Πολλές φορές ισχυρίζομαι ότι το μείζον πρόβλημα στην Ελλάδα σήμερα είναι η …θεολογική της σκέψη. Το ότι δηλαδή το σημερινό αδιέξοδο οφείλεται στο γεγονός ότι και οι πολιτικοί μας αλλά και ο κόσμος σκέπτεται και αντιδρά θεολογικά. Πριν από λίγο ήμουν στο Δημαρχείο της Αγίας Παρασκευής, για κάποιο θέμα τοπικό θέμα, και ο θεολογικός τρόπος σκέψης και δράσης της κ. αντιδημάρχου με έκανε ακόμα μια φορά να σκεφτώ ότι γεννήθηκα σε λάθος τόπο…
Δεν μου είναι όμως ξεκάθαρο, αν γίνεται καθαρό τι σημαίνει για μένα θεολογική σκέψη, ούτε το γιατί χρησιμοποιώ αυτόν τον όρο και όχι κάποιον άλλο. Στις σχετικές λοιπόν αναφορές, που είναι ξεκάθαρα όχι θεολογικές, με το όρο θεολογική σκέψη εννοώ μια στάση, ένα τρόπο σκέψης και αντίδρασης απέναντι στα πράγματα. Δεν αναφέρομαι με κανένα τρόπο σε θεολόγους διανοούμενους ή εκκλησιαστικούς ούτε σε θεολογικά ζητήματα. Τα ζητήματα που με απασχολούν είναι καθαρά πολιτικά, όπως π.χ. οι επικείμενες εκλογές.
Γιατί όμως χρησιμοποιώ τον όρο θεολογική σκέψη; Η απάντηση έρχεται από την ιστορία. Το μοτίβο σκέψης που κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία σήμερα, ιστορικά αναπτύχθηκε από τους χριστιανούς θεολόγους -δεν έχω γνώσεις για να συγκρίνω τις άλλες θεολογικές παραδόσεις- και στην συνέχεια η ορθόδοξη θεολογική παράδοση απετέλεσε καθοριστικό παράγοντα στην εξέλιξη του νεοελληνικού πολιτισμού. Στην ανάλυση που έκανα σχετικά με τα μιμίδια εξήγησα αναλυτικά, τον τρόπο με τον οποίο γίνεται αυτό, αν και το θέμα αυτό απαιτεί περισσότερη μελέτη.
Ταυτόχρονα, παραδείγματα από την χριστιανική διδασκαλία φανερώνουν ανάγλυφα τον τρόπο με τον οποίο είναι δομημένο αυτό το μοτίβο. Βεβαίως κάποιοι ασπάζονται την θεολογική σκέψη, όσον αφορά θεολογικά ζητήματα. Αυτό δεν το κατακρίνω. Αυτό που κατακρίνω είναι η μεταφορά αυτού του μοτίβου σε μη θεολογικά ζητήματα, την μεταφορά της θεολογικής δομής της σκέψης σε μη θεολογικά ζητήματα.
Να μερικά από τα μοτίβα της θεολογικής σκέψης: Η πίστη σε άνωθεν αποκεκαλυμμένες αλήθειες ακόμα και αν αυτές προσκρούουν εμφανώς και προφανώς στην άμεση εμπειρία των ανθρώπων. Π.χ. η διδασκαλία ότι ο Θεός είναι αγάπη, αν και η καθημερινή εμπειρία αποδεικνύει το αντίθετο. Για να ξεπεραστεί το αδιέξοδο η θεολογία έχει αναπτύξει μια ποικιλία στρατηγικών και μεθόδων με τις οποίες φανερώνει ότι το μαύρο είναι άσπρο. Το εντυπωσιακό είναι ότι ο σύγχρονος πολιτικός λόγος που ακούω σήμερα ακολουθεί ακριβώς τις ίδιες τακτικές και μεθόδους προκειμένου να αποδείξει το όποιο ζητούμενο που συνήθως είναι το αντίθετο από την κοινή εμπειρία. Και δεν αναφέρομαι μόνο στον λόγο των πολιτικών, αλλά και των απλών πολιτών…
Για τις μεθόδους αυτές έχω μιλήσει αλλού αναλυτικά, τώρα θα πω επιγραμματικά ότι πρόκειται για κυριολεκτικό βιασμό του λόγου και της λογικής με ένα συνδυασμό μερικών αληθειών και πολλών ψεμάτων και ένα σοφιστικέ παιχνίδι με το νόημα των λέξεων. Π.χ. όπως η λέξη ελευθερία στην χριστιανική θεολογία έχει μαγικές ιδιότητες και διαστάσεις, κάτι το εντελώς ανάλογο συμβαίνει σήμερα με την λέξη ανάπτυξη.
Στο υπόβαθρο όλων είναι η συστηματική απουσία της κοινής λογικής, του μόνου εδάφους στο οποίο μπορεί να ανθήσει η συνεννόηση των ανθρώπων. Έτσι λοιπόν όπως ακριβώς υπάρχει μια απίστευτη πολυδιάσπαση στον χώρο της θεολογίας και της Εκκλησίας, ο καθένας λέει και πιστεύει ότι θέλει, έτσι υπάρχει και η ακραία πολυδιάσπαση στον πολιτικό χώρο. Γιατί απλά δεν υπάρχει ένα κοινό σημείο αναφοράς και ένα κοινό σημείο ελέγχου.
Αυτές τις σκέψεις τις έκανα ακούγοντας για την καινοφανή διάσπαση του εκλογικού σώματος μπροστά σε προβλήματα ζωής ή θανάτου για τον τόπο μας. Είπα: μονάχα σε μια θεολογική χώρα μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο…