Τετάρτη, Μαρτίου 31, 2021
Καταδίκη της Ελλάδας την 25η Μαρτίου 2021 από το ΕΔΔΑ
Τρίτη, Μαρτίου 23, 2021
Έλεος με την "διεμφυλική διαταραχή" κ.κ. Ειρηνοδίκες!
Κυριακή, Μαρτίου 21, 2021
Τρίτη, Μαρτίου 16, 2021
Δεν προσθέτει τίποτε ο Βοηθός Συνήγορος για την Αστυνομική Αυθαιρεσία
Είναι λάθος η εξαγγελία του πρωθυπουργού για την νομοθέτηση ενός Βοηθού Συνηγόρου του Πολίτη για ζητήματα αστυνομικής βίας.
Δευτέρα, Μαρτίου 15, 2021
Το ΕΔΔΑ ελέγχει την Ελλάδα για παράλειψη δικαστικής εξέτασης μέτρων COVID-19
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου εξετάζει την προσφυγή που κατέθεσε ορθόδοξο εκκλησιαστικό σωματείο κατά της Ελλάδας. Το σωματείο είχε προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας με αίτηση ακύρωσης κατά της διοικητικής πράξης που επέβαλε μέτρα για την καταπολέμηση της COVID-19.
H δίκη αυτή κινείται με κατεπείγουσα ταχύτητα, δεδομένου ότι η προσφυγή υποβλήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2020, ενώ το ΕΔΔΑ την κοινοποίησε στην Κυβέρνηση, θέτοντας ερωτήματα, στις 25 Φεβρουαρίου 2021! Πρόκειται για χρόνο ρεκόρ για τα δεδομένα του ΕΔΔΑ.
Το σχετικό έγγραφο είναι αναρτημένο από σήμερα 15 Μαρτίου 2021 στην επίσημη ιστοθέση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου: http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-208870
Σύμφωνα με το έγγραφο του ΕΔΔΑ, το θέμα της υπόθεσης ήταν η απαγόρευση της συλλογικής άσκησης θρησκευτικής λατρείας κατά την περίοδο 16 Μαρτίου έως 16 Μαϊου 2020, συμπεριλαμβανομένης δηλ. της περιόδου του Πάσχα.
Η αίτηση ακύρωσης υποβλήθηκε στο ΣτΕ στις 30 Μαρτίου 2020, μαζί με αίτημα για αναστολή εκτέλεσης και προσωρινή διατάγη για την μη εφαρμογή της απαγόρευσης.
Όμως, όπως προκύπτει από την σχετική περιγραφή των γεγονότων, το Συμβούλιο της Επικρατείας εξέδωσε απόφαση στις 23 Ιουνίου 2020 περί "κατάργησης της δίκης". Μια τέτοια δικαστική απόφαση εκδίδεται όταν δεν βρίσκεται πλέον σε ισχύ η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη. Δηλαδή το ΣτΕ δεν εξέτασε την ουσία της υπόθεσης, αλλά "κατάργησε την δίκη" λόγω έλλειψης αντικειμένου.
Αυτό σημαίνει ότι ο προσδιορισμός της δικασίμου έγινε σε χρόνο κατά τον οποίον είχε λήξει η ισχύς της διοικητικής πράξης.
Κατόπιν αυτής της εξέλιξης το σωματείο προσέφυγε στο ΕΔΔΑ για παραβίαση του δικαιώματος πρόσβασης σε δικαστήριο (άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ) και του δικαιώματος στην θρησκευτική ελευθερία, ως προς το ότι δεν ήταν επιτρεπτός ο συγκεκριμένος περιορισμός που επιβλήθηκε από την Ελλάδα για λόγους δημόσιας υγείας (άρθρο 9 παρ. 2 της ΕΣΔΑ).
Το ΕΔΔΑ λοιπόν απευθύνει στην Ελλάδα δύο ερωτήματα. Το πρώτο ερώτημα είναι:
"Έχει τηρηθεί το δικαίωμα του προσφεύγοντος για πρόσβαση σε δικαστήριο, στην προκειμένη υπο κρίση περίπτωση, όπως το δικαίωμα αυτό κατοχυρώνεται από το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ;"
Το δεύτερο ερώτημα είναι:
"Παραβιάστηκε η θρησκευτική ελευθερία του προσφεύγοντος συλλόγου κατά την έννοια του άρθρου 9 της Σύμβασης; Ειδικότερα, ήταν αναγκαία η παρέμβαση στην άσκηση αυτού του δικαιώματος κατά την έννοια του άρθρου 9 παρ. 2;"
Η Ελλάδα τώρα οφείλει να απαντήσει σε αυτά τα δύο ερωτήματα. Ως προς το πρώτο ερώτημα, αναμένεται να αποστείλει την υπόθεση στο Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο θα πρέπει να εξηγήσει εγγράφως για ποιόν λόγο δεν δικάστηκε η υπόθεση εντός του χρονικού διαστήματος κατά το οποίο ίσχυε η απόφαση. Δηλαδή έχεις εδώ πέρα μια διοικητική πράξη που ισχύει από τις 16 Μαρτίου 2020 έως και τις 16 Μαϊου 2020, οι προσφεύγοντες ασκούν την αίτηση ακύρωσης στις 30 Μαρτίου δηλαδή σε άμεσο χρόνο και ως ΣτΕ καταλήγεις να δικάζεις την "ουσία" της υπόθεσης προφανώς σε χρόνο που έχει λήξει η ισχύς.
Για ποιό λόγο συμβαίνει αυτό; Γιατί το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν ακολούθησε την Εργαλειοθήκη του Συμβουλιου της Ευρώπης για την προτεραιοποίηση της εκδίκασης των υποθέσεων που αφορούν περιορισμούς ανθρώπινων δικαιωμάτων;
Αυτά τα ερωτήματα στην ουσία θέτει το ΕΔΔΑ στην Ελλάδα. Θα δούμε ποια θα είναι η εξέλιξη της υπόθεσης, διότι διαδικαστικά ζητήματα και πάλι μπορεί να προκύψουν.
Ως προς την ουσία του επιβληθέντος μέτρου, το άρθρο 9 παρ. 2 ορίζει ότι:
"H ελευθερία της εκδήλωσης του θρησκεύματος ή των πεποιθήσεων υπόκειται μόνο στους περιορισμούς που προβλέπονται από τον νόμο και είναι αναγκαίοι σε μια δημοκρατική κοινωνία, για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας, την προστασία της δημόσιας τάξης, της υγείας ή των ηθών, ή για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων."
Δηλαδή ως προς την δεύτερη επικαλούμενη παράβαση, η Ελλάδα πρέπει να απαντήσει εάν ο περιορισμός που επιβλήθηκε νομοθετικά ήταν αναγκαίος για την προστασία της υγείας και θα πρέπει να το αποδείξει. Εάν το αποδείξει, τότε η χώρα δεν θα καταδικαστεί για την συγκεκριμένη παράβαση, εκτός εάν οι προσφεύγοντες ανταποδείξουν ότι υπήρχαν άλλοι ηπιότεροι περιορισμοί στην συλλογική λατρεία που μπορούσαν να είχαν επιβληθεί και δεν επελέγησαν. Δηλαδή το ΕΔΔΑ θα κληθεί τελικά να ασκήσει τον έλεγχο αναλογικότητας που δεν άσκησε το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Ανεξάρτητα από την έκβαση αυτής της υπόθεσης, το Συμβούλιο της Επικρατείας αντιμετωπίζει για μία ακόμη φορά τον έμμεσο ψόγο του ΕΔΔΑ ότι δεν δικάζει τις υποθέσεις στον χρόνο που χρειάζεται. Το ίδιο είχε γίνει και με την υπόθεση Παπαγεωργίου κ.α. κατά Ελλάδας (2019), όπου το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η αίτηση ακύρωσης στο ΣτΕ που η εκδίκασή της είχε αναβληθεί 7 φορές με υπαιτιότητα του ΣτΕ δεν αποτέλεσε τελικά ένα αποτελεσματικό ένδικο μέσο για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Δυστυχώς επαναλαμβάνεται η ίδια ιστορία, χωρίς να έχει γίνει απολύτως τίποτε από το ίδιο το Συμβούλιο της Επικρατείας για την εκδίκαση των υποθέσεών του σε εύλογο χρόνο.
Το ίδιο ακριβώς αναμένεται να γίνει για την αίτηση ακύρωσης κατά της απαγόρευσης της πορείας την 17η Νοεμβριου 2020: το Συμβούλιο της Επικρατείας προσδιόρισε την συζήτηση της υπόθεσης αυτής για την 15η Ιανουαρίου 2021, δηλαδή σε χρόνο που προδήλως είχε παρέλθει το χρονικό διάστημα ισχύος της απαγόρευσης. Οπότε, η απόφασή του κατά πάσα πιθανότητα θα είναι κι εκεί ότι "καταργεί την δίκη", που το ίδιο την τοποθέτησε σε χρόνο εκτός του χρόνου ισχύος της προσβαλλόμενης πράξης.
Ενώ, εάν το Συμβούλιο της Επικρατείας ήθελε πράγματι να περισώσει την δυνατότητα για τον έλεγχο της Ε.Σ.Δ.Α. θα μπορούσε επιτέλους να ερμηνεύσει την ειδική εκείνη διάταξη που διέπει την δικονομία του κατά την οποία εάν ο αιτών επικαλεστεί "ειδικό έννομο συμφέρον", το Συμβούλιο της Επικρατείας υπεισέρχεται στην ουσία ακόμη και όταν η ισχύς της πράξης έχει λήξει! Δεν το πράττει, γιατί θεωρεί ότι έτσι θα υποβαθμιστεί η δικαστική του απόφαση σε "γνωμοδότηση", λες και το ΕΔΔΑ τώρα αν καταδικάσει την χώρα θα "γνωμοδοτήσει" απλώς και δεν θα εκδώσει ένα δεσμευτικό δικαστικό πόρισμα. Το ΣτΕ διαθέτει λοιπόν επιτέλους τα εργαλεία, σύμφωνα και με το άρθρο 25 του Συντάγματος που ορίζει ότι κάθε δικαστικό όργανο οφείλει να διευκολύνει έμπρακτα την αποτελεσματική εφαρμογή των ανθρώπινων δικαιωμάτων και να προχωρεί σε έλεγχο ουσίας όταν οι αιτούντες επικαλούνται ειδικά και συγκεκριμένα παραβιάσεις της ΕΣΔΑ. Εάν δεν το κάνει το ίδιο, ενώ το ίδιο εκτοπίζει τις υποθέσεις σε δικασίμους εκτός πεδίου ισχύος των πράξεων, τότε απλά δεν έχουμε έλεγχο της ΕΣΔΑ στην Ελλάδα και ας το αποδεχτούμε για να προσφεύγουμε σε όλες τις υποθέσεις αυτές κατευθείαν στο ΕΔΔΑ.
Υπάρχουν όμως μέτρα που μπορούν να επιβληθούν για την επιτάχυνση των διαδικασιών του. Το απλούστερο όλο είναι ότι δεν χρειάζεται να συνεδριάζει για όλες τις υποθέσεις σε μεγάλες συνθέσεις. Μπορεί με την κατάλληλη τροποποίηση του π.δ. 18/1989 να δημιουργηθούν πολλά περισσότερα υπο-τμήματα π.χ. τριών δικαστών χωρίς να χρειάζεται να συνεδριάζουν οι πενταμελείς συνθέσεις. Μπορούν επίσης να εισαχθούν διαδικασίες αποκλειστικά εξ αποστάσεως με ηλεκτρονική διακυβέρνηση. Υπάρχουν γενικά πολλά που μπορούν να γίνουν για να σταματήσει η συνεχής καταδίκη της χώρας για διαδικαστικά θέματα. Αρκεί να το θέλουμε, βέβαια.
Δικαιώματα που επιβιώνουν παρά τις απορρίψεις του Συμβουλίου της Επικρατείας!
Τετάρτη, Μαρτίου 10, 2021
Ορκίστηκε ο κ. Κτιστάκις νέος Ευρωπαίος Δικαστής
Τρίτη, Μαρτίου 09, 2021
Ποιος ελέγχει την Αστυνομία;
Η Ελλάδα έχει καταδικαστεί για πράξεις αστυνομικής αυθαιρεσίας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, γεγονός που σημαίνει ότι το εσωτερικό θεσμικό σύστημα της Ελληνικής Δικαιοσύνης μαζί με τους υπάρχοντες ελεγκτικούς μηχανισμούς δεν επαρκεί για τον έλεγχο της νομιμότητας της αστυνομικής δράσης.
Το 2011 ιδρύθηκε νομοθετικά ένα "Γραφείο Αντιμετώπισης Περιστατικών Αυθαιρεσίας", δηλαδή ένα εσωτερικό όργανο της αστυνομίας για να παραλαμβάνει τις καταγγελίες εναντίον των αστυνομικών και να τις παραπέμπει στα εσωτερικά ελεγκτικά όργανα, την διεύθυνση εσωτερικών υποθέσεων και τα πειθαρχικά της αστυνιομίας. Από τότε, όμως, η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου είχε επισημάνει ότι αυτά δεν γίνονται έτσι. Η ανεξαρτησία του οργάνου από την ίδια την αστυνομία είναι ο μόνος παράγοντας που εγγυάται την αποτελεσματική λειτουργία του. Για παράδειγμα, ο Police Ombudsman στην Βόρεια Ιρλανδία είναι ένας εξωτερικός ελεγκτικός θεσμός που δεν είναι όργανο της αστυνομίας, αλλά μια διακριτή ανεξάρτητη αρχή.
Το 2016 λοιπόν αποφασίστηκε να καταργηθεί αυτό το Γραφείο και οι αρμοδιότητές του να ανατεθούν σε μια ανεξάρτητη αρχή. Ο νομοθέτης επέλεξε αυτή η ανεξάρτητη αρχή να είναι ο Συνήγορος του Πολίτη. Με τον Ν.4443/2016 ιδρύθηκε ο "Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας", ο οποίος δεν είναι τίποτε άλλο από μερικές νομοθετικές διατάξεις που προσθέτουν αρμοδιότητες στον Συνήγορο του Πολίτη.
Τότε, το 2016 ο Ευρωπαίος Επίτροπος Ανθρώπινων Δικαιωμάτων είχε ήδη επισημάνει με επιστολή του (https://rm.coe.int/16806db6e6) στους Υπουργούς κ.κ. Τόσκα και Παρασκευόπουλο ότι ο "Μηχανισμός" δεν μπορεί απλά να κάνει μη δεσμευτικές συστάσεις. Δηλαδή τους έλεγε πρακτικά ότι ο "Μηχανισμός" δεν μπορεί να είναι ο Συνήγορος του Πολίτη. Αντί να ακούσουν οι υπουργοί τον Επίτροπο, παρουσίαζαν την ίδρυση του Μηχανισμού ως φοβερή καινοτομία, όπως είχα επισημάνει τότε: http://elawyer.blogspot.com/2016/11/to.html
Ο Συνήγορος του Πολίτη έχει ιδρυθεί και λειτουργεί στην Ελλάδα από το 1998, κατά την διάρκεια της πρώτης διακυβέρνησης Σημίτη. Ήμασταν από τις τελευταίες χώρες της Ευρώπης που δεν είχαμε υλοποιήσει τις συστάσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1975 για την ίδρυση ενός εθνικού διαμεσολαβητή, στον οποίο προσφεύγουν πολίτες για την εξωδικαστική επίλυση των διαφορών των πολιτών με τις δημόσιες υπηρεσίες. Από το 1998 λοιπόν ο Συνήγορος του Πολίτη δέχεται καταγγελίες, μεταξύ των οποίων και καταγγελίες για τις αστυνομικές υπηρεσίες και ασκεί διαμεσολάβηση. Δηλαδή στέλνει επιστολές στις αστυνομικές υπηρεσίες και τους απευθύνει συστάσεις όταν διαπιστώνει ότι έχουν παραβιάσει τον νόμο, προκειμένου να αποκαταστήσουν τα δικαιώματα των πολιτών. Αυτή η λειτουργία ενέχει εξ αρχής την διερεύνηση των περιστατικών της αυθαιρεσίας, αλλά δεν έχει βέβαια τις κυρωτικές λειτουργίες που θα ενεργοποιούσαν εντατικά τις αστυνομικές αρχές που αυθαιρετούν. Μάλλον καθησυχαστικός είναι ο ρόλος του.
Με τον νόμο του 2016 στον Συνήγορο του Πολίτη προστέθηκαν και κάποιες ακόμη αρμοδιότητες ειδικά ως προς τον έλεγχο της αστυνομικής αυθαιρεσίας και τον έλεγχο των πειθαρχικών διαδικασιών. Mιλάμε τώρα για αρμοδιότητες που προστέθηκαν με ένα άρθρο, το άρθρο 56:
Αρθρο 1
1. Ο Συνήγορος του Πολίτη ορίζεται ως Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας με αρμοδιότητα τη συλλογή, την καταγραφή, την αξιολόγηση, τη διερεύνηση ή την περαιτέρω προώθηση προς άσκηση πειθαρχικού ελέγχου στις αρμόδιες Υπηρεσίες, καταγγελιών για πράξεις του ένστολου προσωπικού της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, του Πυροσβεστικού Σώματος, καθώς και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης, οι οποίες εκδηλώθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή κατά κατάχρηση της ιδιότητάς του και αφορούν:
α. βασανιστήρια και άλλες προσβολές της ανθρώπινης αξιοπρέπειας κατά την έννοια του άρθρου 137Α του Ποινικού Κώδικα,
β. παράνομες εκ προθέσεως προσβολές κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας ή υγείας ή της προσωπικής ή γενετήσιας ελευθερίας,
γ. παράνομη χρήση πυροβόλου όπλου και
δ. παράνομη συμπεριφορά για την οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι διενεργήθηκε με ρατσιστικό κίνητρο ή η οποία ενέχει άλλου είδους διακριτική μεταχείριση λόγω χαρακτηριστικών φυλής, χρώματος εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκείας, αναπηρίας, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου.
2. Οι καταγγελίες πρέπει να είναι επώνυμες και γραπτές και να υποβάλλονται στο Συνήγορο του Πολίτη, αυτοπροσώπως ή μέσω πληρεξούσιου. Το όνομα και τα άλλα στοιχεία ταυτότητας του καταγγέλλοντος μπορεί να μην ανακοινώνονται κατά το στάδιο της διερεύνησης, αν το ζητήσει εγγράφως ο ενδιαφερόμενος. Αν κατά την κρίση του Συνηγόρου του Πολίτη η διερεύνηση δεν είναι δυνατή χωρίς ανακοίνωση του ονόματος, ο ενδιαφερόμενος ενημερώνεται ότι η καταγγελία του θα τεθεί στο αρχείο, εφόσον ο ίδιος δεν συναινέσει εγγράφως στην ανακοίνωση του ονόματός του. Αν ο καταγγέλλων αγνοεί την ελληνική γλώσσα, μπορεί να παραστεί με διερμηνέα. Αν ο καταγγέλλων αδυνατεί να γράψει, η καταγγελία γίνεται προφορικώς, καταγράφεται από υπάλληλο του Συνηγόρου του Πολίτη και συντάσσεται έκθεση στην οποία γίνεται ειδική μνεία της αδυναμίας του καταγγέλλοντος να γράψει. Η έκθεση υπογράφεται από τον καταγγέλλοντα και τον υπάλληλο του Συνηγόρου του Πολίτη που τη συνέταξε. Οταν η καταγγελία είναι ανώνυμη τίθεται στο αρχείο με πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη, όμως τυχόν στοιχεία αυτής που παρέχουν βάση για διερεύνηση μπορούν να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο αυτεπάγγελτης παρέμβασης. Ο Συνήγορος του Πολίτη επιλαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως, μετά από πληροφορίες με συγκεκριμένα στοιχεία για περιστατικά της παραγράφου 1 και ιδίως όσων προέρχονται από δημοσιεύματα ή εκπομπές Μ.Μ.Ε. ή μετά από παραπομπή της υπόθεσης από τον καθ` ύλην αρμόδιο Υπουργό ή Γενικό Γραμματέα.
3. Ο Συνήγορος του Πολίτη αξιολογεί κάθε καταγγελία ή περιστατικό για το αν εμπίπτει στις αρμοδιότητές του κατά τον παρόντα νόμο και αποφασίζει με πράξη του εντός προθεσμίας δέκα (10) ημερών ή για τη διερεύνηση μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού, περίπτωση κατά την οποία υποχρεούται εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών να έχει συντάξει σχετικό πόρισμα, ή για την προώθηση μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού προς διερεύνηση στις αρμόδιες Υπηρεσίες, ή για τη θέση τους στο αρχείο ως αβάσιμων ή ανεπίδεκτων εκτίμησης. Οι προθεσμίες του ως άνω εδαφίου μπορούν κατά παρέκκλιση να παρατείνονται μέχρι τρεις (3) μήνες με αιτιολογημένη πράξη του Συνηγόρου του Πολίτη υπό τους όρους της παρ. 2 του άρθρου 4 του N. 2690/1999 (Α 45). Σε αυτή την περίπτωση, ο Συνήγορος του Πολίτη ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες Υπηρεσίες.
4. Σε περίπτωση διερεύνησης μιας καταγγελίας ή ενός περιστατικού από το Συνήγορο του Πολίτη, τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα αναστέλλουν την έκδοση της απόφασής τους, έως την έκδοση πορίσματος από το Συνήγορο του Πολίτη. Διοικητικά μέτρα που προβλέπονται από το πειθαρχικό δίκαιο κάθε Υπηρεσίας και λαμβάνονται σε βάρος του πειθαρχικά ελεγχόμενου δεν θίγονται. Ο ελεγχόμενος έχει δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης και ενώπιον του Συνηγόρου του Πολίτη. Ενδεχόμενη απόκλιση από το διατακτικό του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη επιτρέπεται μόνο με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Οι πειθαρχικές διαδικασίες μετά την ολοκλήρωση και γνωστοποίηση του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη διέπονται από το αντίστοιχο πειθαρχικό δίκαιο εκάστης υπηρεσίας.
5. Ο Συνήγορος του Πολίτη επιλαμβάνεται επίσης υποθέσεων για τις οποίες έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου σε βάρος της Ελλάδας για παράβαση των διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ν.δ. 53/1974), με την οποία διαπιστώνονται ελλείψεις της πειθαρχικής διαδικασίας ή νέα στοιχεία που δεν αξιολογήθηκαν στην πειθαρχική έρευνα ή την εκδίκαση της υπόθεσης. Στις περιπτώσεις αυτές οι Διευθύνσεις Προσωπικού των αρμόδιων Υπηρεσιών των σωμάτων ασφαλείας, καθώς και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης υποχρεούται να διαβιβάζουν την ως άνω απόφαση και το σχετικό πειθαρχικό φάκελο στο Συνήγορο του Πολίτη, ο οποίος επανεξετάζει την υπόθεση λαμβάνοντας υπόψη του ιδίως όσα έκανε δεκτά το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και αποφασίζει για την εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης.
6. Εντός των προθεσμιών της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, ο Συνήγορος του Πολίτη, επιφυλασσόμενος της αρμοδιότητάς του για διερεύνηση και διαμόρφωση σχετικού πορίσματος, γνωστοποιεί την απόφασή του για την εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης με όλα τα στοιχεία του φακέλου στην αρμόδια Υπηρεσία που δεσμεύεται από την ανωτέρω απόφαση και διατάσσει νέα έρευνα, σύμφωνα και με όσα γίνονται δεκτά από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Στο πλαίσιο της επανεξέτασης της πειθαρχικής υπόθεσης είναι δυνατόν να ασκηθεί ή να συμπληρωθεί η πειθαρχική δίωξη και να επιβληθεί η προσήκουσα πειθαρχική ποινή ανεξάρτητα από την αρχική εκδίκαση της υπόθεσης υπό την προϋπόθεση ότι δεν διώκεται υπάλληλος για δεύτερη φορά για το ίδιο πειθαρχικό παράπτωμα. Για τον υπολογισμό του χρόνου παραγραφής που προβλέπεται από τις πειθαρχικές διατάξεις για τα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης δεν υπολογίζεται το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την έκδοση της απόφασης του αρμόδιου, κατά περίπτωση, πειθαρχικού οργάνου, σύμφωνα με τα άρθρα 38 και 39 του Π.δ. 120/2008 (Α 18), το άρθρο 5 του Π.δ. 187/2004 (Α 187), το άρθρο 25 παρ. 9 του Ν.δ. 343/1969 (Α 238), το άρθρο 18 παράγραφοι 9 και 10 του Ν.δ. 935/1971 (Α 149) και το άρθρο 122 του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., μέχρι την περιέλευση στο Συνήγορο του Πολίτη της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Κατά τα λοιπά ακολουθείται η προβλεπόμενη πειθαρχική διαδικασία κάθε Υπηρεσίας στην οποία ανήκει το ελεγχόμενο προσωπικό. Αν ο Συνήγορος του Πολίτη κρίνει ότι δεν απαιτείται η εκ νέου διερεύνηση της υπόθεσης γνωστοποιεί το πόρισμά του στη Διεύθυνση Προσωπικού κάθε αρμόδιας Υπηρεσίας προκειμένου να τεθεί η υπόθεση στο αρχείο.
7. Ο Συνήγορος του Πολίτη μπορεί να ζητεί στοιχεία από οποιαδήποτε δημόσια Υπηρεσία ή Υπηρεσία του ευρύτερου δημόσιου τομέα, οι οποίες υποχρεούνται να τα γνωστοποιούν ή να διαβιβάζουν αντίγραφα εγγράφων που αφορούν την υπόθεση εκτός αν χαρακτηρίζονται ως απόρρητα, επειδή αφορούν την εθνική άμυνα, την κρατική ασφάλεια και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας. Η υποχρέωση τήρησης ιατρικού απορρήτου δεν αποτελεί λόγο άρνησης χορήγησης των εγγράφων. Τα στοιχεία της παρούσας παραγράφου χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκπλήρωση της αποστολής του Συνηγόρου του Πολίτη. Σε περίπτωση ήδη σχηματισθείσας πειθαρχικής δικογραφίας από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα εκάστης Υπηρεσίας, ο Συνήγορος του Πολίτη λαμβάνει αντίγραφα του συνόλου των στοιχείων του σχετικού φακέλου.
8. Τα πειθαρχικά όργανα της Ελληνικής Αστυνομίας, του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, του Πυροσβεστικού Σώματος και των υπαλλήλων των καταστημάτων κράτησης υποχρεούνται να εξετάζουν κατά προτεραιότητα κάθε πειθαρχική υπόθεση που τους προωθείται από το Συνήγορο του Πολίτη και αφορά πράξεις της παραγράφου 1, προβαίνουν δε σε ενημέρωσή του αναφορικά με το αποτέλεσμα της εξέτασης των ως άνω υποθέσεων, διαβιβάζοντας αντίγραφα του συνόλου των στοιχείων του σχετικού φακέλου και αναστέλλοντας την έκδοση της απόφασης. Ο Συνήγορος αποτιμά την πληρότητα της εξέτασης και μπορεί να την αναπέμψει προς συμπλήρωση, συντάσσοντας πόρισμα εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) ημερών, η οποία μπορεί να παραταθεί υπό τους όρους του άρθρου 4 παρ. 2 του Ν. 2690/1999 (Α 45). Ενδεχόμενη απόκλιση από το διατακτικό του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη επιτρέπεται μόνο με ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Οποιος υποβάλλει καταγγελία σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου δικαιούται να πληροφορείται το αποτέλεσμα της καταγγελίας του, ενώ πρόσβαση επί των στοιχείων του φακέλου μπορεί να αποκτήσει οποιοσδήποτε υπό τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς του άρθρου 5 του Ν. 2690/1999 (Α 45), του Ν. 2472/1997 (Α 50), καθώς και του Ν. 3471/2006 (Α 133).
9. Η αρμοδιότητα του Συνηγόρου του Πολίτη ως Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας δεν υποκαθιστά τις υφιστάμενες δομές υποβολής και εξέτασης καταγγελιών αυθαιρεσίας σε άλλα όργανα ή αρχές.
10. Συνιστώνται στο Συνήγορο του Πολίτη δέκα (10) θέσεις του άρθρου 5 του Ν. 3094/2003, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Αρχής κατά το παρόν άρθρο».
Αυτό όμως δεν άλλαξε την φυσιογνωμία του ΣτΠ ως ενός θεσμού διαμεσολάβησης. Δεν έγινε ξαφνικά ο ΣτΠ μηχανισμός επιβολής κυρώσεων. Ο Συνήγορος του Πολίτη δεν έχει καν επιτύχει να έχουν οι πολίτες πλήρη πρόσβαση στα έγγραφα και τις πληροφορίες των πειθαρχικών που γίνονται για τους αστυνομικούς.
Η Εθνική Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου με ανακοίνωσή της τότε επισήμαινε τα προβλήματα που έχει αυτό το άρθρο, τα οποία είχε επισημάνει στον νομοθέτη με συστάσεις της (http://www.nchr.gr/images/pdf/apofaseis/astunomia/Mixanismos_Anexartitos2016.pdf) όταν ο νόμος ήταν ακόμη νομοσχέδιο, αλλά ο νομοθέτης αδιαφόρησε για το συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας επί θεμάτων ανθρώπινων Δικαιωμάτων: http://www.nchr.gr/images/pdf/apofaseis/astunomia/polynomosxedio2016.pdf
Σε αυτή την ανακοίνωση της 9.11.2016, ημέρα κατάθεσης του νομοσχεδίου στην Βουλή, η ΕΕΔΑ επισημαίνει ποιες συστάσεις της δεν ακολουθήθηκαν στην δημιουργία του "Μηχανισμού":
"- Η ΕΕΔΑ είχε προτείνει την περαιτέρω διεύρυνση των αρμοδιοτήτων του νέου Εθνικού Μηχανισμού, στο μέτρο ιδίως που ο πειθαρχικός έλεγχος τελικά διενεργείται από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΕΔΑ είχε παρατηρήσει ότι θα ήταν χρήσιμο ο νομοθέτης να προβλέψει τη δεσμευτικότητα του πορίσματος του Συνηγόρου του Πολίτη χωρίς δυνατότητα απόκλισης. Εναλλακτικά, αντί της δυνατότητας απόκλισης θα μπορούσε να παρέχεται στα πειθαρχικά όργανα το δικαίωμα να ζητήσουν από το Συνήγορο του Πολίτη επανεξέταση της υπόθεσης, οπότε το νέο πόρισμα θα ήταν πλέον δεσμευτικό άνευ ετέρου.
- Η ΕΕΔΑ είχε προτείνει τη διεύρυνση των περιπτώσεων αυτεπάγγελτης διερεύνησης από το νέο Μηχανισμό, ώστε αυτός να επιλαμβάνεται αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις όπου τίθεται θέμα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος ή σε περιπτώσεις θανάτου ή σοβαρού τραυματισμού κατά την κράτηση.
- Η ΕΕΔΑ είχε προτείνει να ληφθεί υπόψη, εκτός από την δικαιο-πολιτική/ανθρωπιστική διάσταση των παραβιάσεων των δικαιωμάτων του ανθρώπου, και η οικονομική, που καθιστά σαφές και κατανοητό και το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπαράγονται αυτές οι παραβιάσεις και τη σχέση ανάμεσα στη διαφθορά, ιδίως τη μικρή διαφθορά και τους μηχανισμούς ανοχής συγκάλυψης και κοινωνικής οργάνωσής των παραβιάσεων των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
- Η ΕΕΔΑ είχε συστήσει την ενίσχυση της διαδικασίας υποβολής των καταγγελιών και διερεύνησης των περιστατικών από τον Εθνικό Μηχανισμό, ώστε, επί παραδείγματι, να προβλέπεται οικονομική στήριξη όσων την χρειάζονται προκειμένου να εκπροσωπούνται καταλλήλως ενώπιον του νέου Μηχανισμού, να προβλέπεται ότι η υποβολή καταγγελίας δύναται να διενεργείται και μέσω επιστολής προς το Συνήγορο, ιδίως όταν πρόκειται για περιστατικά κακομεταχείρισης σε βάρος υπό κράτηση προσώπων και να προβλέπεται ότι ο καταγγέλλων που αγνοεί την ελληνική γλώσσα ή άλλη γλώσσα με την οποία να μπορεί να επικοινωνεί με το Συνήγορο του Πολίτη παρίσταται με διερμηνέα της επιλογής του ή του Συνηγόρου του Πολίτη, χωρίς να επωμίζεται ο ίδιος τα έξοδα.
- Η ΕΕΔΑ είχε κρίνει σκόπιμο να τύχει ιδιαίτερης προσοχής μια πρόσθετη διάταξη που θα αφορά την προστασία κάθε καταγγέλλοντος τόσο διοικητικά όσο και ουσιαστικά.
H EΕΔΑ διαπιστώνει ότι καμία από τις ως άνω συστάσεις της δεν ελήφθησαν υπόψη από την Πολιτεία.Περαιτέρω, στο Σ/Ν που κατατέθηκε στη Βουλή απουσιάζουν οι ειδικότερες διατάξεις για το νέο Μηχανισμό, οι οποίες αφορούσαν συγκεκριμένα θέματα Έρευνας-Πληροφόρησης-Ευαισθητοποίησης- Εκθέσεις και ο οποίες περιέχονταν στο Σ/Ν που είχε αρχικά σταλεί στην ΕΕΔΑ. Η ΕΕΔΑ είχε κρίνει ότι τα ζητήματα αυτά θεωρούνται κεφαλαιώδους σημασίας για την θεσμική αποστολή ενός ανεξάρτητου και αποτελεσματικού μηχανισμού διερεύνησης περιστατικών αστυνομικής αυθαιρεσίας, καθότι εξασφαλίζουν την ενημέρωση των πολιτών, την αποτελεσματική απόδοση ευθυνών και την συνακόλουθη εδραίωση της εμπιστοσύνη των πολιτών στο νέο Μηχανισμό. Μάλιστα, τα όσα στοιχεία περιλαμβάνονταν στην τότε ρύθμιση, κρίθηκε ότι αποτελούν υλικό, το οποίο είναι απαραίτητο να κοινοποιείται προσηκόντως όχι μόνο στα κυβερνητικά όργανα αλλά και στην ΕΕΔΑ, τον Εθνικό Θεσμό Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΘΑΔ) της Ελλάδας."
Στην ιστοσελίδα του ΣτΠ είναι προσβάσιμη η ετήσια έκθεσή του ως "Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας" μέχρι το έτος 2019 (βλ. https://www.synigoros.gr/?i=human-rights.el.files.699386).
Αποδείχθηκε επίσης ότι με ad hoc Επιτροπές εμπειρογνωμόνων όπως η "επιτροπή Αλιβιζάτου" δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά το ζήτημα.
Επομένως, συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, ο νομοθέτης πρέπει να ιδρύσει μια νέα ανεξάρτητη αρχή με πλήρεις δεσμευτικές και κυρωτικές αρμοδιότητες που να μπορεί να εξετάζει συνολικά αυτά τα φαινόμενα αυτεπαγγέλτως, αλλά και κατόπιν καταγγελιών και να μπορεί να επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις πειθαρχικού χαρακτήρα με δεσμευτικές αποφάσεις. Θα μπορούσε να ιδρυθεί δηλαδή ένας Επίτροπος Καταπολέμησης Αστυνομικής Αυθαιρεσίας με απευθείας εκλογή από την Βουλή και διακομματικά, όπως γίνεται και με τις άλλες ανεξάρτητες αρχές, προκειμένου να ασκήσει τις σχετικές αρμοδιότητες.
Απαγόρευση λειτουργίας καμπάνας ναού λόγω ηχορύπανσης
Σε υπόθεση που εκπροσωπώ τον θιγόμενο πολίτη, μετά από 2 προσωρινές διαταγές, το Πρωτοδικείο Καλαμάτας εξέδωσε και απόφαση ασφαλιστικών μ...