Αγαπητὲ Κύριε Ψυχολόγε - Ψυχοθεραπευτή. Φαίνεται ὅτι σήμερα πολλοὶ ἄνθρωποι
καὶ μάλιστα χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι σᾶς ἐπισκέπτονται καὶ ζητοῦν τὴν βοήθειά σας. Ἐγώ,
δὲν θὰ ἐξετάσω ἐδῶ τούς λόγους ποὺ τοὺς ὠθοῦν νὰ τὸ κάνουν, ἀλλὰ θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε
νὰ καταθέσω τὸν προβληματισμό μου σχετικὰ μὲ τὶς δικές σας συμβουλές, ἀφοῦ δὲν
τὶς περιορίζετε στὸν καναπὲ ἢ στὴν πολυθρόνα τῶν ἀσθενῶν σας ἀλλὰ τὶς
δημοσιεύετε. Πιστεύω ὅτι τρία εἶναι τὰ βασικὰ σημεῖα ποὺ κυριαρχοῦν στὴν
ψυχολογική σας σκέψη καὶ σᾶς ὠθοῦν νὰ τὴ δημοσιεύσετε.
1ον. Κατηγορεῖτε γενικὰ ὁλόκληρο τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἐπειδὴ ἀπορρίπτει
τὴν ψυχοθεραπεία λέγοντας ὅτι:
«Πολλοὶ ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ διατηροῦν τυπικὴ σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ
τηροῦν τὰ...
θρησκευτικά τους καθήκοντα πιστεύουν πὼς αὐτὸ ἀρκεῖ γιὰ νὰ ἔχουν ἰσορροπημένη
ψυχικὴ καὶ σχεσιακὴ ζωή. Συνήθως συμβαίνει ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετο. Ἔντονα νευρωτικὰ
κίνητρα καὶ καθηλώσεις λανθάνουν ἀνεξιχνίαστα πίσω ἀπὸ τὴν θρησκευτικότητα, τὴ
δαιμονοποίηση καὶ τὴν ἀπαξίωση τῆς ψυχοθεραπείας ἀπὸ τοὺς χριστιανούς.
Πράγματι, σὲ μία ἄλλη κοινωνία, προνεωτερικῶν καὶ ἁπλῶν στὸν νοῦ καὶ
τὴ βίωση τῆς ζωῆς ἀνθρώπων, ἡ πρόγευση τοῦ Χριστοῦ ὡς βασικὴ ἐμπειρία τῆς ἐκκλησιαστικῆς
μετοχῆς καὶ ζωῆς ἴσως νὰ ἦταν ὑπεραρκετὴ κι ἐπαρκῆς προϋπόθεση ὑπαρξιακῆς εὐρυθμίας
καὶ σχεσιακῆς ἰσορροπίας. Ὅμως σήμερα, δυστυχῶς ἢ εὐτυχῶς, ζοῦμε σὲ μία ἄλλη
κοινωνία, μὲ ὑπερπληθώρα ἄχρηστων γιὰ τὴν ψυχὴ καὶ ἀνασταλτικῶν γιὰ τὴ
συγκέντρωση τοῦ νοῦ πληροφοριῶν καὶ δεδομένων. Ἀπ’ ὅτι φαίνεται, οἱ πνευματικοὶ
ταγοὶ καὶ ἡγέτες, ἐπειδὴ (μὲ ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις) ἀποτελοῦν ἀσθενὲς κομμάτι τῆς
συλλογικῆς ψυχοπνευματικῆς ἀταξίας καὶ ἄγνοιας, δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ τὰ βροῦν οὔτε
μεταξύ τους, οὔτε μέσα τους. Τὸ γεγονὸς πὼς ἀκολουθοῦν μηχαντιστικὰ
«μπούσουλες» καὶ «τυφλοσοῦρτες» δὲν εἶναι ἐχέγγυο τῆς ψυχικῆς τους καθαρότητας
κι εὐκρίνειας. Ἰδιαίτερα ἐκεῖνοι ἔχουν ἀνάγκη νὰ ψυχοθεραπευτοῦν πρὶν ἀναλάβουν
τὴν εὐθύνη νὰ ὁδηγοῦν ἀνθρώπους μὲ ψυχικὰ μπερδέματα καὶ ἀσαφῆ πνευματικὸ
προσανατολισμό.
Ἡψυχοπνευματικὴ συγκρότηση καὶ μετοχὴ στὴν ἀλήθεια προϋποθέτει ἀτομικὴ
δέσμευση στὴ σὲ βάθος αὐτογνωστικὴ ἐργασία, καὶ μόνο ἐφόσον καὶ ὅταν ἀποκτήσει
κανεὶς ἐπίγνωση τῶν βασικῶν του ψυχικῶν συμπλεγμάτων κι ἐμποδίων θὰ ἔχει
μεγαλύτερες πιθανότητες νὰ ἀξιοποιήσει τὴ σχέση του μὲ ἕναν ἔγκριτο πνευματικό,
ἀφοῦ τότε μόνο θὰ ἔχει διαθέσιμα τὰ κριτήρια γιὰ νὰ ἐπιλέξει σωστὰ καὶ
ταυτόχρονα νὰ χρησιμοποιήσει μὲ εὐκρίνεια τοὺς κανόνες καὶ τὸ σκεπτικό τῆς
πατερικῆς σοφίας καὶ τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας, χωρὶς νὰ «καταποθεῖ» ἀπ’ αὐτό.»
2ον. Ὡς ἄλλη Σίβυλλα, ἑλληνιστὶ Ἠροφίλη γιὰ νὰ θυμηθῶ τὸν Παυσανία,
χρησιμοποιεῖτε γλώσσα σκληρὴ γιὰ ὅλους ἐκείνους τοὺς ἀσθενεῖς χριστιανοὺς ποὺ
θεωροῦν τὸν ἑαυτὸ τους καλὸ καὶ ὡς ἄλλος προφήτης τοῦ Ἰσραὴλ τοὺς ἀποκαλύπτετε
τὰ ἐπερχόμενα δεινά, ἂν δὲν σταματήσουν ν’ ἀποφεύγουν τὴν ψυχοθεραπεία. Ἀποφαίνεσθε
ὅτι:
«Μία σημαντικὴ μερίδα ὅσων αὐτο-ἀναγνωρίζονται ὡς ἐνεργεία
«χριστιανοί», συμπεριλαμβανομένων πολλῶν κληρικῶν, ὑποτιμοῦν καὶ ἀντιτάσσονται
στὴν ψυχοθεραπεία, στὴν ψυχολογία καὶ στοὺς ψυχολόγους. Προσωπικὰ κι ἐγὼ ὁ ἴδιος
ἐνοχλοῦμαι ἰδιαιτέρως ἀπὸ τὸ ἦθος, τὴ «γνώση» καὶ τοὺς τρόπους ἀρκετῶν
ψυχοθεραπευτικῶν σχολῶν, «συναδέλφων» καὶ τῆς «ψυχολογιστικῆς» νοοτροπίας τῶν
διαφόρων θιασωτῶν τῆς ψυχοθεραπευτικῆς «ἰδεολογίας» καὶ πρακτικῆς.Οἱ λόγοι ὅμως
ποὺ οἱ «γιαλαντζὶ» χριστιανοὶ ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὴν ψυχοθεραπεία εἶναι ἐντελῶς
διαφορετικοὶ ἀπὸ τοὺς δικούς μου. Οἱ λόγοι ποὺ εἶναι πολέμιοι τῶν ψυχοθεραπευτῶν
εἶναι οἱ ἑξῆς:
1) Ἡ ὑγιὴς ψυχοθεραπεία προκαλεῖ καὶ προσκαλεῖ τὴν αὐτεπίγνωση. Ἀκριβῶς
αὐτὸ ποὺ ἀποφεύγουν μὲ «κάθε θυσία» οἱ «γιαλαντζὶ» χριστιανοί.
2) Ἡ ἐπίγνωση τῶν βαθύτερων ψυχολογικῶν κινήτρων ποὺ καθορίζουν τὶς
σκέψεις καὶ τὴ συμπεριφορὰ μας εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς στόχους τῆς ψυχοθεραπείας. Ἀντίθετα,
οἱ «χριστιανοὶ» ποὺ γεμίζουν τὶς Ἐκκλησίες καὶ κάνουν ἀμέτρητες μετάνοιες καὶ
λατρεύουν ὄχι τὸν Χριστὸ ἀλλὰ τὴν εὐλάβειά τους, ἔγιναν ὀπαδοὶ τῆς Ἐκκλησίας ἀκριβῶς
γιὰ νὰ ἀναπαύσουν τὴν ἔγνοια τῆς ἀσυνείδητης ἐνοχῆς τους στὸ μαξιλαράκι τῆς ἀνάγκης
τους γιὰ αὐτοδικαίωση…
3) Ὁ βασικὸς στόχος τῆς ψυχοθεραπείας εἶναι ἡ αὐτοαποδοχὴ (μέσα ἀπὸ
τὴ γνώση τῶν ἀληθινῶν ψυχικῶν ποιοτήτων τοῦ θεραπευόμενου) καὶ τὸ ἄνοιγμα τῆς
ψυχῆς του σὲ μεγαλύτερη ποικιλία ὑπαρξιακῶν ἐπιλογῶν ἐλευθερίας…
4) Ἡ ψυχοθεραπεία προϋποθέτει τὴν ἀνάγκη καὶ τὴν ἱκανότητα τοῦ ὑποψηφίου
θεραπευόμενου νὰ μπεῖ σὲ οὐσιαστικὴ σχέση μὲ τὸν ψυχοθεραπευτή του – σὲ
μικρότερο ἢ σὲ μεγαλύτερο βαθμό… Ὁ «καλὸς χριστιανὸς» φοβᾶται τὶς ἀνθρώπινες
σχέσεις καὶ εἰδικότερα αὐτὲς ποὺ ἔχουν τὴ δυναμικὴ νὰ ἀνατρέψουν καίρια τὴν
καλή του ψευδο-αὐτοεικόνα.
5) Ἡ ψυχοθεραπεία ὄχι μόνο ἐπιτρέπει, ἀλλὰ καὶ προάγει τὴν ἀμφισβήτηση
καὶ τὴν ἀνατροπή. Ἀντίθετα, ὁ «καλὸς χριστιανὸς» ὑπαρξιακὰ σφιχταγκαλιασμένος μὲ
τὴ διαστρεβλωμένη καὶ βολικὴ (γιὰ τὸν συγκεκαλυμμένο ἐγωισμὸ του) «ὑπακοή», ἀρνεῖται
νὰ ἀμφιβάλλει, ὑποτασσόμενος σὲ ἕνα δικό του, ἐσωτερικευμένο σύστημα
ψυχαναγκασμοῦ, ποὺ τὸν ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν προσωπικὴ εὐθύνη τῶν ἐπιλογῶν του.
…Γιὰ νὰ μὴ παρεξηγηθῶ, στὸ ἀντιληπτικὸ σχῆμα τοῦ «καλοῦ χριστιανοῦ»,
ὅπως ἐγὼ προσωπικὰ τὸ κατανοῶ, ἀναγνωρίζω συχνὰ δικά μου ἀνεπιθύμητα προσωπεῖα,
ποὺ δὲν προάγουν στὴ ζωή μου τὴν αὐθεντικὴ ἀναζήτηση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ.»
3ον μᾶς λέτε ὡς θεολόγος (;), χριστιανὸς μύστης (;) ὅτι: «ἡ Ἀλήθεια,
εἴτε τὸ πιστεύεις εἴτε ὄχι, εἶναι πρόσωπο. Εἶναι ὁ Χριστὸς ποὺ γεννιέται καὶ ἀνασταίνεται
μέσα στὸ ἀέναο τώρα. Θὰ γιεννιέται ξανὰ καὶ ξανά, μέχρι νὰ ἔρθει αὐτὴ ἡ στιγμὴ
ποὺ ἡ Ἀλήθεια θὰ βιωθεῖ τόσο ἀδιαμφισβήτητα καὶ βαθιὰ μέσα μας, ὥστε ἡ ὑποκειμενική
της ἐκδοχὴ νὰ συμπέσει ἀναπόφευκτα μὲ τὴν ὑπερπροσωπική, «ἀντικειμενική» της
διάσταση».
Ἂς δοῦμε ἀναλυτικότερα τὴ σκέψη σας:
Α. Κατ’ ἀρχὴν κάνετε ἕνα βασικὸ καὶ σημαντικότατο κατὰ τὴν γνώμη
μου μεθοδολογικὸ λάθος στὴν ψυχαναλυτική σας σκέψη. Παίρνετε μία συγκεκριμένη
ψυχολογικὴ ὁμάδα, αὐτὴ τὴν ὁποία ταυτίζουμε στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα μὲ τὸν
Φαρισαϊσμὸ καὶ ὁμαδὸν ἀναφέρεστε σὲ ὅλους τούς χριστιανούς. Ξεκινᾶτε δῆθεν μὲ ἕνα
ἀποστασιοποιημένο καὶ ἀντικειμενικὸ «πολλοὶ ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ διατηροῦν τυπικὴ
σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία…», ἀλλὰ πολὺ γρήγορα αὐτὸ γενικεύεται, γιατί οὐσιαστικὰ
πιστεύετε ὅτι σ’ αὐτὴ τὴν κατηγορία ἀνήκουν ὅλοι οἱ χριστιανοί: «ἔντονα
νευρωτικὰ κίνητρα καὶ καθηλώσεις λανθάνουν ἀνεξιχνίαστα πίσω ἀπὸ τὴν
θρησκευτικότητα, τὴ δαιμονοποίηση καὶ τὴν ἀπαξίωση τῆς ψυχοθεραπείας ἀπὸ τοὺς
χριστιανούς». Συνεχίζετε τὶς γενικεύσεις καὶ στὸν κλῆρο ἀφήνοντας ἀπ’ ἔξω ἐνδεχομένως
κάποιους γνωστούς σας: «οἱ πνευματικοὶ ταγοὶ καὶ ἡγέτες, ἐπειδὴ (μὲ ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις)
ἀποτελοῦν ἀσθενὲς κομμάτι τῆς συλλογικῆς ψυχοπνευματικῆς ἀταξίας καὶ ἄγνοιας».
Τὸ ἴδιο φαινόμενο παρουσιάζεται καὶ στὸ δεύτερο παράδειγμα: «μία σημαντικὴ
μερίδα ὅσων αὐτο-ἀναγνωρίζονται ὡς ἐνεργεία «χριστιανοί», συμπεριλαμβανομένων
πολλῶν κληρικῶν».
Ἀναρωτιέμαι εἰλικρινά, πόση καὶ τί εἴδους ψυχολογικὴ ἔρευνα ἔχετε
κάνει στὸν Ἑλληνικὸ κλῆρο γιὰ νὰ διαπιστώνετε -καὶ νὰ δημοσιεύετε- τέτοιου
μεγέθους, δηλαδὴ καθολικὴ ψυχοπνευματικὴ ἀταξία καὶ ἄγνοια. Δικαίωμά σας εἶναι
βέβαια νὰ μὴ πιστεύετε στὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως καὶ σ’ ἐκεῖνο τῆς
Μετανοίας δηλαδὴ τῆς ἐξομολόγησης, ἀλλὰ εἶναι λάθος νὰ θεωρεῖτε «μπούσουλα» καὶ
«τυφλοσούρτη» αὐτὸ τὸ ὁποῖο θὰ πεῖ ἢ θὰ ρωτήσει ὁ Ὀρθόδοξος Πνευματικὸς τὸν ἐξομολογούμενο.
Τὰ γενικὰ πλαίσια ποὺ θέτουν τὰ λίγα βιβλία ἐξομολογητικῆς ποὺ ὑπάρχουν δὲν
μποροῦν σὲ καμία περίπτωση νὰ θεωρηθοῦν, ὅπως γιὰ παράδειγμα στὴν ψυχολογία,
θεωρητικοὶ μέθοδοι ἐξομολόγησης. Μήπως λοιπὸν ἀναφέρεστε στὶς περιγραφὲς τῶν ἀσθενῶν
σας;
Κατανοῶ τὴν ἄγνοιά σας σχετικὰ μὲ τὸ βίωμα ποὺ λέγεται Μυστήριο τῆς
Μετανοίας, ἀλλὰ ὡς ἐπιστήμων διδάκτωρ Ἑλληνικοῦ Πανεπιστημίου θὰ ἔπρεπε, πρὶν
βγάλετε τέτοιου εἴδους ἀφορισμούς, νὰ εἴσαστε πιὸ προσεκτικὸς καὶ συγχρόνως πιὸ
μεθοδικὸς στὰ γνωστικά σας δεδομένα καὶ νὰ μὴ παρασύρεστε ψυχολογικὰ ἀπὸ τὶς ἐσωτερικές
σας παρορμήσεις, ὅπως γιὰ παράδειγμα τὴν ἀπέχθειά σας πρὸς τοὺς πνευματικοὺς καὶ
τὴν ἐξομολόγηση. Θὰ σᾶς θυμίσω ἐδῶ, ὅτι τὸ Μυστήριο τῆς Μετανοίας μὲ τὴν
προσωπικὴ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτημάτων τοῦ πιστοῦ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποτελεῖ ἕνα ἀνθρωποκεντρικὸ
γεγονός, ἔτσι δηλαδὴ ὅπως τὸ ἐκλαμβάνετε ἐσεῖς, ἀλλὰ θεοκεντρικό. Κανένας
τυφλοσούρτης δὲν θὰ κάνει τὸν πιστὸ νὰ μετανοήσει γιὰ τὰ παραπτώματά του
περισσότερο ἀπ’ αὐτὸ ποὺ ὁ ἴδιος, ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο ἔχει πρόθεση νὰ δεῖ καὶ νὰ
ὁμολογήσει.
