτική της παρουσία στο ελληνικό έδαφος και η παρέμβασή της στην πολιτική ζωή της χώρας μας μετά τον Β΄ Παγκόσμιο. Το αποκορύφωμα της παρασιώπησης(σελ. 109): «Η ρίψη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι…». Ποιος την έριξε και γιατί; Δεν είναι αναγκαίο να το μάθουν τα παιδιά μας. Μαθαίνουν όμως πως «βγαίνουν λάδι» οι αυτοκρατορίες και οι σύγχρονοι «αυτοκράτορες»...

Οι Μεγάλες Δυνάμεις και η εθνική κυριαρχία

Στον ορισμό της Ιεράς Συμμαχίας(1814) δεν αναφέρεται η καταστολή των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στην Ευρώπη ως βασικός της στόχος. Όσον αφορά την επανάσταση του 1821 οι Μεγάλες Δυνάμεις επεμβαίνουν υπέρ των Ελλήνων και ορίζονται ως Εγγυήτριες Δυνάμεις του ελληνικού κράτους. Το γιατί δεν υπάρχει. Όπως δεν υπάρχουν και τα πρώτα ελληνικά κόμματα, το Γαλλικό, το Αγγλικό και το Ρωσικό. Ούτε η παρέμβαση της Αγγλίας στα εσωτερικά της Ελλάδας από τον Οικονομικό Έλεγχο στη Μικρασιατική Εκστρατεία έως και τον Εμφύλιο. Κι όταν «χιλιάδες έλληνες συνωστίζονταν στο λιμάνι της Σμύρνης…», κουβέντα για τη διαταγή των Μεγάλων Δυνάμεων να απομακρυνθούν τα πλοία τους από το λιμάνι αφήνοντας τους πρόσφυγες έρμαια του τούρκικου στρατού. Ειπώθηκε από τους συγγραφείς σε σεμινάριο το επιχείρημα ότι «αν γράψουμε τις θηριωδίες των άλλων, πρέπει να γράψουμε και γι’ αυτά που έκανε ο ελληνικός στρατός στη Μικρά Ασία». Αν όμως οι λαοί δεν γνωρίζουν την ιστορική αλήθεια, τα κοινά τους μαρτύρια για να μην ξαναγίνουν τα ίδια λάθη, δεν μπορούν να αναπτύξουν πραγματική φιλία και αλληλεγγύη.

Η κατάργηση των τάξεων

Η μοναδική αναφορά σε κοινωνική τάξη γίνεται για την Τρίτη Τάξη (Γαλλική Επανάσταση) και αυτό γιατί έχει επικρατήσει ως ιστορικός όρος. Δεν υπάρχει πουθενά στο βιβλίο η αστική τάξη και η εργατική τάξη ούτε για την Ελλάδα ούτε για τις άλλες χώρες. Χτυπητό παράδειγμα η απόκρυψη των ταξικών αντιθέσεων επί τουρκοκρατίας. Γιατί δίπλα στους τούρκους μεγαλοϊδιοκτήτες γης υπήρχαν και έλληνες τσιφλικάδες (οι πρόκριτοι). Οι πρόκριτοι κατανέμουν και μαζεύουν τους φόρους για τον κατακτητή από τους ραγιάδες και συχνά με βίαιο τρόπο. Σκλάβος ο ραγιάς στον τούρκο κατακτητή, σκλάβος και στον έλληνα τσιφλικά. Όταν αποσιωπώνται τα παραπάνω πώς να καταλάβει ο μαθητής τις εμφύλιες συγκρούσεις ανάμεσα στους πρόκριτους και τους λαϊκούς αγωνιστές;

