1. Θερμές ευχαριστίες Ευχαριστούμε όλους όσοι καθημερινά συμβάλλουν με οποιοδήποτε τρόπο στο φιλανθρωπικό έργο της Εκκλησίας μας και υπενθυμίζουμε στην αγάπη σας ότι εισφορές μπορούν να γίνονται στους λογαριασμούς της Εκκλησίας μας κατόπιν συνεννόησης με τον ταμία της εκκλησιαστικής επιτροπής κ. Μάριο Πέροικο (τηλ. Επικοινωνίας: 99637877).
Όλες οι εισφορές διατίθενται για την αγορά και διάθεση τροφίμων, φαρμάκων, ρουχισμού και ειδών καθαριότητας για άπορες οικογένειες καθώς και για την στήριξη αρρώστων αδελφών μας
2. Κατά το μήνα Ιανουάριο ο Εσπερινός αρχίζει στις 4:30μ.μ. Ο Όρθρος τις Κυριακές στις 6:30-9:30π.μ. και τις καθημερινές 6:30-8:30π.μ.
Το έτος 807 μ.Χ. κατά την ημέρα αυτή και ενώ ο ηγούμενος της Μονής Βατοπαιδίου ήταν μέσα στο ναό, άκουσε ξαφνικά μέσα από την εικόνα τη φωνή της Θεοτόκου, που του είπε να μην ανοίξουν εκείνη την ημέρα τις πύλες της μονής, επειδή παραμόνευαν οι πειρατές. Έκπληκτος ο ηγούμενος είδε αμέσως ότι το πρόσωπο της Θεοτόκου έγινε ζωντανό, ομοίως και του βασταζόμενου στην αγκαλιά της Ιησού Χριστού, ο οποίος σήκωσε το δεξί του χέρι και πήγε με αυτό να καλύψει το στόμα της Παναγίας. Αλλά αμέσως η Παντάνασσα κράτησε το χέρι του Μονογενούς Υιού της και προς τούτο έκλινε δεξιότερα το πρόσωπό της και σχεδόν είπε τους ίδιους λόγους.
Ο ηγούμενος αμέσως κάλεσε τους μοναχούς, οι οποίοι θαύμασαν το γεγονός και διαπίστωσαν ότι η εικόνα είχε λάβει άλλη μορφή και σχηματισμό διαφορετικό.
Ο άγιος Ευθύμιος (377-473) γεννήθηκε στη Μελιτηνή της Αρμενίας από γονείς που είχαν μεγάλη πίστη και θεάρεστη ζωή, τον Παύλο και τη Διονυσία. Καθότι η μητέρα του ήταν στείρα έλαβε το όνομα Ευθύμιος από τους γονείς του για τη χαρά και ευθυμία που ένιωσαν για τη γέννησή του.Σε ηλικία τριών χρόνων έχασε τον πατέρα του, αλλά η μητέρα του διατήρησε την ψυχική της δύναμη και προστάτευσε το παιδί της.
Ο επίσκοπος Ευτρώιος διέκρινε τα χαρίσματα του παιδιού και το προστάτευσε. Αφού σπούδασε ο Ευθύμιος, χειροτονήθηκε διάκονος και κατόπιν ιερέας και μάλιστα κρίθηκε κατάλληλος να διευθύνει το μοναστήρι της Μελιτηνής. Έζησε ασκητικά κοντά στη Λαύρα της Φαράν, όπου γνωρίστηκε με τον όσιο Θεόκτιστο. Έζησαν και οι δυο τους στην έρημο. Κατά το πρότυπό της Λαύρας της Φαράν ιδρύθηκαν εκεί πολλά μοναστήρια με την επίβλεψή τους. Συμβούλευε τους μοναχούς να μην έχουν δικό τους θέλημα, να κρατούν στην κορυφή την ταπεινοφροσύνη και την υπακοή, να περιμένουν και να μεριμνούν πάντοτε για την ώρα του θανάτου και τη φοβερή της κρίσεως ημέρα.
Τα πολλά χαρίσματα του αγίου Ευθυμίου τράβηξαν κοντά του πλήθος ανθρώπων. Αξιώθηκε από το Θεό να μη βλάπτεται από τα σαρκοβόρα και φαρμακερά θηρία που είχε δίπλα του. Επίσης, έθρεψε θαυματουργικά τετρακόσιους Αρμένιους που πέρασαν από το μοναστήρι του. Ακόμη, αξιώθηκε να απολαμβάνει την κοινωνία και μετάληψή του Αγίου Πνεύματος, να τον καταυγάζει θείο φως και να ‘χει το διορατικό χάρισμα.