Ἐπιπλέον, στὰ μάτια τοῦ πιστοῦ ὁ πνευματικὸς δὲν ταυτίζεται μὲ τὸν
Ψυχοθεραπευτή, ὅπως ἐνδεχομένως τὸ βλέπετε ἐσεῖς, διότι ὁ πιστὸς γνωρίζει πολὺ
καλά, ὅτι τὴν θεραπεία δὲν τοῦ τὴν παρέχει ὁ Πνευματικὸς ὡς ἄνθρωπος ἀλλὰ ὁ ἴδιος
ὁ Θεός. Ὁ πνευματικὸς παρίσταται ὡς εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ παραπεμπτικότητα τῆς
εἰκόνας ἰσχύει τόσο στὴν ἴδια τὴν εἰκόνα ὅσο καὶ στὸν ἱερὸ κλῆρο τῆς Ἐκκλησίας.
Δὲν τιμοῦμε τὸ ξύλο καὶ τὰ χρώματα στὴν εἰκόνα, ὅταν τὴν ἀσπαζόμαστε, ἀλλὰ τὸ
πρόσωπο ποὺ εἰκονίζεται πάνω σ’ αὐτήν. Δὲν ἀσπαζόμαστε τὸ χέρι τοῦ ἱερέα ἀπὸ
μία φιλοφρόνηση στὸ πρόσωπό του, ἀλλὰ σ’ αὐτὸ ποὺ παραπέμπει τὸ ράσο καὶ ὁ ἱερέας,
δηλαδὴ στὸν ἐπίσκοπο ὁ ὁποῖος βρίσκεται εἰς τόπον καὶ θέση Χριστοῦ.
Μέσα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει ἀνθρωποκεντρισμὸς ἀλλὰ ὅλα ἔχουν
θεοκεντρικὴ βάση καὶ πιὸ συγκεκριμένα Χριστολογική. Σᾶς θυμίζω ὅτι στὴν ἐξομολόγηση
ἀκοῦμε τὴν εὐχὴ ποὺ λέει: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, ποιμὴν
καὶ ἀμνέ, ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου, ὁ τὸ δάνειον χαρισάμενος τοῖς δυσὶ
χρεωφειλέταις, καὶ τῇ ἁμαρτωλῷ δοὺς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν αὐτῆς. Αὐτός, Δέσποτα ἄνες,
ἅφες, συγχώρησον τὰς ἁμαρτίας, τὰς ἀνομίας, τὰ πλημμελήματα, τὰ ἑκούσια καὶ τὰ ἀκούσια,
τὰ ἐν ἀγνοία, τὰ ἐν παραβάσει καὶ παρακοὴ γιγνόμενα παρὰ τοῦ δούλου σου
τούτου…» Ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἀκούει τὰ παραπτώματα ποὺ ἐλεύθερα κατονομάζω καὶ ὁ ἴδιος
ὁ Χριστὸς δίνει τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν.
Στὰ λόγια της εὐχῆς διευκρινίζεται καὶ μία ἄλλη παρανόησή σας.
Πιστεύετε, ὅτι «ἡ ψυχοπνευματικὴ συγκρότηση καὶ μετοχὴ στὴν ἀλήθεια προϋποθέτει
ἀτομικὴ δέσμευση στὴ σὲ βάθος αὐτογνωστικὴ ἐργασία», δηλαδὴ γιὰ νὰ μετέχουμε στὴν
ἀλήθεια καὶ ν’ ἀποκτήσουμε ψυχοπνευματικὴ συγκρότηση αὐτὸ θὰ τὸ πετύχουμε
γνωρίζοντας σὲ βάθος τὸν ἑαυτό μας. Λέτε, πῶς, ἂν γνωρίσουμετὰ ψυχικά μας
συμπλέγματα θὰ ἔχουμε περισσότερες πιθανότητες νὰ ἀξιοποιήσουμε τὴν σχέση μᾶς
μ’ ἕναν πνευματικό. Ἐδῶ σαφῶς συγχέετε τὸν πνευματικὸ μὲ τὸν Γκουρού. Αὐτὸ ποὺ
μᾶς ἐνδιαφέρει, ἀκριβῶς ἐπειδὴ ὑπάρχει ψῆγμα μετάνοιας, εἶναι νὰ ὁμολογήσουμε τὰ
λάθη μας, τὶς ἀστοχίες μας μπροστὰ στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ τὶς ἐγωϊστικὲς
καὶ ἀτομιστικὲς ἐκεῖνες πράξεις ποὺ μᾶς δημιουργοῦν ἐμπόδια στὴν ἕνωσή μας μέσα
στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία.
Στὴν ἀλήθεια –ποὺ γιὰ τὸν πιστὸ εἶναι ὁ Χριστὸς- δὲν ὁδηγεῖται ὁ
χριστιανὸς ἀπὸ τὸν Γκουροῦ - πνευματικὸ ἀλλὰ ἀπὸ τὴν πίστη του στὸν Χριστό, ἀπὸ
τὴν μετοχή του στὸ Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐσεῖς βλέπετε τὸν Πνευματικὸ αὐτόνομα,
σὰν ἕνα ψυχολογικὸ ἄτομο, σχεδὸν ἔξω ἀπὸ τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀνεξάρτητα ἀπὸ
τὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονὸς δηλαδὴ τὴν Θεία Εὐχαριστία. Ὅμως, προηγεῖται ἡ Ἐκκλησία
ὡς σῶμα Χριστοῦ, (γιατί μέσα ἐκεῖ βρίσκεται καὶ ὁ πνευματικὸς καὶ ὁ πιστὸς) καὶ
ἕπεται ἡ ἐξομολόγηση καὶ ἡ ὅποια αὐτογνωστικὴ ἐργασία.
Ἑπομένως, τὸ ζητούμενο γιὰ τὸν πιστὸ δὲν εἶναι ἡ ἀτομικὴ ἀλήθειά
του, ἡ ψυχολογική του σύσταση ἀλλὰ ὁ σύνδεσμός του, ἡ ἐπανένωσή του μέσα στὸ σῶμα
τοῦ Χριστοῦ, διότι ἡ ἁμαρτία, ὡς πράξη ἐλεύθερου προσώπου, εἶναι τὸ ἐμπόδιο ἕνωσής
μας μὲ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ κι ὄχι τὰ ψυχικά μας συμπλέγματα. Αὐτὰ πάντα θὰ ὑπάρχουν,
φτάνει νὰ μὴ γίνονται αἰτία ἁμαρτιῶν δηλαδὴ πράξεων διαίρεσης μεταξύ μας καὶ μὲ
τὸ Θεό. Ἐσεῖς ἀναφέρεστε στὴν ἐξομολόγηση σὰν ἕναν ἀτομικὸ δρόμο αὐτογνωσίας μὲ
σκοπὸ τὴν καλυτέρευση τοῦ ψυχολογικοῦ ἀτόμου. Βλέπετε ἐπίσης τὴν πίστη σὰν ἕνα
ψυχολογικὸ ὑποκατάστατο κι ὄχι σὰν ἕναν βασικὸ ἄξονα ὑπέρβασης τῶν ψυχολογικῶν
καταστάσεων.
Ἡ αὐτογνωσία μέσα στὴν Ἐκκλησία δὲν ἔχει ἡμερομηνία λήξης. Μέχρι τὸ
τέλος ὁ πιστὸς αὐτοελέγχεται καὶ μετανοεῖ, ὅσο ἅγιος κι ἂν εἶναι. Καὶ ὅσο πιὸ ἅγιος
γίνεται, τόσο περισσότερο μετανοεῖ καὶ αὐτοελέγχεται. Ἡ εὐχὴ μᾶς βεβαιώνει ὅτι ὁ
Κύριος συγχωρεῖ καὶ τὰ ἐν ἀγνοία ἁμαρτήματά μας, γνωρίζοντας ὅτι πολλὰ εἶναι αὐτὰ
ποὺ δὲν τὰ γνωρίζουμε κι ἴσως νὰ μὴ τὰ γνωρίσουμε μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς μας. Ἀρκεῖ
ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας καὶ ὅσα ἡ ἴδια ἡ ψυχή μας σὲ κάθε περίοδο καὶ
κατάσταση ἀναγνωρίζει ὡς ἀτοπήματα. Εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ἐκκλησία
τοποθετεῖ ἐκτὸς τῶν ἄλλων τὴν Παραβολὴ τοῦ Τελώνη καὶ τοῦ Φαρισαίου μέσα στὸν ἐτήσιο
ἐορτολογικὸ της κύκλο ὥστε ὁ πιστὸς νὰ τὴν ἀκούει καὶ νὰ τὴν ἐνστερνίζεται
μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς του;
Β. Δυστυχῶς σήμερα ἀκόμα καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ ἄνθρωποι (κλῆρος καὶ
λαὸς) ἔχουν μπερδευτεῖ βλέποντας ἱερεῖς - ψυχιάτρους καὶ ψυχολόγους καὶ
πιστεύουν ὅτι ὅλα (ψυχολογία, ψυχοθεραπεία, ψυχιατρικὴ) εἶναι ἴδια καὶ δὲν ἔρχονται
σὲ ἀντίθεση πρὸς τὴν πίστη. Ἐπὶ πλέον, ἡ ἀρχὴ ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὸ 2000 καὶ μετὰ
διείσδυσης τῶν ψυχολόγων - ψυχιάτρων καὶ ἐπίσημα μέσα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔχει
πλέον ἑδραιώσει τὴν παραπάνω σύγχυση. Ἀνοίγεται ἐδῶ ἕνα μεγάλο κεφάλαιο ποὺ δὲν
μπορεῖ νὰ ἀναλυθεῖ λόγω τῆς ἔκτασής του στὴν παροῦσα ἀναφορά. Θὰ δώσουμε στὸ
σημεῖο αὐτὸ μόνο μερικὲς βασικὲς διευκρινίσεις:
1ον. Ὁ πιστὸς χριστιανὸς δέχεται τοὺς ἰατροὺς τοῦ σώματος ἔχοντας τὴν
πεποίθηση ὅτι καὶ αὐτοὶ ἀντλοῦν τὴν θεραπευτική τους γνώση ἀπὸ τὸ Θεό. Κάθε εἴδους
θεραπεία δὲν μπορεῖ νὰ προέλθει ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο ἰατρὸ ἀλλὰ ἀπὸ τὸν μοναδικὸ ἰατρὸ
τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός μας, τὸν δημιουργό τοῦ ἀνθρώπου, τὸν Κύριό μας.
