CLICK HERE FOR THOUSANDS OF FREE BLOGGER TEMPLATES »

28.4.08

Μικρή ερωτική ιστορία (Shakespeare reloaded)

Η Vain ζήτησε μια μικρή ερωτική ιστορία με Brett Anderson, αλλά με το που έβαλα να ακούσω suede έπεσα στο Europe is our playground και θυμήθηκα την εισαγωγή του Romeo & Juliet (“two households, both alike in dignity/ in fair Verona -where we lay our scene”). Ήταν ζήτημα ελάχιστου χρόνου τα τραγούδια να φτιάξουν μια έμμετρη ερωτική ιστορία με επιρροές από Ρακίνα και Σαίξπηρ μέχρι Δημοτικό Τραγούδι και Μπουκόφσκι, που διεξάγεται στο αστικό τοπίου του 21 αι. Δεν διεκδικώ εύσημα για το στόρυ αλλά, το soundtrack είναι dream /brit pop και για Άνοιξη είναι καλό! Τα κατεβάζετε και τους έχω βάλει νουμεράκια για να παίξουν με τη σωστή σειρά! :)

Jack & Cherry

ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ: Δωμάτιο, το σπίτι του Jack

ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
Μιλάμε για ένα σπιτικό πιο θλιβερό από φυλακή
-στην Ευρώπη το σκηνικό μας θα διαδραματιστεί,
στα μέρη της Αγγλίας, στη Βρετανίας το Νησί
όπου πριν 26 χρόνια ένα αγόρι έτυχε να γεννηθεί.
Ένα αγόρι φτιαγμένο από χώμα και νερό
που ο θεός στην πλάτη του έπαιξε παιχνίδι φθονερό.
Τόσο νέος και έξυπνος που σαν χίλια άστρα φώτιζαν στο νου
αγάπησε μια αταίριαστη, κόρη του Κυνισμού
κόρη της Κατανάλωσης που είχε μια φοβία
με τα ζευγάρια, τους δεσμούς και τη μονογαμία
και άλλαζε συντρόφους πιο συχνά θαρρείς
απ’ όσο σεντόνια αλλάζουν σε μοτέλ ημιδιαμονής.

Το αγόρι που το βάφτισαν με τ’ όνομα ενός σκύλου
μα όταν οι άλλοι το πρόφεραν ’ξεραν πως είχε ψυχή φίλου
θα πέρναγε τη νύχτα του ξανά μέσα στο σπίτι
να κλαίει για τη μοίρα του, που ήταν σαν κοπρίτη.
Στο facebook θα έπαιζε παιχνίδια στο iLIKE
και στο myspace θα άκουγε ξανά Larry Gus «live».
Μα εκείνο που τον τρόμαζε κι ήξερε θα συμβεί
είναι που όσο και να μην ήθελε θα ερχόταν κι αυτή εκεί

JACK.
«Αχ Milla Luna να χαρείς, πάρε το φάντασμά σου
από τη σκέψη και το νου, από τη μνήμη χάσου
από τους άντρες φεύγεις και χάνεσαι σαν αερικό
μα ζεις μες στο μυαλό μου σαν σε σπίτι πατρικό
κοιμάσαι μες στη σκέψη μου, ξυπνάς μες στα όνειρά μου
τρως όλες τις ιδέες μου κι αποπατείς στην καρδιά μου.
Ναι, σ’ αγαπώ μα δε μπορώ ζωή έτσι να ζήσω
Να διώχνω όποια έρχεται κοντά, εσέ να θέλω πίσω.
Νομίζω ήρθε η ώρα μου, θα φύγω, θα χαθώ,
σε δέντρο μες στο δάσος θα πάω να κρεμαστώ».


ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ: Πλούσια μονοκατοικία στην ύπαιθρο, γίνεται γιορτή

CHERRY.
«Αυτή η γιορτή με έθλιψε, δεν ξέρω αν θα αντέξω
άλλο τσιγάρο και ποτό, θέλω να βγω εκεί έξω
ακόμα έναν celebrity να δω και θα ουρλιάξω
κι αν συστηθεί άλλη ως Δούκισσα νομίζω θα τη σφάξω.
Μα πως στο καλό βρέθηκα ανάμεσα σ΄ αυτούς
ανάθεμα τα προξενιά με Λονδρέζους αστούς!
Θα πάρω το παλτό μου στα δέντρα θα χαθώ
-νομίζω πριν γίνω άνθρωπος δέντρο ήμουν κι εγώ
είμαι γερή και σταθερή, δύσκολα μετακινούμαι
για να με πάνε εκδρομή δέκα άνθρωποι τραβούνε
στη γη μου βγάζω ρίζες και γη ειν’ όπου αγαπώ
αν κάποιον αγαπήσω θεριευω ως τον ουρανό!
Μα οι άνθρωποι είναι πλοία και δεν αντέχουν στη στεριά
κι έτσι πάντα φεύγουν σαλπάρουν μακριά
και μένω μπερδεμένη σε φύλλα και κλαδιά
τα δέντρα σε βαστούνε μ’ όλο το βάρος στην καρδιά».


ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ: στο δάσος, η Cherry σκαρφαλωμένη σε ένα δέντρο
και καταφθάνει ο Jack.

JACK.
«Η νύχτα θα ναι σύμμαχος σ’ αυτό που πάω να κάνω:
να πάρω μόνος τη ζωή απ’ το μυαλό που χάνω.
Θα βρω ένα δέντρο πράσινο και με γερά κλαδιά
και το καλώδιο usb θα πλέξω σε θηλιά
θα το περάσω στο κλαδί και στο λαιμό θα δέσω
θα σκαρφαλώσω στον κορμό και από εκεί θα πέσω.
Να το λοιπόν, το ετοίμασα, και τώρα θα ανέβω
Χαίρε γλυκιά μου Milla μου, να ξέρεις σε λατρεύω...

CHERRY:
«Χαίρε κι εσένα ξένε μου, να σου μιλήσω αν θες
μα πώς λες με λατρεύεις; Με ξέρεις κι από χτες»;

JACK: «Ω! δεσποινίς συγνώμη, δε μίλαγα σε εσάς,
και όταν είπα «Milla» δεν εννοούσα εσείς σε εμάς»

CHERRY: «Μπα, πως το εννοείς εσύ όταν λες «γλυκιά μου μίλα»;
Μιλιά όπως το θρόισμα του άνεμου στα φύλλα»;

JACK: «Ξεχάστε Milla και μιλιές και πείτε μου αλήθεια
Τι κάνει μια ευγενής μες στα κλαδιά τη νύχτα;»;

CHERRY: «Ανέβηκα για να κρυφτώ απ’ τους λάθος ανθρώπους
δώσε μου το χέρι σου- αν αυτό δε δείχνει κακούς τρόπους
να μου κάνεις παρέα εδώ θα σε τραβήξω-
νομίζω μαζί σου θα ήθελα να συζητήσω.
Και το πώς βρέθηκες εδώ να σε ρωτήσω»

JACK: «Κοίτα, θα είμαι ειλικρινής: ήρθα να αυτοκτονήσω»!

CHERRY: «Μα αυτό δεν είναι δυνατόν, τόσο νέο παιδί
Τι μπορεί να έγινε και θες να πας έτσι χαμένος»;

JACK: «Δεν θα ’μαι πολύ πρωτότυπος: είμαι ερωτευμένος
Πάλι με λάθος άνθρωπο και πάει πολύ καιρός
από τότε που χώρισα...»

CHERRY: «...Κι επειδή δεν έγινες γαμπρός
Θες να πέσεις να πεθάνεις;
Α εσύ θα με τρελάνεις!
Μήπως είσαι αδερφή;
Κανένας άντρας κανονικός δε θέλει να παντρευτεί»!

JACK: «Τότε δεν είμαι κανονικός υποθέτω, γλυκιά μου φίλη
νομίζω για πλάκα ο θεός στη γη με έχει στείλει
-για πλάκα δική του θέλω να πω
μάλλον παίζω κομπάρσος σε κάποιο σήριαλ θεϊκό
κάνω έναν άνθρωπο θαρρώ με σκύλου χαρακτήρα
σε βάναυσα αφεντικά όλο με στέλνει η μοίρα
ή ίσως είναι επιλογή, δεν ξέρω τι να πω
μυρίζομαι τις παλαβές σαν το λαγωνικό
κι αντί να φύγω γρήγορα για όσο πιο μακριά
εγώ τις πλησιάζω κουνώντας την ουρά
τους φέρνω τις παντόφλες, πιστά υπηρετώ
κι όσο μου ρίχνουνε κλωτσιές, ξωπίσω τρέχω εγώ.
Τώρα αν είσαι φίλη μου, τι λες, θα βοηθήσεις»;

CHERRY: «Μόνο να μην χορέψουμε, ό,τι άλλο θες να ζητήσεις»!
JACK: «Τι παράξενο κορίτσι, δε σ’ αρέσει να χορεύεις»
CHERRY: «Γιατί εσένα π.χ σου αρέσει να μαγειρεύεις»;
JACK: «Μα το μαγείρεμα δεν είναι το ίδιο με τον χορό»
CHERRY: «Γιατί το λες; Αν δεν κατέχεις ταλαιπωρία είναι και τα δυο»!
JACK: «Μα είναι εύκολο να μάθεις –χορό και οικοκυρικά»!
CHERRY: «Ναι αν είσαι άνθρωπος, εγώ ανήκω στα φυτά!
Κοίτα επειδή σε μπέρδεψα, εγώ που είμαι εδώ
δεν είμαι άνθρωπος που κάθεται, δέντρο είμαι κι εγώ.
Έτσι αν εσύ φύγεις απόψε και χαθείς
όποτε κι αν γυρίσεις εδώ θε να με βρεις»
JACK: «Μα τι σόι χαζομάρα θα ήτανε αυτή
να φύγεις από κάπου για να ξαναγυρίσεις εκεί»;
CHERRY: «Ανθρώπινη εξυπνάδα λέγεται αυτό
θέλετε να επιλέγετε απ’ όλα τα πιο καλό
και έτσι δοκιμάζετε θάλασσες και βουνά
ρούχα, ανθρώπους και ζωές –να βρείτε ταιριαστά.
Εγώ που είμαι δέντρο δεν είμαι βολική
είμαι τραχιά και άγρια κα μονολιθική
Έτσι κανείς δεν κάθεται κοντά μου για καιρό
τον πνίγει η σταθερότητα σαν το βαθύ νερό.
Και φεύγουνε να βρούνε αλλού την περιπέτεια ...»
JACK: «Και τους αφήνεις να επιστρέφουν χωρίς καμιά συνέπεια»;
CHERRY: «Μ’ αρέσει να βοηθάω και είναι βαρετό
να ζεις πάντα μονάχος, με χώμα και ... ααα, τι ήταν αυτό»;
JACK: «Σαν κλάμα ζώου ακούγεται, μάλλον στην εθνική
κάποιος πρέπει να χτύπησε αδέσποτο σκυλί»
CHERRY: «Αλήθεια λες να είναι μονάχα ένα σκυλί»;
JACK: «Ίσως να πέθανε η αγάπη: ο σκύλος απ’ την Κόλαση»!
CHERRY: «Ξημερώνει, η ανατολή έχει ένα χρώμα μαγικό...»
JACK: «Τι θα κάνεις δεντράκι, θα μείνεις εδώ;
Εγώ λέω να γυρίσω σπίτι, δε θα πεθάνω ούτε κι απόψε...»
CHERRY: «Για να με πάρεις μαζί σου σκύψε και τις ρίζες μου κόψε»
JACK: «Δεν έχω πριόνι»!
CHERRY: «Έχεις δόντια, δεν έχεις»;
JACK: «Μα είσαι τόσο λεπτεπίλεπτη, δε θέλω να πονέσεις».
CHERRY: «Θα πονέσω περισσότερο αν με αφήσεις εδώ»

ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
Κι εκείνος κάτω πήδηξε κι έσκαψε σαν σκυλί μανιακό.