Η Εκκλησία

Διαμαρτύρεται η Ιεραρχία ότι στο βιβλίο δεν καταγράφεται η συμβολή της στον ελληνορθόδοξο πολιτισμό. Στο βιβλίο «παραλείπεται» κι έτσι συγκαλύπτεται ο ρόλος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας επί τουρκοκρατίας. Δεν αναφέρεται ότι έπαιρνε φόρους (το 1\3 της σοδειάς) από τους υπόδουλους. Ούτε ότι ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ αφόρισε τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και το Μ. Σούτσο, όταν ξεκίνησαν την επανάσταση στη Μολδοβλαχία, ούτε ότι καταδίκασε το Ρήγα Φεραίο και τα παμβαλκανικά απελευθερωτικά κηρύγματά του. Ούτε ότι το Πατριαρχείο εξέδωσε την «Πατρική Διδασκαλία» όπου διακηρύσσει ότι ο Θεός ευδόκησε να στείλει τους Τούρκους για να διαφεντεύουν και να παιδεύουν τους Χριστιανούς τους οποίους παρασύρει ο διάβολος στις διδασκαλίες των Φιλελευθέρων. Απάντηση – καταπέλτη ενάντια στο Πατριαρχείο δημοσιεύει ο Κοραής από το Παρίσι. Και η ιστορική επιβεβαίωση: κανένας πατριαρχικός δεν περιλαμβάνεται στην ηγεσία του Αγώνα. Είναι βέβαια κατανοητή η διαμαρτυρία της Εκκλησίας – Α.Ε. που με τα σχολεία της, τα πανεπιστήμιά της και τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο επιχειρήσεις της θέλει να προβάλλει την «ιδιαιτερότητά» της στην παγκοσμιοποιημένη αγορά…

Ο παράγοντας «Λαός»

Εκκωφαντικά απουσιάζουν οι λαϊκοί αγωνιστές του 1821 και υποβιβάζονται σε φωτογραφίες με λεζάντες. Γιατί πίσω από αυτούς υπάρχει ο λαός που τους ανέδειξε σε ηγέτες του. Όπως επίσης και η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 και η Σοβιετική Ένωση που στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επιμένουν οι συγγραφείς να την ονομάζουν Ρωσία (σελ. 109). Στην Εθνική Αντίσταση το βάρος πέφτει στα αντίποινα και την τρομοκρατία του κατακτητή παρά στην ηρωική εποποιία του ελληνικού λαού. Δεν χρειάζεται να μαθαίνουν τα παιδιά ότι οι λαοί γράφουν την ιστορία τους.

Η κατάργηση της ιστορικής αιτιότητας

Μερικά παραδείγματα:

Ποιες ήταν οι αιτίες του εμφυλίου πολέμου κατά την επανάσταση του 1821; Δεν υπάρχουν. Ποιες οι αιτίες του φασισμού; Δεν υπάρχουν. Ποιες οι αιτίες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου; Δεν υπάρχουν. Ποιες οι αιτίες των συγκρούσεων ανάμεσα στο ΕΑΜ από τη μια και τον ΕΔΕΣ και την ΕΚΚΑ από την άλλη; Δεν υπάρχουν. Ποιες οι αιτίες του εμφυλίου; Δεν υπάρχουν. Γιατί από το 1960 εμφανίζονται «προβλήματα» ανάμεσα στους Ελληνοκύπριους και τους Τουρκοκύπριους, ενώ πιο πριν πάλευαν μαζί ενάντια στην αγγλική κατοχή; Δεν υπάρχει απάντηση. Ο Θουκυδίδης, που έγραψε ιστορία με αιτίες και αποτελέσματα απομακρύνοντας την ιστορία από τη μυθοπλασία, είναι πια ξεπερασμένος.

Παράλληλα με την ωραιοποίηση της αυτοκρατορίας, με την κατάργηση των τάξεων, με την απουσία των επαναστάσεων και των κινημάτων, με την αποσιώπηση γεγονότων, «καταργείται» και η καταγραφή της ατομικής δραστηριότητας των ζωντανών ανθρώπων, ισοπεδώνοντας το κύριο και το δευτερεύον, μετατρέποντας τους σε λέξεις. Έτσι αναπτύσσεται η αδυναμία προσανατολισμού με αποτέλεσμα την καλλιέργεια της αδιαφορίας .