(Βλέπε τὴν περίπτωση τῆς αἱμορροοῦσας.) Μέσα στοὺς ἰατροὺς τοῦ σώματος
συγκαταλέγονται καὶ οἱ νευρολόγοι, οἱ ὁποῖοι ἀναφέρονταν παλαιότερα καὶ ὡς
ψυχίατροι. [Ἀναφέρει τὸ ἐγκυκλοπαιδικὸ Λεξικὸ τοῦ Ἐλευθερουδάκη (1931):
ψυχίατρος: ὁ ἰατρὸς νευρολόγος, εἰδικῶς περὶ τὰς ψυχοπαθείας ἢ φρενικᾶς νόσους ἀσχολούμενος,
φρενολόγος.]
Ἡ νευρολογία σήμερα εἶναι εἰδικότητα τῆς ἰατρικῆς ποὺ ἀσχολεῖται μὲ
τὴν διάγνωση καὶ ἀντιμετώπιση τῶν παθήσεων τοῦ νευρικοῦ συστήματος. Ἐτυμολογικὰ
ἡ λέξη νευρολογία σημαίνει τὴν ἐπιστήμη ποὺ ἀσχολεῖται μὲ τὰ νεῦρα, ἐνῶ
παράλληλα προϋποθέτει τὴν ὕπαρξη θεμελιωδῶν διαφορῶν μεταξὺ νευρολογικῶν μὲ
σωματικὸ ὑπόβαθρο δημιουργίας καὶ ψυχιατρικῶν διαταραχῶν μὲ ψυχικὸ ὑπόβαθρο
δημιουργίας, ἐνῶ καὶ οἱ δύο εἶναι διαταραχὲς τοῦ νευρικοῦ συστήματος. Πολλὲς
νευρολογικὲς διαταραχὲς συνοδεύονται ἀπὸ ψυχιατρικὰ συμπτώματα καὶ ἀντιστρόφως.
2ον. Οἱ ψυχολόγοι, Ψυχοθεραπευτὲς ποὺ μπορεῖ νὰ προέρχονται ἀπὸ ὁποιοδήποτε
ἐπιστημονικὸ κλάδο καὶ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ψυχολογικὴ συμπεριφορὰ τοῦ ἀτόμου, γιὰ
ἐκεῖνον ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ εἶναι ἐντελῶς ἀπαράδεκτοι. Στοὺς παραπάνω
πρέπει νὰ συγκαταλέξει κανεὶς καὶ τοὺς ψυχιάτρους, διότι ἀντίθετα μὲ τοὺς ὑπόλοιπους
ἰατροὺς καὶ νευρολόγους, εἰδικεύονται στὴ σχέση ἰατροῦ- ἀσθενῆ καὶ ἔχουν ἐκπαιδευτεῖ
σὲ διάφορες ἐκτάσεις στὴ χρήση τῆς ψυχοθεραπείας καὶ σὲ ἄλλες θεραπευτικὲς ἐπικοινωνιακὲς
τεχνικές. Εἶναι πολὺ καλοὶ καὶ ἀπαραίτητοι σὲ ἀνθρώπους ποὺ δὲν πιστεύουν καὶ δὲν
ἔχουν σχέση μὲ τὴν Ἐκκλησία. Ὄχι ὅμως καὶ γιὰ τοὺς πιστούς. Ἰατρὸς τῆς ψυχῆς γιὰ
τὸν πιστὸ εἶναι ἀποκλειστικὰ ὁ Χριστὸς καὶ μέσο θεραπείας ἡ μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Συνοψίζοντας τὰ παραπάνω θὰ χρησιμοποιήσουμε τὰ λόγια ἑνὸς
διακεκριμένου πνευματικοῦ Πατρός, τοῦ μακαριστοῦ π. Δανιὴλ Γούβαλη ὁ ὁποῖος εἶχε
μαθητεύσει πολλὰ χρόνια κοντὰ στὸν ἅγιο Πορφύριο τὸν Καυσοκαλυβίτη, ποὺ λέει: «Ὅταν
ἔλθη ἕνας, ἂς ποῦμε στὸν ἱερέα, καὶ παίρνει ναρκωτικὰ κι ἔχει καὶ ψυχικὲς
διαταραχές, ὁ ἄλλος εἶναι ἀλκοολικὸς κι ἔχει ψυχικὲς διαταραχές, ὁ ἄλλος ἔχει ἐπιληψία
ἢ ὁ ἄλλος ἔχει σχιζοφρένεια, ἐπειδὴ ὅλα αὐτὰ ἔχουνε σχέσι καὶ μὲ τὸ νευρικὸ
σύστημα, τότε θὰ πᾶνε στὸν γιατρό. Ὁ γιατρὸς αὐτὸς κανονικὰ δὲν πρέπει νὰ
λέγεται ψυχίατρος, πρέπει νὰ λέγεται νευρολόγος. Ὑπάρχει κάποια πάθησι στὸν ἐγκέφαλο,
στοὺς νευροδιαβιβαστὲς ποὺ λένε, παίρνουν κάτι ἀντίστοιχα φάρμακα καὶ τὰ
πράγματα καταπραΰνονται καὶ ἠρεμοῦν καὶ πολλὲς φορὲς θεραπεύονται. Καὶ μὲ τὴν
φώτισι τοῦ Θεοῦ πολλὲς φορὲς ἀνακαλύπτουν μερικὰ φάρμακα ποὺ εἶναι καλὰ γιὰ τὶς
βλάβες τοῦ νευρικοῦ συστήματος. Αὐτοὺς τοὺς παραδεχόμαστε, δηλαδὴ τοὺς
βιολογικοὺς ψυχιάτρους. Οἱ ἄλλοι εἶναι ἀπαράδεκτοι ἀπὸ ἐμᾶς».