Την εποχή που οι αιρετικοί αλώνιζαν παντού ο όσιος στήριξε λαϊκούς και μοναχούς στην ορθή πίστη. Ελάχιστοι έμειναν αμετακίνητοι στην Ορθοδοξία. Ανάμεσά τους και οι μοναχοί του αγίου, που έμειναν πιστοί και στην Δ’ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας (451) και η στάση τους δικαιώθηκε. Ο άγιος Ευθύμιος με ιεραποστολική εργασία χριστιανικού φωτισμού μεταξύ των αραβικών πληθυσμών οδήγησε στη χριστιανική πίστη πολλούς από τους Σαρακηνούς (Άραβες) και καταπολέμησε τις αιρέσεις των Νεστοριανών, Μονοφυσιτών και Μανιχαίων. Η αυτοκράτειρα Ευδοκία, σύζυγος Θεοδοσίου του Β’, που έκλινε προς το μονοφυσιτισμό επανήλθε στους κόλπους της ορθόδοξης Εκκλησίας, αφού πείστηκε από τον Ευθύμιο.
Η Εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη του στις 20 Ιανουαρίου.
Απολυτίκιο
Ευφραίνου έρημος η ου τίκτουσα, ευθύμησον η ουκ ωδίνουσα. ότι επλήθυνέ σοι τέκνα, ανήρ επιθυμιών των του Πνεύματος, ευσεβεία φυτεύσας, εγκρατεία εκθρέψας, εις αρετών τελειότητα. Ταις αυτού ικεσίαις, Χριστέ ο Θεός, σώσον τας ψυχάς ημών.
Ο όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος έζησε τον 4ο αιώνα μ. Χ. Πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στην έρημο με εγκράτεια και προσευχή. Τα ασκητικά του παλαίσματα είναι όντως θαυμαστά και η διδασκαλία του είναι καρπός εμπειρίας. Δηλαδή, τα όσα διδάσκει είναι αληθινή θεολογία, είναι ρήματα ζωοποιά και σωτηριώδη, τα οποία εξέρχονται από καρδιά που είναι ναός του Αγίου Πνεύματος και γι’ αυτό γλυκαίνουν τον νου και την καρδιά και δημιουργούν έμπνευση και διάθεση για προσευχή.
Όσο επεδίωκε την σιωπή και την ησυχία τόσο η φήμη τον κατεδίωκε και γι’ αυτό έτρεχαν στην έρημο πάρα πολλοί άνθρωποι για να ακούσουν την σοφή διδασκαλία του και να τραφούν πνευματικά. Αυτός τότε, όταν καταλάβαινε ότι συγκεντρωνόταν έξω από το κελλί του πλήθος ανθρώπων, έφευγε μέσα από υπόγεια σήραγγα, που ένα μέρος της έσκαψε ο ίδιος με τα χέρια του, σε μια σπηλιά, όπου συνέχιζε να προσεύχεται στην αγαπημένη του ησυχία. Αυτό το έκανε από αγάπη για τους ανθρώπους και όχι από περιφρόνηση και αδιαφορία γι’ αυτούς, αφού τους αγαπούσε αληθινά, αλλά αισθανόταν ότι τους ωφελούσε περισσότερο με την προσευχή του παρά με τον λόγο του. Η προσευχή του είχε μεγάλη δύναμη και δι’ αυτής ο Θεός ετέλεσε πολλά θαύματα, αρκετά από τα οποία, όπως θεραπείες ασθενών και δαιμονιζομένων, καθώς και αναστάσεις νεκρών, αναφέρει λεπτομερώς ο ιστορικός Παλλάδιος.
Ένα από τα πολλά θαύματα που τέλεσε ο Θεός εισακούοντας την προσευχή του δούλου του Μακαρίου είναι και το εξής: Κάποια μέρα εφόνευσαν κρυφά έναν άνθρωπο και οι στρατιώτες χωρίς να γνωρίζουν τον ένοχον συνέλαβαν κάποιον αθώο. Εκείνος διαμαρτυρόταν και φώναζε ότι είναι αθώος, αλλά οι στρατιώτες δεν επείθοντο και ενώ τον οδηγούσαν στην δικαιοσύνη, μπόρεσε και τους ξέφυγε και κατέφυγε στο κελλί του οσίου Μακαρίου. Οι στρατιώτες μπήκαν στο κελλί, τον συνέλαβαν και τον έδεσαν, ενώ εκείνος φώναζε συνεχώς ότι είναι αθώος. Ο όσιος τον λυπήθηκε και πήγε στον τάφο του φονευθέντος μαζί με όλους εκείνους τους ανθρώπους. Γονάτισε και προσευχήθηκε θερμά και μετά ρώτησε τον φονευθέντα εάν ο φερόμενος ως δράστης είναι αυτός που τον εφόνευσε. Τότε ακούσθηκε φωνή μέσα από τον τάφο να λέγη ότι ο άνθρωπος αυτός είναι αθώος και ότι «άλλος με εφόνευσε τίμιε πάτερ». Ο όσιος τον ευχαρίστησε και του είπε να αναπαυθή εν ειρήνη. Τότε οι στρατιώτες ελευθέρωσαν τον αθώο και παρεκάλεσαν τον όσιο να τους υποδείξη τον ένοχο, αφού ερωτήση και πάλι τον φονευθέντα. Ο όσιος Μακάριος τους είπε ότι είναι αρκετό το ότι τους βεβαίωσε πως ο άνθρωπος αυτός δεν πρέπει να τιμωρηθή γιατί είναι αθώος και ότι ο ίδιος δεν είναι κριτής για να τιμωρήση τον ένοχο.
Στα Συναξάρια αναφέρονται κάποια περιστατικά, τα οποία είναι εντυπωσιακά και ταυτόχρονα διδακτικά. Ένα από αυτά είναι και το παρακάτω:
- Κάποτε εκεί που περπατούσε συνάντησε δύο νέους διαφορετικού φύλου να περιπτύσσονται και να ασπάζονται περιπαθώς ο ένας τον άλλον. Ο όσιος αντί να τους κατακρίνη, ελεεινολόγησε τον εαυτό του λέγοντας: «Εσύ άθλιε έχεις τόση αγάπη προς τον Χριστό όσην έχουν αυτά τα παιδιά μεταξύ τους;». Μέ αυτόν τον τρόπο ταπεινώθηκε, αλλά και την κατάκριση απέφυγε.
Ετελειώθη εν ειρήνη σε βαθύ γήρας, ήτοι σε ηλικία 90 ετών.
Ο ιερός υμνογράφος απευθυνόμενος στον όσιο Μακάριο του λέγει, μεταξύ των άλλων, και τα εξής: «Της μακαριότητος της υπέρ νουν ορεγόμενος, ελογήσω θεσπέσιε• τρυφήν την εγκράτειαν, την πτωχείαν πλούτον, την ακτημοσύνην περιουσίαν ασφαλή και ευδοξίαν την μετριότητα• διο και της εφέσεως της κατά γνώμην επέτυχες, εν σκηναίς αυλιζόμενος των αγίων Μακάριε» (Στιχηρό Εσπερινού). Δηλαδή, ο όσιος αγαπούσε περισσότερο από όλα τον Θεό και ορεγόταν όχι τα πρόσκαιρα και φθαρτά, αλλά την μακαριότητα της Βασιλείας Του. Για τον λόγο αυτόν θεωρούσε ως τρυφή την εγκράτεια, ως αληθινό πλούτο την φτώχεια, ως ασφαλή περιουσία την ακτημοσύνη και ως αληθινή δόξα την ταπείνωση. Γι’ αυτό και επέτυχε να απολαύση αυτά που ποθούσε και για τα οποία αγωνιζόταν και αγάλλεται αιωνίως στα ουράνια σκηνώματα μαζί με όλους τους Αγίους.
Ο βίος και η πολιτεία του οσίου Μακαρίου μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα:
Αληθινός πλούτος είναι αυτός που δεν φθείρεται και που δεν μπορούν οι κλέφτες να τον κλέψουν και να τον αφαιρέσουν από τον κάτοχό του. Και τέτοιος είναι η εκούσια φτώχεια που αποκτάται με την ελεημοσύνη, η οποία είναι στην πραγματικότητα κατάθεση στα «θησαυροφυλάκια» του ουρανού. Ασφαλής περιουσία είναι ο πλούτος της κεκαθαρμένης από τα πάθη καρδιάς, επειδή μέσα σ’ αυτήν είναι θησαυρισμένη η άκτιστη Χάρη του Θεού.
Όποιος κυνηγά τον πρόσκαιρο πλούτο και την εφήμερη δόξα στην πραγματικότητα απεμπολεί την ελευθερία με την οποία τον προίκησε ο Θεός και υποδουλώνεται στους ανθρώπους εκείνους, οι οποίοι, με τον έναν η τον άλλο τρόπο, τον βοήθησαν να τα αποκτήση, επειδή τον έχουν στο χέρι, κατά το κοινώς λεγόμενο, και μπορούν να τον εκβιάζουν όποτε θέλουν. Όποιος υποδουλώνεται ελεύθερα στον Θεό και ζη κάτω από την σκέπη Του, σύμφωνα με το θέλημά Του, αυτός, κατά τον όσιο Μακάριο, δέχεται «την εξ ύψους δύναμιν, την επουράνιον του Πνεύματος αγάπην και αφού λάβει το επουράνιο πυρ της αθανάτου ζωής, λύεται από κάθε κοσμική και ψεύτικη αγάπη και ελευθερώνεται από κάθε δεσμό κακίας» και παραμένει αληθινά ελεύθερος να αγαπά και να πράττη το αγαθό και ευάρεστο στον Θεό.
Αληθινά ελεύθερος δεν είναι εκείνος ο οποίος κάνει ο,τι του υπαγορεύουν τα πάθη, οι κακίες και οι αδυναμίες του, ήτοι το να αμαρτάνη, να μισή, να γκρεμίζη και να καταστρέφη, αλλά εκείνος που μπορεί να αγαπά ανιδιοτελώς και να σέβεται, να προσφέρη και να ευεργετή με κάθε τρόπο τους συνανθρώπους του.
Του πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Η μνήμη του οσίου Μακαρίου του Αιγυπτίου τιμάται στις 19 Ιανουαρίου.
Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός γεννήθηκε το 1392 μ.Χ. από ευσεβείς και πιστούς γονείς, τον αρχιδικαστή, σακελλίων και διάκονο της Μεγάλης Εκκλησίας Γεώργιο και τη Μαρία που ήταν κόρη του ευσεβούς ιατρού Λουκά. Είχε ακόμα έναν μικρότερο αδερφό που ονομαζόταν Ιωάννης. Λόγω των πολλών του πνευματικών χαρισμάτων έκανε περίλαμπρες θεολογικές και φιλοσοφικές σπουδές και μαθήτευσε στους πλέον φημισμένους διδασκάλους της εποχής του, τον Ιωάννη Χορτασμένο (κατόπιν Ιγνάτιο Μητροπολίτη Σηλυμβρίας) και τον μαθηματικό και φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα. Μεταξύ των συμμαθητών του ήταν και ο μετ' έπειτα άσπονδος εχθρός του Βησσαρίων ο καρδινάλιος που ήταν υπέρμαχος της ένωσης.
Δίδασκε στο φροντιστήριο του πατέρα του, και αργότερα, μετά τον θάνατο αυτού, τον διαδέχθηκε στο διδασκαλικό επάγγελμα. Διακρίθηκε σαν δάσκαλος της ρητορικής και μεταξύ των μαθητών του, που διέπρεψαν αργότερα, ήταν ο Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος (ο πρώτος μετά την πτώσιν της Πόλεως Πατριάρχης), ο Θεόδωρος Αγαλλιανός, ο Θεοφάνης Μητροπολίτης Μηδείας και ο αδελφός του Ιωάννης ο Ευγενικός.
Στο 25ο έτος της ηλικίας του αποφάσισε να γίνει μοναχός και γι' αυτό έφυγε σε μια Μονή στους Πριγκηπόνησους. Εκεί ετάχθη υπό την πνευματική επιστασία ενάρετου μοναχού, του Συμεών, ο όποιος τον έκειρε μοναχό και τον μετονόμασε από Εμμανουήλ, που ήταν το πρώτο του όνομα, σε Μάρκο. Κατόπιν από τα νησιά αυτά έφυγε και πήγε στη Μονή των Μαγκάνων, όπου χειροτονήθηκε Ιερέας. Αφού έγινε κληρικός, το 1436 μ.Χ. εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Εφέσου.
Ακολούθησε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο στη Φεράρα και τη Φλωρεντία, όπου πραγματοποιήθηκε Σύνοδος για την ένωση της Ανατολικής και της Δυτικής Εκκλησίας. Εκεί ο Μάρκος ανεδείχθη ο θερμότερος και στερεότερος υπέρμαχος της Ορθοδοξίας, αρνούμενος να υπογράψει τον όρο της ψευδοενώσεως, έτσι που όταν ο πάπας Ευγένιος Δ’ (1431 - 1447 μ.Χ.) πληροφορήθηκε την απόφασή του είπε: «Μᾶρκος οὐχ ὑπέγραψε, λοιπὸν ἐποιήσαμεν οὐδέν».
Μετά την προδοτική ένωση της Φερράρας - Φλωρεντίας οι Βυζαντινοί εγκατέλειψαν την Ιταλία. Ο αυτοκράτορας παρέλαβε τον Άγιο Μάρκο στο αυτοκρατορικό πλοίο. Ύστερα από ταξίδι τρεισήμισι μηνών έφθασαν τελικά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί οι κάτοικοι δέχθηκαν με αισθήματα εχθρικά και αποδοκίμασαν αυτούς που υπέγραψαν την ένωση, αλλά επιδοκίμασαν και τίμησαν τον Άγιο Μάρκο όπως αναφέρει ο υβριστής του γραικολατίνος επίσκοπος Μεθώνης Ιωσήφ: «ο Εφέσου είδε το πλήθος δοξάζων αυτόν ως μη υπογράψαντα και προσεκύνουν αυτώ οι όχλοι παθάπερ Μωϋσεί και Ααρών και ευφήμουν αυτόν και άγιον απεκάλουν» (PG 159, 992).
Στις 4 Μαΐου 1440 μ.Χ. ο Άγιος Μάρκος αναγκάστηκε να δραπετεύσει από την Βασιλεύουσα, διότι κινδύνευε η ζωή του, και να πάει στην Έφεσο που ήταν κάτω από τους Τούρκους. Εκεί αφού ποίμανε για λίγο το ποίμνιο του αναγκάσθηκε πάλι, τώρα από τους Τούρκους και τους ενωτικούς, να εγκαταλείψει την Έφεσο και μπήκε στο πλοίο που πήγαινε στο Άγιο Όρος, όπου είχε αποφασίσει να περάσει τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Όταν όμως το πλοίον έκαμε σταθμό στη Λήμνο ο Άγιος ανεγνωρίσθει και αμέσως συνελήφθη, κατόπιν αυτοκρατορικής εντολής και φυλακίσθηκε εκεί για δύο χρόνια. Κατά την διάρκεια της φυλακίσεώς του υπέφερε πολύ, αλλά όπως έγραψε στον ιερομόναχο Θεοφάνη τον εν Ευβοία «ο λόγος του Θεού και η της αληθείας δύναμης ου δέδεται, τρέχει δε μάλλον και ευοδούται, και οι πλείονες των αδελφών τη εμή εξορία θαρρούντες βάλλουσι τοις ελέγχοις τους αλιτηρίους και παραβάτας της ορθής πίστεως...».
Από την Λήμνο ο Άγιος εξαπέλυσε την περίφημο εγκύκλιο επιστολή του προς τους απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Με αυτήν ελέγχει αυστηρώς τους Ορθοδόξους εκείνους που αποδέχθηκαν την ένωση και με αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύει ότι οι λατίνοι είναι καινοτόμοι και γι' αυτό λέει: «ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν, και δια τούτο αυτών εχωρίσθημεν». Καλεί δε ο άγιος τους πιστούς να αποφεύγουν τους ενωτικούς, διότι αυτοί είναι «ψευδαπόστολοι και εργάται δόλιοι».
Μετά την αποφυλάκιση του άγιος Μάρκος λόγω της ασθενείας του δεν μπόρεσε να αποσυρθεί στο Άγιο Όρος, αλλά επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτός μετά τιμών ως άγιος και ομολογητής. Από το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων ο νέος ομολογητής διηύθυνε τον αγώνα κατά των ενωτικών, γράφοντας επιστολές στους μοναχούς και κληρικούς ενθαρρύνοντας τους να κρατούν την ορθή πίστη και να μη συνεργάζονται με τους ενωτικούς.
Οι διωγμοί, οι εξουθενώσεις και οι πιέσεις επιδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του Αγίου Μάρκου και στις 23 Ιουνίου του 1444 μ.Χ., αφού είχε καλέσει κοντά του τα πνευματικά του τέκνα και ανέθεσε στον Γεώργιο Σχολάριο την αρχηγία του ανθενωτικού αγώνος, απεδήμησεν εις Κύριον. Ήταν μόλις 52 ετών.
Στον επικήδειο λόγο που εξεφώνησε ο Γεώργιος Σχολάριος, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι ο όσιος «εν ιερεύσει διέπρεψεν, εν αρχιερεύσιν διέλαμψεν, ήθλησεν υπέρ της Εκκλησίας πάνυ καλώς αδάμαντος στερεώτερος ώφθη προς την μετάθεσιν...νυν γυμνή τη ψυχή της μακαριότητος εμφορείται ήν επέγνω καλώς και λαβείν εντεύθεν εσπούδασε την εν Χριστώ κεκρυμμένην ζήσας ζωήν και σύνεστι τοις ιεροίς διδασκάλοις της πίστεως, πάντων είνεκα δίκαιος ών εκείνοις συντάττεσθαι».
Αμέσως μετά την κοίμηση του ο Μάρκος τιμήθηκε ως άγιος και ομολογητής. Αυτό μαρτυρεί με πόνο και ο σύγχρονος και άσπονδος εχθρός του Ιωσήφ, ουνίτης επίσκοπος Μεθώνης, λέγων, «ώσπερ πολλούς μεν και άλλους, και τον καλούμενον Παλαμάν, και τον Εφέσου Μάρκον, ανθρώπους ούτ' άλλως φρενήρεις, αλλά και δοξοσοφίας εμπεπλησμένους, μηδεμίαν αρετήν ή αγιωσύνην εν εαυτοίς έχοντας, μόνον δια το λέγειν και συγγράφειν κατά Λατίνων, δοξάζετε και υμνείτε, και εικόνας εγκοσμείτε αυτοίς και πανηγυρίζοντες, στέργετε αυτούς ως αγίους και προσκυνείτε» ( PG 159, 1357).
Την πρώτη ακολουθία προς τιμήν του Αγίου Μάρκου συνέθεσε ο αδελφός του, Ιωάννης ο φιλόσοφος. Κατ' αρχάς η μνήμη του εορταζόταν στις 23 Ιουνίου αλλά ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, το 1456 μ.Χ., όρισε διά συνοδικής πράξεως, να εορτάζεται η μνήμη του στις 19 Ιανουαρίου, ημέρα προφανώς της ανακομιδής του λειψάνου του αγίου και ταφής αυτού στην μονή του Λαζάρου στον Γαλατά.
Οι αγώνες του Μάρκου και του μαθητού του Γενναδίου αναγνωρίστηκαν από την μεγάλη σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως που τελείωσε το 1484 μ.Χ. και κατέγραψε τα ονόματα τους, ως πατέρων αγίων, στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας.
Η μνήμη του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού τιμάται στις 19 Ιανουαρίου.
Ἀπολυτίκιον
Ήχος γ’. Θείας πίστεως
Θείας πίστεως, ομολογία, μέγον εύρατο, η Εκκλησία, ζηλωτήν σε θειε Μάρκε πανεύφημε, υπερμαχούντα πατρώου φρονήματος, και καθαιρούντα του σκότους υψώματα. Όθεν άφεσιν, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν τοις σε γεραίρουσι.
Ανάλυση ονόματος
ΜΑΡΚΟΣ: (από το λατινικό marceo = μαραίνομαι) = ο αδιάφορος προς τα υλικά επίγεια (άρα εραστής των πνευματικών)
από το βιβλίο του «Εικόνες έμψυχοι – Κηρύγματα αγιολογικά(Εξαπλά β΄)»,
Εκδόσεις Αποστολική Διακονία
Σήμερα η Εκκλησία εορτάζει και τιμά την ιερή μνήμη δύο μεγάλων ιεραρχών και οικουμενικών διδασκάλων, του αγίου Αθανασίου και του αγίου Κυρίλλου αρχιεπισκόπων Αλεξανδρείας. Κι οι δυο, πρώτα οι άγιος Αθανάσιος κι υστέρα ο άγιος Κύριλλος, υπήρξαν από τους μεγάλους αγωνιστές κατά των αιρέσεων και πρόμαχοι της Ορθοδοξίας. Η Εκκλησία τους εορτάζει χωριστά, στις 2 Μαΐου τον άγιο Αθανάσιο και στις 9 Ιουνίου τον άγιο Κύριλλο, αλλά τους εορτάζει και τους δύο μαζί σήμερα. Απέχουν 80 χρόνια ο ένας από τον άλλον και ο άγιος Κύριλλος γεννήθηκε δυο χρόνια μετά το θάνατο του αγίου Αθανασίου. Έχουν σφραγίσει κι οι δυο με το πέρασμα τους από το θρόνο της Αλεξανδρείας την ιστορία και τη ζωή της Εκκλησίας.
Ο άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 295 από γονείς χριστιανούς. Μετά τις σπουδές του, έφυγε στην έρημο κι εκεί ασκήθηκε στην αρετή. Τότε γνώρισε και τον άγιο Αντώνιο, του οποίου ύστερα έγραψε το βίο. Όταν γύρισε από την έρημο, ο αρχιεπίσκοπος της Αλεξάνδρειας Αλέξανδρος τον χειροτόνησε διάκονο και τον πήρε μαζί του. Τότε φάνηκε η μεγάλη αίρεση του Αρείου κι ο άγιος Αθανάσιος στάθηκε άξιος και ικανός βοηθός του αρχιεπισκόπου. Όταν το 325 έγινε η πρώτη οικουμενική Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, ο άγιος Αθανάσιος ήταν εκεί μαζί με τον αρχιεπίσκοπο Αλέξανδρο και, αν και ήταν ακόμα διάκονος, υπήρξε ο στύλος της Συνόδου. Η νίκη της Εκκλησίας εναντίον του Αρείου ήταν κυρίως νίκη του αγίου Αθανασίου.
Το 326 ο άγιος Αθανάσιος διαδέχθηκε τον Αλέξανδρο στο θρόνο της Αλεξάνδρειας, αλλά οι αρειανοί, πού ήσαν πολλοί και επηρέαζαν ακόμα και τον αυτοκράτορα, δυσκόλεψαν πολύ το έργο του. Κατόρθωσαν και συγκάλεσαν τοπικές Συνόδους και καθαίρεσαν δυο φορές τον άγιο Αθανάσιο. Σαράντα χρόνια σχεδόν τα πέρασε στην εξορία, και το 366 πια γύρισε οριστικά στο ποίμνιο του και απέθανε το 373. Ο άγιος Αθανάσιος, παρ' όλο πού έζησε τόσα χρόνια εξόριστος από τόπο σε τόπο, έγραψε και μας άφησε σπουδαία θεολογικά συγγράμματα, πού είναι η βάση της ορθόδοξης θεολογίας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, αρχίζοντας τον επιτάφιο λόγο του στον άγιο Αθανάσιο, λέγει «Αθανάσιον επαίνων, την αρετήν επαινέσομαι...».
