Σύμφωνα με πολλές σημερινές καταχωρήσεις στον Τύπο, ο Γενικός Γραμματέας Καταναλωτή ζήτησε από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα να διερευνήσει αν είναι νόμιμη η τήρηση των αιτήσεων εξωδικαστικού συμβιβασμού που υποβάλλουν καταναλωτές κατά το Ν.3869/2010, από τα αρχεία της εταιρίας ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε. (βλ. ενδεικτικά, σχετικό άρθρο στο ΒΗΜΑ εδώ).
Η τήρηση των διαφόρων κατηγοριών αρχείων προσωπικών δεδομένων από την ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Α.Ε. πρέπει να περάσει από τη διαδικασία:
(α) Γνωστοποίησης αρχείου στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (άρθρο 6 ν.2472)
(β) Προηγούμενης ενημέρωσης των υποκειμένων των δεδομένων για την συλλογή κι επεξεργασία των συγκεκριμένων κατηγοριών δεδομένων που περιέχει κάθε κατηγορία αρχείου (άρθρο 11 ν.2472).
Η γνωστοποίηση αρχείου είναι μια μονομερής ενέργεια, η οποία δεν εξαρτάται από κάποιας μορφής έγκριση από την Αρχή. Η έλλειψη γνωστοποίησης ωστόσο συνιστά ποινικό αδίκημα, το οποίο περιγράφεται στο άρθρο 22 του ν.2472/1997 (βλ. εδώ) .
Η προηγούμενη ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων μπορεί να γίνεται και με "ενημέρωση δια του τύπου", εφόσον αφορά άνω των 1.000 ατόμων κι εφόσον έχει εκδοθεί ειδική άδεια της Αρχής.
Η Αρχή όμως έχει αρμοδιότητα να ελέγξει και κατ' ουσίαν την νομιμότητα της εν λόγω συλλογής κι επεξεργασίας δεδομένων από τον ΤΕΙΡΕΣΙΑ. Στο πλαίσιο αυτής της αξιολόγησης, η Αρχή μπορεί να κρίνει και ότι δεν επιτρέπεται καν η τήρηση τέτοιου αρχείου, όπως είχε πράξει με παλαιότερες αποφάσεις της για την τήρηση "white list", δηλαδή όχι ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων, αλλά απλώς "πηγών κινδύνου" (βλ. ΑΠΔΠΧ 86/2002 εδώ, ΑΠΔΠΧ 63/2007 εδώ) .
Από τον διαδικτυακό τόπο του ΤΕΙΡΕΣΙΑ αυτή την στιγμή δεν προκύπτει ενημέρωση του κοινού για τήρηση των δεδομένων "αιτήσεις εξωδικαστικού συμβιβασμού" (βλ. εδώ κατηγορίες αρχείων και κατηγορίες δεδομένων που τηρεί ο ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ). Δηλαδή διαδικτυακά ο ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ δεν έχει ενημερώσει από την επίσημη ιστοσελίδα του ότι τηρεί τέτοια δεδομένα.
Το κρίσιμο όμως για την ουσιαστική νομιμότητα της τήρησης αυτού του αρχείου είναι το κατά πόσον οι εν λόγω αιτήσεις θα θεωρηθούν "δυσμενή" δεδομένα ή "ευμενή" δεδομένα. Σύμφωνα με τη γενική προσέγγιση που τηρεί η Αρχή, η τήρηση "ευμενών" δεδομένων επιτρέπεται μόνο με τη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων. Επειδή όμως η συγκατάθεση έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο στο δίκαιο των προσωπικών δεδομένων (βλ. εδώ ορισμό άρθρου 2 (στ) ν.2472), έχει κριθεί ότι τέτοια συγκατάθεση δεν υπάρχει όταν το υποκείμενο εξαναγκάζεται από τις περιστάσεις να την παράσχει.
Αν όμως θεωρηθεί ότι αυτές οι αιτήσεις αποτελούν δυσμενή δεδομένα, τότε η έρευνα της Αρχής θα αφορά λοιπόν το κατά πόσον η τήρηση ενός αρχείου "αιτήσεων εξωδικαστικού συμβιβασμού" είναι συμβατή με τους σκοπούς για τους οποίους ιδρύθηκε και λειτουργεί ο ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ, δηλαδή την σταθερότητα του πιστωτικού συστήματος που εγγυάται η πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν την οικονομική φερεγγυότητα των ατόμων.