Μετὰ τὶς διευκρινίσεις αὐτὲς ἐπανερχόμαστε στὴ μομφὴ πρὸς ὅλους
τούς χριστιανοὺς ποὺ ἀπορρίπτουν τὴν ψυχοθεραπεία μὲ τὸ ἐπίθετο «γιαλαντζὶ»
χριστιανοί. Εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνη ἡ ἀπόπειρα ἑρμηνείας ὅλων τῶν χριστιανῶν ὡς
ψυχοπροβληματικὰ ἄτομα, «χριστιανοὶ ἐντὸς εἰσαγωγικῶν ποὺ γεμίζουν τὶς Ἐκκλησίες
καὶ κάνουν ἀμέτρητες μετάνοιες καὶ λατρεύουν ὄχι τὸν Χριστὸ ἀλλὰ τὴν εὐλάβειά
τους, ἔγιναν ὀπαδοὶ τῆς Ἐκκλησίας ἀκριβῶς γιὰ νὰ ἀναπαύσουν τὴν ἔγνοια τῆς ἀσυνείδητης
ἐνοχῆς τους στὸ μαξιλαράκι τῆς ἀνάγκης τους γιὰ αὐτοδικαίωση».
Ὅταν ἐσεῖς ὁ ἴδιος ἀπορρίπτετε συλλήβδην ἀρκετὲς ψυχοθεραπευτικὲς
σχολές, «συναδέλφους» σας καὶ τὴν «ψυχολογιστικὴ» νοοτροπία τῶν διαφόρων θιασωτῶν
τῆς ψυχοθεραπευτικῆς «ἰδεολογίας» καὶ πρακτικῆς, ἀπαιτεῖτε ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς
νὰ δεχθοῦν τὴν ψυχανάλυση χωρὶς κανένα πειστικὸ λόγο. Δὲν μᾶς λέτε τὶς σχολὲς
ποὺ ἐσεῖς ἐγκρίνετε, τοὺς ἀποδεκτοὺς ἀπὸ ἐσᾶς συναδέλφους, ποιὰ εἶναι ἡ
ψυχοθεραπευτικὴ νοοτροπία ποὺ δὲν εἶναι ψυχολογιστικὴ καὶ τέλος, ποιὰ εἶναι αὐτὴ
ἡ ψυχοθεραπευτικὴ πρακτικὴ πού δὲν ἔχει ἰδεολογία; Ἡ ἀπάντηση σὲ ὅλα τὰ παραπάνω
δὲν ὑπάρχει γιατί ὅλα ἀποτελοῦν μία αὐτοαναφορά.
Τέλος, θεωρεῖτε ὅτι ἡ «ὑγιὴς ψυχοθεραπεία προκαλεῖ καὶ προσκαλεῖ τὴν
αὐτεπίγνωση». Δὲν μᾶς λέτε ὅμως ποιὰ εἶναι ἡ ἄρρωστη ψυχοθεραπεία καὶ πῶς ἐμεῖς
εἴμαστε σίγουροι ὅτι ἡ δική σας ψυχοθεραπεία δὲν εἶναι ἄρρωστη; Μήπως ἐπειδὴ ἐσεῖς
ἀναλαμβάνετε νὰ παίξετε τὸν ρόλο τοῦ ἐξομολόγου, τοῦ πνευματικοῦ καθοδηγητῆ, τοῦ
ψυχικοῦ θεραπευτῆ καὶ ἰσορροπιστὴ ὅλων ὅσων θέλουν νὰ γνωρίσουν τὴν αὐθεντικὴ ἀναζήτηση
τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ; Ὅμως, πόσο αὐθεντικὴ μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ χρήση ἑνὸς
χριστιανικοῦ λεξιλογίου καὶ ἡ συχνὴ ἀναφορὰ στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἢ τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ
τὰ χείλη ἑνὸς ψυχολόγου - ψυχοθεραπευτῆ πού καταφέρεται ἐναντίον ὅλων τῶν
χριστιανῶν, ὅπως εἴδαμε παραπάνω;
Γ. Ἂς δοῦμε ἐν συντομία καὶ τὴν ἀναφορά σας στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.
Λέτε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι πρόσωπο. Αὐτὸ σημαίνει δυνατότητα προσωπικῶν
σχέσεων. Δὲν μᾶς παραπέμπετε ὅμως στὴν Ἐκκλησία ἢ ἔστω κάπου ἀλλοῦ, ἀλλὰ μᾶς
μιλᾶτε γιὰ μία ἀέναη γέννηση καὶ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ποὺ θὰ γίνει κάποια στιγμὴ
ἐντός μας. Ὁ Χριστὸς τῆς Ὀρθόδοξης πίστης μας ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ σαρκωθεῖ μετὰ
τὴν ἀνάστασή του καὶ ἀνάληψή του ἔξω ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἰδιαίτερα τῆς
Θείας Εὐχαριστίας. Μόνο μέσα στὶς προσωπικὲς σχέσεις ποὺ δημιουργεῖ ἡ Ἐκκλησία ὡς
σῶμα Χριστοῦ γιεννιέται ἀέναα ὁ Χριστὸς κι ὄχι ὡς μία ἀτομικὴ ἰδέα, ἕνα
θρησκευτικὸ συναίσθημα «βαθιὰ μέσα μας».