Η συγγραφέας του βιβλίου, κ. Ρεπούση, σε συνέντευξή της στην «Καθημερινή-01/04/07 » δηλώνει ευθέως:

«Σε ό,τι αφορά τα ιστορικά πρόσωπα, η αντίληψή μας είναι ότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε ιστορικά πρόσωπα, ιστορικά υποκείμενα, από τη στιγμή που με τη δράση μας, τη σκέψη μας, τις πρωτοβουλίες μας επηρεάζουμε τα δρώμενα και επιδρούμε στις εξελίξεις. Αυτή η αντίληψη δεν απουσιάζει στο βιβλίο. Ούτε οι εθνικοί ήρωες απουσιάζουν. Αυτό που απουσιάζει είναι η ταύτιση των ιστορικών προσώπων με τους εθνικούς ήρωες

Εδώ καταργούνται οι αιτίες και τα αποτελέσματα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Οι κοινωνικές σχέσεις που συμπυκνώνονται στα άτομα καταργούνται και αυτές. Δεν υπάρχουν ομάδες και τάξεις με αντικρουόμενα συμφέροντα και αντιθέσεις. Δεν υπάρχουν προσωπικότητες και ηγέτες που εκφράζουν ή συμβολίζουν αυτές τις κοινωνικές ομάδες. Υπάρχουν μόνο άτομα που δουλεύουν, τρώνε και μετακινούνται σ΄ ένα κόσμο εικόνων-λέξεων αδυνατώντας να τις επεξεργασθούν και να δουν τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και των ανθρώπων με τα πράγματα. Απαραίτητη προϋπόθεση για να έχει ο άνθρωπος ανεξάρτητη βούληση και προσανατολισμό.

Ισοπεδώνονται τα πάντα και δημιουργείται σύγχυση αφού δεν υπάρχει καμιά ιεράρχηση για το τι είναι σημαντικό και τι επουσιώδες. Τελικά κατασκευάζεται θεωρητικά το χάος με την προβολή λέξεων και εικόνων με αποτέλεσμα να μην αναπτύσσεται η ικανότητα να διαβάζεται το παρελθόν, να ερευνάς το παρόν και να φαντάζεσαι και να σχεδιάζεις το μέλλον. Δηλαδή την ίδια βαρύτητα και ευθύνη έχει ο αμερικανός άνεργος μετανάστης που κατατάσσεται στον επαγγελματικό στρατό, με το Μπους και το επιτελείο του που μακελεύουν όλη τη Μέση Ανατολή; Το ίδιο είναι ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης και ο δοσίλογος; Την ίδια δραστηριότητα έχουν ένας αθλητής και ο Κολοκοτρώνης; Όταν όμως ακούς μόνο λέξεις, τότε ο Κολοκοτρώνης είναι πλατεία και ο Βενιζέλος αεροδρόμιο...

«Καινοτομία» όχι μόνο στο περιεχόμενο αλλά και στη διδασκαλία

Η συγγραφέας του βιβλίου, κ. Ρεπούση, σε συνέντευξή της στην «Κ» δηλώνει ευθέως:

«Δεν θέλουμε να αφομοιωθεί (η ύλη του βιβλίου). Θέλουμε να υποστηρίξουμε ένα νέο περιβάλλον μάθησης, στο οποίο τα παιδιά μελετούν, συζητούν, σκέπτονται, συμπεραίνουν και με τον τρόπο αυτό μαθαίνουν ιστορία».

Όμως με το γραπτό κείμενο, με την αφήγηση και την ανάλυση, με τις αιτίες και τα αποτελέσματα, με συγκεκριμένο μαθησιακό στόχο, με τον χάρτη στον πίνακα και τις πηγές συμπληρωματικά, αναπτύσσεται ο διάλογος στην ομάδα (εκπαιδευτικός – μαθητές), λύνονται οι απορίες. Μ’ αυτή τη μαθησιακή διαδικασία αφομοιώνεται η ύλη και ο μαθητής μέσα από την απομνημόνευση αυτού που γνωρίζει (και όχι παπαγαλία αυτού που δεν ξέρει – απομνημόνευση και παπαγαλία είναι εντελώς διαφορετικές και αντικρουόμενες διαδικασίες) αναπτύσσει τη σκέψη και τη γλώσσα του. Και επειδή μιλάμε για την Ιστορία, βοηθιέται να καταλάβει ότι δεν είναι έτσι τυχαία ριγμένος, σαν πέτρα, σε μια περιοχή που μπορεί να είναι και η Ελλάδα αλλά ότι είναι ενταγμένος σε μια κοινωνία, σ’ ένα έθνος και ότι μοιράζεται αυτόν τον κόσμο και μ’ άλλους λαούς και άλλα έθνη. Έτσι βοηθιέται στην απόκτηση ιστορικής μνήμης και συνείδησης (προσανατολισμός στο χώρο και το χρόνο).

Αλλά το νέο βιβλίο, όπως ομολογεί η μία από τους συγγραφείς του δεν έχει ως στόχο τα παραπάνω. Στο «νέο περιβάλλον της μάθησης»

1. Απουσιάζει η ολοκληρωμένη αφήγηση, υπάρχουν μικρές γενικόλογες ενότητες που απομακρύνουν το παιδί από το γραπτό λόγο. Αν λάβουμε υπόψη ότι έχει καταργηθεί η διδασκαλία της γραμματικής, τότε τα αποτελέσματα είναι αποκαρδιωτικά για την πνευματική συγκρότηση των παιδιών.

2. Ανάμεσα σ’ αυτές τις μικρές ενότητες, στο κεφάλαιο «μαθητεία στην ιστορία», παρατίθενται λήμματα, πηγές, πίνακες, χάρτες, εικόνες που υποκαθιστούν την αφήγηση και την παρουσίαση αιτίων – αποτελεσμάτων, αντί να χρησιμοποιούνται ως μέσα για την κατανόηση της ύλης. Σύμφωνα με τους συγγραφείς, αυτό αποσκοπεί στο να ανακαλύψει μόνος του ο μαθητής την ιστορία, την αίτια, το αποτέλεσμα. Η αυτενέργεια όμως χωρίς υποδομή καθηλώνει το παιδί στην εικόνα και οδηγεί στη δημιουργία εντυπώσεων και όχι στη θεμελίωση της γνώσης. Υπάρχουν μόνο εικόνες- λέξεις, τα γεγονότα παρουσιάζονται αποσπασματικά, με κενά ανάμεσά τους, δεν υπάρχει η διαδοχή των γεγονότων. Έτσι καταργείται η αντίληψη της ιστορικής διάρκειας και το παιδί αδυνατεί να δημιουργήσει τη σχέση του με το χρόνο και το χώρο. Και αν δεν μπορεί τελικά να ανακαλύψει την ιστορία χιλιάδων χρόνων, τότε φταίνε τα γονίδιά του, η κοινωνική του προέλευση και οι «ανεπαρκείς» δάσκαλοι.

3. Όσον αφορά «το νέο περιβάλλον της μάθησης»; Ας εξασφαλιστούν πρώτα όλες οι προϋποθέσεις, όπως γενναία χρηματοδότηση για αξιοπρεπή κτίρια, για μικρά τμήματα, για υλικοτεχνική υποδομή, για να ζουν με αξιοπρέπεια, χωρίς ανασφάλεια, από το μισθό τους οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς των μαθητών και μετά ας έρθουν να μας κάνουν κήρυγμα για τα νέα περιβάλλοντα ...

Σε άλλη συνέντευξή της η κ. Ρεπούση αναφέρει: -« Τρεις είναι οι βασικές του καινοτομίες: Ανανεώνει το ιστορικό περιεχόμενο. Εκεί εστιάζεται και το μεγαλύτερο μέρος της αντιπαράθεσης. Εισάγει τις ιστορικές πηγές στο μάθημα της ιστορίας και όταν λέμε πηγές δεν εννοούμε μόνο τις γραπτές αλλά και τις γελοιογραφίες, τα σκίτσα, τα έργα τέχνης και καθετί που δείχνει τι έκαναν, πώς σκέπτονταν, πώς αισθάνονταν οι άνθρωποι στο παρελθόν. Τέλος, δημιουργεί ένα περιβάλλον ενεργητικής, διερευνητικής μάθησης που στηρίζεται στο διάλογο και στην επικοινωνία των μελών της μαθητικής κοινότητας.»

Ανανέωση όμως του ιστορικού περιεχομένου δεν είναι η προπαγάνδα μέσα από αποσιωπήσεις, συγκαλύψεις και «συνωστισμούς». Ούτε αντικείμενο της ιστορίας είναι τα αισθήματα, οι σκέψεις και οι καθημερινές συνήθειες των ανθρώπων. Η αναπαράσταση της καθημερινής ζωής και η απόδοση των συναισθημάτων είναι αντικείμενο της λογοτεχνίας. Ή μήπως θέλουν να καταργήσουν κι αυτήν;

Τελικά, απλώς, σε μια «ωραία, …χαρούμενη ατμόσφαιρα» οι μαθητές (άραγε γνωρίζουν τα προβλήματα που κουβαλούν τα παιδιά της εργαζόμενης οικογένειας στο σχολείο), χωρίς σκοπό, διαδικασία και ανθρώπινη καθοδήγηση, να κουβεντιάζουν (την κουβεντούλα βαφτίζουν ως διάλογο;) και να απασχολούνται (απασχολήσιμος μαθητής – απασχολήσιμος εργαζόμενος;), με αποτέλεσμα:

1. Να μην αφοσιώνονται σε μια δραστηριότητα που είναι η βάση της οργανωμένης σκέψης και ανοίγει το δρόμο στη δυνατότητα και ικανότητα της κριτικής σκέψης. Μιλάνε για κριτική σκέψη όταν από τη μαθησιακή διαδικασία απουσιάζουν η ανάλυση, η σχέση αιτίου αποτελέσματος, η υπόδειξη-επεξήγηση-καθοδήγηση σε παιδιά 8, 10, 14 ετών.

2. Την έλλειψη της αφομοίωσης και την «απαραίτητη» παπαγαλία για την επιτυχία σε εξετάσεις και βαθμούς να την καλύπτουν τα φροντιστήρια, τα ιδιαίτερα και η υπεροχή της κοινωνικής θέσης. Τελικά μήπως θέλουν «το αφεντικό να ξέρει 1000 λέξεις και ο εργάτης 100»;

Στις μέρες μας που διατυμπανίζεται «το τέλος της ιστορίας», αντίστοιχα είναι και τα βιβλία της ιστορίας στα σχολεία. Στις δικές μας γενιές με τη λίγη βοήθεια του σχολείου και με τη γνώση που πρόσφερε το κίνημα μαθαίναμε ιστορία και μέσα από την πολιτική δραστηριότητα συγκροτούσαμε τη σκέψη και τη γλώσσα μας. Τώρα με το νέο βιβλίο και καταργείται η ιστορία (και δεν μιλάμε για τη διαλεκτική λογική αλλά για τη στοιχειώδη τυπική λογική) και αναρωτιόμαστε αν τα παιδιά μπορούν να μάθουν γραφή και ανάγνωση .

Για το εκπαιδευτικό κίνημα πρέπει να είναι δεδομένη η κριτική και στα προηγούμενα βιβλία. Στο επίπεδο της διδακτικής μεθόδου, στο θέμα του περιεχομένου, στο θέμα της ογκώδους ύλης. Όμως με τα νέα βιβλία έχουμε ένα άλμα, μια νέα ποιότητα. Και μάλιστα όλα αυτά με το μανδύα της καινοτομίας και του «προοδευτισμού». Ξεχνούν ότι εξέλιξη και πρόοδος δεν είναι το ίδιο. Το θέμα του συγκεκριμένου βιβλίου πήρε τέτοιες διαστάσεις γιατί έμπλεξαν μέσα πολλοί. Ακροδεξιοί, εκκλησία ΑΕ και από την άλλη «διανοούμενοι» που, όλως τυχαίως, είχαν πρωταγωνιστήσει και 2 μήνες πριν, σαν υπάλληλοι του Υπουργείου εναντίον του φοιτητικού κινήματος, της απεργίας της ΠΟΣΔΕΠ, προσωπικοτήτων, κομμάτων κλπ. Το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι μόνο το βιβλίο της Ιστορίας. Είναι το αν μαθαίνουν τα παιδιά Ιστορία, Μαθηματικά, Γραμματική κοκ. Και με τα νέα βιβλία δεν γίνεται κάτι τέτοιο. Ως εκπαιδευτικοί και γονείς δεν επιτρέπεται να αποδεχθούμε το σχολείο - αποθήκη με τα παιδιά του εργαζόμενου λαού ανιστόρητα και αγράμματα.

11.4.07

Μ. Αναγνωστάκης: Πολυτεχνείο 1983

Πολυτεχνείο 1983