Κουρασμένος
θα γείρω
σκέφτηκε
στους πρόποδες ανύπαρκτου βουνού
το όνομα του εύκολα δε το ξεστομίζεις
θα γείρω στο τραχύ έδαφος
και θα ονειρευτώ
ατενίζοντας τ’ αστέρια
και πίνοντας νέκταρ γιασεμιού
θα ζωγραφίζω με τα δάχτυλα
σε αόρατο καμβά το πρόσωπό της
ελπίζοντας ποτέ να μη ξυπνήσω
θα γυρίσω σπίτι
κουρασμένος από την άσκοπη περιπλάνηση
αλλά στη τσέπη μου
μια χτένα από νεφρίτη
στολισμένη με πετράδια της έλλειψης
με σκουντάει τρυφερά
Ακόμα θυμάμαι την κόκκινη φορεσιά της
και τα μαλλιά της γεμάτα μ’ άνθη ροδακινιάς
Οι γατόπαρδοι γύρω μου αλυχτάνε
δεν αρκεί η φωτιά να κρατήσει μακριά την πείνα
άσε με εδώ να κοιμηθώ
ξαπλωμένος στα γαμψά νύχια της παραίτησης
μόνο ο καθρέφτης δεν τολμάει από την απώλεια να ραγίσει
ο κόσμος τριγύρω μου
χωρίς εκείνη
ένα συνονθύλευμα χάους
κάποτε όταν βράδιαζε
έβλεπα τις πυγολαμπίδες των ματιών της…
Αφήστε με ελεύθερο πάνω σε μια χορδή
και μόνο τις γελαστές της νότες θα παίζω
Κάποτε κουρασμένος θα γυρίσω
αλλά η τσέπη άδεια θα ‘ναι
κάποιος έκλεψε την Ωδή προς τη Χαρά
ΥΓ.
Δική του η εξομολόγηση
εγώ απλά ενδιάμεσο συντακτικό
ή μάλλον συρραπτικό
εικόνων και συναισθημάτων
Μαρία Ροδοπούλου
Αερικό
¨An inch of kindred thread, a hundred years of life’s flower"
from the book "After I bloom, one hundred flowers die" by Jin Huang