Μέσα ἀπὸ τὴν προσωπικὴ σχέση τοῦ πιστοῦ μὲ τὸν ἐπίσκοπό του καὶ
κατ’ ἐπέκταση μὲ τὸν ἱερέα διὰ τῆς ἐξομολογήσεως, ποὺ σκοπὸ ἔχει τὴν θεία
Μετάληψη καὶ ὄχι μία αὐτογνωστικὴ ἐργασία μὲ σκοπὸ τὴν ἀτομικὴ αὐτοαποκάλυψη τῆς
Ἀλήθειας - Χριστός, ἐπιτυγχάνεται ἡ συσωμάτωσή μας μὲ τὸν Χριστὸ ὡς πρόσωπο. Καὶ
αὐτὸ διαρκεῖ γιὰ ὁλόκληρη τὴ ζωή μας κι ὄχι γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα. Ἔξω ἀπὸ τὶς
ἐκκλησιαστικὲς σχέσεις ὁ Χριστὸς παραμένει μία ἀτομικὴ ἰδέα, μία φιλοσοφία, μία
φιλολογικὴ ἀναφορά. Ὅσο γιὰ τὴν ἰδέα μιᾶς ὑπερπροσωπικῆς ἀντικειμενικῆς
διάστασης τῆς Ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ αὐτὴ μᾶς βγάζει ἔξω ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς Ὀρθόδοξης
πίστης. Κάτι πάνω ἀπὸ τὸ πρόσωπο γίνεται ἀπρόσωπο, γίνεται μία ἀνίδεη
πραγματικότητα, ἕνα εἶδος νιρβάνας. Τὸ ἀπρόσωπο, μία θεϊκὴ οὐσία, σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ
στὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δὲν σχετίζεται διόλου μὲ τὴν Ὀρθοδοξία, ἀντίθετα εἶναι
πολὺ οἰκεία στὴν ἰνδουϊστικὴ φιλοσοφία.
Πρέπει νὰ ἐπισημάνω ἐδῶ, ὅτι ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου, ὅπως μᾶς τὸ
δείχνει ἡ βυζαντινὴ εἰκόνα, ὅπως τὸ ἀκοῦμε στὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ στὸ
μέλλος τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, δὲν ὑπερβαίνεται ποτέ, ἀφοῦ καὶ στὰ ἔσχατα
θὰ βλέπουμε τὸν Θεὸ πρόσωπο πρὸς πρόσωπο, θὰ βλέπουμε τὴν θέα τοῦ προσώπου του
καὶ θ’ ἀπευθύνουμε τὴν ἱκεσία μας πρὸς τὸν Θεό, ὅπως περιγράφει τὸ βιβλίο τῆς Ἀποκαλύψεως,
τοὺς δούλους ἐκείνους ἐνώπιόν του θρόνου τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀρνίου, οἱ ὁποῖοι θὰ
Τὸν λατρεύουν καὶ θὰ βλέπουν τὸ πρόσωπό Του καὶ δὲν θὰ ὑπάρχει τότε νύχτα οὔτε ἀνάγκη
φωτισμοῦ καὶ ἡλιακοῦ φωτός, «ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς φωτιεῖ αὐτούς, καὶ βασιλεύσουσιν
εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων».
Ὁλοκληρώνοντας τὴν ἀναφορά μου στὰ λόγια σας, κύριε Ψυχολόγε -
Ψυχοθεραπευτὰ ἦρθαν στὴ μνήμη μου τὰ λόγια τοῦ μεγάλου δασκάλου Ἰωάννη
Θεοδωρακόπουλου ὁ ὁποῖος ἔγραφε -τόσο ἐπίκαιρα- τὸ 1974 στὰ μαθήματα τῆς
Ψυχολογίας: «Τὸ γεγονὸς ὅτι εἶναι κανεὶς ἐξοικειωμένος μὲ τὰ πλεῖστα ψυχικὰ
γεγονότα ἀπὸ τὴν καθημερινὴ ζωή, γίνεται συχνὰ αἰτία ὥστε πολλοὶ στρέφουν τὴν
προσοχὴ τους περισσότερο στὸ ἀνώμαλο καὶ τὸ παθολογικὸ καὶ νομίζουν ὅτι αὐτὸ τὸ
εἶδος τῶν ψυχικῶν γεγονότων εἶναι τὸ σπουδαιότερο στὴν ψυχολογία. Στὴν
πραγματικότητα ὅμως ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα τοῦ ἀνωμάλου, τοῦ παθολογικοῦ
γεγονότος, εἶναι ἀδύνατη, ἐφ’ ὅσον τὸ κανονικὸ καὶ τὸ ὁμαλὸ δὲν ἔχει μελετηθεῖ
καὶ γνωσθεῖ ἐπαρκῶς. Ἡ ἔλλειψη γοητείας ποὺ παρουσιάζουν τὰ ὁμαλὰ καὶ κανονικὰ
ψυχικὰ φαινόμενα, δὲν ὁδηγεῖ μόνον στὴν ὑπερεκτίμηση τοῦ ἀνώμαλου καὶ μὴ
κανονικοῦ, ἀλλὰ γίνεται αἰτία ὥστε νὰ δημιουργοῦνται συχνὰ περίεργες, δῆθεν
‘πρωτότυπες’ θεωρίες γιὰ τὸ ὁμαλὸ ψυχικὸ Εἶναι. Τοῦτο παρασύρει συχνὰ πολλοὺς
ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ψυχολογία σὲ πρόχειρους καὶ τολμηροὺς ἰσχυρισμούς. Ἐδῶ ἔχει
τὴ ρίζα τοῦ ὁ ψυχολογικὸς ἐρασιτεχνισμός».
ΣΠΥΡΙΔΩΝ Ν. ΜΑΡΙΝΗΣ
Θεολόγος-Συγγραφέας
το βρηκα:Ρωμαικό οδοιπορικό