Βρήκε τις ρίζες και τις πότισε με τον ιδρώτα του
μα μόλις πήγε να τις πιάσει στα δόντια του
κάτι έπεσε πάνω στο κεφάλι του κι έσκυψε να το πιάσει
μα ύστερα κι άλλο έπεσε, κι άλλο, κι άλλο ...κεράσι!
Το βλέμμα τότε σήκωσε, την είδε να ωριμάζει
κόκκινη απ' τον έρωτα κι έπεφτε σαν χαλάζι!
και έπλεξε τα χέρια του σε ένα γερό κοφίνι
και ούτε ένα κεράσι της δεν άφησε να μείνει
όλα εκεί τα μάζεψε, το κάθε της κομμάτι
και άκουγε το χαχάνισμα που έκανε γεμάτη
από χαρά, που μπόρεσε να γίνει κάτι άλλο
-όχι κάτι βαθύτερο ή κάτι πιο μεγάλο
μα κάτι τοσοδούλικο και κάτι πιο γλυκό
κάτι χωρίς προσποίηση, κάτι πιο φυσικό.
Κι ο Τζακ όμως δεν πίστευε στην τύχη του αυτή
αντί ένα κορίτσι δεκάδες είχε βρει!
Δεκάδες κερασάκια να αλλάζει τη σειρά
κάθε μέρα να φτιάχνει μια ... άλλη Κερασιά!
Τα λάθη της κουκούτσια, να θάβει στην αυλή
και να φυτρώνουν χάρες που σε άλλη δε θα βρει!

Μια ζοφερή ησυχία φέρνει μαζί του κάθε πρωινό
λες και πενθεί για τα αστέρια που ξεψυχούν στον ουρανό
κι εκείνο το λυκαυγές ήταν πιο σιωπηλό απ’ όλα
θαρρείς και o ήλιος δεν ήθελε να βγει και να χαλάσει
εκείνο που η Πλάση μ’ όνειρο είχε κάνει να μοιάσει.
Κι όταν τέλος ανέτειλε κανείς δεν ξέρει τι είδε

Κι αν κάποιος διαδώσει όσα διάβασε εδώ
να ξέρει πως θα τον γελάσουν και ίσως να τον πουν τρελό
γιατί δεν υπήρξε ερωτική ιστορία πιο παράξενη και μικρή
απ’ του Τζακ και της Κερασιάς
που συναντήθηκαν μια νύχτα στην εξοχή...

Του Άη Γιώργη

Απ' τους ώμους να, η Άνοιξη περνά,
γύρω φτερουγίζει,
ξεχνάει εμένα.
Μέρα της χαράς ποια ζωή φοράς;
Δρόμο δρόμο παίρνεις
χωρίς εμένα.

Του ουρανού πουλιά πάρτε με αγκαλιά
το βουνό γεμίζει κεριά αναμένα
Nα κι η Πούλια ξημερώνει το θεό παρακαλώ
μα το φως που δυναμώνει
δε μου φέρνει
δε μου φέρνει
'κείνον που αγαπώ.

Το όνομα του ανθός, ευωδιάς βυθός,
πείτε στα κορίτσια να μην το λένε
μέρα σαν κι αυτή στ' Άη Γιωργιού τ' αφτί,
που όλα τα τραγούδια για αγάπη κλαίνε.


Το καλοκαίρι, μετά από ατέρμονη γκρίνια που "δεν έχουμε πάει μια βόλτα με τα πόδια να χαρούμε το νησί", φορτώνομαι στον Πέτρο να με πάει στον Άη Γιώργη τον Μεθυστή -ένα ξωκλήσι κρυμμένο στα χωράφια του Μεσοχωρίου Καρπάθου. Ο ήλιος καίει, περπατάμε ώρα, τα αγκαθια μου έχουν τσακίσει τα πόδια, χάνουμε τον δρόμο, πηδάμε πεζούλες και χαντάκια -και για κάποιο λόγο εγώ θεωρώ ότι δε μπορεί να γίνει αλλιως: τι αξία έχει μια άνακάλυψη χωρίς ταλαιπωρία. Όταν πια φτάνουμε ο Πέτρος, παιδί της πόλης και των media, με εκπλήσει ανάβοντας καντήλια και καθαριζοντας το χώρο. Εγώ κοιτώ την αγιογραφία - ο Άη Γιώργης παληκάρι με φτερά στην πλάτη, καβάλα στ' άσπρο άλογο -και μουρμουράω κάτι ευχές για έναν άλλο Γιώργo...


Όπου Γιώργος δεν είναι απαραίτητα μάλαμα
αλλιώς γιατί ρωτάς την κυρα Γιώργαινα ο Γιώργος της που πάει;
Αλλά στο ελληνικό παραδοσιακό ασυνείδητο ο Άη Γιώργης είναι κάτι σαν τον Αλέξη Τσίπρα για το σήμερα: ο τέλειος γαμπρος!
Είναι νέος, καβαλάρης, σκοτώνει το δράκο, σώζει το νερό του χωριού και το κορίτσι. Πόσο μάλλον αν είναι ο Άη Γιώργης ο Μεθυστής, πιθανόν να σώζει και το νερό της ζωής (ήτοι το ουίσκι του χωριού- δικός μας είναι σου λέω)! :)

Οι Γιώργηδες γιορτάζουν στην καρδιά της Άνοιξης και τους προικίζει η φύση να ναι πάντα ανθισμένοι (ξέρω πολλούς Γιώργους και είναι όλοι παιδιά- περιβόλια)! Οι Γιώργοι είναι γεωργοί της χαράς και τυχερές όσες τους έχουν!

Χρόνια τους Πολλά- ζωή να χουν τα παιδιά!

27.4.08

Αναστάσ... emo - indieannalog set 25

Γη... Με τις μόδες δεν τα πάω καλά. Οπότε αυτό με τα emo δεν το έχω καταλάβει. Πολύ περισσότερο γιατί εμένα τα emo μου φαίνονται μείξη από αναστημένα dark wave και punk- garage λείψανα. Και ανατρέχοντας στην εποχή που τα all star έγιναν ξανά της μόδας θυμήθηκα ότι για όλα φταίνε οι Strokes.

Φωτιά... Δεν είναι που έπαιζαν μόνο το πιο χορευτικό garage της εποχής τους τα παιδιά, είναι που ο μπαμπάς του Casablancas είχε πρακτορείο μοντέλων στην Νέα Υόρκη και ξαφνικά το garage και το punk έγινε πρωτοσέλιδο. Ναι, εξακριβωμένο αυτό -making damn sure όπως θα έλεγαν και οι taking back Sunday.

Αέρας... Μακράν πάντως θεωρώ την πιο υπερφίαλη emo μπάντα τους my chemical romance. Ειδικά στο welcome to the Black Parade προσπαθούν να γίνουν πιο επικοί και από τους queen (!), παίρνουν το ύφος από το we are the champions, παραχώνουν τύμπανα εμβατηρίου, heavy-metal drums, boy-band φωνή, power pop χιλιοειπωμένη μελωδία μεταμφιεσμένη σε …punk και με τόσο πλούμισμα αυτό δεν είναι τραγούδι πια, ο ναός του Σολομώντα είναι! Για κάποιο λόγο αυτά τα παιδιά μου δίνουν την εντύπωση ότι αγωνίζονται να ξεπεράσουν το ...ξεπερασμένο.

Νερό... Δεν ξέρω τι θα απογίνει η emo πιτσιρικαρία σε 5- 10 χρόνια. Αν θα ακούνε σκυλάδικα ή ό,τι pop/ rock trash τους ταΐσει το MAD. Εγώ πάλι δεν έχω τηλεόραση και από παιδί τα αγγλικά μου ήταν καλά. Ελπίζω και τα δικά σας... Tokyo Police Club – Your English is good.

24.4.08

Ο Απόστολος και το σούβλισμα του αμνού

Πριν ένα μήνα περίπου ο George Le Nonce κάλεσε τον Άμμο σε ένα παιχνίδι, επινόησης του Infesto, όπου ζητούσαν να περιγράψει τη σχέση του με πέντε αμαρτίες που αναφέρονται στο Πηδάλιον της Ορθοδόξου Πίστεως και συγκεκριμένα τον αυνανισμό, την ομοφυλοφιλία, τη μοιχεία, την αιμομιξία και την πορνεία.Είχαμε πει με τον Άμμο να μοιράσουμε αμαρτίες και να γράψουμε κείμενα χωρίς ευθείες αναφορές, που κανείς να μην ξέρει ποιο ανήκει σ’ εμένα και ποιο σε αυτόν. Αλλά μιας και δε μπορώ να γράψω κατά παραγγελία δεν κατάφερα να ανταπεξέλθω εγκαίρως. Δεδομένου ότι το θέμα είναι θρησκευτικό –και άρα επίκαιρο μέρες που είναι- θα παίξω το παιχνίδι σήμερα...

Ο αδερφός μου μπήκε στο δωμάτιο και με βρήκε μπρούμυτα στο κρεβάτι. Κοκάλωσα εκεί που ήμουν και προσποιήθηκα την κοιμισμένη. Σταμάτησα σχεδόν να αναπνέω αλλά το κόλπο δεν έπιασε. Έσκυψε δίπλα μου στο στρώμα και μου ψιθύρισε στο αφτί.
«Τι κάνεις με το χεράκι σου εκεί»;
Δεν κουνήθηκα. Δεν μίλησα. Και τότε εκείνος είπε «η μικρή Τζένυ κάνει την κοιμισμένη. Αλλά η μικρή Τζένυ δεν ξέρει ότι είναι κακό, πολύ κακό να χαϊδεύουμε τον εαυτούλη μας; Τι θα γίνει αν το μάθει ο μπαμπάς ή η καημένη η μανούλα μας»
;
«Είσαι πολύ μαλάκας» είπα τότε και ανοίγοντας τα μάτια τον κοίταξα.
«Εγώ; Εσένα πιάσαμε στο κρεβατάκι σου με το χεράκι στο βρακάκι σου, ποιος είναι ο μαλάκας»;
«Άντε ρε» κι έκανα να σηκωθώ.
Ο Αποστόλης όμως άπλωσε το μπράτσο του σαν μπάρα και με σταμάτησε.
«Δεν είναι καλό να είσαι εγωίστρια, το ξέρεις αυτό»;
Τον κοίταξα με μισόκλειστα μάτια γεμάτα μίσος. Πάλι λεφτά θα ζήταγε για να μη μαρτυρήσει το βλαμμένο. Πάλι θα μου βούταγε λεφτά απ’ τον κουμπαρά για ηλίθια techno- freak gadgets ή για παλαβά βιβλία παραγγελίες μέσω internet ή για να αγοράσει ταίρι στο Jack Skeleton σκουλαρίκι του –ίσως μια Corpse Bride;
Αλλά ο Αποστόλης συνέχισε να με κοιτάει στα μάτια, με τα γαλάζια αθώα ματάκια του πίσω από τα στρογγυλά geek γυαλά
κια του, χωρίς να ζητάει κάτι, λέγοντας μόνο «κακή εγωίστρια μονοφαγού Τζένη, κακή μικρή εγωίστρια».
«Το μολύβι μου φοράς στα μάτια»; Τον ρώτησα εγώ όσο τον έβλεπα να πλησιάζει κατά πάνω μου».
«Ναι, μου πάει»;
«Είσαι σαν gay- Σπιρτούλης»!
Και ο Αποστόλης έκατσε πάνω μου βγάζοντας τα γυαλιά του και κολλώντας τη μούρη του στη δική μου. Με πιάσανε τα γέλια αλλά δε μπορούσα να γελάσω καλά, μου είχε πλακώσει το θώρακα.
«Μη ρε βλάκα, ξεκαβάλα, θα σκάσω» μα εκείνος μου έπιασε τα χέρια κι εγώ για πρώτη φορά πρόσεξα πόσο βαθύ σκούρο μπλε χρώμα έχουν τα μάτια του αδερφού μου.
«Θα τιμωρηθείς που είσαι τόσο εγωίστρια και δεν παίζεις στο παιχνίδι σου τα άλλα παιδάκια»;
«Τι»; Γέλασα εγώ.
«Αυτό που σου λέω. Γύρνα μπρούμυτα»!
«Τι λες μωρέ»
«Γύρνα και μην τολμήσεις να φωνάξεις τη μαμά γιατί θα σου γεμίζω ιούς το pc, κατάλαβες»
! είπε και μου έστριψε το χέρι.
«Αου, άου! Ηλίθιο! Πονάω»!
«Το ξέρω! Γύρνα λοιπόν».
Γύρισα μπρούμυτα και μου είπε να βάλω το χέρι μου εκεί ακριβώς που το είχα πριν. «Δεν έχεις δικαίωμα να μου φέρεσαι σαν...» πήγα να πω, αλλά μου πίεσε το πρόσωπο στο μαξιλάρι. «Θα είσαι καλό και υπάκουο κορίτσι, ναι; Βάλε το χεράκι σου εκεί που πρέπει»!
Ήμουν 15 χρονών και ο Αποστόλης 17μισό. Τον άφηναν να βγαίνει, του είχαν εμπιστοσύνη, είχε και κορίτσια –όλο τις βοήθαγε με τους υπολογιστές, δε
μπορεί, κάποια θα του καθόταν. Αν μου άρεσε ο Αποστόλης; Ως άντρας; Δεν ξέρω. Μα δεν ήταν άντρας. Ήταν ένα ψηλό γαλανομάτικο αγόρι με γυαλάκια και τόσο σπαστικά έξυπνος που ήθελα να τον βαρέσω. Δεν είχα σκεφτεί να του κάνω κάτι άλλο ποτέ. Μόνο να τον βαρέσω! Ως εκείνο το απόγευμα. Που έσκυψε στο αφτί μου και μου είπε ...
«Συνέχισε εσύ να παίζεις σαν ένα μικρό εγωιστικό κοριτσάκι και θα σου δείξω τι χάνεις με το να μην κάνεις παρέα τα αγοράκια».
Και μου τράβηξε απαλά κάτω τη φόρμα. Και το κιλοτάκι. Κι όπως έγειρε πάνω μου έβαλε το χέρι του μπροστά στο στόμα μου. Και θυμάμαι του δάγκωσα τα δάχτυλα. Για να μην φωνάξω.
«Πώς είναι να ακουμπάς και κάποιον άλλο με τα δαχτυλάκια σου την ώρα που το χαϊδεύεις; Ε; Για πες μου, πώς είναι
να σε σουβλίζουν σαν μικρό αρνάκι στον ρομαντικό σου λιβάδι»;
Ένιωθα το σκουλαρίκι του, τον μικρό Jack Skeleton να γαργαλάει το αφτί μου και θυμάμαι δε μπορούσα να πω λέξη. Από ντροπή. Ή έκπληξη. Ή ηδονή. Μάλλον όλα μαζί. Θυμάμαι ότι παρότι ήμουν μπρούμυτα κι έβλεπα μόνο το κεφαλάρι του κρεβατιού μου, εγώ μπροστά μου έβλεπα ξανά και ξανά τα μπλε μάτια του, βαμμένα με το μολύβι μου γύρω γύρω και ήταν σα να μην τα είχα ξαναδεί ποτέ και ήθελα να βάλω τα κλάματα γιατί εγώ ήθελα να με κρατάει αγκαλιά και να μου λέει γλυκόλογα κι εκείνος μόνο «το σκεφτόταν το πουτανάκι ότι θα έρθει η στιγμή να το γεμίσουν; Το σκεφτόσουν πουτανάκι, πες μου; Σ’ αρέσει που σε γεμίζω;». Κι εγώ ήθελα να βάλω τα κλάματα κι έβλεπα τα σκούρα μπλε μάτια του μπροστά μου και έπαιρνα ανάσες και δεν ήξερα τι να αισθανθώ. Δεν ήξερα.

Το βράδυ
στο τραπέζι δεν είχα όρεξη και ο Αποστόλης έφτασε αργοπορημένος απ’ τη βόλτα με το μηχανάκι με τους φίλους του. Ούτε την επομένη είχα όρεξη, ούτε τη μεθεπομένη και δεν ήθελα να βγω απ’ το δωμάτιο. Και η μαμά μου έστειλε το φαγητό με τον Απόστολο, μήπως με καταφέρει να φάω κάτι. Μπήκε και με βρήκε στο σκοτάδι, άυπνη τρεις μέρες. Τα μάτια του ήταν πάλι διαφορετικά. Ήταν πάλι σκούρα μπλε.
«Τα μάτια σου κανονικά είναι γαλάζια, αυτά τα μάτια που φοράς όταν μπαίνεις εδώ δεν είναι τα δικά σου, όταν μπαίνεις εδώ δεν ξέρω ποιος είσαι» του είπα και τον έσπρωξα όταν πήγε να πλησιάσει.
«Τα δικά σου μάτια πάλι είναι πάντα καστανά και το δέρμα σου έχει γεύση από κάστανο και όταν μπαίνω εδώ θέλω να σε πάρω με χίλιους τρόπους μέχρι να νιώσω κάθε μυ και κόκαλο μέσα στο κορμάκι σου».

Έρευνες λένε πως το 15% των κοριτσιών και το 10% των αγοριών παίζουν σεξουαλικά παιχνίδια με τα αδέρφια τους –αυτό μεταφράζεται σε επίδ
ειξη γεννητικών οργάνων και χαδάκια, όχι επαφή. Εμείς δεν ήμασταν σε αυτή τη στατιστική. Ερχόταν στο δωμάτιό μου για καιρό. Αν και όχι πολύ συχνά. Με τα σκούρα μπλε μάτια του. Και μόνο την ημέρα που έφυγε για το Μεταπτυχιακό στην Αγγλία μου άφησε στο κομοδίνο αυτό.

Και ήξερα ότι η παιδική ηλικία πέρασε. Μεγαλώσαμε. Και δεν θα τον ξαναδώ. Έτσι.

22.4.08

Φράουλες κι αίμα Μανωλάδας

Την περασμένη Παρασκευή οι αλλοδαποί εργάτες στις καλλιέργειες φράουλας της Νέας Μανωλάδας Ηλείας ξεκίνησαν απεργία με αίτημα την αύξηση του ημερομισθίου τους από τα 22 στα 30 ευρώ. Το Σάββατο στην περιοχή πήγαν μέλη των ΚΚΕ και ΠΑΜΕ για να συμπαρασταθούν και να ενημερώσουν τους εργάτες για τα δικαιώματά τους, πράγμα που εξόργισε όμως τους παραγωγούς φράουλας, οπότε ακολούθησε άγριος ξυλοδαρμός μελών των ΚΚΕ - ΠΑΜΕ και των αλλοδαπών απεργών, όπως και του ιατροδικαστή του Νοσοκομείου Πύργου. Περισσότερες πληροφορίες θα βρείτε εδώ αλλά και στο βιντεάκι από τα δελτία ειδήσεων της ΝΕΤ και του 902.

Το μόνο που εγώ έχω να σχολιάσω είναι ότι ντρέπομαι. Συζητήσεις για το ζήτημα θα βρείτε όμως στα μπλογκ των Ροΐδη και Λασκαράτου, McManus, Άθλιου, Γιάννη, Οικολογικής Εναλλακτικής Παρέμβασης Ερμιονίδας, Ερυθρού και Σοφιστή. Κι όπως λέει και ο ΠρέζαTV, ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ!

Κρυφτό και κυνηγητό

Πρώτη φορά βλέπω τόσο μεγάλο σπίτι όσο αυτό. Πρώτη φορά θέλω να το ψάξω όλο παίζοντας «κρυφτό».
Ο μικρότερος φυλάει κι εμείς πάμε να χαθούμε και να μη μας βρει κανείς. Σκαλοπάτια να περνάμε δυο-δυο και παράθυρα πηδάμε να κρυφτούμε στα χορτάρια της αυλής. Τα κλειδιά κρυφά γυρνάμε για τα δώματα και μέρη σκοτεινά και στις μύτες περπατάμε και με βλέματα μιλάμε σιωπηλά.

«Όχι, φύγε, δε χωράμε, θα μας δούνε, βγες κι άλλη κρυψώνα βρες»,
«Εγώ σου ’δειξα το δρόμο, δε θα φύγω, θα χωρέσουμε» μου λες.
«Μα μην είσαι τόσο βλάκας, αν μας πιάσουν θα φυλάς μετά εσύ».
«Να φιλάς θέλει παρέα, αν φιλάω θα πρέπει να φιλάς κι εσύ».
«Μη με κάνεις να γελάω, θα μ’ ακούσουν και θα έρθουν όλοι εδώ».
«Άμα λήξει το παιχνίδι και κερδίσουμε γκρινιάρα, θα κεράσεις παγωτό!».
«Στο τραπέζι θα μας βρούνε, ούτε κάτω απ’ το κρεβάτι –είναι χαμηλό»
«Έλα, ας κάνουμε σαν γάτοι, ας κρυφτούμε μες στο πάπλωμα κι οι δυο»

Και ενώ οι άλλοι κάτω ψάχνουν με τα χέρια μας αναζητάμε εμείς, ο ένας τον άλλο στα σκοτάδια, με ψιθύρους και παιχνίδια της αφής. Κι όπως χάνω το μυαλό μου κι όπως κρύβεσαι στην αγκαλιά μου εσύ, το κρυφτό αυτό μ' αρέσει, το μυστήριο μυστικό της επαφής.

Και κανείς τους δε μας βρήκε κι όπως βγαίνουμε απ' το σκέπασμα μαζί, εσύ ντύνεσαι και φεύγεις και στη πόρτα λες "πιάσε με αν μπορείς"!
Και θυμάμαι τότε πάλι πώς μπορεί να είχε πλάκα το κρυφτό, μα τα αγόρια παίζαν λίγο μετά θέλανε πάντα κυνηγητό...

21.4.08

21η Απριλίου - Γαλάζιο και λευκό - Άννα Γούλα

Ένα ταχύρρυθμο ελληνοχριστιανικής ιδεολογίας, επ' αφορμή της επετείου:

[Η τραγουδίστρια Άννα Γούλα αποτέλεσε την πτυχιακή εργασία της Χαράς Καλαΐτη για την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Σύμφωνα με το περιοδικό Γαλέρα:
Η Χαρά Κολαΐτη είναι πολυτάλαντη νέα καλλιτέχνις, η οποία χρησιµοποιεί όλες τις γνώσεις και τα ταλέντα της (µαθήµατα χορού, τραγουδιού, σπουδές ζωγραφικής) σε ένα άρτια ενορχηστρωµένο «One Woman Show», που αποτελεί και την πτυχιακή της εργασία.
Η Χαρά επινοεί και πραγµατικά κατασκευάζει την λαϊκοπόπ τραγουδίστρια Άννα Γούλα: και µόνο µε το όνοµα που τής δίνει κάνει εξαρχής σαφή τη θέση της και την άποψή της για τη σηµερινή τηλεόραση και το lifestyle που αυτή επιβάλλει, προδιαθέτοντάς µας για σκληρή και εις βάθος σάτιρα, πέρα απ’ την πλάκα. Η ίδια σκηνοθετεί, παίζει, τραγουδάει, σκηνογραφεί, γράφει τη µουσική και τους στίχους των τραγουδιών, και µε την πολύτιµη βοήθεια των φίλων της (εξαιρετικοί και ως ηθοποιοί) στήνει µια πολύ δυνατή παράσταση, προσεγµένη µέχρι την τελευταία λεπτοµέρεια. Ακόµα και στις αφίσες τής εν λόγω καµπάνιας έχουν δουλευτεί έξυπνα όλες οι λεπτοµέρειες. Από την απόλυτα ταιριαστή σκηνοθεσία και το ύφος τής φωτογράφησης, µέχρι την ανάλογη κιτσάτη γραµµατοσειρά.
Το «παιδί τού µόχθου», όπως αυτοαποκαλείται η Άννα Γούλα στους στίχους των τραγουδιών της, ξεδιπλώνει τη ζωή της µέσα από τα βιντεοκλίπ. Γίνεται η λαοφιλής τραγουδίστρια µε τα στρας και τα ψηλά τακούνια της, αλλά πονάει την Ελλάδα, προσεύχεται γι’ αυτήν στην Παναγιά, τραγουδάει γι’ αυτήν µε ουίσκι και καπνό ενόσω εµείς παρακολουθούµε µε γέλιο και συγκίνηση, και µε φόντο πάντα το γαλάζιο και το λευκό τής πατρίδας κατεβαίνει µέχρι και στις εκλογές –«Vote for Anna»– χωρίς όµως ποτέ να ξεχνάει από πού ξεκίνησε –της το θυµίζουν άλλωστε κάθε µέρα τα παιδιά των φαναριών.
Όλα τα βίντεο του συγκεκριμένου πρότζεκτ θα τα βρείτε στο You Tube αλλά και με χιουμοριστικό σχολιασμό από το Νανάκο στο μπλογκ του.]

20.4.08

δύσκολες καταστάσεις... - indieannalog set 24

#1. Περιμένεις τρία χρόνια τους dEUS να βγάλουν δίσκο και έχει δυο καλά τραγούδια κι εσύ συνεχίζεις να τους υπερασπίζεσαι –γιατί ο μπαμπάς σου σου έμαθε ότι δε θα αλλάζεις ομάδα κάθε φορά που χάνει η δική σου. Εντάξει, δε θα ξεκολλήσω το αυτοκόλλητο τους από το αμάξι και όταν με ρωτάνε θα λέω «καλά μιλάμε το Vantage Pont έχει μια φοβερή κομματάρα, το eternal woman…»!.

#2. Leon Jean Marie – Bed of nails. Κάνεις χάλια ύπνο, για την ακρίβεια είναι σα να ξαπλώνεις σε κρεβάτι με καρφίτσες και το πρωί που σε βλέπουν όλοι λένε «τι χάλια είναι αυτά, πού ξενύχταγες βρε όργιο χτες» και επειδή όλοι είναι παντρεμένοι και έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους σ’ εσένα να τους εκπροσωπείς στην Αθηναϊκή νύχτα λες «άσε ρε, έχω σκιστεί να βγαίνω, δε μπορώ άλλο, δηλαδή πόσο αλκοόλ, σεξ και ξενύχτι να αντέξει κι ένας οργανισμός»; Καιρός φέρνει την κατατονία, καιρός τις προσποιήσεις... MGMT – Time to pretend.

#3 Ερωτεύεσαι (ξανά) τον λάθος άνθρωπο και κάνεις (ξανά) προβολή των δικών σου θέλω πάνω του. Και μετά ποιος να σε παρηγορήσει, ο Morrissey που πάτησε τα 50 κι ακόμα διαδίδει τις αυτιστικές απόψεις του περί «εαυτού ως κέντρο του κόσμου»; Morrissey – All you need is me .

#4 Και τέλος πάντων φτάνεις στο προσωπικό σου κέντρο του σύμπαντος (που είναι ο καλός σου) και τον βρίσκεις με άλλον στο κρεβάτι. Αυτό δεν είναι θέμα, το πρόβλημα είναι που έχεις οδηγήσει 65 days of static μέσα από φαντάσματα για να φτάσεις και είσαι πολύ κουρασμένη για να συμμετάσχεις στο παιχνίδι. Έτσι θα χάσεις όλο το fun part της απιστίας και παρότι πονάει η μέση σου θα κοιμηθείς τελικά μόνη στον καναπέ! Ε, αυτά είναι δύσκολες καταστάσεις! ;Ρ

18.4.08

Το «Λιωμένο Βούτυρο» του Σάκη Σερέφα στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου

Να ‘ναι καλά οι φίλοι μου στην Αθήνα που με κινητοποιούνε (αυτή τη φορά η Εύη Σκιαδά) φέτος έχω δει πολύ θέατρο, για τα δικά μου μέτρα τουλάχιστον. Χθες λοιπόν παρακολούθησα το «Λιωμένο Βούτυρο» στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου και σκέφτηκα να σας γράψω δυο λόγια για αυτό. Όπως βέβαια έχω πει και άλλες φορές σε αυτού του είδους τις αναρτήσεις, δεν είμαι θεατρολόγος, έχω δει λίγο θέατρο στη ζωή μου και σε αυτό το μπλογκ γενικά δεν τα πάμε καλά με βεβαιότητες και αντικειμενικότητες, ιδίως τις σχετικές με την τέχνη.
Να σας πω κατ’ αρχήν τη βασική υπόθεση, καθώς το έργο δεν ενδιαφέρεται να εκπλήξει το θεατή με τις συνηθισμένες ανατροπές και κορυφώσεις: με το «καλησπέρα» ο ηθοποιός Μανώλης Μαυροματάκης θα σας εξηγήσει ότι θα παρακολουθήσετε την ιστορία του Τάσου και της Λούλας, που ήθελε να γίνει τραγουδίστρια και ο Τάσος τη σκότωσε τη δεκαετία του ’50 στη Θεσσαλονίκη (διαβάζοντας μάλιστα και άρθρα από την εφημερίδα «Μακεδονία», που τα δίνει κάποια στιγμή στο κοινό για όποιον ενδιαφέρεται να μελετήσει τις πηγές) όπως και ότι η υπόθεση του έργου βασίζεται στο μυθιστόρημα «Θα γίνω ντιζέζ» του Σάκη Σέρεφα, ενώ έχει επίσης μορφοποιηθεί στην ταινία «Ρουλεμάν» του Πάνου Καρκανεβάτου.
Αυτό όμως που δεν θα σας αναφέρει από την αρχή ο Μαυροματάκης είναι κάποιες πολύ κρίσιμες λεπτομέρειες: τι σχέση έχουν με την ιστορία μας τα ρουλεμάν και το λιωμένο βούτυρο (κι έχουν αρκετή), για ποιο λόγο αποφάσισε η Λούλα να φύγει από ένα χωριό της Φλώρινας για να γίνει τραγουδίστρια αλλά και τι έφερε τον Τάσο να δουλέψει εκεί ως υπάλληλος υπουργείου. Δε θα σας τα πω όμως ούτε κι εγώ, είχε μεγάλο γούστο στην παράσταση να ενώνεις στην πορεία τα κομμάτια στο κέντρο του παζλ.
Δεν έχω διαβάσει το μυθιστόρημα του Σερέφα, οπότε δεν μπορώ να ξέρω αν το κλίμα της παράστασης μεταφέρει κάτι από το ύφος του βιβλίου. Ο σκηνοθέτης Σίμος Κακάλας επέλεξε πάντως, από όσο μπόρεσα να καταλάβω, να ελαφρύνει την ιστορία από το μελοδραματισμό της εντάσσοντας πάμπολλα κωμικά στοιχεία, στον τρόπο που οι ήρωες αφηγούνται την ιστορία ή οι ηθοποιοί αλληλεπιδρούν με το κοινό. Για την ακρίβεια με την εξαίρεση του πολύ δυνατού δεκάλεπτου φινάλε, στο έργο αυτό κυρίως γελάς με την καρδιά σου. [Ανανέωση: Από το σχόλιο της φίλης theorema πληροφορήθηκα ότι η παράσταση ακολουθεί πιστά το βιβλίο από αυτήν την πλευρά.]
Η ιστορία ξεδιπλώνεται μέσα από τις διαδοχικές αφηγήσεις δευτερεύοντων ηρώων που γνώρισαν τη Λούλα ή τον Τάσο, οι οποίοι ζουν ακόμα και σήμερα (η λαίμαργη κι ερωτομανής χοντρή γρια Λίτσα, ο κυρ Φάνης που κρατιέται με Πρόζακ αλλά ενίοτε το χάνει, ο διανοούμενος ιατροδικαστής Φιλίππου με το περισπούδαστο ύφος κ.α.: όπως καταλαβαίνετε όλοι αυτοί ενισχύουν κατά πολύ την κωμικότητα της αφήγησης) μαζί με τις σκηνές όπου εμφανίζονται η Λούλα με τον Τάσο να ζουν την ιστορία τους. Οι δευτερεύοντες ρόλοι είναι πολλοί και μοιράζονται στους τρεις εξαιρετικούς ηθοποιούς Μανόλη Μαυροματάκη, Θόδωρο Οικονομίδη (που παίζει επίσης τον Τάσο) και Έλενα Μαυρίδου (που παίζει επίσης τη Λούλα). Πολλές είναι και οι αναφορές στην ίδια τη διαδικασία της παράστασης, για παράδειγμα «μα κάθε βράδυ θα σκοντάφτεις στο καλοριφέρ;», «τώρα αυτό το ψιλοάσχετο σας το λέμε για να προλάβει η Εύα να αλλάξει μάσκα εκτός σκηνής», που μαζί με τις συχνές απευθύνσεις προς το κοινό λειτουργούν αποστασιοποιητικά και συνήθως κωμικά μέσα στην παράσταση. Υπέροχες οι μάσκες της Μάρθας Φωκά (παρά την εικαστική μου αγραμματοσύνη, θα τολμήσω να τις πω εξπρεσιονιστικές), που συνδυασμένες με τις μεταμορφώσεις της φωνής των ηθοποιών, οδηγούν σε ένα πολύ πειστικό αποτέλεσμα, η Έλενα Μαυρίδου για παράδειγμα είναι αποτελεσματικότατη και ως Λούλα και ως Λίτσα και ως κυρ Φάνης, όπως βέβαια και απολαυστική.
Δε θα ήθελα να σας παραπλανήσω πάντως ότι θα παρακολουθήσετε μια κωμωδία ή παρωδία. Το έργο κλείνει πολύ δυνατά, με έναν τρόπο από συγκινητικό έως ενοχλητικό για την έντασή του, όπως και με κάποιες παρατηρήσεις για την ιστορία του Τάσου και της Λούλας, που μπορούν να σε κάνουν να σκεφτείς αρκετά τον τρόπο που καταλαβαίνεις τους άλλους και ακούς τις ιστορίες τους.
Κλείνοντας, το μόνο που δε μου άρεσε στην παράσταση ήταν το ίδιο το κείμενο, όσο και αν αυτό φαίνεται παράξενο. Αν αφαιρέσω το εξαιρετικό παίξιμο των ηθοποιών, την ευρηματική σκηνοθεσία, τις πολύ καλές μάσκες, αυτό που μένει είναι μια κοινή ιστορία δολοφονικού πάθους, με κάποιες ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες βέβαια, αλλά που σε εμένα τουλάχιστον δεν είχε και πολλά να πει από μόνη της (η δίωρη διάρκεια του έργου δε με βοήθησε επίσης να μην κουραστώ από αυτήν). Για τους λόγους όμως που εξήγησα στο μεγαλύτερο μέρος του κειμένου, θεωρώ πως είναι μια παράσταση που αξίζει να τη δείτε. Βασικές πληροφορίες θα βρείτε εδώ.

[Υ.Γ. Για όσους έχουν ζήσει στη Θεσσαλονίκη και πλέον μένουν αλλού, όπως εγώ, το έργο έχει ένα πρόσθετο πλεονέκτημα, τη νοσταλγική αποκάλυψη μιας πόλης «πίσω από την πόλη». Ο φόνος έγινε στο ξενοδοχείο δίπλα από το Hondos Center της Εγνατίας, η Λίτσα δούλευε κομμώτρια στην Κασσάνδρου πίσω από το Διοικητήριο, η Λούλα θα έπιανε σπίτι στη Βάρνα (Νεάπολη) και πάει λέγοντας. Φαντάζομαι ότι αυτό θα είναι παρομοίως ιντριγκαδόρικο και για ένα μόνιμο κάτοικο της Θεσσαλονίκης.]

16.4.08

Ο Vargas, o Natividad, ο Πλεύρης, ο γάτος και το φανταρικό μου, όλα στο μίξερ

Ήδη εδώ και δύο εβδομάδες οι διαδικτυακές κοινότητες στην Ελλάδα και παγκοσμίως, φλέγονται από μία εξοργιστική είδηση: ο Guillermo Habacuc Vargas έδεσε και άφησε να πεθάνει της πείνας έναν αποσκελετωμένο αδέσποτο σκύλο, τον Natividad. Σαδιστικό άλλα συνηθισμένο; Η πράξη του όμως αυτή παρουσιάστηκε το 2007 ως καλλιτεχνικό έκθεμα στην γκαλερί της Κόστα Ρίκα "Centro Nacional de la Cultura". Το γεγονός αυτό κινητοποίησε τεράστια κύματα διαδικτυακής διαφωνίας για αυτού του είδους την τέχνη αλλά και την έναρξη μιας διαδικτυακής συλλογής υπογραφών που εξέφραζε τη ρητή αντίθεσή της στην επανάληψη του εκθέματος στη Μπιενάλε Κεντροαμερικανών Καλλιτεχνών στην Ονδούρα το 2008 (με συγκεντρωμένες ήδη πάνω από δύο εκατομμύρια υπογραφές).
Απέφυγα αρχικά να αναπαραγάγω μια οποιαδήποτε οργή, ή έστω αντίθεση, κάνοντας μια επιπόλαιη έρευνα στο google (άκαρπη σε ακριβή στοιχεία), αλλά και παρατηρώντας τη σιωπή των ευαισθητοποιημένων για τέτοια θέματα (που ελέγχουν όμως προσεκτικά και τις πηγές τους), Λασκαράτου – Ροΐδη και αποκαλυμμένης Ίσιδας. Στην πορεία ο φίλοι Νεφέλικας (1, 2) και Urfurslaag (1, 2, 3) εξέφρασαν τεκμηριωμένα τις επιφυλάξεις τους, στέλνοντας με και στους/τις εξίσου ψύχραιμους/ες Chumba, Λολίτα, Justanothergoneoff και Αρκούδο. [Αν οι σύνδεσμοι σας φαίνονται πολλοί, ξεκινήστε από τους Νεφέλικα κι Αρκούδο. Αν πάλι θέλετε να διαβάσετε αντίθεση κι οργή, επισκεφθείτε για αρχή τους/τις Αθηνά [1, 2, 3], Polsemannen, Παράφωνο και ArtAttack. Στη συλλογή υπογραφών δε θα σας στείλω.]
Το μόνο που μπορώ λοιπόν να σας παρουσιάσω ως σίγουρο είναι ότι σε μια γκαλερί της Κόστα Ρίκα εκτέθηκε για κάποιες ώρες ένας αδέσποτος αποσκελετωμένος σκύλος, ο Νατιβιδάδ, για τον οποίο δηλωνόταν ότι θα αφεθεί εκεί δεμένος να λιμοκτονήσει. Σκοπός ήταν να καταδειχθεί η αδιαφορία των φιλότεχνων επισκεπτών/τριών, από τους οποίους/ες κανείς/μία δε διαμαρτυρήθηκε. Ο σκύλος μπορεί να πέθανε, να ταϊζόταν από τον καλλιτέχνη εκτός ωρών έκθεσης, να δραπέτευσε, ή να αφέθηκε ελεύθερος. [Για τις αντικρουόμενες πηγές, κατευθυνθείτε στον Νεφέλικα 2.]
Όσοι/ες δε δέχτηκαν αυτές τις επιφυλάξεις (οπότε θεώρησαν ότι ο σκύλος πέθανε στο όνομα της τέχνης) σκυλόβρισαν τον καλλιτέχνη, εξέφρασαν την αηδία τους, ζήτησαν να απαγορευθεί κάθε τέτοιο καλλιτεχνικό έργο και μάλλον υπέγραψαν στη διαδικτυακή συλλογή υπογραφών. Ακόμη όμως και αρκετοί/ές από όσους/ες αναγνώρισαν την αντιφατικότητα των πηγών, δήλωσαν τη ρητή διαφωνία τους με το να χρησιμοποιείται ως έκθεμα ένα ζώο και οι περισσότεροι/ες υπερθεμάτισαν ότι «αυτό δεν είναι τέχνη» ή έστω ότι «αυτό είναι κακή τέχνη». Κάπου εδώ ξεκινάει το πραγματικό θέμα αυτής της ανάρτησης.
Στο μίξερ του μυαλού μου τα παραπάνω μπλέχτηκαν με τρία σχετικά (από διαφορετικές πλευρές) γεγονότα. Για τη στρατιωτική μου θητεία έχω γράψει ελάχιστα σε αυτό το ιστολόγιο και μάλλον θα συνεχίσει έτσι, ήταν μία σκούρα γκρι περίοδος της ζωής μου (κυρίως για τις απογοητεύσεις που τη συνόδευσαν εκτός στρατού), οπότε προτιμώ να μην την πολυθυμάμαι γράφοντας. Ίσως όμως το πιο μαύρο της σημείο ήταν ότι για δύο μήνες σε ένα ορεινό φυλάκιο της Χίου παρακολουθούσα τους τέσσερις συναδέλφους μου να βασανίζουν και να σκοτώνουν γάτες και σκύλους με οξύ, πέτρες, θηλειές και καυτό λάδι, κάτω από την ανοχή του ηλίθιού μας δόκιμου. Ναι, φυσικά και αντέδρασα και φώναξα και έδιωχνα τα ζώα όταν πλησιάζαν στο φυλάκιο, ήμουν όμως ένας και ήταν τέσσερις, οπότε από ένα σημείο και μετά βυθίστηκα στη στοργική αγκαλιά της απαθούς κατάθλιψης, όπως και τόσες άλλες φορές που έχω συναντήσει δυσκολίες. Καμία υπογραφή δε με ξεπλένει από τη συγκεκριμένη βαρβαρότητα που ανέχτηκα εκείνο το σκοτεινό καλοκαίρι.
Περνώντας σε ένα ζήτημα χαλαρότερο, πρόσφατα στειρώσαμε το γάτο μας, ο οποίος ήταν πλέον σε οίστρο, άφηνε στις πολυθρόνες ένα υγρό με φρικιαστική οσμή μαζί με τα ούρα του και ούρλιαζε σαν δαιμονισμένος (με δεδομένο ότι μένουμε σε διαμέρισμα, αν τον αφήναμε ξαμολυτό να βρει γάτα στη γειτονιά, μάλλον δε θα τον ξαναβλέπαμε). Έχουμε λοιπόν ήδη δύο γεγονότα βίας σε ζώο που άφησα να γίνουν, το πρώτο γιατί ήμουνα δειλός, το δεύτερο γιατί ήθελα τη βολή μου, για να μην αναφέρω ότι τίποτα δεν έχω κάνει για τα τόσα αδέσποτα που γυρνούν σε αυτή τη βίαιη τσιμεντούπολη, ούτε να αφήσω καν ένα πιατάκι με φαΐ στην εξώπορτα της πολυκατοικίας μου. Ας μην παρεξηγηθώ, σε καμία περίπτωση δεν υπονοώ πως όσοι/ες υπογράψανε είναι απαθείς απέναντι στα αδέσποτα. Δεν είδα όμως και καμιά σταυροφορία υπογραφών να τρέξει στη μπλογκόσφαιρα για τα ζώα που έχουμε δίπλα ή μέσα από την πόρτα μας, αναρτήσεις προσωπικές αλλά και πιο πολιτικές ναι, συντονισμένη δράση όμως όχι. Οι προσωπικές μου εμπειρίες αναφέρθηκαν απλώς και μόνο για να καταδείξω ότι αφορμές και ευκαιρίες έχουμε υπερβολικά πολλές, για να χρειαζόμαστε έναν καλλιτέχνη από την Κόστα Ρίκα.
Ένας λόγος εξάλλου που μάλλον αντιπαθώ τις διαδικτυακές κινητοποιήσεις είναι ότι σπάνια έχουν χαρακτηριστικά κινηματικά, όχι με την παλαιομαρξιστική έννοια, αλλά την απλή και καθημερινή, σπάνια σκοπεύουν δηλαδή να ξεσηκώσουνε τους διαδικτυακούς πολίτες από την άνεση της πολυθρόνας τους με τα ροδάκια. Το πολύ πολύ να τους/τις κινήσουν καθιστούς/ές προς τον εκτυπωτή ή να τους/τις στρέψουν για λίγο στην τηλεόραση που κάτι σχετικό με την κινητοποίηση θα παίζει, κρυφή μας προσμονή παρά την απαξίωση που της τρέφουμε. Πέρα δηλαδή από τη συγκέντρωση στο Σύνταγμα, ποια άλλη εκβολή απ’ το διαδίκτυο στους δρόμους έχουμε να θυμηθούμε; Και μήπως είναι εντέλει βολικός ένας σκύλος που βασανίζεται στην Κόστα Ρίκα;
Είπα τηλεόραση και θυμήθηκα το τρίτο γεγονός που με απασχόλησε συνδυασμένο με το Vargas. Αν βλέπετε δελτία ειδήσεων αυτές τις μέρες ή έστω το Λαζόπουλο, πιθανόν και να πετύχατε τη βασιλική φαιδρότητα του Πλεύρη senior να επαίρεται αλλά και να εξηγεί πώς κατάφερε να απαγορευτεί από τις σχολικές βιβλιοθήκες το βιβλίο της Έρσης Σωτηροπούλου «Ζιγκ ζαγκ στις νεραντζιές», με τη βοήθεια βέβαια του δικαστή Γεωργίου Γαβαλά (περισσότερα στο Ροΐδη). Ελάχιστα ιστολόγια ασχολήθηκαν με αυτό το ζήτημα, παρόλο που παίχτηκε από τα κυρίαρχα μέσα, αντίθετα ένα πλήθος ιστολόγων προέτρεψαν σε υπογραφή ώστε να μη φιλοξενηθεί ο Βάργκας στη Μπιενάλε της Ονδούρας. Με αυτά και με εκείνα, ξέρουμε ωραία ωραία να υπογράφουμε υπέρ της ελευθερίας στο διαδίκτυο και κατά της νομοθετικής ρύθμισης στη μπλογκόσφαιρα, ξέρουμε επίσης να υπογράφουμε ώστε να μην εκθέσει ένας καλλιτέχνης τα έργα του, ξέρουμε και να σφυρίζουμε κλέφτικα όταν η λογοκρισία δεν χτυπά την πόρτα μας.
Θα μου πείτε ο Vargas κάνει «κακή τέχνη» ή ακόμη περισσότερο «δεν κάνει τέχνη», ενώ η Σωτηροπούλου πήρε Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας. Από παλιά δυσκολευόμουνα πολύ να ξεχωρίσω καλή από κακή τέχνη, το προηγούμενο Σάββατο όμως έστειλα μια φίλη θεατρολόγο σε μία εξαιρετική κατά τη γνώμη μου παράσταση, για να τη βρω μετά το τέλος της σοκαρισμένη να δηλώνει ότι δεν έχει δει τίποτα χειρότερο φέτος, πιθανόν και σε όλη της τη ζωή. Το έχουμε πει και άλλες φορές εδώ, το γούστο είναι μια κοινωνικο-ιστορική κατασκευή που χωροχρονικά ποικίλλει και δε χωράει αντικειμενικότητες, χωράει όμως ευκολότερα ηθική: κανένα πλάσμα που πονάει δεν πρέπει να βασανίζεται για καλλιτεχνικούς λόγους (το πιο τερατώδες παράδειγμα είναι νομίζω οι αριστουργηματικές εικόνες της Λένι Ρίφενσταλ με τρόφιμους στρατόπεδων συγκέντρωσης), για το Vargas όμως δεν ξέρουμε ακόμα αν το έκανε και μάλλον θα μείνουμε με την απορία. Τη δικαιολογημένη αντίθεση απέναντι στην τεκμηριωμένη έλλειψη συναίνεσης του Natividad να δεθεί σε μία έκθεση τη βρίσκω από την άλλη κάπως πρεσβυωπική, όταν συνυπάρχει με την τεκμηριωμένη έλλειψη συναίνεσης όλων των αδέσποτων, οικόσιτων και εκτρεφόμενων για σφαγή ζώων αυτής της χώρας, όσον αφορά τις συνθήκες της ζωής τους.
Σας έχω ξεσυνηθίσει από σεντόνια, τόσο όμως χρειάστηκα για να ξεδιπλώσω την πρεσβυωπική υποκρισία, τον εγωκεντρισμό και την απάθειά μου, απέναντι στα ζώα κατ’ αρχήν και γενικότερα στους ανθρώπους. Ναι, τη δική μου, εγώ είμαι το πρόβλημα και όχι ένας Vargas στην Κόστα Ρίκα, με την οποία πρώτη φορά ασχολήθηκα στη ζωή μου και πιθανόν να μην ξανασχοληθώ. Όπως και με τόσα άλλα.

15.4.08

Η ασήκωτη ελαφρότητα

Από τραγούδια άκουγε μόνο τα πιο μελοδραματικά, ζεϊμπέκικα της Βίσση και κλαψουρίσματα του Πλούταρχου, κάθε φορά που ερωτευόταν έτρεχε στα μπουζούκια και μεράκλωνε, κάθε φορά που απογοητευόταν, κλεινότανε στο σπίτι της και έκλαιγε, πάντα το ίδιο σάουντρακ της χαρμολύπης. Και όταν εν τέλει αποφάσιζε να βγει ξανά σε νέα γύρα, βαφότανε τόσο πολύ για να ομορφύνει, που έφτιαχνε μάσκα κι όχι πρόσωπο, αλλεπάλληλες στρώσεις του λευκού, του πορφυρού, του γαλάζιου και του μαύρου. Και όσο για τα κοσμήματα και για τα μπιχλιμπίδια, φόρτωνε επάνω της χάντρες και επάργυρα και ολόχρυσα λίγα από τη γιαγιά της, περπάταγε στο δρόμο κουδουνίζοντας και αστράφτοντας, εκβίαζε τα βλέμματα και τραβούσε με αόρατα δάχτυλα τα αυτιά.
Μόνο που καμιά φορά σαν να μπερδεύονταν, ανάμεσα σε αυτό που ήξερε να κάνει και σε αυτό που δε θα μάθαινε ποτέ, περνούσε από έναν παιδικό της φίλο, πάντα στο σπίτι του κλεισμένο, πάντα να γράφει, να διαβάζει, να στοχάζεται, να μασουλάει αργά την υποτροφία. Σαν τον αέρα ταξίδευε η σκέψη του, ένα του έλεγες, δέκα σου απαντούσε, άλλα είχανε σχέση, άλλα δεν είχανε, της άρεσε να νανουρίζεται απ' τα λόγια του, να έχει την αίσθηση πως την καταλαβαίνει, να κολακεύεται πως ασχολείται με αυτήν, με τα κοινότοπα προβλήματα της.
Μέχρι που μια μέρα αυτός θυμήθηκε ένα στίχο και τον παράλλαξε ελαφρά με ικανοποίηση: «οι ελαφροί ας σε λένε ελαφρή, στα σοβαρά τα πράγματα ήσουν πάντα επιμελής». Κι ένα τραγούδι που είχε ακούσει κατά τύχη μια μέρα που έψαχνε τον Derti στο ραδιόφωνο απλώθηκε στα ξαφνικά μες στο κεφάλι της. Και σπίτι του ποτέ δεν ξαναπάτησε, ούτε και στα μπουζούκια.

13.4.08

read the fucken manual - indieannalog set 23

Εισαγωγή: Για κάποιο λόγο, ενώ οι περισσότερες γυναίκες έρχονται με "οδηγίες χρήσεως", οι άνδρες ούτε καν τις ξεφυλλίζουν. Στο manual αναφέρονται εξαρχής οι συναισθηματικές ανάγκες της συγκεκριμένης γυναίκας, το καταστατικό της «σχέσης» όπως τη σκέφτονται και βασικοί τρόποι αντιμετώπισης θεμάτων (π.χ όταν είμαι χάλια θέλω να με παίρνεις αγκαλιά και να μη μιλάω). Σουτ, μη μιλάτε, σας διαβάζω βασικά κεφάλαια. Donora – Shh.

Κεφάλαιο 1. Ο έρωτας είναι κάτι σαν Μεσιτικό Γραφείο, δηλαδή περιμένουν να τους βρει έναν άντρα σταθερό και σίγουρο για όλη την υπόλοιπη ζωή τους. Που θα τους τον φέρει πιθανόν αλλά γιατί πιστεύουν ότι αυτό θα γίνει τζάμπα, ενώ στην πραγματικότητα θα το ΠΛΗΡΩΝΟΥΝ για μια 25ετία και με αυξανόμενο συναισθηματικό επιτόκιο; Yael Naim – New soul.

Κεφάλαιο 2. Liz Wright – My heart. Η καρδιά μιας γυναίκας δε κερδίζεται πλέον με άθλους, πάει πακέτο με το sex. Κάτι που δεν έχει καταφέρει ακόμα η σύγχρονη επιστήμη (άχρηστοι άνθρωποι, το χω πει) είναι πώς να αποσυνδεθεί πλήρως ο ερωτισμός μιας γυναίκας από το ριμάδι το συναίσθημα. Για τους άντρες ο έρωτας περνά απ' το στομάχι για τις γυναίκες απ' την καρδιά. Τώρα, μην τα θεωρούμε κι όλα δεδομένα: άμα οι ανάγκες (συναισθηματικά και σωματικά) μένουν ακάλυπτες το πιθανότερο είναι να πάρει την καρδιά -και το κορμάκι της- και να πάει σε άλλη παραλία. Γιατί οι ερωτευμένες παθαίνουν και εκδικητικές κρίσεις βλέπεις... Lykke Li – I’m good, I’ m gone.

Κεφάλαιο 3. Lindsay Anderson - Two steps. Υπάρχουν δυο βήματα για να καταλάβεις ότι το πράγμα δεν πάει καλά στη σχέση σου με μια γυναίκα. Δεν μιλάει (ούτε καν γκρινιάζει). Έχει ένα ηλίθιο χαμόγελο "όλα είναι τέλεια". Ξέρεις πότε συμβαίνουν αυτά. Και αν δεν αποφοίτησε ο γιός σας με Άριστα απ' την Ιατρική την προηγούμενη νύχτα, χμ, κάτι άλλο καλό της συνέβη. Και δεν ήσουν εκεί !

Κεφάλαιο 4. Violet Indiana - Jailbird. Ο έρωτας είναι το ιδεωδέστερο καθεστώς υποδούλωσης στον κόσμο. Αν θες μια γυναίκα σκλάβα σου απλά κράτα την ερωτευμένη μαζί σου (μεταξύ μας δεν πρόκειται να την κρατήσεις καν κοντά σου αλλιώς). Τι εννοείς πώς να την κρατήσεις ερωτευμένη; Read the fucken manual !

10.4.08

Το ανθρώπινο βάρος

Την κοίταξε για ακόμα μια φορά.
-Είσαι σίγουρη ότι είσαι 1. 70 ύψος;
-Ναι, του είπε εκείνη, τι θες τώρα να σου φέρω και ταυτότητα;
-Όχι απλά, να, δεν ξέρω, όπως σε βλέπω έτσι ξυπόλυτη, και αναλογικά με το δικό μου μπόι, δε μου μοιάζεις για 1.70.
-Ίσως γιατί πήρα ένα- δυο κιλά –όταν είμαι πιο αδύνατη δείχνω πιο ψηλή.
-Για περίμενε, κάπου έχω ένα μέτρο.

Σηκώνεται, πάει στην κουζίνα και γυρίζει λίγο μετά με τη μεζούρα.

-Για κάτσε ίσια ρε μωρό να με μετρήσω. Λοιπόν, 1.50 και 18, ε, ρε μωρό, είσαι 1.68 δε θα με τρελάνεις εσύ εμένα.
-Άκου Μανωλάκη, μπορεί η μεζούρα σου να χάνει, εγώ είμαι 1.70 και τέλος πάντων, δε θα κάτσουμε να μαλώσουμε για δυο πόντους τώρα.
-Δεν είναι οι δυο πόντοι Καιτούλα, είναι που μου λες ψέματα. Για μαλάκα μ’ έχεις; Άλλο να το παίζεις με αναλογίες μοντέλου «1.70 και με τα 12ποντα ποιος με φτάνει» και άλλο «είμαι 1.68 και σας το παίζω ντερέκι». Και δεν νομίζω ότι έχεις βάλει μόνο δυο κιλά!
-Δυο έχω βάλει και περιμένω περίοδο και είμαι πρησμένη, τα μισό είναι σκέτο νερό.
-Ναι, καλά! Για ζυγίσου, έτσι από περιέργεια!
-Η ζυγαριά σου δεν πάει καλά, ούτε κι εσύ και να με παρατήσεις ήσυχη βραδιάτικα.

Και η Καιτούλα μπήκε κάτω απ’ την κουβέρτα και δεν του ξαναμίλησε και, όταν εκείνος πήγε να ξαπλώσει, το σώμα του δεν ακούμπησε το δικό της και τα πόδια της έμειναν παγωμένα όλη νύχτα .

Το επόμενο πρωί είχαν μια καλημέρα ψυχρή και η κατάσταση άρχισε να βελτιώνεται τρεις μέρες μετά, που ξεχάστηκε το πράγμα. Μέχρι που ενάμιση μήνα αργότερα ο Μανώλης μπήκε με ένα δέμα στο σπίτι. Η σφραγίδα στα γαλλικά και αποστολέας κάτι αρχικά :ΒIPΜ.

-Μωρό, έλα να δεις, της είπε.
Εκείνη σκούπισε τα χέρια στην ποδιά της και πήγε.
-Τι είναι αυτά, τον ρώτησε κοιτώντας μια μεταλλική μπάρα και ένα μεταλλικό κύλινδρο.
-Είναι ένα πρότυπο μέτρο κι ένα πρότυπο χιλιοστόγραμμο από το Διεθνές Γραφείο Μέτρων και Σταθμών στην Σεβρ –ένα προάστιο του Παρισίου.
-Αχ, μωρό μου, θυμάσαι το Παρίσι; Του είπε εκείνη αναπολώντας τους πρώτους μήνες της γνωριμίας τους.
-Άσε το Παρίσι, είναι πολύ μακριά. Έλα εσύ εδώ κοντά.

Και πήρε το μέτρο και το ακούμπησε πλάι της.

-Πλάκα μου κάνεις, είπε εκείνη.
-Όχι μωρό μου, όχι. Λοιπόν, ένα μέτρο και 67,8 εκατοστά –αχα, έχασες και 2 χιλιοστά απ’ την προηγούμενη μέτρηση, είχες δίκιο, η μεζούρα μου ήταν λάθος. Έλα και να ζυγιστούμε τώρα.
-Μανώλη, θα τα πάρω άσχημα, είπε εκείνη και τράβηξε το χέρι της.
-Πόσα κιλά είσαι;
-Όσα θέλω.
-Είσαι 53 ή πάχυνες κι άλλο;
-Δεν ξέρω.
-Ωραία ανέβα να ζυγιστούμε, ζύγισα τον κύλινδρο τον δείχνει ακριβώς ένα κιλό, άρα πάει καλά. Ανέβα σου λέω.
Και την πέταξε επάνω.
-
52, 8. Ορίστε, λιγότερο από 53. Μια χαρά. Τι λυσσάς και δε ζυγίζεσαι. Κομπλεξική!

Η Καίτη έμεινε εκεί στη ζυγαριά όρθια κι ακίνητη. Ο Μανώλης πήγε στην κουζίνα ικανοποιημένος που δικαιώθηκε. Τον άκουσε που άνοιξε την κατσαρόλα να φάει. Της είπε «ωραίο μωρό, τέλεια η σάλτσα» σα να μην συνέβαινε τίποτα.

Κι εκείνη άρχισε να κλαίει. Βουβά. Κι έκλαιγε τόση ώρα που η ζυγαριά είχε άρχισε να δείχνει λιγότερο, μιας και αφυδατωνόταν. Έκλαιγε γιατί όταν κάποτε του είπε να την υπολογίζει λιγάκι, δεν εννοούσε να την μετράει, να την ζυγίζει, να την κατηγοριοποιεί. Να τη σέβεται εννοούσε. Και να την αγαπάει. Όπως ήταν.

Κατέβηκε από τη ζυγαριά. Έπλυνε το πρόσωπό της. Παρότι ήθελε να τον χτυπήσει, περισσότερο χρειαζόταν μια αγκαλιά εκείνη την στιγμή. Πήγε και κουλουριάστηκε δίπλα του καθώς είχε αράξει κι έβλεπε ειδήσεις στον καναπέ.

-Εντάξει, ηρέμησε το μωράκι που δεν είναι χοντρό; Σου πέρασε η κατάθλιψη;
-Ναι.
-Αφού σου χω πει ότι έχεις τέλειο κορμάκι, δεν στο έχω πει;
-Ναι.
-Τόσο αδύνατη που αν δεν παχύνεις άλλο θα συνεχίσεις να φαίνεσαι σχεδόν 1.70!
-Ναι.
-Γιατί η αλήθεια μωρό μου είναι ότι όσο και να αδυνατίσεις δεν πρόκειται να ψηλώσεις ποτέ!

Παφ. Του κοπάνησε μια κουτουλιά εκείνη όπως σηκώθηκε απότομα, που του έσκισε τα χείλια πάνω στα δόντια και του μάτωσε το πρόσωπο.

-Είσαι ηλίθια; Έκανα πλάκα!
-Πλάκα με ποια μέτρα και ποια σταθμά; Του Γαλλικού Μουσείου; Του συστήματος S.I? Γιατί στο δικό μου σύστημα αξιών, μέτρων και σταθμών με τέτοια αστειάκια Μανώλη είσαι πολλά κιλά κι άπειρα μέτρα μαλάκας. Τι με κοιτάς; Όταν σου είπα να με υπολογίζεις δεν εννοούσα με μέτρα και σταθμά, με κομπιουτέρακια και νούμερα. Κι αφού όλα τα μετράς σε μέτρα και κιλά, θυμήσου και την έννοια τις πυκνότητας θυμήσου και τον ορισμό του ειδικού βάρους. Όταν μιλάμε για ανθρώπους αυτές οι αναλογίες αναφέρονται στον χαρακτήρα και στην προσωπικότητα.

Και έφυγε. Με τις πιζάμες! Πήρε τα κλειδιά του αμαξιού και έφυγε.

Έναν ακριβώς χρόνο μετά τα έφτιαξε με έναν φιλόλογο που έπαψε να τη βλέπει σαν μέγεθος μετρήσιμο, συγκεκριμένο και οριοθετημένο. Αυτός όμως την έβλεπε σαν νέα γραφή που βασανιζόταν να βρει το συντακτικό και τη γραμματική της και σαν άγνωστο κείμενο που ζητούσε να την ερμηνεύει διαρκώς με τα λυσάρια των φίλων του. Αυτοί τη φορά μπλεχτήκανε πολλοί στη σχέση, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία...

9.4.08

Τριήμερο εκδηλώσεων για την αντίρρηση συνείδησης

Με αφορμή τη συμπλήρωση δέκα χρόνων εναλλακτικής υπηρεσίας στην Ελλάδα και την ετήσια συνάντηση του Ευρωπαϊκού Γραφείου για την αντίρρηση Συνείδησης (EBCO) που γίνεται φέτος στην Ελλάδα με σκοπό να αναδειχθούν οι επαχθείς όροι της εναλλακτικής υπηρεσίας, αλλά και το πρόβλημα των συνεχών διώξεων των αντιρρησιών συνείδησης, ο Σύνδεσμος Αντιρρησιών Συνείδησης και η Διεθνής Αμνηστία διοργανώνουν σειρά εκδηλώσεων:
1. Παρασκευή 11/4, 18.00: Δράσεις της Δ.Α. και του Σ.Α.Σ. στο Σύνταγμα και κατόπιν παράσταση διαμαρτυρίας στο Μέγαρο Μαξίμου στις πρεσβείες της Κύπρου και της Τουρκίας για την απαράδεκτη συμπεριφορά τους απέναντι στους αντιρρησίες συνείδησης.
2. Σάββατο 12/4, 16.00-19.00: εκδήλωση για την αντίρρηση συνείδησης στο βιβλιοπωλείο "Ιανός" με τη συμμετοχή ελλήνων και ξένων αντιρρησιών (περισσότερες πληροφορίες σε αυτό το κείμενο). Θα ακολουθήσει δράση της Δ.Α. στα Προπύλαια. 22.00: Πάρτυ του Σ.Α.Σ. στο Στέκι Μεταναστών, Τσαμαδού 13, Εξάρχεια.
3. Κυριακή 13/4, 20.00: Συναυλία της Δ.Α.για την αντίρρηση συνείδησης στο Ροντέο, Χέυδεν 34, Πλατεία Βικτωρίας, με τους Magic De Spell και άλλα συγκροτήματα.

6.4.08

Όταν το lo-fi πέρασε απέναντι - indieannalog set 22

Γη... Εν έτει 1997 οι blur ανακάλυψαν την Αμερική, ο Damon έψησε την τότε φιλενάδα του στις Elastica να κάνει ένα ντουέτο με τον Malkmus και, σε μια εποχή που η brit pop είχε πατήσει το everest κι ετοιμαζόταν να ξανακυλήσει κάτω, οι blur εκτοξεύτηκαν στο διάστημα! Blur - You’ re so great

Φωτιά... Δέκα χρόνια μετά, αφού η cat power διασκευάζει παλιούς και ξαναδιασκευάζει τον εαυτό της οι the do (ένας Γάλλος και μια Φινλανδή -χάρμα οφθαλμών) εφευρίσκουν την Cat Power του 2008. Αν είχε λίγο περισσότερο «παράσιτο» στον ήχο, το on my shoulders θα γινόταν l0- fi ύμνος.

Αέρας... Πίσω στην Αμερική τι κάνουν; Αναπολούν το ένδοξο παρελθόν! Έτσι οι Halleluiah the Hill απ' τη Βοστώνη πατούν στα χνάρια των προγόνων τους και ιερών πατέρων του lo- fi, των Guided by voices και, παρότι μια χαρά τα καταφέρνουν δε μπορούμε να παραβλέψουμε ότι στο Wave backwards to Massachusetts κατακλέβουν το the official ironman rally song των GBV!

Νερό... Και οι pinback στο autumn of the seraphs φέρνουν πίσω απ' τους νεκρούς τον Elliott Smith –αν δεν έχετε μάθει ακόμα ποιος είναι ο Elliott Smith από τα ποστ του ???, ε, μα είστε ανεπίδεκτοι! Αντί να σας βάλω να γράψετε 100 φορές τη φράση "θα προσέχω περισσότερο τι ακούω σε αυτό το blog" σας στέλνω να προσφέρετε κοινωνική εργασία στα ορυχεία χρυσού του Brain Candy. Σπεύσατε ακαματήδες! Η μουσική σας χρειάζεται!

Πανελλαδική ποδηλατοπορεία (6 Απριλίου 2008 12:00)

4.4.08

Παγκόσμια Ημέρα Ανταλλαγής Σχολίων

Η ιδέα για αυτό το ποστ μου έσκασε από ένα μέιλ του αγαπητού Φαητμπάκ, που μου υπενθύμιζε ότι αύριο είναι η Παγκόσμια Ημέρα Ανταλλαγής Σχολίων, οπότε σαν σωστός μπλόγκερ καλό θα ήταν να σπαμάρω όσο περισσότερα σχόλια μπορώ σε άλλα μπλογκ. Μου ήταν προφανές ότι δεν υπάρχει Παγκόσμια Ημέρα Ανταλλαγής Σχολίων έξω από το μυαλό του Φαητμπάκ και των φίλων του, αναρωτήθηκα όμως αν αύριο ήταν πράγματι κάποια παγκόσμια ημέρα, με τόσες πολλές που υπάρχουν. Επισκέφτηκα λοιπόν την αγγλική Wikipedia κι αφού έμαθα ότι υπάρχουν οι ακόλουθες παγκόσμιες ημέρες:
- 4 Φεβρουαρίου: Παγκόσμια Ημέρα κατά του Σχηματισμού Γλοιωδών Ηλεκτρονικών Επιστολών (International Tacky Email Formatting Day)
- 21 Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα Ύπνου
- 27 Μαρτίου: Παγκόσμια Ημέρα Ένδυσης με Παράξενες Κάλτσες (World Wear Odd socks day)
- 4 Απριλίου: Παγκόσμια Ημέρα για τη Συνειδητότητα σχετικά με τα Ορυχεία και τη Στήριξη Δράσεων σε Ορυχεία (International Day for Mine Awareness and Assistance in Mine Action)
- 18 Ιουνίου: Παγκόσμια Ημέρα Πικνίκ
- 29 Αυγούστου: Παγκόσμια Ημέρα «Σύμφωνα με τον Hoyle» (According to Hoyle Day) [Συγγραφέας μιας πραγματείας για το χαρτοπαίγνιο Whist]
- 8 Σεπτεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Λύσσας
- 19 Σεπτεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Ομιλίας σαν Πειρατής (International Talk Like a Pirate Day)
- 25 Σεπτεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Χειραψίας (International Grab Hand Day)
- 19 Νοεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Τουαλέτας (World Toilet Day)
- 19 Νοεμβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Χαιρετισμού με «Γεια» (World Hello Day)
σκέφτομαι σοβαρά να συμπληρώσουμε την "Παγκόσμια Ημέρα Ορυχείων" με την «Παγκόσμια Ημέρα Ανταλλαγής Σχολίων», η οποία δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από αυτές που προαναφέρθηκαν. Δείγματα για τον εορτασμό αυτής της Παγκόσμιας Ημέρας εδώ κι εδώ.

3.4.08

Άλλη θρησκεία

«Θα σε φάω» του έλεγε η θεία του όταν ήταν ακόμα μικρός.
«Αχ, Αλεξούλη είσαι τόσο αξιοζούληχτος που δεν αντέχω, θα σε ζουλήξω ανεπανόρθωτα και μετά θα κάνω μια χραπ! και θα σε φάω»!
Κι έπιανε τα μαγουλάκια του ανάμεσα στα χέρια της και τα πίεζε και τον ζούλαγε, κι εκείνος έσκαγε στα γέλια.

Τώρα τα μάγουλά του πιέζονταν ανάμεσα στα μπουτάκια της Σοφίας. Τα γένια του έγδερναν τη μαλακή της σάρκα, αλλά εκείνη «μη σταματάς, μη σταμάτας» του έλεγε και τον πίεζε όλο και περισσότερο.

Κι έπειτα τον έπαιρνε αγκαλιά.

«Μωρό μου τι γλυκό πλάσμα είσαι εσύ, θέλω να σε φάω» του έλεγε και τον δάγκωνε στα χείλια. Και στο λαιμό. Ειδικά στο λαιμό τα πρωινά που ξύπναγαν και πια δε μύριζε CK αλλά τη δική του μυρωδιά, εκείνη τη μοναδική που είχε από παιδάκι. Σαν ζεστό μαλακό φραντζολάκι.

«Θα σε φάω του» έλεγε κι εκείνος γέλαγε μέχρι που κάποια στιγμή σταμάτησε να γελάει.
Τι εννοούσε ξαφνικά πώς τον θέλει αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δε θέλει και κανέναν άλλον στη γη.
Τι εννοούσε πως τον σκέφτεται και της αρέσει αλλά είχε ανθρώπους πριν στη ζωή της και θα έχει μετά και δε σκοπεύει να σταματήσει να κάνει σεξ μαζί τους για χάρη του.
«Γιατί αντιδράς τόσο κτητικά και ανταγωνιστικά επιτέλους, σαν κανένας μονοκόμματος εγωιστής μικροαστός. Έλα μωρό μου, άνοιξε λίγο το μυαλό σου».

Αλλά εκείνος άνοιγε μόνο τα μάτια του πελώρια. Και την κοιτούσε. Βουβός.

Κι έπειτα έπεφτε πάνω της και την φίλαγε και κατέληγαν να κάνουν έρωτα ξανά και ξανά λες και δεν υπήρχε αύριο. Γιατί κάποια στιγμή του είπε «δεν ξέρω πόσο θα αντέξω έτσι, αν συνεχίσεις να με πιέζεις με τη ζήλια σου, δεν ξέρω, κάθε φορά μπορεί να είναι η τελευταία».

Κι εκείνη την ημέρα σαν ξύπνησαν μαζί, «θα μου χαϊδέψεις την πλατούλα;» του είπε κι εκείνος «ναι» μα όπως γύρισε μπρούμυτα η Σοφία, είδε στην πλάτη της εκείνες τις δαγκωματιές.
«Λες να βρέξει» είπε εκείνη χωρίς να ξέρει.
«Καταιγίδες και σποραδικές δαγκωματιές» είπε αυτός δίχως μυαλό.
«Τι»; Γέλασε εκείνη.
Κι εκείνος της χάιδεψε απαλά την πλάτη και κατέβηκε και κατέβηκε και «μμμ» είπε εκείνη και μετά «αααα» λιγωμένη κι εκείνος «τι αααα μωρό μου, μίλα μου» κι εκείνη «αααα –Αλεξη μου, ααα, πόσο γλυκά με παίρνεις πάντα» και τότε το ένιωσε. Πόνεσε αλλά δεν μπορούσε να αντιδράσει, «ααααα, μη» κι έκανε να τιναχτεί μα το βάρος του στην πλάτη της, όπως ήταν πεσμένος πάνω της και δάγκωνε το λαιμό της, δεν την άφηνε να αντιδράσει.
Η Σοφία έκανε να ουρλιάξει μα της έχωσε με φόρα το μαξιλάρι και πίεσε το πρόσωπό της πάνω του. Και όπως τράβηξε το κεφάλι του με λύσσα του από πάνω της, η σάρκα της σκίστηκε με έναν τρόπο ανατριχιαστικό και η μαξιλαροθήκη γέμισε αίματα. Κι όπως εκείνη ζήταγε να λυτρωθεί εκείνος την έπιασε απ’ την άλλη πλευρά και τη δάγκωνε ξανά και ξανά. Κι έφτυνε τις σάρκες της μέχρι που εκείνη απόσωσε απ’ τον τρόμο και τον πόνο και δεν έστερξε να πάρει άλλη ανάσα. Και ξεψύχησε.

Ο Αλέξης πήρε και άνοιξε το κινητό και βρήκε τα μηνύματα της, τα βρήκε όλα. Και μετά τα mail. Και ζήτησε κι έμαθε τις διευθύνσεις τους. Όλων σε όσους σκόρπαγε τόσο καιρό το σώμα της, σαν Ιησούς χυδαίος, «άρτος και οίνος» μοίραζε τη σάρκα, τους χυμούς της. Στους ειδωλολάτρες. Που την έβλεπαν και δεν την καταλάβαιναν.

Βρήκε λοιπόν τις διευθύνσεις και την έστειλε. Κομμάτι κομμάτι τη μοίρασε σε αυτούς. Αυτός ο φόνος μοιράστηκε. Όλοι ήταν ένοχοι όσο κι εκείνος. Ένοχοι για την ζήλια του που οδήγησε εκεί.

Κι εκείνος «είδες μωρό μου, δε σε κράτησα όλη για μένα, δεν είμαι ένας ανταγωνιστικός εγωιστής. Σε μοίρασα μωρό μου όπως το ήθελες: «Δεύτε λάβετε σώμα και αίμα». Δεύτε λάβετε αυτό το κορμί που ήταν σαν θρησκεία και μας ένωνε».
Και φίλησε τα υπέροχα γαλάζια μάτια της, που πια ήταν καρφωμένα μόνο σ’ εκείνον. Σα να ήταν ο μοναδικός. Γι’ αυτήν.

1.4.08

Πρωταπριλιά

Η μέρα του χρόνου που είμαι αληθινός. Γιατί ψεύδομαι εγώ, ο δεινός ψεύτης. Και όπως δυο αρνήσεις καταλήγουν καταφαση, ο ψεύτης όταν μιλάει αληθινα στην ουσία ψευδεται, μα όταν ψεύδεται πιθανόν λέει την αλήθεια.
Η αλήθεια δεν είναι μια. Συνήθως ψεύτες μας κάνει το ψέμα. Μα πολύ συχνά μας κάνει και η αλήθεια. Που με το πέρασμα του χρόνου γίνεται ψέμα. Απλά γιατί δεν έμεινε αληθινή. Γιατί εμείς αλλάξαμε οπτική κι ιδέες. Και πια δεν τη στηρίζουμε. "Ψεύτη, άλλα μου έταζες". Δεν ήμουν ψεύτης. Τότε ήμουν αληθινός. Και τώρα είμαι. Απλά ήμουν άλλος τότε και άλλος τώρα. Όχι ψεύτης. Όχι εγώ. Ο χρόνος.
Πρωταπριλιά: μπορείς να πεις όλες τις αλήθειες που θες και θα σε φέρουν σε δύσκολη θέση. Τις λες. Βγάζεις το βάρος από μέσα σου. Μα μοιάζουν τόσο εξωφρενικές που δε σε πιστεύει κανείς! Αν όλοι σήμερα σας είπαν αλήθειες. Αν σήμερα δεν ακούσατε κανένα ψέμα. Πώς είστε σίγουροι πώς αυτοί οι άνθρωποι σήμερα πραγματικά δε σας έλεγαν ψέματα; Το ίδιο ψέμα που σας λένε κάθε μέρα;
Σήμερα λέω ότι θέλω. Μπορεί να είναι όλα αλήθεια. Μπορεί και όλα ψέματα. Δε θα ξέρει κανείς σας ποτέ. Κανείς ποτέ δε θα ξέρει ποιος από εμάς λέει αλήθειες και ποιος ψέματα.
Και τελικά αυτό είναι το καλύτερο. Να μην ξέρεις. Έτσι κι αλλιώς και η αλήθεια είναι απλά μια μετάφραση. Αυτού που λέει ο άλλος. Αυτού που ακούω. Ο άλλος μιλάει αλλά ακούμε όλοι το ίδιο; Αυτός είπε ψέματα ή εγώ μετέφρασα λάθος και διαστρέβλωσα την αλήθεια του;

Σήμερα είναι μέρα που θα πω όλες τις αλήθειες που με φέρνουν σε δύσκολη θέση. Σήμερα θα πω αυτό που δεν τολμάω να σου πω και προτιμώ να το διαβάσει όλος ο κόσμος παρά να στο εξομολογηθώ και να έρθω σε δύσκολη θέση μιας και δε θες, ούτε μπορείς, ούτε και ξέρω τι σκέφτεσαι, πού πατάς και τι κάνεις...
Μετράω όλες τις μέρες, τις ώρες, τα λεπτά μέχρι να δε δω.
Η επιθυμία είναι το μέτρο του χρόνου.
Τα χίλια ψέματα που σου λέω κάθε μέρα
-πώς είμαι αλλού και δε με νοιάζεις και δε σε σκέφτομαι-
αν τα μαδήσεις είναι όλη μου η αλήθεια.
Ποτέ τόσα ψέματα δεν είπαν τόση πολλή αλήθεια.

Μα σε καταλαβαίνω -μη νομίζεις.
Ο Έρωτας είναι η πιο τρομακτική εποχή
αν δεν τον περιμένεις
αν δεν είσαι προετοιμασμένος,
να φοράς την κατάλληλη διάθεση,
τα καλά σου τα ρούχα.

Αλλά ο Απρίλης ο ψεύτης
είναι ο σωστός καιρός
ντύσου το ψέμα μου
και έλα πιο κοντά
ναι;