Δύο χρόνια μετά τον θάνατο του αγίου Αθανασίου, το 375 γεννήθηκε ο άγιος Κύριλλος. Ήταν ανεψιός του αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας Θεοφίλου. Στην αρχή υπηρέτησε ως διάκονος κοντά με το θείο του, κι όταν εκείνος απέθανε το 412, τον διαδέχθηκε στον αρχιεπισκοπικό θρόνο. Ο άγιος Κύριλλος, όπως κι ο άγιος Αθανάσιος, είναι από τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας και οικουμενικούς διδασκάλους. Στα 32 χρόνια της αρχιερατείας του, μέχρι το 444 πού απέθανε, εργάσθηκε πολύ για να ξεκαθαρίση την Εκκλησία της Αλεξάνδρειας από τις αιρέσεις. Ο άγιος Κύριλλος υπήρξε ο αρχηγός στην τρίτη οικουμενική Σύνοδο το 431 στην Έφεσο, πού κατεδίκασε το Νεστόριο. Η τρίτη οικουμενική Σύνοδος εδογμάτισε και ωμολόγησε ότι η αγία Παρθένος είναι Θεοτόκος.
Ο άγιος Κύριλλος άφησε σπουδαία θεολογικά συγγράμματα, ερμηνευτικά και θεολογικά, πού είναι πολύτιμη πηγή για τη σπουδή της ορθόδοξης θεολογίας. Το «Θεοτόκος», πού εδογμάτισε η τρίτη οικουμενική Σύνοδος, με βάση τη διδασκαλία του αγίου Κυρίλλου, είναι η λέξη κλειδί της Ορθοδοξίας. Απ' όλα τα ονόματα, με τα όποια η Εκκλησία εκόσμησε την Παναγία, το Θεοτόκος εκφράζει τέλεια το μυστήριο της σάρκωσης του θείου Λόγου. Η παρθένος Μαρία γέννησε το Θεό, πού έγινε άνθρωπος. Ο άγιος Κύριλλος διδάσκει «Ει γαρ εστί Θεός ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, πώς ου Θεοτόκος η αγία Παρθένος;» αφού ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι Θεός, πώς η αγία Παρθένος πού τον γέννησε δεν είναι Θεοτόκος;
Άλλος λόγος δεν υπάρχει, για να εορτάζωνται σήμερα μαζί ο άγιος Αθανάσιος και ο άγιος Κύριλλος παρά ότι και οι δυο είναι Αλεξανδρινοί και μεγάλοι πρόμαχοι της Ορθοδοξίας. Ο άγιος Αθανάσιος στην πρώτη και ο άγιος Κύριλλος στην τρίτη οικουμενική Σύνοδο πρωτοστάτησαν, ο ένας εναντίον του Αρείου και ο άλλος εναντίον του Νεστορίου, πού και οι δυο αρνιούνται τη Θεότητα του Ιησού Χριστού. Ο Άρειος έλεγε ότι ο Υιός δεν είναι γέννημα, αλλά κτίσμα του Θεού, και ο Νεστόριος έλεγε ότι η αγία Παρθένος δεν είναι Θεοτόκος, αλλά Χριστοτόκος. Πολύ σωστά το τροπάριο των δυο μεγάλων Πατέρων και οικουμενικών διδασκάλων λέγει «Έργοις λάμψαντες ορθοδοξίας, πάσαν σβέσαντες κακοδοξίαν, νικηταί τροπαιοφόροι γεγόνατε...». Αμήν.
Ο Μέγας Αντώνιος, ο αρχηγός του μοναχικού βίου, γεννήθηκε στην Αίγυπτο το 251 μ.Χ. (ή το 264). Σαν παιδί ο Αντώνιος παρουσίασε πλούσια εσωτερικά χαρίσματα. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και πλούσιοι χριστιανοί. Δυστυχώς, όταν ο Αντώνιος ήταν 20 περίπου ετών, οι γονείς του πέθαναν, αφήνοντας ορφανούς αυτόν και την μικρότερη αδερφή του. Ο ʼγιος Αντώνιος ανέλαβε έτσι την επιμέλεια της αδερφής του χωρίς όμως παρά την μεγάλη λύπη του να σταματήσει στιγμή να ασχολείται με την Αγία Γραφή και τον Θεό.
Έτσι όταν άκουσε την ευαγγελική φωνή «Ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι», την έκανε αμέσως πράξη. Μοίρασε όλα του τα υπάρχοντα και την γονική του περιουσία στους φτωχούς, εγκατέλειψε την τύρβη του κόσμου και αναχώρησε στην έρημο έχοντας αφήσει την αδερφή του στις φροντίδες ενός παρθεναγωγείου με ενάρετες γυναίκες. Επί είκοσι χρόνια αντιμετώπισε απίστευτους πειρασμούς. Νύχτα και ημέρα έκανε ασκητικούς αγώνες με τους οποίους νέκρωσε τα σκιρτήματα των παθών, έφτασε στον βαθμό της απάθειας, υπερβαίνοντας τα όρια της ανθρώπινης φύσης. Οι ενάρετες πράξεις του έγιναν γνωστές και έφεραν πλήθος μιμητών, ώστε η έρημος μεταμορφώθηκε σε πόλη. Σε αυτήν την «πόλη» ο Μέγας Αντώνιος ήταν ο νομοθέτης και ιδρυτής του μοναχικού βίου. Στην έρημο γνώρισαν τον ʼγιο Αντώνιο, ο Μέγας Βασίλειος και ο Μέγας Αθανάσιος. Ο Μέγας Αθανάσιος, μάλιστα, έγραψε τον βίο του Αγίου Αντωνίου του Μεγάλου.
Αλλά και οι πιστοί που δεν ήταν στην έρημο απόλαυσαν τους καρπούς της αρετής του Μεγάλου Αντωνίου. Όταν ο Μαξιμίνος το 312 έκανε διωγμό κατά των Χριστιανών και θανάτωσε πολλούς, ο Μέγας Αντώνιος πήγε και βοήθησε και παρηγόρησε τους πιστούς. Όταν η Εκκλησία ταρασσόταν από τους Αρειανούς, ο Μέγας Αντώνιος κατέβηκε με ζήλο στην Αλεξάνδρεια το 335 μ.Χ. και αγωνίστηκε για την Ορθοδοξία. Κατάφερε μάλιστα με την χάρη που είχαν οι λόγοι του να επαναφέρει πολλούς απίστους στην Ορθοδοξία.
Ζώντας έτσι, έγινε πρότυπο αρετής και κανόνας των μοναζόντων. Παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο στις 17 Ιανουαρίου 356 μ.Χ. σε ηλικία 105 ετών. Η ορθόδοξη χριστιανική εκκλησία εορτάζει την μνήμη του Αγίου Αντωνίου στις 17 Ιανουαρίου.
Κάποιος ιερεύς, σε μία αγρυπνία, και ενώ είχε αρχίσει την Προσκομιδή, δυσκολευόταν, τρόπον τινά, με μόνο το φως ενός κεριού να διαβάζει τα ονόματα.
Ξαφνικά, διαπίστωσε ότι το φως του κεριού, πού ήταν παραπλεύρως, όλως περιέργως, έγένετο πιο δυνατό! Και τότε αναρωτήθηκε:
-Πώς είναι δυνατόν; Πώς φέγγει περισσότερο τώρα το κερί;
Κι όπως γύρισε το κεφάλι του, βλέπει να στέκεται μπροστά του στα τρία τέσσερα μέτρα με πολύ σεβασμό και ευλάβεια ένας Άγγελος.
Στην αρχή απολιθώθηκε, μαρμάρωσε στη θέση του και έκανε αρκετή ώρα να συνέλθη. Αλλά ή παρουσία του Αγγέλου, του γλύκανε την ψυχή κατά τέτοιον τρόπον, ώστε ή κατάνυξης μέσα του να αυξηθεί πολύ, να απόκτηση ή ψυχή του πολύ μεγάλη γλυκύτητα, μία, τρόπον τινά, ένωση με την παρουσία του αγίου Αγγέλου.
Και παρόντος του αγίου Αγγέλου, τελείωσε την ιερά Πρόθεσι, είπε το «Ευλογημένη ή βασιλεία...» και άρχισε τη Θεία Λειτουργία.
Ό Άγγελος ήταν πάντοτε παρών, μέχρι πού τελείωσε και την Κατάλυσι.
Ό ιερεύς δεν μπορούσε να συγκράτηση την συγκίνηση του, την κατάνυξη και το δέος, πού τον είχε καταλάβει μπροστά σ' αυτήν την παρουσία, διότι ήταν ένα γεγονός, πού του συνέβαινε πρώτη φορά στη ζωή του. Άλλωστε, αυτά τα γεγονότα συμβαίνουν, δεν ξέρω! πιθανόν να κάνω λάθος, μια-δύο φορές στη ζωή ενός ευλαβούς και ταπεινού ιερέως.
Ασφαλώς όμως θα υπάρχουν κι άλλοι άγιοι ευλαβέστατοι και χαριτωμένοι κληρικοί παντός βαθμού, πού έχουν θεϊκές αποκαλύψεις κάπως πιο συχνά! Ό Θεός γνωρίζει...
Ό παππούλης, παρέμεινε στη θέση του. Δεν ξεντύθηκε, κάθισε σε μια καρέκλα μέσα στο ιερό Βήμα και συνεχώς έκλαιγε. Έκλαιγε και δεν μπορούσε να συνέλθη από την κατάνυξη, το δέος και την συντριβή πού ένιωθε.
Έτσι παρέμεινε για ώρα πολλή απολαμβάνοντας με συγκίνηση και ταπείνωση όσα βίωσε στη Θεία Λειτουργία με την παρουσία του άγιου Αγγέλου.
Ό διακριτικός και άγιος Γέροντας του με διαβεβαίωσε για την αλήθεια του γεγονότος.
Από τότε ή πίστης του ιερέως αυτού έγινε βράχος ακλόνητος, αυτός δε με πολύ δέος στην καρδιά λειτουργούσε πλέον τα πανάχραντα Μυστήρια.