Στο "Σύστημα Αθέτησης Υποχρεώσεων", ο ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ τηρεί αιτήσεις πτωχεύσεων και αιτήσεις/συμφωνίες συνδιαλλαγής (του πτωχευτικού κώδικα). Οι αιτήσεις πτωχεύσεων διαγράφονται με την κήρυξη της πτώχευσης από το δικαστήριο, αλλά σε περίπτωση που η αίτηση απορριφθεί, η σχετική πληροφορία διατηρείται για 15 χρόνια στο αρχείο. Οι αιτήσεις συνδιαλλαγής διατηρούνται στο αρχείο για 5 χρόνια από την κατάθεσή τους στο δικαστήριο, ενώ οι συμφωνίες συνδιαλλαγής διατηρούνται στο αρχείο για 5 χρόνια από την λήξη της διάρκειας ισχύος της συμφωνίας. Αν απορριφθεί η επικύρωση ή λήξει η συμφωνία, τα σχετικά δεδομένα διατηρούνται στο αρχείο για 5 χρόνια από την δημοσίευση της σχετικής απόφασης.
Η ομοιότητα που παρουσιάζει η διαδικασία υποβολής αίτησης εξωδικαστικού συμβιβασμού με τις παραπάνω αιτήσεις για πτωχευτικές διαδικασίες/συμφωνίες συνδιαλλαγής δημιουργεί την ανησυχία ότι η τήρηση αυτών των δεδομένων θα ενταχθεί στο Σύστημα Αθέτησης Υποχρεώσεων και τα δεδομένα θα διατηρούνται εκεί για κάποιο χρονικό διάστημα. Εάν αυτή η ανησυχία επιβεβαιωθεί, αυτό σημαίνει ότι θα πρόκειται για "δυσμενή" δεδομένα, τα οποία θα "ακολουθούν" τους πολίτες για χρόνια μετά την αίτηση του εξωδικαστικού συμβιβασμού και θα συντελούν αρνητικά στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής τους ικανότητας.
Σε αυτή την προσέγγιση συνηγορεί όμως και το άρθρο 16 του Ν.3869/2010 (εδώ), κατά το οποίο η διατήρηση των δεδομένων που αφορούν αυτές τις διαδικασίες συμβιβασμού τηρούνται από πιστωτικά ιδρύματα "ή τρίτους χάριν αυτών" (όπως ο ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ) για διάστημα που δεν υπερβαίνει τα 3 έτη από την επέλευση της απαλλαγής από τα χρέη. Ο νόμος έχει προβλέψει δηλαδή ως ενδεχόμενο την τήρηση αυτών των στοιχείων από τον ΤΕΙΡΕΣΙΑ. Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο Γενικός Γραμματέας Καταναλωτή στην επιστολή του προς την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, άλλο η αίτηση εξωδικαστικού συμβιβασμού (που απευθύνεται στους πιστωτές) κι άλλο η -τυχόν μετέπειτα- αίτηση στο Ειρηνοδικείο για ρύθμιση των χρεών που τηρείται και στο Αρχείο Αιτήσεων, στο οποίο, κατά το άρθρο 13 παρ. 1 του Ν.3869/2010 έχει πρόσβαση "κάθε ενδιαφερόμενος". Περαιτέρω, όμως, κι αυτή η διάταξη περί πρόσβασης "κάθε ενδιαφερόμενου" σε αυτό το Αρχείο Αιτήσεων είναι αμφισβητήσιμης συνταγματικότητας, αφού οι αιτήσεις αυτές περιέχουν σαφέστατα προσωπικά δεδομένα που ανάγονται στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και πιθανότατα να περιέχουν και ευαίσθητα δεδομένα "κοινωνικής πρόνοιας" (λ.χ. οικογενειακά επιδόματα, αφού κατά το άρθρο 4 του νόμου η αίτηση αυτή περιέχει τα πάσης φύσεως επιδόματα του αιτούντος αλλά και του συζύγου του!). Έτσι η τήρηση των αιτήσεων αυτών από τον ΤΕΙΡΕΣΙΑ θα ανατρέψει την βασική και διακηρυγμένη αρχή της εν λόγω εταιρίας ότι δεν τηρεί ευαίσθητα, αλλά μόνο απλά δεδομένα οικονομικής συμπεριφοράς. Μια τέτοια συλλογή κι επεξεργασία προσωπικών δεδομένων δεν μπορεί να είναι επιτρεπτή για σκοπούς διαπίστωσης οικονομικής φερεγγυότητας, αφού δεν εμπίπτει σε καμία εξαίρεση του άρθρου 7 παρ. 2 ν.2472/1997 που επιτρέπει (με άδεια της Αρχής) την τήρηση ευαίσθητων δεδομένων!
Η ουσιαστική απάντηση για το κατά πόσον θα πρέπει να τηρούνται αυτά τα δεδομένα προϋποθέτει έρευνα του σκοπού του Ν.3869/2010, που είναι η διευκόλυνση των υπερχρεωμένων καταναλωτών και νοικοκυριών με την τακτοποίηση των χρεών τους. Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του νόμου (βλ. εδώ):
"Η εν λόγω διαδικασία διαφέρει από την πτώχευση των εµπόρων όσον αφορά τον επιδιωκόµενο σκοπό. Ενώ στην τελευταία προτάσσεται κατά βάση η ικανοποίηση των πιστωτών, µε µοιραίες συχνά συνέπειες για την επιχείρηση, στόχος των εν λόγω διατάξεων είναι η επανένταξη του υπερχρεωµένου πολίτη στην οικονοµική και κοινωνική ζωή µε την επανάκτηση της οικονοµικής ελευθερίας που συνεπάγεται η εξάλειψη των χρεών που αδυνατεί να αποπληρώσει. Η συλλογική ικανοποίηση των πιστωτών αποβλέπει εν προκειµένω στη δυνατότητα µίας δεύτερης ευκαιρίας στο υπερχρεωµένο φυσικό πρόσωπο για ένα νέο οικονοµικό ξεκίνηµα, χωρίς τα ανυπέρβλητα βάρη του παρελθόντος, µε τη δυνατότητα απαλλαγής από υποχρεώσεις που έχει αναλάβει, εφόσον για ένα ορισµένο χρονικό διάστηµα εξαντλήσει τις δυνατότητες ικανοποίησης των πιστωτών του. Η (µερική έστω) ικανοποίηση των πιστωτών από το εισόδηµα του οφειλέτη για µία συγκεκριµένη χρονική περίοδο προβάλλει ως δοκιµασία και επίδοση του οφειλέτη προκειµένου να επιτύχει µε το πέρας αυτής το ευεργετικό αποτέλεσµα της απαλλαγής των χρεών."
Είναι δηλαδή μια θετική ρύθμιση υπέρ του καταναλωτή, η οποία δεν θα πρέπει να οδηγήσει όμως σε περαιτέρω επιβαρύνσεις του, όπως η διατήρηση ενός δυσμενούς στοιχείου στον ΤΕΙΡΕΣΙΑ που θα τον παρεμποδίσει από την μετέπειτα εξυπηρέτησή του από το πιστωτικό σύστημα για χρονικό ορίζοντα 3 ετών. Μια τέτοια συνέπεια στην πιστοληπτική ικανότητα του καταναλωτή είναι αντίθετη στην συνταγματική έδραση του τελολογικού στόχου του νομοθέτη, στο άρθρο 5 παρ. 1, αλλά και του 25 παρ. 1 του Συντάγματος.
Γι' αυτό η τήρηση των εν λόγω στοιχείων από τον ΤΕΙΡΕΣΙΑ προσκρούει, κατά τη γνώμη μου στον σκοπό του Ν.3869/2010, κατά το μέτρο που ο σκοπός αυτός βασίζεται στην εγγύηση περί κοινωνικού κράτους δικαίου, και θα πρέπει να απορριφθεί ως δυνατότητα από την Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου